Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2022

Τα όνειρα μας παίρνουν χρώμα χριστουγεννιάτικο



Τελικά αυτά τα ταξίδια επί τόπου είναι πιο επικίνδυνα. Δεν το γράφω γατί ζηλεύω αυτούς που γύρισαν και τις πέντε ηπείρους, αυτούς εννοείται πως τους ζηλεύω, το γράφω γιατί τα δικά μου ταξίδια, ίσως είναι τελικά πιο επικίνδυνα από τα άλλα τα αληθινά. Κάθε ταξίδι και βουτιά με κρατημένη την ανάσα στον απόλυτο βυθό.
Μπορεί η ακρίβεια να θερίζει, οι λογαριασμοί ρεύματος να έχουν φτάσει στον Θεό, η βενζίνη και το πετρέλαιο να έχουν περάσει στη λίστα των ειδών πολυτέλειας, η πόλη όμως σε λίγο και πάλι θα φορέσει τα λαμπερά στολίδια της, οι χριστουγεννιάτικες προσφορές άρχισαν να παίρνουν θέση στη μάχη της αγοράς. Κινητά τηλέφωνα νέας γενιάς, (οι γενιές εδώ έχουν διάρκεια ημερών), νέα μοντέλα αυτοκίνητων, τηλεοράσεων, υπολογιστών. Ρούχα ταξίδια παιγνίδια αξεσουάρ. Τα όνειρα μας παίρνουν χρώμα χριστουγεννιάτικο.


Τι νομίζετε μ’ αυτά και μ’ αυτά περνάει η ριμάδα η ζωή. Ζούμε τη χαρά της παραμονής και γι’ αυτό έχουν φροντίσει να μην μας την στερούν.
«Πηγές της ιστορίας δεν είναι μόνο τα αρχεία, τα ντοκουμέντα, οι μαρτυρίες. Είναι και η σιωπή.» γράφει η Μάρω Δούκα και η Κυρία του Ραδιοφώνου απηυδισμένη από τη διαφημιστική επίθεση είναι έτοιμη να δώσει τα ρέστα της για λίγη σιωπή... «Μας πεθάνανε πια. Ονόματα, φίρμες, μάρκες, ευχούλης προσευχούλης. Ο μεγάλος ινδιάνος Τσερόκι τώρα με 50 άτοκες, αύριο με δώρο έναν μικρό Ινδιάνο. Με την ηλεκτρονική κουζίνα δώρο ένας φούρνος μικροκυμάτων. Με το πλυντήριο δώρο οι λογαριασμοί του νερού και της ΔΕΗ. Αυτό το αυτοκίνητο πρέπει να το οδηγήσεις οπωσδήποτε, οδήγα το και άσε μας ήσυχους. Με πόσα κουπόνια δίνει δώρα ο Γάμα Δέλτα Παπαρόπουλος; Επιτέλους, ένα γιαούρτι με 200% λιπαρά, οι ανορεξικοί να κάτσουν στην μπάντα.
Ω! δεν μπορώ, κουράστηκα, βαρέθηκα, έπηξα, γιατί πλένω το κεφάλι μου απ’ έξω, αφού η καλύτερη σαπουνάδα γίνεται μέσα και σου την κάνει κι άλλος να μην κουράζεσαι. Να πληρώσουμε κάτι παραπάνω για λίγη σιωπή;»
Κάπου εκεί σε προχωρημένο φθινόπωρο με πιάνει, εκεί που δεν υπάρχουν διλήμματα για τον ερχομό του χειμώνα. Τα υπαρξιακά ζητήματα αναδύονται με περισσότερη ένταση αυτήν την εποχή. Και επειδή δεύτερη ζωή δεν έχει…
Ας το ρίξουμε στα παραμύθια, αυτά που μας μεγάλωσαν όπως τα μάθαμε, και αυτά που μας κρατάνε ζωντανούς όπως θέλουμε πλέον εμείς να τα λέμε. Άλλωστε εκείνο το παράπονο, τα παιδιά και τους μεγάλους επισκέπτεται. Το στάδιο των πολλών απαιτήσεων, το έχουμε περάσει προ πολλού. Ούτε δόξα ούτε χρήμα. Πολύ λίγα είναι αυτά που ζητάμε σήμερα, γι' αυτό και το παράπονο. Όσον αφορά τα παραμύθια, εκεί είμαστε εκτός συναγωνισμού, το ξέρουμε καλά το μάθημά μας…
Για να έχει το παιχνίδι ενδιαφέρον, χρειάζεται πάθος και δύναμη, τα ελάχιστα να γίνονται μεγάλα, ώστε να αποκτούν οι λεπτομέρειες ανάλογο ενδιαφέρον με τα γεγονότα και σε πολλές περιπτώσεις να τα ξεπερνούν. Το παράπονο εκείνης της στιγμής που ξεφούσκωσε και αυτό με τη σειρά του και μας άφησε εκεί στου δρόμου τα μισά, ήταν παιδί κάποιας αγνοημένης λεπτομέρειας, αν δεν με γελάει η μνήμη μου.

Τον Νοέμβρη η μνήμη υπερέχει…

Ο Νοέμβρης μας ταξιδεύει και για τη γενιά μου - λίγο πριν λίγο μετά - ο Νοέμβρης ως σύμβολο, υπήρξε προθάλαμος για την ενηλικίωση. Εκεί βαπτιστήκαμε αθώοι πολιτικά στο παρελθόν και παραδοθήκαμε σπάταλα στο παρόν. Δεν ξέρω γιατί αυτή την εποχή, η μνήμη υπερισχύει των καιρικών συνθηκών και πάντα ζωγραφίζει μέσα μου την παρακάτω εικόνα.


"Από το άχρωμο ξεκίνημα της ζεστής και ψεύτικης μέρας, σκοτεινά σύννεφα με σχισμένες άκρες περιφέρονται στην πνιγηρή πόλη. Από τη μεριά της εισόδου του λιμανιού τα σύννεφα συσσωρεύονταν διαδοχικά και απειλητικά, και μαζί τους απλωνόταν μια πρόγευση τραγωδίας βγαλμένη από την ακαθόριστη κακία των δρόμων απέναντι στον αλλοιωμένο ήλιο. Κουρέλια από κουρελιασμένα σύννεφα μαύριζαν τη δυτική πλευρά. Ο ουρανός από την μεριά του φρουρίου ήταν ξάστερος αλλά με ένα κακό γαλάζιο. Υπήρχε ήλιος αλλά δεν σου έκανε όρεξη να τον απολαύσεις.
Το μεσημέρι ο ουρανός φαινόταν πιο καθαρός, αλλά μόνο προς τη μεριά της παλιάς πόλης. Πάνω από την είσοδο του λιμανιού ο ουρανός ήταν πράγματι πιο ξάστερος. Στη βόρειο πλευρά της πόλης τα σύννεφα συνενώνονταν αργά σε ένα μόνο σύννεφο, μαύρο αδυσώπητο, που προχωρούσε αργά με νύχια φαγωμένα και γκριζωπά στην κατάληξη των μαύρων χεριών του, σε λίγο θα έφτανε ο ήλιος, οι θόρυβοι της πόλης έμοιαζαν να σβήνουν σε αυτήν την αναμονή. Στις τρεις το απόγευμα ο ήλιος ήταν εντελώς απών". Μην κάνετε κακούς συνειρμούς για την Λισσαβόνα πρόκειται., που εξυπηρετεί στις παρούσες στιγμές αυτά που ήθελα να γράψω, όμως δε γράφω αυτά που θέλω. Ένα μικρό μέρος εξομολόγησης, τεχνηέντως διατυπωμένο, ώστε να βγάζει την επιθυμητή εικόνα. Η καθημερινή μάχη με τον εγωισμό μας , δεν είναι εύκολη υπόθεση, ακόμα και τις μέρες που φαίνεται τσακισμένος, σκοπιμότητες εξυπηρετεί.
Κάνω προσπάθειες και έχω κερδίσει κάποια μέτρα. Υπάρχουν στιγμές δύναμης ή αδυναμίας, που πετάγονται κάποιες λέξεις προς τα έξω, μεταφέροντας μέσα μου αέρα ελευθέριας. Τις περισσότερες φορές αποσπασματικά και σε χρόνους ανώδυνους.
Όχι δεν είναι ακραία... δημιουργικές ενοχές ενός εκδρομέα του ’70 είναι, που προσπαθεί, με λέξεις να επικοινωνήσει, αλλά μέχρι σήμερα γίνεται αποκλειστικός φορέας του αυστηρά προσωπικού… δηλαδή της μοναξιάς του.”

Η φωτογραφία είναι του Βασίλη Δουκάκη

Δεν μπορούμε να ανταμώσουμε…

Η ανθρωπότητα νοιώθει σιγά - σιγά πως ο θρόνος της δεν είναι τόσο γερός όσο η φαντασίωση της τον είχε πλάσει και παρακολουθεί, χωρίς να συμμετέχει το δράμα στο οποίο πρωταγωνιστεί. Οι όποιες κατά καιρούς σπασμωδικές κινήσεις, δεν εμπόδισαν τα πράγματα να συνεχίσουν την καταστροφική πορεία τους.

Οι πολιτικοί υπογράφουν συμφωνίες με πρώτο άρθρο το δικαίωμα να μην τις τηρήσουν και μείς σε ένα διαρκή πόλεμο μεταξύ μας.
Στο έδαφος της πολιτικής διαφωνίας, βλασταίνουν πλέον εσωτερικά πάθη, πείσματα, συναισθηματικές και πνευματικές ανεπάρκειες, φοβίες, ματαιώσεις. Οι εστίες του πολέμου είναι διάσπαρτες σε όλο το κοινωνικό φάσμα και δεν ξέρεις πλέον από που να φυλαχτείς. Δεξιοί στα μαχαίρια με δεξιούς, αριστεροί με αριστερούς, και χιαστί.


“Οι συγκρούσεις ξεσπούν με αφορμή έναν φαινομενικά αδύναμο σπινθήρα: ξεκινούν σαν διαφορά επιχειρήματος, προσέγγισης ή και ιδεολογίας, και φουντώνουν, ανοίγονται χαράδρες απλησίαστες”. Η διχόνοια, όπως την περιγράφει ο Διονύσιος Σολωμός: «Η Διχόνοια που βαστάει ένα σκήπτρο η δολερή καθενός χαμογελάει, ‘πάρ’ το’, λέγοντας, ‘και συ’»
“Γίναμε μια κοινωνία απειλούμενων ατόμων.” όπως γράφει ο Νίκος Ξυδάκης. “Η εύκολη οδός για τον πληττόμενο, τον απειλούμενο, τον φοβισμένο, είναι η οδός της ατομικής διάσωσης παντί τρόπω. Μιθριδατισμός στον πόνο του άλλου, η αδυναμία ή και άρνηση κατανόησης της διαφορετικής γνώμης, της άλλης στάσης”.
Δυστυχώς από τη βολή του καναπέ, από τις υποχρεώσεις που μας φόρτωσαν, από τους φίλους που δεν έχουμε, από τους προγραμματισμούς για μια μίζερη ζωή, από το χρόνο που κλέψαμε πιστεύοντας ότι μπορούμε να τον πληρώσουμε… υπάρχει χάσμα αξεπέραστο.
Είναι αυτό το χάσμα που απομακρύνει την αλληλεγγύη των γενεών και κόβει απότομα μια αλληλουχία. Την κληρονομιά την ξοδέψαμε στα χρηματιστήρια και στο ευ ζην. Ξεπουλήσαμε την ψυχή μας στο διάολο και τώρα ο δρόμος, εκεί που γίνονται οι συναντήσεις, φαντάζει γκρεμός. Δεν μπορούμε πλέον να μπούμε στην παρέα. Δεν μπορούμε να ανταμώσουμε…
Τίποτα δεν έχουμε διδαχτεί τελικά, ο εμφύλιος σ’ αυτή τη χώρα φαίνεται πως δεν θα τελειώσει ποτέ...

Ντυμένοι στα μπλε μας κουνούν το δάκτυλο

Ξέρετε πόσοι Πάτσηδες και Μίχηδες κρύβονται πίσω από τις μπλε σημαίες; Ξέρετε πόσοι πίσω από την προβολή της εθνικοφροσύνης, λεηλατούν αυτή την άμοιρη πατρίδα;

Γεμίσαμε ατσαλάκωτες και άκαπνες μπλε σημαίες αυτές τις μέρες της πλειοδοσίας του “πατριωτισμού” και της πατριδοκαπηλίας. Αλήθεια αυτοί οι ντυμένοι με την γαλανόλευκη είναι οι πατριώτες και εμείς που δε βάζουμε σημαίες στο μπαλκόνι, που δεν πάμε στην παρέλαση, που δεν σταυροκοπιόμαστε, που δεν ζητάμε πιστοποιητικά πατριωτισμού και ελληνικότητας, δεν αγαπάμε την πατρίδα; Δεν είμαστε Έλληνες;


Για να τελειώνουμε Σ΄ αυτή τη γιορτή του έθνους και του λαού δεν υπάρχει χώρος για προδότες και για επιγόνους των προδοτών», έγραφε ο Στάθης στο «ναυτίλο» , αυτός που κρατάει τη σημαία είναι που της δίνει το νόημά της. Άλλο η σημαία στα χέρια του λαμόγιου που λεηλατεί από θέση εξουσίας το Λαό, άλλο στα χέρια του ελεύθερου πολιορκημένου στο Πολυτεχνείο.
Και εμείς που δεν ντυνόμαστε με την γαλανόλευκη να ξέρετε ότι λατρεύουμε τη πατρίδα μας, μέσα από τα γράμματα και τον πολιτισμό της.
Το λάθος μας είναι ότι η αποστροφή μας στα “πατριωτικά” τσιτάτα, άφησε χώρο σε όλους αυτούς τους “ υπερπατριώτες” να ντύνονται στα μπλε πάνω από τα μαύρα. Η αγάπη μας όμως είναι στέρεα, γιατί πηγάζει μέσα από ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Δεν ξέρω αν μπορούσε να γίνει αλλιώς, αν έπρεπε να γίνουμε κάποιοι άλλοι για να μην προλάβουν οι “άλλοι”.
Δυστυχώς Σε μια χώρα που αντιμετωπίζει τόσα προβλήματα επιμένουν με βήμα και κορμί καμαρωτό, με όλα αυτά τα βαρύγδουπα, που συνοδεύουν την εθνική τους φανφάρα.
Κάθε χρόνο τα ίδια, η ίδια φωτογραφία που με το καιρό ξεθωριάζει και η επανάληψη που έχει γίνει αφόρητη.
Είναι καιρός να πούμε όχι στις παρελάσεις.
Είναι καιρός να ξεριζώσουμε απ’ την εκπαιδευτική διαδικασία όλα όσα συντηρούν και εκτρέφουν τους αιμοσταγείς και αιματοβαμμένους εθνικισμούς, που προετοιμάζουν τους ανθρώπους να σκοτώσουν και να σκοτωθούν, για ένα καλύτερο χθες...

Γι' αυτό κοιτάζω πίσω


Μια χώρα με λαμόγια σε βουλευτικές θέσεις, σε αναγκάζει να αποδράσεις από το παρόν για να αντέξεις.
Μακάρι να μπορούσα να απαγορεύσω τα βήματα προς τα πίσω. Θέλω άλλα δεν μπορώ. Υπάρχει ένα παρόν που τροφοδοτεί και ενισχύει το φόβο για το μέλλον. Αισθάνομαι αδύναμος να προγραμματίσω στοιχειωδώς τη ζωή μου. Αυτό δε συνέβαινε πάντα, από τον πόλεμο και μέχρι την οικονομική κρίση, κάθε μέρα όλο και ένα βήμα μπροστά, όλο και ένα μέτρο πιο ψηλά. Σήμερα αισθάνομαι να μας πλακώνει το παρόν, γι΄ αυτό κοιτάζω πίσω, για να αντέξω και να ανοίξω μια αχτίδα φωτός προς το μέλλον.
Ξαναδιαβάζοντας το παρελθόν δεν επιχειρώ να το εξωραΐσω, άλλωστε αυτή η συναναστροφή μαζί του, σε φέρνει σε επαφή με τα πεθαμένα, στην παρούσα φάση όμως, εκθέτοντας τους φόβους μου να δώσω το ανάλογο σχήμα στο παρόν μου.


Κάποιους η νοσταλγία τους βυθίζει στη θλίψη. Είναι αυτοί που παραβλέπουν το χρόνο, ακινητοποιημένοι στο παρελθόν, δίνουν στα γεγονότα μια συνέχεια, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι εκείνοι που ήταν τότε, είναι αυτοί που είναι σήμερα. Όχι δεν νοσταλγώ και δεν επιθυμώ κάτι ξανά. Μόνο να θυμηθώ προσπαθώ. Και είναι ο χρόνος που σε οδηγεί αναγκαστικά στις αποθήκες. Εκεί που έχουν στοιβαχτεί χιλιάδες εικόνες, έτοιμες να σου καλύψουν το κενό. Πολλές φορές γυρίζω πίσω. Από το πρόσφατο παρελθόν, μέχρι τα χρόνια της νεότητας μου. Όχι δεν θέλω να γυρίσω πίσω. Μόνο τη μνήμη μου εξασκώ. Οι μεταφερόμενες εικόνες από τα βάθη του δικού μου χρόνου, αποκτούν μια άλλη διάσταση. Με εκπλήσσουν ευχάριστα. Γίνονται ένα καινούργιο κομμάτι εμπειριών, με πρόσφατες ημερομηνίες.
Σ ’ αυτόν τον τόπο, που το χώμα υποχωρεί, που η γη βουλιάζει και μας έχει αφήσει μετέωρους, είναι ανάγκη να γυρίσουμε σε κείνες τις σταθερές, που έγιναν ποιήματα, έγιναν στίχοι, έγιναν τραγούδια και έμειναν.
Δε σας κρύβω, δυσκολεύομαι σ’ αυτήν την καθημερινή επικοινωνία. Δυσκολεύομαι σε μια προσπάθεια ν’ αλλάξω τα κλισέ. Αφαιρώ λέξεις, διαφοροποιώ τη σειρά, αυθαιρετώ, χρησιμοποιώντας πολλές φορές, αδόκιμους όρους, όχι για να πρωτοτυπήσω, αλλά για να κρατήσω στη ζωή λέξεις, που απ’ την κατάχρηση αδυνατούν να αποδώσουν το πραγματικό τους νόημα.
Δυσκολεύομαι ακόμα περισσότερο αυτήν την περίοδο, γιατί μπροστά στην ανυποληψία της πολιτικής, χρειάζονται λέξεις μαχαίρια, που θα σηματοδοτήσουν τη νέα εποχή. Που θα δώσουν μια άλλη αισθητική. Που θα υπερασπίζονται την αλήθεια.

Σε ελεύθερη πτώση η μετοχή μας, η ζωή μας!


Τώρα που η ζωή μας κυλά στο ρυθμό του χρηματιστήριου, γυρνάω πίσω και ψάχνω σταθερές. Η μέση τιμή μεγαβατώρας την Παρασκευή διαμορφώθηκε στα 697,25 ευρώ, τη Δευτέρα έπεσε στα 480, 35 και στο τέλος την εβδομάδας προβλέπεται να φτάσει στα 832, 12. Όλα τα σφάζουν όλα τα μαχαιρώνουν οι λογικές της αγοράς, με τόση σοφία δε που το πετρέλαιο κίνησης να ξεπερνά την τιμή της βενζίνης. Μην ανησυχείτε όμως, οι μισθοί και οι συντάξεις αποτελούν μια ακλόνητη πραγματικότητα που κανένα χρηματιστήριο δεν μπορεί να επηρεάσει.
Είναι η περίοδος της εκπνοής και αυτού του χρόνου. Το μέτρημα προς τα πίσω καλά κρατεί. Ξαναδιαβάζω το παρελθόν σαν παραμύθι, παρηγορητικό.
“ Η βροχή ξεφλούδιζε τα βρόμικα τζάμια του τρένου. Δαντέλες από σταγόνες και κατάλοιπα προηγούμενων αφρικανικών κόκκινων βροχών, έδιναν μάχη επιβίωσης” γράφει ο Γιάννης Ξανθούλης...


«Μας πήραν και τα τρένα, μας πήραν και τα λεωφορεία». Σήμερα το μόνο που μας παίρνει από καιρού εις καιρόν είναι η μελαγχολία. Που μεγαλώσαμε, που φύγαμε, που δεν αλλάξαμε, που νικήσαμε, που χάσαμε, που οπισθοχωρήσαμε, ό,τι τέλος πάντων κάνει ένας άνθρωπος στη ζωή του. Βάζαμε τα γέλια ακούγοντας τους μεγάλους να λένε τις ιστορίες τους και κουνάγαμε το κεφάλι με συμπόνια, που μόνο αναμνήσεις είχαν οι κακόμοιροι. Σήμερα μολονότι δεν είμαστε ακόμα σ’ αυτή την ηλικία, που η ζωή υστερεί έναντι της μνήμης, όταν τυχαίνει να μαζευόμαστε, τα ίδια και χειρότερα κάνουμε. Μου θύμισε ένας φίλος τις προάλλες το νεροπόλεμο στα Εξάρχεια (όχι δεν είμαστε αναρχικοί). Ύστερα από ένα εξευγενισμένο μεθύσι φέραμε το χωριό μας στην καρδιά της πρωτεύουσας. Το νερό από την Μπενάκη 53 έφτασε σχεδόν στην Ομόνοια. Τους πνίξαμε. Ωραία χρόνια; Δεν έχω καταλήξει. Απλώς συνειδητοποιώ ότι μας αθώωνε το γεγονός της άγνοιας, πως ότι είναι να συμβεί θα συμβεί στο μυαλό μας.
Δεν ξέρω αν μάθαμε ποτέ ποιος αξίζει και ποιος όχι. Συνήθως σε λάθος διεύθυνση καταφθάναμε. Αλλά μάθαμε να σηκωνόμαστε, τουλάχιστον μέχρι την μεθεπόμενη γυναίκα, που θα μας ξαναρίξει στο πάτωμα. Λέω την μεθεπόμενη γιατί την επόμενη την τσακίζαμε εμείς. Έτσι πάνε αυτά Σε πόνεσαν, κάποια θα λεηλατήσεις. Μέχρι να βρεθείς σε θέση άμυνας και πάλι. Και ύστερα δεν ήρθαν οι μέλισσες αλλά ο “εκσυγχρονισμός”.
Τέρμα πια τα ΚΤΕΛ και το άγχος να βρεθεί ΤΑΞΙ. Πηγαινοερχόμαστε με το δικό μας αυτοκίνητο. Πήραμε και τηλεόραση πλάσμα για το πατρικό που έγινε εξοχικό. Όταν λέγαμε παραμύθια, δεν είχαμε ιδέα πόσο άγρια είναι τα παραμύθια.
Δίκιο έχεις κυρία μου που επιμένεις να μας θυμίζεις με μια βραχνή μελαγχολία τις σημερινές «αξίες», που αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για να κάνουμε Χριστούγεννα.
«Από τη Χιονάτη δεν έχουμε νέα. Υποθέτω θα παντρεύτηκε και αυτή έναν εξίσου χιονάτο άνδρα που όταν τον ρωτάει – Αγάπη μου, ποια ήταν η πιο ευτυχισμένη περίοδος της ζωής σου;- Θα της απαντά – Η άτοκη!»
«Εορτοδανεια πήρατε; Χιονοαλυσίδες; Δεν πήρατε χιονοαλυσίδες, πως θα κάνετε Χριστούγεννα;»

Αισιόδοξο





Το κάλεσα από το παρελθόν για να με συντροφεύσει στο παρόν και να στάξει αισιοδοξία για το μέλλον
Μην σας ξεγελά το πρώτο πρόσωπο. Δεν κάνουμε φύλλο και φτερό την προσωπική μας ζωή. Μην σας ανησυχεί ο δραματικός τόνος, η απόδοση των εσωτερικών διεργασιών, δεν αφορά τη στιγμή, περιγράφει τη διάθεση σε χρόνους παρελθόντες και μέλλοντες. Ποτέ παρόντες. Οι Ενεστώτες δεν ενδείκνυνται για τέτοιες παράτολμες απόπειρες.
Θα ήταν καλύτερα τα πράγματα αν μπορούσαμε να ζήσουμε τα καλά και τα κακά χωρίς να τα περιμένουμε. Τελικά οι ώρες της αναμονής, είναι αυτές που κλέβουν το πραγματικό χρόνο από την ζωή μας. Τα πράγματα όταν έρθει η ώρα τους, σχεδόν ποτέ, δεν είναι ούτε όσο καλά τα ονειρευόμαστε, ούτε όσο κακά τα φοβόμαστε. Δεν έχουμε λόγους να τρωγόμαστε γεμίζοντας το κεφάλι μας με χίλιες δυο σκέψεις, στην προσπάθεια μας να προβλέψουμε. Μην φθείρεστε με συνεχή προγνωστικά, το μέλλον δεν προβλέπεται και ας διαφωνούν οι αστρολόγοι.


Πάει καιρός, που η ανασφάλεια, το σκοτάδι το αβέβαιο μέλλον, οι χειρότερες μέρες που περιμένουμε και δεν γνωρίζουμε, μας έχουν επιβαρύνει την πραγματικότητα και μας στερούν κάθε διάθεση για παραπέρα. Ναι είναι κακές οι μέρες που περνάμε, γιατί όμως να τις κάνουμε χειρότερες προσθέτοντας, τους φόβους μας γι’ αυτά που περιμένουμε και δεν ξέρουμε.
Να ζήσουμε το σήμερα, αύριο κανείς δεν ξέρει. Όχι για τα χρόνια που έρχονται ούτε για την επομένη στιγμή δεν αξίζει να σπαταλάμε το χρόνο.
Ότι δύσκολο περίμενα με κάποιο μαγικό τρόπο, το ξεπερνούσα, ποτέ δεν ήταν τόσο δύσκολο όσο φοβούμουνα και ας μου είχε κλέψει νύχτες ύπνου και ηρεμίας, ακόμα και αν οι φόβοι μου είχαν επαληθευτεί το κακό ήταν λιγότερο κακό από το βάσανο του μυαλού μου.
Δεν γράφω κάτι καινούργιο, όμως ασκούμαι σε μια προσπάθεια να μετριάσω τους φόβους μου. Να κερδίσω το χρόνο της αναμονής, αυτό το χρόνο που είναι εκτός γεγονότων, πέρα από την πραγματικότητα. Αυτόν τον πολύτιμο χρόνο που σπαταλάμε και αν τον μετρήσουμε, είναι τα περισσότερα χρόνια μιας ζωής.

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...