"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 21 Αυγούστου 2010

ΣΙΩΠΗ ΧΡΙΣΤΟΥ- Μητροπολίτου ᾿Αχελώου Εὐθυμίου Στύλιου


«Ὁ δὲ Ἰησοῦς οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον» (Ματθ. ιε´ 22-23).

Ὁ Χριστὸς δὲν ἀπαντᾶ πάντοτε. Συχνὰ σιωπᾶ. Ἡ σιωπή, ὅμως, τοῦ Ἰησοῦ εἶναι πάντοτε πιὸ εὔγλωττη ἀπὸ τὸν λόγο του. Ὁ Ἰησοῦς δὲν ἀπαντᾶ γιὰ πολλοὺς λόγους:
Πρῶτον, ὅταν ὁ ἐρωτῶν δὲν εἶναι ἄξιος ἀπαντήσεως. Ὁ Χριστὸς ἐπίσης διακόπτει τὴν συζήτηση, ὅταν ὁ διάλογος εἶναι ἄκαρπος.
Δεύτερον, ὁ Χριστὸς σιωπᾶ μπροστὰ στὴν ἁμαρτωλότητα τῶν ἀνθρώπων. Στὸ περιστατικὸ τῆς ἐπ᾽ αὐτοφώρῳ συλληφθείσης γυναικὸς καὶ ὅταν οἱ Ἰουδαῖοι ἦταν ἕτοιμοι νὰ τὴν λιθοβολήσουν, Ἐκεῖνος «κάτω κύψας τῷ δακτύλῳ ἔγραφεν εἰς τὴν γῆν» (Ἰω. η´ 6). Τί ἔγραφε ὁ Χριστὸς στὸ χῶμα; Τίποτε. Τὸ γράψιμο αὐτὸ τοῦ Ἰησοῦ ἦταν ἁπλῶς ἀποτύπωση τῆς σιωπῆς του. Χαράσσοντας, μὲ τὸ δάκτυλό του τὸ χῶμα, κατανοοῦσε τὴν χοϊκότητα καὶ ἁμαρτωλότητα τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου, «ὅτι αὐτὸς ἔγνω τὸ πλᾶσμα ἡμῶν, ἐμνήσθη ὅτι χοῦς ἐσμεν» (Ψαλμ. ρβ´ 14). Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἁμαρτάνει δὲν γράφει ἱστορία, χαράσσει ἁπλῶς τὴν χοϊκότητα τῆς μεταπτωτικῆς ὕπαρξής του. Οἱ ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων εἶναι καταγραφὲς πάνω στὸ χῶμα, «ὅτι γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσει» (Γεν. γ´ 19).
Τρίτον, ὁ Χριστὸς σιωπᾶ, γιὰ νὰ δώσει στὸν συνομιλητή του τὴν δυνατότητα νὰ ἐνισχύσει τὸ αἴτημά του…Ὅταν ἀπευθυνόμαστε στὸν Χριστό, πρέπει νὰ εἴμαστε βέβαιοι γι᾽ αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε. Ἡ σιωπὴ τοῦ Χριστοῦ σὲ αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς ἀναγκάζει. Νὰ διατυπώνουμε καλύτερα καὶ ἐντονώτερα τὸ αἴτημά μας, νὰ μὴ ταλαντευόμαστε, νὰ μὴ ἀμφιβάλλουμε.
Τέταρτον, ὁ Χριστὸς σιωπᾶ, γιὰ νὰ μάθουμε νὰ ἐπιμένουμε στὸ αἴτημά μας. Ἐκεῖνο ποὺ ἐπιδιώκει ὁ Χριστὸς εἶναι κυρίως νὰ σταθεροποιήσει τὴν σχέση μας μαζί του. Ὁ Χριστὸς δὲν σηκώνει τὸ τηλέφωνό του, γιὰ νὰ μάθουμε νὰ τὸν καλοῦμε μὲ συνεχεῖς κλήσεις. Ἡ σιωπὴ τοῦ Χριστοῦ σταθεροποιεῖ τὴν σχέση μας μαζί του, ἐνισχύει τὴν πίστη μας, αὐξάνει τὸν πόθο μας καὶ τὴν ἀγάπη μας γι᾽ Αὐτόν. Στὸ Ἆσμα Ἀσμάτων, ἡ Νύμφη δὲν ἡσυχάζει, μέχρις ὅτου συναντήσει τὸν ἀγαπημένο της. Ἐκεῖνος κρύβεται στὶς φυλλωσιὲς τοῦ κήπου καὶ ἐκείνη τὸν ψάχνει: «Ἐζήτησα ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου. Ἐζήτησα αὐτὸν καὶ οὐχ εὗρον αὐτόν. Ἐκάλεσα αὐτὸν καὶ οὐχ ὑπήκουσέ μου. Ἀναστήσομαι δὴ καὶ κυκλώσω ἐν τῇ πόλει, ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ ἐν ταῖς πλατείαις  καὶ ζητήσω ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου…μὴ ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου ἴδετε;» (γ´ 1-3). [Μητροπολ. Ἀχελώου Εὐθυμίου (Στύλιου), 100 Διάλογοι μὲ τὸν Ἰησοῦ, Ἀθῆναι, 2006.]

 Πηγή: Χριστιανική Βιβλιογραφία

 

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΗΣ ΠΟΡΝΗΣ

  • Τὸ κατωτέρω ἀπόσπασμα δημοσιεύθηκε γιὰ πρώτη φορὰ πρὸ 18 ἐτῶν στὴν «Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία» ἀπὸ ἀνέκδοτο ἁγιολογικὸ κείμενο. Διαβάζοντάς το κατωτέρω ΑΥΤΟΥΣΙΟ ἔχουμε τὴν εὐκαιρία νὰ ἀναμετρηθοῦμε μὲ τὴν συμβατικὴ θρησκευτικότητα καὶ τὴν πνευματικὴ ρηχότητα, ἡ ὁποία ροκανίζει τὴν σχέση μας μὲ τὸν Θεὸ ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν φαρισαϊκὴ ἀντίληψη τῆς «καθεστηκυῖας ἐλίτ», ἡ ὁποία ξεγελιέται ἀλλὰ καὶ ξεγελᾶ μὲ τὴν ἐπαγγελία ἤ, καλύτερα, μὲ τὸ καινούργιο “εὕρημα” τῆς «πολιτικῆς ἠθικῆς» (λὲς καὶ ἡ ἠθικὴ εἶναι  μπακλαβάς ! Λὲς καὶ μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἀπὸ μόνη της μιὰ ξεκάρφωτη καὶ αὐτόνομη «πολιτικὴ ἠθικὴ» ξεκομμένη ἀπὸ τὴν συνολικὴ «ἠθικότητα» τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ὡς κατ᾽ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁμοίωσιν δημιουργήματος τοῦ Θεοῦ) καὶ τὴν γυαλιστερὴ ἐπίφαση τῆς ἀδιάφθορης γραφειοκρατίας.
Μιὰ μάνα ἔχει τὸ μικρό της παιδὶ ἑτoιμoθάνατο (τά δύο πρῶτα ἔχουν ἤδη χαθεῖ, κατὰ τὴν ἐκτενῆ διήγηση). Τρέχει στούς δρόμους. Ὅποιον συναντᾶ, τὸν θερμοπαρακαλεῖ νά εὐχηθεῖ γιὰ τὸ παιδί της.
«Ἔτσι λοιπὸν καθὼς τρέχει μὲ τὴν καρδιά της κομμάτια ἀπὸ τὸν πόνο, συναντᾶ μιὰ ἑταίρα, ἡ ὀποία ἦταν πνιγμένη στὶς πολλὲς άμαρτίες καὶ εἶχε τὴν ζωή της σὲ περισσότερες ἀσωτεῖες σπαταλημένη.
Μόλις τήν εἶδε ἡ μάνα ἔριξε τό παιδί της, τὸ ὁποῖο ψυχορραγοῦσε, στὴν ἀγκαλιά  αὐτῆς, γιατί ὀ βαθὺς πόνος τὴν τρέλαινε. Ἔπεσε στὰ πόδια της καὶ τὴν ἱκέτευσε νὰ προσευχηθεῖ στὸν Θεό, γιὰ νὰ ἐλεήσει τὸ μικρό. Ἡ ἁμαρτωλὴ ἐκείνη ξαφνιασμένη σάστισε καὶ δὲν ἤξερε τί νά χάνει.  Ἀπὸ τὴν μιά ἔβλεπε τὸ νήπιο σχεδὸν πεθαμένο, καὶ τὴν μητέρα του νὰ κυλιέται στὰ πόδια της καὶ νὰ μὴ σηκώνεται, κι ἀπ᾽ τὴν ἄλλη τὸν ἑαυτό της κατεγνωσμένο ἀπὸ τὰ πολλὰ ἁμαρτήματα καὶ στερημένο κάθε θάρρους πρὸς τὸν Θεό. Πιεζόμενη ὅμως ἀπὸ τὴν μητέρα τοῦ παιδιοῦ ἐστράφη πρὸς Ἀνατολὰς κι ἀφοῦ χτύπησε δυνατὰ μὲ τὰ χέρια τὸ στῆθος της εἶπε μὲ πολλὰ δάκρυα: «Κύριε, οὔκ εἰμι ἀξία ἀτενίσαι καὶ ἰδεῖν τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, οὐδὲ ὀνομάσαι τὸ ὄνομά σου τὸ ἔνδοξον διὰ τῶν χειλέων μου τῶν ἁμαρτωλῶν· ἀναξίαν γὰρ ἐμαυτὴν πεποίηκα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, τοσαῦτά σε παροργίσασα τὸν ἀγαθὸν δεσπότην· ἀλλ᾽ ὅμως μιμουμένη τήν ποτέ σοι προσπεσοῦσαν πόρνην καὶ πταισμάτων ἄφεσιν κομισαμένην, προσπίπτω κἀγω καὶ δέομαι τὴν τῆς Φιλανθρωπίας σου στοργὴν ἐφ᾽ ἡμᾶς ἐπιβλύσαι. Ἐκείνη μὲν γὰρ ἡ πόρνη τῶν οἰκείων σφαλμάτων ᾐτεῖτο λύσιν, ἐγὼ δὲ τὰ πλήθη τῶν ἀμετρήτων μου κακῶν ἐπισταμένη οὐ τολμῶ στόμα διᾶραι καὶ τῶν ἀνομιῶν μου συγχώρησιν αἰτήσασθαι, ἀλλ᾽ ὑπὲρ τοῦ ἀμώμου νηπίου τούτου βιαζομένη ὑπὸ ταύτης τῆς δούλης σου, δέομαί σου τοῦ ζωοδότου καὶ πάντων σωτῆρος ζωὴν αὐτῷ παρασχεῖν· εἰ γὰρ ἐγὼ ἡ ὠμοτάτη καὶ ἀνελεήμων ἐλεῶ αὐτὸ καὶ συμπαθῶ, πόσῳ μᾶλλον σὺ ὁ φύσει συμπαθὴς καὶ ἐλεήμων ἐλεήσεις αὐτὸ καὶ οἰκτειρήσεις».
Τότε ὑπέρλαμπρο φῶς κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πάνω σ᾽ἐκείνη τὴν πόρνη καὶ στὸ ἑτοιμοθάνατο παιδὶ καὶ στὴν ὀδυρόμενη μητέρα του. Τὴν ἴδια ὥρα τὸ νήπιο ἀναζωογονήθηκε καὶ ἡ μάνα του ἐλευθερωμένη ἀπὸ τὴν ὀδύνη εὐχαριστοῦσε τὸν Θεό. Κι ἐπιπλέον ἡ ἁμαρτωλὴ ἐκείνη γυναίκα κατάπληκτη ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπο στὴν γῆ χύνοντας ποτάμια δάκρυα ἀπ᾽ τὰ μάτια της» …
«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ», τ. 71 (Α´ περ.), ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1992
 http://christianvivliografia.wordpress.com