Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

Το νησί της Ναυσικάς δεν μπορεί να λείπει από τον μύθο




Είναι η έβδομη φορά και ελπίζω να είναι η τελευταία. Ο Δήμος της Κέρκυρας, το νησί της μουσικής, πρέπει επιτέλους να τιμήσει τον Μίκη Θεοδωράκη.  Η πρόταση έρχεται από παλιά, δεκαεπτά χρόνια πριν, όταν σημερινός Δήμαρχος ήταν Δημοτικός Σύμβουλος.   Την προηγούμενη την   6η  δηλαδή κατά σειρά,  αφορμή μου δόθηκε από τον πρόσφατο θάνατο του Λάκη Σάντα και του Θανάση Βέγγου, αμφότεροι επίτιμοι   δημότες του Δήμου μας. Καμία  διαφωνία ορθά ο πρώην Δήμος Κερκυραίων τους τίμησε για την μεγάλη τους προσφορά. Το νησί της μουσική όμως, όπως  θέλουμε να αποκαλούμαστε,  θα έπρεπε να έχει τιμήσει και το μεγάλο Μίκη Θεοδωράκη. Και για να γίνω πιο χρήσιμος. Θα πρέπει να τον τιμήσει. Όσο υπάρχει χρόνος, δεν θα σταματήσω να επαναφέρω την πρόταση.
Οι μύθοι μεγαλώνουνε αλλά μένουν πάντα νέοι. Μίκης Θεοδωράκης. Μπροστά στην μαγεία της δημιουργίας, τα λόγια ωχριούν.
Στο ένθετο της «Οδύσσειας»,  τελευταίο δίσκο του μεγάλου Έλληνα σύνθετη, σε στίχους Κώστα Καρτελιά και ερμηνεύτρια τη Μαρία Φαραντούρη,  διαβάζουμε:

Οδύσσεια θα μπορούσε να σημαίνει το μεγάλο ταξίδι του Μίκη Θεοδωράκη στη θάλασσα της μουσικής, που ξεκίνησε όταν έγραψε το πρώτο τραγούδι στην Πάτρα, το 1937, σε ηλικία 12 ετών, έως το πιο πρόσφατο σταθμό, τον Απρίλιο του 2006, σε ηλικία 81 ετών, όταν συνέθεσε τα 14 τραγούδια αυτής της οδύσσειας. Τότε που ένας νέος ποιητής, ο Κώστας Καρτελιάς,  άφησε διακριτικά ένα φάκελο, ο οποίος βρέθηκε την επομένη το πρωί πάνω στο γραφείο του σύνθετη και, μόλις εκείνος τον άνοιξε και διάβασε τα πρώτα ποιήματα: «Ένοιωσα και πάλι το γνωστό παλιό σκίρτημα στην καρδιά μου και χωρίς να το πολυσκεφτώ, άρχισα να χαράζω πεντάγραμμα στα περιθώρια του κειμένου και να τα γεμίζω με νότες. Θέλω να πιστεύω ότι ο απλός ανάγνωσης και φυσικά ο ακροατής αυτών των τραγουδιών, θα με δικαιώσει για την επιλογή μου και θα καταλάβει τι ήταν αυτό που έκανε να σκιρτήσει μια καρδιά βαρυφορτωμένη  από τον χρόνο «λέει ο ίδιος».
Ο συνθέτης έντυσε με μουσικές  ανάσες τους πραγματικά εξαιρετικούς  στίχους σ’  αυτόν το σταθμό της μεγάλης του  πορείας.
«γιατί στην πόλη αυτή δεν γνώριζα κανένα, γιατί στην πόλη αυτή εγώ ήμουν ο κανένας», «…και τα όνειρα μου τα μικρά κι απειλημένα», «έχουν τα όνειρα αρώματα, που λες, θα γίνω κλεφτής να τους κλέβω μυρωδιές…», «εμένα η Μοίρα μου όταν έριχνε τα ζάρια, είχε μαλώσει το πρωί με το Θεό», «είναι πολλές οι μουσικές να τις αντέξεις όταν το  πέλαγος βαλθεί να τραγουδά».
Ήταν η 6η  φορά, που με τα παραπάνω απευθύνθηκα προς κάθε αρμόδιο, σήμερα είναι η 7η. Έχω την περιέργεια,  να δω σε ποιον αριθμό θα σταματήσω. Να δω, αν  η οδύσσεια, για τον Μίκη  θα  έχει σταθμό  και στο νησί της Ναυσικάς. 

\



Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

Οι πιο μικρές αποστάσεις είναι αποστάσεις αδιάβατες



«Οι πιο όμορφες συναντήσεις,. είναι αυτές που δεν έγιναν» υποστηρίζει στα «παράδοξα» ο Ευγένιος Αρανίτσης και μας ταξιδεύει στην παιδική μας ηλικία, στην δεκαετία του ’70 ,που αλλού φυσικά από την αγαπημένη του πόλη.
Οποιοδήποτε απόσπασμα το αδικεί το εξαιρετικό κείμενο.
Θα παραθέσω τον επίλογο:
«Έτσι αφού αδυνατείς να συναντήσεις κάποιον, αδυνατείς εξίσου και να αποφύγεις την συνάντηση μαζί του, όπως έκανα εγώ στην δεκαετία του ’70 παγιδευμένος ηρωικά στην παροιμιώδη συστολή του ερωτευμένου. Δεν είσαι πια σε θέση να αναβάλεις  μια συνάντηση. Άνθρωποι σαν τον ομιλούντα που η κοινωνία μολονότι δεν το ομολογεί απερίφραστα, επιμένει να αντιμετωπίζει με καχυποψία και ίσως να θεωρεί μισότρελους, είδαν κάποτε, χωρίς να την συναντήσουν την σελήνη ακουμπισμένη στο περβάζι του παραθύρου. Διαμάχες ξέσπασαν για το αν η σελήνη εκεί στο παράθυρο διάβαζε η κεντούσε. Εκ των υστέρων μπορεί να σας φαίνεται παιδαριώδες   αλλά συνέβη. Είδα τη σελήνη και το θυμάμαι. Χρώμα της ήταν το ασημί, στοιχείο της το νερό, ημέρα η  Παρασκευή και θέση το ναδίρ. Ηλικία η εφηβική. Μέταλλο ο υδράργυρος, και φυτό το δενδρύλλιο που ονομάζεται κουμ κουάτ.»
«Κι έτσι αργά και κρυφά ξεδιπλώνεται η ζωή, μακριά  από χλαλοές και ξεσκίσματα. Γιατί η ζωή κρύβεται όπως η φύση. Κινείτε από μυστικό σε μυστικό, από φύλλο σε φύλλο. Ο ποιητής ψαύει το φύλλο» Αντρέι Ταρκόφσι για ποιητή πρόκειται και ας έκανε τον σκηνοθέτη.
Φαντάζεστε να ήταν αληθινή η μάγισσα των παραμυθιών; Εκείνη η καλή νεράιδα με το μαγικό ραβδάκι που σε γέμιζε άμαξες χρυσές, γοβάκια πρίγκιπες και πριγκίπισσες;  Αλλά να μην μας ρωτούσε, την ψυχή μας την σκοτεινή να αφουγκραζότανε  κι εκείνης τα χατίρια να εκπλήρωνε, όπως τα εκπληρώνει η ζωή που την φοβόμαστε και την αποκαλούμε μοίρα και πεπρωμένο ή .… σύστημα! Και εκείνος ο ρώσος ποιητής που ψαύει το φύλλο και όλοι τον λένε σκηνοθέτη, «ζώνη των επιθυμιών» Αλλά από τη  ψυχή του, πώς να ξεφύγει κανείς; Οι πιο μικρές αποστάσεις είναι αποστάσεις  αδιάβατες

Οι πιο όμορφες συναντήσεις λοιπόν είναι αυτές που δεν έγιναν κ. Αρανίτση.
Και οι πιο μικρές αποστάσεις είναι αποστάσεις αδιάβατες. Δεν είναι τα σύνορα και τα συρματοπλέγματα που μας φράζουν το δρόμο, αλλά η  απόγνωση μιας ζωής.
Που να βαδίσω τώρα πια ξυπόλητος στ’ αγκάθια;
Η φράση  - κλειδί «ήρθες αργά». Και στο φινάλε είναι αλήθεια.
Μπορεί να γέμισα με μελάνι πολλά μονόστηλα,. Μπορεί να γέμισα με λέξεις χίλιες δύο δικαιολογίες, για να φέρω στο φως ετούτη εδώ τη φράση. Μια φράση για να πω αυτό που δεν μπορώ να πω. Για τη χαρά που μου φανερώνεται, που ξεχειλίζει και με αποσπά από τα πάντα, για να με παραδώσει ξανά στον εαυτό μου και να αποκαλύψει πόσο μικρό είναι αυτό που ονομάζουμε «εαυτό». Πόσο αδύναμο και δίχως αληθινή συνοχή.
Πριν απ’ αυτόν τον έρωτα ήμουν αγέννητος. Σήμερα έχω την αιώνια ηλικία της πρώτης φοράς του έρωτα. Έχω διαβεί από μια ανυπαρξία σε μια υπόσταση ζωηρή και λαμπερή σαν μουσική ατάκα σαν παλμό δοξαριού, σαν πιρουέτα του Γιόχαν – Σεμπάστιαν Μπαχ…».
Από το ένα διαμέρισμα στο άλλο, δέκα μέτρα.  Οι πιο μικρές αποστάσεις είναι αποστάσεις αδιάβατες





Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

«Μόλις διάβασα την …άποψη σου, μόλις τελείωσα την δική μου, στη στέλνω…»

Με τις λέξεις τα έβαλα χθες στην αντιπαράθεση με τη σιωπή. Γκρεμός οι σκέψεις σήμερα. Βάθος αμέτρητο και απύθμενο η διαδρομή τους. Με πάνε εκεί απέναντι από την κλειστή την πόρτα. Και πουθενά κλειδιά.
Η γραφή εκτός, από γνώση και λίγο ταλέντο, θέλει και τεχνική. Ακόμα και αυτά τα μικρά καθημερινά κείμενα της στήλης, χρειάζονται κάποιες λέξεις κλειδιά, λέξεις που από μόνες τους έχουν κάτι να σου ψιθυρίσουν. Τρεις λέξεις είναι αρκετές για να δώσουν το άρωμα, να κρατηθούν στην μνήμη μια για πάντα. Μια φράση, του Ποιητή, «Πριν απ’  μάτια μου ήσουν φως» για να νικήσει τις σιωπές και να φωτίσει χωρίς δεύτερη κουβέντα.
Σε μια διαδρομή λέξεων, αλληλεγγύης σκέψεων, σ’ ένα παιγνίδι που δεν έχει σχέση με τη γνωστή «κρεμάλα», θα επιχειρήσω να δώσω τη σκυτάλη, για να συνεχίσουν από εκεί που έμεινα γερά πνευμόνια και φρέσκα μυαλά, να πάνε τα σκέψη παραπέρα από την κλειστή την πόρτα. «Μόλις διάβασα την …άποψη σου, μόλις τελείωσα την δική μου, στη στέλνω…»
«Η σκυταλοδρομία ήταν πάντα το αγαπημένο μου παιχνίδι. Νομίζω πως αυτό συμβαίνει επειδή έχει να κάνει με την ανταλλαγή. Όχι αγαθών, προς θεού. Ανταλλαγή απόψεων, γνώσεων, συναισθημάτων, βλεμμάτων. Ανταλλαγή ατάκας, το καλύτερο μου.
Τη σφίγγω λοιπόν τη σκυτάλη που μου δόθηκε  στο όχι πια φρέσκο μυαλό μου τριγυρνά κάτι που με απασχολεί καιρό, η λέξη εκτίμηση. Ακούγεται λέξη συντηρητική, συμβατική, κι όμως έχει μεγάλο βάθος. Η εκτίμηση είναι η πεμπτουσία των ανθρώπινων σχέσεων.

Το καθημερινό δούναι και λαβείν εμπεριέχει την έννοια της εκτίμησης. Να δίνεις και να παίρνεις εκτίμηση. Όχι του σεβασμού που ταιριάζει στους δασκάλους. Ούτε της ευγνωμοσύνη, που ταιριάζει στους ευεργέτες.
Αλλά της μεταξύ μας εκτίμησης. Όχι για τα κερδισμένα Όσκαρ, Πούλιτζερ, βραβεία, εκατομμύρια. Αυτά είναι άλλου είδους απόχτια.
Για το κομμάτι του ψητού που μου αρέσει και το βάζεις στο πιάτο μου.
Για το ότι μου μιλούσες στο τηλέφωνο μισή ώρα, κι ας πνιγόσουν, επειδή έκλαιγα.
Για το ότι έψαξες τρία φαρμακεία, νύχτα για να βρεις τα χάπια μου.
Για το ότι ένιωσες την επιτυχία μου σαν δική σου.
Για το ότι έκλαψες το θάνατο των δικών μου σαν δικών σου.
Γιατί με τράβηξες με δύναμη την ώρα που κόντευα να γκρεμιστώ.
Γιατί είσαι ειλικρινής.
Γιατί δεν είσαι πονηρός και δε θέλεις να γίνεις.
Για όλα τα μικρά και τα μεγάλα που κάνεις για μένα, αλλά κυρίως για εκείνα που κάνεις για τους άλλους, για τον κόσμο που μας περιβάλλει, για το σύνολο.
Γιατί νοιάζεσαι για τον τόπο σου, ανώνυμα.
Γιατί το δίκαιο είναι η σημαία σου.
Γιατί πονάς για το καναρίνι, για το σκύλο, για το φίλο.
Κι όλα τούτα έχουν αξία επειδή εκτιμώνται από μένα, από άλλους, από λίγους ή πολλούς, κι όσα σου γυρνάνε πίσω, αξίζουν επειδή μπορείς και τα εκτιμάς.
Αμφίδρομα, αλληλέγγυα, αβίαστα συνεχίζεται η ανταλλαγή, επειδή υπάρχει η εκτίμηση. Έτσι, σαν αγώνας σκυταλοδρομίας, απόλαυση της ζωής μεγάλη είναι τα μικρά και τα μεγάλα της κάθε μέρας να παίρνουν θέση στις καρδιές των αγαπημένων, να μην περνάνε σαν τη βροχή που ζωντανεύει τη φύση και μόλις στεγνώσει, κανείς δε θυμάται ότι έβρεξε.
Έτσι αξίζει, μόνον όταν εκτιμάς, αξίζει…"


Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Διαφορετικός χρόνος, ίδιος θυμός


Σχεδόν πάντα τη Δευτέρα δεν είχα όρεξη  να μιλάω,  ούτε να ακούω και πολύ περισσότερο να γράφω. 
Από  κάποια Δευτέρα ξεκίνησα την αφαίρεση στο λόγο.  Δευτέρα σήμερα,  μη δίνετε σημασία
Προσπαθώ, ξεφεύγοντας από τη μιζέρια, που αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο της μικρής μας κοινωνίας - με μεγάλη δυσκολία δεν λέω -  να ερμηνεύσω όλα αυτά που συμβαίνουν και πιάνω τον εαυτό μου να καταφεύγει σε ανορθόδοξες μεθόδους.
Συνέχεια  στο προηγούμενο με ένα παλαιότερο.  Διαφορετικός χρόνος, ίδιος θυμός. Πλήρης απογοήτευση, όχι όμως και σιωπή. Κανονικά με όλα αυτά τα καταγεγραμμένα ψεύδη, όλοι αυτοί που έχουν την αίσθηση, ότι θα σώσουν το τόπο, αν υπήρχαν νόμοι να τους δικάσουν θα έπρεπε να εκτίουν τρις ισόβια. Αν πάλι υπήρχε ίχνος ηθικής, που να ακουμπάει τη ψυχή τους, θα έπρεπε κάνουν χαρακίρι. Επαναφέρω κάποια θυμωμένα κείμενα για να ξεθυμώσω.
Τα σπαταλάω τα λόγια σήμερα, γιατί βρίσκομαι ένα βήμα, από εκείνο το εφήμερο, που δίνει νόημα στη ζωή μου. Από εκείνο το εφήμερο, που μέχρι σήμερα μου διέκοψε πολλές φορές αυτή τη βαρετή πορεία. Από εκείνο το εφήμερο, που έκανε κάθε στάση και μια νέα αρχή, που μου αφαιρεί τα παραπανίσια χρόνια, που μου αλλάζει τα χρώματα και τα φώτα.
Από εκείνο το εφήμερο που επιταχύνει τους ρυθμούς στην καρδιά μου και ανανεώνει τον αέρα στα πνευμόνια μου.
 

Όσο οι πολιτικοί θα μας έρχονται από άλλον πλανήτη, απ’ αυτήν εδώ τη μικρή έπαλξη, θα υπερασπίζομαι τα αυτονόητα, έστω και με κάποια δόση υπερβολής, αναγκαία για να ξεκουφάνει και να ξεστραβώσει… Μπορεί κάποιες στιγμές να καταφεύγω στη σιωπή, έτσι για να πάρω ανάσες, όμως για κάτι τέτοια, που συμβαίνουν εδώ στην μικρή μας πόλη, με όλη μου τη καρδιά τα σπαταλάω τα λόγια. 
Νοιώθω υπέροχα, που θα σπαταλάω τα λόγια όχι μόνο για τον δικό μου θυμό, αλλά και για τον δικό σας. Και για να το κλείσουμε το θέμα αυτό με τις ευθύνες,  που κατάντησαν αυγό η κότα, το να προτάσσουμε την συλλογική ευθύνη, από την μια δείχνει μεγαλοψυχία, από την άλλη όμως κρύβει ένα μεγάλο ψέμα. Είναι εύκολο με έναν γενικό αφορισμό, να ρίχνουμε στη λήθη, όλες τις ευθύνες και αυτές που δεν μας αναλογούν, κλείνοντας έτσι το κεφάλαιο μιας εποχής, που ουσιαστικά δεν θέλουμε να θυμόμαστε. Η λογική των συγκοινωνούντων δοχείων, δίνει διέξοδο στην διαλεκτική, να καταλήξει στα αδιέξοδα που επιθυμεί. Κάπως έτσι κλείνουμε τα κεφάλαια, εισπράττοντας το μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί, ώστε να νοιώθουμε τις απαραίτητες ενοχές, για να μπορούμε να αθωώνουμε τους άλλους. Φταίω εγώ, φταις εσύ, φταίνε αυτοί και άλλοι, φταίει το σύστημα, για να καταλήξουμε στην ουσία ότι δεν φταίει κανένας. Αυτή η αλληλεγγύη στην ανάληψη ευθυνών, φαίνεται πως λειτουργεί κατευναστικά τις ώρες της κρίσης. Επιτέλους να το πούμε χωρίς περιστροφές: «ΑΥΤΟΙ ΦΤΑΙΝΕ»





Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...