Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017

Και που να βρω τη θέση μου, σε ένα χώρο που ξέχασε τι υπηρετεί;

Γύρισα πίσω, ξαναδιάβασα όλα τα προηγούμενα «της πρώτης φοράς αριστερά». Το κόκκινο της φωτιάς που χαρακτήριζε τις φωτογραφίες που τα συνόδευαν, κόκκινο της φωτιάς έμεινε. Κόκκινο το ποτάμι, και το καράβι και το τραίνο και το ηφαίστειο και το φουστάνι που φορούσε κόκκινο . Και η αριστερά, που τόσο υμνήθηκε λίγο πριν αναλάβει την εξουσία, «αριστερά» όπως η καρδιά. Ίσως να χρειάζομαι κι άλλο χρόνο. Πώς να συνεχίσω να γράφω σε μια στήλη στην «τελευταία σελίδα» και μάλιστα αριστερά, σβήνοντας ότι προηγήθηκε; Ήρθαν όλα τόσο γρήγορα, ανατράπηκαν όλα τόσο ξαφνικά. Με ξεπέρασαν. Και το κυριότερο, αυτό το διάστημα της απουσίας, δεν υπήρξε μια αλήθεια, να με πάρει από το χέρι. Μέσα σε ένα σύννεφο αμφιβολιών τι να γράψεις και τι να πεις.
Ύστερα ήρθε η σιωπή και η απαίτηση κάποιου χρόνου, που θα μας επιτρέψει να βρούμε πάλι κάποιες σταθερές, άλλωστε όταν μπήκαμε στη διαδικασία του ονείρου, κανένας δεν μας εγγυήθηκε. Κατέληξε σε εφιάλτη, συμβαίνει κάποιες φορές στα όνειρα. Πάμε στο επόμενο με την ελπίδα να είναι καλό.

Από αυτό το σημείο της ήττας και της απογοήτευσης ξεκινάω, χωρίς να παίρνω ούτε λέξη πίσω από αυτές που γράφτηκαν πριν η «αριστερά» γίνει εξουσία. Ξεκινάω ιχνηλατώντας, σπρώχνοντας με τα χέρια μου το σκοτάδι, στην προσπάθεια να ανακαλύψω το χρόνο εκείνον τον ελάχιστο, της επιστροφής στον τόπο του εγκλήματος. Φαντάζομαι… βουτιές τριάντα δευτερολέπτων - τόσο αντέχω - είναι αυτές οι επισκέψεις, σ’ αυτό το μαγνητικό πεδίο, που με τραβάει σχεδόν πάντα, για μια τζούρα από την περήφανη απουσία μου. Πολλές βουτιές όμως…
Λέτε κάπου εκεί ανάμεσα να βρίσκεται η θέση μου; Κάπου εκεί ανάμεσα να έχω στήσει τη ζωή μου; Κάπου εκεί ανάμεσα, σε μια λεπτή γραμμή που δεν χωράει καμία καρέκλα, ίσα ίσα τα πόδια μου, στυλωμένα από πείσμα και υπομονή. Και όταν κάνει το πρώτο βήμα, το άλλο περιμένει απέξω, έτοιμο να πατήσει γερά για να δώσει το τέμπο στη μεταβολή.
Και που να βρω τη θέση μου, μέσα σε ένα χώρο που ξέχασε τι υπηρετεί;
Πολύ λίγους ενδιαφέρουν αυτά που γράφω τελευταία. Και εγώ τι θέλω ένας δηλωμένος άθεος με την πολιτική, να μπαίνω σε λασπωμένα χωράφια...
 





Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2017

Έχει ηλικία η γραφή

Από φόβο είναι η αντίδραση και ας επιχειρηματολογούμε για το αντίθετο. Μπορεί η κάθε ηλικία να έχει τις χάρες της, στην δική μας, όμως έχει επικαθήσει ένας αχρείαστος φόβος, που όσο και να προσπαθούμε να τον κρύψουμε, έρχεται δια ασήμαντον αφορμή να μας υπενθυμίζει, ότι ο χρόνος τελειώνει. Την εξήγηση τη βρήκα στο βιβλίο του 'Ιρβιν Γιάλομ, “ Στο κήπο του Επίκουρου”. Είναι ο φόβος του θανάτου, που από μια ηλικία και ύστερα, χωρίς, να το συνειδητοποιούμε, γεγονότα που στα χρόνια της νεότητας μας περνούν απαρατήρητα, στην ηλικία μας αποκτούν μια άλλη διάσταση στην καθημερινότητά μας .
Και το είδος της γραφής δε μπορεί να μην έχει σχέση με το χρόνο. Έχει ηλικία η γραφή; Από το εφήμερο του ρεπορτάζ στα πρώτα χρόνια της δημοσιογραφίας, έφτασα να γυρεύω απεγνωσμένα λέξεις, για να φυτέψω κάτω απ' το δέρμα μήπως και τους παρατείνω για λίγο τη ζωή. Είναι ο φόβος του θανάτου τελικά, που δίνει και στις λέξεις την ηλικία  τους κάθε φορά που θέλουν να πουν κάτι.
«Ένα ελεύθερο θέμα για σήμερα», όπως μας έλεγαν στο σχολείο, ανάλογα τη διάθεση και τα ερεθίσματα από το παγκόσμιο χωριό και πάνω απ’ αυτό. Αυτό προσπαθώ κάθε μέρα, ικανοποιώντας πρωτίστως το δικό μου «θέλω να τα πω» με την ελπίδα πάντα, πως ίσως κάπου συναντήσω κάποιους της παρέας. Γιατί, στην πραγματικότητα, το χρονογράφημα είναι η γέφυρα που περνά πάνω από την ξεραΐλα της βιασύνης, της προχειρότητας, της αδιαφορίας και ελαφρότητας που συχνά χαρακτηρίζει την είδηση, το καθημερινό ρεπορτάζ, το πολιτικό άρθρο και καταλήγει στο πιο πλούσιο πνευματικό έδαφος της ευρηματικότητας, της ενδελέχειας, της βραδύτητας, της φαντασίας - σε ό,τι δηλαδή αγγίζει τη λογοτεχνία.«Όμως το χρονογράφημα», όπως λέει ένας βραβευμένος χρονογράφος «αντίθετα από τη συμβατική, την «πραγματική» λογοτεχνία, είναι μια λογοτεχνία που δεν έχει την πολυτέλεια του χρόνου, είναι η λογοτεχνία που γράφεται κυριολεκτικά στο πόδι, είναι η λογοτεχνία των γεγονότων που συμβαίνουν και όχι των γεγονότων που συνέβησαν, είναι η λογοτεχνία κάποιου βάθους, πάνω στην επιφάνεια. Το χρονογράφημα σε μιαν εφημερίδα επιβραδύνει το βιαστικό, ξεκαθαρίζει το νεφελώδες, επιμηκύνει τη ζωή του θνησιγενούς. Είναι το μαύρο πρόβατο της εφημερίδας, που δεν ταιριάζει στο εφήμερο πνεύμα της. Ενώ όλα τα άλλα κομμάτια της αποδέχονται τη θνητότητά τους και πεθαίνουν με ευχαρίστηση την επομένη, το χρονογράφημα θέλει να ζήσει μια μέρα, ένα μήνα, ένα χρόνο πιο πολύ».
Πως όμως να γράψει κανείς χρονογράφημα, όταν οι ήρωες της τοπικής επικαιρότητας, δεν βγάζουν ούτε γέλιο ούτε δάκρυ;
Δεν υπάρχει η πρώτη ύλη σε αυτόν εδώ το τόπο, τα γεγονότα είναι μια συνεχής επανάληψη και οι πρωταγωνιστές προϊόντα μιας χρήσεως, παρά ταύτα ξαναχρησιμοποιούνται.
Πώς να γράψω χρονογράφημα μέσα στην απραξία στο στείρο πολιτικό λόγο, σε ένα περιβάλλον απλής διαχείρισης και μάλιστα κακοδιαχείρισης των πραγμάτων; Γι’ αυτό ένα ελεύθερο θέμα κάθε μέρα, που δεν χωράει σε καλούπια, που ταξιδεύει επί τόπου για να μπορεί να αναπνέει, που σκάβει με τα νύχια για να περάσει λίγα εκατοστά την επιφάνεια, για να μπορεί να ζήσει.
Για τον χρόνο και σήμερα. Για το χρόνο που το μετράμε ανάλογα με την μνήμη, για το χρόνο που αν δεν πάμε με το ρολόι, μπορεί και να μην είναι αδυσώπητος. «Το χρόνο δεν τον μετράμε πλέον με κεριά γενεθλίων. Το χρόνο τώρα τον μετράμε με απουσίες».
Μεγαλώνουμε περιστρεφόμενοι γύρω από τον ίδιο άξονα. Δεν αλλάζουμε, ο εαυτός μας ξανά. Σε μια ισορροπία εύθραυστη και προσποιούμενη και με τη θεωρία πάντοτε στο τσεπάκι, να ντύνει την πράξη, να μας δικαιολογεί τα βήματα. Που δεν μετρήσαμε και τα κάναμε. Που όλα τα λογαριάσαμε, φοβηθήκαμε τελικά και δεν τα κάναμε, μία η άλλη!
«Με απουσίες μετράμε τον χρόνο. Με ονόματα που σβήνουμε. Με φίλους που χάθηκαν, που έγιναν ξένοι, που έφυγαν απ’ τη ζωή τη δική τους και τη δική μας. Με έρωτες που μαράθηκαν, με έρωτες που τελείωσαν άδοξα, με γεγονότα που ξεθώριασαν από το χρόνο».
"Για το χρόνο και σήμερα που κάποιοι λένε ότι τρέχει, εμείς όμως εκεί, στάσιμοι, καρφωμένοι στο σημείο που το μυαλό άφησε να το παρασύρουν όλοι οι δυνατοί άνεμοι για να έχει να λέει για τα ταξίδια. Ακίνητοι και φευγάτοι. Σιγά τι είναι τα χρόνια. Αποσυμπιεσμένες στιγμές κατά μια έννοια. Αφού πρέπει να μεγαλώσουμε, ας το κάνουμε με λίγη αξιοπρέπεια".




Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...