Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

Να μην κάνω πως γεννήθηκα σήμερα


Όλα ήταν λάθος, καιρός να ανοίξουν τα μάτια μας! Να τα δούμε όλα και όλους αλλιώς.
Λάθος και ο Καραμανλής, λάθος και Παπανδρέου και ο Κωστάκης και ο Γεωργάκης, φυσικά και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο υιός Κυριάκος όταν ήταν Υπουργός, όχι τώρα που είναι Πρωθυπουργός.
Να αναθεωρήσουμε όλοι τις ζωές μας, να γκρεμίσουμε το σύμπαν, να βρούμε το φρέσκο. Ωραίο το φρέσκο όταν φυσάει, όχι ο Μητσοτάκης, ο Μητσοτάκης είναι νέος γέρος. Αν υποθέσουμε που λέει την αλήθεια μέσα στα πάντα που ζητάει να δούμε αλλιώς είναι και ό,τι γάλα βύζαξε, αυτό τον βολεύει σήμερα, άλλωστε κάπως έτσι πορεύτηκαν και οι προκάτοχοί του. Θυμάστε εκείνο το “ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο του Ανδρέα, και “Έξω βάσεις του Θανάτου”, μέχρι το πρόσφατο “θα σκίσουμε τα μνημόνια” του Τσίπρα;

Κάθε φορά τα ίδια, από αλλαγή σε αλλαγή, βαδίζουμε προς τα πίσω.
Τώρα πήρε φόρα ο Κυριάκος και αναθεωρεί τα πάντα, βάλθηκε να μας βάλει στον ίσιο δρόμο. Από τους δημοσίους υπαλλήλους, μέχρι τον τελευταίο πολίτη, στους πολίτες βέβαια δεν συμπεριλαμβάνονται οι επενδυτές. Να μην μείνει τίποτα από τον παλιό κόσμο, με μια ακλόνητη σιγουριά ότι αποτελεί ο ίδιος μέρος του καινούργιου.
Μάλλον για τρομακρατημένοι μού κάνουν” υποστηρίζει ο Ιωάννου, που αντί πινακίου φακής πουλάνε ακόμη και τα νανουρίσματα της μάνας τους. Δηλωσίες του παρελθόντος τους, τρέχουν ξυπόλητοι πια να ανέβουν στο τρένο… Καλό ταξίδι! Θα μείνω στον “παλιό” κόσμο. Λέω να μην κατουρήσω τις πέτρες του γιατί ό,τι καινούριο καταφέρω να φτιάξω θα έχει γίνει με κατουρημένες πέτρες”.
Και συμφωνώ απόλυτα, γιατί το καινούριο φτιάχνεται με τα ίδια υλικά, σε άλλη διάταξη. Δηλαδή, “δεν μετανιώνεις για τίποτα;” θα ρωτήσεις. Αυτήν την κουβέντα την κάνω με τον εαυτό μου καθημερινά και πέφτουν και χοντρές μπουνιές ανάμεσά μας. Όταν προκύψει νικητής θα ενημερώσω. Άλλο σου λέω τώρα. Λέω πως δεν θα επιδοθώ στις μοδάτες πατροκτονίες που στην ουσία πριονίζουν τα ίδια μου τα γόνατα και με κονταίνουν.
Λέω πως δεν θα  συμφωνήσω ακόμη πως η διάκριση Αριστεράς- Δεξιάς είναι ένα παρωχημένο σχήμα.
Με λίγα λόγια, λέω να μην κάνω πως γεννήθηκα σήμερα. Έχω δρόμο πίσω μου. Έφτασα εδώ με χίλια στραβά αλλά και χίλια καλά, που αν τελειώσουν, απλά θα τελειώσω μαζί τους.

Ούτε ζεσταινόμουν, ούτε κρύωνα

Έκανα μια βόλτα στην πόλη, στην πόλη μας. Ούτε ζεσταινόμουν ούτε κρύωνα. Θα τα χάσουμε όλα. Από κάπου πρέπει να κρατηθούμε. Μέσα σ’ αυτή τη θάλασσα των καφέ και των μπαρ έψαχνα μικρούς βράχους να κρατηθώ, κάποιο καφενείο κάποιο μπαρ το “Ναυάγιο”, που έχει ιστορία και χαρακτήρα. Απεχθάνομαι τους ανώνυμους χώρους συνάθροισης της μάζας. Έψαχνα ένα χώρο που οι άνθρωποι συναναστρέφονται, επικοινωνούν, διαμορφώνουν ένα ήθος συνύπαρξης. Έψαχνα ένα χώρο με αισθητική και ατμόσφαιρα που θα τον ορίζουν οι άνθρωποι που τον επισκέπτονται και οι μαγαζάτορες.
 
Που να βρω...ανώνυμα, άχρωμα, που ο καφές και το ποτό παύει να είναι τελετή απόλαυσης και συνάντησης, γίνεται είδος ταχείας κατανάλωσης, και το μαγαζί σταθμός ανεφοδιασμού καφεΐνης και αλκοόλ. Μαγαζιά αδηφάγα που καταλαμβάνουν πεζόδρομους, πλατείες και πεζοδρόμια και τα μετατρέπουν σε θάλασσες τραπεζοκαθισμάτων. 
Δεν είναι μόνο στην πόλη μας, όπως γράφει ο Νίκος Ξυδάκης “ Μαγαζιά ομογενοποιητικά των προσώπων, ισοπεδωτικά των παρεών, καταπίνουν τους θαμώνες. Υποδέχονται ακίνητους, στάσιμους, παθητικούς, πελάτες χωρίς συνομιλίες και ανταλλαγές, χωρίς ιστορική μνήμη. Ανοίγουν, κλείνουν, χρεοκοπούν, ξεπλένουν χρήμα, φτιάχνουν φωλιές για τον κόσμο των χασομέρηδων, αλλά και της νύχτας και των συναλλαγών της”. Σας θυμίζει κάτι αυτό;
Η αισθητική τους προκύπτει από την μόδα που λατρεύει ο εκάστοτε διακοσμητής, ανοξείδωτος χάλυβας, καπλαμάς, γυαλί, δερματίνη, ξύλινα ντεκ ιστιοπλοϊκού ― όλα γεωμετρημένα, καινούργια, φουτουριστικά, με ετοιματζίδικη χλιδή. Η ατμόσφαιρα ορίζεται από το σούρτα-φέρτα κλαρινογαμπρών και νυμφιδίων, από τα μπιτάκια που ακούγονται αδιάκοπα στα μεγάφωνα, από τις φράκταλ συστοιχίες των φραπέ και των φρέντο. Οι άνθρωποι κοιτούν μπροστά, απλανώς, πάνω από τα ποτήρια, μέσα από τζαμαρίες, προς την απέναντι καφετέρια. Είναι μια λίμνη αρυτίδωτη, αβαθής, όπου δεν συμβαίνει τίποτε. Μια αχανής επιφάνεια. Στην επιφάνεια αυτή αντανακλάται μια κοινωνία αναλόγως στάσιμη, απαθής, που παρακολουθεί εταστικά το θέαμα της αργής διαλύσεως του αφρόγαλου, σαν θαύμα επαναλαμβανόμενο”.
Έφυγα ούτε ζεσταινόμουν ούτε κρύωνα . Απόψε δεν βρήκα την επόμενη φορά θα βρω κάποιο κρυμμένο και θα κρατηθώ.

Μη μου ζητήσεις χρόνο, δεν έχω


Ενώ σου δίνεται η εντύπωση ότι όλα τρέχουνε με χίλια, κύκλους γύρω από τον εαυτό τους κάνουν στην πραγματικότητα. Όλα τρέχουν λες και τα κυνηγάνε και τώρα που το σκέφτομαι μπορεί και να τα κυνηγάνε. Λες και γίνεται μια μάχη με τον χρόνο.
Έχει ενδιαφέρον η ιδεολογική αντιπαράθεση του «γοργόν και χάριν έχει» και του «σπεύδε βραδέως», οι λάτρεις της βραδύτητας, κόντρα στην ξέφρενη ταχύτητα αρχίζουν σιγά σιγά να παίρνουν την εκδίκηση τους, ένα από τα σύμβολα της ταχύτητας τα αυτοκίνητα, χρόνο με τον χρόνο “πάνε και πιο αργά” και όσο ο στόλος αυξάνεται τόσο αυτά μένουν ώρες καθηλωμένα. Η ταχύτητα της παραγωγής επιβραδύνει την ταχύτατα της κίνησης.
Αυτά στον πληθυντικό, στον ενικό...



«Οι μικρές σιωπές της κάθε μέρας σκεπάζουν με σκόνη τα αισθήματα. Τα αγάλματα της επιθυμίας θρυμματίζονται αχάιδευτα κάθε στιγμή που κοντά σου δεν. Το σπίτι γεμίζει καπνούς, δεν είναι τα τσιγάρα, δεν είναι οι ζωές μας, τι καίγεται λοιπόν τόσα χρόνια κι ακόμα είναι άκαυτο; Μη μου ζητήσεις χρόνο, δεν έχω. Μη μου ζητήσεις εξηγήσεις… έχω». Η ευαίσθητη κυρία που δεν φλυαρεί.
Μήπως τελικά είμαστε φτιαγμένοι για να πολεμάμε κόντρα στις ροές και όχι να τις ακολουθούμε;

Είναι ψέματα τα καλοκαίρια

...Είναι επιθυμίες τα καλοκαίρια. ....Τις περισσότερες τις κουβαλάμε μέσα μας χρόνια ολόκληρα. ....Το αστέρι που δεν έφτανες να αγγίξεις όσο κι αν τεντωνόσουν προς τη νύχτα πάνω σου...Είναι μυστικά ανείπωτα τα καλοκαίρια...Φιλιά στα κλεφτά στις σκιές του πάρκου. ....Είναι ψέματα τα καλοκαίρια. ....Κάστρα στην αμμουδιά...Γκρεμίζονται με την παλίρροια. ....Φεύγουν με τα πρώτα μελτέμια. ....Και μένεις σιωπηλός.
Για όσους δεν έχουν μάθει να πληρώνουν με κομμάτια της ψυχής τους, λίγο ενδιαφέρουν αυτά που γράφω. Ο κόσμος έχει προβλήματα, νοιώθει ανασφάλεια, φόβο και μοναξιά. Μπορεί η επιστήμη να κατασκευάζει τεχνητά συκώτια, σπλήνες, καρδιές,χέρια, πόδια, αισθήματα όμως…
«Πληρώνουμε με της καρδιάς το αίμα» λέει η λαϊκή παροιμία. Τι ωραία πληρωμή. Αναλλοίωτη στους αιώνες, ασύμβατη με την πλαστικοποίηση.

Στην ραδιοφωνική εκπομπή, που με συντροφεύει αργά το βράδυ, αναρωτιέται, η γυναικεία φωνή:
«Φαντάζεστε να έρθει η ώρα που θα υπάρχουν κάρτες και γι’ αυτές τις συναλλαγές; Θα λέμε: Με πλήγωσες, χρέωσε την κάρτα της καρδιάς μου με 5.000 ευρώ. Και μετά θα τραβιόμαστε με τους τόκους»
Ευτυχώς που κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί. Τεχνητά αισθήματα δεν γίνεται να κατασκευαστούν, γι’ αυτά δεν έχουμε ανάγκη τη βοήθεια της επιστήμης, τα φτιάχνουμε μόνοι μας.
Θα με ρωτήσετε γιατί γράφω ακόμα, μα «για να κάνω ευκολότερο το πέρασμα του χρόνου» όπως έχει πει ο Μπόρχες.Γιατί ίσως μονάχα έτσι ν’ αντιπαλεύεται το χάος, ο χρόνος που καίτοι αθώος, μας θανατώνει απ’ τις δικές μας υποψίες. Διότι εμείς ούτε αθώοι είμαστε, ούτε ερήμην μας κυλά τελικά η ζωή. Υπάρχει κι έχει το χρώμα, το ήθος, την ιδεολογία που εμείς της δίνουμε. Έχει ακόμα κι εκείνη τη γενναία πίστη που διαθέτει τη σπάνια δύναμη να νικά τις ενοχές και το μάταιο. Αναλαμβάνει να περάσει στην αθανασία αίσθημα, δικαιοσύνη και μνήμη. Μέχρι που όλα να παραδοθούν στην συμπαντική λήθη. Είναι η προσπάθεια που μέτρησε όμως. Κι αυτές οι λιγοστές εξηγήσεις που δόθηκαν ή δεν δόθηκαν. Που γράφτηκαν όμως σε ένα λευκό χαρτί για να νικήσουν τον τρόμο. Έτσι παραμένουμε αξιοπρεπείς. Στο μέτρο του δυνατού γενναίοι. Με την αλήθεια μας κι εκείνη την ύστατη προσπάθεια να νικηθούν οι ενοχές. Ποιος είπε ότι το συναίσθημα δεν έχει πολιτική πλευρά;

Τρίτη 23 Ιουλίου 2019

Δεν λένε την αλήθεια


Η διαφημιστική ταινία είναι καλοφτιαγμένη. Πλάνα από ψηλά, παραλίες να τις πιεις στο ποτήρι, τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, αρχαία και νεότερα μνημεία , γαστρονομία. Η Κέρκυρα αυτοσυστήνεται σαν τουριστικός προορισμός. Τα χωριά έχουν την τιμητική τους, παρουσιάζονται με συνοδεία κερκυραϊκής μουσικής και χορευτικών συγκροτημάτων που κόβουν γύρους στις μικρές πλατείες.
Οι μπάντες φρεσκογυαλισμένες παρελαύνουν στην παλιά πόλη και το Πάσχα μοναδικό, προσκαλεί τους επισκέπτες να το ζήσουν και να μην το ξαναζήσουν. Οι εικόνες είναι διαλεγμένες και συναρμοσμένες δεξιοτεχνικά. Το τελικό αποτέλεσμα θυμίζει ένα τόπο μυθικό όπου επικρατεί παντοτινό καλοκαίρι. Μια Κέρκυρα καρτ-ποστάλ, κατοικία θεών και τουριστών, ένας ιδανικός προορισμός για απίθανες, ονειρεμένες διακοπές. Αλήθεια που πήγαν οι άνθρωποι; που πήγε η σύγχρονη ζωή; Όπου υπάρχει ζωή, είναι στιγμιότυπα από εξήντα χρόνια πίσω. Οι παραλίες είναι χωρίς ανθρώπους, καμιά εικόνα πλήθους στη “Γλυφάδα” στο “Μπαρμπάτι” στον “Αι Γόρδη”. Γραφικό ψαροχώρι... η “Μπενίτσα” και η Βλαχοπούλου να υμνεί την Παλαιοκαστρίτσα για τα όμορφα κορίτσια.
Η Κέρκυρα του 2019 εξαντλείται σε ένα μύθο, σταματημένη στο χρόνο.  Είναι μόνο τοπίο. Με μπάντες, παραλίες, αρχαιότητες, “κρασί, θάλασσα και το αγόρι μου”. Δεν υπάρχουν άνθρωποι του καιρού τους μέσα σε αυτό το τοπίο. Δεν υπάρχουν σκουπίδια, τραπεζοκαθίσματα, που σε λίγο θα μπορούν να επιπλέουν στην θάλασσα γιατί η ξηρά δεν τα χωράει. Δεν υπάρχουν λεωφορεία διώροφα που βάζουν στοπ σε κάθε απόπειρα κίνησης μέσα στο κέντρο της πόλης. Δεν υπάρχουν μαγαζιά γιουσουρούμ. Όλα είναι τόσο ήπια, αγγελικά πλασμένα. Και να ήταν μόνο αυτά .
Κοιτούσα τις εικόνες παραδομένος στην ομορφιά τους. Τέτοιες εικόνες, χωρίς ίσως τις εντυπωσιακές από αέρος λήψεις και τις σύγχρονες τεχνικές ευκολίες του ψηφιακού βίντεο, είναι εικόνες από τη δεκαετία ΄60. Η διαφημιστική ταινία , μου ξύπνησε εικόνες νοσταλγίας. Μεγάλωσα με αυτές. Πίστευα πως τέλειωσε εκείνη η εποχή. Στην πραγματικότητα τέλειωσε. Εξήντα χρόνια αργότερα όμως, προβάλλουμε τα ίδια Δεν έχουμε τίποτε άλλο να δείξουμε, εκτός από ακρογιαλιές δειλινά. Τελείωσε εκείνη εποχή, η σημερινή εικόνα δυσφημίζει και αυτό το ξέρουν πολύ καλά οι ειδικοί που επιμένουν να προβάλλουν εικόνες του γραφικού παράδεισου του νησιού μας,  που συγκινούν αισθητικά τους επισκέπτες. Αλλά δεν λένε την αλήθεια, ούτε σ’ αυτούς, ούτε σε μας.

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...