Δευτέρα 17 Ιουλίου 2023

Σταδιακή επιδείνωση του καιρού…


 Σταδιακή επιδείνωση του καιρού…


«Δημοτικές εκλογές σε επίπεδο δημοτικού» στο προσκήνιο. Τι έχουμε να ακούσουμε πάλι. Η ενότητα, η πρόοδος, η ανάπτυξη, και κείνο το απεχθές «η Κέρκυρα μας», γίνονται καραμέλες στα χείλη των υποψηφίων και λειώνουν από το πιπίλισμα.
Το κλισάρισμα που κυριαρχεί, μας επαναφέρει σε μια νέα Βαβέλ, μόνο που ενώ μιλούν όλοι την ίδια γλώσσα, είναι αδύνατη η συνεννόηση. Είναι ο ήχος που βγαίνει, παραμορφωμένος από φωνές υποψηφίων που δεν έχουν μάθει να προφέρουν άγνωστες γι' αυτούς λέξεις.
Ο λόγος δεν είναι ξένος με την ψυχή, και όταν βγαίνει ξεψυχισμένος δε μπορεί να μας αγγίξει. Υπάρχει μια ένδεια ιδεών και φαντασίας. Αντί του προβληματισμού που θα έπρεπε να κυριαρχεί, πνιγόμαστε από ανέξοδα συνθήματα.
Η πόλη μας, θύμα κι αυτή της διαπλοκής. Της διαπλοκής που χρόνο με το χρόνο πιπιλίζοντας την καραμέλα της ανάπτυξης, έγινε εξουσία. Όλα σε ένα. Δεν υπάρχουν πλέον ρόλοι διακριτοί. Σε τι να ελπίζουμε;
Αντί οι πολιτικοί να ακολουθούνε τις λαϊκές επιταγές, πάνε πίσω από την επικοινωνία. Πρόκειται για μια απερίγραπτη σύγχυση ρόλων σ’ αυτόν τον άνοστο χυλό, τον οποίο κατασκευάζει ακατάπαυστα και δίχως σοβαρές αντιστάσεις το επικοινωνιακό μίξερ.
Ο τόπος έχει να διηγηθεί άπειρες ιστορίες. Το Λαζαρέτο, το Βίδο, τα Κάστρα, η Παλιά Πόλη, το εργοστάσιο Δεσύλλα, οι γειτονιές και τα στενά σοκάκια. Θέλει σεβασμό ο τόπος, γιατί αντιστέκεται στο χρόνο ενώ εμείς; Όπως ορθά επισημαίνει μια οργισμένη φωνή για άλλον τόπο…
“Δεν υπήρξαμε παρά ένα δευτερόλεπτο στην αιώνια ακινησία του. Μια ανεπαίσθητη γρατσουνιά στα γόνατα του αέναου χρόνου του. Χιλιάδες πριν από εμάς, εκατομμύρια μετά από εμάς, στους ίδιους δρόμους, στην ίδια νύχτα θα δώσουν τους ίδιους όρκους. Νομίζουμε ανεξίτηλο το στίγμα μας, αλλά δεν είμαστε παρά ένα πούπουλο στο έλεος των μποφόρ”
Ο τόπος μετράει πιο πολύ και χρειάζεται τον σεβασμό μας, γιατί έχει να μας διηγηθεί πολλά σε μας και σε αυτούς που ακολουθούν.
Σταδιακή επιδείνωση του καιρού. Όλο και χειρότερα… και για όλους εμάς, που κάνουμε μια σκέψη παραπάνω, ακόμα χειρότερα.“Και πώς να βρεις εφαρμογή σ’ αυτόν τον κόσμο. Το κακό είναι ότι όποιος δε μπορεί να αφομοιωθεί, να εξομοιωθεί να γίνει φωτοτυπία, τον απομακρύνει, τον αποκόπτει, τον ξερνάει. Όποιος κάνει μια σκέψη παραπάνω, όποιος διαφοροποιεί τον βηματισμό του, βρίσκεται εκτός”. Ας μαζευτούμε οι εκτός, μήπως και αλλάξουμε κάτι εντός... 

Μ΄ αρέσει ο Καύσωνας

Πρώτη είδηση σήμερα ο ερχομός του καύσωνα, υπό την ονομασία «Κλέων». Τι να πω. Να θυμίσω έχουμε 11 Ιουλίου και συνήθως έχουμε υψηλές θερμοκρασίες αυτήν την εποχή.

Η ζέστη και η υγρασία επιβαρύνουν την αναζήτηση. Αιτιολογίες για το κενό, δικαιολογίες για το τίποτα.
Εκεί που χρησιμοποιούσα μικρές προτάσεις και τελείες, γέμισα μακρινάρια και ερωτηματικά, έχω και σένα συμπάσχουσα του ραδιοφώνου, που μου προσθέτεις κι’ άλλα...


“Ο έρωτας ή η νοσταλγία που μας ταράσσει πιο πολύ; Το γινόμενο ή το αγίνωτο μας κρατάει ζωντανούς; Αυτά που χάσαμε ή αυτά που έχουμε κλαίμε; Αναπάντητα ερωτήματα για ζωές που δεν τρομάζουν να σύρονται σε μάχες καρδιά με καρδιά. Που κοιτούν κατάματα την θάλασσα και τις υπόσχονται πως δεν θα πνιγούν σε μια κουταλιά νερό άλλα σε κάτι λιγότερο.”
Και με το καύσωνα τρίβω από χαρά τα χέρια μου, όπως με κάθε εμφάνιση ακραίου καιρικού φαινομένου. Μου αρέσει να νοιώθω τη θέρμη της ταράτσας στις πατούσες μου όταν έχει δύσει ο ήλιος.
Λατρεύω τις χιονοθύελλες και τις ανεμοθύελλες. Τις μπόρες, τις καταρρακτώδεις βροχές και τις πλημμύρες. Τις αστραπές και τις βροντές που τρίζουν τα πατώματα. Τη λάβα του ηφαιστείου να με κυνηγά. Το χαλάζι, Α! το χαλάζι, σαν καρύδι να πέφτει και να κτυπά η κάθε του μπίλια τη λαμαρίνα, ηχεί στα αυτιά μου σαν πιρουέτα του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Τη θάλασσα να φουσκώνει, δείχνοντας ότι τη στενεύει το φουστάνι. Τη θάλασσα γυμνή να διεκδικεί με αξιώσεις το μερίδιο της από τη ξηρά. Μόνο ο σεισμός με αφήνει αδιάφορο, ίσως γιατί δεν είναι ορατός και η καταστροφή που επιφέρει προέρχεται από μαχαιριά πισώπλατα. 

Ο τόπος είναι τοπίο προς κατανάλωση



«Η Κέρκυρα είναι μόνο τοπίο» έγραφα την περασμένη εβδομάδα. Ο τόπος είναι τοπίο πια, πακέτο προς κατανάλωση. Τόπος άψυχος, χωρίς ιστορία χωρίς παρελθόν.
Ο χειρότερος εχθρός αυτού του γενναιόδωρου τόπου είναι οι άνθρωποι του, αυτοί που απολαμβάνουν τα δώρα του. Είμαστε κατώτεροι του τόπου ανάξιοι να τον αφουγκραστούμε και να τον ζήσουμε. Μόνο να τον καταναλώσουμε θέλουμε, αρπακτικά. Η ομορφιά περνάει πλάι μας και δεν τη γευόμαστε.
Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα. Αφεθήκαμε και οδηγηθήκαμε στην παρακμή. Η Κέρκυρα, σαν την ωραία κοπέλα που επένδυσε μόνο στην ομορφιά της. Και η κατάληξη; Αναμενόμενη. Γλάστρα.
Η Κέρκυρα παθαίνει ότι παθαίνουν όλες οι ωραίες˙ θαμπώνουν με την ομορφιά, και όταν έρχονται ικέτιδες, να χτυπήσουν την πόρτα σας για να ζητήσουν την επούλωση του τραύματος, που δουλεύει κάτω από την συναρπαστική επιφάνεια, η ομορφιά απορροφά εκείνον στον οποίο απευθύνεται το αίτημα.
Έτσι εξηγείται πώς η Κέρκυρα δοκιμασμένη όσο καμία άλλη περιοχή της χώρας, έρχεται τελευταία στην ουρά των επαρχιών που περιμένουν την επούλωση των τραυμάτων τους. Είναι δε πολλά τα τραύματά της.


«Ζείτε στο παράδεισο και παραπονιόσαστε;» Οι ασχήμιες και τα όποια προβλήματα που αντιμετωπίζει κάθε επισκέπτης επισκιάζονται από την ομορφιά, το ασυνήθιστο μάτι, δεν μπορεί να φανεί αντικειμενικό, πρέπει να γίνεις μόνιμος κάτοικος παλιάς πόλης να βρεθείς αντιμέτωπος με τα προβλήματα διαβίωσης, γιατί μπορεί να είναι ωραία τα κτίρια και οι απλωμένες μπουγάδες για τους επισκέπτες, αλλά αν ρωτήσουμε αυτούς που κατοικούν έχουν βλαστημήσει την ώρα και την στιγμή που γεννήθηκαν. Οι μόνιμοι κάτοικοι ζουν στερημένοι το δημόσιο χώρο. Τα παιδιά δεν έχουν ούτε σπιθαμή γης να τρέξουν, να παίξουν. Οι πλατείες, τα καντούνια, έχουν καλυφθεί από τραπεζοκαθίσματα χωρίς όρια, με μια άνευ προηγουμένου απληστία από κάποιους επιχειρηματίες και μια εγκληματική αδιαφορία από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς.
“Τοπικά προϊόντα” από την Κίνα , κρύβουν τον ήλιο και το φως από τα γραφικά περάσματα της πόλης, αν προσθέσουμε το κυκλοφοριακό χάος, που δημιουργείται από τα τουριστικά λεωφορεία, τα διώροφα που προστέθηκαν τα τελευταία χρόνια , τα τραινάκια, τις άμαξες που συναντάς στα πιο απίθανα σημεία, την ηχορύπανση και τέλος τα σκουπίδια, κυρίως των επιχειρήσεων, έχουμε ένα πλήρες πακέτο. Και όλα αυτά σε ένα ιστορικό κέντρο με εγγενή προβλήματα, που από τον χαρακτήρα του δεν προσφέρει και το πιο άνετο μέρος διαβίωσης. Πολυώροφα κτίρια χωρίς ασανσέρ, χωρίς μπαλκόνια, χωρίς δρόμο πρόσβασης οχημάτων, με ξύλινα πατώματα και κατσαρίδες, με χιλιάδες περιστέρια που βρομίζουν τα πάντα και εκατομμύρια χελιδόνια που ανεβάζουν τα ντεσιμπέλ. Για τις υποδομές θα ήταν κουραστικό να κάνουμε μια ακόμα αναφορά. Ελάτε να άπλωσε τη μπουγάδα σας στα στενά καντούνια και ύστερα το ξανασυζητάμε το θέμα… 

Και το κακό συνέβη

«Το πόσες χριστοπαναγίες άκουσα από διερχόμενους οδηγούς, που είχαν την ατυχία να βρεθούν πίσω από μία άμαξα, γύρω στις δέκα το βράδυ, στο κέντρο της πόλης, δεν περιγράφεται». Αυτό το έγραψα στις 5 Αυγούστου του 2008, το θυμήθηκα με την εικόνα από το νεκρό κουφάρι του αλόγου στην ανηφόρα το «Ορφέα», που έχει συγκλονίσει το πανελλήνιο.


"Μια βόλτα με την άμαξα στην δεκαετία του 60, στους άδειους δρόμους από αυτοκίνητα, είχε την αξία της. Με τις αυθεντικές άμαξες και τους αυθεντικούς αμαξάδες, αυτούς που απαθανάτισε, ο ελληνικός κινηματογράφος.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι απαράδεκτο απ’ όλες τις πλευρές, απορώ πως δεν έχουν διαμαρτυρηθεί φιλοζωικές οργανώσεις για την ταλαιπωρία και για το κίνδυνο που διατρέχουν τα ζώα, καθώς και οι αρμόδιοι φορείς για την ταλαιπωρία των οδηγών.
Σ’ αυτήν την πόλη ακόμα δεν μπορείς να κυκλοφορείς με ποδήλατο με άμαξα με πατίνι ή με τρενάκι. Να το πάρουμε απόφαση. Μόνο αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες επιτρέπονται.
Αλλά για να επανέλθουμε. Αν θέλουμε τις άμαξες, αυτές τέλος πάντων τις άμαξες που έχουμε, θα πρέπει να καθορισθεί ειδική διαδρομή και ειδική λωρίδα κυκλοφορίας. Αυτή η ταλαιπωρία και αυτό το απαράδεκτο θέαμα ούτε σε τριτοκοσμικές χώρες, με τις καμήλες και τους ελέφαντες δεν συμβαίνει.
Τι φταίνε τα άλογα; Φανταζόσαστε να έδειχναν και αυτά τέτοια συμπεριφορά όπως οι εκνευρισμένοι οδηγοί που όταν βρουν χώρο, έστω και ίσα ίσα τσιτώνουν τα γκάζια για να προσπεράσουν; Φαντάζεστε να αφηνιάσει κάποια στιγμή το άλογο και να αρχίσει το ποδοβολητό τι έχει να γίνει;
Δεν χρειάζεται παραπέρα επιχειρηματολογία, όλοι λίγο πολύ έχετε βρεθεί μπροστά σ’ αυτήν την εικόνα της ντροπής. Δυστυχώς έχει υπερισχύσει η νοσταλγία και πνίγεται η αγανάκτηση και η διαμαρτυρία. Αυτό μέχρι που να συμβεί το κακό". Και το κακό συνέβη… 

Αδιάφοροι και Υποτακτικοί

Αυτά που εμείς με στωικότητα υπομένουμε σήμερα, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να συμβούν εδώ και κάποιες δεκαετίες. Ο Λαός με κοντινές μνήμες από την αντίσταση και τον εμφύλιο, με μια 7χρονη δικτατορία στην πλάτη, με μια εξέγερση του Πολυτεχνείου ποτέ δεν θα μπορούσε να δεχτεί, αυτόν τον εξευτελισμό που υφίσταται, από τη νέα τάξη πραγμάτων. Πέρασαν όμως τα χρόνια, ο Καραμανλής έγινε Κωστάκης, ο Ανδρέας Γιωργάκης, η Νέα Ελλάδα του Σαμαρά συνεπικουρούμενη από τον Βενιζέλο τα έδωσε όλα, η αριστερά του Τσίπρα, τα υπόλοιπα και την χαριστική βολή, για να τελειώσουμε και με τη βούλα, μας την δίνει ο μικρός Μητσοτάκης. Όχι δεν ξέχασα τον Σημίτη και να ήθελα δεν θα μπορούσα, άλλωστε οι συνεργάτες του βρίσκονται σε καίριες θέσεις στη σημερινή κυβέρνηση και συνεχίζουν το έργο του. Από σήμερα παίρνει θέση και ο Λοβέρδος.


Παρακολουθώντας χθες μια αμερικάνικη τηλεοπτική σειρά, γύρισα πίσω στην δεκαετία του ’90, σε εκείνες τις εύκολες μέρες που αποπειράθηκαν να ζήσουν οι Έλληνες, πιστεύοντας, τρομάρα τους, ότι έχουν και αυτοί δικαίωμα στο αμερικάνικο όνειρο. Χρηματιστήρια, γιάπηδες Σημίτηδες, Μαντέληδες Τσουκάτοι, να μην ξεχάσω και τον Παπαντωνίου. Ο Άκης, τιμωρία στο Αμύνης, είχε άλλες ασχολίες. Το όνειρο δεν άργησε να γίνει εφιάλτης. Οι Αμερικάνοι για να ζήσει η πλουτοκρατία τους αυτό το όνειρο, δεν διστάζουν χρόνια τώρα, να ματοκυλίζουν τους λαούς και εμείς, πιστέψαμε ότι μπορούσαμε να γίνουμε Αμερικάνοι.
“Πρέπει να ξαναγινούμε Αργοναύτες”, υποστηρίζει σε μια παλαιότερη συνέντευξη του ο Μίμης Ανδρουλάκης, ελπίζοντας στη δύναμη της αυτοσυντήρησης, του αγώνα για επιβίωση, της προσαρμογής, της εξέλιξης, της αλλαγής. Η πίεση της μεγάλης ανάγκης θα μας κάνει καλύτερους. Οι εύκολες και καλές μέρες χάλασαν τον Έλληνα. Αμβλύνθηκε το ένστικτο του Οδυσσέα που είχε μέσα του, του αγωνιστή, του δημιουργού, του καινοτόμου.
Ας πάψουμε επιτέλους να σκεφτόμαστε αμερικάνικα. Εμείς ό,τι κατακτήσαμε το κατακτήσαμε με μεγάλη προσπάθεια δεν πατήσαμε επί πτωμάτων. Αυτοί που επιδίωξαν την εύκολη ζωή δεν δίστασαν να βουτήξουν τα χέρια τους στο αίμα. Αυτοί που έκαναν Θεό τους το χρήμα και θεοποίησαν τις αγορές ποτέ δεν θα καταλάβουν την αξία της πραγματικής ζωής, αυτής της ζωής που οι Έλληνες μέσα από τα δίκτυα αλληλεγγύης, που ανέκαθεν υποστήριζαν και συμμετείχαν, έχουν ζήσει μέχρι σήμερα. 

Η Κέρκυρα είναι μόνο τοπίο



Ακούγεται, ότι δεν πάνε και τόσο καλά τα πράγματα τη φετινή τουριστική σεζόν. Το δήλωσε και ο συντοπίτης μας Υπουργός κ. Δένδιας. Το «καλά» βέβαια είναι σχετικό, πόσο καλά, να γεμίσουν και τα σπίτια που μένουν οι ντόπιοι; Αλήθεια μέτρησε κανείς, πόσους επισκέπτες αντέχει αυτό το νησί; Σκέπτεται κανείς την ποιότητα ή το μόνο που ενδιαφέρει στις μέρες μας είναι η ποσότητα; Η απληστία που κυριαρχεί δεν είναι σημερινό φαινόμενο, δυστυχώς χαρακτηρίζει διαχρονικά την τουριστική ανάπτυξη του τόπου μας. Με αφορμή αυτά θυμήθηκα το παρακάτω:


Η διαφημιστική ταινία είναι καλοφτιαγμένη. Πλάνα από ψηλά, παραλίες να τις πιεις στο ποτήρι, τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, αρχαία και νεότερα μνημεία, γαστρονομία. Η Κέρκυρα αυτοσυστήνεται σαν τουριστικός προορισμός. Τα χωριά έχουν την τιμητική τους, παρουσιάζονται με συνοδεία κερκυραϊκής μουσικής και χορευτικών συγκροτημάτων, που κόβουν γύρους στις μικρές πλατείες.
Οι μπάντες φρεσκογυαλισμένες παρελαύνουν στην παλιά πόλη και το Πάσχα μοναδικό, προσκαλεί τους επισκέπτες να το ζήσουν και να μην το ξαναζήσουν. Οι εικόνες είναι διαλεγμένες και συναρμοσμένες δεξιοτεχνικά. Το τελικό αποτέλεσμα θυμίζει ένα τόπο μυθικό όπου επικρατεί παντοτινό καλοκαίρι. Μια Κέρκυρα καρτ-ποστάλ, κατοικία θεών και τουριστών, ένας ιδανικός προορισμός για απίθανες, ονειρεμένες διακοπές. Αλήθεια που πήγαν οι άνθρωποι; που πήγε η σύγχρονη ζωή; Όπου υπάρχει ζωή, είναι στιγμιότυπα από εξήντα χρόνια πίσω. Οι παραλίες είναι χωρίς ανθρώπους, καμιά εικόνα πλήθους στη “Γλυφάδα” στο “Μπαρμπάτι” στον “Αι Γόρδη”. Γραφικό ψαροχώρι... η “Μπενίτσα” και η Βλαχοπούλου να υμνεί την Παλαιοκαστρίτσα για τα όμορφα κορίτσια.
Η Κέρκυρα του 2023 εξαντλείται σε ένα μύθο, σταματημένη στο χρόνο Είναι μόνο τοπίο. Με μπάντες, παραλίες, αρχαιότητες, “κρασί, θάλασσα και το αγόρι μου”. Δεν υπάρχουν άνθρωποι του καιρού τους μέσα σε αυτό το τοπίο. Δεν υπάρχουν σκουπίδια, τραπεζοκαθίσματα, που σε λίγο θα μπορούν να επιπλέουν στην θάλασσα γιατί η ξηρά δεν τα χωράει. Δεν υπάρχουν λεωφορεία διώροφα που βάζουν στοπ σε κάθε απόπειρα κίνησης μέσα στο κέντρο της πόλης. Δεν υπάρχουν μαγαζιά γιουσουρούμ. Όλα είναι τόσο ήπια, αγγελικά πλασμένα. Και να ήταν μόνο αυτά .
Κοιτούσα τις εικόνες παραδομένος στην ομορφιά τους. Τέτοιες εικόνες, χωρίς ίσως τις εντυπωσιακές από αέρος λήψεις και τις σύγχρονες τεχνικές ευκολίες του ψηφιακού βίντεο, είναι εικόνες από τη δεκαετία ΄60. Η διαφημιστική ταινία , μου ξύπνησε εικόνες νοσταλγίας. Μεγάλωσα με αυτές. Πίστευα πως τέλειωσε εκείνη η εποχή. Στην πραγματικότητα τέλειωσε. Εξήντα χρόνια αργότερα όμως, προβάλλουμε τα ίδια Δεν έχουμε τίποτε άλλο να δείξουμε, εκτός από ακρογιαλιές δειλινά. Τελείωσε εκείνη εποχή, η σημερινή εικόνα δυσφημίζει και αυτό το ξέρουν πολύ καλά οι ειδικοί που επιμένουν να προβάλλουν εικόνες του γραφικού παράδεισου του νησιού μας, που συγκινούν αισθητικά τους επισκέπτες. Αλλά δεν λένε την αλήθεια, ούτε σ’ αυτούς, ούτε σε μας.

“ Τι ψυχή έχει μια νύχτα στους αιώνες.”

Είναι νύχτα... και το ραδιόφωνο την αποθεώνει. “Για ποιο ταξίδι κίνησες να πας να με θυμάσαι και να μ’ αγαπάς σου κλέβει η ανατολή μικρό φιλί”. Ένα τραγούδι του Σταύρου Ξαρχάκου του 1965, ακούστε το μπουζούκι, σκορπάει ρίγη.


Πως θα αντέχαμε χωρίς αυτά; Αντέχουμε, γιατί αντέχουμε την επιθυμία να την κάνουμε άρνηση!
“Και τα δικά μας τραγούδια δεν παλιώνουν, δεν είναι απ’ αυτά που κάνουν μακαρόνια με κιμά, είναι απ΄ αυτά που έγραψαν ποιητές και μεγάλοι συνθέτες, «σ’ αγαπώ μα δε θα ‘ρθω», επιθυμία και άρνηση στο ίδιο ποτήρι νερό, έλξη και άπωση στον ίδιο πόλο του μαγνήτη”. Τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη πριν πενήντα χρόνια.!
Θα συνεχίσω, τις ενέσεις ηθικού, για μένα και για όλους που είναι σαν και μένα, γιατί αυτός ο Ιούνιος είναι μυστήριος.
Δεν υπάρχουν χρόνια αγάπης χαμένα. Και τα δικά μας χρόνια, ήταν παραμυθένια. Από τον Χατζιδάκι, στο Θεοδωράκη, από την «όμορφη πόλη» στην οδό ονείρων». Αν δεν κουβαλούσαμε, αυτά τα πολύτιμα χρόνια, πως θα σιγοψιθυρίζαμε σήμερα τα τραγούδια.
Είναι .. νύχτα
“ Τι ψυχή έχει μια νύχτα στους αιώνες.”
“Κάθε νύχτα έχει τη ψυχή που τις δίνουμε” σχολιάζει μια φωνή στο ραδιόφωνο
“Η νύχτα είναι μια δύσκολη κατάσταση, είναι ένας χρόνος με τον εαυτό σου γυμνό και τις δικαιολογίες σου στα σκουπίδια, είναι ένα ταξίδι στα μακριά από το οποίο δεν ξέρεις ποτέ αν θα γυρίσεις. Θέλει προσοχή και αποφασιστικότητα . Διότι η νύχτα δεν είναι κάτι. Είναι κάποια”
Η νύχτα δεν σ’ αφήνει να γίνεις γαϊδούρι. Η νύχτα ρίχνει φως στον σκοτεινό εαυτό σου. Και από τον εαυτού του πως να κρυφτεί κανείς…
Αγαπητοί συνένοχοι αναγνώστες .
Τα ηλικιακά νιάτα διαρκούν όσο τους πρέπει. Τα δικά μας ώριμα “νιάτα” κουβαλούν τα κερδισμένα χρόνια, τη δύναμη και την υπομονή.
Αν δεν είχαμε όλα αυτά τα εφόδια πως θα αντέχαμε σήμερα να ζούμε μέσα σ’ αυτό το ψέμα; Πως θα αντέχαμε να ζούμε σε μια χώρα, σε μια πόλη που βασιλεύουν τα συμφέροντα και ο ατομισμός; Αντέχουμε γιατί γνωρίζουμε και μπορούμε, ακόμα και την επιθυμία να την κάνουμε άρνηση… 

Ακανόνιστη πόλη, που πας;

Σήμερα και πάλι με πρωτοβουλία του Συλλόγου “Προστασίας & Ανάδειξης του Βίδο”, πολλοί συμπολίτες μας, πηγαίνουν στην νησίδα, με στόχο να καταστήσουν σαφές πως ο δημόσιος χαρακτήρας του Βίδο, είναι αδιαμφισβήτητος. Και να ήταν μόνο αυτό. Ο δημόσιος χαρακτήρας ολόκληρης της Κέρκυρας πλήττεται βάναυσα τα τελευταία χρόνια.


Το παρακάτω πριν δύο χρόνια και πάλι με αφορμή την ίδια πρωτοβουλία.
Με μια βόλτα στην πόλη αντιλαμβάνεται κανείς, ότι λειτουργούμε στον αυτόματο. Και όχι στον αυτόματο πιλότο. Η εικόνα εξαρτάται από τις καλές ή τις κακές προθέσεις του κάθε επιχειρηματία και είναι φυσικό. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει ένα σχέδιο διαχείρισης, στην ουσία λειτουργούμε χωρίς κανόνες, με αποτέλεσμα, προβλήματα που θυμάμαι να γράφω από το 1983, που είχα εκδώσει την εφημερίδα “ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”, να τα βρίσκω σήμερα και πάλι μπροστά μου. Πολύ πιο οξυμένα φυσικά.
Μικρά ισόγεια διώροφων κατοικιών στο εσωτερικό δρόμο της Γαρίτσας, μετατράπηκαν σε καφέ και φαγάδικα, χωρίς να έχουν μετακομίσει οι κάτοικοι που μένουν εκεί. Το ίδιο και σε χειρότερο βαθμό συμβαίνει και στο κέντρο της πόλης. Πόσο πιο απλά να το πούμε: Πόλη, χωρίς κανονισμό λειτουργίας δεν μπορεί να λειτουργήσει. Δυστυχώς καμία δημόσια αρχή μέχρι σήμερα, δεν άγγιξε αυτό που λέμε με δύο λέξεις “ Δημόσιος Χώρος” Καμία δεν μπήκε στον κόπο, να εφαρμόσει ένα σχέδιο κανόνων προς όφελος των δημοτών, των επισκεπτών και των επιχειρηματιών. Γιατί εν τέλει από την εύρυθμη λειτουργία μιας πόλης βγαίνουν όλοι κερδισμένοι.
Έχω δει πολλά σχέδια μέχρι σήμερα επί χάρτου, έχω δει την πόλη ζωγραφισμένη με δρόμους που επιτρέπεται η χρήση του εξωτερικού χώρου και άλλους που απαγορεύεται. Με δρόμους που μπορείς να κοιμηθείς και με δρόμους που μπορείς να διασκεδάσεις. Όλα αυτά επί χάρτου βεβαίως. Κάποια στιγμή εδώ και χρόνια μπήκαν και σε διαβούλευση και ποτέ δεν βγήκαν.
Στις μέρες μας παρατηρούμε την ηγεσία από την κεντρική μέχρι την τοπική, να αντιμετωπίζει τον κάθε επενδυτή σαν ευεργέτη. Τρέχει ο Πρωθυπουργός, οι Υπουργοί, οι Βουλευτές, οι Περιφερειάρχες, οι Δήμαρχοι να εγκαινιάσουν την επένδυση και να ευχαριστήσουν όλους αυτούς που για την ψυχή της μάνας τους, αποφάσισαν να επενδύσουν. Όλη η επιχειρηματολογία ακούει στη λέξη “ Ανάπτυξη” και ο πρώτος λόγος που είναι κυρίως το κέρδος του κάθε επενδυτή αγνοείται επιδεικτικά.
Για να εξηγούμαστε: άλλο ευεργέτης, άλλο επενδυτής. Μπορεί να ακούγεται αυτονόητο, όμως στις μέρες του άκρατου νεοφιλελευθερισμού δεν είναι.
Η θέση μας για τις επενδύσεις είναι γνωστή. Οι ιδιωτικές επενδύσεις υπό προϋποθέσεις, στο πλαίσιο λελογισμένων πρωτοβουλιών, με απαραίτητη προϋπόθεση τον σεβασμό στο περιβάλλον, μπορεί να φέρουν ανάπτυξη. Σε καμία περίπτωση όμως δεν την εγγυώνται
Δυστυχώς αυτό που μας απασχολεί είναι η επιφάνεια.
Ένα είδος της πολιτικής λειτουργίας, που έχει κυριαρχήσει, ενταγμένο στην επικοινωνιακή λογική, που παραβλέπει το ζητούμενο, που είναι να «κάνουμε κάτι» και επιδιώκει την προβολή, δηλαδή να φανεί ότι κάνουμε κάτι. Και ας μην κάνουμε τίποτα. Είναι αυτό που λέμε η επιτυχία κάνει ησυχία, ενώ η αποτυχία δεν έχει άλλο δρόμο, από το να κάνει φασαρία. 

Είναι πολλοί αυτοί που ψήφισαν Μητσοτάκη

Η πλειοψηφία του εκλογικού σώματος αποφάσισε, και μάλιστα με εκκωφαντικό τρόπο, να ακουμπήσει πάνω στην «ασφάλεια» που της παρέχει ο ανασφαλής Μητσοτάκης ( βλέπε υποκλοπές...) Δυστυχώς μεγάλο μέρος της κοινωνίας προτίμησε την ησυχία του, τα ψίχουλα, των επιδομάτων, το καλάθι του νοικοκυριού.


Πόση ασφάλεια, πόση ησυχία, πόση ευημερία, πόση δικαιοσύνη, είναι μια άλλη κουβέντα, που οι απαντήσεις δίνονται μετά την απομάκρυνση από το ταμείο. Εμείς ότι και να γράψουμε σήμερα, δεν έχει καμία αξία. Για άλλη μια φορά ο χρόνος και μάλιστα σύντομα θα μας απαλλάξει από τον κόπο. Εκείνο που μπορούμε να πούμε είναι για την ασφάλεια της ανασφάλειάς μας .
Στις ώρες της περισυλλογής, μετράμε όλοι μας, μια λευκή γραμμή «μισό λεπτό να θυμηθώ τι έκανα». Και τίποτα δεν έκανα. Διότι και τίποτα δεν είναι για να μείνει. Και ύστερα... ο χρόνος όταν βρει ευθεία, χωρίς εκπλήξεις και αδιέξοδα, τρέχει, τρέχει χωρίς σταματημό. Σε νανουρίζει στη ψευδαίσθηση της ασφάλειας και όταν ξυπνήσεις από τον ύπνο του δικαίου, ψάχνεις τοίχο για να τσακίσεις το κεφάλι σου.
"Στο κυνήγι της ασφάλειας για μια ζωή, που νομίζουμε ότι δεν θα τελειώσει ποτέ, ζούμε το χρόνο που μας αναλογεί, παλεύοντας καθημερινά με τα κύματα της ανασφάλειας. Και είναι ο χρόνος μια ευθεία. Και εμείς επιταχύνουμε διαρκώς, για να χαθούμε απ’ τον αληθινό μας εαυτό , τις βαθύτερες σκέψεις μας, τις βασικές αλήθειες και αρχές της πραγματικής ζωής."
Πότε είχαμε καλοκαίρι; Κοιμάσαι χειμώνα και όταν ξυπνάς έχει φτάσει άνοιξη.
Η κατάφαση, για τη γοητεία που ασκεί η αμφιβολία, τις περισσότερες φορές καταλήγει σε ένα μεγάλο ερωτηματικό.
«Είναι γοητευτική η στιγμή της αμφιβολίας;» Καμία αμφιβολία! Μόνο που αυτή η γοητεία, ελκύει - και αυτό είναι η δυστυχία - λίγους παράταιρους, εξοβελισμένους, από την κυκλική πορεία, ελεύθερους από τα δεσμά της ασφάλειας, γι’ αυτό και ασφαλείς.
Είναι γοητευτική η στιγμή της αμφιβολίας. Το αντιλαμβάνονται όσοι αρνήθηκαν τον ύπνο της ασφαλούς ζωής. Μόνο, που είναι λίγοι για να αντέξουν στις πλάτες τους, τον όγκο της ανασφάλειας των «ασφαλισμένων». Και όλους αυτούς που ψήφισαν Μητσοτάκη.

ΥΓ: Τουλάχιστον ο Νίξον παραιτήθηκε... 

Γλυκιά ζωή

Γύριζα πίσω στα πρώτα μου βήματα, στον αριθμό ένα, να συναντήσω τη γλυκιά ζωή (Dolcε vita), την Αννίτα Έγκμπεργκ και τον Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι στη λιμνούλα της Fontana di Trevi.

Σε δήθεν καταστάσεις οι λέξεις αδυνατούν. Ταξίδεψα για λίγο για να καθαρίσουν τα μάτια από τα σκουπίδια που μας περιβάλλουν. Να δουν πέρα και έξω από αυτό το μικρόκοσμο, που όσες προμήθειες δύναμης και αν έχεις μαζί σου, αν γελαστείς και παραβιάσεις το χρονοδιάγραμμα της πορείας σου, τελειώνουν οι αναπνοές και πνίγεσαι εν αγνοία σου.


Οι λέξεις πρέπει να έχουν μια αντιστοιχία με την ζωή. Αισθάνθηκα ότι μας περίσσευαν τα λόγια και μας λιγόστευε η ζωή. Αν δεν ανοίξεις τα παράθυρο να σκάσει μύτη ο ήλιος στον απέναντι τοίχο, πώς να δεις τη σκόνη που σε σκεπάζει και τα νοσηρά παράσιτα που σε περιτριγυρίζουν; Πως να αναπνεύσεις αλήθειες από τον κόσμο τον πραγματικό, που μπορεί να βρίσκεται λίγα μέτρα πιο κει, για σένα όμως φαντάζει στην άλλη άκρη.
Ιούνιος Καλοκαίρι. Με τρελαίνουν οι ατελείωτες γάμπες που δεν έχουν μαυρίσει ακόμα. Αυτό το πρώτο χρώμα το κοκκινόμαυρο του κορμιού σου, είναι ο Ιούνιος. Είναι ο ήλιος στην καλύτερη γωνία του, είναι φως. Είναι μία διάθλαση , τόσο έξω από την πραγματικότητα, τόσο μέσα στη ζωή. Είναι κι αυτή η πόρτα προς τη θάλασσα, που σε ρουφάει σαν μαύρη τρύπα προς το φως. Είναι και η μνήμη τόσο δυνατή, που σε γυρίζει στην αφετηρία, εκεί που η ζωή πάντα είναι γλυκιά. 

Να γίνουμε πλημμύρα

Από μόνος του ο Ιούνιος είναι ένας κύκλος. Ανοίγει και κλείνει, σαν μικρογραφία μιας ολόκληρης χρονιάς και σου δίνει την ευκαιρία, να σχεδιάσεις, να ταξιδέψεις και να ονειρευτείς.

Τα όνειρα, αποτελούν το βασικό συστατικό του χρόνου, όταν αυτός ξεκινάει να μετρά. Και ο Ιούνιος είναι μια αφετηρία . Απ’ αυτόν αρχίζει το μέτρημα. Άλλωστε έχουν περάσει και τόσα πολλά χρόνια από την εποχή που γνωρίζαμε, ότι «είμαστε από υλη που είναι φτιαγμένα τα όνειρα» Και εμείς στα όνειρα μας έχουμε απαιτήσεις « Βρεθήκαμε με ένα σύννεφο αγάπης στα χέρια σαν το ψάρι έξω από τα νερά του και με μια γροθιά έρωτα στο στήθος σαν κολασμένοι κατά λάθος στο παράδεισο»


Διότι, τελικά δεν είναι «οι παλιές αγάπες που πηγαίνουν στο παράδεισο» αλλά εμείς που τον κερδίζουμε περνώντας όμως προηγουμένως από την κόλαση.
Η δυσκολία δεν είναι να προσθέσω ακόμα μια φωνή διαμαρτυρίας γι’ αυτά που με χαλάνε, ούτε έναν τόνο θαυμασμού σε ό,τι με κάνει χαρούμενο. Η δυσκολία είναι να βρίσκεσαι απέναντι από τη διασταύρωση, να μην είσαι Ηρακλής και να μη βρεθούν μπροστά σου οι κυρίες του μύθου του Προδίκου για να σου δώσουν οδηγίες κατεύθυνσης.
Ο δρόμος που με φοβίζει, είναι τελικά ο δρόμος των διλημμάτων μου. Και ξέρετε… εμείς του 60’ οι εκδρομείς, στην κάθε επομένη λέξη κάνουμε και μια δεύτερη σκέψη.
Αυτός ο δρόμος που βρίσκεται μπροστά μας, πρέπει να τον διανύσουμε με καινούργια πατήματα. Και να τον τρέξουμε με κουρασμένα πόδια. Να τον τρέξουμε και ας μην είμαστε παιδιά.
Εδώ λοιπόν έρχονται τα διλήμματα. Ποια πορεία να τραβήξω αυτήν της ευκολίας ή της συμμετοχής;
Ακουστέ: Δεν νοιώθω πίκρα παρά την πίκρα. Δεν νοιώθω μόνος παρά τη μοναξιά.
Δεν σκέφτομαι αυτά που άφησα πίσω μου. Τα «πάντα είναι χαραγμένα στην ψυχή του κόσμου και θα παραμείνουν εκεί για πάντα»
«Τους θησαυρούς τους φέρνει στην επιφάνεια το ορμητικού νερό, το ίδιο πάλι τους θάβει» . Αλλά έστω και έτσι θαμμένα, την έχουν εν δυνάμει την ισχύ τους και εγώ ανά πάσα στιγμή αν ετοιμαστώ μπορώ εν τέλει να την ανασύρω. Όλα αυτά που σήμερα είναι έτσι, θα μπορούσε να είναι αλλιώς, επιλογές, δόξα τω θεώ.
Θα ονειρευτούμε απόψε ή θα φοβηθούμε το όνειρο, επιλέγοντας τελικά να βυθιστούμε στο λήθαργο;
Θα ονειρευτούμε, για να μείνουμε ζωντανοί σαν το ποτάμι; Και όπως το ήρεμο ποτάμι όταν το περιορίσεις γίνεται πλημμύρα έτσι και μείς, που επιλέξαμε το όνειρο. 

Ιούνιος


«Το πιο ωραίο είναι να στρατεύεσαι στην αξιοπρέπεια σου, ν’ ακούς ελεύθερα ό,τι είναι καινούργιο. Όταν δεν κλείνεσαι τότε γίνονται θαύματα». Και έτσι ανοιχτοί περιμένουμε το θαύμα, στη φύση, στη ζωή, στη ψυχή μας … Διότι υπάρχουν και χειρότεροι ρόλοι , όπως αυτός της αφοσίωσης και του χρέους. Και όπως λέει η Κική Δημουλά «ο άνθρωπος έχει την τάση να λησμονήσει για να ζήσει. Το χρέος όμως είναι, ένας τάφος υγρός»
Πρώτη Ιουνίου αύριο Καλοκαίρι. Η ζωή αλλάζει και χωρίς εμένα, και δεν της καίγεται καρφί για την δική μου θλίψη. «Αν είσαι στεναχωρημένος ή βρίσκεται σε μεγάλη δυσκολία κοίτα για λίγη ώρα, σταθερά τον ουρανό», λέει μια οδηγία προς ναυτιλλομένους ή καλλίτερα προς ναυαγούς. Τον κοίταξα!!!


Πρώτη Ιουνίου αύριο Καλοκαίρι. Το θέμα δεν είναι η πολιτική. Είναι η ζωή μας. Και επειδή δεύτερη ζωή δεν έχει... καλό είναι να ξαναθυμηθούμε τις τελευταίες κουβέντες του Πωλ Μπόουλς από την ταινία «Τσάι στη Σαχάρα».
«Επειδή δεν ξέρουμε πότε θα πεθάνουμε, βλέπουμε τη ζωή σαν ανεξάντλητο πηγάδι. Κι όμως, όλα συμβαίνουν μόνο ορισμένες φορές κι αυτές είναι ελάχιστες. Πόσες φορές θα θυμάσαι ένα απόγευμα των παιδικών σου χρόνων, ένα απόγευμα που είναι τόσο βαθιά μέρος της ύπαρξής σου, ώστε δεν μπορείς να διανοηθείς τη ζωή σου χωρίς αυτό; Ίσως τέσσερις ή πέντε φορές. Ίσως, ούτε καν τόσες. Πόσες φορές θα δεις την πανσέληνο να ανατέλλει; Ίσως είκοσι. Κι όμως, όλα φαίνονται απεριόριστα…»
Πρώτη Ιουνίου αύριο. Κυνηγός ο χρόνος, μας παίρνει και μας φέρνει. Στο καλοκαίρι, να τρέξουμε για δυνάμεις... που θα μας χρειαστούν. Να φύγουμε από το σκοτάδι, να εκμεταλλευτούμε αυτόν το γρήγορο χρόνο του καλοκαιριού που έχουμε μπροστά μας, να μαλακώσει η ψυχή μας, να ανακουφίσουμε τα νεύρα μας. Να βγούμε στο φως.
«Και πόσο ανάγκη την έχουμε την καλοσύνη που σταλάζει στις φλέβες το θέρος…» έγραφε ο Νίκος Ξυδάκης στην «Καθημερινή». Πρώτα απ’ όλα μήπως και αποσυμπιεστεί η οργή, το μίσος που χύνεται από κάθε πλευρά και έχει θολώσει κρίση, νου και βλέμμα. Είναι καλοκαίρι. Να φύγουμε απ' το σκοτάδι. Να βγούμε στο φως. 

Επίλογος



Με ρώτησε σήμερα ένας φίλος, αν ασχολούμαι ενεργά μέσα από κάποιον κομματικό μηχανισμό.
Όχι του είπα. Το παρακάτω, επίλογος στα κείμενα για την αριστερά που προηγήθηκαν, αλλά και μια απάντηση στον φίλο που φαίνεται ότι τον γοητεύει η σημερινή κατάσταση.
Τις φιλοδοξίες μου για θέσεις και αξιώματα στην πολιτική τις εξάντλησα στα χρόνια της νεότητάς μου. Από τις αρχές της τρίτης δεκαετίας της ζωής μου, υπήρξε μια καθολική αποστροφή. Τώρα που το σκέφτομαι, η άρνηση μου να βρίσκομαι στο προσκήνιο, οφείλεται στην κακή ποιότητα της διαλεκτικής, που στερούνταν θέσεις και αντιθέσεις και προφανώς συνθέσεις. Στις μακρόσυρτες και ανούσιες συνεδριάσεις, που μου στερούσαν πολύτιμο χρόνο από την πραγματική ζωή και δοκίμαζαν τα όρια της υπομονής μου. Στην υποκρισία που κυριαρχούσε, μέσα από δημόσιες σχέσεις, να φτιάξεις μια εικόνα αρεστή στο ευρύ κοινό, που δεν είχε καμία σχέση με τον εαυτό σου. Στην όλο και πιο στημένη προβολή, που επέβαλαν πλέον τα Μ.Μ.Ε και κυρίως η τηλεόραση.


 Το πιο σημαντικό όμως είναι, ότι η πολιτική διέρρηξε τους δεσμούς της με την ιδεολογία και τα κίνητρα των περισσοτέρων που διεκδικούν αξιώματα, δεν πηγάζουν μέσα από την ανάγκη να υπηρετήσουν την κοινωνία. Τη στάση μου αυτή την περιέγραψα εν αρχή, με ένα κείμενο πριν χρόνια, όταν μετά την σταδιακή υποβάθμιση της πολιτικής στα χρόνια που κυριαρχούσε ο πάλαι ποτέ δικομματισμός, ήρθε και η “πρώτη φορά αριστερά” για να δώσει τη χαριστική βολή.
«Ακόμα δεν έχω βρει τη «θέση μου» στην πολιτική. Τη θέση μου, όχι την καρέκλα. Τη θέση απέναντι στην καρέκλα. Ξεκινάω ιχνηλατώντας, σπρώχνοντας με τα χέρια μου το σκοτάδι, στην προσπάθεια να ανακαλύψω το χρόνο εκείνον τον ελάχιστο, της επιστροφής στον τόπο του εγκλήματος. Φαντάζομαι… βουτιές τριάντα δευτερολέπτων - τόσο αντέχω - είναι αυτές οι επισκέψεις, σ’ αυτό το μαγνητικό πεδίο, που με τραβάει σχεδόν πάντα, για μια τζούρα, από την περήφανη απουσία μου. Πολλές βουτιές όμως…
Λέτε κάπου εκεί ανάμεσα να βρίσκεται η θέση μου; Κάπου εκεί ανάμεσα να έχω στήσει τη ζωή μου; Κάπου εκεί ανάμεσα, σε μια λεπτή γραμμή που δεν χωράει καμία καρέκλα, ίσα ίσα τα πόδια μου, στυλωμένα από πείσμα και υπομονή. Και όταν κάνει το πρώτο βήμα, το άλλο περιμένει απέξω, έτοιμο να πατήσει γερά για να δώσει το τέμπο στη μεταβολή.
Δεν θα μπορούσε αυτή η διαδρομή να είχε άλλη εξέλιξη. Οι μεγάλες ταχύτητες ξοδεύτηκαν μπρος και πίσω, κυρίως πίσω. Αν σε κάθε σου βήμα στήνεις και μια μάχη είναι επόμενο να φτάσεις καθυστερημένος. Όταν σανίδωνα το γκάζι για να προσπεράσω, ήταν για να βρεθώ, όσο πιο γρήγορα μπορούσα εκεί που με περίμενε ο κόσμος μου. Εκεί που μπορούσα να αναπνεύσω.
Και που να βρω τη θέση μου, μέσα σε ένα χώρο που ξέχασε τι υπηρετεί;

«Μη με διαβάζετε
Αν δεν ακούτε τους κεραυνούς ευχάριστα
οπουδήποτε.
Μη με διαβάζετε
όταν
έχετε
δίκιο" ...γράφει ο Νίκος Καρούζος στον "Ρομαντικό Επίλογο" 

Πάμε πάλι

Ο καθένας έχει τον τρόπο του, εγώ ξορκίζω τη θλίψη μου με λέξεις για να μη γίνει κατάθλιψη. Το τελευταίο κείμενο της τριλογίας αυτό που ακολουθεί, για την μεγάλη ήττα της αριστεράς και από αύριο πάμε πάλι, με την ελπίδα πάντα παρούσα.


Συνήθως η έναρξη της προεκλογικής περιόδου, με βρίσκει στην αφετηρία. Σχεδόν πάντα μια παροπλισμένη ελπίδα, έβγαινε στο προσκήνιο για να μου καλλιεργήσει εξαίσιες ψευδαισθήσεις. «Κάτι θα γίνει θα δεις» έλεγα. Γύρισα πίσω από περιέργεια να δω τι έγραφα πριν λίγα χρόνια, τότε που η ΕΛΠΙΔΑ με κεφαλαία, είχε γίνει το κεντρικό σύνθημα ενός Λαού βασανισμένου. Ενός Λάου, που εκείνη τη φορά, για πρώτη φορά, δεν ξέχασε τον «Ωρωπό». Τι ωραία παραμύθια, που δυστυχώς έμειναν ημιτελή. Και ημιτελή θα μείνουν, μια και ότι ακολούθησε, μου αφαιρεί κάθε δυνατότητα να συνεχίσω. Πάμε πάλι. Όχι από την αρχή. Αυτή τη φορά βρίσκομαι κάπου στη μέση του δρόμου, λίγο κουρασμένος, πολύ απογοητευμένος, να προσπαθώ να βρω τα βήματα, αργά και σταθερά για να συναντήσουν ένα «μετά» αβέβαιο, με ψαλιδισμένη την ελπίδα και καμία διάθεση για όνειρα. Γι ’αυτό το «μετά», δεν σας κρύβω, ότι αυτήν την περίοδο νοιώθω τόσο αμήχανα, που μου χαλάει και το «τώρα». Δεν είναι και λίγο πράγμα πενήντα χρόνια να είσαι με το μέρος των ηττημένων και πάντα απέναντι από την εξουσία και μόλις κατάφερες να βρεθείς για πρώτη φορά, με το μέρος των νικητών, πριν ο αλέκτωρ λαλήσει τρις να επιστρέψεις και πάλι στο στρατόπεδο των ηττημένων. Δεν κατάφερε να ζεσταθεί η νίκη και πάλι παγωνιά. Θα είναι δύσκολο σκέπτομαι για κάποιους σαν και μένα να συμπορευτούν με τη νέα κατάσταση. Θα δούμε…
Δεν είναι η ήττα που με έχει καθηλώσει σε χαμηλό βαρομετρικό, άλλωστε η Αριστερά, όλο ήττες έχει να επιδείξει. Ήττες όμως που μας ψήλωναν, ήττες με το κεφάλι ψηλά. Ήταν άνισες οι μάχες που δίναμε όλα αυτά τα χρόνια, σχεδόν πάντα από μειονεκτική θέση και με την κοινωνία να μας έχει γυρίσει την πλάτη. Το αποτέλεσμα προδιαγραμμένο. Το ξέραμε, ποτέ όμως δεν σταματήσαμε να κρατάμε μια σπίθα ελπίδας, που θα μπορούσε σε μια δεδομένη στιγμή να ανάψει το φιτίλι και να γίνει το μεγάλο μπουμ. Και ήρθε η στιγμή που μας αγκάλιασε η κοινωνία, που επιβράβευσε τους αγώνες μας και μας έβαλε στη θέση του οδηγού.
Από εδώ και πέρα δεν ξέρω τι να πω. Η τελευταία ήττα δεν έχει κανένα γνώρισμα από ότι προηγήθηκε, μας έκοψε το χαμόγελο στη μέση, μας έβαλε μπροστά από τεράστια ερωτηματικά. Άξιζε τον κόπο τελικά;
Προφανώς και δεν θα βιαστούμε να απαντήσουμε. Οι εύκολοι αφορισμοί και οι καταδίκες με συνοπτικές διαδικασίες, δεν είναι στην κουλτούρα της Αριστεράς. Εκείνο που χρειάζεται αυτές τις ώρες είναι να δείξουμε ψυχραιμία, υπομονή και αυτοσυγκράτηση. Να δώσουμε χρόνο στο μυαλό μας να συνέλθει, να μπορέσει να ταχτοποιήσει όλο αυτόν τον όγκο του παραλογισμού που φορτώθηκε τα τελευταία χρόνια και το έχουν οδηγήσει ένα βήμα πριν την έξοδο.
Ας αποτελέσει ότι προηγήθηκε το τελευταίο ψέμα, γιατί δεν είναι στην κουλτούρα της αριστεράς να λέει ψέματα. 

Την αριστερή μελαγχολία μου εκφράζω...

Αυτές τις μέρες, λίγο πριν εκπνεύσει η Άνοιξη, προσπαθώ να μην τις σπαταλήσω. Γιατί είναι σπατάλη χρόνου, το ξόδεμα σε ανούσιες προεκλογικές συζητήσεις. Είναι σπατάλη ζωής να περιτριγυρίζεις στη δίνη της επανάληψης.


Την αριστερή μελαγχολία μου εκφράζω όλο αυτό το διάστημα και τη σιωπή μου.
Γι' αυτό δεν μιλάω. Και έτσι θα πάω μέχρι τέλους. Και αυτή η μελαγχολία δεν έχει να κάνει με τους άλλους, έχει να κάνει με τον εαυτό μας για το πως τα καταφέραμε.
Δεν με πρόδωσε κανείς, δεν με γέλασε κανείς . Δεν έχω απέναντι μου αποστάτες και προδότες. Έχω κάποιους ηττημένους και είμαι και εγώ ανάμεσά τους.
Αυτές τις μέρες και κυρίως τις νύχτες προσπαθώ να ονειρευτώ για να τις μεγαλώσω.
Τι ονειρεύομαι; Ίσως η περιφρόνηση σ’ αυτό το σάπιο σύστημα που μας περιβάλλει, αποτελεί σήμερα την πλέον επαναστατική στάση όλων αυτών που σέβονται τον εαυτό τους. Αν γελαστείς και ακολουθήσεις την τρέχουσα επικαιρότητα, μοιραία θα ενισχύσεις αυτή την σαπίλα της πολιτικής ζωής, που βιώνουμε σαν χώρα.
Τι άλλο μπορώ να κάνω εκτός από την περιφρόνηση; Να διαφυλάξω σαν κόρη οφθαλμού τους σπόρους της αναρχίας μου, σε ένα σύστημα που έχει κατορθώσει να του ανήκουν όλοι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Δεν υπάρχει η πρώτη ύλη σ' αυτόν εδώ το τόπο, τα γεγονότα είναι μια συνεχής επανάληψη και οι πρωταγωνιστές προϊόντα μιας χρήσεως, παρά ταύτα ξαναχρησιμοποιούνται.
Πόσο πια να φύγεις, για ν' αντέξεις. Τόσο, μέχρι εκείνη τη λεπτή γραμμή, που αν την περάσεις αρνείσαι πλέον να γυρίσεις.
Ελπίζω οι νεότεροι, να εμπεδώσουν «τι σημαίνει Δεξιά». Οι παλαιότεροι, όσοι επέζησαν... ξέρουν καλά. Άλλωστε δύσκολα κρύβονται οι ουλές που κουβαλούν.
Για άλλη μια φορά όμως αποδεικνύεται, ότι έχει πολλούς δεξιούς αυτή η χώρα. Το χειρότερο όμως είναι, ότι έχει πολλούς, πάρα πολλούς, μέσα στην ίδια την αριστερά.
Μόνο μέσα σ΄ αυτό το δεξιό κλίμα, μπορούν να ευδοκιμήσουν όλα αυτά που ζούμε σήμερα.
Πώς να προχωρήσεις σ’ αυτήν την ανηφόρα, χωρίς την συμμαχία της ελπίδας, και την απειρία του πρωτάρη. Αν η λογική καθόριζε τα βήματα της καρδιάς μας, θα είχαμε κάνει στάση προ πολλού.
Εμείς όμως προχωράμε με ασκήσεις αποσυμπίεσης. Με μουσικές ταξίδια και βιβλία.
Τι κάνουμε; Τόσα χρόνια, μάθαμε το δρόμο. “Η πραγματικότητα μας πληγώνει και ανοίγουμε λογαριασμούς με τον ουρανό . Που θα μας βρείτε; Στο βουνό ψηλά εκεί να ανεμίζουμε αετούς προσπαθώντας να ελαφρώσουμε, μήπως και καταφέρουμε να φύγουμε μαζί τους προς τα πάνω…” 

Ήττα για το σύνολο της Αριστεράς


Το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μαΐου αποτελεί μια σοκαριστική ήττα για το σύνολο της Αριστεράς.
Τι να γράψω σήμερα; Αυτό που βιώνουμε, μόνο με νεαρές λέξεις, αθώες και απείραχτες από τη φθορά της χρήσης μπορεί να ερμηνευθεί.
Στην άμυνα και πάλι περιμένω.
Πόσο όμως να περιμένεις;
Η αναμονή δεν είναι ζωή.


Η απαισιοδοξία καταγράφει την καθημερινότητα, υπολείπεται του ονείρου, που παραμένει ζωντανό. Και στα όνειρα οι άνθρωποι, είναι άνθρωποι. Άνθρωποι που ζουν μαζί με άλλους, που συνεργάζονται, που αλληλοϋποστηρίζονται.
Στην πραγματικότητα, έχει ξεδιπλωθεί μία οργανωμένη επιχείρηση, ώστε η ζωή να είναι χωρίς τους άλλους, ή καλύτερα με τους άλλους απέναντι, με τους άλλους εχθρούς, με τους άλλους που πρέπει να εξοντώσουμε για να επιβιώσουμε.

Τα παρακάτω γράφτηκαν στα πέτρινα χρόνια, τότε που ψάχναμε την ταυτότητα μας. Τα επαναφέρω, γιατί δυστυχώς ακόμα τη ψάχνουμε. Και θα τη ψάχνουμε, όλοι εμείς, που βρισκόμαστε κάτω από το βάρος της ιστορίας.
«Αν ήταν η Αριστερά ενωμένη…» μας λένε. Δεν τρέφω αυταπάτες. Υπάρχουν αγεφύρωτες ιδεολογικές και προγραμματικές διαφορές. Είναι διαφορετικά κόμματα αυτά που σήμερα είναι στη Βουλή και τα μικρότερα, εκτός Βουλής. Δεν σας κρύβω ότι νοιώθω μια συμπάθεια για όλα. Ψηφίζω αριστερά κόμματα, ανάλογα με τις πολιτικές συγκυρίες. Ψηφίζω αριστερά ακόμα και αν έχω σοβαρές διαφωνίες. Ψηφίζω κρίνοντας την ωφέλεια της ψήφου μου την δεδομένη χρονική στιγμή.
Η αριστερά δεν μπορεί να γίνει ένα κόμμα, μπορεί όμως, σήμερα που ο Λαός βρίσκεται αντιμέτωπος με το πιο σκληρό πρόσωπο του νεοφιλελευθερισμού, που φτάνει στα όρια το κανιβαλισμού, να συνεργαστεί. Να συνεργαστεί, ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη δυναμική και να βοηθήσει να βγει η χώρα από τέλμα.
Αγαπητοί συνένοχοι αναγνώστες: Αν αντέξαμε όλα αυτά τα χρόνια, γιατί από ό,τι θυμάμαι, ήττες μετράμε, είναι ο έρωτας που μας κράτησε στην Αριστερά.
Το μεγάλο ερωτηματικό όμως για ποια Αριστερά μιλάμε, θα πάψει να μας απασχολεί όταν επιτέλους σταματήσουμε να χτίζουμε στην άμμο παλάτια και μάλιστα με υλικά που ποτέ δεν μπήκαμε στο κόπο να ανακυκλώσουμε.
«Όταν η αναφορά μου στην Αριστερά, θα πάψει να είναι ένα μεγάλο παρελθόν, τότε κάτι θα έχει αλλάξει. Έστω και προς το χειρότερο. Να κουνηθεί επιτέλους κάτι, να ανέβει η λάσπη στην επιφάνεια της ακίνητης λίμνης, ο βούρκος να γεμίσει ομόκεντρους κύκλους, το βότσαλο της ανησυχίας να γίνει θεμέλιος λίθος για έναν κόσμο που θα σκέφτεται περισσότερο, θα ονειρεύεται περισσότερο, θα ενεργεί περισσότερο…»

Λίγες μέρες μετά τις εκλογές και στην αφετηρία της νέας προεκλογικής περιόδου θα επαναλάβω: «Γιατί πάλι με την Αριστερά; Για την προσδοκία, που δεν έπαψε όλα αυτά τα χρόνια. Γιατί η Αριστερά είναι έρωτας, είναι πάθος, είναι βάσανο, είναι πόνος και καημός. 

Όταν η επιστημονική κοινότητα αδιαφορεί…

Τ’ ακούς ακόμα και από δημοκρατικά χείλη: «Αυτοί δεν έπρεπε να έχουν δικαίωμα ψήφου», εννοώντας τους πνευματικά ανεπαρκείς, τους αγράμματους, τους άσχετους με την πολιτική. Και όμως δεν βρίσκεται εκεί το πρόβλημα.


Το πρόβλημα βρίσκεται στο μεγαλύτερο τμήμα της επιστημονικής κοινότητας, που δίνει το τέμπο και μας έχει οδηγήσει μέχρι εδώ. Δυστυχώς εδώ και πολλά χρόνια λειτουργεί με λογικές αγοράς. Στερούμενο παντελώς οράματος και αγάπης για την επιστήμη που υπηρετεί, τι να περιμένει κανείς από τα άλλα τμήματα της κοινωνίας;
Το πτυχίο του Πολυτεχνείου εδώ και κάποιες δεκαετίες, αποτελούσε εισιτήριο για οικονομική ανέλιξη. Έτσι μπήκε σφραγίδα νομιμότητας στην ασκήμια των περισσότερων ελληνικών πόλεων. Οι γιατροί εκείνης της εποχής πλούτισαν, η υγεία όμως σήμερα πεθαίνει. Το ίδιο και η παιδεία, για την πολιτική και τη δημοσιογραφία περιττεύουν τα σχόλια. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, στερούμενο οραμάτων και αγάπης για την ίδια την επιστήμη, ήταν φυσικό, όταν το χρήμα έγινε θεός, να μην υπάρχουν αντιστάσεις.
Ζούμε μια περίοδο σκιάς, ανίκανοι να σκεφτούμε το κακό που μας συμβαίνει και το μεγαλύτερο που ακολουθεί. Κάτω απ αυτές τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, τι να περιμένεις σήμερα;
Δεν έχω καμία αμφιβολία, όσο η αποχή, η ανοχή, η απάθεια, η αδιαφορία θα συνεχίζονται, τόσο θα μεγαλώνει η απόσταση, με την εξουσία να εξουσιάζει και όχι να υπηρετεί και το Λαό να σχολιάζει.
Δυστυχώς δημιουργούμε νέα δεδομένα και το χειρότερο μια νοοτροπία αγοράς που περνά σιγά σιγά και στις νέες γενιές.
Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι ο Λαός έχει διαχωρίσει εδώ και καιρό τη θέση του και μπορεί να αποκαλείτε κυρίαρχος, αυτό όμως δεν προκύπτει από καμία διαδικασία.
Η εξουσία, νομιμοποιημένη από κανόνες, που έχει αυτή ορίσει, κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση υπερασπιζόμενη τα δικά της ζωτικά συμφέροντα.
Δυστυχώς η επιστημονική κοινότητα, χωρίς βεβαίως να αποκλείουμε τις φωτεινές εξαιρέσεις, από την μεταπολεμική περίοδο μέχρι σήμερα, ακολούθησε μια φθίνουσα πορεία, υπερασπιζόμενη τα στενά της οικονομικά συμφέροντα, ενώ παράλληλα υπήρξε χείριστο παράδειγμα για το υπόλοιπο τμήμα της κοινωνίας. 

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...