Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010

Οι μάσκες του καρναβαλιού και οι άλλες

Ο λόγος για το καρναβάλι, για το καρναβάλι γενικά και αόριστα. Ο λόγος για τις μέρες που οι φτωχοί μπορεί να γίνουν πλούσιοι. Οι γυναίκες άνδρες, οι άνδρες γυναίκες, οι κυνηγοί θύματα και τα θύματα κυνηγοί. Οι μέρες με τις μάσκες που μας επιτρέπουν να δραπετεύσουμε από τον εαυτό μας.
Αυτές τις μέρες, επιτέλους μπορούν να γίνουν όλα αληθινά, γατί οι μάσκες δεν είναι αόρατες, όπως αυτές που φοριούνται όλο το χρόνο. Αυτές που χαμογελούν ψεύτικα, που κλαίνε ψεύτικα, αυτές που κρύβουν μέσα από τον τσαμπουκά την αδυναμία, μέσα από την επιθετικότητα την ανασφάλεια. Αυτές οι μάσκες της καθημερινότητας, θα μείνουν για μετά το καρναβάλι, τώρα έχουμε τις πραγματικές.
Η μάσκα σαν ένα σύνολο αλήθειας και ψεύδους, ειλικρίνειας και πλάνης, θα υπάρχει πάντα. Θα υπάρχει ακόμα και σήμερα που οι θεότητες αποτραβήχτηκαν. Θα υπάρχει για να διασκεδάζει την θλίψη για το μοναδικό Θεό των ημερών μας. το χρήμα.

Οι μέρες με τις μάσκες, είναι ό,τι πιο ειλικρινές νοιώθουμε, οι υπόλοιπες οι αξιοπρεπείς είναι το πραγματικό καρναβάλι. Στο καρναβάλι της ζωής μας, το χωρίς προσωπεία, δεν πέφτουν οι μάσκες στο τέλος της γιορτής, αυτές είναι κολλημένες στα πρόσωπα και έχουν απ’ ευθείας σύνδεση με το αίμα και την ψυχή. Γελάνε ψεύτικα, κλαίνε ψεύτικα. Οι καουμπόηδες διαθέτουν όπλα μαζικής καταστροφής, και η πραγματικότητα, αδυνατεί να τα βάλει με την ψηφιακή της μορφή.
Τελικά τις μέρες του καρναβαλιού πέφτουν οι μάσκες, τις άλλες, που η πίστη ντύνει την άπιστη, η δικαιοσύνη την αδικία, η επικοινωνία την απομόνωση, η πολυκοσμία την μοναξιά, η αγάπη το μίσος η εξυπνάδα την πονηριά, το γέλιο το κλάμα, το κλάμα το γέλιο, το εμείς το εγώ, ο θεός το διάβολο και θα μπορούσα να γράφω μέχρι αύριο, πώς να τους ξεχωρίσεις;

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2010

Και δεν μπορεί και δεν θέλει

Ουδέποτε συνέβη στην δημοκρατία να κρατεί ο Δήμος. Ακόμα και στην αρχαία Ελλάδα όπως και στο ρωμαϊκό κόσμο, που προσπάθησε να υπάρξει, έλυσε εν μέρη κάποια διοικητικά προβλήματα, κατέληξε όμως πάντοτε σε ολέθριες αναιρέσεις. Στις μέρες μας δεν είναι μόνο ανέφικτη αλλά περνάει «στην χλευαστική διάσταση της εγκληματικής φάρσας», όπως ορθά παρατηρεί σε άρθρο του ο Κωστής Παπαγιώργης.
Ο νεώτερος κόσμος που κράτησε την λέξη χάρη στο κύρος της και την αναγκάζει να ονομάζει απίστευτα καθεστώτα μαζικοποιημένης βούλησης με θεσμούς πολλαπλά ετεροκαθοριζόμενους, παρουσιάζεται απόλυτα κυνικός με τις ονοματολογίες του. Πίσω από την απατηλή πρόσοψη της αντιπροσώπευσης, οι αθέατες μεσιτεύσεις κατόρθωσαν να ασκούν εξουσία απολυταρχική και συνάμα να εμφανίζονται με περγαμηνές τυραννοκτόνου.

Δεν είναι όσο ακραία ακούγονται. Η δημοκρατική αφέλεια – πιστή στην υγιή πολιτική κατ’ ουσία δεν υποψιάζεται ότι όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, τα κόμματα αποτελούν ηγετικές ομάδες που διεκδικούν το μέγα δικαίωμα να «έρθουν στα πράγματα», χωρίς να μπορούν και χωρίς να θέλουν να τ’ αλλάξουν. Είναι αποδεδειγμένο άλλωστε και αυτό το βιώνουμε αυτές τις μέρες πολύ βαθιά στο πετσί μας, ότι ο κόσμος της οικονομία είναι πολύ πιο θεμελιώδης για την κοινωνία από τον κόσμο της πολιτικής, ο ρόλος του πολιτικού στην προκείμενη περίπτωση περιορίζεται στη δουλειά του μεσίτη μεγάλων συμφερόντων.
Όλα αυτά τα εισαγωγικά, και εισαγωγικά θα μείνουν, γιατί η εντύπωση από τη κυβέρνηση που εξαγγέλλει και νέες θυσίες - αυτές δεν περνούν από δημόσια διαβούλευση - με οδηγεί στο συμπέρασμα του τίτλου.

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

Δεν φυσάει και η Άρτεμις δεν μένει πια εδώ

Το παρακάτω κείμενο το έγραψα πριν ένα χρόνο, το επαναφέρω γιατί σήμερα είναι πιο επίκαιρο από τότε.
Σύμφωνα με το μύθο, η θυσία της Ιφιγένειας έγινε στο ναό της Αυλιδείας Αρτέμιδος, στους πρόποδες του λόφου. Η θεά Άρτεμις, ενοχλημένη επειδή ο αρχιστράτηγος Αγαμέμνων σκότωσε το ιερό ελάφι της, δημιούργησε άπνοια. Προκειμένου να επιτρέψει στα πλοία να ξεκινήσουν, ζήτησε τη θυσία της κόρης του αρχιστράτηγου. Η Ιφιγένεια χρησιμοποιήθηκε σαν εξιλαστήριο θύμα, όμως η θεά δεν δέχθηκε την ανθρώπινη θυσία και έβαλε στη θέση της ένα ελάφι φυγαδεύοντας την ίδια στην Ταυρίδα. Στη συνέχεια ο στόλος απέπλευσε
Να την κάνουμε την θυσία, δεν λέω, άλλωστε δεν είναι και προαιρετικό. Η άπνοια πάντως θα παραμείνει και ο ζητούμενος ούριος άνεμος για τις καλλίτερες μέρες των υποσχέσεων, θα κρατήσει δεμένα τα πλοία στα λιμάνια. Όσες θυσίες και να κάνουμε δεν πρόκειται να πάμε ούτε μίλι μπροστά. Αυτή η χώρα από τότε που έν χορω τραγουδούσαμε ήτανε ένα μικρό καράβι που ήταν α α αταξίδευτο… Εκεί έμεινε μικρό και αταξίδευτο, η διαφορά είναι, όσο με τις φωνές μας προσπαθούσαμε τότε, να μεταθέσουμε τις ευθύνες του κλήρου, η αλήθεια είναι, ότι ο κλήρος έπεσε και στα αγόρια και στα κορίτσια, έπεσε σε όλους σ’ αυτόν το φτωχό Λαό, γι’ αυτό εν συνεχεία παραδεχτήκαμε ότι «την κάναμε λαχείο».
Να πληρώσουμε και πάλι τώρα που το κράτος χρεοκοπεί, αλλά γιατί να πληρώσουμε.

«Γιατί έχει χρεοκοπήσει αυτό το ρημάδι το κράτος», αναρωτιέται ο Φώτης Γεωργελές, αφού όλοι υποτίθεται διαπιστώνουμε πως παρέχει πολύ χαμηλού επιπέδου υπηρεσίες. Κι αυτό το ξέρουμε. Γιατί η γραφειοκρατία είναι εκτεταμένη και διεφθαρμένη, γιατί οι κομματικοί στρατοί διορίζονται στο δημόσιο, γιατί κατόπιν το δημόσιο αδειάζει με εθελούσιες εξόδους και πρόωρες συντάξεις που χρεοκοπούν και τα ταμεία, για να ξαναγεμίσει με τους επόμενους κομματικούς στρατούς. Γιατί οι αναθέσεις έργων και οι προμήθειες του δημοσίου γίνονται με σκανδαλώδη τρόπο και κοστίζουν πολλαπλάσια, γιατί τα λεφτά των ταμείων διαχειρίζονται με φαύλο τρόπο διορισμένα κομματικά στελέχη, γιατί η γη του δημοσίου εκποιείται σε «ιερά» real estate και κάμποσα άλλα τέτοια «γιατί», που όλοι γνωρίζουν.
Γιατί να κάνουμε ακόμα μια θυσία, έτσι και αλλιώς τα πλοία θα παραμείνουν στα λιμάνια και το ταξίδι που περιμέναμε, θα μείνει ανεκπλήρωτο…

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

«Άσε με να κάνω λάθος»

Περιμένοντας να γίνω παππούς, κάνω βόλτες μπρος και πίσω στο χρόνο. Μόνο αν γυρίζαμε πίσω, όλα, όσα αυτά τα χρόνια έχουμε μάθει, θα ήταν χρήσιμα.
Αν μπορούσες να ακούσεις αυτά που έμαθα μέσα στο χρόνο, είμαι βέβαιος πως, στην συνέχεια οι συγνώμες σου θα λιγόστευαν. Λιγότερα λάθη για τα οποία θα κληθείς να μετανιώσεις. Τι το θέλεις, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ, μόνο για τον εαυτό μου μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτά που ξέρω και επειδή δυστυχώς δεν γυρίζουμε πίσω και για μένα άχρηστα είναι.
«Έρχονται νέοι ιχνηλάτες και πυροτεχνουργοί να δοξάσουν τις ήττες μας και να προβάρουν τις δικές τους»
Μεγαλώνοντας ξεχνάμε τα λάθη μας, ξεχνάμε ακόμα και τη δικαίωση των γονιών μας, σήμερα, στη θέση τους πια, επιδιώκουμε να κάνουμε πράγματα που ξέρουμε ότι δεν πρόκειται να γίνουν.
Τώρα που το σκέφτομαι, θα ήταν ολέθριο να προλαβαίναμε τα λάθη.
Θα πορευτούμε λοιπόν σε μια αέναη πορεία, εμείς με την προσδοκία να μας ακούσουν τα παιδιά μας, και ας μην ακούσαμε εμείς τους γονείς μας. Τα παιδιά με την αυτοπεποίθηση της ηλικίας, που τους δίνει φτερά στα πόδια και αέρα στα μυαλά να ακολουθούν πιστά το παράδειγμα μας, όταν είμαστε στην ηλικία τους. Τα παρακολουθούμε να σχεδιάζουν τα επόμενα λάθη τους, χωρίς καμία δυνατότητα να τα αποτρέψουμε.

Λιγότερα λάθη, λιγότερο συναίσθημα. Οι ηλικίες είναι το πρόβλημα.
Και μεις οι παλιοί των ημερών, θα πρέπει κάποια στιγμή να συνειδητοποιήσουμε, ότι ο λόγος που δώσαμε, να προστατεύσουμε τα νήπια βήματα τους, όταν πάρουν τα πατήματα δεν ισχύει.
Η σχέση θα συνεχιστεί αμφίδρομη, μπορεί να κάνουν το λάθος το ένα πίσω απ’ το άλλο, άλλα μας επαναφέρουν στην τάξη των συναισθημάτων, που μπερδεύτηκαν με τα χρόνια, χλόμιασα και παραιτήθηκαν.
«Έρχονται νέοι ιχνηλάτες και πυροτεχνουργοί να δοξάσουν τις ήττες μας και να προβάρουν τις δικές τους»

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...