Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018

Και πάλι παγωνιά

Συνήθως η προεκλογική περίοδος, με βρίσκει στην αφετηρία. Σχεδόν πάντα μια παροπλισμένη ελπίδα, έβγαινε στο προσκήνιο για να μου καλλιεργήσει εξαίσιες ψευδαισθήσεις. «Κάτι θα γίνει θα δεις» έλεγα. Και τίποτα δεν έγινε. Γύρισα πίσω από περιέργεια να δω τι έγραφα πριν 4 χρόνια τότε που η ΕΛΠΙΔΑ με κεφαλαία, είχε γίνει το κεντρικό σύνθημα ενός Λαού βασανισμένου. Ενός Λάου, που εκείνη τη φορά, για πρώτη φορά, δεν ξέχασε τον «Ωρωπό». Τι ωραία παραμύθια, που δυστυχώς έμειναν ημιτελή. Και ημιτελή θα μείνουν, μια και ότι ακολούθησε, μου αφαιρεί κάθε δυνατότητα να συνεχίσω.

Πάμε πάλι. Όχι από την αρχή. Αυτή τη φορά βρίσκομαι κάπου στη μέση του δρόμου, λίγο κουρασμένος, πολύ απογοητευμένος.
Γύρισα πίσω, στα χρόνια που είχαμε τη ψευδαίσθηση ότι θα αλλάζαμε τον κόσμο. Όταν συνειδητοποίησα την ουτοπία, ήμουν αρκετά εγωιστής για να στραφώ εναντίον μου, ένα ανάθεμα στον πληθυντικό, με έβγαζε από τα δύσκολα και με περνούσε ασυναίσθητα στην απραξία. «Τι θέλω και ανακατεύομαι αφού δεν καταλαβαίνουν». Πέρασαν αρκετά χρόνια για να στραφώ στο εαυτό μου, και να προσπαθήσω όχι πλέον να αλλάξω τον κόσμο αλλά να μη με αλλάξει εκείνος.«Κι αν ο κόσμος πήγε πάσο, εγώ συνεχίζω να ποντάρω, ό,τι έχω και κυρίως ό,τι δεν έχω: δηλαδή την υπομονή, την ψυχραιμία, το θάρρος, την πίστη σε μικρούς θεούς – αξίες που καμία κοινωνία στους αιώνες των αιώνων δεν εξάλειψε».
Κι αν το μυαλό μου φτιάχνει ιστορίες για να χωρέσει κάπου το σαρκίο του, δεν είναι το πάσο του κόσμου που με πείραξε, είναι για να ασκούμαι πρώτα εγώ και πέντε άλλοι στην αμυντική τακτική που επιλέξαμε ως σύστημα επιβίωσης του μυαλού μας.
«Η πολιτική είναι κατάκτηση. Δειλή, κυνική, πρόστυχη και λερωμένη από τα γλωσσόφιλα με την εξουσία…» γράφει ο Οδυσσέας Ιωάννου, τα λάθη όμως των πολιτικών τα πληρώνει κυρίως ο Λαός και πόσες συγνώμες πια να δεχτούμε.
Για πρώτη φορά όχι πλέον στην αφετηρία, κάπου στη μέση να προσπαθώ να βρω τα βήματα, αργά και σταθερά για να συναντήσουν ένα «μετά» αβέβαιο, με ψαλιδισμένη την ελπίδα και καμία διάθεση για όνειρα
Γι ’αυτό το «μετά», δεν σας κρύβω, ότι αυτήν την περίοδο νοιώθω τόσο αμήχανα, που μου χαλάει και το «τώρα». Δεν είναι και λίγο πράγμα σαράντα χρόνια να είσαι με το μέρος των ηττημένων και πάντα απέναντι από την εξουσία και μόλις κατάφερες να βρεθείς για πρώτη φορά, με το μέρος των νικητών, πριν ο αλέκτωρ λαλήσει τρις να επιστρέψεις και πάλι στο στρατόπεδο των ηττημένων. Δεν κατάφερε να ζεσταθεί η νίκη και πάλι παγωνιά.









Αν ήξερε η πλατεία...


Ποια μαγική δύναμη σπρώχνει κάποιους ανθρώπους στην φιλόξενη αγκαλιά της τηλεόραση για να γίνονται ρεζίλι; Ποια μαγική δύναμη σπρώχνει το χέρι κάποιων ανθρώπων, να γράφουν όλες αυτές τις ανοησίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να γίνονται ρόμπα;
''Κάπου να τα πω γιατί θα σκάσω. Το καφενείο έκλεισε και οι φίλοι είναι απασχολημένοι. Τρέχω στην τηλεόραση που μου δίνει την ευκαιρία που ζητάω και ψάχνω διαδικτυακούς φίλους για να μην μιλάω με τον τοίχο”Κάπως έτσι είναι η απάντηση.
Αν ψάξουμε τα βαθύτερα αίτια, θα δούμε τι οδήγησε όλους αυτούς τους ανθρώπους να λένε τον πόνο τους μπροστά στην τηλεοπτική κάμερα και να βγάζουν τα εσώψυχα τους στο διαδίκτυο.
Άκουσα το Διονύση Σαββόπουλο, παλαιοτέρα, να υποστηρίζει, ότι αυτού του είδους οι εκπομπές, έχουν αντικαταστήσει την πλατεία του χωριού και το FB θα πρόσθετα. Την πλατεία του χωριού που νέκρωσε, την πλατεία που ήταν ο κατεξοχήν χώρος που έβγαιναν τα άπλυτα στη φόρα.

Τι να κάνει ο απελπισμένος, Το κράτος απέναντι του εχθρικό. Με τους δικούς του στα μαχαίρια. Τα καφενεία έγιναν καφέ. Η πλατεία του χωριού έχει κατεβάσει ρολά. Κάπου πρέπει να πει τον πόνο του. Έρχεται η τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του ανοίγουν διάπλατα τις αγκάλες τους , και του δίνουν την ευκαιρία να εκπληρώσει την ανάγκη του.
Θέλει να φωνάξει για το δίκιο του, αυτό που τέλος πάντων που νομίζει ότι έχει.
Θέλει να δοκιμάσει, να αντιπαρατεθεί, να ξεσπάσει, ν’ ακούσει τους άλλους να του πουν ότι έχει δίκιο ή άδικο. Θέλει να ξεθυμάνει.
Οι γύρω του είναι κρυμμένοι στο καβούκι τους, ξαπλωμένοι στον καναπέ, απέναντι από μια άψυχη συσκευή, να δέχονται μηνύματα, αυτός πρέπει να βρει τρόπους να τους δώσει τα δικά του. Από την πλατεία έχουν χαθεί, από την κοινωνία έχουν χαθεί. Εντάχθηκαν πλέον στην κοινωνία τ
ων μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της τηλεόρασης.
Αν υπάρχουν βέβαια κάποιες δικαιολογίες είναι για όλους αυτούς τους απελπισμένους, γι’ αυτούς που έχουν εξαντλήσει όλα τα όρια,
και απέναντι τους, ο τοίχος είναι απροσπέλαστος, που νοιώθουν την ανάγκη κάπου να τα πουν.
Αν ήξερε η μικρή πλατεία, που τόσο στοργικά δέχτηκε πίκρες και χαρές με τον σεβασμό που απαιτούσε η κάθε περίσταση, αυτήν την τραγική εξέλιξη, θα είχε ακόμα ανοιχτή την αγκαλιά της…


Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018

Ζητάμε αλλαγή, αλλά και ρουσφέτι

Από τη «Νέα δημοκρατία του Καραμανλή», την «αλλαγή» του Ανδρέα, τον “εκσυχρονισμό” του Σημίτη, την «νέα Ελλάδα” του Σαμαρά την ''πρώτη φορά αριστερά” του Τσίπρα πενήντα χρόνια ,αγοράζουμε το ίδιο προϊόν με διαφορετική συσκευασία. Τι ωραία τα παιγνίδια με τις λέξεις. Από αλλαγή σε αλλαγή, βαδίζουμε προς τα πίσω και το μόνο που εισπράττουμε είναι η αντήχηση των προσδοκιών και
των ανέξοδων διαβεβαιώσεων. Όσους κύκλους και να κάνω πάντα στην κορυφή καταλήγω.
Παρακολουθώντας χθες, μια θυμωμένη συζήτηση καφενείου, για ζητήματα τρέχουσας επικαιρότητας, κατάλαβα πόσο εύκολο είναι για την εκάστοτε εξουσία, να κυβερνάει με συνθήματα. Ήταν τόσος ο θυμός μου, όχι τόσο για τις σαχλαμάρες, που αράδιαζαν, αλλά, γιατί ο καθένας από τους επικριτές των πάντων, ξεκινούσε με την σιγουριά ό,τι ο μόνος που σίγουρα δεν έχει καμία ευθύνη είναι ο ίδιος.
Προκαλούν θυμηδία οι απαιτήσεις μιας πλειοψηφίας, που παραμένει στάσιμη και προσδοκά την αλλαγή. Και να ήθελαν, που δε θέλουν, οι εκάστοτε διαχειριστές της εξουσίας, τίποτα δεν μπορούν να αλλάξουν σε μια κοινωνία, που κατά βάθος δε θέλει να κουνήσει τίποτα από τη θέση του. Σε μια κοινωνία που
σβήνει με απίστευτη ταχύτητα ότι προηγήθηκε και επανέρχεται στα ίδια.
Ζητάμε αλλαγή αλλά και ρουσφέτι, ζητάμε ό,τι δεν πρόκειται να βλάψει το ατομικό μας συμφέρον, αδιαφορώντας συνειδητά για τους άλλους. Τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει όσο η ίδια η κοινωνία, δεν θέλει την αλλαγή.
Τίποτα δεν μπορεί να ανθίσει σ’ αυτό τον τόπο όσο το «εγώ» αποτελεί την κυρίαρχη ιδεολογία. Η αλλαγή είναι συλλογική υπόθεση και η ελληνική κοινωνία δεν δείχνει διάθεση για κάτι τέτοιο.
Λες και δεν μας αφορά. Λες και θα χάσουν οι άλλοι. Δεν ξέρω τι περιμένουμε, γιατί κρυβόμαστε από την πραγματικότητα, σε ποιον εναποθέτουμε την ευθύνη. Η κρυμμένη αξία των πραγμάτων δεν αποκαλύπτεται από το Άγιο Πνεύμα. Αν δεν βάλουμε τον εαυτό μας στην περιπέτεια, να δούμε κάτω και πίσω από αυτά που συμβαίνουν, απλώς θα μετράμε ήττες..
Δεν χρειάζεται και μεγάλη προσπάθεια για να δούμε την εικόνα που θα ακολουθήσει.
Εμείς όμως εδώ, καθισμένοι και χαλαροί,
να σχολιάζουμε τα κακώς κείμενα βγάζοντας την ουρά μας έξω.
Εκτός από τις καθημερινές παραχωρήσεις των κεκτημένων, παραχωρούμε και μέρος της ψυχής και του μυαλού μας, δεν υπάρχει διαφορετική εξήγηση απέναντι σ’ αυτήν την απάθεια.
Αυτό περιμένουμε τελικά, τη δική μας σωτηρία. Ελπίζουμε ότι εμείς θα επιβιώσουμε και άλλοι θα πεθάνουν. Ζούγκλα. Μπορεί να μας πήραν και τα σώβρακα, μας έμαθαν όμως να σκεφτόμαστε ατομικά και αυτή είναι η μεγαλύτερη ζημιά, γιατί με τέτοια στάση, η δουλειά τους θα γίνει πιο εύκολη.
Τίποτα δεν θα αλλάξει όσο το ζητάμε από τρίτους. Τίποτα δεν αλλάξει όσο το ζητάμε και δεν το κάνουμε.

Αμβλύνθηκε το ένστικτο του Οδυσσέα


Αυτά που εμείς με στωικότητα υπομένουμε σήμερα, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να συμβούν εδώ και κάποιες δεκαετίες. Ο Λαός με κοντινές μνήμες από την αντίσταση και τον εμφύλιο, με μια 7χρονη δικτατορία στην πλάτη, με μια εξέγερση του Πολυτεχνείου ποτέ δεν θα μπορούσε να δεχτεί, αυτόν τον εξευτελισμό που υφίσταται σήμερα, από τη νέα τάξη πραγμάτων. Πέρασαν όμως τα χρόνια, ο Καραμανλής έγινε Κωστάκης, ο Ανδρέας Γιωργάκης, η Νέα Ελλάδα του Σαμαρά συνεπικουρούμενη από τον Βενιζέλο τα έδωσε όλα, η αριστερά του Τσίπρα με τον Καμένο τα υπόλοιπα και την χαριστική βολή, για να τελειώνουμε και με την βούλα, μας την υπόσχεται ο μικρός Μητσοτάκης, που ετοιμάζεται να πάρει τη σκυτάλη. Όχι δεν ξέχασα τον Σημίτη. 



 Παρακολουθώντας χθες μια αμερικάνικη τηλεοπτική σειρά, γύρισα   πίσω στην δεκαετία του ’90, σε εκείνες τις εύκολες μέρες που   αποπειράθηκαν να ζήσουν οι Έλληνες, πιστεύοντας, τρομάρα τους, ότι   έχουν και αυτοί δικαίωμα στο αμερικάνικο όνειρο. Χρηματιστήρια,   γιάπηδες Σημίτηδες, Μαντέληδες Τσουκάτοι, να μην ξεχάσω και τον   Παπαντωνίου. Ο Άκης, τιμωρία στο Αμύνης, είχε άλλες ασχολίες.   Το  όνειρο δεν άργησε να γίνει εφιάλτης. Οι Αμερικάνοι για να ζήσει η   πλουτοκρατία τους αυτό το όνειρο, δεν διστάζουν χρόνια τώρα, να   ματοκυλίζουν τους λαούς και εμείς, πιστέψαμε ότι μπορούσαμε να   γίνουμε Αμερικάνοι.
 "Πρέπει να ξαναγινούμε Αργοναύτες, υποστηρίζει σε μια παλαιότερη   συνέντευξη του ο Μίμης Ανδρουλάκης, ελπίζοντας στη δύναμη της   αυτοσυντήρησης, του αγώνα για επιβίωση, της προσαρμογής, της   εξέλιξης, της αλλαγής. Η πίεση της μεγάλης ανάγκης θα μας κάνει   καλύτερους. Οι εύκολες και καλές μέρες χάλασαν τον Έλληνα.   Αμβλύνθηκε το ένστικτο του Οδυσσέα που είχε μέσα του, του   αγωνιστή, του δημιουργού, του καινοτόμου.

 Ας πάψουμε επιτέλους να σκεφτόμαστε αμερικάνικα. Εμείς ό,τι   κατακτήσαμε το κατακτήσαμε με μεγάλη προσπάθεια δεν πατήσαμε   επί πτωμάτων. Αυτοί που επιδίωξαν την εύκολη ζωή δεν δίστασαν να   βουτήξουν τα χέρια τους στο αίμα. Αυτοί που έκαναν Θεό τους το   χρήμα και θεοποίησαν τις αγορές ποτέ δεν θα καταλάβουν την αξία   της πραγματικής ζωής, αυτής της ζωής που οι Έλληνες μέσα από τα   δίκτυα αλληλεγγύης, που ανέκαθεν υποστήριζαν και συμμετείχαν,   έχουν ζήσει μέχρι σήμερα.


Τετάρτη 1 Αυγούστου 2018

Δεν θα κρυφτώ


Μέρες Αυγούστου με σκέψεις φθοράς... Ανακατεύω τη φαντασία με την πραγματικότητα λέξη λέξη. Εκπαιδεύω το μυαλό μου σε ακραίες καιρικές συνθήκες για να μη φύγει. Σε αυτό το καθημερινό πειραματισμό του ονείρου με την καθημερινότητα, επιχειρώ ανεπιτυχώς, να δώσω και να πάρω. Η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια, τίποτα δεν έμαθαν από την μεταξύ τους σχέση, ούτε βήμα προσέγγισης, κρατούν με επιμονή τη θέση τους.
Λες και είναι φτιαγμένα από διαφορετικά υλικά που δε μπορούν να δέσουν. Δεν συγκινείται η πραγματικότητα με την φαντασία, θέλει να σε κατεβάσει στο βούρκο της, να γίνεις ένα με τα παιδιά της, για να μπορέσει να σε καταλάβει. Η φαντασία από την άλλη, τραβάει το μοναχικό της δρόμο, κρατώντας για τον εαυτό της το συναίσθημα.Όχι δεν φταίει ο Αύγουστος. Ο Αύγουστος, για να πάμε κόντρα και στη ρήση του Ουμπέρτο Έκο, πάντα έχει ειδήσεις. Έχει φωτιές και φόνους. Έντονη παραβατικότητα, που φτάνει πολλές φορές στα άκρα, τρελαίνει μυαλά ο Αύγουστος, τα κουνάει από τη λάθος θέση τους.
Με τον Αύγουστο της προσδοκίας θα συνεχίσω, με τον Αύγουστο της σιωπής. Συνειδητή η αποχή από την φασαρία του τίποτα, από την πόλη του δήθεν. Όχι δεν θα κρυφτώ…
«Πώς μπορώ να ξεχάσω τα λυτά της μαλλιά
την άμμο που σαν καταρράχτης έλουζε
καθώς έσκυβε πάνω μου χιλιάδες φιλιά
διαμάντια που απλόχερα μου χάριζε
θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό»

Για τον Αύγουστο των ανθρώπων, που μπορούν να δηλώσουν την αποτυχία,
λέξη λέξη θα φύγω και σήμερα. «Έχει παγωνιά ο Αύγουστος». Γράφει ο Οδυσσέας Ιωάννου Και πολλές μετωπικές, με τον εαυτό σου, με τα μπετά που καίγονται, με μια πόλη που η ζωή είναι σε αναστολή. Ο Αύγουστος βγάζει την σημαντικότερη είδηση. Φοβάμαι να πεθάνω μόνος. Να ζήσω, ήθελα να πω, αλλά βαριέμαι να το διορθώσω.


















Τρίτη 31 Ιουλίου 2018

Άναψα και κάηκα


Απίστευτο χάσιμο χρόνου να μισείς και να ζηλεύεις. Συναισθήματα προς αποφυγήν. Άχρηστα.
Όσο και αν προσπάθησα, δεν μπόρεσα να αντικαταστήσω τις λέξεις, ούτε και τη διάθεση. Πολλά μαζεμένα αυτές τις τελευταίες μέρες , με αναμονές και προσμονές, που επιμηκύνουν το διάστημα, σχεδόν το ακινητοποιούν. Δεν περνάει με τίποτα.
Είναι και η ζέστη και ένα βάρος, σε απροσδιόριστο σημείο, από πολλά μαζεμένα μιας ζωής, που την κυνηγούν οι μήνες. «Θέλω να μείνω μόνος». Επακόλουθο, μιας αμυντικής λειτουργίας, με τον εγωισμό να θριαμβεύει. Τη μάχη απέναντι σε όλους τους άλλους που μου φταίνε, πάντα με ένα πικρό παράπονο την κερδίζω, όπλο δοκιμασμένο και αποτελεσματικό. Η όποια φωνή αυτοκριτικής, που επιχειρεί να ψελλίσει κάτι, πνίγεται εν τη γενέσει της.
Δεν έχει σημασία πως,  δυνατός ή ηττημένος, πικραμένος ή  χαρούμενος. Σημασία έχει ότι μ' αυτά και μ' αυτά,  κατάφερα να μείνω μόνος  εδώ στο κέντρο του σπιτιού μου , στο κέντρο   του κόσμου.
Από εδώ στριφογυρίζοντας, γύρω από τον άξονα μου, αρχίζω να κτίζω τον τοίχο προστασίας μου. Κάθε πέτρα και παράπονο και πάντα μπροστά ένα «Εγώ», όπως αυτό του Καζαντζίδη: 
'Εγώ περπάτησα γυμνός εγώ βαδίζω μόνος μου `γινε ρούχο ο σπαραγμός και σπίτι μου ο πόνος.
Μια στιγμή αρκεί  για να  αλλάζει η ορμή,  να καεί με το οξυγόνο μιας αλήθειας, που προηγήθηκε. Άναψα και κάηκα.
Και συνεχίζει το παράπονο να γκαζώνει,  να τα σκεπάζει όλα σαν δέκα μέτρα χιόνι.
Μια πραγματικότητα μας σφίγγει καθημερινά όλο και περισσότερο και το χειρότερο την έχουμε αποδεχθεί. «Ο ήχος του όπλου, του αυτόχειρα Καρυωτάκη, θα ηχεί πάντα στ' αυτιά των λεπταίσθητων ανθρώπων που έχουν το καταραμένο χάρισμα να μπαινοβγαίνουν στις ζωές των άλλων νοιώθοντας τους», σχολίαζε παλαιοτέρα η αγαπημένη φωνή του ραδιοφώνου. Αυτό που απλά λέμε, «έλα στη θέση μου», και που ελάχιστοι μπορούν να το καταφέρουν ουσιαστικά. Να δουν το έγκαυμα και να νιώσουν τον τρόμο της φωτιάς, να ακούσουν το ουρλιαχτό και να αισθανθούν στο σώμα τους τη βία που υφίσταται ο άλλος. Δεν μιλώ μεταφυσικά ούτε μεταφορικά. Είναι λέω παιχνίδια αυτά του μυαλού και της καρδιάς που σε κρατούν μετέωρο ανάμεσα στους δύο κόσμους, έτσι που και ο θεός να διστάζει και ο διάβολος να έχει αμφιβολίες για πάρτη σου.
Πολλές φορές η παρουσία μου είναι διάλειμμα. Στα διαλείμματα άλλωστε, μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε τι μας συμβαίνει. Γύρισα από μια μάχη. Τώρα που το σκέφτομαι, όσο πολεμούσα, που χρόνος για τέτοια. Αυτές οι μάχες της καθημερινότητας, που δεν έχει την πολυτέλεια να την πλακώσει η πλήξη, μας μεταγγίζουν φρέσκο αίμα, μας θωρακίζουν, διώχνουν εμμονές, φοβίες και ανασφάλειες, μας απομακρύνουν το φόβο του θανάτου, κάνουν αχρείαστους τους ψυχιάτρους. Όποιο και να είναι το αποτέλεσμα, συνήθως νοιώθουμε νικητές, που αντέξαμε.
Ζούμε μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Οι βεβαιότητες του παρελθόντος, έμειναν για να νανουρίζουν τις ώρες των διαλειμμάτων. ΟΧΙ ακόμα δεν έχουμε πόλεμο, όσο όμως η πορεία βρίσκεται εκτός χρονικών οριζόντων, οι διαδικασίες είναι βέβαιο ότι θα επιταχυνθούν.



Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

Μια επανάληψη στη θλίψη


Είχα ευχηθεί να μη το επαναλάβω. Σχεδόν κάθε τρία χρόνια και κυρίως όταν μυρίζουν εκλογές, έρχεται στην επικαιρότητα. Αυτές τις μέρες εμφανίζονται κάποιοι, για να δώσουν στο παρακάτω κείμενο μια διαχρονικότητα. 
Δεν είναι λάδι στη φωτιά, δεν είναι ακόμα ένα επεισόδιο «τόλμης και γοητείας» είναι μια επανάληψη στη θλίψη, για ακόμα μια φορά «Θρηνούμε ζώντες, αυτούς που δεν ξέρουν πια πώς να πεθάνουν».
Τελικά πρέπει να μεγαλώσουμε για να ξεφύγουμε από τους φοιτητικούς έρωτες, εκείνους που τραγουδούσε ο Σαββόπουλος, αλλά όσες καταγγελίες και να έκανε, το πάθος έκλεινε τα μάτια. Είναι τα μάτια τα δίχως δόλο που κοιτάζουν ευθύβολα και χάνουν τα πέριξ. Και τα αυτιά που δεν ακούν στα χρόνια της νεότητας. Έπρεπε να περάσει ο καιρός για να αντιληφθούμε το λάθος των επιλογών μας. Παρόλα αυτά, ακόμα και σήμερα ο ξεπεσμός δεν αντέχεται. Έχουν γραφτεί κάποια κείμενα σ’ αυτήν εδώ την στήλη, που έξυσαν πληγές, τα επαναλαμβάνουμε για να μη θρέψουν.
«Δεν μπορώ να βλέπω ανθρώπους, που με τη ζωή ή το έργο τους ανέθρεψαν τη ψυχή και το μυαλό μας και μας οδήγησαν σε μια επιλογή ζωής που αλλιώς μπορεί να μην είχαμε κάνει, να μην ξέρουν πια πώς να πεθάνουν.
Τους βλέπουμε στα δυσμάς του βίου τους, να βγάζουνε στο σφυρί ό,τι μας δίδαξαν, να ρίχνουν τις τιμές στα πολύτιμα των πολυτίμων που με τόση ευγένεια κάποτε μας πρόσφεραν για να έχουμε ένα μέτρο αξιών, να λερώνουν με τα βήματα του τέλους τους, τις λεωφόρους που άνοιξαν στην ακμή τους» 
Ξανά θρηνούμε ζώντες
Σας έρχεται στο μυαλό τίποτα με όλα τα παραπάνω; Μιλάμε για τους πνευματικούς μας πατέρες και μητέρες, αυτούς που η νεότητα μας, τους είχε δώσει παραπανίσιο μπόι και τώρα κόντυναν και μας στεναχωρεί.

Δεν αναφέρομαι, σ’ εκείνους, που τα παιγνίδια της ζωής, τους στρίμωξαν στο περιθώριο, που οι ανάγκες της επιβίωσης, τους οδήγησαν σε συμβιβασμούς, αλλά σ’ αυτούς που, ξεπουλούν την ιστορία τους προκειμένου να μείνουν στο παιγνίδι, μαζεύοντας τα αποφάγια της εξουσίας.
Είναι αυτοί που ξέρω και ξέρετε αγαπητοί συνένοχοι αναγνώστες. Είναι αυτοί οι ξεπεσμένοι της πολιτικής. Τα καμένα χαρτιά που δεν λαμβάνουν υπόψη τους την αλλεπάλληλη απόρριψη. Οι πάλαι ποτέ πρωταγωνιστές που εκλιπαρούν για ένα ρόλο κομπάρσου.

Αυτό ισχύει για όλες τις γενιές και αυτοί είναι τελικά που έχουν την ευθύνη για τα όνειρα που γκρεμίζονται.
Λίγοι έχουν την γενναιότητα να ορίσουν το θάνατο τους και αυτοί είναι που δεν πεθαίνουνε ποτέ, γιατί ούτε δόξα, ούτε χρήμα, ήταν στις προτεραιότητες τους. Είναι αυτοί που κάθονται στο τραπέζι με τους νέους και τους κοιτούν στα μάτια, χωρίς φόβο, αλλά με πάθος για τη συνέχεια.




Ένα τραινάκι χωρίς μηχανοδηγό


Μπαίνουμε στο τελευταίο μήνα του καλοκαιριού. Αυτές τις μέρες δεν τις σπαταλάω με τίποτα. Γιατί είναι σπατάλη χρόνου, η συμμετοχή στην επανάληψη της καθημερινότητας. Οι συνομήλικοι το έχουν παρατηρήσει: τρέχει πιο γρήγορα το ρολόι του χρόνου, τώρα που μεγαλώσαμε. Όχι δεν χάλασε, το μυαλό μας χάλασε που αρνείται να ονειρευτεί. Αν γυρίσετε προς τα πίσω οι δεκαετίες της αγίας νεότητας μας, φαντάζουν αιώνες. Ήταν γεμάτες με δράση μα πιο πολύ με όνειρα. Σήμερα μια ευθεία, ένα τρενάκι που τρέχει στο κάμπο χωρίς μηχανοδηγό. Κοιμάσαι χειμώνα και όταν ξυπνάς έχει φτάσει η άνοιξη. Ώσπου να γίνει πανσέληνος έχουμε χάσιμο φεγγαριού.
Αυτόν τον τελευταίο μήνα του καλοκαιριού, λίγο πριν φύγει, προσπαθώ να επαναφέρω το ρολόι στην κανονική του λειτουργία, γιατί φοβάμαι ότι με τις πρώτες ανακοινώσεις, θα μπω και πάλι στο χορό της μιζέριας. Στο χορό του Ζαλόγκου, που χορεύουμε όλα αυτά τα χρόνια, εχθροί και φίλοι εδώ στη μικρή μας πόλη. Αυτές τις μέρες και κυρίως τις νύχτες προσπαθώ να ονειρευτώ για να τις μεγαλώσω.
Τι ονειρεύομαι; Ίσως η περιφρόνηση σ’ αυτό το σάπιο σύστημα που μας περιβάλει, αποτελεί σήμερα την πλέον επαναστατική στάση όλων αυτών που σέβονται τον εαυτό τους. Αν γελαστείς και ακολουθήσεις την τρέχουσα επικαιρότητα, μοιραία θα ενισχύσεις αυτή την σαπίλα της πολιτικής ζωής, που βιώνουμε σαν χώρα, αλλά και σαν τοπική κοινωνία.

Τι άλλο μπορώ να κάνω εκτός από την περιφρόνηση; Να διαφυλάξω σαν κόρη οφθαλμού τους σπόρους της αναρχίας μου, σε ένα σύστημα που έχει κατορθώσει να του ανήκουν όλοι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και μάλιστα στοιχισμένοι στο ίδιο λόχο, του ίδιου τάγματος, του ίδιου συντάγματος, της ίδια στρατιάς, του ίδιου παγκόσμιου στρατού.
Αυτά λίγο πριν κοιμηθώ, φοβάμαι ότι με τις πρώτες ανακοινώσεις θα μπω και πάλι στο χορό της μιζέριας και το ρολόι θα αρχίσει και πάλι να τρέχει σαν τρελό…



Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...