Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2024

Με πνίγει η αντίφαση όπως και τούτη τη πόλη

Προσπάθησα να ξεφύγω κοιτώντας συνεχώς το ρολόι μου. Κακή επιλογή. Αυτά που γράφω, δεν είναι αυτά. Αυτά είναι λόγια της σιωπής, που θέλει να με προστατεύσει.

Εδώ και κάποια χρόνια, μπορεί και να με διασκέδαζαν, στην χειρότερη περίπτωση με άφηναν αδιάφορο, σήμερα με αηδιάζουν. Ίσως και να μη φταίει αυτό καθ’ εαυτό το τελετουργικό, αλλά η ψευτιά και η υποκρισία, που διαχέεται σε όλο το μήκος και το πλάτος του σκηνικού, που έχει στηθεί για να μας ξεγελάσει.


Και ύστερα, όλες αυτές οι χιλιοπαιγμένες παραστάσεις, δεν μου προκαλούν πλέον κανένα ερέθισμα. Ούτε να κλάψω ούτε να γελάσω. Και είναι τέτοια η αποστροφή, που φτάνει από την «τελετή έναρξη των ολυμπιακών αγώνων», μέχρι την κοπή πίττας του συλλόγου των απανταχού της κάθε κωλοπετινίτσας.
Όταν επαναλαμβάνω κείμενα περασμένα, είναι γιατί ο χρόνος σπρώχνει το χώρο και με εκτινάσσει σε καταστάσεις πυκνότητας, Επαναλαμβάνουμε για να βρεθούμε στην αρχή. Το μεσοδιάστημα μια τρύπα στο νερό. Να γράψω κάτι επιπλέον, δε μπορώ. Θα κρυφτώ σ’ αυτές τις λέξεις, που όταν γίνουν προηγούμενες, ακολουθώντας ό,τι επόμενο γραφτεί, ίσως γίνω πιο κατανοητός.
Με πνίγει η αντίφαση όπως και τούτη τη πόλη. Βρώμικη μέσα και έξω. Λίγες εξαιρέσεις μόνο να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Έχει μια λάμψη δε λέω, μια αρχοντιά μια ιστορία πονεμένη. Έχει μια ομορφιά κρυμμένη σε κάτι σοκάκια χωρίς λάμπες να καίνε τα βράδια.
Με ποιον να συμμαχήσεις; Ποιανού το μέρος να πάρεις και να ενώσεις τη φωνή σου. Δεν βγαίνει κιχ. Δεν είναι ότι βράζουνε όλοι στο ίδιο καζάνι, δεν βράζουνε με τίποτα.
Για να είμαστε ειλικρινείς, η πολιτική μας εγκατέλειψε και τη θέση της πήραν, φιλόδοξοι τσαρλατάνοι, μαυραγορίτες με κονκάρδες, που τις φορούν ανάλογα την περίσταση, πολλοί μαλάκες που ζουν και αναπνέουν, για λίγα λεπτά δημοσιότητας. Τσίρκο που δίνει παραστάσεις σε κενά καθίσματα.
Συνειδητοποιώ με τα χρόνια, ότι αυτή η γενική αποστροφή μου σε κάθε είδους τελετή, θρησκευτική, εθνική, κοινωνική, αθλητική, από γάμο μέχρι κηδεία που λέει ο λόγος, δημιουργήθηκε από την απόρριψη πλέον σε ότι έχει να κάνει με το “φαίνεσθαι”. Σε ότι έχει να κάνει με την υποκρισία. 

Τι θα ήθελα να ψηφίσω…

Να ξεκαθαρίσω… Ανήκω στην φυλή των ψηφοφόρων, η άλλη των υποψηφίων δεν μου ταιριάζει. Από τη θέση του ψηφοφόρου λοιπόν, που αύριο θα κληθεί να αποφασίσει για Δήμαρχο, για Περιφερειάρχη, αλλά και υποψηφίων συμβούλων, που θα τους πλαισιώσουν, θα σας πω τι θα ήθελα να ψηφίσω…

Θα ήθελα να ψηφίσω κάποιον, που να μην κάνει κάτι, που δεν πιστεύει, που να μην ακολουθεί πάντα το πρωτόκολλο. Να πετάει τη γραβάτα όταν τον σφίγγει. Να θέλει οι συνεργάτες του, να είναι φίλοι πιστοί και όχι λαμόγια. Να μην τον ενδιαφέρει η εξουσία, που λειτουργεί εντός εκλογικού χρόνου. Να μην επιδιώκει συγκέντρωση εξουσιών, που δεν ξέρει τι να τις κάνει.
Να μην έχει τόση υπομονή, που να φτάνει στα όρια της αναισθησίας. Να μην χαμογελά όταν δεν του βγαίνει. Να μην χορεύει και να τραγουδά όταν δεν έχει κέφι. Να μην υπόσχεται όταν ξέρει ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί. Το αυτί του να ιδρώνει στην κριτική της κοινωνίας.


Να μην συμμαχεί με πρώην εχθρούς του και να είναι αντίθετος με το «Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Να λειτουργεί ανθρώπινα . Να δίνει δουλειά στην άνεργη και χωρισμένη με παιδιά, που δε έχει στο ήλιο μοίρα, χωρίς δεύτερη συζήτηση. Να λειτουργεί χωρίς τον κίνδυνο μήπως και διαταράξει τις ισορροπίες. Θέλω να είναι όπως είναι. Να είναι αυτό που είναι και να μην αναγκάζεται να παίξει ρόλους, τις περισσότερες φορές χωρίς επιτυχία για τις ανάγκες της παράστασης. Θέλω να βγαίνει στην τηλεόραση όταν πρέπει και να μην του επιβάλλεται. Θέλω να μην πληρώνει την τηλεόραση για να τον ρωτάει αυτό που θέλει και να κάνει τα στραβά μάτια στα λάθη του. Θέλω να μην είναι κομμάτι της επικοινωνίας. Θέλω τέλος πάντων να είναι, ο Δήμαρχος, ο Περιφερειάρχης, και να έχει αυτή και μόνο την ιδιότητα, συνεπικουρούμενη και με αυτήν του ανθρώπου.
Θέλω να προγραμματίζει για το μέλλον και όχι με ορίζοντα τις επόμενες εκλογές. Θέλω να λειτουργεί με αλληλεγγύη για τις επόμενες γενιές. Να είναι διεκδικητικός απέναντι στην εκάστοτε κυβέρνηση, ανεξάρτητα που πρόσκειται ο ίδιος πολιτικά. Φυσικά και θέλω να ξέρω τον πολιτικό του προσανατολισμό. Θέλω να έχει ηγετικές ικανότητες που να εμπνέουν τους δημότες και τους συνεργάτες του. Να ξεφεύγει από την πεπατημένη της διαχείρισης του Δήμου ή της Περιφέρειας και να αναπνέει ελεύθερο αέρα μαζί μες τους πολίτες έξω από το μικροκλίμα του γραφείου του. Γιατί εκεί μέσα, είναι εύκολο τελικά να πιστέψεις πως είσαι βασιλιάς κλεισμένος στο παλάτι σου, οι αυλοκόλακες άλλωστε που σε περιτριγυρίζουν την έχουν αυτήν την ικανότητα, να σε γεμίζουν αέρα κοπανιστό και να φουσκώνουν τα φτερά σου, το λάθος είναι να δοκιμάσεις να πετάξεις. Πτώση χίλια τα εκατό και κανένα πέλαγος δεν θα πάρει το όνομα σου.
Πολλά ζητάω;

Ο εχθρός του εχθρού μου... δεν είναι φίλος μου

Είναι κάποιοι αναγκαίοι, συμβιβασμοί που εκμεταλλεύονται το θολό τοπίο που κυριαρχεί, και γίνονται επιλογή μας. Με τα ίδια στενά παπούτσια, θα συνεχίσουμε τη διαδρομή, μέχρι να ξεκαθαρίσει μέσα μας, ότι η τελική ετυμηγορία, δεν θα μετατραπεί σε βραχνά, εκείνες κυρίως τις ώρες, που είμαστε έτοιμοι να ονειρευτούμε. “Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς;” Ρωτάμε και απάντηση δεν έχουμε. Στην ίδια οικεία διαδρομή, με τα στενά παπούτσια να μας πρήζουν τα πόδια. Μέχρι η κατάφαση να μας χαρίσει ελευθερία, θα πορευόμαστε εξαντλώντας κάθε όριο της υπομονής μας και της ανοχής, πρωτίστως στον εαυτό μας.


Ο κόσμος μου έχει αρχίσει να ξηλώνεται. Τα προσωπικά μου αντίβαρα χαρταετοί, η μαρξιστική θεωρία χάρτινη πανοπλία. Τι άλλο πρέπει να κάνουμε για να μην μας καταπιεί η λάσπη; “Πολέμα τον εχθρό σου δια μέσου του εχθρού σου”, χωρίς δεύτερη σκέψη η απάντηση, από τους όψιμους συντρόφους της αριστεράς. Όλες οι μεγάλες κουβέντες αλήθεια είναι, μόνο που επιβεβαιώνονται κατά περίπτωση, και στη δική μας την περίπτωση, φαίνεται πως μας βολεύει η πεπατημένη. Αν κάναμε όμως και δεύτερη σκέψη, πάλι μια μεγάλη κουβέντα, θα στερέωνε τα βήματα μας. Γιατί: “ Συνήθως -αν συμμαχήσεις- όταν νικήσετε τον κοινό εχθρό, σου μένει αμανάτι ένας «φίλος» που είναι τρεις φορές χειρότερος από τον νικημένο εχθρό σου.”
Γιατί σύντροφοι της αριστεράς και της προόδου, “Δεν πιστεύω πως πρέπει να αλλάζουμε κατά περίσταση και να φοράμε άλλοτε προβιά και άλλοτε λεοντή, για να περάσει η μπόρα. Η μυρωδιά τους μετά, δεν φεύγει με τίποτα. Ακόμη κι αν δεν το ξέρουν οι άλλοι, το ξέρουμε εμείς.”
Το θέμα δεν είναι η πολιτική. Είναι η ζωή μας. Και επειδή δεύτερη ζωή δεν έχει... καλό είναι να ξαναθυμηθούμε τις τελευταίες κουβέντες του Πωλ Μπόουλς
από την ταινία «Τσάι στη Σαχάρα» «Επειδή δεν ξέρουμε πότε θα πεθάνουμε, βλέπουμε τη ζωή σαν ανεξάντλητο πηγάδι. Κι όμως, όλα συμβαίνουν μόνο ορισμένες φορές κι αυτές είναι ελάχιστες. Πόσες φορές θα θυμάσαι ένα απόγευμα των παιδικών σου χρόνων, ένα απόγευμα που είναι τόσο βαθιά μέρος της ύπαρξής σου, ώστε δεν μπορείς να διανοηθείς τη ζωή σου χωρίς αυτό; Ίσως τέσσερις ή πέντε φορές. Ίσως, ούτε καν τόσες. Πόσες φορές θα δεις την πανσέληνο να ανατέλλει; Ίσως είκοσι. Κι όμως, όλα φαίνονται απεριόριστα…»

Για άλλη μια φορά … Γαμώ την αριστερά μου

Τελειώνουμε σήμερα και με τις εκλογές. Η αριστερά βρίσκεται στο δίλημμα αν θα ψηφήσει τους επίσημους υποψηφίους της δεξιάς ή τους αντάρτες. Για να μη γράψω «γαμώ την αριστερά μου», που αυθόρμητα μου ήρθε στα χείλη, αγανακτώντας για την πολιτική πτώχευση, που είναι περισσότερο επώδυνη από την οικονομική που βιώνει σήμερα ο τόπος, γράφω περί ανέμων και υδάτων. Μας κέρδισαν οι ποσότητες και μείναμε να μετράμε ήττες. Μείναμε να σχολιάζουμε, ποιος από τους φελλούς είναι πιο ικανός για την εξουσία.


Κάποια πράγματα, που συμβαίνουν στην πολιτική ζωή του τόπου, αποτελούν αντικείμενο ψυχιατρικής έρευνας. “Φονιάδες των Λαών Αμερικάνοι” φώναζε πριν πιάσει καρεκλά εξουσίας και πετούσε πέτρες στους “μπάτσους”, που τότε ήταν “ γουρούνια δολοφόνοι. Σήμερα έχει αρχίσει τα γλωσσόφιλα. Σκέφτομαι ότι όλοι αυτοί που βρίσκονταν απέναντί του, όταν φορούσε τον επαναστατικό του μανδύα - από την εξουσία μέχρι την εκκλησία - σήμερα που βρίσκεται αυτός στην εξουσία, χαίρεται που τους έχει δίπλα του . Αυτούς που αντίκριζε με δέος, παρότι αυτός ψήλωσε, συνεχίζει να τους βλέπει πιο ψηλούς . Είναι το σύνδρομο της αριστεράς σε σχέση με την εξουσία. Αυτά σαν πρώτη σκέψη, ανεπεξέργαστη, θα χρειαστεί να σκάψουμε πιο βαθιά για να φωτίσουμε το φαινόμενο.
Τα παραπάνω για την εξουσία, για την κοινωνία και ιδιαίτερα για το εκλογικό σώμα, ένα μικρό απόσπασμα από άρθρο του Κωστή Παπαγιώργη, αφιερωμένο σε αυτούς που από συνήθεια υποστηρίζουν: «η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα».
Ο Σταντάλ διαπίστωνε ότι το «ανίσχυρο μίσος» ήταν ένα ιδιάζον στοιχείο της δημοκρατικής κοινωνίας.
Το αλλόκοτο βέβαια είναι ότι αυτός τούτος ο πολίτης είναι μικρογραφία του αντιπροσώπου του. Δεν έχει αυτάρκεια, αντίθετα, αφού δια της ψήφου του ήρθε κατά κάποιον τρόπο και αυτός στα πράγματα, απαιτεί κοινωνική προαγωγή, δεν θέλει ισότητα στην ένδεια, παρά ισότητα και πιο σωστά ανισότητα στην κατοχή. Η πάλη των τάξεων μετασχηματίζεται αφανώς και τεχνηέντως σε πάλη ατόμων, θέσεων, κλάδων, παρατάξεων, μηχανισμών, πελατειών. Ενώ το κράτος κινδύνευε από την κοινωνία, κατά την κλασική εκδοχή, τώρα έχουμε ένα κρατικό μηχανισμό ο οποίος αποξενώνεται από την κοινωνία παρότι την κολακεύει, καθώς στους κόλπους του μαίνονται οι συγκρούσεις των προνομιούχων ομάδων. Και φυσικά δεν υπάρχει υγιής παράταξη που θα εξυγιάνει θεσμούς και πρόσωπα. Ούτε εξάλλου ένα πόπολο που μπορεί να απόσχει από αυτό το νοσηρό παιχνίδι. Φθονούντες και φθονούμενοι αλλάζουν ρόλους, μασκαρεύονται, ασχημονούν, με παντιέρα πάντα την άποψη ότι « η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα».

Της γης οι κολασμένοι

Πόλεμος και πάλι. Σφαγές αμάχων, καταστροφές. Οι Ισραηλινοί το χειρότερο κακό που έπαθαν, από ότι δείχνουν με τις εγκληματικές πράξεις τους, δεν είναι τα δεινά που υπέστησαν από τις θηριωδίες του Χίτλερ στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, είναι που ταυτίστηκαν με την λογική των δημίων τους και σήμερα προβαίνουν σε κτηνωδίες.

Ούτε ο Χίτλερ δεν βομβάρδισε Νοσοκομείο. Καμία χώρα στον κόσμο δεν συμπεριφέρεται όπως το Ισραήλ. Γεμάτες οι φυλακές του από Παλαιστινίους, ατέλειωτος ο κατάλογος με δολοφονημένα στελέχη Παλαιστινιακών Οργανώσεων, ανήκουστες οι σφαγές, αμέτρητες οι βαρβαρότητες, κραυγαλέες οι κοροϊδίες, ευθεία η περιφρόνηση προς διεθνείς οργανισμούς, πρωτοφανής - και μόνιμη - επίδειξη θράσους.


Τα παραπάνω είναι αυτονόητο ότι αφορούν την ηγεσία του Ισραήλ, γιατί υπάρχουν και Εβραίοι εντός και εκτός, όπως ο πιανίστας και διευθυντής ορχήστρας Ντάνιελ Μπαρενμπόιμ, που υποστηρίζει:
«Εμείς οι Εβραίοι θα έπρεπε να γνωρίζουμε περισσότερο από κάθε άλλο λαό ότι ο φόνος αθώων αμάχων είναι απάνθρωπος και απαράδεκτος», - «Εύχομαι να καταλάβουν αυτοί που λαμβάνουν αποφάσεις στο Ισραήλ ότι οι Παλαιστίνιοι και οι Ισραηλινοί έχουν ίσα δικαιώματα».
- «Τα ισραηλινά στρατιωτικά αντίποινα είναι απάνθρωπα, ανήθικα και δεν εγγυώνται την ασφάλεια του Ισραήλ. Όπως έχω επανειλημμένως τονίσει, το πεπρωμένο των δύο λαών είναι άρρηκτα συνδεδεμένο, υποχρεώνοντας τους να ζήσουν πλάι πλάι. Πρέπει να αποφασίσουν αν θέλουν αυτό να γίνει ευλογία ή κατάρα».
Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι αυτοί που στοιβαχτήκαν στα κρεματόρια, που γνωρίζουν καλλίτερα από το καθένα τη φρίκη του πολέμου, δημιουργούν ένα νέο ολοκαύτωμα στην λωρίδα της Γάζας. Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι αυτοί που είχαν απέναντι τους κτήνη να τους βασανίζουν, λίγα χρόνια αργότερα έγινα οι ίδιοι κτήνη, βομβαρδίζοντας ανελέητα αμάχους, σκοτώνοντας μικρά παιδιά.
Είναι αυτονόητο που καταδικάζουμε τα εγκλήματα της Χαμάς, όμως δεν είμαι σίγουρος αν θα υπήρχε Χαμάς αν δεν είχαν προηγηθεί όλα αυτά τα απεχθή εγκλήματα στην πολύπαθη Γάζα, που ένα κομμάτι γης πολύ μικρότερο από την έκταση της Κέρκυρας, στοιβάζει 2.000.000 ανθρώπους.

Χρόνια χελιδόνια που πετάξατε...

Το συνειδητοποιώ τώρα, ρίχνοντας κλεφτές ματιές προς τα πίσω. Πόσες φορές το έχουμε πει: “Τι μαλακίες έκανα, ή τι δεν έκανα”. Είναι τα χρόνια, αυτά τα πολύτιμα χρόνια που ωριμάζουν τη σκέψη και μαλακώνουν την ψυχή. Είναι τα χρόνια που ανοίγουν τα μάτια για να βλέπουν πέρα από τον ίσκιο μας, πέρα από τον μικρόκοσμό μας. Είναι τα χρόνια που μπορεί να μας βαραίνουν μας δίνουν όμως και την δυνατότητα να βλέπουμε καθαρά την μεγάλη εικόνα.

Παρηγοριά τα παραπάνω.


«Δεν έχω πρόβλημα με την ηλικία», είπα. «Σιγά μη σε πιστέψουμε», ήρθε η αντήχηση. Θα που πείτε η αντήχηση επαναλαμβάνει, έτσι γίνεται συνήθως, αυτή τη φορά όμως δεν άντεξε το ψέμα.
Η γνώση τελικά επιβάλει την ανάγκη, να μείνουμε εδώ που ξέρουμε πια ότι δεν ξέραμε. Μπορεί η ανηφόρα να μας κούρασε αλλά μας έδωσε την δυνατότητα να βλέπουμε από ψηλά και τις δυο κατηφόρες και αυτήν που μόλις ανεβήκαμε και αυτήν που έχουμε μπροστά μας και κατεβαίνουμε .
«Η ώρα των δακρύων έχει καλύτερη αίσθηση του χρόνου και ως εκ τούτου μεγαλύτερη διάρκεια», μονολογεί η ραδιοφωνική μου φίλη. «Διότι το πηγάδι για να δώσει νερό, πρέπει τα ποτάμια και οι λίμνες να έχουν καταβάλει το ποσοστό τους. Γεμίζεις, γεμίζεις, δημιουργείς μια τεχνητή πλημμύρα για να μην εκτεθείς, φωνάζεις, όλους τους απόκληρους να έρθουν να ξεδιψάσουν, βάζεις στα σκυλιά νερό να μην γαβγίζουν και τρομάξουν τις ώρες που έρχονται, αλλά πάλι κάτι μένει. Δικό σου, για ποτέ και για πάντα, κάτοπτρο των οφειλών σου στη μνήμη και είναι τα μάτια οι μόνες εκβολές για να στεγνώσει ο ύπνος σου. Έτσι πιστεύαμε εμείς, οι όχι νέοι, οι όχι παλιοί. Οι ανάμεσα, με το διστακτικό βήμα του νικημένου στρατιώτη».

Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2024

Όσο μεγαλώνεις, οι πτώσεις πονάνε (2ο και τελευταίο)

Το Βατερλό αναπόφευκτο. Λίγο καιρό στην εξουσία και έγιναν, Ναπολέοντες.

Κάποτε που λέτε, ήταν μια μικρή παρέα, βαρκούλα στον ωκεανό. Έλεγαν πως είναι αριστεροί και κάπου κάπου, το έδειχναν. Πήγαιναν σε διαδηλώσεις συμμετείχαν σε πορείες, έκαναν συμμαχίες. Τα βράδια μαζεύονταν σε ταβέρνες και στα διαλείμματα των τραγουδιών έκαναν βαθυστόχαστες αναλύσεις. Εκείνες τις όμορφες μέρες, ποτέ δεν είχε περάσει από το μυαλό τους, ότι κάποτε θα ήταν εξουσία. Οι πολιτικές φιλοδοξίες, έφταναν μέχρι το 3% να μπούνε στην βουλή, που τα λένε ωραία. Κάποτε ήταν μια καλή παρέα.


Η παρέα μεγάλωσε έγινε εξουσία, δεν την χωρούσε στη ταβέρνα, δεν την χωρούσε ο τόπος. Τέλειωσε εκείνη η εποχή, τέλειωσε το παραμύθι. Η παρέα διαλύθηκε, και δεν την τέλειωσαν οι ιδεολογικές διαφωνίες, την τέλειωσε η εξουσία, την τέλειωσε η δόξα και το χρήμα.
Παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα, έχω χάσει το μπούσουλα, όλοι εναντίων όλων, ο ένας “δίνει” τον άλλο, ο ένα βρίζει τον άλλο, οι χθεσινοί φίλοι, σήμερα άσπονδοι εχθροί. Αν μπορούσε κάποιος να ζωγραφίσει την κατάσταση, το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν μια μαύρη μουτζούρα. Ακόμα και τα κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία τόσα χρόνια, ποτέ δεν είχαν δείξει τέτοιες συμπεριφορές.
Συμβαίνουν πολλά παράξενα σ’ αυτό το τρελό πανηγύρι. Βλέπεις φίλους να σε εγκαταλείπουν και εχθρούς να σε ασπάζονται. Νομίζεις πως βρίσκεσαι σε ένα μεγάλο χορό μεταμφιεσμένων, με λύκους που γίνονται αρνάκια και αρνάκια έτοιμα να σε κατασπαράξουν. Γελούν μαζί μας και οι σημαίες μας.
Πώς το έλεγε εκείνο το ωραίο τραγούδι; τέσσερις στρατηγοί κινάν και παν για πόλεμο στο μακρινό Ιράν, εμείς έχουμε πολλούς στρατηγούς. Όλοι επικεφαλής του καλού στρατιώτη Σβέικ. “Όταν ψάχνει για ήρωες το μέλλον εμάς θα δείχνει, τον Μήτσο”. έγραφε παλαιότερα ο Στάθης, Όλοι εμείς: ένας καλός στρατιώτης Σβέικ και μπροστά οι στρατηγοί μας! Λαμπροί μέσα στις πανοπλίες τους, το ένα φτερό στις περικεφαλαίες μεγαλύτερο απ' το άλλο, μέσα στα κόκκινα ντυμένοι, σωστοί Λακεδαιμόνιοι, μη φαίνονται τα αίματα. “
Κι αν μπήκαν μέσα στην Πόλη οι εχθροί, φύγαμε εμείς, το σκάσαμε και τους τη σκάσαμε!
«Θα σκοντάφτεις και θα πέφτεις εδώ μες στα χαλάσματα / χαράζοντας γραμμές / εδώ θα επιμένεις δίχως βία / χωρίς ποτέ να καταφύγεις στη βολική απόγνωση / ποτέ στην περιφρόνηση.» γράφει ο 'Αρης Αλεξάνδρου.
Όσο μεγαλώνεις, οι πτώσεις πονάνε. Όμως θα επιμένεις.

Τι να σκέφτονται σήμερα ο Χαρίλαος και ο Λεωνίδας 

Ο Κασελάκης είναι ένα παιδί του σωλήνα…

Πήγα και ψήφισα χθες για την αριστερά που σας έλεγα. Όχι δεν είμαι με το Κασελάκη , ούτε και με κανέναν υποψήφιο. Επέλεξα τον Τσακαλώτο, κρίνοντας ό,τι αντιπροσωπεύει ότι αριστερό έχει απομείνει στον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν επέλεξα πρόσωπο, επέλεξα πολιτική. Δυστυχώς στην μεταπολιτική εποχή μας, μια τέτοια επιλογή δεν είχε καμία τύχη.


Σε ένα πρόσφατο κείμενο, είχα αναφερθεί στο φαινόμενο «Κασελάκης», στον άνθρωπο που μας συστήθηκε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πριν λίγες μέρες και έγινε γνωστός με απίστευτη ταχύτητα στο ευρύ κοινό. Δεν έγινε γνωστός για την πορεία και την προσφορά του μέσα στην κοινωνία, δε μάγεψε ένα πολύ μεγάλο τμήμα των μελών του ΣΥΡΙΖΑ που τον ψήφισε για αρχηγό, για τις θέσεις του, την πολιτική του ταυτότητα, την ιδεολογία του, το μάγεψε γιατί είχε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά για να παρηγορήσει έναν ηττημένο πολιτικό χώρο. Νέος, λαμπερός, επιτυχημένος, αυτοδημιούργητος, μορφωμένος, που γίνεται ανάρπαστος στην αγορά. Είναι ο άνθρωπος, που ήρθε από το πουθενά με κεντρικό σύνθημα να νικήσει τον Μητσοτάκη, λες και αυτό είναι το μοναδικό ζητούμενο σήμερα για την αριστερά, να κυβερνήσει με κάθε τρόπο έστω και δεξιά.
Μα αν θέλαμε έναν νέο Μητσοτάκη γιατί δεν κρατάμε αυτόν που είναι και ορίτζιναλ.
Να το πάρουμε απόφαση, στην εποχή της εμπορευματοποίησης των πάντων, με κυρίαρχα στοιχεία την παθογένεια της πολιτικής και της ιδεολογίας, θα πρέπει να συμβιβαστούμε με ηγέτες κλώνους των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ο Κασελάκης δεν είναι γέννημα της κοινωνίας, είναι ένα παιδί του σωλήνα, που ήρθε για να δώσει τέλος στην αριστερά και να μας μεταφέρει σε μια μεταπολιτική εποχή, εκεί που οι επιλογές προσώπων δεν γίνονται με πολιτικά κριτήρια, επιβεβαιώνοντας παράλληλα τον θρίαμβο της επικοινωνίας απέναντι στην πολιτική, αλλά και την εξαφάνιση κάθε έννοιας της αριστεράς απ’ αυτό που εκφράζει - όσο έχει απομείνει - το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Τώρα εμείς του '60 οι εκδρομείς, που θέλουμε να πεθάνουμε στον ίσκιο ενός ονείρου, στην άκρη μιας ιδέας, στην αγκαλιά μιας λυτρωτικής ψευδαίσθησης, γελασμένοι, κοροϊδεμένοι, γοητευμένοι από ένα θαύμα που δεν καταφέραμε, είμαστε από χέρι χαμένοι . Χαμένοι γιατί αρνούμαστε να κάνουμε τέτοιες παρέες, γιατί τη θέση μας την διεκδικούμε και την απαιτούμε γιατί δεν γλύφουμε, δεν παρακαλούμε, δεν ξεπουλάμε ότι καταχτήσαμε. Καλλίτερα γενναίοι και ηττημένοι παρά «νικητές» και ταπεινωμένοι. 

Η αριστερά είναι δύο...


Εκλογές σήμερα στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πάντα υπάρχει μια ελπίδα για το τι θα ακολουθήσει.
Κάποια στιγμή πρέπει να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους. Όλα μαζί τα χρώματα ένα γκρίζο σύννεφο κάνουν και εμείς θέλουμε να τα βλέπουμε στο τόξο του ουρανού σε μια σειρά, ξάστερα και καθαρά.
Για το κόκκινο της φωτιάς λέγαμε, δεν πρόκειται για πάθος, αλλά για την ίδια τη ζωή, όπως την ονειρεύτηκα. Γιατί το κόκκινο δεν είναι χρώμα, είναι επιθυμία και ανεκπλήρωτο. Τελικά το κόκκινο δε φορέθηκε ποτέ. Και όσοι το έκαναν σημαία, και τραγούδι, ( Avanti o popolo, alla riscossa, Bandiera rossa…), πολύ γρήγορα το μουντζούρωσαν. Είτε το σκέπασαν με μαύρο, είτε το ξέβαψαν τόσο, που να αποκλείει κάθε δικαίωμα στο όνειρο.


Όμως οι αγάπες και αυτές που τις σκεπάζει δέκα μέτρα χιόνι, δε φεύγουν. Που πάει κανείς όταν φεύγει; Θα με ρωτήσετε. Θα σας παρηγορήσω και πάλι. Η αγάπη μας δεν χάνεται, όπως δεν χάνεται το φως και ας βασιλεύει κάποιες ώρες παριστάνοντας την νύχτα. Πώς να χαθεί λοιπόν εκείνο που πρόλαβε και τρύπωσε για τα καλά μέσα μας;
Και όταν κάποιος φεύγει πάλι στην καρδιά μας πάει.
Από αλλού ξεκίνησα και αλλού το πάω.
Έβαλα Μπαχ. «Η μουσική με μαλακώνει, ανοίγει δρόμους μέσα μου. Η μουσική μαγεύει ακόμα και τα φίδια, υφαίνει υπόγεια δίκτυα που αγκαλιάζουν τη ζωή. Η μουσική ανασηκώνει τις εσωτερικές ομίχλες και ξυπνά αισθήματα ακριβά, πολύτιμα και δημιουργικά σαν πλοηγός σε νεκρή θάλασσα»
Καλά υπάρχει Αριστερά και στον έρωτα; Όχι αυτή της πολιτικής, αυτή της παιδικής αθωότητας. Εκεί βρίσκεται πάντα στη θέση της καρδιάς. Γιατί ο έρωτας είναι δύο! 

"Είναι κακό στην άμμο να κτίζεις παλάτια..."

Κυριακή σήμερα, θα ξεκινήσουμε από εκείνη την έξυπνη πόλη, που είχε έναν φωτισμένο Δήμαρχο, παράδειγμα προς μίμηση για όλους τους Δήμους της Χώρας. Για τις επιδόσεις του ανταμείφτηκε από το κόμμα της Ν.Δ στο οποίο ανήκει, πρώτα με την προεδρεία της ΚΕΔΕ και εν συνεχεία με τη θέση του Υπουργού ψηφιακής διακυβέρνησης. Για τα Τρίκαλα ο λόγος και για τον επιτυχημένο Δήμαρχο Δημήτρη Παπαστεργίου, που μεταξύ άλλων άνοιξε το δρόμο για το ελεύθερο ασύρματο δίκτυο wifi, κάτι που πολύ αργότερα έκαναν δεκάδες άλλοι δήμοι.


Η κακοκαιρία των τελευταίων ημερών επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά το άσμα, «είναι κακό στην άμμο να κτίζεις παλάτια, ο βοριάς θα τα κάνει συντρίμμια κομμάτια…» Όπως και τα έκανε στη Θεσσαλία στην Αττική και σε όποιο μέρος της χώρας χτύπησε.
Αναφέρομαι στα Τρίκαλα, επειδή έχει χαρακτηρισθεί έξυπνη πόλη, μόνο που η εξυπνάδα της, δεν την προφύλαξε από την κακοκαιρία. Γιατί δεν είναι εξυπνάδα να λειτουργείς με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας και στην πρώτη ισχυρή βροχόπτωση να χρειάζονται βάρκες για να κυκλοφορήσεις ή πιο σωστά για να σώσεις τη ζωή σου. Πόσο έξυπνη μπορείς να χαρακτηρίσεις μια πόλη που δεν αξιολογεί τις προτεραιότητές της και κτίζει παλάτια στην άμμο; Μην ξανακούσω για τα Τρίκαλα.

Δε σας κρύβω, δυσκολεύομαι σ’ αυτήν την καθημερινή επικοινωνία. Αφαιρώ λέξεις, διαφοροποιώ τη σειρά, αυθαιρετώ, χρησιμοποιώντας πολλές φορές, αδόκιμους όρους, όχι για να πρωτοτυπήσω, αλλά για να κρατήσω στη ζωή λέξεις, που απ’ την κατάχρηση αδυνατούν να αποδώσουν το πραγματικό τους νόημα. Μακάρι να υπήρχαν λέξεις να περιγράψουν όλον αυτόν τον παραλογισμό. Σιγά μη τρυπούν τα λόγια, το χοντρό πετσί τους. Τα γράφουμε για να ξεθυμάνουμε. Σαν άσκηση αναπνοής να το εκλάβετε. Απέναντι σε τέτοια φαινόμενα τα λόγια περιττεύουν. Και αν εμείς τα ξοδεύουμε, είναι για εσωτερική κατανάλωση.
Αν έχεις να κάνεις με τέτοια φαινόμενα, σηκώνεις τα χέρια ψηλά και παραδίδεσαι άνευ όρων, ή «Βάζεις την καπαρντίνα γιατί σιχαίνεσαι τις ομπρέλες, φοράς τα καλά σου από μέσα, παίρνεις μια μικρή βαλίτσα με τα απολύτως απαραίτητα ανοίγεις την πόρτα κι αφήνεις πίσω σου το σπίτι. Καμένο…»
«Ό, τι αρχίζει ωραίο τελειώνει με πόνο, οι πικραμένες καρδιές το ξέρουνε μόνο…» Για να κλείσουμε και το τραγούδι. 

Δεν θα γράψω για τον κ. Κασελάκη

Άντε να γράψεις Αύγουστο και να ξημερώνει Σεπτέμβρης…

Δεν θα γράψω για τον Στέφανο Κασελάκη. Ποιος είναι ο κ. Κασελάκης; Είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να δώσει προοπτική, σε έναν ηττημένο πολιτικό χώρο. Έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, νέος, λαμπερός, επιτυχημένος, αυτοδημιούργητος, μορφωμένος, που γίνεται ανάρπαστος στην αγορά. Είναι ο άνθρωπος, που ήρθε από το πουθενά για να προκαλέσει αναστάτωση, στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και όχι μόνο.


Θα γράψω για το φαινόμενο που κυριαρχεί στην εποχή μας, την εμπορευματοποίηση των πάντων. Δυστυχώς η παθογένεια της πολιτικής και της ιδεολογίας, μας μεταφέρει σε μια μεταπολιτική εποχή, εκεί, που οι επιλογές προσώπων δεν γίνονται με πολιτικά κριτήρια.
Μόλις πριν λίγες μέρες, ο κ. Κασελάκης έγινε γνωστός και όμως πολλοί είναι αυτοί, που έχουν εκφράσει τον θαυμασμό και την συμπάθεια τους. Δυστυχώς ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας αηδιασμένο από την πολιτική πραγματικότητα, συντάσσεται με ό,τι του δίνει κάποια ελπίδα, ακόμα και άσχετο με την πολιτική ή την ιδεολογία.
Σήμερα η αριστερά στην Γαλλία, έχει εξαφανιστεί, ήρθε ένας Μακρόν από το πουθενά και έγινε κυρίαρχος.
Και ο κ. Κασελάκης, από το πουθενά ήρθε και έχει πολλές πιθανότητες να έχει μια καλή παρουσία στις εκλογές για ανάδειξη αρχηγού στον ΣΥΡΙΖΑ, τόσες, που μπορεί να υπερκεράσει τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, επιβεβαιώνοντας έτσι τον θρίαμβο της επικοινωνίας απέναντι στην πολική, αλλά και την εξαφάνιση κάθε έννοιας της αριστεράς απ’ αυτό που εκφράζει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

…Ψάχνω κάτι να με εμπνεύσει , όχι να γράψω, να ξεσηκωθώ. Πρώτα χρειάζομαι κάτι να μου δώσει πάθος , να βάλει φωτιά στην άκρη μου για να δω που θα φτάσει. Και εγώ με την σειρά μου, όχι με ωμές αλήθειες αλλά με όμορφα ψέματα να προσπαθήσω να φτιάξω την αυριανή πραγματικότητα. Τις μέρες του απόλυτου ψεύδους, που τα συνθήματα έχουν αντικαταστήσει το διάλογο και η επικοινωνία την πολιτική, οι όποιες φιλότιμες απόπειρες ειλικρίνειας, αντιμετωπίζονται με καχυποψία, η οικονομία του λόγου αποτελεί την πιο επιθετική συμπεριφορά.
Πάμε λίγο πίσω, να κάνουμε ένα διάλειμμα.
Τώρα που το σκέφτομαι, ξέρετε πόσους Σεπτέμβρηδες, μου έχουν κλέψει; Αυτόν το μήνα, με αρκετή δόση γλυκιάς μελαγχολίας και ανασφάλειας έκανα σχέδια, όχι για το χειμώνα που έρχεται αλλά για το επόμενο καλοκαίρι…
Ευτυχώς που υπάρχει και το ραδιόφωνο... “και όταν πέφτει το σκοτάδι, που οι συνοικισμοί των ανθρώπων γίνονται ένα σιωπηλό ερημητήριο, οι ανήσυχες ζωές φλερτάρουν με το μπαλκόνι, τη θάλασσα, τα δέντρα πού φοράνε τα καφέ κουστούμια, γλυκές φωνές σφηνώνουν ανάμεσα σε μουσικά ταξίδια και πάμε…”
«Πάντα εκεί. Στην πρώτη αγάπη, στο πρώτο φιλί, στην πρώτη προδοσία, στο πρώτο χαστούκι, στην πρώτη ηδονή, στο πρώτο τσάκισμα. Μια είναι η πρεμιέρα και τα περιλαμβάνει όλα. Μετά ο ηθοποιός ψιλοβαριέται. Μπερδεύει το ρόλο του, επαναλαμβάνει στη ζωή πράξεις της σκηνής και ανάποδα... Μέχρι που ξεριζώνει τα μάτια του και, όταν συνέρχεται στο νοσοκομείο, οι φίλοι με τρόπο του εξηγούν πως δεν το λένε Οιδίποδα, παρά Μάκη, μόνο Μάκη, τα άλλα που αισθάνθηκε ήταν από τη ζωή ενός άλλου. Πάντα εκεί στις μικρές πόλεις που δέχτηκαν να μας αναθρέψουν με αντάλλαγμα ένα κομμένο ορίζοντα.»

Έχουμε γεμίσει νούμερα

Τα ψηφοδέλτια των συνδυασμών, για τις αυτοδιοικητικές εκλογές, έχουν γεμίσει , από κανονικούς ηλίθιους. Δημοκρατία έχουμε θα μου πείτε. Συμφωνώ, μέτρο δεν έχουμε, άλλωστε ο αριθμός που απαιτείται για να συμπληρωθεί ένα ψηφοδέλτιο από κανονικούς ανθρώπους, είναι απαγορευτικός για τους περισσότερους υποψηφίους Δημάρχους. Να μην παραβλέψουμε και το γεγονός, ότι εδώ και πολλά χρόνια, η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών απέχει από αυτήν την διαδικασία. Το γιατί, αποτελεί αντικείμενο άλλης συζήτησης.


Πάντα είχαμε κάποια ευτράπελα που χαρακτήριζαν τις αυτοδιοικητικές εκλογές, φέτος αυτό που με εντυπωσιάζει, είναι ότι οι επικεφαλής, αντί να κρύβουν όλα αυτά τα νούμερα, αναγκάζονται, πιεζόμενοι από τις νέες επικοινωνιακές λογικές, να φωτογραφίζονται μαζί τους και να τους πλέκουν το εγκώμιο. Για να μην παρεξηγηθώ , δεν είναι όλοι νούμερα, υπάρχουν και αξιόλογοι συμπολίτες μας που συμμετέχουν. Όσο όμως πλησιάζει η ημερομηνία κατάθεσης των ψηφοδελτίων, οι ηλίθιοι πολλαπλασιάζονται και οι ελπίδες για καλύτερες μέρες μειώνονται δραματικά. Ανακοινώνονται υποψήφιοι σε διάφορους συνδυασμούς, που ούτε τα παπούτσια τους δεν μπορούν να λύσουν, πως να λύσουν τα προβλήματα του νησιού μας. Οι όποιες καλές προθέσεις ελάχιστων συμπολιτών μας, που εκπορεύονται από ιδεαλιστικά κίνητρα, πνίγονται μέσα σε ένα περιβάλλον, άκρατης φιλοδοξίας, που χαρακτηρίζει την πλειοψηφία που συμμετέχει σ΄ αυτό το πανηγύρι.
Τα παραπάνω τα γράφω υπόψη , της κεντρικής εξουσίας , που θα πρέπει να δει άμεσα την μείωση του αριθμού των υποψηφίων και την αποδέσμευση των τοπικών συμβούλιων, από το κεντρικό ψηφοδέλτιο κάθε Δήμου, όπως έγινε στις προηγούμενες εκλογές. Επίσης και η ποσόστωση για οποιοδήποτε φύλλο, είναι μια γελοιότητα που προσβάλει και τα δύο φύλλα. Και μην μου πείτε ότι η κάθε άσχετη και άσχετος που συμμετέχει εκπαιδεύεται. Σας πληροφορώ ότι άσχετος μπαίνει , δυο φορές άσχετος βγαίνει και πολλές φορές και επικίνδυνος.
Θεωρώ λογικό οι διαφορετικές πολιτικές, να εκφράζονται και στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης, αυτό που συμβαίνει όμως σήμερα, δεν έχει σχέση ούτε με ιδεολογίες, ούτε με πολιτικές. Αυτό είναι απόρροια, άκρατης φιλοδοξίας, μικρών και μεγάλων συμφερόντων και φυσικά βλακείας με περικεφαλαία.
Ευτυχώς ή δυστυχώς, τα κόμματα έπονται σ’ αυτή την εκλογική διαδικασία, πρωταγωνιστές είναι τα πρόσωπα και οι όποιες επιλογές απ’ αυτά εξαρτώνται. Το ευτυχώς, κολλάει στη σημερινή πραγματικότητα, το δυστυχώς γιατί τα κόμματα, δεν είναι χρήσιμο για την Δημοκρατία, να έχουν αγγίξει τα όρια της ανυποληψίας.
Αυτοί που βλέπουν τις εκλογές σαν ύψιστη πολιτική διαδικασία, αντιμετωπίζονται δυστυχώς, σαν ταραξίες που θέλουν να χαλάσουν τη γιορτή…
Δυστυχώς προσωπικά είναι τα κίνητρα της πλειοψηφίας, που συμμετέχει, για ικανοποίηση του "εγώ", της φιλοδοξίας, του ατομικού συμφέροντος, της εκδίκησης, της επιβεβαίωσης. Όχι του Δήμου, όχι της αυτοδιοίκησης, όχι της κοινωνίας.

Η φωτογραφία είναι από την κλασσική Γαλλική ταινία "Δείπνο ηλιθίων"

Μπορεί ο μινιμαλισμός να αποτελέσει εργαλείο στη μάχη ενάντια στην κλιματική κρίση;

«Μπορεί η ακρίβεια να επιβάλει αυτοσυγκράτηση, μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να στερεί τη δυνατότητα ακόμα και για τ’ αναγκαία, η μανία του καταναλωτισμού όμως ζει και βασιλεύει. Και πώς να γίνει διαφορετικά αφού το μοντέλο που οδήγησε στην καταστροφή, με προμετωπίδα την παράφραση του όρου «ΑΝΑΠΤΥΞΗ», επιμένει να διαφημίζει κινητά και αυτοκίνητα, μέχρι εξαντλήσεως των αποθεμάτων, όχι βεβαίως των αγαθών αλλά των χρημάτων.

Τρέχουμε να προφτάσουμε τα πάντα, να μην μας λείψει τίποτα για να κλειστούμε στην κιβωτό της απόλαυσης, περιμένοντας τη συντέλεια του κόσμου. Και έτσι όπως πάμε θα έρθει η συντέλεια του κόσμου.


Με τη λατρεία των πραγμάτων, όλοι βρίσκουμε τον μπελά μας. “Η κατοχή δεν ταυτίζεται με τη χρηστικότητα, γράφει ο Κωστής Παπαγιώργης, “με την αντικειμενική αξία του πράγματος, κάθε εξορθολογισμός απορρίπτεται• απεναντίας του προσδίδει αξία προ, έμψυχου, σάμπως ο εαυτός του να έχει μοιραστεί σε όλα τα κτήματά του συγκροτώντας μαζί τους όμαιμη οικογένεια.
Είναι δυνατόν ένα υλικό πράγμα να ενέχει τόση δύναμη; Είναι. Όποιος γνωρίζει τους ανθρώπους μοιράζει αφειδώλευτα ανικανοποίητες λαχτάρες στον κόσμο, τον ωθεί προς τον κενό χρόνο, όχι προς την απατηλή αυτάρκεια του παρόντος...”
Εδώ βρίσκεται και το κλειδί της παταγώδους αποτυχίας του Σοσιαλισμού, ενώ αντίθετα ο καπιταλισμός, που φαίνεται γνωρίζει καλύτερα τις «ανάγκες» των ανθρώπων... ζει και βασιλεύει. Τα πράγματα όμως έχουν σφίξει και η κλιματική αλλαγή δεν αστειεύεται. Διάβασα σήμερα ένα ενδιαφέρον άρθρο για τον μινιμαλιστικό τρόπο ζωής, που ολοένα κερδίζει και περισσότερους ανθρώπους.
Η μινιμαλίστρια και ακτιβίστρια Γιάσμιν Μίταγκ γράφει στην ιστοσελίδα της: «Βλέπω τον μινιμαλισμό ως τον κορυφαίο τρόπο ζωής του μέλλοντος. Ενθαρρύνει τους ανθρώπους να αναλάβουν κοινωνική ευθύνη και να διαμορφώσουν τη ζωή τους σύμφωνα με τις αξίες που έχουν νόημα για αυτούς».
Στο «Μανιφέστο του μινιμαλισμού» προβαίνει και σε μία άκρως πολιτική τοποθέτηση: «Η καπιταλιστική οικονομία δημιουργεί όλο και περισσότερο μια ατμόσφαιρα υπερκορεσμού. […] Οι πόροι δεν χρησιμοποιούνται με τη δέουσα προσοχή και πολύ συχνά δεν έχουμε καν επίγνωση πως ο μόνος λόγος που ζούμε υπό αυτές τις συνθήκες είναι επειδή ζούμε σε ένα σύστημα εκμετάλλευσης».
Ο Μάνεμαν εκτιμά πως «οι μινιμαλιστές πρέπει να πολιτικοποιηθούν παραγωγικά. Εάν ο μινιμαλισμός παραμείνει στην ιδιωτική σφαίρα, δεν θα έχει μέλλον, οι ενέργειές του θα εξανεμιστούν και στη χειρότερη περίπτωση μπορεί ακόμη και να εδραιώσει περαιτέρω τις υπάρχουσες συνθήκες».
Ο Ενρίκο Μπερλίνγκουερ το 1977 μιλούσε για μια αυτόβουλη ενεργητική εγκράτεια. «Ο άκρατος ατομικός καταναλωτισμός παράγει μόνο διασπάθιση πλούτου και στρεβλώσεις της παραγωγής, αλλά πέραν αυτών και δυσφορία, αποπροσανατολισμό, δυστυχία». Φυσικά και δεν τον ακούσαμε και το χειρότερο, με μια κρίση στην πλάτη μας και μια πανδημία, μια απίστευτη ακρίβεια, και την κλιματική αλλαγή να δείχνει τα δόντια της, ακόμα δεν βάζουμε μυαλό.

 Μιχάλης 29, νεκρός από το φασιστικό μένος.

“Ακόμη κι ένας άνθρωπος που «χτίστηκε» με όλες τις προδιαγραφές για να είναι άνθρωπος, μπορεί να προβεί σε θηριωδίες, όταν κλονιστούν οι παράμετροι που τον κρατάνε στην ευθεία του.
Στόχος της κοινωνίας, είναι να δημιουργεί το περιβάλλον που θα κρατάει εν υπνώσει το τέρας μέσα μας. Δεν είμαστε γεννημένοι μόνο για το κακό, αυτό όμως δεν θα μπορέσει ποτέ να σβηστεί από τα κύτταρά μας.


Ο φασίστας δεν γεννιέται φασίστας. Γεννιέται άνθρωπος. Που σημαίνει, πως εμπεριέχει και τον φασίστα. Το σκοτεινό κομμάτι δεν το έχει η κοινωνία, το έχει ο άνθρωπος. Και είναι αυτοάνοσο. Και ύπουλο. Όταν όμως εμφανιστεί στο σώμα σου, οφείλεις να το απομονώσεις ακόμη κι αν αυτό σημαίνει πως πρέπει να ακρωτηριάσεις το δεξί σου χέρι...”

Μια πόλη που πνίγεται, χρειάζεται μέτρα ριζοσπαστικά


Πόλεμος έχει ξεσπάσει στο μικρόκοσμό μας, ύστερα από την εφαρμογή των προσωρινών περιοριστικών κυκλοφοριακών μέτρων στο Ιστορικό Κέντρο της Κέρκυρας. Δυστυχώς εδώ στην μικρή μας πόλη ό,τι συμβαίνει, καλό η κακό, κρίνεται με μια απίστευτη προχειρότητα. Αξιοπεριφρόνητες σαχλαμάρες, που θεριεύουν εκ του μηδενός και γίνονται προβλήματα πρώτου μεγέθους. Σάμπως ο δαίμων της καθημερινότητας να πλάθει καταστάσεις για να βρίσκουν δουλειά οι άεργες ψυχές.

Δυστυχώς μέσα σε ένα περιβάλλον γενικευμένης άρνησης και μιζέριας, είναι δύσκολο να σταθεί λόγος σοβαρός. Δεν θα ενταχθώ σε καμία από τις αντιμαχόμενες πλευρές. Για τον τρόπο που εφαρμόστηκαν αυτά τα μέτρα έχω τις ενστάσεις μου, αν περιοριστώ όμως σε αυτές, θα χάσω το δάσος, άλλωστε η πόλη δεν χρειάζεται προσωρινά κυκλοφοριακά ημίμετρα, που θα αντιμετωπίσουν την πίεση μιας συγκεκριμένης χρονικής στιγμής. Μια πόλη που πνίγεται χρειάζεται ριζοσπαστικά μέτρα. Αυτό που θέλουμε είναι μια πόλη, χωρίς Ι.Χ χωρίς δίκυκλα, και πρωτίστως χωρίς τουριστικά λεωφορεία. Όμως δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα. Αλήθεια έχουμε συνειδητοποιήσει που οδηγείται αυτή η πόλη; Πνίγεται, με χαμένη ταυτότητα και χωρίς προσανατολισμό, καταστρέφει ό,τι εδώ και αιώνες έχει κερδίσει. Αν δεν αντιδράσουμε άμεσα σε λίγο η κατάσταση δεν θα έχει επιστροφή.
Έγραφα σε προηγούμενα κείμενα , ότι η Πόλη άλλαξε χέρια. Η Κυβέρνηση, η Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι φορείς και πρωτίστως η ίδια η κοινωνία, δείχνουν ανήμποροι να την προστατεύσουν. Νέοι “προστάτες”, την εκμεταλλεύονται, αδιαφορώντας για την ταυτότητα της, για τον πολιτισμό και την ιστορία της. «Μαγαζιά ανοίγουν, κλείνουν, χρεοκοπούν, ξεπλένουν χρήμα, φτιάχνουν φωλιές για τον κόσμο των χασομέρηδων, αλλά και της νύχτας και των συναλλαγών της». Μια πόλη γεμάτη μπαρ, καφέ και φαγάδικα, που διώχνουν τους μόνιμους κατοίκους και καταλαμβάνουν κάθε σπιθαμή του δημόσιου χώρου. Μια πόλη που κυκλοφορούν τεράστια τουριστικά λεωφορεία ανοικτού τύπου και κλειστού, που δημιουργούν κυκλοφοριακό έμφραγμα. Μια πόλη που οι τελευταίοι θύλακες καλοκαιρινής αναψυχής, όπως το “Μον Ρεπό”, τα “μπάνια του Αλέκου” και το Βίδο αρχίζουν να αποκτούν πριβέ χαρακτήρα, διώχνοντας τους παραδοσιακούς ντόπιους επισκέπτες.
Μια πόλη που η εξάπλωση του τρόπου ενοικίασης κατοικιών Airbnb, αλλοιώνει κάθε γωνιά της παραδοσιακής γειτονιάς, υπερβαίνει τη φέρουσα ικανότητά της και την αφήνει απροστάτευτη.
Μια πόλη Γιουσουρούμ, από τα τουριστικά καταστήματα, που αντί για την προβλεπόμενη εξωτερική προσθήκη, καταλαμβάνουν το μισό δημόσιο δρόμο, προσβάλλουν βάναυσα την εικόνα της πόλης.
Μια πόλη που ... και άλλα πολλά κακά.
Φυσικά και δεν θέλουμε μια πόλη νεκροταφείο. Θέλουμε μια πόλη μπροστά, όχι του 2023 αλλά του 2030 . Μια πόλη σύγχρονη, ζωντανή, βιώσιμη, φιλική για τους κατοίκους της και για τους επισκέπτες. Μια πόλη καθαρή.
Θέλουμε και μπαρ και καφέ και φαγάδικα και τραπεζάκια έξω. Δεν θέλουμε όμως αυτός που έχει άδεια για δέκα τραπέζια να βγάζει εκατό και να εκμεταλλεύεται κάθε σπιθαμή δημόσιου χώρου. Δεν θέλουμε ηχορύπανση και απαιτούμε να εφαρμοστούν κανόνες λειτουργίας. Να μπορούν να την περπατήσουν την πόλη, να την δουν, να την ζήσουν, να την χαρούν και οι μόνιμοι κάτοικοι και οι επισκέπτες.
Δεν θέλουμε η εμβληματική εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, να γίνει μαγαζί γωνία, για πλούσιους επισκέπτες.
Θέλουμε χώρους πολιτισμού. Είναι ντροπή για την Κέρκυρα το Δημοτικό μας Θέατρο. Να μην αναγκάζονται ποιοτικές θεατρικές παραστάσεις να δίνονται σε ακατάλληλους υπαίθριους χώρους.
Τα αυτονόητα ζητάμε. Και πολλά άλλα που τα ξέρουμε όλοι.
Να προστατεύσουμε την πόλη που κληρονομήσαμε και γι΄ αυτό να σταθούμε αλληλέγγυοι για τις επόμενες γενιές, ώστε και αυτές να έχουν την ευκαιρία να την γνωρίσουν και να τη ζήσουν. Να μη βρουν χαλάσματα...

Κάθε στιγμή αθάνατος

Υποθέτω, πως για τον καθένα χωριστά, κάποιες στιγμές ράβονται στα μέτρα του, ποτέ δε ξεπερνούν το ένα αντίτυπο. Πρόκειται για ένα συνδυασμό, που όσοι προσπάθησαν να τον αποκρυπτογραφήσουν για να ξανανιώνουν τη μαγεία που κουβαλούν από τις μονοψήφιες ηλικίες, απέτυχαν. Είναι η οπτική γωνία, πως φωτίζεται σε κείνο το χρόνο, σε κείνο τον τόπο, εκείνη την εποχή. Είναι το άρωμα που ποτέ δεν θα μπορέσουν οι διακεκριμένοι Γάλλοι αρωματοποιοί να αντιγράψουν. Και ευτυχώς! “Δεν υπάρχει χρόνος περασμένος, δεν υπάρχει τίποτα άλλο από το τώρα και από ό,τι υπόλοιπο μένει. Κάθε στιγμή αθάνατος, κάθε λεπτό περιέχει το «για πάντα”.


Μια έμμετρη ανάσα. Με επισκέφτηκε, όταν υπηρετούσα τη στρατιωτική μου θητεία στον Έβρο, από τότε έρχεται κάθε φορά που τη χρειάζομαι.
«Ανάσκελα προσκέφαλο η άμμος /τα μάτια όπου και να κοιτάξουνε γαλάζιο /χίλια χρώματα ο Ήλιος μέσα από ένα δάκρυ φαίνεται/Απαλή μουσική των κυμάτων ήχος/ και ένα καράβι χάρτινο μου φαίνεται»
Είχα αποπειραθεί να γράψω ένα «ποίημα», ξέρετε, από εκείνες τις γλυκές κουταμάρες, που επιχειρούμε στα χρόνια της νεότητάς μας. Έτσι το ξεκίνησα και εκεί το άφησα. Αυτό δεν με άφησε ποτέ. Με κάποιο τρόπο μαγικό έρχεται, όταν είμαι κουρασμένος, όταν είμαι πικραμένος, όταν είμαι θυμωμένος και καταφατικά επιβεβαιώνει: «Χάρτινο είναι το Καράβι». Τότε όλα γίνονται αθώα και μεταφέρονται χρόνια πίσω, στο μυαλό ενός παιδιού.
Ό,τι μας πόνεσε, έχει αφήσει το σημάδι του και είναι σαν ένα παλιό τραύμα που το κουβαλάμε μια ζωή. Πάντα θα βρίσκεται η ευκαιρία να μας πονάει.

Αυτό το αργό βύθισμα δεν υποφέρεται

Θα έλεγε κανείς, ότι έχει απορριφτεί κάθε εύκολη ιδέα. Στις μέρες που προηγήθηκαν, ό,τι δοκιμάστηκε απέτυχε. Σε αυτές τις περιπτώσεις αρχίζει πλέον ο καθένας να συνειδητοποιεί, ότι θα υπάρξουν δύσκολες ώρες, οδυνηρές πριν την λυτρωτική ανακοπή.
Έχοντας μόνο κακές ειδήσεις για το αύριο, περιμένοντας τα χειρότερα, κάνεις ό,τι δυνατόν για να μειώσεις το χρόνο της αναμονής, να προκαλέσεις το τέλος, με όλες τις οδυνηρές συνέπειες. Να φτάσεις μια ώρα αρχύτερα στον πάτο, γιατί αυτό το αργό βύθισμα δεν υποφέρεται.



Όχι δεν είναι ξεκάθαρο το μήνυμα, όμως δημιουργεί την αίσθηση ότι η παρούσα κατάσταση , όπως αργά και βασανιστικά την βιώνουμε φτάνει στο αποκορύφωμα της. Βεβαίως και δεν υπάρχει εικόνα για την επόμενη μέρα, κανείς δεν περιμένει το θαύμα, φαντάζεται τα χειρότερα, καλύτερα όμως σε κάθε περίπτωση απ’ αυτό το ατέρμονο δράμα. Από την άλλη 41% τι να πεις.
Όσο μπορούμε να αναθεωρούμε τις απόψεις μας είμαστε εγκεφαλικά καλά. Εκεί που ήρθε το παράπονο , είπα τι κάνεις,
μεγάλωσες ακόμα παραπονιέσαι; Κοίταξε εκείνα τα παιδιά που απέτυχαν στις πανελλήνιες και αυτά που πέτυχαν και δεν ξέρουν ακόμα τι πέτυχαν. Γι' αυτά να παραπονεθείς που ζουν ένα θρίλερ. Θα μου πείτε τώρα, μα καλά, σε θρίλερ θα ζήσουν τα παιδιά μας; “Γιατί εσείς τι νομίζετε, ότι θα παίξουν σε μπουλβάρ;” με ρώτησε μια φωνή από το ραδιόφωνο που αποτελεί την μόνιμη συντροφιά αυτήν την ώρα , και απάντησε “Έχει βέβαια σημασία πώς το εννοεί κανείς το θρίλερ. Δεν απαιτούνται οπωσδήποτε φονικά και αίματα διψασμένοι δολοφόνοι και αποτρόπαιοι εκτελεστές. Θρίλερ είναι και ο επαγγελματικός προσανατολισμός που τους ζητιέται εκεί στα 15-16, θρίλερ είναι που θέλουν να γίνουνε φιλόλογοι και μπαίνουν στη σχολή ψυκτικών. Μη το πάω πιο βαθιά και πιο προσωπικά και μιλήσω για τα θρίλερ των ερώτων που τους περιμένουν”. Ύστερα έβαλε ένα τραγούδι στο πικάπ για να δέσουν όλα. Ο Δημήτρης Λάιος το πήγε παραπέρα, και ο Νταλάρας το απογείωσε.
Μην την πιστεύεις την αγάπη
στάζει παράπονο θολό
κυλάει εκεί κυλάει εδώ
και συ πιστεύεις την αγάπη…
Ακούστε
https://youtu.be/WfDxxHaECRQ

Στο δια ταύτα:
Μπορεί να άλλαξαν οι εποχές, να μεγάλωσαν, αλλά είναι κάποια πράγματα, που μένουνε πάντα παιδιά. Με καταλαβαίνετε έτσι δεν είναι;
Στο δια ταύτα: ρώτα μόνο εσένα πια. Κανείς άλλος δεν θα σου απαντήσει, όπως εσύ. Δεν είναι εγωισμός. Θάρρος είναι.

Μια ατμόσφαιρα βαθιά μολυσμένη

«Των οικιών ημών εμπιπραμένων, ημείς άδομεν», για άλλη μια φορά τραγουδάμε και μάλιστα παράφωνα όταν οι φλόγες καίνε τα πάντα . Πόσο δικαιώνεται ο Θουκυδίδης σήμερα βλέποντας την Ελλάδα να καίγεται και κάποιους δυστυχώς πολλούς να επιχειρούν ξεκαθάρισμα λογαριασμών πάνω στις στάχτες.

Η προσπάθεια ορισμένων “Να βρούνε κάτι να γκρινιάξουνε” έχει ξεπεράσει τα όρια της διαστροφής.
Γιατί η γκρίνια είναι τρόπος ζωής, δεν γκρινιάζουμε με τα κακά που μας συμβαίνουν, αν κολλήσεις στην άρνηση, γκρινιάζεις και για τη μάνα που σε γέννησε.


Αφού πρέπει να πεις κάτι, πες κάτι καλό. Είναι πιο εύκολο το κακό θα μου πείτε. Με μια άρνηση φεύγεις απ’ την ευθύνη και δε στοιχίζει τίποτα. Το Όχι σε βγάζει από τα φρέσκα, σε χρίζει εισαγγελέα και σου δίνει το δικαίωμα να δικάζεις και να καταδικάζεις. Ενώ το Ναι... Το Ναι σε καλεί να βάλεις και συ το χεράκι σου. Σε καλεί να βάλεις έστω και ένα λιθαράκι στη διαδικασία της κοινής προσπάθειας και σε ανταμείβει με ένα κομματάκι ευθύνης. Αν μπορούσα να χρωματίσω αυτά που δημοσίως ακούγονται, προβάλλονται ή γράφονται, το μαύρο θα είχε την τιμητική του. Σκοπιμότητες, ηλιθιότητες, κάθε είδους ηλεκτρονικές μαλακίες, υπερκαλύπτουν όποια φωνή προσπαθεί να σταθεί με θετική διάθεση, στον κοινό λόγο.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της κοινωνίας μας: δίκες και καταδίκες με συνοπτικές διαδικασίες. Ύστερα από κάθε γεγονός οι εύκολες κρίσεις, χωρίς καμία διάθεση κριτικής, μια επιφάνεια ίσα ίσα για να καλύψει με το χρώμα της αρεσκείας του καθενός, την αλήθεια. Μια επιφάνεια που κρατάει την ιστορία σε απόσταση για μεγάλα χρονικά διαστήματα από την πραγματικότητα. Όσοι προσπαθούσαν να σταθούν κριτικά μέσα στην κάψα των γεγονότων, έθεταν αυτόματα υποψηφιότητα για την συμμετοχή τους στο τμήμα της γραφικής μειοψηφίας. Κανείς δεν ξέρει τι θα μας ξημερώσει. Η εκκρεμότητα, η αβεβαιότητα, το μίσος, η τοξικότητα, συνεργάζονται στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας βαθιά μολυσμένης.

Έχει γίνει πλέον κανόνας


Ο μεγαλύτερος όγκος των θεμάτων, των τοπικών Μ.Μ.Ε, δεν ενδιαφέρει κανένα, ή μάλλον ενδιαφέρει αυτούς που προβάλλουν το τίποτα. Δεν πρόκειται για προσπάθεια επικοινωνίας με τον Λαό, πρόκειται για μια εσωτερική υπόθεση, ενός στενού κύκλου, που πρωταγωνιστεί στην πολιτική σκηνή, συνεπικουρούμενου από την πλειοψηφία των Μ.Μ.Ε. Πάντα είχαμε τέτοια φαινόμενα, σήμερα όμως με την ευκολία που παρέχει η τεχνολογία και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχει αγγίξει τα επίπεδα της μαλακίας. Κρίμα.

Το παρακάτω γράφτηκε καταχειροκροτούμενο απ' αυτούς που είχαν την ψευδαίσθηση ότι δεν είχαν καμία σχέση με τους αποδέκτες. Σήμερα δυστυχώς αποδέκτες είναι οι τότε χειροκροτητές. Όταν μιλάμε για εγωισμό της κοινωνίας, και πιο συγκεκριμένα, της δικής μας τοπικής κοινωνίας, ο συλλογικός χαρακτηρισμός οδηγεί στον κατακερματισμό.
Παρακολουθώντας τις προσπάθειες, τοπικών πολιτικών παραγόντων, με ματιά θετική, και διάθεση ερευνητική, διαπιστώνει κανείς ότι οι αναφορές στον πληθυντικό, διαπνέονται από ένα ακλόνητο εγώ. Ένα εγώ που αποδυναμώνει κάθε κοινό στόχο.
Το κάλεσμα σε συλλογική προσπάθεια, κρύβει τον εγωισμό της πρωτοβουλίας και το αποτέλεσμα είναι ανάλογο της σκοπιμότητας.
Θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα αν όσοι ασχολούνται με την πολιτική και έχουν σχέση με την εξουσία, είχαν κάπου στο βάθος του μυαλού τους τον τελικό αποδέκτη.
Αυτό το είδος της πολιτικής λειτουργίας, που έχει κυριαρχήσει, ενταγμένο στην επικοινωνιακή λογική, παραβλέπει το ζητούμενο, που είναι να «κάνουμε κάτι» και επιδιώκει την προβολή, δηλαδή να φανεί ότι κάνουμε κάτι. Και ας μην κάνουμε τίποτα.
Μέσα από μια διαδικασία, ικανοποίησης φιλοδοξιών ή εξυπηρέτησης συμφερόντων, αγνοείτε παντελώς ο πολίτης και κατ’ επέκταση ο Λαός, που υποτίθεται για χάρη του γίνεται όλη αυτή η φασαρία.
Η αγωνία των ανθρώπων της εξουσίας, δεν είναι πως θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων που ταλανίζουν το Λαό, αλλά πως θα εισπράξουν απ’ αυτά.
Το χειρότερο είναι ότι αυτή η συμπεριφορά έχει γίνει κανόνας και δεν προξενεί πλέον καμία εντύπωση

Αν ο Τσε είχε ασκήσει εξουσία τίποτα δεν θα ήταν σήμερα...

Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους - προς το χειρότερο φυσικά - όταν αποκτήσουν εξουσία; Δεν πρόκειτ...