Ο ζεστός μήνας Αύγουστος έγραφα πέρυσι τέτοια εποχή, ανασύροντας από την παιδική ηλικία τον τίτλο μιας ταινίας που μου έχει μείνει απωθημένο. Για τον αιώνιο Αύγουστο θα γράψω εφέτος κάνοντας πάλι την σύνδεση με το παρελθόν γιατί ο Αύγουστος θα μείνει για πάντα νοσταλγία και ανεκπλήρωτο συναίσθημα. Επιστρέφω πάντα και ας μην έχουν οι δρόμοι γυρισμούς, . Τώρα πια δεν ψάχνω, βρίσκω. Όσα με ευκολία απέρριψα, όσα εκείνα τα χρόνια της λαιμαργίας δε μπόρεσα, να απορροφήσω, όσα τα δόγματα μου στέρησαν να γνωρίσω, όσα τα μάτια μου δεν είδαν, γιατί κοίταζαν ψηλά, πολύ ψηλά στα αστέρια, στο άπειρο, στο τίποτα.
Τώρα βρίσκω, γιατί όπου και να κοιτάξω μια ηλικία με προσγειώνει, μια υπομονή με φρενάρει, μπορεί να λιγοστεύει ο χρόνος, είναι όμως αρκετός όσος και αν απομένει.
Και είναι οι στιγμές οι ανεπεξέργαστες, σαν τις φωτογραφίες που έχουμε δει και ξαναβλέπουμε μετά από χρόνια. Δεν είναι ίδιες και δεν φταίει που κιτρίνισαν από την πολυκαιρία. Είναι οι στιγμές που μάζεψα βιαστικά όλα τα χρόνια της συγκομιδής.
Ο Αύγουστος εφέτος είναι ο Τούρκος, στους Έρμονες εκεί που ο θρύλος λέει τον μαρμάρωσε η παναγία η «Απέλιστρα» και εκεί έχει μείνει, μπροστά στο πέτρινο καράβι του, με μια αποστολή ανεκπλήρωτη, όπως τα όνειρα εκείνων των παιδιών. Εκεί κοντά στον τούρκο δίπλα στην Απέλιστρα και κάτω από τα κόκκινα γκρεμά
Αν ήταν μήνας η σιωπή, ποιος λες να ήταν; Ρώτησε το κορίτσι
Ο Αύγουστος για μένα. Απάντησε το αγόρι.
Μπα! Εγώ θα έλεγα πως είναι ο Οκτώβριος. Ο Αύγουστος είναι τίγκα από ήχους
Μα αυτό είναι η σιωπή! Να έχει ο μήνας τόσους ήχους, που να σε κρατάει σιωπηλό! Της γύρισε το αγόρι. Έτσι ε; Ρώτησε εκείνη.
Έτσι! Επέμεινε αυτός. Καλά! Αλλά εγώ τότε που το βουλώνω πραγματικά, είναι τον Οκτώβρη. Ακούω τη βροχή και ξεχνιέμαι! Είπε το κορίτσι. Είσαι σίγουρη; Ρώτησε δύσπιστα ο άλλος.
Σίγουρη! Απάντησε κατηγορηματικά. Και δεν έχεις πιάσει ποτέ τον εαυτό σου να μουρμουρίζει κάτι την ώρα που βρέχει; Το κορίτσι σκέφτηκε λίγο και μετά κούνησε καταφατικά το κεφάλι του.
Έχεις δίκιο! Ενώ τον Αύγουστο, τώρα που το καλοσκέφτομαι δε μου συμβαίνει αυτό.
Ούτε κι εμένα! Πως θα του πούμε το τέλειο τραγούδι όταν το γράψουμε;
Θα το πούμε ο Αιώνιος Αύγουστος!
«Το αίμα των ερωτών είναι σπονδή στη ζωή. Οι πληγές παράσημα για τους εν αγάπη πεσόντες. Η αγάπη είναι πάντα κόκκινη γιατί δεν υπάρχει χωρίς το αίμα της. Τα αισθήματα δεν τακτοποιούνται, δεν καμουφλάρονται,. ΄Η εκφράζονται και διοχετεύονται ή μένουν κρυφά και πυορροούν. Ο,τι λέγεται ανασαίνει. Παίρνει αέρα οξυγόνο. Και αν βρει πρόσωπο να σταθεί, καρπίζει, αν δεν βρει, μένει πληγή παλιά και πάντα νέα»
Ο Αύγουστος που έρχεται πάντα τέτοια μου κάνει.
.
Παρασκευή 31 Ιουλίου 2009
Πέμπτη 30 Ιουλίου 2009
Αλήθεια βέβαιη και ξεκάθαρη
Είναι κάποια πράγματα που δεν τα γράφει η ιστορία. Και όμως χωρίς αυτά, που προηγούνται των γεγονότων, η ιστορία δεν θα ήταν αυτή που ξέρουμε. Μια λέξη στη κατάλληλη στιγμή, μια σπίθα, αρκετή για ν’ ανάψει η φωτιά, και να κάψει ή να εξαγνίσει. Ένας ανώνυμος και ένας επώνυμος, που «συνωμότησαν». Ένας άνθρωπος σε θέση κλειδί, μια συγκυρία. Μια χρονική στιγμή που δεν θα μπορούσε να είναι άλλη, έγραψε μια μικρή ιστορία με άλλους ήρωες.
Τις τελευταίες μέρες μέσα απ’ αυτήν εδώ τη στήλη έχω πολλές συναντήσεις. Άνθρωποι από διαφορετικές κατευθύνσεις, από διαφορετικούς κόσμους, από διαφορετικές ηλικίες, από διαφορετικές ιδεολογίες, από διαφορετικά ερεθίσματα, από διαφορικές ερμηνείες, ήρθαν να μου δώσουν το χέρι. Ύστερα από κάθε μετάγγιση δύναμης, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να ξαναδιαβάσω τα κείμενα μου, αυτά που μου υπενθύμιζαν. Όχι δεν ένοιωσα σαν ένας μικρός τοπικός εθνικός ήρωας, ανακάλυψα όμως ότι τελικά, αυτός ο κερματισμός της κοινωνίας είναι πλασματικός. Δεν υπάρχουν εκλεκτές μειοψηφίες, αντίθετα, εκλεκτές πλειοψηφίες υπάρχουν, που έχουν υποστεί το βιασμό του «διαίρειν και βασίλευε». Άλλη μια αναθεώρηση στις τόσες της ζωής μου, άλλη μια οπισθοχώρηση του ΕΓΩ, που δεν υπήρξε και ο καλύτερος σύμβουλος αυτής της διαδρομής.
Όλο αυτό το ετερόκλητο πλήθος δεν είχε κοινό σημείο συνάντησης κάποιες αλήθειες ή ψέματα, αυτής εδώ της στήλης. Η ευαισθησία, που καθένας κρύβει μέσα του, βρήκε την αφορμή να αποδείξει, ότι η αποκάλυψη της, είναι δύναμη και όχι αδυναμία όπως του έμαθαν αυτοί που επιχειρούν να χτίσουν τον άνθρωπο από μάρμαρο.
Με δυνάμωσαν αυτά τα ετερόκλητα ζεστά χέρια. Με ανησύχησαν με μια άλλη έννοια, αυτήν της δημιουργίας.
«Εκείνη η προσωπική δικαιοσύνη, εκείνη η αληθινή μεταρρύθμιση που ξαναζωντάνεψε την πεθαμένη ευαισθησία, αυτά τα πράγματα είναι αλήθεια, η δική μας αλήθεια, η μοναδική αλήθεια. Τα υπόλοιπα στον κόσμο είναι τοπίο, κορνίζες που πλαισιώνουν τις αισθήσεις μας, βιβλιοδεσίες των όσων σκεφτόμαστε.
Επανάσταση; Αλλαγή; Αυτό που θέλω στ’ αλήθεια είναι να φύγουν τα άτονα σύννεφα που μουτζουρώνουν με μια γκρίζα σαπουνάδα τον ουρανό. Αυτό που θέλω είναι να δω το γαλάζιο να προβάλει ανάμεσα τους, αλήθεια βέβαιη και ξεκάθαρη, γιατί τίποτα δεν είναι και ούτε θέλει να είναι».
Η φωτογραφία δεν εξαιρείται… δοκιμασία και αφορμή. Ανείπωτο για να γραφτεί έτσι όπως την ξέρετε την ιστορία…
Τις τελευταίες μέρες μέσα απ’ αυτήν εδώ τη στήλη έχω πολλές συναντήσεις. Άνθρωποι από διαφορετικές κατευθύνσεις, από διαφορετικούς κόσμους, από διαφορετικές ηλικίες, από διαφορετικές ιδεολογίες, από διαφορετικά ερεθίσματα, από διαφορικές ερμηνείες, ήρθαν να μου δώσουν το χέρι. Ύστερα από κάθε μετάγγιση δύναμης, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να ξαναδιαβάσω τα κείμενα μου, αυτά που μου υπενθύμιζαν. Όχι δεν ένοιωσα σαν ένας μικρός τοπικός εθνικός ήρωας, ανακάλυψα όμως ότι τελικά, αυτός ο κερματισμός της κοινωνίας είναι πλασματικός. Δεν υπάρχουν εκλεκτές μειοψηφίες, αντίθετα, εκλεκτές πλειοψηφίες υπάρχουν, που έχουν υποστεί το βιασμό του «διαίρειν και βασίλευε». Άλλη μια αναθεώρηση στις τόσες της ζωής μου, άλλη μια οπισθοχώρηση του ΕΓΩ, που δεν υπήρξε και ο καλύτερος σύμβουλος αυτής της διαδρομής.
Όλο αυτό το ετερόκλητο πλήθος δεν είχε κοινό σημείο συνάντησης κάποιες αλήθειες ή ψέματα, αυτής εδώ της στήλης. Η ευαισθησία, που καθένας κρύβει μέσα του, βρήκε την αφορμή να αποδείξει, ότι η αποκάλυψη της, είναι δύναμη και όχι αδυναμία όπως του έμαθαν αυτοί που επιχειρούν να χτίσουν τον άνθρωπο από μάρμαρο.
Με δυνάμωσαν αυτά τα ετερόκλητα ζεστά χέρια. Με ανησύχησαν με μια άλλη έννοια, αυτήν της δημιουργίας.
«Εκείνη η προσωπική δικαιοσύνη, εκείνη η αληθινή μεταρρύθμιση που ξαναζωντάνεψε την πεθαμένη ευαισθησία, αυτά τα πράγματα είναι αλήθεια, η δική μας αλήθεια, η μοναδική αλήθεια. Τα υπόλοιπα στον κόσμο είναι τοπίο, κορνίζες που πλαισιώνουν τις αισθήσεις μας, βιβλιοδεσίες των όσων σκεφτόμαστε.
Επανάσταση; Αλλαγή; Αυτό που θέλω στ’ αλήθεια είναι να φύγουν τα άτονα σύννεφα που μουτζουρώνουν με μια γκρίζα σαπουνάδα τον ουρανό. Αυτό που θέλω είναι να δω το γαλάζιο να προβάλει ανάμεσα τους, αλήθεια βέβαιη και ξεκάθαρη, γιατί τίποτα δεν είναι και ούτε θέλει να είναι».
Η φωτογραφία δεν εξαιρείται… δοκιμασία και αφορμή. Ανείπωτο για να γραφτεί έτσι όπως την ξέρετε την ιστορία…
Τρίτη 28 Ιουλίου 2009
Γράφω γιατί δεν έχω τι να πω
«Όπως κάποιοι, εργάζονται από πλήξη, μερικές φορές γράφω γιατί δεν έχω τι να πω. Στην ονειροπόληση, στην οποία χάνεται με τρόπο εντελώς φυσικό όποιος δεν σκέφτεται, εγώ χάνομαι γραπτώς, γιατί ξέρω να ονειρεύομαι σε πρόζα. Και υπάρχει πολύ ειλικρινές συναίσθημα, πολλή νόμιμη συγκίνηση που δοκιμάζω επειδή δεν αισθάνομαι.
Υπάρχουν στιγμές που η κενότητα, του να νοιώθεις πως ζεις, αγγίζει την πυκνότητα κάποιου πράγματος θετικού…» Από το «βιβλίο της ανησυχίας» του Πεσσόα και πώς να μείνεις απαθείς. Αυτά ήθελα να σας πω και εγώ απόψε, μερικές φορές γράφω γιατί δεν έχω τι να πω. Όχι, δεν γράφω από υποχρέωση. Στην αναμονή της επόμενης λέξης, ανακαλύπτω.
«Χωρίς βουλή χωρίς Θεό» που λέει και ο Σαββόπουλος, μελοποιώντας έτσι την αταξία του νου του και δίνοντας με αυτόν τον τρόπο διάσταση στις σκέψεις, που ξεπερνούσαν το εφήμερο του παρόντος του.
«Σαν βγω απ’ αυτή τη φυλακή κανείς δεν θα μας περιμένει» και μεταμεσονύκτια, η φωνή που σχολιάζει το τραγούδι προχωράει ακόμα παραπέρα, σαν βγούμε απ’ αυτή την φυλακή, θα μπούμε σε μια άλλη. Όταν σιγάζει ο παγκόσμιος πόνος, παίρνει τα πάνω του ο προσωπικός. Επιστρέφουμε στις ατομικές πληγές, καθόμαστε στις ουρές με το δελτίο τροφίμων του ιδιωτικού μας ασύλου και επενδύουμε πάλι σε αισθήματα, διαλέγοντας η μαχαιριά που θα εισπράξουμε να είναι τουλάχιστον της αγάπης.
Γράφω γιατί δεν έχω τι να πω, είναι και οι απέναντι τοίχοι, που όχι μόνο δεν ακούν αλλά είναι και ανίκανοι να προκαλέσουν αντίλαλο. Αυτές οι λέξεις όμως της αταξίας του μυαλού, φεύγουν σε άγνωστους προορισμούς δημιουργώντας προϋποθέσεις για κάποια συνάντηση.
Γράφω καθυστερώντας τις λέξεις, όπως μπροστά σε βιτρίνες που δεν βλέπω, κι αυτό που μου μένει είναι μισοαισθήσεις, σχεδόν εκφράσεις, σαν χρώματα από υφάσματα που δεν είδα τι είναι, αρμονίες καμωμένες από δεν ξέρω τις είδους αντικείμενα. Γράφω νανουρίζοντας με, σαν μια τρελή μητέρα που νανουρίζει το πεθαμένο παιδί της.
Λέξεις μάταιες, χαμένες, μεταφορές ασύνδετες, που μια ακαθόριστη αγωνία αλυσοδένει σε σκιές… Λείψανα καλύτερων στιγμών, βιωμένα στο βάθος κάποιων δενδροστοιχιών … Λάμπα σβησμένη που ο χρυσός της λάμπει στο σκοτάδι χάρη στη μνήμη του φωτός που χάθηκε… Λέξεις που αφέθηκαν, όχι στον άνεμο, αλλά στο έδαφος, από τα δάκτυλα που δεν τις έσφιγγαν, σαν φύλλα ξερά που είχαν πέσει σ’ αυτά από κάποιο δέντρο αόρατα ακαθόριστο… Νοσταλγία για τις στέρνες των αγροικιών των άλλων… τρυφερότητα γι’ αυτό που ποτέ δεν συνέβη…
Γράφω γιατί δεν έχει νόημα να πω, κανείς δεν θα με ακούσει. Γράφω για μπορώ να ονειρευτώ απόψε άλλους προορισμούς.
Υπάρχουν στιγμές που η κενότητα, του να νοιώθεις πως ζεις, αγγίζει την πυκνότητα κάποιου πράγματος θετικού…» Από το «βιβλίο της ανησυχίας» του Πεσσόα και πώς να μείνεις απαθείς. Αυτά ήθελα να σας πω και εγώ απόψε, μερικές φορές γράφω γιατί δεν έχω τι να πω. Όχι, δεν γράφω από υποχρέωση. Στην αναμονή της επόμενης λέξης, ανακαλύπτω.
«Χωρίς βουλή χωρίς Θεό» που λέει και ο Σαββόπουλος, μελοποιώντας έτσι την αταξία του νου του και δίνοντας με αυτόν τον τρόπο διάσταση στις σκέψεις, που ξεπερνούσαν το εφήμερο του παρόντος του.
«Σαν βγω απ’ αυτή τη φυλακή κανείς δεν θα μας περιμένει» και μεταμεσονύκτια, η φωνή που σχολιάζει το τραγούδι προχωράει ακόμα παραπέρα, σαν βγούμε απ’ αυτή την φυλακή, θα μπούμε σε μια άλλη. Όταν σιγάζει ο παγκόσμιος πόνος, παίρνει τα πάνω του ο προσωπικός. Επιστρέφουμε στις ατομικές πληγές, καθόμαστε στις ουρές με το δελτίο τροφίμων του ιδιωτικού μας ασύλου και επενδύουμε πάλι σε αισθήματα, διαλέγοντας η μαχαιριά που θα εισπράξουμε να είναι τουλάχιστον της αγάπης.
Γράφω γιατί δεν έχω τι να πω, είναι και οι απέναντι τοίχοι, που όχι μόνο δεν ακούν αλλά είναι και ανίκανοι να προκαλέσουν αντίλαλο. Αυτές οι λέξεις όμως της αταξίας του μυαλού, φεύγουν σε άγνωστους προορισμούς δημιουργώντας προϋποθέσεις για κάποια συνάντηση.
Γράφω καθυστερώντας τις λέξεις, όπως μπροστά σε βιτρίνες που δεν βλέπω, κι αυτό που μου μένει είναι μισοαισθήσεις, σχεδόν εκφράσεις, σαν χρώματα από υφάσματα που δεν είδα τι είναι, αρμονίες καμωμένες από δεν ξέρω τις είδους αντικείμενα. Γράφω νανουρίζοντας με, σαν μια τρελή μητέρα που νανουρίζει το πεθαμένο παιδί της.
Λέξεις μάταιες, χαμένες, μεταφορές ασύνδετες, που μια ακαθόριστη αγωνία αλυσοδένει σε σκιές… Λείψανα καλύτερων στιγμών, βιωμένα στο βάθος κάποιων δενδροστοιχιών … Λάμπα σβησμένη που ο χρυσός της λάμπει στο σκοτάδι χάρη στη μνήμη του φωτός που χάθηκε… Λέξεις που αφέθηκαν, όχι στον άνεμο, αλλά στο έδαφος, από τα δάκτυλα που δεν τις έσφιγγαν, σαν φύλλα ξερά που είχαν πέσει σ’ αυτά από κάποιο δέντρο αόρατα ακαθόριστο… Νοσταλγία για τις στέρνες των αγροικιών των άλλων… τρυφερότητα γι’ αυτό που ποτέ δεν συνέβη…
Γράφω γιατί δεν έχει νόημα να πω, κανείς δεν θα με ακούσει. Γράφω για μπορώ να ονειρευτώ απόψε άλλους προορισμούς.
Δευτέρα 27 Ιουλίου 2009
Μονιμότητα διαθέτει μόνο ο θάνατος
Όταν έγραφα πρόσφατα, ότι υπάρχει μεγάλη απόσταση από τα 49 μέχρι τα 50, δεν μπορούσα να υπολογίσω το μέγεθος. Δυστυχώς ατελείωτα τα χιλιόμετρα. Εμένα λοιπόν, που μια ζωή με κυνηγούσε το εφήμερο, ήρθε η μονιμοποίηση σαν κερασάκι στην τούρτα, για να μου χαλάσει τη γιορτή. Που να τρέχεις τώρα στα πενήντα σκέφτεσαι. Οι δρόμοι έχουν απαγορευτικό. Η ανηφόρα θέλει γερά πνευμόνια. Θα πάρω το δρόμο, το μονόδρομο και την απόφαση τη μεγάλη. Ταφόπλακα στα όνειρα μου. Επειδή αυτά που έγραφα δεν τα ξεχνώ, ένα παλαιότερο κείμενο, κάτι σαν το «δεν εορτάζω»
Μια αιωνιότητα και μια μέρα
Έγραφα παλαιοτέρα ότι μια ζωή με κυνηγούσε το εφήμερο, η πορεία μου όμως αποδεικνύει ότι εγώ κατά βάθος το κυνηγάω.
Έχω την ευτυχία να ανήκω στην ομάδα των συμβασιούχων, αορίστου χρόνου. Ελπίδα όλων των συνάδελφων μου είναι η μονιμοποίηση, εξαιρώ τον εαυτό μου απ’ αυτήν την προοπτική, φαντάζομαι ότι η προσωπική ομηρία από εκεί αρχίζει.
Αυτή η τακτοποίηση της μονιμότητας με τρομάζει, έχω βαθύτατα ριζωμένη, την αίσθηση του παροδικού, αισθάνομαι περαστικός από παντού, δεν λέω για τη ζωή, αυτό δεν θέλω να το σκέφτομαι.
Καταλαβαίνω την αγωνιά των συνάδελφων ύστερα απ’ αυτό το καθεστώς ανασφάλειας που βιώνουν τόσα χρόνια, προσωπικά όμως μου φαίνονται εντελώς ξένα όλα αυτά. Για μένα η ζωή είναι κίνηση, ροή αγώνας. είναι διαρκής αναζήτηση αναίρεση και αμφισβήτηση. Μονιμότητα διαθέτει μόνο ο θάνατος.
Σε ένα παλαιότερο χρονογράφημα στην «Καθημερινή της Κυριακής» διάβασα μια περίπτωση μονιμότητα, που προσεγγίζει την αιωνιότητα.
«Αξιωματικός γεννημένος το 1875 νυμφεύτηκε εικοσιπέντε χρόνια νεότερή του - η οποία ζει ακόμα, θαλερότατη, και εισπράττει σύνταξη. Και μετά από αυτήν, η κόρη, γεννημένη το 39 και πρόσφατα χωρισμένη, θα εισπράττει, στατιστικά, και μέσα στον 21ο αιώνα. Να μια περίπτωση μονιμότητας που μπορεί να διαρκέσει εκατόν τριάντα χρόνια».
εργάζεσαι τριάντα πληρώνεσαι εσύ και οι απόγονοι σου εκατό τριάντα, αυτό θα πει αλληλεγγύη για τις επόμενες γενιές.
Επειδή οι άνθρωποι είναι περαστικοί καλό είναι να αποφεύγουν την μονιμότητα. Μου λένε ότι αυτό το αμάξι κρατάει μια ζωή και με πιάνει τρόμος. Τι θα πει μια ζωή, μια ζωή κρατάνε οι άνθρωποι και όλα τα άλλα πρέπει να τ’ αλλάζουν.
Η μονιμότητα δεν είναι απλώς μια υπαλληλική ιδιότητα. Είναι μια διαφορετική έννοια του χρόνου και της ζωής.
…………………………………………………………………………………………..
Το αφιερώνω στους ταλαιπωρημένους συναδέλφους συμβασιούχους και τους υπενθυμίζω ότι με την μονιμότητα στο δημόσιο δεν κερδίζουμε και την αιώνια ζωή.
Μια αιωνιότητα και μια μέρα
Έγραφα παλαιοτέρα ότι μια ζωή με κυνηγούσε το εφήμερο, η πορεία μου όμως αποδεικνύει ότι εγώ κατά βάθος το κυνηγάω.
Έχω την ευτυχία να ανήκω στην ομάδα των συμβασιούχων, αορίστου χρόνου. Ελπίδα όλων των συνάδελφων μου είναι η μονιμοποίηση, εξαιρώ τον εαυτό μου απ’ αυτήν την προοπτική, φαντάζομαι ότι η προσωπική ομηρία από εκεί αρχίζει.
Αυτή η τακτοποίηση της μονιμότητας με τρομάζει, έχω βαθύτατα ριζωμένη, την αίσθηση του παροδικού, αισθάνομαι περαστικός από παντού, δεν λέω για τη ζωή, αυτό δεν θέλω να το σκέφτομαι.
Καταλαβαίνω την αγωνιά των συνάδελφων ύστερα απ’ αυτό το καθεστώς ανασφάλειας που βιώνουν τόσα χρόνια, προσωπικά όμως μου φαίνονται εντελώς ξένα όλα αυτά. Για μένα η ζωή είναι κίνηση, ροή αγώνας. είναι διαρκής αναζήτηση αναίρεση και αμφισβήτηση. Μονιμότητα διαθέτει μόνο ο θάνατος.
Σε ένα παλαιότερο χρονογράφημα στην «Καθημερινή της Κυριακής» διάβασα μια περίπτωση μονιμότητα, που προσεγγίζει την αιωνιότητα.
«Αξιωματικός γεννημένος το 1875 νυμφεύτηκε εικοσιπέντε χρόνια νεότερή του - η οποία ζει ακόμα, θαλερότατη, και εισπράττει σύνταξη. Και μετά από αυτήν, η κόρη, γεννημένη το 39 και πρόσφατα χωρισμένη, θα εισπράττει, στατιστικά, και μέσα στον 21ο αιώνα. Να μια περίπτωση μονιμότητας που μπορεί να διαρκέσει εκατόν τριάντα χρόνια».
εργάζεσαι τριάντα πληρώνεσαι εσύ και οι απόγονοι σου εκατό τριάντα, αυτό θα πει αλληλεγγύη για τις επόμενες γενιές.
Επειδή οι άνθρωποι είναι περαστικοί καλό είναι να αποφεύγουν την μονιμότητα. Μου λένε ότι αυτό το αμάξι κρατάει μια ζωή και με πιάνει τρόμος. Τι θα πει μια ζωή, μια ζωή κρατάνε οι άνθρωποι και όλα τα άλλα πρέπει να τ’ αλλάζουν.
Η μονιμότητα δεν είναι απλώς μια υπαλληλική ιδιότητα. Είναι μια διαφορετική έννοια του χρόνου και της ζωής.
…………………………………………………………………………………………..
Το αφιερώνω στους ταλαιπωρημένους συναδέλφους συμβασιούχους και τους υπενθυμίζω ότι με την μονιμότητα στο δημόσιο δεν κερδίζουμε και την αιώνια ζωή.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...
Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...
-
Το έγραψα πέρυσι «κατόπιν εορτής», το θυμίζω σήμερα λίγες μέρες πριν το Πάσχα, χωρίς να έχω την ψευδαίσθηση, ότι θα αλλάξει κάτι. Τ...
-
Όταν το 2007 η Παλιά Πόλη της Κέρκυρας, με την σφραγίδα της UNESCO εντασσόταν στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς, υ...
-
Τα πράγματα παίρνουν επικίνδυνες διαστάσεις. Ο αποκλεισμ ό ς του ΧΥΤΑ έπρεπε να έχει λήξει χθες. Η συνέχιση του αποκλεισμού από το...