"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ᾿Ιουστῖνος Πόποβιτς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ᾿Ιουστῖνος Πόποβιτς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2010

῾Οσίου ᾿Ιουστίνου Πόποβιτς: Τί πρέπει νά αἰτούμεθα τόν Θεόν καί τί ὄχι






«Εάν τις ίδη τον αδελφόν αυτού αμαρτάνοντα αμαρτίαν μη προς θάνατον, αιτήσει, και δώσει αυτώ ζωήν, τοις αμαρτάνουσι μη προς θάνατον. Έστιν αμαρτία προς θάνατον· ου περί εκείνης λέγω ίνα ερωτήση» (Α' Ιωάννου 5,16).



Ευαγγελικό είναι να επιθυμείς για τον καθένα την σωτηρία του και να εργάζεσαι γι' αυτήν. Αυτή είναι η επιθυμία του Χριστού για καθέναν, αυτό πρέπει να είναι και δική μας επιθυμία. Και τούτο σημαίνει: να μην επιθυμούμε για κανέναν την αμαρτία και εκείνο που είναι αμαρτωλό, αλλά πάντα να επιθυμούμε το αγαθό και εκείνο που οδηγεί στον Πανάγαθο· να μην επιθυμούμε για κανέναν το θάνατο και ό,τι είναι θανατηφόρο, αλλά πάντα να επιθυμούμε την αθανασία και ό,τι οδηγεί στην αθανασία· να μην επιθυμούμε για κανέναν τον διάβολο και εκείνο που είναι διαβολικό, αλλά για τον καθέναν να επιθυμούμε τον Χριστό και ό,τι είναι του Χριστού. Οι άνθρωποι που αγαπούν την αμαρτία, επιθυμούν για τον εαυτό τους τον θάνα­το. Εάν κάποιος είναι ανεπιστρεπτί ερωτευμένος με τις αμαρτίες του, αυτός ήδη θανάτωσε τον εαυ­τό του. Εάν επιθυμεί κάποιος την αμαρτία γι' άλλον, αυτός επιθυμεί τον θάνατό του. Επειδή «η αμαρτία αποτελεσθείσα αποκύει θάνατον» (Ιακ. α', 15). Υπάρχουν δύο είδη αμαρτίας: η «αμαρτία μη προς θάνατον» και η «αμαρτία προς θάνατον». Η «αμαρτία μη προς θάνατον» είναι εκείνη η αμαρτία για την οποία ο άνθρωπος μετανοεί. Κάθε αμαρτία φέρνει στην ψυχή από ένα μικρό θάνατο· ενώ με την μετάνοια ο άνθρωπος διώχνει την αμαρτία από μέσα του, διώχνει τον θάνατο, ανα­σταίνει την ψυχή του εκ νεκρών. Η μετάνοια δεν είναι μόνο δεύτερη βάπτιση, αλλά και πρώτη ανά­σταση. Ανάσταση της ψυχής εκ νεκρών. Η μετά­νοια καταστρέφει τον τάφο της ψυχής, εξαφανίζει τον πνευματικό θάνατο, εισάγοντας τον άνθρωπο στην αιώνια ζωή. Οποιεσδήποτε αμαρτίες κι αν έχει ο άνθρωπος, εάν μετανοήσει, «ηγέρθη εκ νεκρών»: «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη»(Λουκ. ιε', 24.32). Έτσι, «αμαρτία μη προς θάνατον» είναι κάθε μετανοημένη αμαρτία, ακόμα και αν πραγματοποιήθηκε «επτάκις της ημέρας», εφόσον αυτός που την διέπραξε είπε «επτάκις της ημέρας» «μετανοώ» (Λουκ. ιζ', 3-4). Ενώ «αμαρτία προς θάνατον» είναι κάθε αμετα­νόητη αμαρτία, δηλαδή κάθε αμαρτία κατά την οποία και στην οποία παραμένει ο άνθρωπος συνειδητά, εκούσια και επίμονα. Τέτοια αμαρτία προκαλεί το θάνατο της ψυχής. Και ο θάνατος της ψυχής δεν είναι άλλο παρά ο χωρισμός της ψυχής από τον Θεό, η στέρηση του Θεού και των χαρι­σματικών δωρεών και δυνάμεών Του από την ψυχή. Ο άγιος Θεολόγος ευαγγελίζεται: «Εάν τις ίδη τον αδελφόν αυτού αμαρτάνοντα αμαρτίαν μη προς θάνατον, αιτήσει και δώσει αυτώ ζωήν, τοις αμαρτάνουσι μη προς θάνατον. Έστιν αμαρτία προς θάνατον· ου περί εκείνης λέγω ίνα ερωτήση».
«Αιτήσει, και δώσει αυτώ ζωήν». Επειδή έκανε αμαρτία πέθανε, νέκρωσε τον εαυτό του, σκότωσε τον εαυτό του· εάν παρακαλέσει, θα του δοθεί μέσω της μετάνοιας ανάσταση εκ νεκρών, ζωή. Έτσι η προσευχή και η μετάνοια είναι νικητές του θανάτου· ανασταίνουν νεκρούς. Για την «αμαρτία προς θάνατον» να μην «ερωτήση». Γιατί; Επειδή ο άνθρωπος μ' όλο του το είναι, μ' όλη την ψυχή, μ' όλη τη συνείδηση, μ' όλη τη θέληση εισέρχεται στην αμαρτία και παραμένει συνειδητά και εκούσια σ' αυτήν. Δεν θέλει να την απαρνηθεί, να την μισήσει. Αυτός είναι εκείνος ο «δεύτερος θάνατος», από τον οποίο δεν ανασταίνεται. Σε τέτοιον άνθρωπο ο Θεός δεν επιθυμεί, ούτε θέλει να του επιβάλλει με βία την μετάνοια. Ούτε επιθυμεί, ούτε θέλει, ούτε μπορεί, επειδή ο Θεός είναι αγάπη, και δια της αγάπης «είναι» και ζει και υπάρχει. Ο Θεός από αγάπη δημιούργησε τον άνθρωπο με θεόμορ­φη ελευθερία. Εάν επέβαλλε με τη βία στον άνθρωπο τη θέλησή Του, το Ευαγγέλιό Του, τη σωτηρία Του, τη Βασιλεία Του, τον Εαυτό Του, τότε θα κατέστρεφε την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Κι ο άνθρωπος θα σταματούσε να είναι άνθρωπος και θα γινόταν αυτόματο, μηχανή, ρομπότ. Ενώ ο Θεός επειδή είναι αγάπη, δεν θα μπορούσε να το κάνει, επειδή αυτό δεν είναι στην φύση της αγάπης. Εάν θα το έκανε, θα σταμα­τούσε να είναι Αγάπη. Εάν σταματούσε ο Θεός να είναι αγάπη θα έπαυε να είναι Θεός. Αυτός είναι ο λόγος που ο άγιος Μύστης συμβουλεύει ότι δεν πρέπει να προσευχόμαστε για την «αμαρτία προς θάνατον». Και μ' αυτό τον τρόπο μας υποδεικνύει τα του Θεού και ως προς τί πρέπει να αιτούμεθα τον Θεό και τί όχι.


ρμηνεία των επιστολών του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου από τον Όσιο Ιουστίνο)


Πηγή: http://www.alopsis.gr

Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

῾Ο σκοπός τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς κατά τόν ἅγιο Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ


Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς
Μετά την θεραπεία του ο Μοτοβίλωφ έγινε πολύ τακτικός επισκέπτης της μονής. Κατά την διάρκεια μιας συνομιλίας του με τον όσιο Σεραφείμ, τέλη Νοεμβρίου του 1831, ευτύχησε να τον δη καταγλαϊσμένο από τη Χάρη και λάμποντα μέσα στο φως, και να ακούσει από αυτόν ότι η Χριστιανική ζωή πρέπει να γίνη ζωή εν Αγίω Πνεύματι. Να τι έγραψε σχετικά ο Μοτοβίλωφ στο σημειωματάριο του, το οποίο βρέθηκε στο αρχείο της μονής Ντιβιέγιεβο, όπου είχε γίνει μοναχή η χήρα Ελένη Μοτοβίλοβα:
«Η ημέρα ήταν συννεφιασμένη, η γη είχε καλυφθεί από παχύ στρώμα χιονιού, το οποίο έπεφτε συνεχώς, όταν ο στάρετς Σεραφείμ με έβαλε να καθήσω δίπλα του σ’ ένα πεσμένο κορμό δένδρου.
«Ο Κύριος μου αποκάλυψε, μου είπε, ότι στην παιδική σας ηλικία επιθυμούσατε να μάθετε ποιος είναι ο σκοπός της χριστιανικής ζωής. Σας συμβούλευαν να εκκλησιάζεσθε, να προσεύχεσθε, να κάνετε καλές πράξεις, διότι σ’ αυτά, σας έλεγαν, συνίσταται ο σκοπός της χριστιανικής ζωής. Αυτή η απάντηση όμως δεν μπορούσε να σας ικανοποιήσει. Όντως η προσευχή, η νηστεία, η αγρυπνία, όπως και όλη η χριστιανική άσκηση είναι καλά καθ’ εαυτά.
Αλλά ο σκοπός της ζωής μας δεν είναι μόνο να εκπληρώσουμε αυτά, διότι αυτά είναι μόνο μέσα. Ο πραγματικός σκοπός της χριστιανικής ζωής είναι αποκτήσουμε το Άγιο Πνεύμα. Πρέπει να γνωρίζετε ότι μόνο εκείνο το καλό έργο που έχει γίνει από αγάπη προς το Χριστό φέρει τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Σύμφωνα μ’ αυτά η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος είναι ο σκοπός της ζωής μας».
«-Με ποια έννοια λέτε ότι πρέπει να κερδίσουμε το Άγιο Πνεύμα; (ερώτησα εγώ), δεν το καταλαβαίνω καλά αυτό».
«-Κερδίζω σημαίνει αποκτώ, (μου απάντησε). Εσείς γνωρίζετε σίγουρα τι σημαίνει αποκτώ χρήματα. Αυτό το ίδιο ισχύει και για το Άγιο Πνεύμα. Ο σκοπός της επίγειας ζωής για τον κοινό άνθρωπο είναι να κερδίσει χρήματα ή ν’ αποκτήσει τιμές, διακρίσεις και βραβεία. Το Άγιο Πνεύμα είναι επίσης κεφάλαιο και μάλιστα το αιώνιο κεφάλαιο και ο μοναδικός θησαυρός, αστείρευτος στον αιώνα. Κάθε έργο, που έγινε από αγάπη Χριστού, φέρει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, όμως τούτο κατορθώνεται ευκολότερα με την προσευχή διότι αυτή αποτελεί το όργανο που διαθέτουμε. Μπορεί να τύχη να θέλετε να πάτε στην εκκλησία, αλλά η εκκλησία να μη είναι κοντά ή να έχει τελειώσει η ακολουθία. ΄Η έχετε ενδεχομένως επιθυμία να ελεήσετε κάποιον πτωχό, αλλά πτωχός δεν υπάρχει. Ίσως επιθυμείτε να γίνετε απαθής, αλλά δεν έχετε γι’ αυτό δυνάμεις. Για την προσευχή όμως υπάρχει πάντοτε δυνατότητα, αυτή είναι προσιτή τόσο στον πλούσιο, όσο και στον πτωχό, τόσο στον εγγράμματο, όσο και στον απλοϊκό, στον ισχυρό, όσο και στον αδύναμο, στον υγιή όσο και στον ασθενή, στον δίκαιο όσο και στον αμαρτωλό. Η δύναμη της προσευχής είναι τεράστια και περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο αυτή ελκύει το Άγιο Πνεύμα.»
«-Γέροντα, (είπα), όλη την ώρα μιλάτε για την χάρη του Αγίου Πνεύματος, την οποία πρέπει ν’ αποκτήσουμε, αλλά πώς και πού μπορώ να την δω; Τα καλά έργα είναι ορατά. Άραγε το Άγιο Πνεύμα μπορεί να γίνη ορατό; Πώς μπορώ να γνωρίζω αν Αυτό είναι μαζί μου ή όχι;»
«-Η χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία μας έχει δοθεί στο βάπτισμα, λάμπει στην καρδιά μας παρά τις αμαρτίες και τα σκοτάδια που μας περικυκλώνουν. Αυτή εμφανίζεται μέσα σε άρρητο φως σ’ εκείνους, με τους οποίους ο Κύριος αναγγέλλει την παρουσία Του. Οι άγιοι Απόστολοι αισθάνθηκαν χειροπιαστά την παρουσία του Αγίου Πνεύματος.»
Εγώ τότε ρώτησα: «-Πώς θα μπορούσα να γίνω και εγώ προσωπικά μάρτυρας αυτού του πράγματος;»
Ο π. Σεραφείμ με αγκάλιασε και μου είπε: «-Αγαπητέ μου, εμείς είμαστε και οι δύο τώρα εν Πνεύματι. Γιατί δεν με κοιτάζετε;»
«-Γέροντα, δεν μπορώ να σας κοιτάξω διότι το πρόσωπό σας έγινε φωτεινότερο από τον ήλιο και τα μάτια μου έχουν θαμβωθεί.»
«-Μη φοβήσθε, διότι και εσείς έχετε γίνει τώρα φωτοφόρος όπως και εγώ. Έχετε και εσείς τώρα πληρωθεί από το Άγιο Πνεύμα, αλλοιώς δεν θα μπορούσατε να με δήτε έτσι όπως με βλέπετε».
Και σκύβοντας κοντά μου, μου ψιθύρισε: «-Παρακαλούσα τον Κύριο με όλη μου την καρδιά να σας αξιώσει να δήτε με τα σωματικά σας μάτια αυτή την κάθοδο του Αγίου Του Πνεύματος. Και να, με το μέγα Του έλεος παρηγόρησε την καρδιά σας, όπως θάλπει η μητέρα τα παιδιά της. Λοιπόν αγαπητέ μου, γιατί δεν με κοιτάζετε; Μη φοβήσθε τίποτε, ο Κύριος είναι μαζί σας!»
Τον κοίταξα και με διαπέρασε ρίγος. Φαντασθήτε τον ήλιο στην πιο δυνατή λάμψη της μεσημβρινής ακτινοβολίας του και στο κέντρο του ηλίου να βλέπετε πρόσωπο ανθρώπου, ο οποίος συνομιλεί μαζί σας. Βλέπετε τις κινήσεις των χειλιών του, την έκφραση των ματιών του, ακούτε τη φωνή του, αισθάνεσθε ότι το ένα του χέρι είναι απλωμένο γύρω από τον ώμο σας, αλλά δεν βλέπετε ούτε αυτό το χέρι ούτε το πρόσωπο, παρά μόνο το εκτυφλωτικό φως που απλώνεται παντού γύρω σας και φωτίζει με τη λάμψη του το χιόνι που καλύπτει το ξέφωτο και τις χιονονιφάδες που πέφτουν.
«-Τι αισθάνεσθε;» με ερώτησε.
«-Ησυχία και ειρήνη ανέκφραστη», είπα.
«-Και τι ακόμη αισθάνεσθε;»
«-Να γεμίζει η καρδιά μου από άρρητη χαρά.»
«-Αυτή η χαρά που αισθάνεσθε είναι μηδαμινή όταν συγκριθεί με εκείνη τη χαρά για την οποία έχει γραφεί: οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν. Σε μας δόθηκε μία σκιά μόνο της χαράς αυτής, τι να πει κανείς για την πραγματική χαρά; Τι αισθάνεσθε ακόμη φιλόθεε;»
«-Ανέκφραστη θερμότητα», είπα.
«-Τι είδους θερμότητα; Είμαστε στο δάσος, τώρα είναι χειμώνας και παντού γύρω μας χιόνι... Τι είδους θερμότητα είναι αυτή που αισθάνεσθε;» Και εγώ αποκρίθηκα:
«-Όπως όταν λούζωμαι με ζεστό νερό. Αισθάνομαι ακόμη ευωδία τέτοια που ποτέ μέχρι τώρα δεν έχω αισθανθεί.»
«-Ξέρω, ξέρω, είπε εκείνος, σας ερωτώ επίτηδες. Αυτή η ευωδία που αισθάνεσθε είναι η ευωδία του Αγίου Πνεύματος. Και αυτή η θερμότητα για την οποία μιλάτε δεν υπάρχει στην ατμόσφαιρα, αλλά μέσα μας. Θερμαινόμενοι από αυτήν οι ερημίτες δεν φοβούνταν τον χειμώνα διότι φορούσαν τον χιτώνα της χάριτος ο οποίος αντικαθιστούσε το ένδυμα. Η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστιν. Η κατάσταση στην οποία τώρα βρισκόμαστε το αποδεικνύει. Να τι σημαίνει να είσαι πλήρης Πνεύματος Αγίου.»
«-Θα θυμάμαι το έλεος αυτό που μας επισκέφθηκε σήμερα;» ερώτησα.
«-Πιστεύω ότι ο Κύριος θα σας βοηθήσει να το διαφυλάξετε στην καρδιά σας, διότι αυτό δόθηκε όχι μόνο για μας, αλλά διά μέσου ημών και για τον υπόλοιπο κόσμο. Πορεύεσθε εν ειρήνη! Ο Κύριος και η Παναγία ας είναι μαζί σας!»
Όταν τον άφησα το όραμα δεν είχε παύσει: ο γέροντας βρισκόταν στην ίδια θέση που είχε στην αρχή της συνομιλίας μας και το άρρητο φως που είχα ιδεί με τα μάτια μου συνέχιζε να τον περιβάλλει».
Από το βιβλίο του Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς,«΄Οσιος Σεραφείμ του Σαρώφ»

Τρίτη 25 Μαΐου 2010

῾Η Ὀρθόδοξη ᾿Εκκλησία ὡς διαρκής Πεντηκοστή-ἁγίου ᾿Ιουστίνου Πόποβιτς (ἀπόσπασμα ἀπό τήν Δογματική του)

"Τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τό ῞Αγιο Πνεῦμα κατῆλθε ἐξ οὐρανοῦ στό Θεανθρώπινο σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας καί γιά πάντα παρέμεινε σέ Αὐτό σάν Παν-Ζωοποιός ψυχή Αὐτοῦ


Ποιός είναι ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός; Ποιός είναι σε Αυτόν ο Θεός και ποιος ο άνθρωπος; Πώς γνωρίζεται ο Θεός στον Θεάνθρωπο και πώς ο άνθρωπος; Τι εδώρησε σε μας τους ανθρώπους ο Θεός εν τω Θεανθρώπω; Όλα αυτά τα φανερώνει σε μας το Πνεύμα το Άγιον, το «Πνεύμα της αληθείας». Μας αποκαλύπτει δηλαδή όλη την αλήθεια για Αυτόν, για τον Θεό εν Αυτώ και για τον άνθρωπο και για το τι χάρισε σ’ εμάς μ’ όλα αυτά. Αυτό επίσης απείρως ξεπερνά κάθε τι που οι ανθρώπινοι οφθαλμοί είδαν ποτέ και τοις ωσίν αυτών ηκούσθη και η καρδία αυτών κάποτε αισθάνθηκε.
Με την ένσαρκη ζωή του στη γη ο Θεάνθρωπος εγκαθιδρυσε το Θεανθρώπινό του Σώμα, την Εκκλησία, και με αυτήν προετοιμάζει τον γήινο κόσμο για την έλευση και τη ζωή και τη δραστηριότητα του Αγίου Πνεύματος στο Σώμα της Εκκλησίας, ως ψυχής Αυτού του Σώματος. Την ημέρα της Πεντηκοστής το Αγιο Πνεύμα κατήλθε εξ ουρανού στο Θεανθρώπινο σώμα της Εκκλησίας και για πάντα παρέμεινε σε Αυτό σαν Παν-Ζωοποιός ψυχή Αυτού. Αυτό το ορατό θεανθρώπινο σώμα της Εκκλησίας συγκροτούν οι Άγιοι Απόστολοι με την πίστη των στον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό ως Σωτήρα του κόσμου και ως τέλειου Θεού και ως τέλειου ανθρώπου. Και η κάθοδος και η σύνολη δρατηριότητα του Αγίου Πνεύματος στο Θεανθρώπινο σώμα της Εκκλησίας έρχεται από τον Θεάνθρωπο και εξαιτίας του Θεανθρώπου. Κάθε τι στην Θεανθρώπινη Οικονομία της σωτηρίας προήλθε από το Θεανθρώπινο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Τέλος, ακόμη όλα συνοψίζονται και υπάρχουν στην κατηγορία της θεανθρωπότητας ακόμη και η δραστηριότητα του Αγίου Πνεύματος. Κάθε ενεργητικότητα Αυτού στον κόσμο είναι αχώριστη από το θεανθρώπινο ανδραγάθημα του Κυρίου Ιησού Χριστού για τη σωτηρία του κόσμου. Η Πεντηκοστή με όλες τις αιώνιες δωρεές της Τριαδικής Θεότητος και Αυτού του Αγίου Πνεύματος προσδιόριζε την Εκκλησία των Αγίων Αποστόλων δηλαδή της Αγίας Αποστολικής πίστης, της Αγίας Αποστολικής παράδοσης, της Αγίας Αποστολικής ιεραρχίας, ακόμη και κάθε τι Αποστολικού που είναι θεανθρώπινο.
Η Άγια πνευματική ημέρα η οποία άρχισε με την Αγία Πεντηκοστή αδιάκοπα συνεχίζεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία με ανείπωτη πληρότητα όλων των θεϊκών δωρεών και ζωοποιών δυνάμεων. Κάθε τι στην Εκκλησία υπάρχει εν Αγίω Πνεύματι και από αυτό το πολύ μικρό και από αυτό το υπερμεγέθες. Όταν ο ιερείς θυμιάζοντας στην Εκκλησία παρακαλεί τον Κύριο Ιησού Χριστό να καταπέμψει την χάρη του Αγίου Πνεύματος, αλλά και όταν το ανέκφραστο θαύμα του Θεού η Αγία Πεντηκοστή πριν από την χειροτονία του επισκόπου επαναλαμβάνεται και δίδει όλο το πλήρωμα της χάριτος και με αυτό πασιφανώς μαρτυρεί ότι όλη η ζωή της Εκκλησίας συγκροτείται εν τω Αγίω Πνεύματι.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι με το Πνεύμα το Άγιο στην Εκκλησία και η Εκκλησία είναι με το Πνεύμα το Αγιο στον Κύριο Ιησού Χριστό. Ο Κύριος είναι η κεφαλή και το σώμα της και το Πνεύμα το Άγιον είναι η ψυχή της Εκκλησίας. Από την αρχή ήδη της θεανθρώπινης οικονομίας της σωτηρίας το Πνεύμα το Άγιο συνδέθηκε με το θεμέλιο της Εκκλησίας δηλαδή με το θεμέλιο του σώματος του Χριστού «του Λόγου κτίσας την σάρκωσιν».
Στην πραγματικότητα κάθε άγιο μυστήριο και όλες οι θείες αρετές είναι μία Αγιοπνευματικότης. Το Πνεύμα το Άγιο διά μέσου αυτών έρχεται σε εμάς και εντός ημών. Αυτό κατέρχεται ουσιωδώς που σημαίνει αληθινά και ουσιαστικά με όλες τις θεϊκές του σημαντικές ενέργειες. Αυτό -ο πλούτος της θεότητος. Αυτό -το πλήρωμα της χάριτος. Αυτό -η χάρις και η ζωή κάθε υπάρξεως. Είναι αιώνιο και Διαθηκικό Ευαγγέλιο. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός με το Άγιο Πνεύμα κατοικεί σε μας και εμείς σ’ Αυτόν. Αυτό και μόνο μαρτυρεί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος σε μας. Εμείς με το Πνεύμα το Άγιο ζούμε εν Χριστώ και Αυτός σε μας. Μάλιστα αυτό το γνωρίζουμε «εκ του Πνεύματος ού ημίν έδωκεν» (Α΄ Ιω. 3,24).
Με μία λέξη όλη η ζωή της Εκκλησίας σε όλες τις δικές τις αναρίθμητες θεανθρώπινες πραγματικότητες οδηγείται και χειραγωγείται από το Πνεύμα το Άγιο το οποίο πάντοτε είναι το Πνεύμα του Θεανθρώπου Χριστού (Γαλ. 4,6). Γι’ αυτό έχει γραφτεί στο Άγιο Ευαγγέλιο «ει δε τις Πνεύμα Χριστού ουκ έχει, ούτος ουκ έστιν Αυτού» (Ρωμ. 8,9).
Ο χερουβικά μυηθείς στο θεανθρώπινο μυστήριο της Εκκλησίας σαν το πιο αγαπητό παν-μυστήριο του Θεού ο Μέγας Βασίλειος διακηρύσσει το παναληθές και χαρμόσυνο μήνυμα «Το πνεύμα το Άγιο αρχιτεκτονεί Εκκλησία Θεού».
(Απόσπασμα από τον Γ΄ τόμο της Δογματικής του π. Ιουστίνου), Επισκόπου Αθαν. Γιέβτιτς, Βίος του Οσίου Πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς, Εκδ. Νεκτ. Παναγόπουλος, Αθήνα 2001, σ. 155-158)
   Πηγή: http://www.faneromenihol.gr

Σάββατο 1 Μαΐου 2010

᾿Αρχ. ᾿Ιουστῖνος Πόποβιτς: ἅγιος τῆς Σερβικῆς ᾿Εκκλησίας

῾Αγιοκατάταξη τοῦ π. ᾿Ιουστίνου Πόποβιτς καί ῾Ηγουμένου Συμεών

Κατά τη διάρκεια της απογευματινής συνεδρίας της Πέμπτης, 29 Απριλίου 2010 η Σύνοδος της Ιεραρχίας της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, κατέταξε στα Δίπτυχα τον Αρχιμανδρίτη Ιουστίνο Πόποβιτς (1894 – 1979) και τον Ηγούμενο της Μονής Ντάιμπαμπε του Μαυροβουνίου κοντά στην Ποντγκόριτσα, Συμεών Πόποβιτς (1854 – 1941).
Η Σύνοδος της Ιεραρχίας της  Σερβικής Εκκλησία αποφάσισε η μνήμη του Αρχιμανδρίτη Ιουστίνου Πόποβιτς να τιμάτε στις 14 Ιουνίου (νέο ημερολόγιο) και του Ηγουμένου Συμεών στις 1 Απριλίου.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι την Κυριακή 2 Μαΐου 2010, θα τελεστεί στο Βελιγράδι Πατριαρχική Θεία Λειτουργία συλλειτουργούντων όλων των Αρχιερέων της Σερβικής Εκκλησίας.
Τέλος, πληροφορίες αναφέρουν, ότι μετά το πέρας της Πατριαρχικής Θείας Λειτουργίας θα εκτεθούν για πρώτη φορά οι εικόνες των δύο νέων αγίων, προς προσκύνηση του Σερβικού λαού.
Ιουστίνος Πόποβιτς
Ό όσιος και θεοφόρος πατήρ Ιουστίνος γεννήθη κε στις 25 Μαρτίου του 1894, ξημερώματα του Ευαγ γελισμού στην πόλη Βράνιε της νοτίου Σερβίας. Ό πατέρας του ονομαζόταν Σπυρίδων και ή μητέρα του Αναστασία.
Κατά την βάπτιση έλαβε το όνομα Ευάγγελος. Ή οικογένεια του πατέρα του ήταν εκ παραδόσεως ιερατική και είχε δώσει στην ορθόδοξη Εκκλησία τουλάχιστον επτά ιερωμένους.
Αυτό εξάλλου φανερώνει και το επώνυμο Πόποβιτς = Παπαδόπουλος. Από μικρό παιδάκι ακόμα, συχνά επισκεπτόταν με τούς γονείς του τον άγιο Πρόχορο τον Θαυματουργό στην κοντινή Μονή Πτσίνσκι όπου και είδε με τα μάτια του την θεραπεία της μητέρας του από βαριά ασθένεια.
Μια δεύτερη πηγή ευλάβειας για τον μικρό Ευάγγελο ήταν ή τακτική ανάγνωση του Ευαγγελίου από τα δεκατέσσερα του χρόνια μα και ή ασκητική βίωση του μέχρι το τέλος της ζωής του.
Τρίτη πηγή θείας έμπνευσης έγινε για τον μικρό Πόποβιτς η ανάγνωση των Συναξαριών και αργότερα των έργων των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας. Έλεγε ό ίδιος χαρακτηριστικά: «η Ορθοδοξία δεν είναι βιβλιοθήκη, την οποία μπορείς να μελετήσεις, αλλά βίωμα το όποιο καλείσαι να ζήσεις.
Ή Ορθοδοξία είναι πρώτιστα βιοτή και μάλιστα Όσια Βιοτή και ύστερα διδαχή και μάλιστα διδαχή ζωής, χάριτος, η ο ποία δεν έχει τίποτε από την νέκρα του σχολαστικισμού και τον ορθολογισμό του προτεσταντισμού. Ή Ορθοδοξία έχει την δική της μεθοδολογία και παιδαγωγική, τους Βίους των Αγίων».
Από την φύση του φιλόσοφος και διψασμένος για την θεία μα και την ανθρώπινη γνώση, ό μικρός Ευάγγελος εγγράφεται στα 1905 στην Εκκλησιαστική Σχολή του Αγίου Σάββα στο Βελιγράδι όπου αξιώθηκε να έχει ως δάσκαλο του τον φωτισμένο άγιο Νικόλαο Βελιμίροβιτς.
Τελείωσε την Σχολή στα 1914 μα τον πρόλαβε ό Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και στρατεύτηκε ως νοσοκόμος. Ακολουθώντας την τύχη του σέρβικου στρατού, πήρε το δρόμο της εξορίας μέσα από τα βουνά της Αλβανίας προς την Κέρκυρα. Καθ' όδόν ένοιωσε πλέον έτοιμος να αφιερώσει την ζωή του στο Χριστό και με την ευλογία του Μητροπολίτου Βελιγραδίου Δημητρίου έλαβε στην Σκόδρα το μοναχικό σχήμα την 1η Ιανουαρίου του 1916 και πήρε το όνομα του αγίου μάρτυρος και φιλοσόφου Ιουστίνου.
Από την Κέρκυρα, μετά από ενέργειες του Μητροπολίτου Δημητρίου, φεύγει με μια ομάδα φωτισμέ νων θεολόγων για θεολογικές σπουδές στην Αγία Πετρούπολη.
Σύντομα όμως, λόγω των πολιτικών εξελίξεων στην Ρωσία, αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει και να μεταβεί στην Οξφόρδη. Εκεί έμεινε δύο χρόνια ετοιμάζοντας την διδακτορική του εργασία με θέ μα «Ή θρησκεία και ή φιλοσοφία του Ντοστογιέβσκι».
Η εμμονή του στην κριτική του δυτικού Χριστιανισμού και στην υπεράσπιση του Ντοστογιέβσκι του κόστισε την απόρριψη της διατριβής. Έτσι στα 1919, όταν, μετά το τέλος του πολέμου, γύρισε στην πατρίδα του τοποθετήθηκε ως καθηγητής θεολογίας στο Σρέμσκι Κάρλοβτσι.
Σύντομα μεταβαίνει στην Αθήνα για να λαβή τελικά εκεί το διδακτορικό του δί­πλωμα στην Πατρολογία στα 1926 με θέμα «Το πρόβλημα του προσώπου και της γνώσεως στον Άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο». Γνώριζε πολύ καλά την παλαιοσλαβική, την αρχαιοελληνική, την λατινική, την ρωσική, την νεοελληνική, την αγγλική, την γερμανική και την γαλλική.
Στα επόμενα έτη εργάστηκε στις Εκκλησιαστικές Σχολές του Καρλοβικίου, της Πριζρένης  και του Μοναστηρίου (Βίτολα). Στα 1930-31 ή Σερβική Εκκλησία τον έστειλε μαζί με τον Μητροπολίτη Ιωσήφ σε ιεραποστολική αποστολή στην Τσεχοσλοβακία.
Εκεί εργάστηκαν επί ένα χρόνο στην διαφώτιση και οργάνωση των ενοριών και του μοναχικού βίου των ορθοδόξων Σλοβάκων στα Καρπάθια οι όποιοι επέστρεφαν και πάλι στην Ορθοδοξία από την Ουνία. Ενώ ακόμη βρισκόταν εκεί, εξελέγη το 1931 επίσκοπος της νεοσυσταθείσης Επισκοπής Καρπαθίας αλλά από ταπείνωση δεν δέχτηκε την θέση εκείνη.
Στην διάρκεια της γερμανικής κατοχής βρέθηκε σε διάφορες μονές και σταδιακά στο Βελιγράδι, μοιραζόμενος την τύχη του λαού του.
Με την εγκαθίδρυση της νέας κομμουνιστικής εξουσίας στην Γιου γκοσλαβία το 1945, ό πατήρ Ιουστίνος εξεδιώχθη από το Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου μαζί με άλλους 200 καθηγητές. Σύντομα συνελήφθη στην μονή Σούκοβο του Πίροτ στη νότια Σερβία (1946) και φυλακίστηκε.
Λίγο έλειψε να εκτελεστεί από το καθεστώς ως «εχθρός του λαού», αλλά σώθηκε την τελευταία στιγμή όταν ό Πατριάρχης Γαβριήλ κατά την επιστροφή του από το  Άουσβιτς απήτησε την αποφυλάκιση του.
Διωγμένος από το Πανεπιστήμιο και δίχως κάποια σύνταξη, στερημένος από τα ανθρώπινα, θρησκευτικά και πολιτικά του δικαιώματα, ό πατήρ Ιουστίνος έζησε ουσιαστικά έγκλειστος στην μικρή γυναικεία μονή των Αρχαγγέλων στο Τσέλιε του Βάλιεβο.
Ακόμη και εκεί όμως οι πολιτικές αρχές δεν τον άφηναν ήσυχο. Πέρα από την συνεχή και ασφυκτική παρακολούθηση, συχνές ήταν και οι ανακρίσεις στην πολιτική διοίκηση του Βάλιεβο.
Σε περιόδους δε κρισίμων συνεδριάσεων της Ιεράς Συνόδου στο Βελιγρά δι, του απαγορευόταν οποιαδήποτε έξοδος από την μονή επί μήνες από τον φόβο τυχόν επιρροής του στους επισκόπους. Παρά τις δύσκολες αυτές και οδυνηρές συνθήκες ό πατήρ Ιουστίνος προσευχόταν αδιάλειπτα, επικοινωνούσε με όσους είχαν το θάρρος να τον επισκέπτονται, συνέχιζε το ιεραποστολικό του έργο και έγραφε συνεχώς δίχως να σταματήσει την παράλληλη μελέτη των προσφιλών του Αγίων Πατέρων και των Συναξαριών.
Λειτουργούσε καθημερινά, νήστευε πλήρως όλες τις Παρασκευές του έτους καθώς και την Α' Εβδομάδα των Νηστειών και την εβδομάδα των Παθών ενώ έκανε και άλλες νηστείες εκτός από τις διατεταγμένες της Εκκλησίας.
Ακολουθώντας πιστά το μακραίωνο μοναστικό τυπικό, τελούσε όλες τις ακολουθίες του νυχθημέρου. Εκατοντάδες ήταν τα ονόματα πού μνημόνευε στην Θεία Λειτουργία, ονόματα πού του έδιναν είτε προφορικά είτε μέσω επιστολών.
Παρά τον αυστηρό περιορισμό του από τις πολιτικές αρχές, ή φήμη του εξαπλώθηκε γρήγορα και πέρασε τα σύνορα της Σερβίας. Έτσι, τον επισκέπτονταν όχι μονάχα Σέρβοι από διάφορες περιοχές της χώρας αλλά και πολλοί Έλληνες.
Εκοιμήθη εν Κυρίω στις 25 Μαρτίου 1979, ανήμερα του Ευαγγελισμού μα και ήμερα της γεννήσεως του.
Ό πατήρ Ιουστίνος, αφού εντρύφησε εμπειρικά στα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας, καρποφόρησε αυτή του την μελέτη και στα δικά του συγγράμματα ό που εύκολα διαφαίνεται το θεολογικό βάθος μα και το συγγραφικό του τάλαντο.
Δύο είναι τα κεντρικά χαρακτηριστικά τού όλου συγγραφικού του μόχθου, τα ό ποια συναντώνται σε όλα του τα έργα, από το πιο σύντομο μέχρι και το πιο εκτενές, και από το πιο βαθύ μέχρι και το πιο εκλαϊκευμένο.
Το πρώτο είναι ή αγά πη του για το πρόσωπο του «Θεανθρώπου Χριστού». Ίσως αυτή να είναι ή πιο συχνή έκφραση μέσα στο έργο του. Γύρω από τον Θεάνθρωπο στρέφονται τα πάντα, από Αυτόν πηγάζουν όλα και σε Αυτόν απολήγουν, ενδοχρονικά μα και εσχατολογικά.
Το δεύτερο εξίσου σπουδαίο είναι ή μέριμνα του στο να μην αποκλίνει από την αλάνθαστη γραμμή των θεοφόρων Πατέρων της Ορθοδόξου Ανατολής. Ό υπερπλήρης αγάπης πατήρ Ιουστίνος είναι συνάμα και διαχρονικά ό ανυποχώρητος εις τα της πίστεως και ζηλωτής της εκκλησιαστικής τάξεως θεολόγος.
Ήδη την περίοδο 1932-35 συνέγραψε το δίτομο έργο «Ορθόδοξος φιλοσοφία της Αληθείας», την γνωστή Δογματική του, το όποιο τού χάρισε την έδρα της Δογματικής στην Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου τού Βελιγραδίου.
Τον τρίτο τόμο εξέδωσε λίγο πριν από την κοίμηση του, το 1978. Από πολλούς συγχρόνους ερευνητές θεωρείται ως ή πληρέστερη ορθόδοξη Δογματική και έχει ήδη μεταφραστεί στην γαλλική ενώ μεταφράζεται στην αγγλική και στην ελληνική.
Άλλο μνημειώδες έργο του είναι οι Βίοι των Αγίων σε 12 τόμους και ή Ερμηνεία της Καινής Διαθήκης σε 7 τόμους.
Πηγή:romfea.gr

Τρίτη 27 Απριλίου 2010

Τοῦ ᾿Αββᾶ ᾿Ιουστίνου Πόποβιτς ΕΚΛΟΓΑΙ ΑΠΟ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

 

Η χριστοειδής καρδία του κόσμου
       Και δω σε μας δουλεύουν σκληρά μα δουλεύουν δίχως προσευχή. Και σε μας υπάρχει σκέψη μα σκέ­ψη δίχως προσευχή. Φαίνεται πώς όλοι, συνειδητά και ασυνείδητα, πασχίζουν να αλλάξουν την από Χριστού δοσμένη οικονομία της εκκλησιαστικής ζωής, να την φτιάξουν κατ' εικόνα και ομοίωση δική τους. Στην θέση της εικόνος του Χριστού ν' αποτυπώσουν την δική τους εικόνα, να καταλάβουν το μέρος της ει­κόνος. Όλα αυτά όμως, λίγο ή πολύ, αγγίζουν τα όρια της ανταρσίας: απέρριψαν τον από Χριστού ορισμένο οικονόμο, την προσευχή, από τον οίκο της προσευ­χής και νευρικά εισήγαγαν τούς νομικούς και συνταγ­ματικούς και τούς επιστημοφιλοσοφικούς οικονό­μους, αυτούς τούς στερημένους από χάρη και προσευ­χή·
       Είναι φοβερά και απελπιστικά πολλοί, πάμπολλοι εκείνοι πού εξυμνούν (θεοποιούν) το «πνεύμα των και­ρών», το ενθρονίζουν στην καθέδρα της διανοίας τους, το προσκυνούν ως βασιλέα και θεό τους, του προσφέρουν θυσίες νομίζοντας ότι προσφέρουν υπη­ρεσία στον Χριστό. Γι' αυτούς δεν είναι το Αιώνιο κριτήριο για τον χρόνο, αλλά ό χρόνος για την αιωνιότητα. Δεν νιώθουν πώς ό χρόνος δίχως την Αιω­νιότητα είναι το πιο φρικιαστικό μεταφυσικό τέρας το όποιο σχεδιάζει κακοποιημένες φιγούρες της ζωής παρμένες από το φυσικό χώρο, πλάθει την ύλη σαν άλλο ζυμάρι και την καταβροχθίζει με λαιμαργία. Και ό Χριστός; Αυτός ό περίεργος Χριστός; - Για την χριστομάχο υψηλοφροσύνη δεν είναι παρά μία τελειωμέ­νη ιστορία στα μεθυσμένα στόματα της τραγωδίας πού έχει μεθύσει τον πλανήτη.
* Ό Χριστός, ή απτή Του παρουσία, το θελκτικό Του πρόσωπο, είναι για μένα ή αναγκαιότερη των α­ναγκαιοτήτων. Ποθώντας συνεχώς Εκείνον, πώς να μην αποκάμει ή ψυχή μου στην προσευχή; Μα μήπως μπορώ να Τον προσεγγίσω και αλλιώς παρά μονάχα με την προσευχή; Ποιος είμαι εγώ για να φιλοσοφή­σω, για να φιλοσοφώ περί Εκείνου δίχως προσευχή;
 
Ανθρωποφάγοι ή η αγάπη της αυτοθυσίας
 
* Σήμερα, λίγοι είναι οι άνθρωποι πού έχουν υγιή φιλοσοφική αίσθηση. Συνήθως, τα γεγονότα εκτιμώ­νται αποσπασματικά και πολύ σπάνια, μέσα στην ορ­γανική τους πληρότητα. Ή εγωιστική αυτοτύφλωση, ατομικού, εθνικού ή και ταξικού χαρακτήρα, φράζει τον νου του άνθρωπου προς κάθε κριτική προοπτική και έτσι αυτός βασανίζεται μέσα στην προσωπική του κόλαση. Δεν υπάρχει διέξοδος αφού δεν υπάρχει φι­λανθρωπία. Οι Ευρωπαίοι μεταλλάσσονται ραγδαία σε ανθρωποφάγους επειδή με την αυτάρκεια τους στέ­ρησαν από τον εαυτό τους την ικανότητα για μια ζώ­σα αίσθηση της ευαγγελικής αγάπης. Γιατί μονάχα ή ευαγγελική και Χριστοειδής αγάπη υποτάσσει κάθε μορφή ανθρωπίνου εγωισμού και αυτάρκειας. Μια τέ­τοια αγάπη σημαίνει πάντοτε την αυτοθυσία. Δεν μπο­ρεί ό άνθρωπος να εξέλθει από αυτήν την δαιμονική τάση προς αμαρτία αν δεν μεταδώσει την ψυχή του στους άλλους μέσα από την άσκηση της αυτοθυσιαζομένης αγάπης, υπηρετώντας τους με ευαγγελική αφο­σίωση και ειλικρίνεια.
       Μεγάλη χαρά μου προξενεί πάντοτε, όταν ανάμε­σα στους διανοούμενους συναντήσω κάποιαν ανθρώ­πινη ύπαρξη ή οποία κατά την ιστοριοσοφία της δεν εμπίπτει στο χώρο της ζωολογίας. Συγχωρήστε μου το παράδοξο της διαπίστωσης μα μου το επιβάλλει ή εμπειρία μου.
Το πιο εμφανές σημείο της χριστιανικής φιλίας είναι το ακόλουθο: να θυμάσαι τον φίλο σου στις κα­θημερινές σου προσευχές.

http://www.impantokratoros.gr/075B7475.el.aspx 

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2010

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ π. Ἰουστίνου Πόποβιτς





Ἡ (νηστεία εἶναι) ὁδός, μέ τήν ὁποία ἐσύ καί ἐγώ βαδίζουμε πρός τήν Ἀνάστασι. Τήν ἀνάστασι τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Ναί. Καί ἐσύ καί ἐγώ. Γι’ αὐτό ἡ νηστεία εἶναι θαυμαστή. Γιατί εἶναι ἕνας δρόμος. Γιά ποῦ; Γιά τήν Ἀνάστασι. Καί λοιπόν, αὐτό τί σημαίνει; Σημαίνει Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ θανάτου· Ἀνάστασι – νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας· Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Αὐτό εἶναι ἡ νηστεία!
Σέ ἕνα θαυμάσιο στιχηρό αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ψάλλαμε καί προσευχηθήκαμε: «Ἀκολουθήσωμεν τῷ διά νηστείας ἡμῖν, τήν κατά τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι, τῶν ψυχῶν ἡμῶν» (Πέμπτη Α΄ Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, Ἀπόστιχα Ἑσπερινοῦ).
Νηστεία – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Νά ἡ καλή εἴδησι, πού ὁ Κύριος μᾶς ἔφερε. Θέλεις νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας; Θέλεις νίκη κατά τοῦ ἐφευρέτου τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ ἰδίου τοῦ διαβόλου; Ὁρίστε, ἡ νηστεία –λέγει ὁ Σωτήρ.
Ναί, μέ τήν νηστεία ἐσύ γίνεσαι ὁ μεγαλύτερος νικητής σέ αὐτόν τόν κόσμο. Ποιός νίκησε τόν διάβολο, ποιός, ἐκτός ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; Κανένας ἄλλος. Γι’ αὐτό, Αὐτός εἶναι ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου, διότι μόνο Αὐτός εἶναι Θεός, πιό ἰσχυρός ἀπό τόν διάβολο. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πιό ἀνίσχυρα ἀπό αὐτόν. Καί ἐμεῖς, ἀκολουθώντας Τον, στήν πραγματικότητα ἀκολουθοῦμε τόν Νικητή πού μᾶς δίνει πάντοτε τήν νίκη κατά τοῦ διαβόλου, κατά τοῦ κάθε διαβόλου πού μᾶς ἐπιτίθεται γιά νά μᾶς νικήσῃ καί νά μᾶς ρίξῃ στήν ἁμαρτία. Σέ τί, δηλαδή; Στόν θάνατο.
* * *
Ὕπαρξις ἀθάνατη. Αὐτό εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Κύριος ἦλθε στόν γήινο κόσμο μας, γιά νά νικήσῃ τήν ἁμαρτία μας· γιά νά μᾶς δώσῃ τήν δύναμι, τά μέσα, νά κάνουμε καί ἐμεῖς τό ἴδιο, νά κάνουμε τό ἴδιο μαζί Του, ὁδηγούμενοι ἀπό Αὐτόν, ἀκολουθώντας Τον.
Τί εἶναι οἱ ἀνθρώπινες νίκες; Τίποτε. Ὅλες οἱ ἀνθρώπινες νίκες, ἄν δέν νικοῦν τόν θάνατο, εἶναι ἧττες. Τί εἶναι ὅλες οἱ νίκες, τίς ὁποῖες πολλοί βασιλιάδες καί ἰσχυροί αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἐπέτυχαν καί ἐπιτυγχάνουν; Τί εἶναι οἱ εὐρωπαϊκοί πόλεμοι: πρῶτος, δεύτερος, τρίτος, δέκατος καί πεντηκοστός; Τί εἶναι; Εἶναι ἧττες, ἧττα μετά τήν ἧττα. Δέν εἶναι νίκες. Οἱ ἄνθρωποι σκοτώνουν, ἐπενόησαν τόν πόλεμο καί τούς φόνους σάν μέσο, γιά νά νικήσουν τό κακό σ’ αὐτόν τόν κόσμο.
Μόνο ὁ Θεός καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά νικήσουν τό κακό σέ αὐτόν τόν κόσμο. Μόνο ὁ Θεός καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά νικήσουν τόν δημιουργό κάθε κακοῦ καί κάθε ἁμαρτίας, τόν διάβολο. Ὁ Θεός ἔδωσε αὐτές τίς θεῖες δυνάμεις σέ κάθε ἕναν ἀπό ἐμᾶς, γιά νά νικᾶμε καί ἐμεῖς σάν λογικά ἀνθρώπινα ὄντα, σάν λογικά ὄντα τοῦ Θεοῦ, τό κακό· νά νικᾶμε τόν διάβολο μέ τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ.
Ἰδού ἡ ἁγία νηστεία, ἰδού ἡ ἁγία προσευχή. Τί εἶναι αὐτές; Αὐτές εἶναι οἱ θεῖες δυνάμεις, τίς ὁποῖες ὁ Κύριος ἄφησε καί ἔδωσε στήν Ἐκκλησία Του, ὥστε ἐμεῖς, κάθε ἕνας ἀπό ἐμᾶς, νά νικοῦμε τόν διάβολο ἐπιγράφοντας σέ ἐμᾶς τούς ἴδιους τήν νίκη, νά νικοῦμε γιά ἐμᾶς τούς ἴδιους. Νά νικοῦμε τήν ἁμαρτία ὄχι χάριν τοῦ ἄλλου, ἀλλά χάριν ἡμῶν τῶν ἰδίων. Διότι, νά ξέρῃς, ἡ κάθε ἁμαρτία σου εἶναι πολεμιστής τοῦ διαβόλου. Κάθε ἁμαρτία πού ἐσύ ἀγαπᾶς, πού κρατᾶς μέσα σου –φανερά ἤ κρυφά, τό ἴδιο κάνει– εἶναι τό δόρυ τοῦ διαβόλου, ἀήττητο φοβερό ὅπλο. Ἀήττητο βέβαια ὅσο δέν ἀποτραβιέσαι ἀπό αὐτήν καί ὅσο δέν νοιώθεις ὅτι ἡ ἁμαρτία πού κάνεις, στήν πραγματικότητα σέ θανατώνει, σέ κάνει νά αὐτοκτονῇς, ὅποια καί ἄν εἶναι ἡ ἁμαρτία. Τό μίσος π.χ., σέ κάνει νά αὐτοκτονῇς. Ὁ θυμός, ἡ σκληροκαρδία, ἡ φιλαργυρία, ὅλα αὐτά εἶναι ὅπλα, φοβερά ὅπλα τοῦ διαβόλου, τά ὁποῖα σοῦ δίνει στά χέρια καί ἐσύ σκοτώνεις τόν ἑαυτό σου.
Ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά ἀναγκάσῃ κανέναν ἀπό ἐμᾶς νά ἁμαρτήσῃ. Μπορεῖ μόνο νά προτείνῃ τήν ἁμαρτία. Μπορεῖ νά σοῦ προσφέρῃ τό ξίφος γιά νά σκοτώσῃς τόν ἑαυτό σου. Ὁ ἴδιος δέν μπορεῖ νά σέ φονεύσῃ. Ὁ Θεός δέν τοῦ δίνει αὐτή τήν δύναμι. Ἀλλά, ἄν ἐσύ δεχθῇς ἀπό αὐτόν τό ξίφος, ἄν δεχθῇς π.χ. τήν φιλαργυρία ἤ τόν θυμό ἤ τήν ζήλεια ἤ τήν πονηριά, τήν καταλαλιά, τήν κλοπή, νά!, τότε πῆρες στά χέρια σου τό ξίφος καί τό καρφώνεις στήν καρδιά σου. Ὁ διάβολος δέν ἔχει ἐξουσία νά ἀναγκάσῃ τόν ἄνθρωπο νά ἁμαρτήσῃ· ἔχει μόνο τήν ἐξουσία νά προτείνῃ τήν ἁμαρτία στόν ἄνθρωπο. Αὐτός προτείνει τήν ἁμαρτία σέ σένα καί σέ μένα. Καί ἐγώ καί ἐσύ (τί κάνουμε); Ἐγώ καί ἐσύ, ἤ ἀποδεχόμαστε τήν ἁμαρτία ἤ τήν διώχνουμε. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἤ σκοτώνουμε τόν ἑαυτό μας, χωρίζουμε τήν ψυχή μας ἀπό τόν Θεό, ἤ διώχνοντας τήν ἁμαρτία βαδίζουμε ὁλοταχῶς πρός τήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, πρός τήν νίκη, τήν ὁριστική καί τελεία νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ θανάτου, κατά τοῦ διαβόλου.
Γι’ αὐτό, ἀδελφοί, ὁ Κύριος ἦλθε σέ αὐτόν τόν κόσμο. Γι’ αὐτό μᾶς ἄφησε τά πάντα. Γι’ αὐτό μᾶς ἄφησε τήν ἁγία νηστεία. Γι’ αὐτό μᾶς ἄφησε τήν ἁγία προσευχή. Γιά νά νικᾶμε τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ δημιουργός τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Τί κάνει κάθε ἁμαρτία σέ μένα καί σέ σένα; Μᾶς σκοτίζει. Ἡ ἁμαρτία εἶναι σκότος. Βγάζει ἀπό μέσα της σκοτάδι, καί τό σκοτάδι κατακλύζει καί τήν δική σου καί τήν δική μου ψυχή, κατακλύζει τήν συνείδησί μας, κατακλύζει τίς αἰσθήσεις μας. Καί ἐμεῖς σάν νά εἴμαστε σέ παραμιλητό, σέ παραλήρημα, νυχτωμένοι, στό σκοτάδι. Δέν ξέρουμε τί κάνουμε. Αὐτό εἶναι ἡ ἁμαρτία. Κάθε ἁμαρτία εἶναι γιά τήν ψυχή μία παραζάλη.
Ὅμως ὁ Κύριος ἦλθε σέ αὐτόν τόν κόσμο ἀκριβῶς γι’ αὐτό. Γιά νά μᾶς δώσῃ τό φῶς, νά μᾶς δώσῃ τήν ἀναμμένη δᾶδα, νά μᾶς δώσῃ τά φῶτα, γιά νά ἀποδιώξουμε ἐκεῖνο τό σκότος. Νά, αὐτό εἶναι ἡ ἁγία νηστεία! Εἶναι ἕνας τεράστιος προβολέας, ὁ ὁποῖος στέκεται στόν δρόμο τῆς ζωῆς μας. Ἡ νηστεία κατεβάζει ἀπό τόν οὐρανό στήν ψυχή σου τό οὐράνιο φῶς. Ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινή νηστεία. Ἡ ἀληθινή νηστεία εἶναι ἐγκράτεια σέ κάθε κακό, ἐγκράτεια στήν τροφή, ἀλλά καί ἐγκράτεια σέ κάθε κακό καί ἁμαρτία.
* * *
Ἡ προσευχή τί κάνει σέ σένα; Σέ ἀνεβάζει στόν οὐρανό, καί τότε ἀπό τόν οὐρανό κατεβάζει στήν ψυχή σου τό θεῖο φῶς. Ποιοί εἴμαστε, τί εἴμαστε, ποῦ πορευόμαστε; Ποῦ μᾶς ὁδηγοῦν οἱ μέρες καί οἱ νύχτες μας; Ποῦ τρέχουμε; Εἴτε θέλεις εἴτε δέν θέλεις, εἴτε θέλω εἴτε δέν θέλω, δέν μποροῦμε νά σταματήσουμε τήν μέρα νά κυλήσῃ. Σέ παίρνει, σέ παίρνει. Ποῦ;
Νά, ἡ ἁγία νηστεία εἶναι μπροστά μας. Καί ἐμεῖς γνωρίζουμε ὅτι αὐτή ἡ ἁγία ὁδός φέρει στήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἰδού Φῶς πάνω ἀπό κάθε φῶς! Διότι μέ τήν Ἀνάστασί Του ὁ Κύριος κατηύγασε ὅλους τούς κόσμους μέ τό θεῖο Του φῶς. Κατηύγασε ὅλη τήν κτίσι, κατηύγασε ὅλα τά ὄντα, κατηύγασε τούς ἀνθρώπους, κατηύγασε τίς ψυχές μας, κατηύγασε τά ἄστρα, τούς οὐρανούς, τά πουλιά, τά φυτά, τά ζῶα. Ὅλους τούς κόσμους κατηύγασε, καί ἔδειξε τί; Μέ τήν Ἀνάστασί Του ὁ Κύριος φανέρωσε τό τελευταῖο καί τελικό μυστήριο τῆς ὑπάρξεώς μας. Ἔδειξε τί πρέπει κάθε ἕνας ἀπό ἐμᾶς νά γνωρίζῃ καί νά κάνῃ. Αὐτό εἶναι τό μόνο πού μᾶς μένει. Ὅλα τά ἄλλα μᾶς τά κλέβει καί τά ἁρπάζει ὁ θάνατος. Ὅλα. Ἐνῶ αὐτό ὁ Κύριος τό προσφέρει σέ ὅλους.
Ἡ κάθε ἁμαρτία εἶναι σκοτισμός τῆς ψυχῆς, ἐνῶ κάθε ἀρετή εἶναι μεταμόρφωσις τῆς ψυχῆς.
Ὑπερηφάνεια, –αὐτό εἶναι φρίκη!
Σκληροκαρδία, –ἄν φωλιάσῃ στήν ψυχή μου καί στήν ψυχή σου, ὤ! μοιάζει μέ τό πιό βαθύ σκοτάδι, γιά τό ὁποῖο ὁ Σωτήρας μιλάει στό ἅγιο Εὐαγγέλιό Του. Κόλασι!
Σκληροκαρδία, οἴησις, φιλαυτία, –νά ξέρῃς, ἀδελφέ καί ἀδελφή, ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι ἡ δική σου μικρή κόλασις. Κουβαλᾶς μέσα σου τήν κόλασι.
* * *
Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τό φάρμακο. Τό φάρμακο γιά τήν ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Ταπείνωσε τόν ἑαυτό σου μπροστά στόν Κύριο, ταπείνωσε τόν ἑαυτό σου μπροστά στούς ἀδελφούς, καί νά! ἡ θεία δύναμις τῆς ταπεινοφροσύνης θά ἁπλώσῃ πάνω στήν ψυχή σου τό θεῖο φῶς καί θά ἀποδιώξῃ καί θά φυγαδεύσῃ ὅλο τό σκοτάδι τῆς ὑπερηφανείας, τῆς σκληρότητος καί τῆς οἰήσεως τῆς ψυχῆς σου.
Ὁ φιλάργυρος ἄνθρωπος δέν βλέπει τίποτε ἄλλο ἀπό ἕνα σορό χρημάτων. Φιλάργυρος δέν εἶναι (μόνο) ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τά χρήματα καί τά κτήματα. Φιλάργυρος εἶναι, γιά παράδειγμα, καί ὁ ἐπιστήμονας πού μένει πάνω σέ ἕνα βιβλίο ὅλη του τήν ζωή, βρῆκε ἀπασχόλησι καί ξέχασε τόν Θεό. Αὐτό εἶναι φιλαργυρία, αὐτό εἶναι ἕνα ψεύτικο εἴδωλο, αὐτό εἶναι ἕνας ψεύτικος θεός. Ὅλα ὅσα ὁ ἄνθρωπος βάζει σ’ αὐτόν τόν κόσμο ὡς σκοπό τῆς ζωῆς του, ὡς θεό ἀντί τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι φιλαργυρία. Νά τοποθετῇ κανείς ὁ,τιδήποτε ἄλλο, ἀντί τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι φιλαργυρία. Τό βλέπουμε αὐτό.
Νά! εἶσαι φιλάργυρος. Δέν γνωρίζεις λοιπόν τόν δρόμο τῆς ζωῆς. Σκοτάδι, νύχτα, πλάκωσε τήν συνείδησί σου, ἔπεσε στά μάτια τῆς ψυχῆς σου. Καί ἐσύ δέν βλέπεις τόν σωστό δρόμο. Δέν βλέπεις τό νόημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς σου. Δέν βλέπεις ὅτι τό μόνο φάρμακο πού θά θεραπεύσῃ τόν θάνατό σου, τήν κόλασί σου, εἶναι ἡ μετάνοια. Μάλιστα! Στήν περίπτωσι τῆς φιλαργυρίας ἡ μετάνοια εἶναι τό μοναδικό φάρμακο μπροστά στόν Κύριο.
Ἡ ἁμαρτία! Εἶναι σκοτισμός τῆς ψυχῆς καί τῆς συνειδήσεώς μας.
Ἐνῶ ἡ ἀρετή! Αὐτή εἶναι μεταμόρφωσις τῆς ψυχῆς.
Ἡ νηστεία εἶναι σταδιακή μεταμόρφωσις τῆς ψυχῆς. Μέ τήν νηστεία ἡ ψυχή καθαρίζεται ἀπό κάθε ἀκαθαρσία, καθαρίζεται ἀπό κάθε ἁμαρτία, καθαρίζεται ἀπό κάθε πάθος. Ἡ νηστεία, ὅταν γίνεται μέ προσευχή καί μέ ὅλες τίς ἄλλες ἀσκήσεις, ξεριζώνει ἀποτελεσματικά, ξεριζώνει ἀπό τήν ψυχή ὅλα τά κακά μας στοιχεῖα, ὅλες τίς κακές συνήθειες. Ἄν ἐσύ πρίν τήν νηστεία ἐπέτρεπες στόν ἑαυτό σου ἡ γλῶσσα σου νά λέγῃ ἀνόητα λόγια ἤ ψέμματα, ἡ νηστεία γι’ αὐτό εἶναι ἐδῶ, γιά νά μεταμορφωθῇ ἡ γλῶσσα σου, νά βάλῃς φρονημάδα στήν γλῶσσα σου. Τό ἴδιο κάνε μέ τά μάτια σου, μέ τά αὐτιά, μέ ὅλο τό εἶναι σου. Σταμάτα τήν ἁμαρτία! Αὐτό εἶναι νηστεία. Αὐτό εἶναι ἀληθινή νηστεία. Ἄν καταλαλοῦσες, μή καταλαλῇς πλέον. Ἄν ἔκλεβες, μή κλέβῃς πλέον. Ἄν τσακώθηκες, νά συμφιλιωθῇς τό γρηγορότερο, ὅσο εἶσαι ἐν ζωῇ, μήπως καί σέ εὕρῃ ὁ θάνατος αὐτή τήν νύχτα, ἐνῶ ἐσύ θά εἶσαι μαλωμένος μέ τούς γείτονές σου. Ἀλοίμονό σου! Αὐτός ὁ τσακωμός εἶναι γιά σένα μιά θηλιά, μιά θηλιά πού σέ τραβάει κατευθεῖαν στό βασίλειο τῆς φιλονεικίας, τῆς ἁμαρτίας, τοῦ διαβόλου, τήν κόλασι. Εἴθε ὁ Ἀγαθός Κύριος νά μοῦ δώσῃ ὅλα τά μέσα, γιά νά διώξω κάθε ἁμαρτία ἀπό τήν ψυχή μου.
* * *
Φθόνος. Τί εἶναι ὁ φθόνος; Ὁ φθόνος εἶναι πάθος τόσο μεγάλο, ὥστε πρόδωσε ἀκόμα καί τόν Θεό, τόν Χριστό. Οἱ Ἑβραῖοι ἀπό φθόνο πρόδωσαν τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ἀπό φθόνο! Μή λές ὅτι αὐτό εἶναι μικρή ἁμαρτία. Ὁ διάβολος, ὁ διάβολος ξεγέλασε τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα ἀπό φθόνο. Φθόνησε τά πλάσματα τοῦ Θεοῦ, τά θεόμορφα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, τόν πρῶτο ἄνδρα καί τήν πρώτη γυναῖκα, καί ἀπό φθόνο τούς ἔρριξε στήν ἁμαρτία, τούς εἰσηγήθηκε τήν φρικτή ἁμαρτία. Σήμερα θά φθονήσω, αὔριο θά φθονήσω, καί ἔτσι ὁ φθόνος θά ριζώσῃ μέσα μου. Ἀλλά νά ξέρῃς, μέσα σου ἔμεινε ὁ φονέας σου, μέσα σου ἔμεινε ἡ κόλασίς σου, μέσα σου ἔμεινε ὁ διάβολός σου διά τοῦ φθόνου. Διότι, ποτέ ἡ ἁμαρτία δέν ἔρχεται μόνη της. Ὁ Κύριος λέγει ὅτι πίσω ἀπό κάθε ἁμαρτία ἀκολουθεῖ ὁ διάβολος. Καί ὅταν ἐσύ ἀφήσῃς τήν ὁποιαδήποτε ἁμαρτία στήν ψυχή σου, ὅταν κάνῃς τήν ὁποιαδήποτε ἁμαρτία, νά ξέρῃς ὅτι ὁ διάβολος ἔχει ἔρθῃ στήν ψυχή σου. Δέν εἶσαι μόνος σου, ἐκεῖνος σέ ὁδηγεῖ. Ποῦ; Στόν θάνατο, στόν θάνατο. Ποῦ; Στήν κόλασι, στά αἰώνια βάσανα.
Ἡ νηστεία, ἡ ἁγία νηστεία· ἡ προσευχή, ἡ ἁγία προσευχή· ὅλα αὐτά ὁδηγοῦν στήν Ἀνάστασι, στήν νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ διαβόλου, κατά τοῦ θανάτου.
* * *
Καί ἐμεῖς σήμερα, αὐτή τήν Β΄ Κυριακή τῆς ἁγίας νηστείας, ἑορτάζουμε ἕναν ἀπό τούς μεγάλους νικητές. Ἑορτάζουμε τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, τόν μεγάλο ἀσκητή τοῦ Θεοῦ, τόν μεγάλο ὑπέρμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Φωτός τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός εἶναι πού σέ ὅλη του τήν ζωή ἀκολουθοῦσε τόν Σωτῆρα μας μέ τήν νηστεία, τήν προσευχή καί ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές, πού νικοῦσε ὅλους τούς δαίμονες, ὅλες τίς ἁμαρτίες, ὅλα τά πάθη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, καί πού φώτιζε ὅλες τίς ψυχές πού ἦσαν γύρω του. Καί πού σήμερα ζῆ διά τῶν ἱερῶν συγγραμμάτων του.
Ἔτσι εἶναι καί κάθε ἅγιος. Κάθε ἅγιος τί εἶναι; Τίποτε ἄλλο παρά κάποιος πού ἀδιάκοπα σέ αὐτόν τόν κόσμο τηρεῖ μέ ζῆλο τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, κάποιος πού ἐκπληρώνει ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Καί βέβαια κάθε ἀρετή κατεβάζει στήν ψυχή τό Οὐράνιο Θεῖο Φῶς.
Οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκεῖνοι πού μέ τίς ἅγιες ἀρετές ἔδιωξαν ἀπό μέσα τους κάθε σκοτάδι ἁμαρτίας, κάθε ζόφο, κάθε δαιμονικό σκότος καί κάθε κόλασι. Γι’ αὐτό κάθε Ἅγιος ζωγραφίζεται ἔτσι, ὥστε νά βγαίνῃ ἀπό μέσα του φῶς καί γύρω ἀπό τό κεφάλι του νά ἔχῃ φωτοστέφανο. Ὅλα μέσα του λάμπουν. Σκέψεις ἅγιες καί λαμπρές. Φῶς ἐκπέμπεται ἀπό τό κεφάλι του καί ἀπό ὅλο τό εἶναι του. Καθάρισε τό σῶμα του καί τήν ψυχή του ἀπό τά πάθη, ἀπό τό σκότος, ἀπό τήν ἀχλύ, καί γι’ αὐτό φῶς ἐκχέεται ἀπό αὐτόν.
Τέτοιος εἶναι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, τέτοιος εἶναι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τέτοιος εἶναι ὁ ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, τέτοιοι εἶναι ὅλοι οἱ Ἅγιοι, ἀπό τόν πρῶτο μέχρι τόν τελευταῖο. Καί ὅλοι αὐτοί εἶναι ἐδῶ, μαζί μας, στήν ’Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ, οἱ ζῶντες παιδαγωγοί μας, σύγχρονοί μας. Οἱ Ἅγιοι δέν πεθαίνουν. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου δέν πεθαίνει ἀπό τότε πού ὁ Κύριος ἀναστήθηκε. Καί τό σῶμα μας θά ἀναστηθῇ τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ὅλοι αὐτοί εἶναι ζῶντες, σύγχρονοί μας. Μᾶς βοηθοῦν. Ὅλοι ἐμεῖς ἀποτελοῦμε ἕνα σῶμα ἐν Χριστῷ, τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καί οἱ Ἅγιοι μᾶς βοηθοῦν καί μᾶς ὁδηγοῦν στίς ὁδούς τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν.
Νά, ἐδῶ εἶναι ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ μεγάλος ἀσκητής, γιά νά μᾶς ὁδηγῇ στήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, νά μᾶς ὁδηγῇ πρός ὅλες τίς νίκες κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ θανάτου, κατά τοῦ διαβόλου. Ἔχει τήν ἱκανότητα, ἔχει τήν δύναμι. Τήν ἔλαβε καί τήν λαμβάνει ἀπό τόν Κύριο. Καί τήν μοιράζει σέ ὅλους μας, ὥστε ὁ καθένας μας νά ἀσκῇ τήν ἀληθινή νηστεία. Ἡ ἀληθινή νηστεία εἶναι ἐγκράτεια ἀπό κάθε ἁμαρτία, ἀπό κάθε πάθος, ἐγκράτεια στό φαγητό γιά νά μήν ὑπερηφανεύεται τό σῶμα, γιά νά μή ξεσηκώνονται τά πάθη, ἀλλά μέ πίστι, στερούμενο τό φαγητό, νά βιάζεται στήν ἐγκράτεια ἀπό κάθε κακό.
Ἐμεῖς, ὁ κάθε ἕνας μας, ἄς παραστήσουμε σεσωσμένες τίς ψυχές μας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος μᾶς παρέδωσε τήν νηστεία σάν νίκη κατά τοῦ διαβόλου, ὥστε μέ χαρά στήν ψυχή μας νά φθάσουμε στήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἄς ἀναστηθοῦμε μαζί Του ἀπό κάθε θάνατο, ἄς νικήσουμε ὁριστικά καί γιά πάντα κάθε ἁμαρτία μέσα μας, κάθε πάθος, κάθε διάβολο, ὥστε νά μπορέσουμε σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις νά Τόν δοξάσουμε στήν γῆ καί στόν οὐρανό, αὐτόν τόν Θαυμαστό καί Ἀναντικατάστατο Θεό καί Κύριο, τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν μοναδικό Σωτῆρα τῶν ἀνθρώπων σέ ὅλους τούς κόσμους. Ἀμήν.
ΠΗΓΗ: http://www.imkby.gr/greek/sarakosti/week/b_week/bweek_8.htm
[Ιστοσελίδα: Ι.Μ.Καισαριανής,Βύρωνα και Υμηττού]