Ένα,
τελευταίο πριν τις καλοκαιρινές
διακοπές. Δυο ώρες παιδεύομαι να βάλω
τρεις λέξεις στη σειρά. Τίποτα. Αύγουστος
από Δευτέρα να μας τρελαίνει τα μυαλά,
να τα κουνάει από τη λάθος θέση τους.
«Έχει παγωνιά ο Αύγουστος». Γράφει ο Οδυσσέας Ιωάννου “Και πολλές μετωπικές, με τον εαυτό σου, με τα μπετά που καίγονται, με μια πόλη που η ζωή είναι σε αναστολή. Ο Αύγουστος βγάζει την σημαντικότερη είδηση. Φοβάμαι να πεθάνω μόνος. Να ζήσω, ήθελα να πω, αλλά βαριέμαι να το διορθώσω”. Για τον Αύγουστο των ανθρώπων, που μπορούν να δηλώσουν την αποτυχία .
«Έχει παγωνιά ο Αύγουστος». Γράφει ο Οδυσσέας Ιωάννου “Και πολλές μετωπικές, με τον εαυτό σου, με τα μπετά που καίγονται, με μια πόλη που η ζωή είναι σε αναστολή. Ο Αύγουστος βγάζει την σημαντικότερη είδηση. Φοβάμαι να πεθάνω μόνος. Να ζήσω, ήθελα να πω, αλλά βαριέμαι να το διορθώσω”. Για τον Αύγουστο των ανθρώπων, που μπορούν να δηλώσουν την αποτυχία .
Μια
ερωτική ιστορία – ισχυρίζεται ο Κοέλο
– κλείνει μέσα της όλα τα μυστικά του
κόσμου, η πεμπτουσία όμως βρίσκεται στο
φινάλε. Αυτό περισώζει τη λύπη κι έτσι
μπορεί και την κάνει νοσταλγία. Εκείνο
που επιβάλλει τη μοναξιά και έτσι μπορεί
να τη κάνει ανάμνηση.
Αύγουστος
συνέχεια… Και επειδή ο Αύγουστος θέλει
αλήθειες, θα πω την πάσα αλήθεια σαν
ψέμα. Κανείς δεν θα με καταλάβει. Φώτα
μουσική και πάμε... να ζήσουμε μια νύχτα
μαγική. «Τον Αύγουστο που μου χρωστάς
τον ξέχασες…» Και τώρα, απόψε, μια
νύχτα γεμάτη
θύελλες, να
μαι εδώ στο
μεταίχμιο μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας,
πρόθυμος, σαν έτοιμος από καιρό. Φλεγόμενος
από μια και
μοναδική μου ζωής επιθυμία, που δεν
είναι παρά
μονάχα μία, η λησμονιά.
Τα
ετερώνυμα, έλκονται; γιατί Όχι; Τα
σπασμένα γυαλιά πως κολλάνε; Τι μπορεί
να συμβεί όταν πρόκειται για ετερώνυμα
υλικά; Γιατί για ετερώνυμα υλικά, ακριβώς
πρόκειται. Εσύ και εγώ. Κι ας προσποιείσαι
έτσι καλά τη φωνή του παρελθόντος μου.
Κάποτε ήταν αλλιώς θυμάμαι, κάποτε δεν
ήταν έτσι, ούτε τόση μεγάλη μοναξιά ,
ούτε τόση σιωπή, ούτε και αυτή η μεγάλη
αυτοσυγκράτηση, που σημαίνει δειλία.
Εντέλει
δεν κάνω τίποτα. Κυλούν οι ώρες και τη
βλέπω να φεύγει. Φεύγει και παίρνει
μαζί της όλες τις σταθερές. Το πείσμα
και τη σιγουριά μου, τα παιδικά μου
χρόνια και αυτή την παρατεταμένη εφηβεία
μου. Το περίεργο είναι ότι μαζί της
φεύγει και ο χρόνος. Σκορπίζει, χάνεται
η στιγμή και μες στις ραγισματιές, πότε
αντικρίζω τα πάντα και πότε το τίποτα
Είναι
μια μέρα που κυλάει σαν νερό. Είναι μια
μέρα σαν αιώνας από
εκείνες με
τις τεράστιες, ρωγμές που
ή στα προσφέρουν όλα, ή στα αρπάζουν
όλα. Θεατής
του σύμπαντος κόσμου για μια στιγμή
και αμέσως
μετά, πάει την
έχασες εκείνη
την πανοραμική
θέα. Ευχή και
κατάρα μαζί.
«Να
θέλεις ένα κόσμο, είναι φωτιά – να τον
αποκτάς καπνός» Μ’ αυτήν εδώ τη τσιγγάνικη
παροιμία παρηγορούμαι, εξάλλου στον
καπνό ποτέ δεν έφτασα. Φλεγόμενος εις
το διηνεκές, ως Προμηθέας δεσμώτης.
Δεν
είναι όλα. είναι όμως κάτι. Ποτέ δεν θα
μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου κάπως
έτσι. Και να που εγώ τώρα αυτός που τα
προκαλώ. Εγκέφαλος αυτού του παιγνιδιού,
αλλά όχι και κυρίαρχος. Τα μεγάλα
πράγματα έρχονται μόνα τους, μονάχα
για τις λεπτομέρειες θα πρέπει εμείς
να μεριμνάμε και το αντιλαμβάνομαι,
τώρα που συνέβη εκείνο που προσπαθούσα
επισταμένα πενήντα πέντε χρόνια να
αποφύγω. Υπάρχει έρωτας που να κερδίζει
το θάνατο; Εδώ δεν υπάρχει έρωτας που
να κερδίζει το χρόνο: Ούτε τον ίδιο μας
τον εαυτό δεν είναι σε θέση να κερδίσει
ο έρωτας. Συχνότατα θέλουμε δε θέλουμε
μας υπερβαίνει, δεν είμαστε άξιοι για
τίποτα.
… Να,
μόνο που σκέφτομαι πως ό,τι συνήθως
είμαστε, δεν είναι αποτέλεσμα μιας
θετικής απόφασης, αλλά προέρχεται από
μια κίνηση άμυνας … Κίνηση φόβου. Τα
αρνητικά γεγονότα είναι που συνήθως
καθορίζουν αυτό που επιλεγούμε… και
έτσι τελικά ζούμε με ό,τι θα θέλαμε να
είχαμε αποφύγει...