Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2022

Άγιος ο έρωτας, χωρίς Αγίους

Μόνο τη φωτογραφία αλλάζω κάθε χρόνο και τον τίτλο. Οι λέξεις έδωσαν όρκο πίστης να μείνουν στη θέση τους. Και πέρυσι και πριν πέντε χρόνια και φέτος και πάντα το ίδιο. Σταθεροί, έως δογματικοί θα το επαναλάβουμε. Ακόμα και αυτοί, που ακολούθησαν χωρίς ενστάσεις, τα καλέσματα του ανέμου εξ Αμερικής και στολίστηκαν κόκκινες αγοραστές καρδούλες, ακόμα και αυτοί σήμερα, αρχίζουν να κλονίζονται. Γιατί ο έρωτας δεν είναι φρου φρου και αρώματα, κατέχει εξέχουσα θέση στο χώρο των βαριών συναισθημάτων. «Υπό το βάρος του ορεινού όγκου» στις πλάτες μας, που έγραφα παλαιότερα, αμερικανιές τύπου «Αγίου Βαλεντίνου» περνούν στο περιθώριο. Είναι και εκείνο το δίλημμα ξέρετε, που ετέθη εσχάτως: «με τις αγορές ή με τον άνθρωπο;» ο εν λόγω άγιος εκπροσωπεί τις αγορές, και ως γνωστόν εμείς είμαστε απέξω. Δεν έχω να προσθέσω τίποτα παραπάνω απ’ αυτά που κατά καιρούς έχω γράψει.


Όταν γράφτηκαν τα παραπάνω και τα παρακάτω, είχα ξεκινήσει το κείμενο με έναν γενναίο στίχο του Οδυσσέα Ιωάννου:
Θέλω τη μέρα που θα φύγεις
απ' το πρωί να μου γελάς
κι όταν την πόρτα θα ανοίγεις
να είναι σαν να μ' αγαπάς
Με τέτοια «θέλω θα μπορέσουμε να ζήσουμε όχι μόνο μια αγάπη, αλλά και ένα καλύτερο κόσμο.
Πως και πότε γιορτάζει ο ερωτάς; Σε ανύποπτο χρόνο και με τρόπο ξεχωριστό για τον καθένα. Όχι δεν πιστεύουμε, σ΄ αυτούς τους αγίους εμπόρους. Για να ακριβολογούμε δεν πιστεύουμε σε κανέναν άγιο. Στον άγιο έρωτα πιστεύουμε, μόνο που, δεν τον λένε Βαλεντίνο. Εμείς οι πιο παλιοί δίνουμε την ανάποδη μάχη. Προσπαθούμε να υπερασπιστούμε τα κομματάκια του εαυτού μας, που εκτιμούμε. Και ο έρωτας δεν χωράει σε κόκκινες χάρτινες καρδούλες.
Γιατί; «Θέλει ψυχή ο έρωτας για να είναι αληθινός και το μέτρο στην προκειμένη περίπτωση είναι εκμαγείο του μετρίου».
«Πίσω από τα μάτια μου κρυφά σε περιμένω» τραγουδάει η Δήμητρα Γαλανή περιμένοντας εκείνη τη μαγική στιγμή της ερωτικής ομολογίας που κανένας εισαγόμενος άγιος δεν μπορεί να ζωγραφίσει, ούτε καν να διανοηθεί. Τέτοιοι άγιοι είναι για τα άλλα, τα τυπικά, για το στάδιο της γυμναστικής.
«Πίσω από τα μάτια μου κρυφά σε περιμένω, να ζήσουμε το όνειρο, περιμένοντας να δύσει ο ήλιος, να γίνουμε σκιές μες στο σκοτάδι, μήπως γίνουν ευκολότερα τα λόγια».
Χρειάζεται καθορισμένη ημερομηνία για να γιορτάσουν οι ερωτευμένοι;
Και οι άλλοι; Οι απογοητευμένοι, οι κουρασμένοι από τις μακροχρόνιες σχέσεις, οι προδομένοι, οι απασχολημένοι τι πρέπει να κάνουν την ημέρα της γιορτής;
O έρωτας δεν ξέρει από χρόνο, δεν χωράει σε χάρτινες καρδούλες, δεν περιορίζεται σε επετείους, ο έρωτας κινείται ελευθέρα μες στης καρδιάς το αίμα

Η μάσκα θα υπάρχει πάντα για να διασκεδάζει την θλίψη μας

 

"Οι πιο τρομακτικές μάσκες είναι αυτές των λύκων, όταν ντύνονται αρνάκια και παριστάνουν ότι δεν τρέφονται με σάρκα και αίμα, αλλά, με χλόη και νερό. Ώσπου, να δεις να κοκκινίζει το ρύγχος τους, από τη σάρκα και το δικό σου αίμα και να μην αντέχεις ούτε να το πιστέψεις.” σχόλιο της φίλης μου Μαρίας Φίλιππα σε ένα παλαιότερο κείμενο της στήλης.
Ο λόγος για το καρναβάλι. Ο λόγος για τις μέρες που οι φτωχοί μπορεί να γίνουν πλούσιοι. Οι γυναίκες άνδρες, οι άνδρες γυναίκες, οι κυνηγοί θύματα και τα θύματα κυνηγοί. Οι μέρες με τις μάσκες που μας επιτρέπουν να δραπετεύσουμε από τον εαυτό μας. Αυτές τις μέρες, επιτέλους μπορούν να γίνουν όλα αληθινά, γατί οι μάσκες δεν είναι αόρατες, όπως αυτές που φοριούνται όλο το χρόνο. Αυτές που χαμογελούν ψεύτικα, που κλαίνε ψεύτικα, αυτές που κρύβουν μέσα από τον τσαμπουκά την αδυναμία, μέσα από την επιθετικότητα την ανασφάλεια. Αυτές οι μάσκες της καθημερινότητας, θα μείνουν για μετά το καρναβάλι, τώρα έχουμε τις πραγματικές.
Η μάσκα σαν ένα σύνολο αλήθειας και ψεύδους, ειλικρίνειας και πλάνης, θα υπάρχει πάντα. Θα υπάρχει ακόμα και σήμερα που οι θεότητες αποτραβήχτηκαν. Θα υπάρχει για να διασκεδάζει την θλίψη για το μοναδικό Θεό των ημερών μας, το χρήμα.


Οι μέρες με τις μάσκες, είναι ό,τι πιο ειλικρινές νοιώθουμε, οι υπόλοιπες οι αξιοπρεπείς είναι το πραγματικό καρναβάλι. Στο καρναβάλι της ζωής μας, το χωρίς προσωπεία, δεν πέφτουν οι μάσκες στο τέλος της γιορτής, αυτές είναι κολλημένες στα πρόσωπα και έχουν απ’ ευθείας σύνδεση με το αίμα και την ψυχή. Γελάνε ψεύτικα, κλαίνε ψεύτικα. Οι καουμπόηδες διαθέτουν όπλα μαζικής καταστροφής, και η πραγματικότητα, αδυνατεί να τα βάλει με την ψηφιακή της μορφή.
Τελικά τις μέρες του καρναβαλιού πέφτουν οι μάσκες, τις άλλες, που η πίστη ντύνει την άπιστη, η δικαιοσύνη την αδικία, η επικοινωνία την απομόνωση, η πολυκοσμία την μοναξιά, η αγάπη το μίσος η εξυπνάδα την πονηριά, το γέλιο το κλάμα, το κλάμα το γέλιο, το εμείς το εγώ, ο θεός το διάβολο και θα μπορούσα να γράφω μέχρι αύριο, πώς να τους ξεχωρίσεις;

Έχω μείον

Είναι απ’ τα κείμενα που όταν ξαναβρεθούν μπροστά σου, σου δημιουργούν ένα κράμα αγωνίας και επιθυμίας να τα ξαναμοιραστείς. Είναι σαν μια αγαπημένη γωνιά του σπιτιού σου, που επιθυμείς διακαώς να την δείξεις σ΄ αυτούς που σε επισκέπτονται για πρώτη φορά.

Αυτή η εποχή λίγο πριν τον ερχομό της άνοιξης, με βοηθά, να αποδράσω από την επικαιρότητα. Εκεί που υμνώ την τεχνολογία συγχρόνως την βλαστημάω. Οι φιλίες έχουν γίνει γραπτά μηνύματα και περνούν μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα, που μας δίνουν την δυνατότητα να έχουμε επαφή με φίλους, σπανίως όμως τους βλέπουμε, και όταν τους δούμε, δεν έχουμε και πολλά να πούμε. Κερδίζουμε καθημερινά σε ευκολίες και χάνουμε σε συναίσθημα. Αυτή η προσθαφαίρεση, δεν ξέρω τελικά τι άθροισμα θα βγάλει. Για την ώρα και εννοώ εκείνες τις μονοψήφιες ώρες, που σε πετάνε ανελέητα στον εαυτό σου και σου ζητάνε διευθύνσεις και ονόματα, έχω μείον
Λίγο πριν την Άνοιξη νοσταλγίες; Όχι ακριβώς. Δυστυχώς βρίσκομαι στην ανάγνωση της τρίτης επιστολής. Μιλάω για αυτές τις μονολεκτικές που έχουμε στείλει στον εαυτό μας, η πρώτη προστακτική: Μεγάλωσε! Η δεύτερη ερωτηματική: Μεγάλωσες; Η τρίτη επικριτική: Μεγάλωσες! Δεν χωράει καμία αμφιβολία. Το μείον το σημερινό είναι αποτέλεσμα των χρόνων.


Δυστυχώς είμαστε παραλήπτες της τρίτης επιστολή. Όταν είχαμε λάβει την πρώτη όπως τα σημερινά παιδιά, η αφαίρεση δεν είχε σκάσει μύτη, μόνο η πρόσθεση, λαίμαργη και αχόρταγη μας καθόριζε την πορεία. Η δεύτερη πέρασε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, με ερωτηματικά που δεν απαντήθηκαν ποτέ εκείνα τα χρόνια, μέχρι να έρθει η τρίτη και η τελευταία για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία.
Ευτυχώς που υπάρχουν και οι παλιές φωτογραφίες για να θυμόμαστε λίγο τα πρόσωπα και να μετράμε τα χαμένα.

Η γλώσσα είναι ψυχή

Η ελληνική γλώσσα είναι ψυχή, μια ψυχή όλο φως, που διαχέεται σε όλη τη γη, διαθλάται σε πολλές άλλες γλώσσες, αντανακλά την ιστορία της ανθρωπότητας.

Το έγραψα παλαιότερα. Παγκόσμια ημέρα της Ελληνικής γλώσσας αύριο, γι' αυτήν ο λόγος, για τη γλώσσα μας, που μπορεί να περιορίζεται η διδασκαλία της, ανά την υφήλιο, εμείς εδώ όμως χωρίς αυτήν, πώς να ζήσουμε πραγματική ζωή. Γιατί όπως γράφει ο Θοδωρής Καλιφατίδης «Αν ο Θεός είναι η αλήθεια, τότε η γλώσσα είναι ο Θεός» ,
Μονάχα στη γλώσσα μας, άλλωστε, όπως γράφει στην παρουσίαση ενός βιβλίου του Καλιφατίδη, η φίλη μου βιβλιοκριτικός Ελένη Γκίκα “μπορεί να μας συμβούν τα πιο βαθιά και αληθινά μας: να ερωτευθούμε, να σταθούμε απέναντι στη γέννηση και το θάνατο, να τραγουδήσουμε τον καημό μας και τη χαρά μας, να κάνουμε τέχνη αναζητώντας το απόλυτο. Νανουρίσματα, μοιρολόγια, δημοτικό τραγούδι και αμανέδες, ραβασάκια, προσευχές και ποίηση μονάχα στη γλώσσα μας μπορούμε να κάνουμε.”



Και αν η γλώσσα μας δεν είναι τα γαλλικά, τα γερμανικά ή τα πανταχού παρόντα κι επιβληθέντα αγγλικά, εμείς δεν γίνεται παρά να υπεραμυνθούμε, του δικαιώματός μας να γεννιόμαστε, να ερωτευόμαστε, να ελπίζουμε, να διεκδικούμε και να πεθαίνουμε μονάχα στη γλώσσα μας.
Γιατί και τα τραγούδια δεν γίνεται παρά να είναι στη γλώσσα μας.
Γιατί ακόμα και η σιωπή σε άλλη γλώσσα γίνεται, εν τέλει, άλλη σιωπή. Και η αλήθεια, ξέρετε, καμία φορά κρύβεται εκεί, στη σιωπή. Η ψυχή μας στο ρυθμό και η άδηλη αλήθεια στη σιωπή και στην αθέατη πλευρά της ζωής μας.
Κι η γλώσσα, το παντοτινό λιμανάκι μας, εμπεριέχοντας την εσαεί επιστροφή μας. «Ήταν ώρα να ξαναγυρίσω στο γραφείο μου και να ξαναπιάσω το σκάψιμο στο μόνο χωράφι που είχα ποτέ στην Ελλάδα: τα ελληνικά μου» μας λέει ο συγγραφέας που έλειπε 35 χρόνια μακριά από την Ελλάδα. Διότι σε ένα χωράφι μπορεί ν’ ανθίσει κανείς.
Ένα ποίημα. Δυο διαφορετικές μεταφράσεις. Ίδιο νόημα. Άλλο ποίημα.

Εις μνήμην: Είναι ρατσισμός να σε τραβάει η ομορφιά;

Δεν ξέρω αν ήταν στη φωτογραφία ή ζωντανή απέναντί μου. Δεν έχω καταλήξει αν ήρθε στον ύπνο μου ή στο ξύπνιο μου. Την είδα ξαφνικά και έχασα το φως μου. Όμως συνέχισα να βλέπω. Ήταν όπως κλείνουμε τα μάτια μπροστά από ένα δυνατό φως και το φως εξακολουθεί να μας θαμπώνει.


Όσες φορές προσπάθησα να γράψω για την ομορφιά, πάντα βρέθηκα μπερδεμένος. Θα προσπαθήσω επιστρατεύοντας και τις τελευταίες εφεδρείες της ειλικρίνειας μου, για να καταλήξω και πάλι σε ερωτηματικό, αλλά ήσυχος που θα έχω γράψει την δική μου αλήθεια και ας μην είναι η αλήθεια.

Δεν μπορώ να απαξιώσω την ομορφιά, δεν μπορώ να την τοποθετήσω σε δεύτερη μοίρα πίσω από την δύναμη του μυαλού και την γενναιότητα της ψυχής.
Θέλω να την αγγίξω. Δεν είναι εύκολο. Επιστράτευσα τον Μπρούνο Μοντεμπέλι
“Το δέρμα της που είχε ψηθεί στον ήλιο σκόρπιζε τώρα γύρω του τα χρώματα και τα τ’ αρώματά του. Μύριζα κανέλλα, πιπέρι και τζίνζερ. Γευόμουν με τα μάτια την καφετιά κρέμα με την οποία φαινόταν να έχει αλειφθεί ολόκληρη, τις κιτρινωπές σαν από χρυσόξυλο αποχρώσεις της επιδερμίδας, τις βιολέτες της ανταύγειες και τους μικρούς της λοφίσκους από μαύρη άμμο όπου σπινθηροβολούσε ένα φίνο μωσαϊκό από μικροσκοπικούς κρυστάλλους. Αυτό το δέρμα απέπνεε θερμότητα και όμως ήταν γεμάτο δροσιά , τα δάκτυλα μου γλιστρούσαν απρόσκοπτα πάνω στην γυαλιστερή του επιφάνεια . Εργάζονταν με επιδεξιότητα και ευφροσύνη , διαπερνούσαν, χώνονταν μέσα στη σάρκα, ζέσταιναν τα βαθιά νερά - και δέχονταν την απάντηση, η γυναίκα μάλιστα πήγαινε μπροστά απ’ αυτά , ανασηκώνοντας το σώμα της, τεντώνονταν το, αργοκουνώντας το κυματιστά για να επισπεύσει την έφοδο της ηδονής.
Γιατί μου χρειάστηκε ο Έζρα για να καταλάβω ότι “αγγίζω” σημαίνει επίσης “αγγίζομαι” ; Ότι δεν υπάρχει άλλη αίσθηση ικανή να δώσει όσο και να πάρει; Ότι δεν υπάρχει ένωση πιο βαθιά από την ένωση της σάρκας των σωμάτων; Ευλογημένος που μου άνοιξε τα μάτια.”
Είναι ρατσισμός να σε τραβάει η ομορφιά και αφήστε αυτά περί υποκειμενικής ομορφιάς. Όχι δεν είναι. Ρατσισμός είναι να θεωρείς τον άσχημο κατώτερο. “Και δεν τον θεωρείς κατώτερο όταν δεν του δίνεις το δικαίωμα να κοσμήσει κι εκείνος μία αφίσα; όταν δεν θέλεις να σε εκπροσωπεί;” θα μου πεις. “Με μπέρδεψες, δεν ξέρω…
Ήταν σίγουρο που το μυαλό μας, πάλι θα μπερδευτεί, η ομορφιά όμως δεν κάνει παρέα με το μυαλό, αυτό το παίρνει και το σηκώνει. Και έτσι όπως είναι σηκωμένο και πετάει στα σύννεφα μια αλήθεια ξέρει και τη λέει και ας κακοχαρακτηρισθεί.
Αυτήν λέει... όπως γράφει ο Οδυσσέας Ιωάννου πως ναι μεν η “ομορφιά του ανθρώπου” κερδίζεται, και πολλές φορές το μυαλό και η ψυχή κάποιου μπορούν να σε γοητέψουν, άλλα από την άλλη, η “χαρισμένη”, η άκοπη, αντικειμενική ομορφιά … "Μπορεί να με κάνει να αλλαξοπιστήσω γαμώτο. Αδύναμος, σακάτης, ένας αξιοθρήνητος ικέτης σε γυναικεία γόνατα που έχουν επάνω μου δικαίωμα ζωής και θανάτου”.

Δεν θα πάρω θέση πίσω από την κλειδαρότρυπα

Μια αφόρητη μπόχα αναδύεται από παντού. Το χειρότερο είναι ότι γίνεται μια προσπάθεια να μετατρέψουν τα ειδεχθή εγκλήματα σε πιπεράτες ιστορίες. Και ακόμη χειρότερο... σκοτώνουν ό,τι πιο όμορφο μας χαρίζει αυτή η ζωή. Τον έρωτα.
Γεννηθήκαμε θλιμμένοι ή γίναμε; Είναι επόμενο. Σε μια κοινωνία στερημένη από αξίες. Σε μια κοινωνία που κάθεται πίσω από την κλειδαρότρυπα. Σε μια κοινωνία που έχει μετατραπεί σε κρεατομηχανή. Σε μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από το τρίπτυχο “σπέρμα αίμα ψέμα”, αυτά τα φαινόμενα να εκδηλώνονται με μεγαλύτερη συχνότητα.


Δεν θα πάρω θέση πίσω από την κλειδαρότρυπα. Δεν συμμετέχω σ΄ αυτό το ομαδικό μπανιστήρι, άρα δεν έχω και τίποτα συνταρακτικό να σας αποκαλύψω. Την λύπη μου προσπαθώ να εκφράσω για τα απανωτά πλήγματα που δέχεται ο πολιτισμός μας. Δεν είναι μόνο τα γεγονότα που μας αμαυρώνουν, είναι και τα γύρω απ΄ αυτά, ο τρόπος που τα παρουσιάζουν, ο τρόπος που τα καταδικάζουν και ο τρόπος που τα υπερασπίζονται.
Η μπόχα έρχεται από παντού. Από την επικοινωνία , από την δικαιοσύνη, από την πολιτική. Ντροπή. Μια μεγάλη ντροπή.
Φεύγω… Ένα παλαιότερο κείμενο βάλσαμο. Τελικά ο μόνος τρόπος για να γλυτώσουμε από την δυσωδία είναι να συνομιλήσουμε με το μεγάλο, με όλα εκείνα που αντέχουν στον χρόνο, με εκείνες τις σταθερές που μας επαναφέρουν. Μόνο έτσι μπορούμε να αποφύγουμε την κλειδαρότρυπα.
Νοιώθω μικρός μπροστά στον απέναντι βράχο. Χιλιάδες χρόνια είναι εκεί και χιλιάδες θα παραμείνει. Αυτή η σταθερά διευκολύνει τη μικρή ζωή μας και κάνει λιγότερα επώδυνα τα πράγματα ακόμα και όσο αφορά το τέλος της ... είναι δύσκολο να φανταστώ το τέλος του βράχου, το τέλος της θάλασσας.
Δεν ξέρω πως προέκυψε αυτή η ανάγκη για τη φύση. Ίσως επειδή η φύση αλλάζει τα μεγέθη και με ηρεμεί.

«Τα μόνα πράγματα που αντέχουν στον χρόνο είναι εκείνα που δεν υπήρξαν ποτέ», ισχυρίζεται στις «Αιωνιότητες» ο Μπόρχες , αλλ’ όμως αντέχουν και στο χρόνο, όσα δεν πουλήθηκαν και δεν αγοράστηκαν ποτέ: ο ουρανός, η θάλασσα, το φεγγάρι, ο ήλιος, ο έρωτας, το ποίημα, η επίγνωση, η ελπίδα, η μοναξιά, η ζωή. Ναι η ζωή. 

Τα καρφιά της ματαίωσης

Αφορμή η συζήτηση στη Βουλή που προηγήθηκε, σχετικά με την πρόταση μομφής που κατέθεσε η αξιωματική αντιπολίτευση. Τρόμαξα. Δε μπορεί είπα, κάποια επιθεώρηση παρακολουθώ που γυρίστηκε στη Βουλή, παίζει και ο Μένιος Φουρθιώτης. Για όσους είναι άγνωστος, μέσα σε αυτούς και ο Πρωθυπουργός, ο Φουρθιώτης όπως γράφει ο Νίκος Μπογιόπουλος, είναι η επιτομή της εφ’ όλης της ύλης σαπίλας ενός ολόκληρου συστήματος: Σαπίλα μιντιακή με TV-σκουπίδια και εκδότες-σούργελα. Σαπίλα πολιτική με «επιτελικές» υποκοσμιακές διασυνδέσεις. Σαπίλα αστυνομική με "αριστες" προτεραιότητες και αντανακλαστικά. Σαπίλα "πετσοδημοσιογραφική" που όταν μπουκώνεται ούτε ακούει ούτε βλέπει. Σαπίλα οικονομική με "υγιή" επιχειρηματικότητα του τύπου "τ’ αγγειά γινήκαν θυμιατά/ και τα σκατά λιβάνι/ οι νταβαντζήδες γίναν δήμαρχοι/ κι οι κλέφτες καπετάνιοι».


Δυστυχώς, αυτή είναι σήμερα η πολιτική πραγματικότητα. Μια κατάσταση που έχει παγιωθεί και έχει γίνει αποδεκτή από την κοινωνία.
Το θέμα μας όμως είναι η κοινωνία.
Ας πούμε ότι τελείωσαν τα μνημόνια, που δεν τελείωσαν. Ας υποθέσουμε πως ξεπεράστηκε η οικονομική κρίση, που δεν ξεπεράστηκε. Εκτός από την αδυναμία της αγοραστικής μας δύναμης, τι αλλαγή επήλθε στη συμπεριφορά, τόσο της κεντρικής διοίκησής, όσο και της ίδιας της κοινωνίας, ύστερα απ΄ το ισχυρό σοκ που βίωσε και βιώνει;
Ίδιες συμπεριφορές. Ίδιες λογικές. Ρουσφέτια, διασπάθιση δημόσιου χρήματος, απαξίωση του δημόσιου χώρου, αποθέωση του χρήματος, υποτίμηση του πολιτιστικού αποθέματος. Οι ίδιοι που στα στα χρόνια της κραιπάλης δόξαζαν τον ατομισμό, τον κυνισμό το λάιφστάιλ, την αναδιανομή του Χρηματιστηρίου, την υποκουλτούρα και ήταν αδιάφοροι απέναντι στην διαφθορά και τα οικονομικά σκάνδαλα, αφού στο ζενίθ της οικονομικής κρίσης έριξαν το ανάθεμα για εκείνη την περίοδο, σήμερα επέστρεψαν στο οικείο περιβάλλον και κάνουν τα ίδια και χειρότερα.
Πάρτε ένα παράδειγμα από την μικρή μας Πόλη. Μπήκαμε στο κατάλογο μνημείων της Unesco από 2007, βλέπετε να μας απασχολεί το θέμα, γεμίσαμε τραπεζοκαθίσματα και ξεχειλίσαμε στο πλαστικό, οι μικρές πλαζ της πόλης απώλεσαν τον λαϊκό χαρακτήρα τους και έγιναν πριβέ, το ίδιο και η νησίδα Βίδο. Τα λεωφορεία τέρατα, ανοιχτά και κλειστά προκαλούν κυκλοφορική ασφυξία και απειλούν να πνίξουν το ιστορικό κέντρο. Καμία σοβαρή υποδομή, ο πολιτισμός παρεξηγημένη λέξη, τα σκουπίδια αφού μας έπνιξαν και δηλώσαμε την αδυναμία μας να τα διαχειριστούμε, δρομολογήσαμε την μεταφορά τους έξω από το νησί και πανηγυρίζουμε γι αυτό. Το εργοστάσιο επεξεργασίες οδηγείται στις καλένδες. Παράλληλα ξεπουλήθηκε το αεροδρόμιο, ετοιμάζεται το λιμάνι και στο όνομα της ανάπτυξης καταστρέφουμε ξεπουλώντας και τσιμεντάροντας, μέρη φυσικού κάλους όπως ο “Ερημίτης”.
Όλα αυτά σε περίοδο κρίσης. Τα ίδια και χειρότερα από την εποχή του Σημίτειου εκσυγχρονισμού. Να σας θυμίσω ήταν τότε που διακηρύχθηκε το σπάσιμο των δεσμών με το παρελθόν της μίζερης Ελλάδας, σαν άλμα στο λαμπρό μέλλον των αγορών. “Το άλμα συντελέσθηκε πράγματι, πάνω από στάδια, εργολαβίες και ιερά δισκοπότηρα χρηματιστηρίου και ευρώ”, όπως γράφει ο Νίκος Ξυδάκης, “όταν πέσαμε όμως δεν υπήρχε ούτε στρώμα ούτε χώμα. Υπήρχαν τα καρφιά της ματαίωσης.” Όταν έσπασε η φούσκα βυθιστήκαμε διαδοχικά στην κατάπληξη, την οργή, την αυτοϋποτίμηση, το φόβο, το μίσος.
Το χειρότερο!!! Θεωρούμε το ψέμα στην πολιτική σαν κάτι φυσιολογικό και δεν μας ενοχλεί. Η αλήθεια όμως όπως έχει γράψει ο Γκράμσι είναι επαναστατική “παραμένει προοδευτική, δραστική και ανατρεπτική. Αυτός ο κόσμος δυστυχώς προστατεύεται από το πέπλο των παραισθήσεων και των αυταπατών που μας γεννά το δήθεν δικαίωμα να βλέπουμε βιτρίνες μέσα από την κλειδαρότρυπα. 
Δείτε λιγότερα

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...