«Το επεισόδιο θεωρείται λήξαν», η απάντηση στην πίεση μετά τα αποσιωπητικά.
«Άμα πρέπει να εξηγείς, το έχεις χάσει το παιγνίδι. Έχει χαθεί εκείνη η μαγική χημεία που ήξερα τι ήθελες πριν το θελήσεις. Που γνώριζες τι σκεφτόμουν πριν το σκεφτώ»
Έχω βρεθεί πολλές φορές σ’ αυτή θέση. Λέξη δεν βγαίνει από το στόμα μου. Έχω την εντύπωση ότι άλλος στερείται ακοής, τούβλο απροσπέλαστο, όσα επιχειρήματα και να επιστρατεύσεις, όσο διαλεκτικός και να είσαι, στο τέλος θα μετρήσεις χαμένο χρόνο.
Σε τέτοιες περιπτώσεις ας περιοριστούμε σε μορφασμούς που είναι ακίνδυνοι για το λαιμό μας και δεν επιβαρύνουν την πίεση μας.
Στο «Σύγνεφο με παντελόνια», ο Μαγιακόφσκι, προσπάθησε να γίνει επεξηγηματικός.
«Τη σκέψη σας που νείρεται πάνω στο πλαδαρό μυαλό σας σάμπως ξιγκόθρεφτος λακές σ’ ένα ντιβάνι λιγδιασμένο, εγώ θα την τσιγκλάω επάνω στο ματόβρεχτο κομμάτι της καρδιάς μου. Φαρμακερός κι αγροίκος πάντα ως να χορτάσω χλευασμό».
Εικοσιδυό χρονών λεβέντης τότε που έγραφε αυτά. Στα τριάντα εφτά του αυτοκτόνησε είχε βαρεθεί τις επεξηγήσεις και τις πολλές συνεδριάσεις.
«Ξημερώνει και εγώ ονειρεύομαι: Ω, να γινόταν μια συνεδρίαση ακόμα για να καταργηθούνε όλες οι συνεδριάσεις.
Ο ποιητής της επανάστασης έκλεισε με ένα λιτό σημείωμα.
Μεταξύ των άλλων αναφέρει:
«Για τον θάνατο μου μην κατηγορήσατε κανέναν και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά. Το απεχθανόταν αυτό φοβερά ο μακαρίτης»
Το επεισόδιο θεωρείται λήξαν.
|Άμα πρέπει να εξηγείς το έχεις χάσει το παιγνίδι. Σπαταλάμε πολύτιμο χρόνο, στεγνώνει ο λαιμός μας, ανεβαίνει η πίεση και το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο. Μια τρύπα στο νερό
Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος έχει δηλώσει ότι κάνει ταινίες για τον εαυτό του και για τους φίλους του. Καμία προσπάθεια επεξήγησης, οι λέξεις είναι πολυτέλεια το κύριο ρόλο έχει η γλώσσα του σώματος. Αν ο Μεγάλος Μαγιακόφσι το είχε σκεφτεί έτσι ίσως να μην αυτοκτονούσε…
Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2011
Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011
Το ταξίδι συνεχίζεται
Το έγραψε παλαιότερα η Ελένη στη στήλη της. Το δημοσιεύω σαν απάντηση στις διαφορετικές ερμηνείες που έδωσαν αναγνώστες στο χθεσινό κείμενο. « Το τελευταίο ταξίδι;» «Τα κίνητρα της γραφής προσπάθησε να συγκέντρωση η συγγραφέας Μάργκαρετ Ατγουντ στο βιβλίο της «Συνομιλώντας με τους νεκρούς» Δηλαδή με τους συγγραφείς που αγάπησε. Τα φαντάσματά της. Τους μελλοντικούς της ήρωες που θα ζωντανέψει. Και ιδού μερικά… κίνητρα απ’ αυτά. Τα αποκαλύπτουν οι ίδιοι οι συγγραφείς στο ερώτημα «γιατί γράφω»:
Για να καταγράψω τον κόσμο όπως είναι. Για να καταγράψω το παρελθόν προτού λησμονηθεί. Για να ανασκάψω το παρελθόν επειδή λησμονήθηκε. Για να ικανοποιήσω την επιθυμία μου για εκδίκηση. Επειδή ήξερα πως έπρεπε να συνεχίσω να γράφω αλλιώς θα πέθαινα. Επειδή να γράφεις σημαίνει να αναλαμβάνεις ρίσκα, και μόνον έτσι γνωρίζουμε ότι είμαστε ζωντανοί. Για να παράγω τάξη από το χάος. Επειδή με ευχαριστεί. Για να εκφράσω την ανέκφραστη ζωή των μαζών. Για να κατονομάσω το μέχρι τούδε ακατονόμαστο. Για να κοροϊδέψω τον Θάνατο. Επειδή η δημιουργία σε εξομοιώνει με το Θεό. Για να αρέσω στις γυναίκες γενικά. Για να ευχαριστήσω και να ψυχαγωγήσω τον αναγνώστη. Για να φανώ πιο ενδιαφέρων απ’ ότι ήμουν στην πραγματικότητα. Για να επιβιώσω και μετά θάνατον. Για να βγάλω λεφτά και να χλευάσω αυτούς που πριν χλεύαζαν εμένα. Για να εκτονώσω την αντικοινωνική μου συμπεριφορά. Γιατί η ιστορία στοίχειωσε μέσα μου και δεν με άφηνε στην ησυχία μου. Για να μιλήσω για αυτούς που δεν μπορούν να μιλήσουν για τον εαυτό τους. Για να επιδιώξω να με κατανοήσει ο αναγνώστης και ο εαυτός μου. Για προσωπική έκφραση. Για προσωπική ευχαρίστηση. Για να επιστρέψω κάτι από αυτό που δόθηκε. Για να μιλήσω με τους νεκρούς…
Το κίνητρο είναι εκείνο που θα καθορίσει πολλά στη συνέχεια: ποιότητα, αισθητική, ειλικρίνεια, πάθος, ματαιοδοξία, ύφος…
Αλλά αυτό το κίνητρο, εν τέλει, είναι και αναγνωστικό. Πως θα μπορούσε, εξάλλου, να γίνει διαφορετικά. Αυτά τα δύο είναι «σε σχέση». Κατά συνέπεια θα πρέπει να ψάξουμε να βρούμε γιατί διαβάζουμε εμείς: Για να μαθαίνω. Για να βαθαίνω. Για να ανακαλύπτω.
Για να καταλαβαίνω. Για να κρίνω. Για να ταξιδεύω. Γιατί με ευχαριστεί. Γιατί με ένα βιβλίο ανακαλύπτω εμένα. Ανακαλύπτω τους άλλους. Τη ζωή. Γιατί επικοινωνώ. Γιατί έτσι πρέπει. Γιατί με παρηγορεί. Με ασφαλίζει. Γιατί είναι must. Γιατί με ένα βιβλίο ξεχνιέμαι. Για να σκοτώσω την ώρα μου.
Κι επίσης, αυτό το κίνητρο είναι που καθορίζει πολλά. Και τα… ευπώλητα, ίσως;»
Προσπαθώντας να απαντήσω στην ερώτηση «γιατί γράφω», ώστε να εντοπίσω και το δικό μου κίνητρο σε αυτή την καθημερινή διαδικασία της γραφής, διαπίστωσα ότι είναι πολλά τα κίνητρα. Κάθε μέρα δε, είναι και διαφορετικά. Αλλά και σαν αναγνώστης κινούμαι από διαφορετικές κατευθύνσεις. Σχεδόν όλα τα «Για» στο γιατί θα μπορούσαν να ήταν απαντήσεις δικές μου, ακόμα και αυτές που δεν περιποιούν τιμή.
Η γραφή και η ανάγνωση είναι μια διαδικασία σύνθετη, που έχει να κάνει με τις αδήριτες ανάγκες της ψυχής μας. Και αυτές είναι πολλές και διαφορετικές, δημιουργούνται δε, σε σχέση με το χρόνο και τα γεγονότα που για τον καθένα παίζουν και διαφορετικό ρόλο στη ζωή του
Γράφω γιατί είμαι ερωτευμένος. Γιατί δεν είμαι ερωτευμένος. Γιατί πονάω. Γιατί χαίρομαι. Για μένα και για τους άλλους για τους λίγους και για τους πολλούς. Για τους φίλους και τους εχθρούς. Για να ανασάνω σήμερα εγώ και να δώσω ανάσες από το περίσσευμα μου αύριο, σ’ αυτούς που τις χρειάζονται
Όλες οι απαντήσεις που πείρε η κ. Ατγουν, συνομιλώντας με τους νεκρούς συγγραφείς που αγάπησε, δικές του ήταν τελικά. Γιατί η γραφή δεν έχει κίνητρα ορατά.
Για να καταγράψω τον κόσμο όπως είναι. Για να καταγράψω το παρελθόν προτού λησμονηθεί. Για να ανασκάψω το παρελθόν επειδή λησμονήθηκε. Για να ικανοποιήσω την επιθυμία μου για εκδίκηση. Επειδή ήξερα πως έπρεπε να συνεχίσω να γράφω αλλιώς θα πέθαινα. Επειδή να γράφεις σημαίνει να αναλαμβάνεις ρίσκα, και μόνον έτσι γνωρίζουμε ότι είμαστε ζωντανοί. Για να παράγω τάξη από το χάος. Επειδή με ευχαριστεί. Για να εκφράσω την ανέκφραστη ζωή των μαζών. Για να κατονομάσω το μέχρι τούδε ακατονόμαστο. Για να κοροϊδέψω τον Θάνατο. Επειδή η δημιουργία σε εξομοιώνει με το Θεό. Για να αρέσω στις γυναίκες γενικά. Για να ευχαριστήσω και να ψυχαγωγήσω τον αναγνώστη. Για να φανώ πιο ενδιαφέρων απ’ ότι ήμουν στην πραγματικότητα. Για να επιβιώσω και μετά θάνατον. Για να βγάλω λεφτά και να χλευάσω αυτούς που πριν χλεύαζαν εμένα. Για να εκτονώσω την αντικοινωνική μου συμπεριφορά. Γιατί η ιστορία στοίχειωσε μέσα μου και δεν με άφηνε στην ησυχία μου. Για να μιλήσω για αυτούς που δεν μπορούν να μιλήσουν για τον εαυτό τους. Για να επιδιώξω να με κατανοήσει ο αναγνώστης και ο εαυτός μου. Για προσωπική έκφραση. Για προσωπική ευχαρίστηση. Για να επιστρέψω κάτι από αυτό που δόθηκε. Για να μιλήσω με τους νεκρούς…
Το κίνητρο είναι εκείνο που θα καθορίσει πολλά στη συνέχεια: ποιότητα, αισθητική, ειλικρίνεια, πάθος, ματαιοδοξία, ύφος…
Αλλά αυτό το κίνητρο, εν τέλει, είναι και αναγνωστικό. Πως θα μπορούσε, εξάλλου, να γίνει διαφορετικά. Αυτά τα δύο είναι «σε σχέση». Κατά συνέπεια θα πρέπει να ψάξουμε να βρούμε γιατί διαβάζουμε εμείς: Για να μαθαίνω. Για να βαθαίνω. Για να ανακαλύπτω.
Για να καταλαβαίνω. Για να κρίνω. Για να ταξιδεύω. Γιατί με ευχαριστεί. Γιατί με ένα βιβλίο ανακαλύπτω εμένα. Ανακαλύπτω τους άλλους. Τη ζωή. Γιατί επικοινωνώ. Γιατί έτσι πρέπει. Γιατί με παρηγορεί. Με ασφαλίζει. Γιατί είναι must. Γιατί με ένα βιβλίο ξεχνιέμαι. Για να σκοτώσω την ώρα μου.
Κι επίσης, αυτό το κίνητρο είναι που καθορίζει πολλά. Και τα… ευπώλητα, ίσως;»
Προσπαθώντας να απαντήσω στην ερώτηση «γιατί γράφω», ώστε να εντοπίσω και το δικό μου κίνητρο σε αυτή την καθημερινή διαδικασία της γραφής, διαπίστωσα ότι είναι πολλά τα κίνητρα. Κάθε μέρα δε, είναι και διαφορετικά. Αλλά και σαν αναγνώστης κινούμαι από διαφορετικές κατευθύνσεις. Σχεδόν όλα τα «Για» στο γιατί θα μπορούσαν να ήταν απαντήσεις δικές μου, ακόμα και αυτές που δεν περιποιούν τιμή.
Η γραφή και η ανάγνωση είναι μια διαδικασία σύνθετη, που έχει να κάνει με τις αδήριτες ανάγκες της ψυχής μας. Και αυτές είναι πολλές και διαφορετικές, δημιουργούνται δε, σε σχέση με το χρόνο και τα γεγονότα που για τον καθένα παίζουν και διαφορετικό ρόλο στη ζωή του
Γράφω γιατί είμαι ερωτευμένος. Γιατί δεν είμαι ερωτευμένος. Γιατί πονάω. Γιατί χαίρομαι. Για μένα και για τους άλλους για τους λίγους και για τους πολλούς. Για τους φίλους και τους εχθρούς. Για να ανασάνω σήμερα εγώ και να δώσω ανάσες από το περίσσευμα μου αύριο, σ’ αυτούς που τις χρειάζονται
Όλες οι απαντήσεις που πείρε η κ. Ατγουν, συνομιλώντας με τους νεκρούς συγγραφείς που αγάπησε, δικές του ήταν τελικά. Γιατί η γραφή δεν έχει κίνητρα ορατά.
Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011
Το τελευταίο ταξίδι;
Είναι ο πόνος, που όταν κρυώσει, ζητάει την απουσία. Είναι τα χέρια που συναντήθηκαν στον ίδιο ρυθμό. Είναι τα λόγια τα άγραφα, τα ανείπωτα που κρύφτηκαν μέσα στις τρεις μεγάλες τελείες των αποσιωπητικών. Αυτά ήθελα να πω, αυτά ήθελα να γράψω. Είναι η μαγεία της γραφής που συναντάς τυχαία και αρχίζεις να πιστεύεις στα θαύματα. Είναι αυτά που αντικατέστησες με την σιωπή και σημάδεψες με τρεις τελείες. Είναι αυτά που άφησες σε εκκρεμότητα. Τρεις μπάλες από λέξεις, που προσεχώς πρέπει να μπούνε σε σειρά. Τρεις τελείες χωρίς παύλα. Τρεις τελείες, που περιμένουν τη συνέχεια… και η Βασιλική, σκόρπισε φωνήεντα και σύμφωνα, «για μια βαλίτσα ή για μια ζωή…» η συνέχεια χρειάζεται και το ερωτηματικό, «για μια βαλίτσα ή για μια ζωή;» Είναι η μαγεία της γραφής, που ξεκινάει από αλλού και φτάνει στα χέρια σου, πουκάμισο στο νούμερο σου και το χρώμα θαλασσί, για να ταιριάζει με το τραγούδι.
«Όλα έχουν γραφτεί. Όλα έχουν ερειπωθεί. Ψέματα. Αλήθειες. Όσα επέζησαν. Όσα πέθαναν. Όσα πουλήθηκαν. Όσα κρατήθηκαν. Σύμφωνα. Φωνήεντα. Γδύνονται σε λέξεις. Ρήματα. Επίθετα. Ουσιαστικά. Κι όλα πάντα, καθ’ όλα τυπικά. Σημεία στίξης παρόντα. Ο μεγάλος απών αναζητείται. Επιστροφές δανεικών. Καταστολές ιδανικών. Ίδιοι ήχοι. Κι η σημασία τους έχει πια, πόση αξία; Φεύγω. Μένω. Απομένω. Καταφεύγω. Πάντα καθ’ όλα τυπική. Επιμένω. Χωρίς να υπομένω; Λάθος απάντηση; Αλλαγή της ερώτησης, παρακαλώ. Διάλογοι. Μονόλογοι. Πως μπορείς να συμπληρώσεις μια ανάσα; Πόσο πρέπει να την πληρώσεις…
Κι η τελεία κάπου εκεί χάνεται. Γίνεται ένα μεγάλο αποσιωπητικό. Έτσι κρύβεται. Έτσι κυλά. Τρεις τελείες, ένα αποσιωπητικό. Μεγάλο, μικρό, άνευ αξίας, άνευ σημασίας. Ίδιες λέξεις. Ίδιες σκέψεις; Τα όχι και τα ναι μας, ποιος άραγε τα σέβεται; Τα εκτιμά; Ποιος πουλάει μια ψυχή; Αυτός που μένει; Αυτός που φεύγει; Πόσο κοστίζουν αυτά τα γαμημένα τα είκοσι ένα γραμμάρια; Τα χέρια μου δεν μπορούν ούτε να τα ζυγίσουν, πια. Έχουν κι εκείνα βλέπεις τα καρφιά να σηκώσουν. Αβάσταχτο φορτίο, πίστεψε με. Ή καλύτερα όχι, μην με πιστεύεις, πια. Κι αυτό εξίσου αβάσταχτο είναι. Όπως κι ‘κεινη η βαλίτσα που φόρτωσες τη ζωή μου. Κι αυτό, ναι ιδίως αυτό, εξίσου αβάσταχτο ήταν. Αλλά, είτε έμεινε γεμάτη, είτε έμεινε άδεια, αυτή, το ταξίδι της το έκανε. Περίμενε σε σταθμούς. Ανέβηκε σε τραίνα. Ταξίδεψε στα σύννεφα. Αποχαιρέτησε. Καλωσόρισε. Άνοιξε καινούργιες σελίδες. Διάβασε το τέλος στα χείλη σου. Έτρεξε να συναντηθεί. Σήκωσε όλα σου τα δάκρυα. Έπνιξε όλα μου τα γιατί. Χώρεσε πάντα μέσα της, τις λέξεις μου. Φυλάκισε τα μάτια σου. Ήπιε τις υποσχέσεις σου. Γέλασε με τον έρωτα μου. Πόθησε τους ήχους σου. Φόρεσε, όλη την αγάπη που ίσως και να ξέχασα να σου δώσω. Φύλαξε καρτερικά όλες σου τις μνήμες. Φίλησε τα χέρια που λάτρεψε. Παιχνίδισε με το κορμί μου. Έκλαψε ακόμη και για ‘κεινες τις φωτογραφίες, που δεν αντέχω πια να βλέπω. Έγινε τα πάντα, για πάντα. Πράξεις. Λέξεις. Ρήματα. Επίθετα. Ουσιαστικά. Ντύθηκε με φωνήεντα, με σύμφωνα. Με σημεία στίξης. Κι έτσι, γεμάτη με τα αποσιωπητικά μας, γυμνή πια, απομένει κρυμμένη κάπου εκεί, ανάμεσα στις τρεις τελείες, στις τελείες που θέλησες να γίνουν το τελευταίο της ταξίδι…» το τελευταίο ταξίδι;
«Όλα έχουν γραφτεί. Όλα έχουν ερειπωθεί. Ψέματα. Αλήθειες. Όσα επέζησαν. Όσα πέθαναν. Όσα πουλήθηκαν. Όσα κρατήθηκαν. Σύμφωνα. Φωνήεντα. Γδύνονται σε λέξεις. Ρήματα. Επίθετα. Ουσιαστικά. Κι όλα πάντα, καθ’ όλα τυπικά. Σημεία στίξης παρόντα. Ο μεγάλος απών αναζητείται. Επιστροφές δανεικών. Καταστολές ιδανικών. Ίδιοι ήχοι. Κι η σημασία τους έχει πια, πόση αξία; Φεύγω. Μένω. Απομένω. Καταφεύγω. Πάντα καθ’ όλα τυπική. Επιμένω. Χωρίς να υπομένω; Λάθος απάντηση; Αλλαγή της ερώτησης, παρακαλώ. Διάλογοι. Μονόλογοι. Πως μπορείς να συμπληρώσεις μια ανάσα; Πόσο πρέπει να την πληρώσεις…
Κι η τελεία κάπου εκεί χάνεται. Γίνεται ένα μεγάλο αποσιωπητικό. Έτσι κρύβεται. Έτσι κυλά. Τρεις τελείες, ένα αποσιωπητικό. Μεγάλο, μικρό, άνευ αξίας, άνευ σημασίας. Ίδιες λέξεις. Ίδιες σκέψεις; Τα όχι και τα ναι μας, ποιος άραγε τα σέβεται; Τα εκτιμά; Ποιος πουλάει μια ψυχή; Αυτός που μένει; Αυτός που φεύγει; Πόσο κοστίζουν αυτά τα γαμημένα τα είκοσι ένα γραμμάρια; Τα χέρια μου δεν μπορούν ούτε να τα ζυγίσουν, πια. Έχουν κι εκείνα βλέπεις τα καρφιά να σηκώσουν. Αβάσταχτο φορτίο, πίστεψε με. Ή καλύτερα όχι, μην με πιστεύεις, πια. Κι αυτό εξίσου αβάσταχτο είναι. Όπως κι ‘κεινη η βαλίτσα που φόρτωσες τη ζωή μου. Κι αυτό, ναι ιδίως αυτό, εξίσου αβάσταχτο ήταν. Αλλά, είτε έμεινε γεμάτη, είτε έμεινε άδεια, αυτή, το ταξίδι της το έκανε. Περίμενε σε σταθμούς. Ανέβηκε σε τραίνα. Ταξίδεψε στα σύννεφα. Αποχαιρέτησε. Καλωσόρισε. Άνοιξε καινούργιες σελίδες. Διάβασε το τέλος στα χείλη σου. Έτρεξε να συναντηθεί. Σήκωσε όλα σου τα δάκρυα. Έπνιξε όλα μου τα γιατί. Χώρεσε πάντα μέσα της, τις λέξεις μου. Φυλάκισε τα μάτια σου. Ήπιε τις υποσχέσεις σου. Γέλασε με τον έρωτα μου. Πόθησε τους ήχους σου. Φόρεσε, όλη την αγάπη που ίσως και να ξέχασα να σου δώσω. Φύλαξε καρτερικά όλες σου τις μνήμες. Φίλησε τα χέρια που λάτρεψε. Παιχνίδισε με το κορμί μου. Έκλαψε ακόμη και για ‘κεινες τις φωτογραφίες, που δεν αντέχω πια να βλέπω. Έγινε τα πάντα, για πάντα. Πράξεις. Λέξεις. Ρήματα. Επίθετα. Ουσιαστικά. Ντύθηκε με φωνήεντα, με σύμφωνα. Με σημεία στίξης. Κι έτσι, γεμάτη με τα αποσιωπητικά μας, γυμνή πια, απομένει κρυμμένη κάπου εκεί, ανάμεσα στις τρεις τελείες, στις τελείες που θέλησες να γίνουν το τελευταίο της ταξίδι…» το τελευταίο ταξίδι;
Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011
Στην τάξη των συναισθημάτων
Η επαφή μου σήμερα με μια τάξη του Λυκείου με χαροποίησε ιδιαίτερα, δεν είναι όλα τόσο μαύρα, τα παιδιά είναι υποψιασμένα γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω μας και μας λερώνουν. Οι νέοι έχουν όλα τα εφόδια, για να ξεπεράσουν την κρίση αξίων και να ζήσουν σε ένα καλύτερο περιβάλλον. Όσο για τα λάθη, αυτά είναι απαραίτητα σε μια διαδικασία, που τα συναίσθημα επιβάλλεται να υπερκεράσουν τη λογική. Γυρνώντας στο γραφείο θυμήθηκα ένα παλαιότερο κείμενο, που μας επαναφέρει στην τάξη των συναισθημάτων.
Μόνο αν γυρίζαμε πίσω, όλα, όσα αυτά τα χρόνια έχουμε μάθει, θα ήταν χρήσιμα.
Αν μπορούσες να ακούσεις αυτά που έμαθα μέσα στο χρόνο, είμαι βέβαιος πως, στην συνέχεια οι συγνώμες σου θα λιγόστευαν. Λιγότερα λάθη για τα οποία θα κληθείς να μετανιώσεις. Τι το θέλεις, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ, μόνο για τον εαυτό μου μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτά που ξέρω και επειδή δυστυχώς δεν γυρίζουμε πίσω και για μένα άχρηστα είναι.
«Έρχονται νέοι ιχνηλάτες και πυροτεχνουργοί να δοξάσουν τις ήττες μας και να προβάρουν τις δικές τους»
Μεγαλώνοντας ξεχνάμε τα λάθη μας, ξεχνάμε ακόμα και τη δικαίωση των γονιών μας, σήμερα, στη θέση τους πια, επιδιώκουμε να κάνουμε πράγματα που ξέρουμε ότι δεν πρόκειται να γίνουν.
Τώρα που το σκέφτομαι, θα ήταν ολέθριο να προλαβαίναμε τα λάθη.
Θα πορευτούμε λοιπόν σε μια αέναη πορεία, εμείς με την προσδοκία να μας ακούσουν τα παιδιά μας, και ας μην ακούσαμε εμείς τους γονείς μας. Τα παιδιά με την αυτοπεποίθηση της ηλικίας, που τους δίνει φτερά στα πόδια και αέρα στα μυαλά να ακολουθούν πιστά το παράδειγμα μας, όταν είμαστε στην ηλικία τους. Τα παρακολουθούμε να σχεδιάζουν τα επόμενα λάθη τους, χωρίς καμία δυνατότητα να τα αποτρέψουμε.
Λιγότερα λάθη, λιγότερο συναίσθημα. Οι ηλικίες είναι το πρόβλημα.
Και εμείς οι παλιοί των ημερών θα πρέπει κάποια στιγμή να συνειδητοποιήσουμε, ότι ο λόγος που δώσαμε, να προστατεύσουμε τα νήπια βήματα τους, όταν πάρουν τα πατήματα δεν ισχύει.
Η σχέση θα συνεχιστεί αμφίδρομη, μπορεί να κάνουν το λάθος το ένα πίσω απ’ το άλλο, άλλα μας επαναφέρουν στην τάξη των συναισθημάτων, που μπερδεύτηκαν με τα χρόνια, χλόμιασα και παραιτήθηκαν.
«Έρχονται νέοι ιχνηλάτες και πυροτεχνουργοί να δοξάσουν τις ήττες μας και να προβάρουν τις δικές τους»
Μόνο αν γυρίζαμε πίσω, όλα, όσα αυτά τα χρόνια έχουμε μάθει, θα ήταν χρήσιμα.
Αν μπορούσες να ακούσεις αυτά που έμαθα μέσα στο χρόνο, είμαι βέβαιος πως, στην συνέχεια οι συγνώμες σου θα λιγόστευαν. Λιγότερα λάθη για τα οποία θα κληθείς να μετανιώσεις. Τι το θέλεις, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ, μόνο για τον εαυτό μου μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτά που ξέρω και επειδή δυστυχώς δεν γυρίζουμε πίσω και για μένα άχρηστα είναι.
«Έρχονται νέοι ιχνηλάτες και πυροτεχνουργοί να δοξάσουν τις ήττες μας και να προβάρουν τις δικές τους»
Μεγαλώνοντας ξεχνάμε τα λάθη μας, ξεχνάμε ακόμα και τη δικαίωση των γονιών μας, σήμερα, στη θέση τους πια, επιδιώκουμε να κάνουμε πράγματα που ξέρουμε ότι δεν πρόκειται να γίνουν.
Τώρα που το σκέφτομαι, θα ήταν ολέθριο να προλαβαίναμε τα λάθη.
Θα πορευτούμε λοιπόν σε μια αέναη πορεία, εμείς με την προσδοκία να μας ακούσουν τα παιδιά μας, και ας μην ακούσαμε εμείς τους γονείς μας. Τα παιδιά με την αυτοπεποίθηση της ηλικίας, που τους δίνει φτερά στα πόδια και αέρα στα μυαλά να ακολουθούν πιστά το παράδειγμα μας, όταν είμαστε στην ηλικία τους. Τα παρακολουθούμε να σχεδιάζουν τα επόμενα λάθη τους, χωρίς καμία δυνατότητα να τα αποτρέψουμε.
Λιγότερα λάθη, λιγότερο συναίσθημα. Οι ηλικίες είναι το πρόβλημα.
Και εμείς οι παλιοί των ημερών θα πρέπει κάποια στιγμή να συνειδητοποιήσουμε, ότι ο λόγος που δώσαμε, να προστατεύσουμε τα νήπια βήματα τους, όταν πάρουν τα πατήματα δεν ισχύει.
Η σχέση θα συνεχιστεί αμφίδρομη, μπορεί να κάνουν το λάθος το ένα πίσω απ’ το άλλο, άλλα μας επαναφέρουν στην τάξη των συναισθημάτων, που μπερδεύτηκαν με τα χρόνια, χλόμιασα και παραιτήθηκαν.
«Έρχονται νέοι ιχνηλάτες και πυροτεχνουργοί να δοξάσουν τις ήττες μας και να προβάρουν τις δικές τους»
Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011
Τι περιμένουμε;
Με συνοπτικές διαδικασίες έκλεισε η συμφωνία και η τρόικα αναχώρησε. Κυβέρνηση με ειδική Αποστολή. Να ολοκληρώσει το ξεπούλημα να χρεώσει τις επόμενες γενιές, να παραχωρήσει όσες κατακτήσεις απόμειναν από τις διεκδικήσεις δεκαετιών. Δεν ξέρω τι περιμένουμε, γιατί κρυβόμαστε από την πραγματικότητα, σε ποιον εναποθέτουμε την ευθύνη. Φερόμαστε λες και στη θέση μας θα χάσει άλλος. Δεν γίνονται αυτά. Η κρυμμένη αξία των πραγμάτων δεν αποκαλύπτεται από το Άγιο Πνεύμα. Αν δεν βάλουμε τον εαυτό μας στην περιπέτεια να δούμε κάτω και πίσω από αυτά που συμβαίνουν απλώς θα μετράμε ήττες.
Ο καπιταλισμός ποτέ δεν είχε καλές προθέσεις, ακόμα και όταν έπαιρνε εκείνο το μελιστάλαχτο ύφος και μας καλούσε σε συστράτευση και συμμετοχή, ακόμα και όταν μας μοίραζε κάποιο μέρισμα απ’ τα υπερκέρδη βαφτίζοντας μας μετόχους στην επιχείρηση. Στο μυαλό του είχε πάντα και σταθερά περισσότερα κέρδη. Τόσα πολλά μέχρι σκασμού όπως γίνεται σήμερα με την παγκόσμια κρίση . Μην ανησυχείτε και αυτήν εμείς θα την πληρώσουμε.
Η έννοια του κοινωνικού κράτους ανήκει στο παρελθόν, ξεπουλώντας και τα τελευταία οχυρά μέσω των οποίων θα μπορούσε να υποστηρίξει μια τέτοια πολιτική, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για απώλεια και των τελευταίων κοινωνικών αγαθών.
Δεν χρειάζεται και μεγάλη προσπάθεια για να δούμε την εικόνα που θα ακολουθήσει.
ΔΕΗ, ΟΤΕ, παιδεία έχουν πάρει σιγά - σιγά το δρόμο τους, ένα δρόμο που σε λίγο θα ακολουθήσει και η υγεία και ύστερα όποιος «προφτάσει τον Κύριο είδε»
Εμείς όμως εδώ, καθισμένοι και χαλαροί. Λες και δεν μας αφορά. Λες και θα χάσουν οι άλλοι, γιατί εκτός από τις καθημερινές παραχωρήσεις των κεκτημένων, παραχωρούμε και μέρος της ψυχής και του μυαλού μας, δεν υπάρχει διαφορετική εξήγηση απέναντι σ’ αυτήν την απάθεια.
Αυτό περιμένουμε τελικά τη δική μας σωτηρία. Ελπίζουμε ότι εμείς θα επιβιώσουμε και άλλοι θα πεθάνουν. Ζούγκλα. Μπορεί να μας πήραν και σώβρακα, μας έμαθαν όμως να σκεφτόμαστε καπιταλιστικά δηλαδή ατομικά και αυτή είναι η μεγαλύτερη ζημιά γιατί με τέτοια στάση η δουλεία τους θα γίνει πιο εύκολη.
Ο καπιταλισμός ποτέ δεν είχε καλές προθέσεις, ακόμα και όταν έπαιρνε εκείνο το μελιστάλαχτο ύφος και μας καλούσε σε συστράτευση και συμμετοχή, ακόμα και όταν μας μοίραζε κάποιο μέρισμα απ’ τα υπερκέρδη βαφτίζοντας μας μετόχους στην επιχείρηση. Στο μυαλό του είχε πάντα και σταθερά περισσότερα κέρδη. Τόσα πολλά μέχρι σκασμού όπως γίνεται σήμερα με την παγκόσμια κρίση . Μην ανησυχείτε και αυτήν εμείς θα την πληρώσουμε.
Η έννοια του κοινωνικού κράτους ανήκει στο παρελθόν, ξεπουλώντας και τα τελευταία οχυρά μέσω των οποίων θα μπορούσε να υποστηρίξει μια τέτοια πολιτική, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για απώλεια και των τελευταίων κοινωνικών αγαθών.
Δεν χρειάζεται και μεγάλη προσπάθεια για να δούμε την εικόνα που θα ακολουθήσει.
ΔΕΗ, ΟΤΕ, παιδεία έχουν πάρει σιγά - σιγά το δρόμο τους, ένα δρόμο που σε λίγο θα ακολουθήσει και η υγεία και ύστερα όποιος «προφτάσει τον Κύριο είδε»
Εμείς όμως εδώ, καθισμένοι και χαλαροί. Λες και δεν μας αφορά. Λες και θα χάσουν οι άλλοι, γιατί εκτός από τις καθημερινές παραχωρήσεις των κεκτημένων, παραχωρούμε και μέρος της ψυχής και του μυαλού μας, δεν υπάρχει διαφορετική εξήγηση απέναντι σ’ αυτήν την απάθεια.
Αυτό περιμένουμε τελικά τη δική μας σωτηρία. Ελπίζουμε ότι εμείς θα επιβιώσουμε και άλλοι θα πεθάνουν. Ζούγκλα. Μπορεί να μας πήραν και σώβρακα, μας έμαθαν όμως να σκεφτόμαστε καπιταλιστικά δηλαδή ατομικά και αυτή είναι η μεγαλύτερη ζημιά γιατί με τέτοια στάση η δουλεία τους θα γίνει πιο εύκολη.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...
Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...
-
Το έγραψα πέρυσι «κατόπιν εορτής», το θυμίζω σήμερα λίγες μέρες πριν το Πάσχα, χωρίς να έχω την ψευδαίσθηση, ότι θα αλλάξει κάτι. Τ...
-
Όταν το 2007 η Παλιά Πόλη της Κέρκυρας, με την σφραγίδα της UNESCO εντασσόταν στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς, υ...
-
Τα πράγματα παίρνουν επικίνδυνες διαστάσεις. Ο αποκλεισμ ό ς του ΧΥΤΑ έπρεπε να έχει λήξει χθες. Η συνέχιση του αποκλεισμού από το...