Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Τα ίδια και χειρότερα


Ας πούμε που τελείωσαν τα μνημόνια, που δεν τελείωσαν. Ας υποθέσουμε πως ξεπεράστηκε η οικονομική κρίση, που δεν ξεπεράστηκε. Εκτός από την αδυναμία της αγοραστικής μας δύναμης, τι αλλαγή επήλθε στην συμπεριφορά, τόσο της κεντρικής διοίκησής, όσο και της ίδιας της κοινωνίας, ύστερα απ΄ το ισχυρό σοκ που βίωσε και βιώνει;
Ίδιες συμπεριφορές. Ίδιες λογικές. Ρουσφέτια, διασπάθιση δημόσιου χρήματος, απαξίωση του δημόσιου χώρου, αποθέωση του χρήματος, υποτίμηση του πολιτιστικού αποθέματος. Οι ίδιοι που στα στα χρόνια της κραιπάλης δόξαζαν τον ατομισμό, τον κυνισμό το λάιφστάιλ, την αναδιανομή του Χρηματιστηρίου, την υποκουλτούρα και ήταν αδιάφοροι απέναντι στην διαφθορά και τα οικονομικά σκάνδαλα, αφού στο ζενίθ της οικονομικής κρίσης έριξαν το ανάθεμα για εκείνη την περίοδο, σήμερα επέστρεψαν στο οικείο περιβάλλον και κάνουν τα ίδια και χειρότερα.
Πάρτε ένα παράδειγμα από την μικρή μας Πόλη. Μπήκαμε στο κατάλογο μνημείων της Unesco, από 2007, βλέπετε να μας απασχολεί το θέμα, γεμίσαμε τραπεζοκαθίσματα και ξεχειλίσαμε στο πλαστικό, οι μικρές πλαζ της πόλης απώλεσαν τον λαϊκό χαρακτήρα τους και έγιναν πριβέ, το ίδιο και η νησίδα Βίδο. Τα λεωφορεία τέρατα ανοιχτά και κλειστά προκαλούν κυκλοφορική ασφυξία και απειλούν να πνίξουν το ιστορικό κέντρο. Καμία σοβαρή υποδομή, ο πολιτισμός παρεξηγημένη λέξη, τα σκουπίδια αφού μας έπνιξαν και δηλώσαμε την αδυναμία μας να τα διαχειριστούμε δρομολογήσαμε την μεταφορά της έξω από το νησί και πανηγυρίζουμε γι αυτό. Παράλληλα ξεπουλήθηκε το αεροδρόμιο, ετοιμάζεται το λιμάνι και στο όνομα της ανάπτυξης καταστρέφουμε ξεπουλώντας και τσιμεντάροντας, μέρη φυσικού κάλους όπως ο “Ερημίτης”.
Όλα αυτά σε περίοδο κρίσης. Τα ίδια και χειρότερα από την εποχή του Σημίτειου εκσυγχρονισμού. Να σας θυμίσω ήταν τότε που διακηρύχθηκε το σπάσιμο των δεσμών με το παρελθόν της μίζερης Ελλάδας, σαν άλμα στο λαμπρό μέλλον των αγορών. “Το άλμα συντελέσθηκε πράγματι, πάνω από στάδια, εργολαβίες και ιερά δισκοπότηρα χρηματιστηρίου και ευρώ”· όπως γράφει ο Νίκος Ξυδάκης “όταν πέσαμε όμως δεν υπήρχε ούτε στρώμα ούτε χώμα. Υπήρχαν τα καρφιά της ματαίωσης.” Όταν έσπασε η φούσκα βυθιστήκαμε διαδοχικά στην κατάπληξη, την οργή, την αυτοϋποτίμηση, το φόβο, το μίσος.

Κάνω την επισήμανση, γιατί αυτοί που φώναζαν, για τα κακά του παρελθόντος που οδήγησαν τη χώρα στην καταστροφή, ποτέ κατά το παρελθόν, που τους εξυπηρετούσε, δεν αντέδρασαν. Απεναντίας αντιδρούσαν στους λίγους που μιλούσαν, χαρακτηρίζοντας τους μίζερους και γραφικούς. Αυτοί λοιπόν τα ίδια κάνουν και σήμερα.
Οι άλλοι που έβγαιναν τολμηρά πάνω από νοσταλγίες και καταστροφολογίες και έστελναν σήμα κινδύνου. Είναι αυτοί που σήμερα μπορούν να κρίνουν την περίοδο της μεταπολίτευσης. Είναι αυτοί που μπορούν να ανοίξουν διεξόδους για το μέλλον. Είναι αυτοί που μπορούν τολμηρά υπεράνω της νοσταλγίας για το ροκ συγκρότημα της εφηβείας τους, που διαλύθηκε, να δώσουν ξανά ελπίδα και να βάλουν φρένο σε άκρατους νεοφιλελευθερισμούς, που οδηγούμαστε...









Ευτυχώς που υπάρχουν και οι παλιές φωτογραφίες

Αυτή η εποχή λίγο πριν τον ερχομό της άνοιξης, με βοηθά, να αποδράσω από την επικαιρότητα. Εκεί που υμνώ την τεχνολογία συγχρόνως την βλαστημάω. Οι φιλίες έχουν γίνει γραπτά μηνύματα και περνούν μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα, που μας δίνουν την δυνατότητα να έχουμε επαφή με φίλους, σπανίως όμως τους βλέπουμε, και όταν τους δούμε, δεν έχουμε και πολλά να πούμε. Κερδίζουμε καθημερινά σε ευκολίες και χάνουμε σε συναίσθημα. Αυτή η προσθαφαίρεση, δεν ξέρω τελικά τι άθροισμα θα βγάλει. Για την ώρα και εννοώ εκείνες τις μονοψήφιες ώρες, που σε πετάνε ανελέητα στον εαυτό σου και σου ζητάνε διευθύνσεις και ονόματα, έχω μείον
Λίγο πριν την Άνοιξη νοσταλγίες; Όχι ακριβώς. Δυστυχώς βρίσκομαι στην ανάγνωση της τρίτης επιστολής. Μιλάω για αυτές τις μονολεκτικές που έχουμε στείλει στον εαυτό μας, η πρώτη προστακτική: Μεγάλωσε! Η δεύτερη ερωτηματική: Μεγάλωσες; Η τρίτη επικριτική: Μεγάλωσες! Δεν χωράει καμία αμφιβολία. Το μείον το σημερινό είναι αποτέλεσμα των χρόνων. Αν δεν τα είχα ζήσει γιατί να διαμαρτύρομαι; Μπορώ να χάσω κάτι που δεν έχω; Και εμείς είμαστε φορτωμένοι με στιγμές ωραίες - για τις άσχημες δεν γίνεται λόγος - που το σημερινό περιβάλλον δεν τους επιτρέπει ν’ ανθίσουν.
Δυστυχώς είμαστε παραλήπτες της τρίτης επιστολή. Όταν είχαμε λάβει την πρώτη όπως τα σημερινά παιδιά, η αφαίρεση δεν είχε σκάση μύτη, μόνο η πρόσθεση, λαίμαργη και αχόρταγη μας καθόριζε την πορεία. Η δεύτερη πέρασε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, με ερωτηματικά που δεν απαντήθηκαν ποτέ εκείνα τα χρόνια, μέχρι να έρθει η τρίτη και η τελευταία για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία.
Ευτυχώς που υπάρχουν και οι παλιές φωτογραφίες για να θυμόμαστε λίγο τα πρόσωπα και να μετράμε τα χαμένα.

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020

· «Έτσι σε κάθε λίμνη, ολόκληρη, η σελήνη λάμπει, γιατί ζει ψηλά»

Είναι κάτι μέρες που στις φυλάει Θεός. Όλα μαζεμένα. Τρέχεις και δεν φτάνεις, απελπίζεσαι και αφού είναι αδύνατο να αντεπεξέλθεις στη υπερφορτωμένη καθημερινότητα, εύχεσαι να γλιτώσεις τα χειρότερα. Πάλι καλά, ούτε έμφραγμα, ούτε εγκεφαλικό.



Μια τέτοια μέρα η προχθεσινή. Στον απόηχο της, συναντήθηκα στο δρόμο με ένα φίλο μου και τακτικό μου αναγνώστη. «Συγκινήθηκα με το σημερινό σου κείμενο», μου είπε.
«Έτσι σε κάθε λίμνη, ολόκληρη, η σελήνη λάμπει, γιατί ζει ψηλά»
Έτσι ένοιωσα και αλάφρωσα από όλα εκείνα τα άχρηστα βάρη. Ψήλωσα και έλαμψα. Αφού κατάφερα να συγκινήσω ένα τύπο, που από την πρώτη ματιά δεν φαίνεται ευάλωτος. Αφού κατάφερα να ανακαλύψω έναν άνθρωπο και από μια άλλη οπτική γωνία. Αφού έγινα αφορμή εξόδου, δυνατών συναισθημάτων, που συνήθως καταχωνιάζουμε για να μην δηλώσουμε αδυναμία, ελάχιστα σκοτίζομαι που δεν κατάφερα να διεκπεραιώσω, όλο εκείνο το χάρτινο βουνό των υποχρεώσεων, που πριν από αυτή την συνάντηση με είχαν φέρει στα όρια μου.
«Εδώ στου δρόμου τα μισά που έχουμε φτάσει, φίλε Νίκο, τα πράγματα είναι οριακά. Η ζωή πίσω μας, έχει χαλάσματα. Η ζωή μπροστά μας έχει την ηλικία των παιδιών μας, το θέμα είναι έχει το σχήμα των ονείρων μας; Κλείσαμε πολλές υποθέσεις βιαστικά, βγήκαμε σε άγριες θάλασσες και επιστρέψαμε ζωντανοί, δώσαμε το χρόνο μας αντιπαροχή, για μια ασφαλή αγκαλιά. Πόσο πόνο έχει ακόμα; Δεν ξέρω, αν το ήξερα, θα είχαμε ξοφλήσει και τα πανωτόκια και θα τρέχαμε ξένοιαστοι με τις μηχανές μας, στα τοπία που μας νοιάζονται»
Δύο ώρες πριν, αν οι δρόμο είχαν συνεννοηθεί και οι παράλληλοι, προσποιούνταν ότι τέμνονται, θα είχα ξεφορτωθεί, αυτό το χάρτινο βουνό από τα άχρηστα, γιατί φίλε μου, εκείνη η στιγμή της συγκίνησης είναι τελικά αυτό που μετράει. Τα υπόλοιπα χάρτινες πανοπλίες, καρναβαλίσιες αρματωσιές...


Η λέξη ανάπτυξη είναι μια ακατάλληλη λέξη

Στην αρχαιότητα βάζανε ένα νόμισμα στο στόμα των νεκρών για να ’χουν να πληρώσουν στο πέρασμα της Αχερουσίας. Σήμερα συμβαίνει το ανάποδο κυκλοφορούμε σαν κουμπαράδες, μας βάζουν νομίσματα στα χείλη για να σκάσουμε. Λίγοι έχουν ακόμα τη δύναμη να φτύσουν.
Και ο “Ερημίτης” Θυσία για την ανάπτυξη. Σκοτώνουμε την ζωή μας για την ανάπτυξη, καταστρέφουμε τους φυσικούς πόρους, για την ανάπτυξη. Μια ανάπτυξη που στο τέλος θα μείνει μόνη της, χωρίς ανθρώπους χωρίς ζωή. Μια ανάπτυξη με περιορισμένο χρονικό ορίζοντα, για όσους προφτάσουν σήμερα, Μια ανάπτυξη που δεν υπολογίζει τις γενιές που έρχονται. Μια ανάπτυξη που στερείται κάθε ίχνος αλληλεγγύης για το μέλλον.
Διάβασα εδώ και κάποια χρόνια μια συνομιλία του γάλου οικονομολόγου Σερζ Λατούς, με τον Ιταλό κοινωνιολόγο Λουτσιάνο Γκαλίνο.


Η οικονομική ανάπτυξη υποστηρίζει ο Λατούς δεν μπορεί να είναι απεριόριστη. Αν όλοι οι άνθρωποι ζούσαν και κατανάλωναν όπως οι Αμερικάνοι θα χρειάζονταν έξι πλανήτες σαν τη Γη.
Η κοινωνία μας εδώ και τουλάχιστον πενήντα χρόνια έχει ολικά καταβροχθισθεί από μιαν οικονομία της ανάπτυξης. Από μια οικονομία που έχει για μοναδικό της σκοπό την ανάπτυξη για την ανάπτυξη. Η λέξη ανάπτυξη είναι μια ακατάλληλη λέξη, οι οικονομολόγοι τη δανείστηκαν από την βιολογία και χρησιμοποίησαν τη μεταφορά του φυσικού οργανισμού για να εξηγήσουν την οικονομική δομή. Λησμόνησαν ωστόσο να χρησιμοποιήσουν την αναλογία ως το βάθος. Στην φύση οι οργανισμοί μεγαλώνουν, αναπτύσσονται, παρακμάζουν και τελικά πεθαίνουν, οι οικονομολόγοι όμως επινόησαν την αθανασία για τον οικονομικό οργανισμό
Καταγράφω αυτόν τον προβληματισμό κόντρα σ’ αυτήν την άκρατη συνθηματολογία, ο Λατούς ρίχνει την ιδέα της μείωσης της ανάπτυξης. Στο βάθος αυτής της ιδέας, ξαναβρίσκουμε ένα πολύ παλαιότερο πρόγραμμα, το πρόγραμμα της αυτόνομης κοινωνίας, που ορίζει η ίδια τους νόμους της και που δεν είναι ετεροδιευθυνόμενη από τους νόμους της αγοράς.

Παραδίνομαι

Μια φωτογραφία στο μπλε κουστούμι από την θέση της Πρόεδρου του ΕΟΤ, είναι αρκετή για να σου ανέβει το αίμα στο κεφάλι. Χωρίς να το θέλω από μόνα τους τα χέρια σηκώνονται ψηλά. Παραδίνομαι! Θυμήθηκα, πριν πέντε χρόνια, την μεταγραφή της κ. Γκερέκου στην Ν.Δ , εν μέσω προεκλογικής περιόδου, τον Ιανουάριο του 2015 έγραφα: Αλήθεια σε τι θα συμβάλει σήμερα μια απαλλαγμένη, από ψηφοθηρική σκοπιμότητα σκέψη; Το λιγότερο να περάσει απαρατήρητη αν είναι τυχερή και δεν ενταχθεί σε κάποια πλευρά της πρόθεσης, που δεν θα συνοδεύεται από τον επιθετικό προσδιορισμό της αθωότητας. Τι τύχη μπορεί να έχει μια αθώα σκέψη, μπροστά στο άκουσμα της είδησης της υποψηφιότητα της κ. Γκερέκου με το ψηφοδέλτια της Ν.Δ; Καμία. Και όμως αυτή η είδηση που με υπερβαίνει, αντιμετωπίζεται λίγα εικοσιτετράωρα μετά…«μπλε, μπλε, μπλε πως της παν καλέ τα μπλε» Πάνε και με τα μάτια της, εκείνα τα πράσινα πια, πολυφορέθηκαν.
Στη λήθη τελικά στηρίζεται η πολιτική επιβίωση. Στη λήθη που εξαπλώνεται με ρυθμούς πανδημίας και οι επιστήμονες σηκώνουν τα χέρια ψηλά. Όσες προσπάθειες επιχειρούνται για να επαναφέρουν στη μνήμη τον πρότερο ανέντιμο βίον εις μάτην.
Δεν είναι τυχαίο που πολιτικοί, βρωμίσαντες και σαπίσαντες, μπαίνουν στο χώρο της ανακύκλωσης αναζητώντας δεύτερη, τρίτη τέταρτη και πάει λέγοντας ευκαιρία. Ο Λαός ξεχνάει εύκολα, το ίδιο θα έλεγα όπως και οι πολιτικοί την επομένη των εκλογών. Η διαπίστωση διαπερνά όλο το πολιτικό φάσμα, φτάνει μέχρι και τη μικρή, μικρή μας πόλη.
«Η πολιτική είναι κατάκτηση. Δειλή, κυνική, πρόστυχη και λερωμένη από τα γλωσσόφιλα με την εξουσία…» γράφει ο Οδυσσέας Ιωάννου, τα λάθη όμως των πολιτικών τα πληρώνει κυρίως ο Λαός και πόσες συγνώμες πια να δεχτούμε. Εντάξει, κάνατε λάθος να σας συγχωρέσουμε, αλλά πηγαίνετε και σπίτι σας, μπορεί κάπου αλλού εκτός πολιτικής να είσαστε χρήσιμοι…

Ημέρες με τις μάσκες

Ο λόγος για το καρναβάλι. Ο λόγος για τις μέρες που οι φτωχοί μπορεί να γίνουν πλούσιοι. Οι γυναίκες άνδρες, οι άνδρες γυναίκες, οι κυνηγοί θύματα και τα θύματα κυνηγοί. Οι μέρες με τις μάσκες που μας επιτρέπουν να δραπετεύσουμε από τον εαυτό μας.
Αυτές τις μέρες, επιτέλους μπορούν να γίνουν όλα αληθινά, γατί οι μάσκες δεν είναι αόρατες, όπως αυτές που φοριούνται όλο το χρόνο. Αυτές που χαμογελούν ψεύτικα, που κλαίνε ψεύτικα, αυτές που κρύβουν μέσα από τον τσαμπουκά την αδυναμία, μέσα από την επιθετικότητα την ανασφάλεια. Αυτές οι μάσκες της καθημερινότητας, θα μείνουν για μετά το καρναβάλι, τώρα έχουμε τις πραγματικές.

Η μάσκα σαν ένα σύνολο αλήθειας και ψεύδους, ειλικρίνειας και πλάνης, θα υπάρχει πάντα. Θα υπάρχει ακόμα και σήμερα που οι θεότητες αποτραβήχτηκαν. Θα υπάρχει για να διασκεδάζει την θλίψη για το μοναδικό Θεό των ημερών μας. το χρήμα.
Οι μέρες με τις μάσκες, είναι ό,τι πιο ειλικρινές νοιώθουμε, οι υπόλοιπες οι αξιοπρεπείς είναι το πραγματικό καρναβάλι. Στο καρναβάλι της ζωής μας, το χωρίς προσωπεία, δεν πέφτουν οι μάσκες στο τέλος της γιορτής, αυτές είναι κολλημένες στα πρόσωπα και έχουν απ’ ευθείας σύνδεση με το αίμα και την ψυχή. Γελάνε ψεύτικα, κλαίνε ψεύτικα. Οι καουμπόηδες διαθέτουν όπλα μαζικής καταστροφής, και η πραγματικότητα, αδυνατεί να τα βάλει με την ψηφιακή της μορφή.
Τελικά τις μέρες του καρναβαλιού πέφτουν οι μάσκες, τις άλλες, που η πίστη ντύνει την άπιστη, η δικαιοσύνη την αδικία, η επικοινωνία την απομόνωση, η πολυκοσμία την μοναξιά, η αγάπη το μίσος η εξυπνάδα την πονηριά, το γέλιο το κλάμα, το κλάμα το γέλιο, το εμείς το εγώ, ο θεός το διάβολο και θα μπορούσα να γράφω μέχρι αύριο, πώς να τους ξεχωρίσεις;

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...