«Μια
φορά γεννιόμαστε, δεν γίνεται να
γεννηθούμε δύο
φορές κι ούτε θα υπάρξουμε ξανά πια
ποτέ, στον αιώνα τον άπαντα. Κι εσύ, χωρίς
να' χεις το αύριο στο χέρι σου, αφήνεις
τη χαρά για άλλοτε, και στο μεταξύ η ζωή
- από αναβολή σε αναβολή - χάνεται κι ο
θάνατος βρίσκει τον καθένα μας διαρκώς
απασχολημένο»
Σοφά λόγια του Επίκουρου
τα παραπάνω, μόνο που η απόσταση από την
πράξη, φαντάζει αμέτρητη. Χριστούγεννα
και δεν χιονίζει. Δεκέμβριος. Η μελαγχολία
αναπόφευκτη και το παρελθόν σύμμαχος
για αυτές τις ώρες, αυτό έμεινε, κάποιες
μυρωδιές και κάποιες μουσικές, να μας
θυμίζουν, εποχές ένδοξες. Α...
και ο έρωτας, όπως τον αποθεώνει στα
“Κέρματα” ο Οδυσσέας Ιωάννου.
...
Τώρα κλωτσάω φύλλα. Και σε περιμένω το
βράδυ. Θα ξανάρθεις με τη Σμύρνη σου
καμένη και θα ξαναπροσφυγέψεις μπροστά
από τον καθρέφτη, χτενίζοντας την κάπνα
από τα μαλλιά σου. Ξέρεις τι θα 'θελα να
σου πω? Πως ό,τι σου αρέσει, ό,τι αγαπάς,
θα μπορούσα να είμαι εγώ. Απλά, δεν
πρόλαβα να γίνω. Πως όσα σου έχουν πει
διάφοροι ότι μπορούν να κάνουν για σένα,
τα μπορώ κι εγώ. Απλά δεν τα σκέφτηκα
πρώτος. Πως όποτε με περίμενες κι αργούσα,
κλωτσούσα φύλλα. Και σ' αγαπούσα, ξερά
και κίτρινα...
Κακή
ηλικία η μεσαία, είναι και δεν είναι.
Ένα πόδι μέσα ένα έξω, «αλλάξτε τον
κόσμο, αλλά περιμένετε λίγο», «κάντε
ότι νομίζετε αλλά δεν είναι σωστό έτσι»,
«εμείς δεν ανακατευόμαστε, αλλά προσέχετε
μην το κάνετε έτσι».
Με μισόλογα κρύβουμε την ανασφάλεια μας και υπερασπιζόμαστε την ύπαρξη μας.
Με μισόλογα κρύβουμε την ανασφάλεια μας και υπερασπιζόμαστε την ύπαρξη μας.