Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μορφή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μορφή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Μορφή και περιεχόμενο - Εισαγωγή

Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε για άλλη χρήση (γι' αυτό και τελειώνει κάπως απότομα, ενώ στην πραγματικότητα συνεχίζει με κάτι διαφορετικό, που δεν άπτεται άμεσα του ενδιαφέροντός μας). Καλή ανάγνωση και κάθε παρατήρηση ευπρόσδεκτη.

Μορφή και περιεχόμενο συγκροτούν ένα δίπολο που συναντάμε συχνά στην καθημερινή μας ζωή, σε μια σειρά τομείς της κοινωνικής μας δραστηριότητας: την τέχνη, την ιστορία, την πολιτική, τη φιλοσοφία.

Η μορφή συνδέεται ετυμολογικά με την ομορφιά, όπως και το σχήμα με την ασχήμια (με την προσθήκη ενός στερητικού α-). Η ομορφιά ενός ανθρώπου μπορεί να είναι εσωτερική ή εξωτερική, να πηγάζει εξίσου από την εμφάνισή του ή το χαρακτήρα του, δηλ απ’ τη μορφή ή το περιεχόμενο, τα οποία μπορεί να συμπληρώνουν αρμονικά ή να υποκαθιστούν το ένα το άλλο και να συγκρούονται, όπως σε μια διαλεκτική σχέση.



Ένα παλιό φεμινιστικό σύνθημα σημειώνει εύστοχα: «καμιά μας δεν είναι άσχημη, όλες μας έχουμε σχήμα». Δεν ισχύει απαραίτητα όμως κι η αντίστροφη ανάγνωση, ότι δηλαδή κάθε άνθρωπος είναι όμορφος, επειδή έχει μια ορισμένη μορφή. Η μορφή μπορεί να αναδείξει ή να αποκρύψει και να υποβαθμίσει το περιεχόμενο. Συνεπώς δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους, ούτε όμως να επισκιάζει και να υποκαθιστά την ουσία, να γίνεται φετίχ και να οδηγεί σε ένα είδος φορμαλισμού, που τείνει να μένει στην επιφάνεια των πραγμάτων.

Η ομορφιά συνδέεται με τη σειρά της με την έννοια της αισθητικής, που αποτελεί μορφή κοινωνικής συνείδησης. Κι εδώ γίνεται φανερό πώς αλληλοδιαπλέκονται η μορφή και το περιεχόμενο, ως πόλοι μιας σχέσης που προϋποθέτουν ο ένας τον άλλο. Ένας όμορφος, αγγελικά πλασμένος κόσμος απαιτεί δομικές κοινωνικές αλλαγές, ένα ριζικό, εσωτερικό μετασχηματισμό κι όχι έναν απλό, εξωτερικό καλλωπισμό, που καμουφλάρει τη μιζέρια και τη δυστυχία. Η ομορφιά δεν υπάρχει παρά μόνο ως εξαίρεση και άλλοθι σε έναν άσχημο, αλλοτριωμένο κόσμο, γεμάτο φτώχια κι εκμετάλλευση, που ενδιαφέρεται μόνο για τη βιτρίνα. Αλλά θα πηγάζει από κάθε κύτταρο της κοινωνίας του μέλλοντος, όπου η αισθητική θα είναι εσωτερική ανάγκη και τρόπος ύπαρξης, θα απορρέει αυθόρμητα από κάθε δραστηριότητα του μελλοντικού ανθρώπου, που θα συνδυάζει αρμονικά τη φύση του και τις αισθήσεις του με το περιβάλλον του.

Αυτά προϋποθέτουν με τη σειρά τους μια τελείως διαφορετική παιδεία και μόρφωση, που συνδέεται κι αυτή ετυμολογικά με τη μορφή, διαμορφώνει συνειδήσεις και προσωπικότητες, διαπλάθει χαρακτήρες. Αποτελεί μια αμφίδρομη διαδικασία, που γεμίζει το μαθητή (αλλά και το δάσκαλο) με γνώσεις, παραστάσεις κι εμπειρίες, με κριτική ικανότητα, καλλιέργεια κι ευαισθησίες, για να μη μείνει άδειος, κενός περιεχομένου.

Η αξία της αισθητικής γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτή στους αρχιτέκτονες, που δέχονται συχνά-πυκνά την χλεύη άλλων ειδικών ότι καταπιάνονται με πράγματα άχρηστα και περιττά. Όμως η τέχνη είναι η «επιστήμη του περιττού», που δεν έχει καταναγκαστικό χαρακτήρα, δε στοχεύει στην εξασφάλιση των προς των ζην, αλλά στο ευ ζην. Οι αρχιτέκτονες δε σχεδιάζουν απλώς άχαρα κουτιά, για να προστατευτούν οι ένοικοί τους από το κρύο και τις ακραίες καιρικές συνθήκες, αλλά όμορφα κτήρια, λειτουργικές κατοικίες που ικανοποιούν τις ανάγκες τους και τους προσφέρουν παράλληλα ένα όμορφο, ζεστό μέρος, για στεγαστούν στιγμές, όνειρα κι αναμνήσεις.

Κι η τέχνη δεν ανήκει στις δευτερεύουσες, τις μη ζωτικές και «περιττές» ανάγκες του ανθρώπου. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί έναν άνθρωπο που να μην τραγουδάει ποτέ, να μη σφυρίζει κάποιο σκοπό, να μην κινείται ρυθμικά ή να χορεύει, να μην έχει προσπαθήσει να φτιάξει κάτι, ακόμα κι αν είναι μια τρύπα-γέφυρα δίπλα στο νερό της θάλασσας ή ένα κάστρο-παλάτι στην άμμο, να μην έχει διακοσμήσει το χώρο του σύμφωνα με τα γούστα του, όσο λιτά κι αν είναι τα μέσα που διαθέτει, να μην έχει ζωγραφίσει κατί στη ζωή του, έστω ένα απλό σχέδιο με γραμμές κι ανθρωπάκια. Χωρίς αυτά, θα ήταν μεν ζωντανός, αλλά δε θα ήταν άνθρωπος, δε θα είχε όλα αυτά που κάνουν το ανθρώπινο είδος να ξεχωρίζει από τα ζώα και τους άλλους ζωντανούς οργανισμούς, θα ήταν το πολύ ένα ανθρωπάκι, σαν κι αυτά που ζωγραφίζουν τα μικρά παιδιά, άψυχο κι ούτε καν χαμογελαστό.

Η τέχνη είναι και το κατεξοχήν πεδίο εφαρμογής της διαλεκτικής σύνδεσης μορφής-περιεχομένου, των υψηλών νοημάτων και της φόρμας που χρησιμοποιείται, για να τα αναδείξει, όπου μπορεί να βρει κανείς ρεύματα με τις πιο διαφορετικές αντιλήψεις και τεχνοτροπίες, ως προς τη σύθεση και τη «δοσολογία» μεταξύ των δύο πόλων. (Αναφέρω ενδεικτικά το σκηνοθετικό «δόγμα 95’» και που απογυμνώνει τη σκηνή από περιττά στοιχεία, στολίδια κι οτιδήποτε μπορεί να αποσπάσει την προσοχή του θεατή από την πλοκή του έργου. Και την αντίστροφη λογική της «τέχνης για την τέχνη», χωρίς να υπάρχει κάποιο βαθύτερο νόημα).

Όπως γίνεται αντιληπτό, το δίπολο αυτό επεκτείνεται και στην «τέχνη του έρωτα», τις έμφυλες σχέσεις και τα πρότυπα ομορφιάς που διαμορφώνει κι αποδέχεται κανείς, ενώ μπορεί να μας δώσει τους πιο διαφορετικούς τύπους ανθρώπων: εγωπαθείς νάρκισσους που ενσαρκώνουν φαντασιακά τον Ντόριαν Γκρέι, επιστήμονες της αφηρημένης διανόησης που «εγκαταλείπουν» τα εγκόσμια και δεν ενδιαφέρονται καν για το αν φοράνε ίδιο χρώμα κάλτσες σε κάθε πόδι, και άλλους, λιγότερο πνευματικούς ανθρώπους, που (επιδιώκουν να) περνιούνται για βαθυστόχαστοι, επειδή φόρεσαν ένα κασκόλ, κάτι εκκεντρικό, κτλ.

Η σχέση αυτή διαπερνά και το ιστορικό γίγνεσθαι, τη μεθοδολογική του προσέγγιση και τη θεώρηση της πραγματικότητας. Ο ιστορικός μελετητής καλείται να διερευνήσει τόσο τις βαθύτερες αιτίες πίσω από τα (ενίοτε απατηλά) φαινόμενα, διεισδύοντας στην ουσία, όσο και τις μορφές με τις οποίες εκδηλώνονται κάποιες κοινωνικές τάσεις κι αντιθέσεις και τον ιδεολογικό μανδύα με τον οποίο περιβλήθηκε πχ η σύγκρουση κατά την περίοδο της Εικονομαχίας στο Βυζάντιο.

Κομβική θέση κατέχει η σχετική προβληματική στον τομέα της επικοινωνιολογίας, όπου πολλές φορές «το μέσο είναι το μήνυμα», ενώ ο πομπός του μηνύματος αναζητά συνεχώς τις μορφές και τα μέσα που θα το αναδείξουν και θα το διαδώσουν πιο αποτελεσματικά. Εφόσον, όμως, αυτοί οι κανόνες συνδέονται με την άσκηση πολιτικής και την προπαγάνδιση πολιτικών ιδεών και θέσεων, χρειάζεται οξυμένη προσοχή για να εντοπιστεί και να διαχωριστεί η ουσία από τις περίτεχνες διατυπώσεις, τα φραστικά πυροτεχνήματα, τους θεατρινισμούς, τα παχιά λόγια και τις ψεύτικες υποσχέσεις.


Σημειώνεται εν κατακλείδι κι η ευθεία αντιστοιχία αυτής της σχέσης με τη Χεγκελιανή φιλοσοφία και τις διαλεκτικές κατηγορίες της Ουσίας και του Φαινομένου.

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

Μορφή και περιεχόμενο

Η μορφή και το περιεχόμενο συγκροτούν ένα δύσκολο κι απαιτητικό δίπολο. Κι είναι τέτοιο, γιατί η σχέση των δύο πόλων του απλώνει τα χωράφια της στη φιλοσοφία και τους νόμους της διαλεκτικής, την πολιτική οικονομία, την τέχνη και το σοσιαλιστικό ρεαλισμό, ακόμα και στην αρχιτεκτονική ή την πολιτική και το άνοιγμα των συντρόφων.

Μια σχέση που απαιτεί να καταπιαστούμε με την χεγκελιανή διαλεκτική και τις κατηγορίες της Λογικής, με μεθοδολογικά ζητήματα στο Κεφάλαιο, που απασχόλησαν και σοβιετικούς μελετητές (τι είναι φαινόμενο και ουσία στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, και γιατί ο μαρξ ξεκινά από το εμπόρευμα;), τη σύνδεση παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων, την αναζήτηση του πρωταρχικού στοιχείου και συνολικά της δυναμικής που αναπτύσσεται μεταξύ των δύο πόλων.

Πέφτουμε πάνω της στην τέχνη, το στείρο φορμαλισμό των θεαματικών εφέ, της επιτηδευμένης πρόζας, των κενών καινοτομιών που στοχεύουν στη φτηνή εντυπωσιοθηρία και πνίγουν το μήνυμα, εφόσον υπάρχει, ή είναι τα ίδια το «μήνυμα». Αλλά και στον αντίστροφο «φορμαλισμό του περιεχομένου», την υποτίμηση των μορφών που θα το διαμεσολαβήσουν και της απλής αλήθειας πως οι ωραίες ιδέες και τα υψηλά νοήματα χρειάζονται κι αντίστοιχα εκφραστικά μέσα, για να μπορέσουν να αναδειχτούν, όπως τους αξίζει.

Τη συναντάμε στον προβληματισμό για το σοσιαλιστικό ρεαλισμό, τις μορφές, τα ρεύματα και τις τεχνοτροπίες που μπορεί να χωρέσει και να μπολιάσει, τις καρικατουρίστικες εκδοχές του που τον φτωχαίνουν, τα αστικά στερεότυπα που τον παρουσιάζουν σκοπίμως φτωχό, αδικώντας και στρεβλώνοντας συνειδητά την εικόνα του.

Τη βρίσκουμε επίσης στις εργατικές κατοικίες και τα μουντά κτίρια-κουτιά που στέγαζαν ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού των σοσιαλιστικών χωρών αλλά και στην ηθελημένη άγνοια διάφορων αστικών πηγών για το οξύ στεγαστικό πρόβλημα που κληρονόμησαν οι χώρες αυτές, την πιεστική ανάγκη να αντιμετωπίσουν πρωτίστως το πρακτικό (κι όχι το αισθητικό) κομμάτι και την καλλιτεχνική φαντασία που έρχεται ως το περιττό (που είναι απολύτως αναγκαίο) να επιδράσει και να δώσει τον τόνο, αφού πρώτα λυθεί το πρωταρχικό ζήτημα της επιβίωσης –όπως και έγινε δηλ σε μια σειρά άλλους τομείς, στο σοσιαλισμό που γνωρίσαμε, χωρίς να εξαιρείται η αρχιτεκτονική.

Σε μια διαλεκτική σχέση, οι δύο πόλοι αλληλοπροϋποτίθονται αλληλοαποκλειόμενοι και τείνουν ενίοτε να μετατραπούν στο αντίθετό τους. Η μορφή τείνει να υποκαταστήσει το περιεχόμενο κι αυτό δεν αφορά μόνο την τέχνη ή τη ρουτίνα της κομματικής δουλειάς, που θα δούμε παρακάτω αλλά και τους ίδιους τους ανθρώπους, που ενδιαφέρονται μόνο για την εξωτερική εμφάνιση, τη δική τους –που τη φροντίζουν διαρκώς κι αδιαλείπτως- και των ατόμων που τους προσελκύουν. Και έχουν μάθει να βρίσκουν και να εκτιμούν το ωραίο μόνο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά της συσκευασίας.
Η ομορφιά δε μας αφήνει προφανώς αδιάφορους, αλλά πηγάζει από βαθύτερες ανθρώπινες κοίτες κι όχι μόνο από την οπτική μας αντανάκλαση.

Η ελευθερία για εμάς είναι μια ωραία γυναίκα. Το όνομά της είναι συνείδηση και το επώνυμό της αναγκαιότητα. Που δε ντύνεται με φρου-φρου, αρώματα και πομπώδεις διακηρύξεις για να καλύψει τις ρυτίδες της και την ταξική της ουσία. Δεν κρίνεται σε τυπικό, αφηρημένο επίπεδο, με αρνητικό πρόσημο, μόνο ως ελευθερία από τα φανερά δεσμά που μας σκλαβώνουν. Αλλά κυρίως στο πεδίο της πράξης, συγκεκριμένα, ως ουσιαστική δυνατότητα κι ελευθερία να πετύχουμε να κάνουμε κάτι.

Στην κοινωνία του μέλλοντος, ο φορμαλισμός θα επιστρέφει κατ’ εξαίρεση ως κατάλοιπο της ανθρώπινης προϊστορίας, να στριμώχνει την πολύπλοκη πραγματικότητα σε έτοιμες φόρμουλες, στατιστικούς δείκτες και τυπολατρικές συμπεριφορές που βρίσκονται στον πυρήνα της επικράτησης της γραφειοκρατίας.
Στην πολιτική πρωτοπορία, ως προαπεικόνιση χαρακτηριστικών της κοινωνίας του μέλλοντος αλλά και στοιχείων που θα κουβαλάει ως κατάλοιπα, ο φορμαλισμός μπορεί να προκύψει από τα κουτάκια, την ασφάλεια της ρουτίνας, της συνήθειας, της οικείας πεπατημένης.

Πολλές φορές μας κριτικάρουν ότι πάσχουμε από την ανάποδη, υποτιμώντας τα μέσα και τη φόρμα που χρησιμοποιούμε. Δε φταίει δηλ αυτό που λέμε ως περιεχόμενο, αλλά ότι χρησιμοποιούμε μια δύσκολη, στρυφνή γλώσσα που μας οδηγεί στον γκρεμό, σαν τον ινστρούκτορα του τραμπάκουλα, και δεν είμαστε αρκετά επικοινωνιακοί. Ένας αστικός μύθος που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, αλλά δεν παύει να είναι βασικά μύθος. Αφενός γιατί ο κόσμος φαίνεται να πείθεται πολλές φορές (ή να τρομοκρατείται, για να πειστεί) από πολύ πιο ξύλινο λόγο και έννοιες (ανάπτυξη, spreads, κτλ). Κι αφετέρου γιατί στο βάθος καταλαβαίνει συνήθως πολύ καλά τι του λένε οι κομμουνιστές και αν είναι αλήθεια, αλλά φοβάται να το ακολουθήσει, επιλέγοντας τον εύκολο δρόμο της κακίας. Η συνήθης κατακλείδα «καλά τα λέτε, αλλά δε γίνεται», είναι μια έμμεση αναγνώριση πως το βασικό πρόβλημα βρίσκεται αλλού και όχι στο αν εξηγούμε ικανοποιητικά την πολιτική γραμμή μας.

Στο βαθμό που αδυνατεί πάντως να καταλάβει κάτι ο μέσος συνομιλητής μας, αυτό ισχύει και στις περιπτώσεις που του το σερβίρουμε με ωραίο περιτύλιγμα. Βλέπει δηλ έναν σύντροφο δεινό ρήτορα στην οθόνη, τον χαίρεται και τον απολαμβάνει κι είναι έτοιμος να τον παραδεχτεί, αλλά είναι ζήτημα τι του έχει μείνει στο τέλος απ’ όσα έχει ακούσει κι αν παραδέχεται κι αφομοιώνει το περιεχόμενο ή αυτόν που τα είπε ως προσωπικότητα.

Σχετικό με αυτό είναι κι ένα απόσπασμα από την μπροσούρα της ιε της κετουκε «κόμμα παντός καιρού», που λέει: Δεν είναι λίγες οι φορές που ορισμένοι φίλοι και οπαδοί εντυπωσιάζονται με αυτά τα στοιχεία (σ.σ.: για το μέγεθος της ψαλίδας στην κατανομή του παγκόσμιου πλούτου), και θεωρούν καλό προπαγανδιστή και πολιτικό στέλεχος αυτόν που χρησιμοποιεί καταιγισμό τέτοιων στοιχείων. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, ώστε η προπαγάνδα που αξιοποιεί τέτοια στοιχεία να μην τροφοδοτεί την κυρίαρχη άποψη ότι κάποιες οικογένειες ή κάποιοι όμιλοι ή βάρβαροι νεοφιλελεύθεροι ηγέτες στηρίζουν αδικίες. Να μην καλλιεργεί τα περί κλεπτοκρατίας, αφήνοντας στο απυρόβλητο την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής (σελ 97).
Οι επισημάνσεις του αποσπάσματος είναι απολύτως σωστές ως περιεχόμενο, θα μπορούσαν όμως να δοθούν και με διαφορετική μορφή, χωρίς φωτογραφικές προεκτάσεις.

Δεν παύει ωστόσο να βασίζεται (ο μύθος που λέγαμε) σε πραγματικά γεγονότα κι αδυναμίες μας και μια υπαρκτή τάση υποτίμησης των μορφών που χρησιμοποιούμε –σε κάποια κείμενα, αφίσες, κτλ. Κι αν η μορφή είναι ο τρόπος οργάνωσης του περιεχομένου, είναι φως φανάρι πως η κακή οργάνωση ή η παντελής έλλειψή της δεν μπορεί παρά να επηρεάσει κι αυτό καθαυτό το μήνυμα που θέλουμε να περάσουμε.

Για να γίνει «μορφή του κινήματος» (με την καλή κι όχι με την ψωνίστικη έννοια) ένας σφος δεν είναι απαραίτητο να είναι όμορφος και με πέραση στις μάζες, αλλά να μην είναι άμορφος, να έχει δική του μορφή και να μην παίρνει το σχήμα που του δίνουν οι περιστάσεις, μία πολιτική απόφαση, ή πχ το τελευταίο βιβλίο που έτυχε να διαβάσει. Να οργανώνει το περιεχόμενο των γνώσεων, των ικανοτήτων του, της πολιτικής γραμμής που πρέπει να μεταδώσει, με το δικό του τρόπο, το ιδιαίτερο χρώμα της προσωπικότητάς του και με πρωτοτυπία, που είναι άλλωστε και τα στοιχεία εκείνα που χαιρόμαστε-θαυμάζουμε σε ένα σφο.

Σε κάθε περίπτωση, ο βασικός κίνδυνος είναι κάθε φορά αυτός που υποτιμούμε. Αν πάρουμε πχ την χαρτογράφηση των επιρροών, η υποτίμηση της μορφής φέρνει ένα ανοργάνωτο τρέξιμο χωρίς τέλος, όπου καταλήγουμε να κυνηγάμε την ουρά μας χωρίς σχέδιο· ενώ η προσκόλληση στον τύπο της διαδικασίας μας αφήνει με το «φακέλωμα» και τα κουτάκια στο κλείσιμο, που δε βοηθάν ουσιαστικά το πολιτικό άνοιγμα.


Το ζητούμενο δεν είναι η χρυσή τομή του μέσου όρου, αλλά η υπερνίκηση των υποκειμενικών μας αδυναμιών για να νικήσουμε τα αντικειμενικά εμπόδια και να δώσουμε μορφή σε έναν διαφορετικό κόσμο, που να στέκεται στο μπόι των ονείρων μας και των ανθρώπων.