Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Μεγάλος εσύ και ο κόσμος μια σταλιά


Μ’ αρέσει αυτό το κείμενο που ακολουθεί, Το έγραψα “παρέα” με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη, με ένα ποτήρι κρασί και ένα φεγγάρι που κρέμονταν από πάνω μου, σαν το αποψινό.
Είναι στιγμές που χάνουμε τον κόσμο Εκεί που σκέφτεσαι το περασμένο , έρχεται το σημερινό και ξαφνικά διαπιστώνεις ότι δεν έχεις άλλες λέξεις, τις τελευταίες, που είχαν απομείνει τις ξόδεψες, πριν από λίγο. Κάνεις μια προσπάθεια, πάνω από την “υδρόγειο”, που βρίσκεται στο γραφείο σου, να χωρέσεις τον κόσμο στα δυο σου μάτια, να γίνεις ανεκτικός, συγκαταβατικός. Μεγάλος εσύ και ο κόσμος μια σταλιά. Μόλις απλώσεις το χέρι σου, τον κρύβεις και ψηλά… μυρμήγκια τα αστέρια. Κάπου εκεί ανάμεσα λες. Και χαμογελάς.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, δίχως κοινωνικές συμπεριφορές της ψευτιάς και κάπως απροσάρμοστα, πορευτήκαμε χρόνια και χρόνια: με αγαπημένους ποιητές, και συγγραφείς, που μας ταξίδεψαν, με έντυπα που εκδίδαμε κατά καιρούς για να βρούμε τους όμοιους. «Σαν τον παράξενο Τζον του Τζορτζ Στάμπλετον, που εξέπεμπε σήματα ειδικά μέχρι την Κίνα, να συναντήσει τ’ αδέλφια του.

Ναι και το χωριό μας κουβαλήσαμε στην πόλη, γιατί στο φινάλε θέλαμε να είμαστε απλώς εμείς. Χωρίς εικόνα γοητευτική και πρότυπο της εποχής, για να τους μοιάσουμε. Δίχως μόδες ετικετάκια και ταμπέλες, ρούχων και συμπεριφορών.
Θα με ρωτήσετε που ξέρεις, ότι αυτό που υπερασπίζεσαι είναι ο εαυτός σου! Δεν ξέρω τον αναζητώ. Και εμπιστεύομαι την εικόνα του και τον αέρα που αποπνέει. Έτσι, χωρίς βερνίκια και λούστρα. Ανασφαλή και κάθε άλλο παρά αυτάρκη. Με μια τεράστια ανάγκη να αγαπά και να αγαπιέται.


Με αυτά και με αυτά πορευτήκαμε με τις παρέες να έχουν τον πρώτο λόγο. Με τις παρέες που ονειρευόμαστε να τις μεγαλώσουμε, έτσι που να γίνουμε όλοι μια παρέα. Και σήμερα που δεν έχω τι να γράψω…
«Ήρθε ένας μάγος που έβγαζε ήλιους απ’ τα μανίκια κι απ’ το καπέλο του έπεφταν νησιά, έκλεισε μες στη χούφτα σου θαλασσινά χαλίκια άνοιξες και πέταξαν πουλιά
Κι έγινα κι εγώ ένα λαμπάκι πάνω απ’ την υδρόγειο φεγγάρι να βουτήξω στη Μεσόγειο…»
Και ακόμα σήμερα που κρύφτηκαν οι λέξεις. Kαι ακόμα σήμερα που φαίνονται όλα χαμένα… ακόμα εκείνο το όνειρο μας ταξιδεύει.
Γι αυτό σου λέω να εμπιστεύεσαι την εικόνα σου και γίνε ο εαυτό σου. Και ας λένε οι άλλοι. Εσύ φόρεσε το κόκκινο καπέλο που σου πάει και τότε όλα γίνονται εύκολα. Γιατί τα βρίσκεις ξαφνικά τα βήματα, τις βρίσκεις τις λέξεις  και τους ανθρώπους… Βρίσκεις το ρυθμό σου και αυτόν τα τον χαμένο εαυτό σου.
Γιατί τα σήματα που εκπέμπεις είναι τ’ αληθινά και φτάνουν ως τον προορισμό τους… Γιατί οι κραδασμοί που προκαλείς είναι οι δικοί σου, τελικά...
« Ύστερα ο μάγος έσπασε δυο γυάλινα ποτήρια κι έφτιαξε από τα θρύψαλα νερό
θα κόβεσαι είπε αν μόνη σου το ακουμπάς στα χείλια θα ξεδιψάς αν πίνετε κι οι δυο».



Έρχεται βράδυ της Παρασκευής. “Τι θα κάνεις απόψε” τη ρώτησα. “Απλώς θα μείνω μέσα, δεν υπάρχει τίποτα εκεί έξω”, μου απάντησε.
Δεν το φανταζόμουν , μου το έλεγαν και δεν το πίστευα. Άνδρες μόνοι, γυναίκες μόνες. Μια χαρά γυναίκες και άνδρες. Γυναίκες όμορφες ώριμες, που τα κέρδισαν όλα,χειραφετημένες. Άνδρες πετυχημένοι, μόνοι, φοβισμένοι. Παράλληλες μοναξιές να βαδίζουν με ένα βαθύ παράπονο.
Γυναίκες και άνδρες απασχολημένοι σε καριέρες που φτάνουν κάποια στιγμή σε αδιέξοδα, δεν τους λείπει τίποτα, εκτός από την συντροφιά , το άγγιγμα την αγάπη. Δεν ξέρουν από που να το ζητήσουν, πως να το ζητήσουν, αυτό που ξέρουν είναι ότι χρειάζεται ν’ αγαπηθούν .
“H ώριμη, πετυχημένη γυναίκα” γράφει ο Νίκος Ξυδάκης “της χειραφέτησης τα κέρδισε όλα – σχεδόν. Tης λείπει το πιο μικρό, το πιο στοιχειώδες, το πιο πολύτιμο, αυτό που παράπεσε στην ανηφόρα της ύστερης νεωτερικότητας. Ένα ακερδές χάδι, ένα φευγαλέο άγγιγμα στους ώμους, χωρίς συμβόλαιο, χωρίς ανταγωνισμό. Ένα τίποτα ζητάει. Kαι κάθε φορά που μια γυναίκα της χειραφέτησης νιώθει επιτέλους το ζακετάκι στον ώμο της, ο κάθε φοβισμένος άνδρας ακούει τον βαθύ στεναγμό της και ξεθαρρεύει μια σταλιά.”

Άνθρωποι από μάρμαρο


Ακόμα τριγυρνάω στο Εδώ. Στο Εκεί... ελπίζω. Διαβάζω το αύριο και συνειδητοποιώ πως είμαι περαστικός. Σ’ αυτό ελπίζω και ζω καλύτερα τη ζωή, λίγο πιο ελεύθερα και λίγο περισσότερο αυθεντικά.

Για την πολιτική; Ούτε κουβέντα. Οι κακοί δεν αλλάζουν. Αλλά δεν αλλάζουν ούτε οι καλοί.
Είναι πολλά εκείνα που δεν χωράνε στα σχήματά μου. Το μικροκλίμα, υπήρξε καθοριστικός παράγοντας γι’ αυτήν την κατάσταση που βιώνουμε εδώ στη μικρή μας πόλη. Έξω έχει λιακάδα αλλά πώς να τη δεις με κλειστά παράθυρα; Γίνανε ένα με την υγρασία, ο ορίζοντας, το ταβάνι του γραφείου τους, άλλαξε χρώμα το δέρμα τους και τι χρώμα να το πεις, αυτό της μούχλας ίσως, ανακατεμένο με σκοτάδι.
Είναι εύκολο τελικά να πιστέψεις πως είσαι βασιλιάς κλεισμένος στο παλάτι σου, οι αυλοκόλακες άλλωστε που σε περιτριγυρίζουν την έχουν αυτήν την ικανότητα, να σε γεμίζουν αέρα κοπανιστό και να φουσκώνουν τα φτερά σου, το λάθος είναι να δοκιμάσεις να πετάξεις. Πτώση χίλια τα εκατό και κανένα πέλαγος δεν θα πάρει το όνομα σου.
Αν δεν ανοίξεις τα παράθυρο να σκάσει μύτη ο ήλιος στον απέναντι τοίχο, πώς να δεις τη σκόνη που σε σκεπάζει και τα νοσηρά παράσιτα που σε περιτριγυρίζουν; Πως να αναπνεύσεις αλήθειες από τον κόσμο τον πραγματικό, που μπορεί να βρίσκεται λίγα μέτρα πιο κει, για σένα όμως φαντάζει στην άλλη άκρη. Με αυτήν την ακινησία κινδυνεύετε να γίνετε πέτρες και όχι απ’ αυτές που μνημονεύονται.

Της βροχής

Τι να γράψουμε σήμερα; Αυτό που βιώνουμε μόνο με νεαρές λέξεις, αθώες και απείραχτες από τη φθορά της χρήσης, μπορεί να ερμηνευθεί. Στην άμυνα και πάλι περιμένω. Πόσο όμως να περιμένεις; Η αναμονή δεν είναι ζωή.
Η απαισιοδοξία καταγράφει την καθημερινότητα, υπολείπεται του Ονείρου, που παραμένει ζωντανό. Και στα όνειρα οι άνθρωποι, είναι άνθρωποι. Άνθρωποι που ζουν μαζί με άλλους, που συνεργάζονται, που αλληλοϋποστηρίζονται.
Στην πραγματικότητα, έχει εξαπλωθεί μια οργανωμένη επιχείρηση, ώστε η ζωή να είναι χωρίς τους άλλους, ή καλλίτερα με τους άλλους απέναντι, με τους άλλους εχθρούς, με τους άλλους που πρέπει να εξοντώσουμε για να επιβιώσουμε.



Το μεγάλο ερωτηματικό για ποια αριστερά μιλάμε, θα πάψει να μας απασχολεί όταν επιτέλους σταματήσουμε να κτίζουμε στην άμμο παλάτια. Ποια αριστερά;
Μέρα με τη μέρα αποδεικνύεται ότι η διάβρωση του πολιτικού και κοινωνικού ιστού, έχει προκαλέσει ανήκεστη βλάβη. Η κηλίδα έχει καλύψει, όλη την πολιτική και κοινωνική διαστρωμάτωση, ξεπερνώντας και τους τελευταίους θύλακες αντίστασης, που εκ παραδόσεως κρατούσαν και έδιναν τις μάχες για την τιμή των όπλων.
Ήταν μεγάλο βάρος, να κουβαλήσουν τόσα χρόνια κάποιοι στην πλάτη τους τη σημαία του αγώνα. Μεγαλώσανε, βαρύνανε, δεν είδανε και προκοπή, καταθέσανε τα όπλα και έγιναν βασιλικότεροι του βασιλέως.
«Όταν η αναφορά μου στην αριστερά, θα πάψει να είναι ένα μεγάλο παρελθόν, τότε κάτι θα έχει αλλάξει.”
Τέλος με την αριστερά που ξέραμε. Όσοι δεν λάκισαν φορτώθηκαν τα παράσημα του παρελθόντος ωσάν άλλοι σοβιετικοί πολεμιστές, ατραξιόν σε μια κοινωνία, που ότι καν θυμάται.
Η αριστερά υπάρχει στο μυαλό και στη ψυχή των γενεών που έρχονται. Καμία σχέση με τη δική μας αριστερά. Δεν θα στηρίζεται σε ευαγγέλια, και σε απολιθώματα ιδεών, δεν θα έχει ανάγκη να απομονώνεται για να επιβιώσει, ούτε να διαπλέκεται εκμεταλλευόμενη τη θυσία και τους αγώνες του παρελθόντος.

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...