Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

Υπάρχει έρωτας που να κερδίζει το θάνατο;

Ένα, τελευταίο πριν τις καλοκαιρινές διακοπές. Δυο ώρες παιδεύομαι να βάλω τρεις λέξεις στη σειρά. Τίποτα. Αύγουστος από Δευτέρα να μας τρελαίνει τα μυαλά, να τα κουνάει από τη λάθος θέση τους.
«Έχει παγωνιά ο Αύγουστος». Γράφει ο Οδυσσέας Ιωάννου “Και πολλές μετωπικές, με τον εαυτό σου, με τα μπετά που καίγονται, με μια πόλη που η ζωή είναι σε αναστολή. Ο Αύγουστος βγάζει την σημαντικότερη είδηση. Φοβάμαι να πεθάνω μόνος. Να ζήσω, ήθελα να πω, αλλά βαριέμαι να το διορθώσω”. Για τον Αύγουστο των ανθρώπων, που μπορούν να δηλώσουν την αποτυχία .
Μια ερωτική ιστορία – ισχυρίζεται ο Κοέλο – κλείνει μέσα της όλα τα μυστικά του κόσμου, η πεμπτουσία όμως βρίσκεται στο φινάλε. Αυτό περισώζει τη λύπη κι έτσι μπορεί και την κάνει νοσταλγία. Εκείνο που επιβάλλει τη μοναξιά και έτσι μπορεί να τη κάνει ανάμνηση.


Αύγουστος συνέχεια… Και επειδή ο Αύγουστος θέλει αλήθειες, θα πω την πάσα αλήθεια σαν ψέμα. Κανείς δεν θα με καταλάβει. Φώτα μουσική και πάμε... να ζήσουμε μια νύχτα μαγική. «Τον Αύγουστο που μου χρωστάς τον ξέχασες…» Και τώρα, απόψε, μια νύχτα γεμάτη θύελλες, να μαι εδώ στο μεταίχμιο μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, πρόθυμος, σαν έτοιμος από καιρό. Φλεγόμενος από μια και μοναδική μου ζωής επιθυμία, που δεν είναι παρά μονάχα μία, η λησμονιά.
Τα ετερώνυμα, έλκονται; γιατί Όχι; Τα σπασμένα γυαλιά πως κολλάνε; Τι μπορεί να συμβεί όταν πρόκειται για ετερώνυμα υλικά; Γιατί για ετερώνυμα υλικά, ακριβώς πρόκειται. Εσύ και εγώ. Κι ας προσποιείσαι έτσι καλά τη φωνή του παρελθόντος μου. Κάποτε ήταν αλλιώς θυμάμαι, κάποτε δεν ήταν έτσι, ούτε τόση μεγάλη μοναξιά , ούτε τόση σιωπή, ούτε και αυτή η μεγάλη αυτοσυγκράτηση, που σημαίνει δειλία.
Εντέλει δεν κάνω τίποτα. Κυλούν οι ώρες και τη βλέπω να φεύγει. Φεύγει και παίρνει μαζί της όλες τις σταθερές. Το πείσμα και τη σιγουριά μου, τα παιδικά μου χρόνια και αυτή την παρατεταμένη εφηβεία μου. Το περίεργο είναι ότι μαζί της φεύγει και ο χρόνος. Σκορπίζει, χάνεται η στιγμή και μες στις ραγισματιές, πότε αντικρίζω τα πάντα και πότε το τίποτα
Είναι μια μέρα που κυλάει σαν νερό. Είναι μια μέρα σαν αιώνας από εκείνες με τις τεράστιες, ρωγμές που ή στα προσφέρουν όλα, ή στα αρπάζουν όλα. Θεατής του σύμπαντος κόσμου για μια στιγμή και αμέσως μετά, πάει την έχασες εκείνη την πανοραμική θέα. Ευχή και κατάρα μαζί.
«Να θέλεις ένα κόσμο, είναι φωτιά – να τον αποκτάς καπνός» Μ’ αυτήν εδώ τη τσιγγάνικη παροιμία παρηγορούμαι, εξάλλου στον καπνό ποτέ δεν έφτασα. Φλεγόμενος εις το διηνεκές, ως Προμηθέας δεσμώτης.
Δεν είναι όλα. είναι όμως κάτι. Ποτέ δεν θα μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου κάπως έτσι. Και να που εγώ τώρα αυτός που τα προκαλώ. Εγκέφαλος αυτού του παιγνιδιού, αλλά όχι και κυρίαρχος. Τα μεγάλα πράγματα έρχονται μόνα τους, μονάχα για τις λεπτομέρειες θα πρέπει εμείς να μεριμνάμε και το αντιλαμβάνομαι, τώρα που συνέβη εκείνο που προσπαθούσα επισταμένα πενήντα πέντε χρόνια να αποφύγω. Υπάρχει έρωτας που να κερδίζει το θάνατο; Εδώ δεν υπάρχει έρωτας που να κερδίζει το χρόνο: Ούτε τον ίδιο μας τον εαυτό δεν είναι σε θέση να κερδίσει ο έρωτας. Συχνότατα θέλουμε δε θέλουμε μας υπερβαίνει, δεν είμαστε άξιοι για τίποτα.
Να, μόνο που σκέφτομαι πως  ό,τι συνήθως είμαστε, δεν είναι αποτέλεσμα μιας θετικής απόφασης, αλλά προέρχεται από μια κίνηση άμυνας … Κίνηση φόβου. Τα αρνητικά γεγονότα είναι που συνήθως  καθορίζουν αυτό που επιλεγούμε… και έτσι τελικά ζούμε με ό,τι θα θέλαμε να είχαμε αποφύγει...

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

Μέσο καταστολής η ατομική ενοχή

Αφού φόρτωσαν ένα κάρο ποινές σε όλους τους ενόχους, από ιδρύσεως ελληνικού κράτους και συμφώνησαν ότι “για όλα φταίνε οι γκόμενες οι πρώην και οι επόμενες”, έριξαν στο τραπέζι του καφενειακού διαλόγου και την ατομική ενοχή. “Φταίμε και μεις που ακολουθήσαμε τις επιταγές τους, που χορέψαμε στο ρυθμό που μας έπαιζαν όλα τα χρόνια της ευημερίας” και κάπως έτσι τέλειωσε η συζήτηση με την συλλογική ευθύνη να αθωώνει τους πάντες. Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και ο ατομικός εγωισμός δεν κατάφερε να αντισταθεί στις προσωπικές ενοχές, που εντέχνως εισχώρησαν μέσα τους, ύστερα από την επιχείρηση αποπλάνησης με σκοπό την αποχή από κάθε είδους αντίδρασης. Αυτό το αναισθητικό ακόμα κρατάει και είναι τόσο ισχυρό που σου αφαιρεί σώμα και ψυχή σε τόσες δόσεις, ώστε να νομίζεις ότι σου κάνουν και χάρη.

Μετά το μεγάλο παραμύθι των προηγούμενων δεκαετιών,  ήρθε η ανώμαλη προσγείωση,  φορτωμένη όμως  από  ενοχές.  Πέραν όλων των άλλων, η ατομική ενοχή,  αποτελεί ισχυρή τροχοπέδη στην έκφραση της αναμενόμενης αντίδρασης.
Αισθάνεται  ένοχος που πήγε  στο κατάστημα ηλεκτρικών ειδών, για  την αγορά ενός ψυγείου και αγόρασε  20 ηλεκτρικές συσκευές με 1.000 άτοκες δόσεις. Για το χρηματιστήριο, που έπαιξε  και έχασε. Για το στεγαστικό,  για το εορτοδάνειο.   Για το καινούργιο αυτοκίνητο, παραπάνω κυβικών από  τα κυβικά του.
Αισθάνεται ένοχος που βρήκε εργασία με την «βοήθεια» του βουλευτή,  που δεν έκοψε απόδειξη, που δε ζήτησε απόδειξη, που έδωσε φακελάκι, που ακολούθησε το ρέμα…  γιατί διαφορετικά…   Αν δεν είχε αφομοιωθεί,  δεν είχε  εξομοιωθεί, δεν είχε  γίνει φωτοτυπία, το  σύστημα  θα τον απέκοπτε θα τον ξερνούσε,  θα τον απομάκρυνε.  Όποιος έκανε  μια σκέψη παραπάνω, όποιος διαφοροποιούσε  το βηματισμό του, ήταν σίγουρο που θα βρεθεί  εκτός…και αυτός ήθελα να είναι εντός, μέσα στα μέσα, με τους πολλούς.
Έχει ενοχές  γιατί δεν ήθελε  ισότητα στην ένδεια, αλλά ισότητα ή  πιο σωστά ανισότητα  στην κατοχή, όπως όλοι δηλαδή.
Αυτά που του προσφέρθηκαν,   ήταν μέρος του σταδίου της αποπλάνησης. Πάντα έτσι συμβαίνει άλλωστε.  Καλοπιάσματα, καραμελίτσες  του συστήματος,  χάπια για τον ύπνο.    Άρτον και θεάματα.  Τι ακολουθεί;   Ο στιγματισμός  που ενέδωσε στις απολαύσεις και χώθηκε στο βούρκο της ακολασίας.
Σήμερα απέναντι στην ισοπέδωση των πάντων και στην ολική καταστροφή, κυνηγημένος  από τις ερινύες,  με σκυμμένο το κεφάλι υπομένει, περιμένει, ψάχνει  να βρει τον εαυτό του. Εκεί τον βρήκαν και τον χτύπησαν, στο  μαλακό υπογάστριο. Παντελώς ευάλωτο από τον φορτίο των ενοχών, που τον βαραίνουν.

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2016


Κάτι “αριστερό” ρε παιδιά ...και μην πάει ο νου σας σε κάτι ριζοσπαστικό...

Είμαι προσεκτικός με τις διαγνώσεις, δύσκολα ξεγράφω ανθρώπους. Πάντα ελπίζω  σε ένα θαύμα, μέχρι  που μου φανερώνεται η αλήθεια βέβαιη και ξεκάθαρη. Δυστυχώς,  όσο και να προσπαθείς, στο δια ταύτα, πάντα  ανακαλύπτεις μια χαλασμένη παρτίδα για την οποία δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Και δεν μιλάμε για φρούτα|”. Περισσότερο χαλασμένη από ό,τι νόμιζα, όταν το   έγραφα...  

Τα παραπάνω, όπως και τα παρακάτω, προθέρμανση είναι για κάτι που έχω στο μυαλό μου να γράψω, όταν το γεγονός θα το καταστήσει περισσότερο επίκαιρο. Το ό,τι “η πρώτη φορά αριστερά” δεν έχει, ούτε αριστερό ψάλτη να επιδείξει, είναι γνωστό και καταγεγραμμένο. Και δεν μιλάμε για πράγματα ριζοσπαστικά, κάτι... έστω σε επίπεδο συμβολισμού, που να δίνει λίγο φως στο μουντό γκρίζο σακάκι, που φορέθηκε τα χρόνια που προηγήθηκαν. Το δυστύχημα είναι ό,τι οι προ εικοσαετίας ενεστώτες μεταμορφώθηκαν σε μέλλοντες διαρκείας. Μπορεί να χαίρομαι για τις προβλέψεις, απελπίζομαι όμως, που ενώ τα ξέρουμε μένουμε βουβοί και απαθείς. “Όχι στην παρούσα κατάσταση, δεν αισθάνομαι συγκάτοικος. Συγκάτοικος στη ντροπή νοιώθω, που άφησα το δοκάρι να γίνει τερματοφύλακας και θεματοφύλακας και ο ύπνος μου γεμίζει εφιάλτες. Πάλι με πράσινες και μπλε περικεφαλαίες …” 


Είναι ο τόπος τελικά ο μίζερος, που όλα τα κάνει να μοιάζουν ίδια. Πώς να πας μπροστά σε δυο μέτρα γης, άλλο ένα βήμα και κει πλέον δεν περπατάς κολυμπάς.
Πώς να πάει μπροστά το καράβι με ναύτες χωρίς βιογραφικά χωρίς ταυτότητα. Θα βουλιάξει.
Κάθε φορά το λέω και καμιά φορά δεν το κάνω, έτσι θα πάει αυτή η ιστορία, με την προσδοκία ότι αλλάζουμε, μέχρι να έρθει η διαβεβαίωση ότι δεν αλλάζουμε τελικά.
Για να μη γράψω «γαμώ την αριστερά μου», που αυθόρμητα μου ήρθε στα χείλη, αγανακτώντας για την πολιτική πτώχευση, που είναι περισσότερο επώδυνη από την οικονομική που βιώνει σήμερα ο τόπος,
τέρμα στις αριστερές ιστορίες. Ο ορίζοντας μόνο με καινούργιες ιστορίες που δεν αναφέρονται στο παρελθόν, καθαρίζει.“Όταν η αναφορά στην αριστερά θα πάψει να είναι παρελθόν, τότε κάτι θα έχει αλλάξει, για την ώρα ο ορίζοντας δε φαίνεται”.


Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

Για αυτούς που βγαίνουν τολμηρά πάνω από νοσταλγίες

Χαρακτηριστικό γνώρισμα της κοινωνίας μας: δίκες και καταδίκες με συνοπτικές διαδικασίες. Ύστερα από κάθε γεγονός οι εύκολες κρίσεις, χωρίς καμία διάθεση κριτικής, μια επιφάνεια ίσα ίσα για να καλύψει με το χρώμα της αρεσκείας του καθενός, την αλήθεια. Μια επιφάνεια που κρατάει την ιστορία σε απόσταση για μεγάλα χρονικά διαστήματα από την πραγματικότητα. Όσοι προσπαθούσαν να σταθούν κριτικά μέσα στην κάψα των γεγονότων, έθεταν αυτόματα υποψηφιότητα για την συμμετοχή τους στο τμήμα την γραφικής μειοψηφίας.
Το ανάθεμα για την περίοδο της μεταπολίτευσης, μέσα στη γενικότητα, αδικεί ένα κομμάτι υγείας, που λειτούργησε πέρα από το δικομματισμό, πέρα από την απαξίωση της πολιτικής, πέρα από την λογική του πελατειακού κράτους. Και μέσα από αυτή τη στήλη, κατά καιρούς έχω στηλιτεύσει και εγώ αυτή περίοδο, όχι μόνο με αφορμή τη κρίση και το δραματικό παρόν, αλλά και τότε που ανθούσε ακόμα το χρηματιστήριο τη δεκαετία του 1990. Τότε που ο Σημίτης, έσπαγε τους δεσμούς με το παρελθόν, της μίζερης Ελλάδος και έκανε άλματα στο μαγικό κόσμο των αγορών. Δεν πανηγυρίζαμε με την ανάληψη της διοργάνωσης των ολυμπιακών αγώνων, ούτε δοξάσαμε το λάιφσταιλ. Δεν είμαστε ποτέ συγκαταβατικοί απέναντι στην διαφθορά. Οι σημερινές επικρίσεις για την περίοδο της μεταπολίτευσης, δεν είναι αποτέλεσμα αντίδρασης, είναι η συνέχεια εκείνου του λόγου, που τόνιζε την παρακμή και την πολιτισμική παράλυση, όταν οι όψιμοι επικριτές διατελούσαν έν αδεία .

Κάνω την επισήμανση, γιατί αυτοί που σήμερα φωνάζουν, για τα κακά του παρελθόντος που οδήγησαν τη χώρα στην καταστροφή, ποτέ κατά το παρελθόν, που τους εξυπηρετούσε, δεν αντέδρασαν. Απεναντίας αντιδρούσαν στους λίγους που μιλούσαν, χαρακτηρίζοντας τους μίζερους και γραφικούς. Να που δεν είναι έτσι, όταν οι εκείνοι, λειτουργούσαν μες την καλή χαρά, εμφορούμενοι από την άνοδο του χρηματιστηρίου και τις πρόσκαιρες απολαύσεις που παρείχε η φούσκα της οικονομίας, οι άλλοι έβγαιναν τολμηρά πάνω από νοσταλγίες και καταστροφολογίες και έστελναν σήμα κινδύνου. Ε! λοιπόν αυτοί σήμερα μπορούν να κρίνουν την περίοδο της μεταπολίτευσης, γιατί παρότι δικαιωμένοι, κρατούν χαμηλούς τους τόνους και δεν ρίχνουν στην πυρά 40 χρόνια, που είχαν όπως και να το κάνουμε και καλές στιγμές. 

Με όλες αυτές τις όψιμες ισοπεδωτικές φωνές, από πληγωμένους και έντρομους που για χρόνια είχαν βυθιστεί στον ύπνο του δικαίου και όταν ξύπνησαν βρέθηκαν στο χώμα, κινδυνεύουμε άμεσα να οδηγηθούμε στην εκτροπή Σε άκρατους νεοφιλελευθερισμούς, με κεντρικό σύνθημα ο θάνατος σου η ζωή μου, η σε φασιστικά ακροδεξιά μονοπάτια, τραγουδώντας «γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει πατέρα;» Κανείς δεν ξέρει τι θα μας ξημερώσει. Η εκκρεμότητα, η αβεβαιότητα, συνεργάζονται στη δημιουργία μίας ατμόσφαιρας βαθιά μολυσμένης.
Το σημερινό ναυάγιο, αλλά και η στάση της κοινωνίας, που το παρακολουθεί, δεν προέκυψαν μεμιάς. Σήμερα και πάλι χρειάζονται οι ψύχραιμες φωνές, χωρίς ισοπεδωτική διάθεση να περιγράφουν αυτά που προηγήθηκαν με μάτια καθαρά και να ανοίξουν διεξόδους για το μέλλον.

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...