Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020

Nα φυλάξουμε μνήμες, μπορεί να μας χρειαστούν

Οι διεκδικήσεις που επανέρχονται στο προσκήνιο, στην εποχή μας την άκρως βιαστική, δεν ζητούν ούτε ένα ευρώ, μόνο χρόνo.
Η μεγαλύτερα ημέρα του χρόνου σήμερα, θερινό ηλιοστάσιο. Nα φυλάξουμε κάποιες μνήμες, μπορεί να μας χρειαστούν.
Για άλλη μια φορά άφησα τους δικούς μου φόβους, για να μπω στους φόβους των άλλων, όμως άλλαξαν οι εποχές. Μεγάλωσαν!
Κάποιοι μου λένε πως δεν έχω φιλοδοξίες. Έχουν δίκιο, η μόνη φιλοδοξία μου είναι, να μην είμαι απολύτως τίποτα. Σ’ αυτό το δρόμο θα συνεχίσουμε με την ελπίδα να καταφέρουμε «Κάτι».
Την μεγαλύτερη μέρα του Ιουνίου του 15, έγραψα το παρακάτω. Το θέλω και σήμερα.
“Και τώρα, απόψε, μια νύχτα γεμάτη θύελλες, να είμαι εδώ στο μεταίχμιο μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, πρόθυμος, σαν έτοιμος από καιρό. Φλεγόμενος από μια και μοναδική μου ζωής επιθυμία, που δεν είναι παρά μονάχα μία, η λησμονιά.
Τα ετερώνυμα, έλκονται; γιατί Όχι; Τα σπασμένα γυαλιά πως κολλάνε; Τι μπορεί να συμβεί όταν πρόκειται για ετερώνυμα υλικά; Γιατί για ετερώνυμα υλικά, ακριβώς πρόκειται; Εσύ και εγώ. Κι ας προσποιείσαι έτσι καλά τη φωνή του παρελθόντος μου. Κάποτε ήταν αλλιώς θυμάμαι, κάποτε δεν ήταν έτσι, ούτε τόση μεγάλη μοναξιά , ούτε τόση σιωπή, ούτε και αυτή η μεγάλη αυτοσυγκράτηση, που σημαίνει δειλία.
Εντέλει δεν κάνω τίποτα. Κυλούν οι ώρες και τη βλέπω να φεύγει. Φεύγει και παίρνει μαζί της όλες τις σταθερές. Το πείσμα και τη σιγουριά μου, τα παιδικά μου χρόνια και αυτή την παρατεταμένη εφηβεία μου. Το περίεργο είναι ότι μαζί της φεύγει και ο χρόνος. Σκορπίζει, χάνεται η στιγμή και μες στις ραγισματιές, πότε αντικρίζω τα πάντα και πότε το τίποτα.
Είναι μια μέρα που κυλάει σαν νερό. Είναι μια μέρα σαν αιώνας από εκείνες με τις τεράστιες, ρωγμές που ή στα προσφέρουν όλα, ή στα αρπάζουν όλα. Θεατής του σύμπαντος κόσμου για μια στιγμή και αμέσως μετά, πάει την έχασες εκείνη την πανοραμική θέα. Ευχή και κατάρα μαζί.
«Να θέλεις ένα κόσμο, είναι φωτιά – να τον αποκτάς καπνός» Μ’ αυτήν εδώ τη τσιγάνικη παροιμία παρηγορούμαι, εξάλλου στον καπνό ποτέ δεν έφτασα. Φλεγόμενος εις το διηνεκές, ως Προμηθέας δεσμώτης.
Δεν είναι όλα, είναι όμως κάτι. Ποτέ δεν θα μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου κάπως έτσι. Και να που εγώ τώρα αυτός που τα προκαλώ. Εγκέφαλος αυτού του παιγνιδιού, αλλά όχι και κυρίαρχος. Τα μεγάλα πράγματα έρχονται μόνα τους, μονάχα για τις λεπτομέρειες θα πρέπει εμείς να μεριμνάμε και το αντιλαμβάνομαι, τώρα που συνέβη εκείνο που προσπαθούσα επισταμένα τόσα χρόνια που προηγήθηκαν να αποφύγω. Υπάρχει έρωτας που να κερδίζει το θάνατο; Εδώ δεν υπάρχει έρωτας που να κερδίζει το χρόνο: Ούτε τον ίδιο μας τον εαυτό δεν είναι σε θέση να κερδίσει ο έρωτας. Συχνότατα θέλουμε δεν θέλουμε μας υπερβαίνει, δεν είμαστε άξιοι για τίποτα.”
Η μεγαλύτερη μέρα του χρόνου σήμερα, Θερινό ηλιοστάσιο, μη δίνετε σημασία...

Ότι πετά και κάνει θόρυβο, είναι επικίνδυνο. Και είναι άδικο για τα πουλιά…

"Η Πόλη άλλαξε χέρια” έγραφα σε παλαιότερο κείμενο και μπορεί σήμερα η κοινωνία, να μην μπορεί να αντιδράσει, αυτή όμως η εξέλιξη είναι επακόλουθο μια περιόδου προετοιμασίας που προηγήθηκε και δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες. Η σημερινή εικόνα, για να μη ψάχνουμε ψύλλους στ΄ άχυρα είναι δημιούργημα της παρελθούσας πολιτικής, σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο.
Τα φαινόμενα «πολιτικού» τυχοδιωκτισμού που παρατηρούνται στη μικρή μας κοινωνία, δεν είναι αποτέλεσμα παρθενογένεσης, είναι η φυσική συνέπεια, πρόσκαιρων συμμαχιών, εξυπηρέτησης προσωπικών φιλοδοξιών, μεγάλων η μικρών συμφερόντων, που αποτελούν τροχοπέδη στην προσπάθεια για μια δημιουργική, προοδευτική κατεύθυνση που έχει ανάγκη ο τόπος. Στοιχεία, ξένα προς την πολιτική πραγματικότητα που επιθυμεί το σύνολο της κοινωνίας.

Μπορεί το καλοκαίρι να μην αποτελεί περίοδο προσωπικών διεργασιών, μας δίνει όμως το χρόνο να σκεφτούμε. Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι απαραίτητο συστατικό στη συλλογική πολιτική λειτουργία. Έχω πεισθεί ότι η πολιτική χωρίς το ερωτικό στοιχείο, με όλη την ευρύτητα του όρου, δεν μπορεί να λειτουργήσει εποικοδομητικά. Τα περιστασιακά πολιτικά σχήματα, και οι συμμαχίες εξυπηρέτησης προσωπικών φιλοδοξιών, εκτός από το άδοξο τέλος, ποτέ δεν προσέφεραν ουσιαστικό έργο στο Λαό.
Από το αλισβερίσι που παρατηρείται κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, μέχρι το Βατερλό που ακολουθεί στην μετεκλογική περίοδο, αποδεικνύεται ανάγλυφα πώς εννοούν τη φιλία αυτοί που την επικαλούνται αλλά και τι ασημαντότητες καθορίζουν την πολιτική τους στάση.
Δεν είμαι υποστηρικτής της άποψης ότι η πολιτική είναι «πουτάνα». Η πολιτική είναι στίβος δοκιμασίας, που μέσα εκεί ο καθένας καταθέτει τη ψυχή του για το κοινωνικό σύνολο. Είναι δοκιμασία ανθρώπινων σχέσεων που ξεχωρίζει η εντιμότητα, η σταθερότητα, το ήθος.
Χρειάζεται να καταθέσουμε τη ψυχή μας, σ’ αυτήν την πόλη. Να καταθέσουμε τη ψυχή μας, πέρα και έξω από τον εαυτό μας.
Είναι ανάγκη εμείς οι πιο ψύχραιμοι να ξεφύγουμε, από τα συνθήματα, και τα ΘΑ. Να δούμε τις ανάγκες αυτής της κοινωνίας και να συνθέσουμε δημιουργικές δυνάμεις σε μια προσπάθεια υπεράσπισης όλων εκείνων των αξιών που συμβάλουν στην καλλίτερη ποιότητας ζωής.
Εργατικότητα, μετριοφροσύνη φαντασία και πολύ ψυχή, είναι τα απαραίτητα υλικά σ’ αυτόν τον αγώνα.
Τα μεγάλα προβλήματα, που δημιούργησε ο σύγχρονος τρόπος ζωής δεν είναι δυνατόν να λυθούν με μαγικά ραβδάκια. Χρειάζεται αέναη προσπάθεια, σε μια κατεύθυνση προοδευτική.
Ότι πετά και κάνει θόρυβο, είναι επικίνδυνο. Και είναι άδικο για τα πουλιά…


Τη δεύτερη φορά η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν φάρσα

Αρχές καλοκαιριού με τα γεγονότα να καίνε περισσότερο από τον ήλιο. Ας τα προσπεράσω. Που είχαμε μείνει; Στο χρόνο, στο χρόνο, που μας εκδικείται όταν επαναλαμβάνει μια χαμένη στιγμή.
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, όμως μια ανεκπλήρωτη στιγμή παραμένει ακόμα ζωντανή. Θυμάμαι είχα διστάσει να προχωρήσω σε ένα ερωτικό κάλεσμα, ένα αυγουστιάτικο απόγευμα σε μια παραλία. Πέρασαν αρκετά χρόνια από εκείνη τη στιγμή, σε πιο εύκολες συνθήκες, η επιθυμία μου εκπληρώθηκε. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και σήμερα πενθώ τη στιγμή που έχασα, σε κείνο το χρόνο, σε εκείνο τον τόπο με κείνα τα νιάτα. Στην ίδια παραλία, με την ίδια γυναίκα, τον ίδιο μήνα και απόγευμα με διαφορά κάποια χρόνια, ήταν μια άλλη στιγμή, που δεν κατάφερε να καλύψει την απώλεια. Η ιστορία επαναλαμβάνεται, αυτή τη φορά σαν φάρσα.


Και μια άλλη ερμηνεία από την μεταμεσονύχτια ραδιοφωνική φωνή, που μάλλον δεν πιστεύει στις συμπτώσεις...
«Μην ψάχνεις τον κόσμο να βρεις τίποτα. Ο,τι είναι να βρεθεί, βρίσκεται ήδη κοντά σου, δίπλα σου, στο απέναντι μπαλκόνι. Όταν πρόκειται να συμβεί η συνάντηση, οι δρόμοι, λες και έχουν συνεννοηθεί, αν και παράλληλοι, προσποιούνται ότι τέμνονται και έρχονται τα βήματα κοντά. Σαν να υπάρχει ένας αόρατος κόσμος μέσα στον κόσμο που κινεί νήματα κι εμείς σαν μαριονέτες οδεύουμε σ΄ αυτό που νομίζουμε τυχαίο και τελικά είναι μοίρα. Κι ύστερα; Κι ύστερα όλα σαν όνειρο περνούν, αν δεχτούμε ότι τα όνειρα δε μένουν πιστά στο δημιουργό τους κι όταν ξημερώνει φοράνε τα ρούχα μας και βγαίνουν στους δρόμους αναζητώντας μια δεύτερη ευκαιρία σ’ ένα δεύτερο κορμί. Που επιστρέφει κανείς όταν πρέπει;»

Στην πραγματικότητα υπήρξαν ζωντανοί νεκροί

Πολλοί άνθρωποι, αν δεν είχαν ακούσει από άλλους τη λέξη έρωτας, δε θα ερωτεύονταν ποτέ...Υπάρχουν άνθρωποι που δεν ανήκουν σε αυτό ή σε εκείνο, δεν είναι αυτό ή εκείνο - αλλά κάτι ανάμεσα. Πρόκειται για κάτι “ δροσερούς” τύπους, γέννημα μιας εποχής που αποζητά το μέσο όρο, αποτελούν κλώνους μιας βιομηχανίας, που επιδιώκει την ουδετερότητα. Είναι αυτοί που απαρνήθηκαν τον εαυτό τους, και προσπάθησαν με βερνίκια και λούστρο να γίνουν άλλοι.
Νοιώθουν, ότι είναι κάποιοι και ας μη ξεχωρίζουν. Αρκούνται σε μια επίπλαστη τακτοποίηση, χωρίς αναζητήσεις, χωρίς όνειρα. Θα πεθάνουν χωρίς να έχουν κάνει την προσπάθεια να ανακαλύψουν τον εαυτό τους. Παίρνουν εύκολα τους τρόπους των άλλων, όπως τα ψάρια παίρνουν το χρώμα του περιβάλλοντός τους. Πιστεύουν ότι η αποδοχή, τους προσφέρει εκείνο που δεν έχουν.
Είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ότι μέσα τους δε υπάρχει τίποτα ατόφιο. Η συγκρότηση του χαρακτήρα τους αποτελείται από ένα μείγμα δανεικών τρόπων.
“Δεν ξέρουν να συνδέσουν τον ήλιο με τη βροχή, την ηδονή με την συνακόλουθη λύπη, ούτε βέβαια τη φιλία με την έχθρα που ακολουθεί. Γι’ αυτό άλλωστε μπροστά στο χρόνο παραμένουν άποροι και αμήχανοι. Ζώντας πλαστά και άτοκα, περιμένουν πάντα έξωθεν το νεύμα, που θα τους δείξει τη νέα κίνηση”,
Πέρασαν πολλά χρόνια για να καταλάβω ότι ήθελα να είμαι ο εαυτός μου. Οι καιροί, πολλές φορές με οδήγησαν σε ξένα μονοπάτια. Άργησα να αγαπήσω τα ελαττώματα μου, τις συνήθειες μου, τον τρόπο που είχα επιλέξει να ζήσω, τον ίδιο μου τον εαυτό. Κάτι ιδεολογίες, κάτι θρησκείες, κάτι κοινωνικά κατεστημένα, με είχαν δέσει χειροπόδαρα. Έπρεπε να αγαπήσω απιστίες, ωραία ψέματα, μεγάλα πάθη. Να εκτιμήσω κάποιους γιατί είναι αυτοί, για να μπορέσω να διακρίνω πάνω μου τα στοιχεία εκείνα, που μου έδιναν οντότητα. Και είχα τέτοια.
Έτσι οι άλλοι εμπιστεύονται την εικόνα μου. Έτσι ακατέργαστο, αδέξιο δίχως βερνίκια και λούστρο. Έτσι ανασφαλή και κάθε άλλο παρά αυτάρκη. Με ανάγκες πολλές, με επιθυμίες. Ελεύθερο να βλέπω, να αγγίζω, να μυρίζω, να γράφω, να διαβάζω, να αγωνιώ να ψάχνομαι να θορυβούμαι να μπερδεύομαι.
Έτσι όλα γίνονται εύκολα, γιατί τα βρίσκεις ξαφνικά τα βήματα, βρίσκεις τις λέξεις και τους ανθρώπους, βρίσκεις τον ρυθμό σου.
Τα σήματα που εκπέμπω είναι τ’ αληθινά και φτάνουν στον προορισμό τους. Οι κραδασμοί που προκαλώ είναι δικοί μου.
Οι «Δροσεροί» ξαπλωμένοι στην αυτάρκειά τους, προϊόν των περιορισμένων δυνατοτήτων του εγκέφαλου τους, δεν θα μάθουν ποτέ ποια είναι η πραγματική ζωή, δεν θα μάθουν ποτέ, γιατί ποτέ δεν έζησαν, στην πραγματικότητα υπήρξαν ζωντανοί νεκροί.

Οι αθέατες μεσιτεύσεις



Στο νησί μας πρόκειται να βρεθεί τις επόμενες μέρες ο Πρωθυπουργός, προκειμένου να δώσει έμφαση στην “τουριστική επένδυση του Ερημίτη”. Μη σας κάνει εντύπωση, έχουν αλλάξει οι ρόλοι στις μέρες μας. Τα περισσότερα κράτη που βρίσκονται κάτω από την κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού το ίδιο κάνουν, πουλάνε και αγοράζουν. 
Έχω παρατηρήσει τα τελευταία χρόνια, ότι οι περισσότεροι πρεσβευτές κρατών έχουν εξελιχθεί σε πλασιέ εταιρειών των χωρών τους. Οργώνουν την επαρχεία με την τσάντα γεμάτη προσπέκτους, διαλαλώντας την πραμάτεια τους. Αυτό γίνεται βέβαια σε ένα πρώτο επίπεδο, σε υψηλότερο συμμετέχουν υπουργοί και πρωθυπουργοί.
Μας ξεγελούν οι λέξεις. Μια “εκλεκτή” μειοψηφία μας επιβάλει την κατ' επίφαση δημοκρατία και μεις ζούμε με την ψευδαίσθηση της δύναμης της ψήφου. Ουδέποτε συνέβη στην δημοκρατία να κρατεί ο Δήμος. Ακόμα και στην αρχαία Ελλάδα όπως και στο ρωμαϊκό κόσμο, που προσπάθησε να υπάρξει, έλυσε εν μέρη κάποια διοικητικά προβλήματα, κατέληξε όμως πάντοτε σε ολέθριες αναιρέσεις. Στις μέρες μας δεν είναι μόνο ανέφικτη αλλά περνάει «στην χλευαστική διάσταση της εγκληματικής φάρσας», όπως ορθά παρατηρεί σε άρθρο του ο Κωστής Παπαγιώργης.
“Ο νεώτερος κόσμος που κράτησε την λέξη χάρη στο κύρος της και την αναγκάζει να ονομάζει απίστευτα καθεστώτα μαζικοποιημένης βούλησης με θεσμούς πολλαπλά ετεροκαθοριζόμενους, παρουσιάζεται απόλυτα κυνικός με τις ονοματολογίες του. Πίσω από την απατηλή πρόσοψη της αντιπροσώπευσης, οι αθέατες μεσιτεύσεις κατόρθωσαν να ασκούν εξουσία απολυταρχική και συνάμα να εμφανίζονται με περγαμηνές τυραννοκτόνου.”
Δεν είναι όσο ακραία ακούγονται. Η δημοκρατική αφέλεια -πιστή στην υγιή πολιτική κατ’ ουσία - δεν υποψιάζεται ότι όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, τα κόμματα αποτελούν ηγετικές ομάδες που διεκδικούν το μέγα δικαίωμα να «έρθουν στα πράγματα», χωρίς να μπορούν και χωρίς να θέλουν να τ’ αλλάξουν. Είναι αποδεδειγμένο άλλωστε και αυτό το βιώνουμε αυτές τις μέρες πολύ βαθιά στο πετσί μας, ότι ο κόσμος της οικονομία είναι πολύ πιο θεμελιώδης για την κοινωνία από τον κόσμο της πολιτικής, ο ρόλος του πολιτικού στην προκείμενη περίπτωση περιορίζεται στη δουλειά του μεσίτη μεγάλων συμφερόντων.

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...