"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γρηγόριος Παλαμᾶς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γρηγόριος Παλαμᾶς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 15 Μαΐου 2010

῾Ερμηνεία τῶν Δέκα ᾿Εντολῶν.῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς


1.  Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός σου, ουκ έσονται σοι θεοί έτεροι πλην εμού.
Ένας Κύριος είναι ο Κύριος ο Θεός σου, Αυτός που φανερώνεται (με τρία πρόσωπα, δηλ.) σαν Πατέρας και σαν Υιός και σαν Άγιο Πνεύμα. Σαν Πατέρας μεν αγέννητος, σαν Υιός δε γεννητός (μεν, αλλά και αυτό πάλι) χωρίς αρχή, και πέρα από τον χρόνο, και χωρίς να πάθει καμμία αλλοίωση, σαν Λόγος (του Θεού Πατρός). Αυτός δε ονομάζεται Χριστός, γιατί έχρισε (δηλ. αγίασε) με το να αναλάβει ο ίδιος το δικό μας (ανθρώπινο) είδος. Και σαν Άγιο Πνεύμα, που και Αυτό προέρχεται από τον Πατέρα, όχι γιατί γεννήθηκε απ΄ Αυτόν, αλλά γιατί Αυτός Το στέλνει. Αυτός μόνο είναι Θεός. Και μάλιστα ο αληθινός Θεός, ο ένας Κύριος, που εμφανίζεται με τρεις υποστάσεις. (Είναι ένας και μοναδικός ο Θεός αυτός, που) δεν διαιρείται κατά την φύση, τη θέληση, την σκέψη, την δύναμη και την ενέργεια, και όλα γενικώς τα γνωρίσματα της Θεότητας. Αυτόν (λοιπόν τον ένα και αληθινό Θεό) μόνο θα (πρέπει να) λατρεύσεις με όλη την δύναμη που έχει ο νους σου, και με όλο το πλάτος της καρδιάς σου και με όλη την πληρότητα της δυνάμεώς σου. Και όλα όσα (ο Θεός σου) λέει και εντέλλεται, (θα πρέπει) να είναι πάντοτε νωπά μέσα στην καρδιά σου, ώστε να εφαρμόζεις και να εντρυφάς μέσα σε αυτά και να ομιλείς με βάση αυτά (σε όλες τις περιστάσεις της ζωής σου, δηλαδή) και όταν κάθεσαι (κάπου και δεν μετακινείσαι), και όταν βαδίζεις (για να πας από το ένα μέρος στο άλλο), και όταν είσαι πεσμένος στο κρεβάτι, κι όταν είσαι όρθιος. Και (θα πρέπει ακόμα) να ενθυμείσαι πάντοτε (δηλαδή αδιαλείπτως και χωρίς διακοπή) τον Κύριο το Θεό σου και Αυτόν μόνο να φοβάσαι (με τον Άγιο φόβο του Θεού),
και να μην λησμονήσεις ποτέ ούτε Αυτόν ούτε τις εντολές Του. Γιατί (μόνο) έτσι και ο Θεός θα σου δώσει την δύναμη (που είναι απαραίτητη) για να εφαρμόζεις (στην ζωή σου) το (άγιο) θέλημά Του. Γιατί (ο Θεός, που δεν έχει κανενός την ανάγκη) τίποτε άλλο δεν σου ζητεί παρά μόνον να Τον φοβάσαι και να Τον αγαπάς (γιατί Αυτός ακριβώς ο φόβος του Θεού συμβαδίζει με την αγάπη προς Αυτόν) και να ακολουθείς τον δρόμο Του που Αυτός θέλει (πράγμα που είναι η φυσική συνέπεια των άλλων). Αυτός θα είναι το καύχημά σου και Αυτός θα είναι ο Θεός σου. (Πρόσεξε) μήπως ακούγοντας τίποτα σχετικό με την (ηθική) απάθεια των αγγέλων και με την ιδιότητά τους να είναι αόρατοι, η για την μεγάλη (κι εκπληκτική) πονηρία του (διαβόλου, που) εκπέσοντος από το ύψος το αγγελικό, και για την (μεγάλη του) επινοητικότητα και εξυπνάδα και ευστροφία για κάθε πλάνη, εξ΄ αιτίας όλων αυτών
αποδόσεις σε κάποιο από αυτά (τα πνεύματα-αγαθά η πονηρά) τιμή που ανήκει στον Θεό. (Πρόσεξε) μήπως ατενίζοντας το μεγάλο μέγεθος του ουρανού και την ποικιλία της κινήσεως των ουράνιων σωμάτων, την λαμπρότητα του ήλιου, το γλυκό φως της σελήνης, την όμορφη διαύγεια των άλλων αστέρων, τη χρησιμότητα του αέρα (και την αναγκαιότητά του) για την αναπνοή, και της θαλάσσης η της γης τις ανεξάντλητες προσφορές, και (συνηπαρμένος από τα φαινόμενα τούτα τα λαμπρά) θεοποιήσεις κανένα από αυτά τα κτίσματα. Γιατί όλα αυτά είναι κατά τρόπο δουλικό ταγμένα στον μόνο Θεό και δημιουργήματα δικά Του, που έλαβαν οντότητα από την κατάσταση της ανυπαρξίας που ήσαν, με μόνο τον λόγο του Θεού. Γιατί (όπως λέγει η Γραφή) Αυτός (ο Θεός) απλώς είπε και έγιναν (όλα όσα βλέπουμε και δεν βλέπουμε), Αυτός διέταξε και εδημιουργήθησαν. Αυτόν λοιπόν τον Κύριο και δημιουργό της κτήσεως πρέπει να τιμήσεις (με λατρεία) σαν μόνο Θεό και με την αγάπη να ενωθείς μαζί Του, και μέρα και νύκτα από Αυτόν να ζητάς συγχώρεση για τα θεληματικά σου και αθέλητα παραπτώματα. Γιατί Αυτός ( ο μεγαλοδύναμος Κύριος) είναι (ταυτόχρονα) γεμάτος αγάπη και φιλανθρωπία και μακροθυμία και πολύ έλεος, και κάνει αιώνια το καλό ( το αγαθό)...

2. Ου ποιήσεις σεαυτώ είδωλον, ουδέ παντός ομοίωμα, όσα εν τω ουρανώ άνω και όσα εν τη γη κάτω και όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης.

Δεν θα (πρέπει) να κατασκευάσεις κανένα ομοίωμα κάποιου πράγματος από όσα βρίσκονται επάνω στον ουρανό και κάτω στην γη και μέσα στην θάλασσα, με σκοπό να τους αποδώσεις λατρεία και δόξα όμοια με εκείνη που αρμόζει στο Θεό. Και τούτο, γιατί όλα αυτά είναι δημιούργημα του ενός και μοναδικού Θεού, που, αφού τώρα τελευταία επήρε σάρκα γεννηθείς από παρθενική γαστέρα, παρουσιάστηκε στην γη και ήλθε σε επαφή με τους ανθρώπους, και αφού πρώτα υπέστη πάθος για χάρη της σωτηρίας των ανθρώπων και απέθανε και αναστήθηκε, ανέβηκε ψηλά στους ουρανούς με σώμα κι εκάθησε στα δεξιά του θρόνου της μεγαλειότητος του Θεού, στα ψηλά ουράνια σκηνώματα. Με το σώμα δε αυτό πρόκειται να ξαναρθεί στη γη, μέσα σε δόξα λαμπρή, για να κρίνει ζωντανούς και πεθαμένους. Αυτού λοιπόν (του Θεού), που έγινε άνθρωπος για χάρη μας, να κατασκευάσεις την εικόνα σε ένδειξη της αγάπης σου γι΄ Αυτόν, και να Τον θυμάσαι βλέποντας την εικόνα, και να Τον προσκυνάς προσκυνώντας την εικόνα. Επίσης η εικόνα θα σε βοηθά να στρέψεις το νου σου στο άξιο προσκυνήσεως σώμα του Σωτήρος, που τώρα βρίσκεται ψηλά στον ουρανό στα δεξιά του Πατρός. Επίσης (θα πρέπει) να κατασκευάσεις εικόνες και για τους Αγίους και να τις προσκυνάς, όχι βέβαια σαν Θεούς, γιατί αυτό απαγορεύεται, αλλά για να δείξεις με τον τρόπο αυτό την σχέση που εσύ (σαν θνητός άνθρωπος) έχεις με αυτούς (που ήσαν σαν και εσένα άνθρωποι), και την διάθεση να τους τιμήσεις με εξαιρετική τιμή, πράγμα που θα κάνει το νου σου να πηγαίνει δια μέσου της εικόνος στους (εικονιζομένους) Αγίους. Έτσι θα μιμηθείς και τον Μωυσή, που έφτιαξε τις εικόνες των Χερουβίμ μέσα στα Άγια. Έπειτα (μην ξεχνάς ότι) και αυτά ακόμη τα Άγια των Αγίων ήταν (σαν μία κάποια) εικόνα αυτών που ήταν στα ουράνια. Και (μέσα στην σκηνή του Μαρτυρίου ) το άγιο κοσμικό εικόνιζε όλο τον κόσμο, και (όμως παρά ταύτα) ο Μωυσής όλα αυτά τα ονόμασε άγια, γιατί με τούτο δεν είχε σκοπό να αποδώσει δόξα στα κτίσματα, αλλά δια μέσου αυτών στον δημιουργό του κόσμου Θεό. Και εσύ λοιπόν δεν (θα πρέπει) να θεοποιήσεις τις εικόνες (σαν υλικό κατασκεύασμα) του Δεσπότου Χριστού και των Αγίων. Αλλά δια μέσου αυτών (και με την βοήθειά τους) θα (πρέπει να) προσκυνήσεις (λατρευτικώς) Αυτών που μας έπλασε πρώτα κατ΄ εικόνα δική του, και έπειτα δέχτηκε από μεγάλη και άπειρη αγάπη προς τον άνθρωπο να λάβει την εικόνα μας την ανθρώπινη (δηλ. να παρουσιαστεί με ανθρώπινη μορφή, και με τον τρόπο αυτό) να γίνει αντικείμενο απεικονίσεως και περιγραφής. Θα πρέπει δε να μην περιοριστείς μόνο στην προσκύνηση της θείας εικόνος, αλλά να επεκτείνης αυτήν και στο σημείο του σταυρού. Γιατί ο σταυρός είναι πολύ μεγάλο σημείο και δείγμα της νίκης της ολοκληρωτικής του Χριστού εναντίον του διαβόλου και όλης της εχθρικής για μας παρατάξεώς του...

3. Ου λήψει το όνομα του Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω.
Μη πάρεις στο στόμα σου για το τίποτε το όνομα του Κυρίου του Θεού σου (και μην ορκισθείς ποτέ) είτε για υπόθεση γήινη, είτε από φόβο μη πάθεις τίποτε κακό από κανένα άνθρωπο, η από ντροπή, η για να κερδίσεις προσωπικό όφελος, ορκιζόμενος ψεύτικα, γιατί η παράβαση του όρκου σημαίνει άρνηση του Θεού. Γι΄ αυτό να μην ορκίζεσαι ποτέ, αλλά να αποφεύγεις ολοσδιόλου τον όρκο, γιατί από τον όρκο προέρχεται και η παράβαση του όρκου, που απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Θεό και συγκαταλέγει με τους αμαρτωλούς τον επίορκο. Όταν λες πάντοτε την αλήθεια, τότε δεν υπάρχει λόγος να ορκίζεσαι, γιατί τα (αληθινά πάντοτε) λόγια σου θα είναι σαν όρκος (και θα καθιστούν περιττή κάθε άλλη βεβαίωση με όρκο). Αν όμως συμβεί καμμιά φορά και ορκισθείς, πράγμα που μακάρι ποτέ να μην γίνει, εάν μεν δώσεις τον όρκο για κάτι τι σύμφωνο με τον Θείο Νόμο, τότε θα πρέπει να εκτελέσεις το νόμιμο αυτό, αλλά εν συνεχεία θα πρέπει να ζητήσεις από τον εαυτό σου ευθύνες επειδή έδωσε όρκο, φροντίζοντας με ελεημοσύνη, δέηση και πένθος και σκληραγωγία του σώματος να εξιλεώσεις τον Χριστό που είπε να μην ορκίζεσαι. Εάν δε έδωσες όρκο για πράγμα παράνομο, πρόσεξε μήπως εξ΄ αιτίας του όρκου εκτελέσεις παράνομη πράξη, για να μην συγκαταριθμηθείς κι εσύ μαζί με τον Προφητοκτόνο Ηρώδη. Αφού δε αθετήσεις και παραβείς τον παράνομο τούτο όρκο, βάλε κανόνα στον εαυτό σου να μην ξαναορκισθεί, και φρόντισε να εξιλεωθείς απέναντι του Θεού, χρησιμοποιώντας με περισσότερη μέριμνα τα φάρμακα που είπαμε προηγουμένως, μαζί με δάκρυα.

4. Εξ ημέρας έργα και ποιήσεις πάντα τα έργα σου. Τη δε ημέρα τη εβδόμη σάββατα Κυρίω τω Θεώ σου.

Μια μέρα της εβδομάδος, που ονομάζεται Κυριακή, επειδή είναι αφιερωμένη εις τον Κύριο, γιατί την ημέρα τούτη αναστήθηκε εκ νεκρών και (με τον τρόπο αυτό) μας έκανε γνωστή και βέβαιη την κοινή ανάσταση, κατ΄ αυτή θα πρέπει κάθε γήινο έργο να σταματήσει. Τούτη λοιπόν την ημέρα να την αγιάσεις και να μην κάνεις κανένα έργο βιοτικό, εκτός από τα απαραίτητα, και να δώσεις την ευκαιρία σε αυτούς που είναι δικοί σου η σε υπηρετούν να ξεκουραστούν, ώστε όλοι μαζί να δοξάσετε Εκείνον που με το να θανατωθεί μας έκανε δικούς του και αναστήθηκε και ανέστησε μαζί την δική μας φύση. Κατά την ημέρα αυτή να θυμηθείς την μέλλουσα ζωή, και να περάσεις τον καιρό σου μελετώντας τις εντολές και τα δικαιώματα του Κυρίου και εξετάζοντας τον εαυτό σου για να εξακριβώσεις μήπως παρέβης κάτι τι η παράλειψες, ώστε να διορθώσεις σε όλα τον εαυτό σου. Επίσης, την ημέρα αυτή να περάσεις πολλές ώρες μέσα στον ναό του Θεού παρακολουθώντας τις ιερές (λατρευτικές) συνάξεις που τελούνται εκεί, και να κοινωνήσεις με ειλικρινή πίστη και με ήσυχη συνείδηση το Άγιο Σώμα και Αίμα του Χριστού, και να κάνεις αρχή για μία ζωή περισσότερο σύμφωνη με το θέλημα του Θεού, και να ξεκαινουργώσεις τον εαυτό σου και να τον ετοιμάσεις για την υποδοχή των μελλοντικών αιωνίων αγαθών. Γι΄ αυτά πρέπει να μην κάνεις καταχρήσεις ούτε τις άλλες ημέρες. Τη δε Κυριακή πρέπει από όλα να απέχεις, αφού μένεις κοντά στον Θεό, κάνοντας μόνον τα απολύτως αναγκαία έργα κι εκείνα που χωρίς αυτά δεν μπορείς να ζήσεις. Έτσι με το να έχεις τον Θεό σαν τόπο για να καταφύγεις, δεν θα πας αλλού πουθενά. Και δεν θα υποστείς την πύρωση που φέρνει η φλόγα των παθών, και δεν θα σηκώσεις (στον ώμο σου) το βάρος της αμαρτίας. Με τον τρόπο δε αυτό θα αγιάσεις την (πρώτη αυτή) ημέρα της εβδομάδος, (δηλ. με το να τιμάς αυτή) παραμένοντας μακριά από κάθε τι κακό. Αυτά δε που είπαμε, να τα εφαρμόσεις και στις μεγάλες εορτές, πράττοντας τα ίδια (τα παραπάνω) και απέχοντας πάλι από όσα προηγουμένως είπαμε.

5. Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, ίνα ευ σοι γένηται και ίνα μακροχρόνιος γένη επί της γης.

Να σέβεσαι τον πατέρα σου και την μητέρα σου, γιατί ο Θεός - χρησιμοποιώντας σαν όργανα αυτούς - σε έφερε στην ζωή, και αυτοί είναι για σένα έπειτα από τον Θεό αίτιοι της υπάρξεώς σου. Γι΄ αυτό λοιπόν και εσύ, έπειτα από τον Θεό αυτούς και να τιμήσεις και να αγαπήσεις, αν βέβαια η αγάπη προς τους γονείς βοηθάει την προς Θεό αγάπη. Αν όμως δεν βοηθάει, τότε να φύγεις αμέσως μακριά από αυτούς... Πρέπει να σέβεσαι και να αγαπάς αυτούς που για σένα γίνηκαν πνευματικοί πατέρες. Γιατί αυτοί εσένα σε έφεραν από την κατάσταση της (απλής) υπάρξεως, στην κατάσταση (της κατά Θεόν) υπάρξεως και σου μετέδωσαν τον φωτισμό της (θείας) γνώσεως και σου δίδαξαν την φανέρωση της αλήθειας και σε αναγέννησαν με το λουτρό της παλιγγενεσίας και σου φύτεψαν μέσα σου την ελπίδα για την ανάσταση και την αθανασία (της ψυχής) και για την αδιάδοχη βασιλεία και κληρονομία (της βασιλείας των ουρανών) και σε έκαναν, από ανάξιο που ήσουνα, άξιο των αιώνιων αγαθών, και από έπιγειο (σε αντικατέστησαν) ουράνιο, και από πρόσκαιρο, αιώνιο και υιό μαθητείας (παρά τους πόδας) όχι ανθρώπου πια, αλλά του Θεανθρώπου Χριστού, που σου χάρισε το πνεύμα της υιοθεσίας. Αυτός μάλιστα είπε : «Μην ονομάσετε κανένα άνθρωπο πατέρα η καθηγητή, γιατί ένας είναι ο πατέρας και καθηγητής σας, ο Χριστός. Γι΄ αυτό οφείλεις κάθε τιμή και αγάπη στους πνευματικούς πατέρες, έχοντας την συναίσθηση πως η τιμή που δίνεις σε αυτούς πηγαίνει στον Χριστό και στο Πανάγιο Πνεύμα, μέσα στο Οποίο έλαβε την υιοθεσία, και στον επουράνιο Πατέρα, από τον Οποίο πηγάζει κάθε πατριά στον ουρανό και στην γη. Πρέπει δε να φροντίσεις σε όλο τον βίο να έχεις ένα πνευματικό πατέρα, και να του εξομολογήσαι κάθε σου αμάρτημα και κάθε λογισμό η να παίρνεις απ΄ αυτόν την θεραπεία και την συγχώρεση. Γιατί σ΄ αυτόν (δηλ. τον πνευματικό πατέρα) δόθηκε (από τον Κύριο η εξουσία) να συγχωρεί η να μην συγχωρεί αμαρτίες (δηλ. να ελευθερώνει η όχι ψυχές). Όλα όσα δεν συγχωρήσουν στη γη, θα μείνουν ασυγχώρητα (και) στον ουρανό. Και όλα όσα συγχωρήσουν στη γη, θα συγχωρεθούν (και) στον ουρανό.

Αυτή δε τη χάρη και την δύναμη την έλαβαν από τον Χριστό. Γι΄ αυτό πρέπει να υπακούς σε αυτούς και να μην έχεις αντίθετη με αυτούς γνώμη, για να μην φέρεις την καταστροφή στην ψυχή σου. Γιατί αν εκείνος που αντιμιλάει στους σαρκικούς του γονείς, σε πράγματα που δεν απαγορεύονται από τον νόμο του Θεού, τιμωρείται - σύμφωνα με τον νόμο (του Μωϋσέως)- με θάνατον, πως είναι δυνατόν εκείνος που αντιμιλάει στους πνευματικούς πατέρες να μην διώχνει μακριά του το πνεύμα του Θεού και να μην χάνει την ψυχή του; Γι΄ αυτό να συμβουλεύεσαι και να υπακούς μέχρι τέλους στους πνευματικούς πατέρες, για να σωθεί η ψυχή σου και να γίνεις κληρονόμος των αιωνίων και ακηράτων αγαθών.

6. Ου μοιχεύσεις

Να μην πορνεύσεις, για να μην καταντήσεις να γίνεις από μέλος Χριστού μέλος πόρνης, και (έτσι) αποκοπείς από το θείο σώμα (σαν σάπιο μέλος) και χάσεις την Θεία κληρονομιά και ριχθείς στην γέενα (του πυρός). Γιατί (όπως λέει ο νόμος) εάν η θυγατέρα ιερέως που συλληφθεί να πορνεύεται, υπομένει την τιμωρία τον θάνατο δια πυράς, επειδή (με την πράξη της) τον πατέρα (της) εντρόπιασε, πόσο μεγαλύτερη τιμωρία αξίζει όποιος τέτοια βρωμιά κάνει στο σώμα του Χριστού; Συ μεν λοιπόν, αν μπορείς, εφάρμοσε (στην ζωή σου) την παρθενία, για να μπορέσεις να αφιερωθείς εξ΄ ολοκλήρου στον Θεό και με τέλεια αγάπη σε Αυτόν να προσκολληθείς, μένοντας κοντά Του σε όλη σου την ζωή και φροντίζοντας αποκλειστικά πάντοτε (να κάνεις) ότι αρέσει στον Κύριο, και (έτσι) από τώρα εξασφαλίζοντας την μέλλουσα ζωή και ζωντας κάτω στην γη σαν Άγγελος Θεού. Γιατί αυτών (δηλαδή των Αγγέλων) γνώρισμα είναι η παρθενία, και γίνεται όμοιος με αυτούς, -αν και έχει σώμα- όσο τούτο είναι δυνατόν, όποιος ακολουθεί την παρθενία... Αν πάλι προτιμήσεις να ακολουθήσεις την (κατά Χριστόν) παρθενική ζωή και δεν έχεις δώσει τέτοια υπόσχεση στον Θεό, τότε σου επιτρέπεται να πάρεις μία γυναίκα σύμφωνα με τον νόμο του Κυρίου, και μόνο με αυτήν να κατοικείς και να μην την θεωρείς σαν δικό σου σκεύος προς σκοπό αγιασμού, απέχοντας με όλη σου την δύναμη από ξένες γυναίκες. Θα μπορέσεις δε τελείως να αποφεύγεις αυτές, αν προσέξεις τις άκαιρες (και ψυχικά επικίνδυνες) συναντήσεις και συζητήσεις μαζί τους, και (φρόντιζε) να μην σου αρέσουν τα πορνικά λόγια και ακούσματα, και να διώχνεις τα μάτια του σώματος και της ψυχής σου από πάνω τους όσο σου είναι τούτο δυνατό, και συνήθιζε να μην ρίχνεις βλέμματα εμπαθή και περίεργα πάνω στην ομορφιά των προσώπων. Γιατί εκείνος που κυττάζει μια γυναίκα με κακή πρόθεση και επιθυμία, ήδη (όπως λέει ο Κύριος) είναι σαν να έκανε μαζί της την κακή πράξη (της μοιχείας η πορνείας), και έτσι έχει γίνει ακάθαρτος μπροστά στα μάτια του Χριστού που βλέπει (τα κρυπτά) στις καρδιές. Από το σημείο δε αυτό (της ψυχικής αμαρτίας, ο άνθρωπος) ο ταλαίπωρος, καταντάει και στο να διαπράξει και τη σωματική αμαρτία. Αλλά τι μιλάω (μόνο) για τις βρωμιές της πορνείας και της μοιχείας και όλες τις άλλες τέτοιες που ενεργούνται κατά φύση; Γιατί ο άνθρωπος όταν με περιέργεια κοιτάει τα όμορφα πρόσωπα, σέρνεται ακόλαστα και στις παρά φύση (σαρκικές αμαρτίες και) ασέλγειες. Συ λοιπόν, άμα κόψεις από πάνω σου τις πικρές ρίζες (της αμαρτίας), δεν θα δοκιμάσεις τους καρπούς (της) αλλά θα φέρεις αντιθέτως τον καρπό της αγνότητας και του αγιασμού που έρχεται μαζί της, χωρίς τον οποίο κανείς δεν πρόκειται να ιδεί τον Κύριο.

7. Ου κλέψεις.

Να μην κλέψεις, για να μην σου δώσει πολύ μεγαλύτερη τιμωρία ο γνωρίζων τα κρύφια (Θεός), επειδή Τον περιφρόνησες. Μάλλον πρέπει απ΄ ότι έχεις, κρυφά να δίνεις σε όσους έχουν ανάγκη, για να πάρεις εκατονταπλασίονα και να κληρονομήσεις ζωή αιώνια στον μέλλοντα αιώνα από τον Θεό, που βλέπει τα κρυφά.

8. Ου φονεύσεις.

Να μην φονεύσεις, για να μην εκπέσεις από (την χάρη) της υιοθεσίας που σου έδωσε Εκείνος που ανασταίνει τους νεκρούς, και να γίνεις με τα έργα σου παιδί εκείνου που εξ΄ αρχής είναι δολοφόνος του ανθρώπου. Επειδή δε ο φόνος έχει ως αφορμή το κτύπημα, τούτο δε το μάλωμα, και τούτο το θυμό, ο δε θυμός έρχεται εξ΄ αφορμής της ζημίας η του κτυπήματος η της βρισιάς που άλλοι μας κάνουν, γι΄ αυτό είπε ο Χριστός εκείνον που σου παίρνει το πανωφόρι, μην εμποδίσεις να σου πάρει και το χιτώνα σου και μην αποκριθείς με βρισιές σε εκείνον που σε βρίζει. Γιατί με τον τρόπο τούτο, και τον εαυτό σου και εκείνον που σου κάνει κακό θα γλιτώσεις από το φοβερό κακό του φόνου. Συ λοιπόν, (κάνοντας έτσι), θα πετύχεις τη συγχώρεση των αμαρτιών σου που έχεις απέναντι του Θεού. Γιατί είπε: «δίδετε συγχώρεση (σε όσους σας φταίουν) και θα συγχωρεθούν και οι δικές σας αμαρτίες». Εκείνος δε που κακολογεί και κακοποιεί τους άλλους, (αυτός) θα δώσει λόγο και θα τιμωρηθεί με αιώνια τιμωρία. Γιατί ο Χριστός είπε : «αυτός που θα πει τον αδερφό του «μωρέ», είναι άξιος να ριχτεί στη γέενα του πυρός». Αν λοιπόν κατορθώσεις να ξεριζώσεις το κακό (από μέσα σου) και να χαρίσεις στην ψυχή σου τη μακαριώτητα της πραότητος, δόξασε τον Χριστό που είναι ο διδάσκαλος και ο συνεργός των αρετών, χωρίς τον Οποίον, όπως έμαθες, δεν μπορούμε τίποτα καλό να κάνουμε. Αν πάλι δεν μπορέσεις να μείνεις πράος (και μακριά από τον θυμό), να κατηγορείς τον εαυτό σου που θυμώνει, και να μετανοιώνεις μπροστά στον Θεό και μπροστά στον άνθρωπο που είτε του μίλησες άσχημα, είτε του έκανες κακό. Γιατί εκείνος που μετανιώνει όταν η αμαρτία του βρίσκεται στα πρώτα βήματα, αυτός δεν φτάνει στο τελευταίο σκαλοπάτι, (αντιθέτως δε) όποιος με αδιαφορία (και αναισθησία) αντιμετωπίζει τις μικρές πτώσεις, αυτός γι΄ αυτές θα πέσει και στις μεγαλύτερες.

9. Ου ψευδομαρτυρήσεις κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή.
Να μην συκοφαντήσεις, για να μην εξομοιωθείς μ΄ εκείνον που παλιά (στην αρχή της ανθρώπινης ζωής) εσυκοφάντησε στην Εύα τον Θεό, και γίνεις καταραμένος όπως εκείνος. Αλλά μάλλον πρέπει, αν τούτο δεν θα κάνει κακό στους πολλούς, να σκεπάζεις τα κακά του διπλανού σου (που μοιάζουν με πτώμα), για να μοιάσεις όχι του Χαμ, αλλά του Σημ και του Ιάφεθ, και να κερδίσεις την ευλογία.

10. Ουκ επιθυμήσεις πάντα όσα τω πλησίον σου εστι.

Να μην (επιθυμήσεις να αρπάξεις) τίποτα ξένο, που ανήκει στον διπλανό σου. Ούτε κτήμα, ούτε χρήμα, ούτε δόξα, ούτε τίποτε από όσα ανήκουν στον πλησίον σου. Γιατί η επιθυμία (των ξένων πραγμάτων) αφού γεννηθεί στην ψυχή, γεννάει αμαρτία. Η δε αμαρτία άμα γίνει, φέρνει τον θάνατο. Συ δε, όταν θα μένεις ξένος προς την επιθυμία των πραγμάτων του άλλου, θα κατορθώσεις να μείνεις μακρυά και από την αρπαγή, που έχει σαν αίτιο την πλεονεξία. Συ μάλιστα πρέπει (όχι μόνο να μην βάζεις στο μάτι του διπλανού σου τα καλά, αλλά) και από τα δικά σου να δίνεις σε αυτόν που ζητά, και να ελεείς, όσο μπορείς, αυτόν που έχει την ανάγκη σου, και να μην διώξεις αυτόν που σου ζητάει δανεικά. Και αν βρεις κάτι που χάθηκε, να το δώσεις στον κύριό του, έστω κι αν αυτός είναι από τους πιο μεγάλους σου εχθρούς. Γιατί με τον τρόπο τούτο και θα αγαπήσετε, και θα νικήσεις εσύ το κακό με την βοήθεια του καλού, όπως ο Χριστός σε διατάζει.

* * *

Όταν λοιπόν όλα αυτά εσύ τα εκτελείς με όλη σου την δύναμη και ζεις μέσα στην ατμόσφαιρά τους, τότε μέσα στην ψυχή σου θα αποκτήσεις (σαν μεγάλο απόκτημα) τον θησαυρό της ευσέβειας, και θα ευαρεστήσεις στον Θεό και θα ευεργετηθείς από τον Θεό και από τους ανθρώπους του Θεού, και θα γίνεις κληρονόμος των αιωνίων αγαθών, τα οποία είθε όλοι να τα κερδίσουμε, με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας, του Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση (λατρευτική) μαζί με το άναρχό του Πατέρα και το Πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και εις τους ατελεύτητους αιώνες, Αμήν.


Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς
   
imsamou.gr
http://anavaseis.blogspot.com

Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

῾Η ἡσυχαστική παράδοση στό ῞Αγιον ῎Ορος ἀπό τόν ῞Αγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ ἕως σήμερα




Μωυσή Μοναχού Αγιορείτου


Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ήταν κυρίως Αγιορείτης. Στη θεοφώτιστη διδασκαλία του διδάσκει αυτό που συνάντησε και βίωσε στο Άγιον Όρος. Ο άγιος Γρηγόριος ήταν Αγιορείτης πριν γίνει Αγιορείτης, αφού είχε συνεχή τον σύνδεσμο με την ασκητική, ησυχαστική, αθωνική ζωή. Όταν αναγκάσθηκε να εξέλθει του φίλτατου Αγίου Όρους προς υπεράσπιση του ησυχασμού, παρέμεινε ακραιφνής Αγιορείτης παρά τις πολεμικές, τις διώξεις, τις τιμές και τις δόξες, μέχρι τη μακαρία κοίμησή του1.

Η διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά δεν είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη, αλλά συμπύκνωση όλης της παλαιότερης διδασκαλίας της Εκκλησίας, στη διάκριση μεταξύ ουσίας και ενεργείας του Θεού, που συναντούμε στην Αγία Γραφή, στους Αποστολικούς Πατέρες, στους Καππαδόκες Πατέρες, ιδίως στον Μ. Βασίλειο και κατόπιν στον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο. Η παλαμική διδασκαλία παρουσίασε θαυμάσια τις διαστάσεις και τις συνέπειες της σωτήριας αυτής διδασκαλίας2.

Ο Βαρλαάμ αποτελεί τον κανονάρχη των ορθολογιστών φιλοσόφων, που αμφισβητούσαν βάναυσα την ησυχαστική ζωή των νηπτικών πατέρων του παραδοσιακού αθωνικού Ορθόδοξου μοναχισμού. Η τυχόν επικράτηση των αιρετικών βαρλααμικών απόψεων θα σήμαινε κατάργηση του μοναχισμού και της νηπτικής του εργασίας. Ο άγιος Γρηγόριος σταθερά επέμενε ότι ο αληθινός δρόμος της θεογνωσίας είναι η καθαρότητα της καρδιάς κι όχι η έξαρση της λογικής που οδηγεί στον
αγνωστικισμό. Ένα από τα πρώτα έργα του αγίου το «Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων» αναφέρεται με
σαφήνεια στην παιδεία κι ότι η φιλοσοφία δεν οδηγεί στη γνώση του Θεού, καθώς επίσης στη νοερά προσευχή και στο άκτιστο φως3.

Ο άγιος Γρηγόριος μετέβη στο Άγιον Όρος ως μαθητής και όχι ως διδάσκαλος. Η πολυετής προσευχή του ήταν «Κύριε, φώτισόν μου το σκότος!». Διετέλεσε υποτακτικός θεοφώτιστων Γερόντων, παρέμεινε σιωπηλός και μόνο όταν υπήρξε απόλυτη ανάγκη μίλησε και έγραψε κι εξήλθε
του Όρους, για να μεταφέρει την Παράδοση της Εκκλησίας, που μελέτησε και διδάχθηκε, και το καθαρό βίωμα της εμπειρίας του. Ο ησυχασμός είναι η ουσία της Ορθοδόξου Παραδόσεως, το βασικό γνώρισμα της αγιοπατερικής διδασκαλίας και αυτό μετέφερε, καθώς αναφέρει ο άριστος βιογράφος του άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος, ο επίσης νηπτικός και ησυχαστής4. Ας δούμε τις ιερές μορφές Αθωνιτών όσιων και τη νοερά εργασία τους την εποχή του αγίου Παλαμά και μετά από αυτόν:



Ο άγιος Φιλόθεος ως Λαυριώτης μοναχός υπογράφει τον Αγιορείτικο Τόμο του 1339. Πήρε μέρος στις ησυχαστικές έριδες, στο πλευρό του αγίου Παλαμά. Το 1346, ενώ ήταν ακόμη στη Μ. Λαύρα, έγραψε δύο λόγους περί του Θαβωρείου Φωτός και κατά του Ακινδύνου. Πήρε μέρος στη Σύνοδο του 1351 ως μητροπολίτης Ηρακλείας για το ησυχαστικό ζήτημα και συνέταξε τον Τόμο των Πρακτικών της. Το 1368 συνοδικά αναγνώρισε την αγιότητα του Παλαμά και καθώρισε τη μνήμη του τη Β' Κυριακή των Νηστειών συνθέτοντας την ακολουθία του. Στα πολλά έργα του ο άγιος Φιλόθεος χρησιμοποιεί με χάρη τη χαρακτηριστική ησυχαστική ορολογία ως γνήσιος ησυχαστής.

Γέροντας του αγίου Γρηγορίου, ο οποίος τον ενέπνευσε και μύησε στα καλά της ησυχαστικής ζωής, είναι ο όσιος Νικηφόρος ο Ησυχαστής, ο οποίος ασκήθηκε στα ερημικώτερα μέρη του Αγίου Όρους και διέδωσε τις ησυχαστικές αντιλήψεις μεταξύ των Αγιορειτών. Καρπός της αθωνικής ησυχίας είναι η σοφή πραγματεία του «Περί νήψεως και φυλακής καρδίας», που βρίσκεται στη Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών. Εκτός της μελέτης και της συγγραφής μόνιμο μέλημά του ήταν η άσκηση της νοεράς προσευχής, που έχοντας πηγή τους λόγους των αγίων Αντωνίου του Μεγάλου, Μακαρίου Αιγυπτίου, Ιωάννου της Κλίμακος, Διαδόχου Φωτικής και Συμεών του Νέου Θεολόγου, έγινε κτήμα της φωτισμένης καρδιάς του. Γι’ αυτό μπορεί να μιλά τόσο καθαρά περί νήψεως στα έργα του: «Την μεν προσοχήν τινές των αγίων νοός τήρησιν έφησαν, άλλοι δε καρδιακήν φυλακήν, έτεροι δε νήψιν και άλλοι νοεράν ησυχίαν και άλλοι άλλως. Τα δε πάντα εν και το αυτό δηλούσιν ως αν τις είποι άρτον και είποι και τεμάχιον και είποι και βουκίον, Ούτω και περί τούτων νόει. Τι δε εστί προσοχή και τι τα ταύτης ιδιώματα, ακριβώς μάνθανε. Προσοχή εστί μετανοίας ακραιφνούς γνώρισμα, προσοχή εστίν αθέτησις αμαρτίας και αρετής επανάληψις, προσοχή εστίν συγχωρήσεως αμαρτιών ανενδοίαστος, πληροφορία· προσοχή εστίν αρχή θεωρίας, μάλλον δε υπόθεσις θεωρίας· δια ταύτης γαρ ο Θεός, παρακύψας, εμφανίζεται τω νοΐ· προσοχή εστίν αταραξία νοός, ή μάλλον, στάσις αυτής, δι' ελέους Θεού τη ψυχή βραβευθείσα· προσοχή εστί καθαίρεσις μεν λογισμών, Θεού δε μνήμης ανάκτορον και της των επερχομένων υπομονής ταμειούχος· προσοχή εστί πίστεως, ελπίδος και αγάπης παραίτιος»5. Ο ησυχαστής όσιος Νικηφόρος υπήρξε ένας από τους πρώτους και σημαντικούς προδρόμους της μεγάλης ησυχαστικής κινήσεως του 14ου αιώνα6.

Επίσης Γέροντας του αγίου Παλαμά υπήρξε ο όσιος Νικόδημος ο Ησυχαστής (1322), ο οποίος κατά τον άγιο Φιλόθεο υπήρξε «ανήρ θαυμαστός κατά τε πράξιν και θεωρίαν», ασκητής έξω της μονής Βατοπαιδίου, τον οποίο ανακάλυψε ο θείος Παλαμάς, θαύμασε τον βίο του κι έζησε πλησίον του εν νηστεία και αγρυπνία και νήψει και αδιαλείπτω προσευχή επί μία τριετία (1319-1322) και από αυτόν έλαβε το μέγα και αγγελικό των μοναχών σχήμα7.

Ο άγιος Παλαμάς συνδεόταν επίσης με τον Αθωνίτη φιλοησυχαστή κι αντιλατινόφρονα άγιο Θεόληπτο, μητροπολίτη Φιλαδέλφειας (1324/26)8. Είναι γεγονός και πρέπει να τονισθεί πως όλοι οι οπαδοί της ησυχαστικής κινήσεως ήταν και πρόκριτοι της ανθενωτικής, γι' αυτό και είχαν πρώτους αντιπάλους τους λατινόφιλους. Ο άγιος Θεόληπτος σε λόγο του «Περί του μοναδικού επαγγέλματος» γράφει προς μοναχό: «Την οδό της διανοίας οδεύων, τα ρήματα της ευχής αναλέγου· και διαλέγου τω Κυρίω αεί βοών και μη εκκακών πυκνά δεόμενος και την αναίδειαν μιμούμενος τής τον αμείλικτον κριτήν δυσωπησάσης χήρας. Τότε πνεύματι περιπατείς και σαρκικαίς επιθυμίαις ου προσέχεις και λογισμοίς κοσμικοίς ου διατέμνεις της ευχής την συνέχειαν ναός δε Θεού χρηματίζεις, απερισπάστως τον Θεόν εξυμνών. Ούτω κατά διάνοιαν ευχόμενος, αξιούσαι και εις μνήμην Θεού διαβαίνειν και εν τοις αδύτοις του νου εισιέναι και μυστικαίς θεωρίαις τον αόρατον κατοπτεύειν και γνωστικώς ενιαίως και αγαπητικαίς εκχύσεσι, μόνος τω Θεώ μόνω κατά μόνας λειτουργών»9. Ο άγιος Θεόληπτος υπήρξε συμμαθητής του αγίου Παλαμά του ιερού «φροντιστηρίου» του οσίου Νικηφόρου Περί φυλακής της καρδίας και της τέχνης της προσευχής. Ο άγιος Θεόληπτος μαθητή είχε τον λόγιο μητροπολίτη Εφέσου Ματθαίο και τη μοναχή Ευλογία, πρώην αυτοκράτειρα Ειρήνη Χουμναίνα Παλαιολογίνα. Θεωρείται πρωτεργάτης ενός αναγεννητικού πνεύματος στο Βυζάντιο, βασισμένο στην πατερική παράδοση. Πρόκειται για λαμπρό εισηγητή του ησυχαστικού πνεύματος στις κοινωνίες του κόσμου και συνεχιστή του έργου του Αθωνίτη Οικουμενικού Πατριάρχη Αθανασίου, που έγινε φορέας των ησυχαστικών ιδεών μέσω των μαθητών του στον κόσμο και η προσευχή του Ιησού έγινε κτήμα πολλών, φτερουγίζοντας από τις έρημους και τις μονές, για να σκηνώσει σε όλη την Εκκλησία, ακόμη και στα αυτοκρατορικά δώματα, αφού ο άγιος Αθανάσιος υπήρξε σύμβουλος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου του Β' του Παλαιολόγου και στην εποχή του πραγματοποιείται μια θεοκρατία στην πόλη του, στην καλύτερη μορφή της10.

Την ίδια εποχή στο Άγιον Όρος εργάζεται ο μεγάλος νηπτικός πατήρ και διδάσκαλος της νοεράς προσευχής όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης (+1346), ο οποίος διέδωσε τον ησυχασμό σε όλα τα Βαλκάνια δια των αγίων μαθητών του. Ο βιογράφος και μαθητής του άγιος Κάλλιστος γράφει περί αυτού: «Πάσαν σχεδόν την των μοναχών πληθύν και νύκτωρ και μεθημέραν εδίδαξε και εφώτισε, και δια της καθαράς ησυχίας και προσευχής τω Θεώ μετά σπουδής πάντας τους προσερχόμενους προσωκειώσατο»11. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στην παράφραση του ωραιότατου βίου του Καλλίστου αναφέρει πώς ο όσιος Γρηγόριος «είχε διαπαντός έργον περισπούδαστον να δράμη Αποστολικώς όλην την Οικουμένην, και να σύρη όλους τους Χριστιανούς εις την θείαν ανάβασιν με την διδασκαλίαν του, εις τρόπον όπου με το μέσον της πρακτικής αρετής να τους ανεβάση, ωσάν και τον εαυτόν του, εις το ύψος της θεωρίας με την συχνήν δέησιν της νοεράς προσευχής, καθώς και έγινε με το έργον τη αλήθεια δια της θείας χάριτος»12.

Αξιόλογοι μαθητές του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτου και θερμοί ακόλουθοι της ησυχαστικής παραδόσεως ήταν Μάρκος ο νηπτικός από τις Κλαζομενές, Ιάκωβος Επίσκοπος Σερβίων, Ααρών ο διορατικός, Μωυσής, Κλήμης από τη Βουλγαρία, Λογγίνος, Κορνήλιος και Ησαΐας. Οι τρεις τελευταίοι είναι αυτοί που βρήκε ο Γρηγόριος ασχολούμενους με τη θεωρητική ζωή στη σκήτη του Μαγουλά. Απέκτησαν και αυτοί αρκετούς μαθητές και τους μύησαν στα μυστικά της ιεράς ησυχίας: «Τη μελέτη και σπουδή των κρειττόνων προστετηκότες και μέχρι τελευτής τη νοερά και σωτηριώδει εργασία εμμελετώντες και ασχολούμενοι» κατά τον άγιο Κάλλιστο.

Ο άγιος Κάλλιστος (+1363) συνδέεται στενά, εκτός του αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτη, και με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, του οποίου υπήρξε ενθουσιώδης ακόλουθος, τον συνόδευσε στη Θεσσαλονίκη και στην Κωνσταντινούπολη, υπέγραψε τον Αγιορείτικο Τόμο (1339), συγκάλεσε σύνοδο στα ανάκτορα των Βλαχερνών, που επικύρωσε την παλαμική διδασκαλία13. Αναδείχθηκε και σημαντικός συγγραφέας14, όπου καθαρά φαίνεται η καθαρή καρδιά και η αγάπη της ησυχίας: «Νους καθαρθείς δια της νήψεως, ραδίως σκοτίζεται, ει μη τη συνέχει μνήμη του Ιησού απασχολείται πάντη των έξωθεν. Ο δε την πρακτικήν συναρμόσας τη θεωρία, οιονεί τη του νοός τηρήσει, ψόφους ουκ απαναίνεται κτύπους ανάρθρους ή και ενάρθρους ουκ αποσείεται, τρωθείσα γαρ η ψυχή τω θείω έρωτι του Χριστού, ως αδελφιδώ τούτω γε κατακολουθεί15

Οι άριστα βιογραφούμενοι από τον άγιο Φιλόθεο τον Κόκκινο Αγιορείτες όσιοι· Γερμανός ο Μαρούλης (1336) ο λάτρης της ησυχίας, ο ισόβιος υποτακτικός, ο θεωρητικός16, Σάββας ο Βατοπαιδινός (+1394), ο δια Χριστόν σαλός, ο «λιμώ τε και δίψει και παννύχοις προσταλαιπωρών αγρυπνίαις, ώσπερ άσαρκος τις και άυλος ων η πτηνός μάλλον και ουκ άνθρωπος, μηδέν έχων μεθ' εαυτού το παράπαν, ει μη το σώμα», ο αγωνισθείς κατά του Ακίνδυνου17, Ισίδωρος ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (+1350), του οποίου ο βίος είναι γεμάτος από θεοφάνειες, αγγελοφάνειες κι αγιοφάνειες, ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης τον έστειλε στον κόσμο και στάθηκε ένας από τους πρωτοστάτες του αντιβαρλααμικού αγώνος, μεταλαμπαδευτής της νοεράς προσευχής σε περισσότερα στρώματα ανθρώπων, το μοναχικό σχήμα έλαβε από τον άγιο Παλαμά, του οποίου υπήρξε συνοδοιπόρος στους αντιαιρετικούς αγώνες και ως Πατριάρχης τον αποκατέστησε και τον χειροτόνησε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης18.

Ορισμένοι των μαθητών του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτου μετέφεραν το ησυχαστικό αθωνικό πνεύμα στα Βαλκάνια και πέραν αυτών, όπως οι όσιοι Ρωμύλος (+1375), που μετέφερε στον σερβικό μοναχισμό την ασκητική και μυστική παράδοση του διδασκάλου του, με τους δικούς του μαθητές Νέστορα, Δανιήλ, Σισώη, Μαρτύριο και Γρηγόριο κι έχουμε μια μεγάλη εξάπλωση του ησυχασμού στη Σερβία και Βουλγαρία19, Θεοδόσιος (+1362), που στη μονή που ίδρυσε στο Κελιφάρεβο Τυρνόβου, καλλιέργησε τα γράμματα και τη νήψη και την έκανε κέντρο ησυχασμού, παιδείας και πολιτισμού, σε δύο συνόδους που κλήθηκε υπεράσπισε σθεναρά την αλήθεια των ήσυχαστών20, ως και ο μαθητής του Ευθύμιος Τυρνόβου (+1401/2), σημαντικός Βούλγαρος συγγραφέας, ο οποίος έγραφε στον συνέκδημό του άγιο Κυπριανό Κιέβου περί των καλών της ησυχίας: «Η έρημος είναι μήτηρ της ησυχίας, νηστείας διδάσκαλος, σύζυγος πνευματική, κλίμαξ προς ουρανόν φέρουσα, οδός προς Θεόν απλανής, άλυσις ευεργετική, ησυχία και νηστεία, αγνεία παρακλητική, σοφίας καθηγητής»21. Φίλος των παραπάνω αγίων ήταν ο άγιος Νικόδημος της Τισμάνα (+1406) ως και των αγίων Φιλόθεου Κόκκινου και Γρηγορίου του Παλαμά. Καλλιέργησε μακροχρόνια τη νοερά προσευχή κι αξιώθηκε χαρισμάτων. Στις μονές που ίδρυσε στη Βουλγαρία και Ρουμανία, μετέφερε τις ησυχαστικές ιδέες. Θεωρείται πατέρας του ρουμάνικου μοναχισμού22. Παρόμοιο έργο επιτελεί στη Ρωσία ο Αθωνίτης ησυχαστής άγιος Κυπριανός μητροπολίτης Κιέβου (+1406) με τις μεταφράσεις ασκητικονηπτικών κειμένων και την εδραίωση της περί τον άγιο Σέργιο του Ραντονέζ ησυχαστικής κινήσεως και της προς το Άγιον Όρος στροφής των Ρώσων. Η μυστική ζωή ήρεμα γίνεται δεκτή, παρά τις κάποιες αντίθετες ιδέες, υιοθετούνται οι παλαμικές αντιλήψεις και δημιουργείται η σημαντική κίνηση των πέρα του Βόλγα σπουδαίων στάρετς23.

Μεγάλη μορφή ησυχαστή είναι του οσίου Μαξίμου του Καυσοκαλύβη (+1365), του οποίου η συνομιλία με τον όσιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη αποτελεί σταθμό στη νηπτική γραμματεία. Αναφέρει λοιπόν πώς με τη βοήθεια της Θεοτόκου «άρχισεν η καρδία μου να λέγη από μέσα την προσευχήν, και ο νους μου να γλυκαίνεται εις την ενθύμησιν του Ιησού μου, και της Θεοτόκου μου, και να είναι πάντοτε μαζί με την ενθύμησιν αυτών, και πλέον από εκείνον τον καιρόν δεν έλειψεν η προσευχή από την καρδίαν μου… Εποθούσα την ησυχίαν πάντοτε, δια να απολαύσω πλέον περισσότερον τον καρπόν της προσευχής ο οποίος είναι μία αγάπη υπερβολική εις τον Θεόν, και μία αρπαγή του νοός προς τον Κύριον… Όταν έλθη η χάρις του Αγίου Πνεύματος εις τον άνθρωπον δια μέσου της προσευχής, τότε παύει η προσευχή· επειδή και ο νους κυριεύεται όλος από την χάριν του Αγίου Πνεύματος, και δεν ημπορεί πλέον να ενεργήση τας δυνάμεις του, αλλά μένει αργός, και υποτάσσεται εις το Άγιον Πνεύμα, και όπου θέλει το Άγιον Πνεύμα τον πηγαίνει, ή εις αέρα άυλον θείου φωτός, ή εις άλλην θεωρίαν ανεκδιήγητον ή και πολλάκις εις ομιλίαν θεϊκήν και εν συντομία, καθώς θέλει το Πνεύμα το Άγιον, έτσι παρηγορεί τους δούλους του καθώς πρέπει εις τον καθένα, έτσι του δίδει και την χάριν του»24.

Βλαστός της αθωνικής ησυχαστικής χορείας είναι και ο όσιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης (1380), μαθητής των σπουδαίων ησυχαστών Γρηγορίου και Μωυσή της σκήτης του Μαγουλά, των οποίων το πνεύμα μετέφερε στη μοναστηριούπολη των Μετεώρων25. Επίσης ο άγιος Κάλλιστος ο Β', ο Παντοκρατορινός και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1397), ο οποίος μαζί με τον όσιο Ιγνάτιο τον Ξανθόπουλο έγραψαν περί των καλών της θεοποιού ευχής: «Αδιαλείπτως τοίνυν παράμεινον τω ονόματι του Κυρίου Ιησού, ίνα καταπίη η καρδία τον Κύριον και ο Κύριος την καρδίαν και γένηται τα δύο εις εν. Και αύθις μη χωριζέτω την καρδίαν υμών από του Θεού, αλλά προσμένετε και φυλάσσετε αυτήν μετά της μνήμης του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού πάντοτε έως ου εμφυτευθή το όνομα του Κυρίου έσω εν τη καρδία και μηδέν έτερον εννοή, ίνα μεγαλυνθή Χριστός εν υμίν»26. Ο άγιος Κάλλιστος ο Καταφυγιώτης συνεχίζοντας θα πει: «Όταν το του νοός πρόσωπον νεύον είσω καρδίας, δρα την του πνεύματος έλλαμψιν εξ αυτής αείβλυτα πηγάζουσαν, τότε πάνυ καιρός του σιγάν»27.

Παρατηρούμε πώς κεντρική μορφή του 14ου αιώνα αναδείχθηκε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (1359). Τα έργα του τον κατατάσσουν μεταξύ των μεγάλων θεολόγων και πατέρων της Εκκλησίας. Ύστερα από τις γνωστές ησυχαστικές έριδες μας άφησε δωρεά ανεκτίμητη, ογκώδη μυστική γραμματεία. Ο Αθωνίτης ασκητής, ύστερα από πολλούς και μακρούς αγώνες, δικαιώθηκε από τρεις συνόδους της Κωνσταντινουπόλεως 1341,1347 και 1351. Ο σοφός ιεράρχης της Θεσσαλονίκης ανανέωσε με το έργο του τις περί του ακτίστου φωτός θείες εμπειρίες της Εκκλησίας. Το έργο του αυτό επηρέασε βαθειά τη μετέπειτα θεολογία και τη μοναστική ζωή. Η νίκη του αγίου Παλαμά κατά των αιρετικών, ήταν νίκη του Αγίου Όρους, κατά των ρευμάτων του ουμανισμού και της κυριαρχίας του ορθού λόγου και της γνώσεως, που έθεταν την πίστη σε δεύτερη μοίρα και αλλοίωναν το νόημα της ευαγγελικής αγάπης, προσευχής και ασκήσεως. Ο 14ος αιώνας με την παρουσία εμπνευσμένων μορφών και με κορυφαίο τον άγιο Παλαμά δύναται να χαρακτηρισθεί ως ο λαμπρότερος στην ιστορία της αθωνικής αγιότητος. Η πνευματική ζωή είχε φθάσει σε υψηλό βαθμό και η αρετή των μοναχών κυριαρχούσε28.

Θα μπορούσαμε να πούμε πώς η δόξα του 14ου αιώνα ήταν μια πλούσια δωρεά, που θα έπρεπε να φυλαχθεί στις δυσκολίες που θα ακολουθούσαν. Όμως και μέσα στους αιώνες της δουλείας ο Άθωνας δεν υστερήθη οσίων ησυχαστών: Νήφων ο Καυσοκαλυβίτης (+1411) μαθητής των οσίων Νείλου του Εριχιώτη, Θεογνώστου και Μαξίμου του Καυσοκαλύβη με υπερθαύμαστη άσκηση και υψηλή θεωρητική ζωή29, Νείλος της Σόρας (+1508), ο οποίος χρησιμοποίησε στα συγγράμματά του την ησυχαστική ορολογία των Αθωνιτών, την οποία παρουσίασε σε μοναχούς και λαϊκούς, γιατί η άσκηση και η προσευχή ως μέθοδος τελειοποιήσεως του πνεύματος είναι εξ ίσου απαραίτητη σε όλους30, ως και ο ομόφρονας μαθητής του Ιννοκέντιος τού Βολογκόντσκυ (+1521)31, Διονύσιος ο εν Ολύμπω (+1541), ο λάτρης της ησυχίας και νήψεως32, Θεωνάς Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (+1542), όπου κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «ησύχαζεν εκεί (στο ασκητήριό του) μόνος, μόνω τω Θεώ προσευχόμενος και πάλιν συνήρχετο με τους μαθητάς του, παρήγορων αυτούς πολλάκις με την θείαν διδασκαλίαν του… συνομιλεί με τον Θεόν, και εις την αγάπην αυτού ανεφλέγετο, είναι απόδειξις, ότι ηγάπησε τον Θεόν εξ όλης ψυχής του, και εξ όλης καρδίας του, και εξ όλης ισχύος του, και εξ όλης της διανοίας του»33.

Φορέας των παλαμικών ιδεών στη Ρωσία ήταν και ο Βατοπαιδινός μοναχός Μάξιμος ο Γραικός (+1556), ο οποίος παρά τις πικρές του περιπέτειες, μέσα στη φυλακή έγραψε με κάρβουνο στον τοίχο κανόνα στο Άγιον Πνεύμα, κι αναδείχθηκε για το αναμορφωτικό του έργο το πιο λαμπρό ελληνικό όνομα στη Ρωσία34.

Ο όσιος Νείλος ο Μυροβλύτης (+1651) «καταφλεγόμενος από τον πόθον της ησυχίας, εζήτει τόπον ερμημικώτερον και εύρων σπήλαιον κατάκρημνον και από τα δύο μέρη, φοβερόν εις την θέαν δια το κρημνώδες, κατέβαλε μεγάλας προσπάθειας και κατήλθεν εις αυτό. Έμεινε δε εκεί ο αείμνηστος, μόνος μόνω τω Θεώ προσευχόμενος και καταγινόμενος εις θεωρίας, άλλος δε κανείς δεν εγνώριζε τούτο, ει μη μόνος εκείνος, όστις τον ωδήγησεν εις αυτό. Εις αυτό δε και έμεινεν έως τέλους άγνωστος και αγωνιζόμενος ο μακάριος… πόσας δε αγγελικάς οπτασίας και παρηγορίας είδεν, αδύνατον είναι να διηγηθή τις»35.

Πράγματι ο «ΙΗ' αιών ομοιάζει εν Άθω εις πολλά τον ΙΔ'»36. Πρώτος της πνευματικής αυτής κινήσεως υπήρξε ο όσιος Ακάκιος ο Καυσοκαλυβίτης (+1730), τον οποίο δικαίως ο ομόφρονας υποτακτικός του παπα-Ιωνάς ο Καυσοκαλυβίτης (+1765) εξαίρει ως πρότυπο ασκητή-ησυχαστή, νηστευτή-σπηλαιώτη, αλείπτη νεομαρτύρων, διδάσκαλο της νοεράς προσευχής, όταν προσευχόταν «έβγαινε φλόγα πυρός από του στόματός του»37. Του ίδιου πνεύματος ήταν και ο όσιος Ιερόθεος ο Ιβηρίτης (+1745), περί του οποίου ο πρώτος βιογράφος του όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, γράφει περί των μεγάλων ασκητικών του αγώνων και προσευχών του «μετά δακρύων πολλών και στεναγμών (έλεγε) το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Είχεν έργον παντοτινόν ο αείμνηστος, και εσπούδαζεν, αν ήτον τρόπος, και δεν εμποδίζετο από τους ανθρώπους, να μην την αφίνη, ούτε από τον νουν του ούτε από το στόμα του»38. Ο ιερομάρτυς Κοσμάς ο Αιτωλός (+1779), μετά εικοσαετή άσκηση στη μονή Φιλόθεου και εσωτερική πληροφορία εξήλθε στον κόσμο και κατά τις εθνοσωτήριες και ψυχωφελείς ιεραποστολικές του περιοδείες μοίραζε σταυρούς και κομποσχοίνια, μιλώντας απλά αλλά μεστά, για τη δύναμη της νοεράς προσευχής: «Να πάρετε όλοι από ένα κομπολόγιον, και το κομπολόγιόν σας να έχη τριάντα τρία σπυρία, και να προσεύχεσθε να λέγητε το Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος, δια της Θεοτόκου και πάντων σου των Αγίων ελέησόν με τον αμαρτωλόν και ανάξιον δούλόν σου. Μέσα εις το Κύριε Ιησού Χριστέ, αδελφοί μου, τι θεωρεί; θεωρεί η Αγία Τριάς, ο Θεός μας, η ένσαρκος οικονομία του Χριστού μας. Και πάντες οι Άγιοι με τον Σταυρόν και με το Κύριε Ιησού Χριστέ επήγαν εις τον παράδεισον. Και όποιος λέγει αυτόν τον λόγον και κάμνει και τον Σταυρόν του, καν άνδρας, καν γυναίκα, ευλογεί τον ουρανόν, την γην, την θάλασσαν. Με τον Σταυρόν και με το Κύριε Ιησού Χριστέ ιατρεύονται κάθε αρρωστείες. Με τον Σταυρόν και με το Κύριε Ιησού Χριστέ, οι Απόστολοι αναστούσαν νεκρούς και ιάτρευαν πάσαν ασθένειαν. Με τον σταυρόν και με το Κύριε Ιησού Χριστέ αποστομώνει ο άνθρωπος κάθε αιρετικόν. Με τον Σταυρόν και με το Κύριε Ιησού Χριστέ αγιάζει ο άνθρωπος και πηγαίνει εις τον παράδεισον, να χαίρεται και να ευφραίνεται ωσάν οι Άγγελοι»39.

Μια τετράδα οσίων θα σταθεί στην κορυφή της δημιουργικής πνευματικότητας του 18ου και 19ου αιώνος και θα μας δώσει ένα λαμπρό αναγεννητικό έργο, του οποίου τους ευχύμους καρπούς γευόμαστε μέχρι σήμερα. Πρόκειται για τους ομόφρονες νεοησυχαστές Παΐσιο Βελιτσκόφσκι (+1794), Μακάριο Νοταρά (+1805), Νικόδημο Αγιορείτη (+1809) και Αθανάσιο Πάριο (+1813). Οι τρεις τελευταίοι είναι και οι πρωτοστάτες του λεγόμενου κινήματος των Κολλυβάδων. Το κίνημα αυτό μιλούσε ζωηρά για επιστροφή στη ζωντανή πατερική παράδοση, περί συνεχούς θείας Μεταλήψεως, συνειδητής συμμετοχής του λαού στη λατρεία, νήψεως και ασκητικότητος. Μάλιστα οι όσιοι αυτοί ασχολήθηκαν με τη ζωή και το έργο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.

Ο Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ, Γέροντα είχε τον ησυχαστή Βασίλειο, συγγραφέα και μεταφραστή νηπτικών έργων. Μετά πολυετή παραμονή στον Άθωνα επέστρεψε στη Ρουμανία, όπου στις μονές που προΐστατο, έτρεφε τους πολλούς μοναχούς του κυρίως με τα νηπτικά έργα, που μετέφραζαν συνέχεια, όπως τη Φιλοκαλία το 1793, και πολλά άλλα, που στη συνέχεια μεταφέρθηκαν και στη Ρωσία και δημιούργησαν ησυχαστική αναγέννηση με πλουσίους καρπούς. Μεταξύ των έργων αυτών διακρίνονται και έργα του αγίου Παλαμά. Περί της νοεράς προσευχής γράφει ο όσιος Παΐσιος: Οι άγιοι ονομάζουν την προσευχή αυτή τέχνη τεχνών. Ποιος μπορεί ν' ασχοληθεί μ' αυτή χωρίς να διδαχτεί από έναν τεχνίτη, δηλαδή από έναν έμπειρο καθοδηγητή; Η προσευχή αυτή είναι μάχαιρα του πνεύματος, δοσμένη απ' τον Θεό για να συντρίψουμε τον εχθρό των ψυχών μας. Για κείνον όμως που δεν τη χρησιμοποιεί σωστά, υπάρχει φόβος να στραφεί εναντίον του. Η προσευχή αυτή έλαμψε σαν ήλιος ανάμεσα στους μοναχούς40.

Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γνώρισε τον μοναχισμό και τη νοερά άθληση από τους ενάρετους εξόριστους Κολλυβάδες Γρηγόριο, Νήφωνα, Αρσένιο και Σίλβεστρο τον Καισαρέα στην Ύδρα. Η γνωριμία του και συνεργασία του με τον άγιο Μακάριο Κορίνθου τον Νοταρά έφερε ως μεστό καρπό τη συλλογή και έκδοση της περίφημης Φιλοκαλίας, το 1782, η οποία αποτέλεσε σταθμό για την Ορθόδοξη πνευματικότητα και είχε μεγάλη απήχηση στον μοναχισμό και στον πιστό λαό, ώστε αργότερα να χαρακτηρίζει την εποχή αυτή41. Η απώλεια των χειρογράφων του οσίου της εκδόσεως των Απάντων του Αγίου Παλαμά μετά δικών του σχολίων τον έκανε κατά τον βιογράφο του «κλαίοντα και οδυρόμενο». Κατά τον άγιο Νικόδημο: «Ο Παλαμάς εις τον ακρότατον ανελθών και ταις θεοπτικαίς λάμψεσι καταυγαζόμενος την διάνοιαν, σοφώτατα και θεολογικώτατα συγγράμματα τη Εκκλησία καταλείπει». Ο Γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης εύστοχα παρατηρεί για τον όσιο Νικόδημο: «Τον Παλαμάν εθεώρει ως τον εκφραστικώτερον θεολόγον του Ησυχασμού, υπέρ ου τόσον εμόχθησε και τόσα έπαθεν επί δεκαπενταετίαν δια την Συνοδικήν του δικαίωσιν. Εις τα έργα του ο θειος Πατήρ περισσότερον παντός άλλου επικαλείται τον Παλαμάν, ον μνημονεύει μετά πολλού σεβασμού και αγάπης, οσάκις πρόκειται να υποστηρίξη μίαν άποψίν του θεολογικήν, αναφερομένην εις την Ορθόδοξον πνευματικότητα»42. Θ' αρκεσθούμε μόνο σε μια φράση του οσίου από το αριστουργηματικό του Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον επί του θέματός μας· «Συνεργούντος σοι του συνεχώς εν τη καρδία σου μελετωμένου γλυκύτατου Ιησού, θέλεις αναβή και εις τα υπέρ φύσιν διότι ανασκαλεύων δια της νοεράς ταύτης εργασίας και εξάγων τον χουν, και την τέφραν των παθών, και πονηρών λογισμών και προλήψεων από της καρδίας σου, η οποία έχει εν εαυτή συγκεχωσμένον τον σπινθήρα της υπερφυσικής χάριτος του Θεού, θέλεις εύρη και αυτόν τον ίδιον σπινθήρα ον ήλθεν ο Χριστός βαλείν επί της γης της καρδίας, και θέλεις χαρή επί τη ευρέσει αυτού χαράν ανεκλάλητον, και από της χαράς σου θέλεις χύση γλυκύτατα δάκρυα43.

Ο όσιος Αθανάσιος ο Πάριος στο προοίμιο της παραφράσεως του βίου του αγίου Παλαμά, μεταξύ άλλων, αναφέρει πώς γράφει: «από ένα θερμότατον πόθον, όπου αισθάνομαι εις την καρδίαν μου, προς τον μέγαν εν ιεράρχαις Γρηγόριον, τον θαυμάσιον ποιμένα της μεγαλοπόλεως Θεσσαλονίκης, τον λαμπρότατον φωστήρα, όλου του νοητού στερεώματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας… Εφρόνει (μετά της Καθολικής Εκκλησίας δηλονότι) και όχι μόνον εφρόνει, αλλά και πολλά έγραψε, και με όλας τας δυνάμεις ηγωνίσθη να απόδειξη και απέδειξεν ότι πάσα θεία ενέργεια και η θεία και θεοποιός χάρις και το φως όπου έλαμψεν ο Κύριος εις την θείαν του μεταμόρφωσιν ήσαν και είναι άκτιστα, και δυσσεβείς και κακόφρονας απέδειχνεν εκείνους, όπου τα εδογμάτιζαν κτιστά44.

Παραλείποντες θαυμαστά στοιχεία βίων ιερών μορφών νεοησυχαστών Αγιορειτών του 19ου και 20ου αιώνος, που υπάρχουν σε πολλά σύγχρονα Γεροντικά45, θα σταθούμε σε τέσσερις αρκετά γνωστές μορφές των ημερών μας, μακαριστούς πλέον και μακάριους, οι οποίοι πολλούς πολύ ωφέλησαν.

Πρόκειται για τον πολύτεκνο και καλλίτεκνο ασκητή Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή (+1959)46 περί του οποίου γράφει ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου αρχιμανδρίτης Εφραΐμ ως πνευματικός εγγονός αυτού: «Μελετώντας κανείς τις επιστολές του μακαρίου Γέροντα Ιωσήφ, το πρώτο που επισημαίνει είναι τον πόθο του, τη νοσταλγία του, την πολλή μεγάλη επιθυμία του να πείση το συνάνθρωπό του να ασχοληθή με την ευχή του Ιησού. Γιατί όταν ήλθε στον Άθωνα έθεσε σαν στόχο του να ζήσει όπως οι παλαιοί ασκητές»47. Γράφει ο Γέρων Ιωσήφ προς νέο σ' επιστολή του ενδιαφερόμενο για την ευχή του Ιησού: «η νοερά προσευχή εις εμένα είναι όπως η τέχνη του καθενός, καθότι εργάζομαι αυτήν τριανταέξ και επέκεινα χρόνια. Όταν εγώ ήλθα στο Άγιον Όρος, εζήτησα απ' ευθείας τους ερημίτας, όπου εργάζονται την προσευχήν. Τότε υπήρχαν πολλοί πριν σαράντα χρόνια όπου είχαν ζωή μέσα τους. Άνθρωποι αρετής. Γεροντάκια παλαιά. Από αυτούς εκάναμε Γέροντα και τους είχαμε οδηγούς. Λοιπόν η πράξις της νοεράς προσευχής είναι να βιάσης τον εαυτό σου να λέγης συνεχώς την ευχήν με το στόμα, αδιαλείπτως. Εις την αρχήν γρήγορα να μην προφθάνη ο νους να σχηματίζη λογισμό μετεωρισμού. Να προσεχής μόνον στα λόγια: Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με. Όταν αυτό πολυχρονίση, το συνηθίζει ο νους και το λέγει. Και γλυκαίνεσαι ωσάν να έχης μέλι στο στόμα σου. Και θέλεις όλο να το λέγης. Αν το αφήνης, στενοχωρείσαι πολύ. Όταν το συνηθίση ο νους και χόρταση -το μάθη καλά- τότε το στέλνει εις την καρδίαν48.

Ο διακριτικός και διορατικός Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης (+1991), παρ' ότι έζησε πολλά έτη στην Αθήνα, ζούσε ζωηρά τη νοερά εργασία και συμβούλευε «θα λες το Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του Ζώντος, ελέησόν με, με πολύ ηρεμία, απαλότητα και γλυκύτητα. Να μη ταράζεσαι από τις διάφορες εικόνες που θα σου φέρνει ο πονηρός, ούτε να βιάζεσαι όταν λες τις λέξεις αυτές, και να προσέχεις καλά το νόημά τους»49. Ζώντας αδιάλειπτα τη νοερά προσευχή συχνά έλεγε πώς να λένε την προσευχή: «Χωρίς βία και άγχος, θα τα λέτε ήρεμα, ταπεινά, με αγάπη, με γλύκα»50 κι άλλοτε «Να προσεύχεσαι χωρίς αγωνία, ήρεμα, με εμπιστοσύνη στην αγάπη και στην Πρόνοια του Θεού. Μην κουρασθής να προσεύχεσαι»51.

Αν θα προσθέταμε κεφάλαια στη Φιλοκαλία, οπωσδήποτε θα έπρεπε να θέσουμε τα έργα του Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ (+1994) μαθητού του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη (+1938) και εξαίρετου βιογράφου του. Ο καθηγητής Γ. Μαντζαρίδης το βιβλίο του «Περί προσευχής» χαρακτηρίζει ανεκτίμητο θησαυρό στην Ορθόδοξη θεολογική και εκκλησιαστική γραμματεία52. Πράγματι το βιβλίο αυτό είναι αποκαλυπτικό των βιωμάτων του συγγραφέως: «Η απόκτησις της προσευχής δια του Ονόματος του Ιησού σημαίνει απόκτησιν της αιωνιότητος. Εις τας πλέον θλιβεράς στιγμάς της καταρρεύσεως του φυσικού ημών οργανισμού η προσευχή, Ιησού Χριστέ, αποβαίνει το ένδυμα της ψυχής. Όταν η δραστηριότης του εγκεφάλου ημών παύη, πάσα δε άλλη προσευχή καθίσταται δύσκολος δια την μνήμην και την προφοράν, τότε το φως της θεογνωσίας, όπερ εκπορεύεται από του Ονόματος και το οποίον ενδομύχως έχομεν αφομοιώσει, θα παραμείνη αναφαίρετον από του πνεύματος ημών…53.

Ο Γέροντας Παΐσιος (+1994) ζώντας στα βάθη της καθαρής του καρδιάς την προσευχή κι αγαπώντας θερμά την ησυχία μιλούσε συχνά στους πολλούς επισκέπτες του περί προσευχής, ως συνέχεια της προσευχής του: «Ο άνθρωπος να συναισθάνεται την αμαρτωλότητά του και να έχει εμπιστοσύνη κι ελπίδα στο έλεος του Θεού, διότι αυτό θα τον σώσει. Έτσι συγκεντρώνεται ο νους του κι αισθάνεται την ευχή ως ανάγκη. Έτσι αρχίζει να λέει «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελθέ»… και η καρδιά ξεκουράζεται»54.

Η ησυχαστική παράδοση σε όλη την ιστορία του Αγίου Όρους ήταν και είναι ζωντανή. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι λίαν επίκαιρος σήμερα. Η γνήσια μοναχική ζωή, είναι η εμπνευσμένη μυστική ζωή, με πλούσια και μοναδική δημιουργία και προσφορά για όλη την Εκκλησία και τον κόσμο. Με τη νοερά άθληση ο Ορθόδοξος μοναχός βιώνει στην εντέλεια την ενότητα της Εκκλησίας και συνεργεί στη σωτηρία του κόσμου.

Η κύρια εργασία των μοναχών είναι η προσευχή, της οποίας η ευεργετική δύναμη έχει απεριόριστη αξία για όλο τον κόσμο. Η αγάπη αυτών που παρέμειναν κρυμμένοι σε σπήλαια και χαράδρες δεν ήταν λιγότερη από αυτών που εργάσθηκαν εκτός του Όρους.

Μέσα από τις κρύπτες τους προσεύχονταν νυχθήμερα υπέρ της σωτηρίας παντός του κόσμου. Η προσωπική τους τελείωση ήταν δύναμη για το ένα σώμα της Εκκλησίας, του οποίου αποτελούσαν δυναμικά μέλη. Οι προσευχές τους ήταν ανυπολόγιστης αξίας για όλη την ανθρωπότητα κι επηρέαζαν τις εκβάσεις της ιστορίας. Οι άσημοι ασκητές βίωναν στα βάθη της καρδιάς τους τα μυστήρια του Θεού, ήσαν οι όντως θεολόγοι. Ο άγιος Μάξιμος έλαβε το χάρισμα της θεολογίας από τη Θεοτόκο στην κορυφή του Άθωνα. Οι θείες ελλάμψεις του ακτίστου και ενυποστάτου φωτός, που χαρίζεται στους κατά χάριν αξίους, ένωναν μυστικά τους νέους μαθητές του Κυρίου, τους ησυχαστές, καθώς θεολογεί ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Η ζωή των όσιων του Άθω Πατέρων υπογραμμίζεται από την αναγκαιότητα της πρακτικής αρετής και ασκήσεως για να καθαρισθεί ο νους και η καρδιά και να γίνουν δεκτικοί των θείων θεωρημάτων. Αποκορύφωμα όλων των πρακτικών ασκήσεων η προσευχή, η αγάπη, η οποία αντικαθιστούσε την ιεραποστολή, τη διδασκαλία και τη φιλανθρωπία. Μόνη η προσευχή καταξίωνε τον σκοπό της αναχωρήσεως από τον κόσμο. Θεολογία και προσευχή δεν αποτελούν κάτι ανεξάρτητο. Υπάρχει ενότητα πλήρης στην πράξη ως μία θεωρητική ζωή προσιτή σε όλους. Η Εκκλησία σήμερα καλείται να μελετήσει ιδιαίτερα την πλούσια ησυχαστική της παράδοση και πρώτος ο μοναχισμός και μάλιστα ο αθωνικός.

Κλείνω με τα θεόπνευστα λόγια του οσίου Σιλουανού του Αθωνίτου: «Εγώ εγνώρισα ότι η προσευχή είναι εύκολος, επειδή βοηθεί η χάρις του Θεού. Ο Κύριος αγαπά ημάς υπερβαλλόντως, και δια της προσευχής καταξιοί ημάς να συνομιλώμεν μετ' Αυτού και να μετανοώμεν και να δοξολογώμεν Αυτόν. Αδυνατώ να περιγράψω οπόσον πολύ αγαπά ημάς ο Κύριος. Δια του Πνεύματος του Αγίου γνωρίζεται η αγάπη αυτή, και η ψυχή του προσευχομένου γνωρίζει το Άγιον Πνεύμα»55



Monk Moisis the Athonite

THE HESYCHAST TRADITION ON THE HOLY MOUNTAIN FROM SAINT GREGORY PALAMAS UNTIL TODAY

Summary

Saint Gregory Palamas is primarily an Athonite and a hesychast. His teaching is a distillation of that of the Church on the distinction between the essence and energies of God. Varlaam was the main representative of the anti-Hesychasts. At the time of Saint Gregory, the prayer of the heart was being practised on the Holy Mountain by Saints Philotheos Kokkinos, Nikeforos the Hesychast, the Elder of Saint Gregory, as well as Nikodemos the Hesychast, Theoliptos of Philadelphia, Gregory the Sinaite with his many like-minded disciples, Germanos Maroulis and others. Palamite teaching was thereafter embraced and practised by Athonite saints who lived after him: Maximos Kavsokalyvitis, Nil Sorskij, Dionysios in Olympos, Theonas of Thessaloniki, Maximos the Greek and another Saint Neilos, from whose relics myrrh flowed. The 18lh century resembled the 14lh and we have important neo-hesychast saints: Akakios Kavsokalyvitis, lerotheos of lveron, Kosmas Aitolos, Paϊsy Velichkofskij and the Kollyvades, Makarios Notaras, Nikodemos the Athonite and Athanasios Parios. The spirit of Saint Gregory Palamas reaches down to our own days with the virtuous Athonite Fathers losif the Hesychast, Porfirios Kavsokalyvitis, Sofronios Sakharov, disciple of Saint Silouan, Paϊsios the Athonite and many others, alive or gone to rest. The teaching of Saint Gregory Palamas remains topical and modern Orthodox monasticism delights in it.


Σημειώσεις

1. Αρχιμ. Ιεροθέου Βλάχου, Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ως Αγιορείτης, Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου - Πελαγίας 1992. σ. 17-18.

2. Ο. π., σ. 22.

3. Θεοκλήτου Διονυσιάτου Μοναχού, Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο βίος και η θεολογία του, Θεσσαλονίκη 1976, σ. 100-106.

4. Δημητρίου Τσάμη, Φιλόθεου Κωνσταντινουπόλεως, Λόγος εις άγιον Γρηγόριον Παλαμάν Αρχιεπίσκοπον Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1984. Σταύρου Κουρούση, «Οικουμενικός Πατριάρχης Φιλόθεος ο Κόκκινος». Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (εφεξής Θ. Η. Ε), τόμ. 11, στ. 1119 κ. έ. Αθήναι 1967. Βασιλείου Δεντάκη, Βίος και Ακολουθία του αγίου Φιλόθεου (Κόκκινου) Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως του Θεολόγου. Αθήναι 1971. Δημητρίου Καϊμάκη, «Φιλόθεου Κόκκινου, Δογματικά έργα». Θεολογικόν Συνέδριον εις τιμήν και μνήμην του εν αγίοις πατρός ημών Φιλόθεου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως του Θεσσαλονικέως. Ιερά Μητρόπολις Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1983.

5. Νικηφόρου Μονάζοντος. «Λόγος Περί νήψεως και φυλακής της καρδίας μεστός αυτής τυχούσης ωφελείας», Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, Αθήναι 31961, τόμ. Δ', σ. 26.

6. J. Patinot, Θ. Η. Ε., τόμ. 9 (1966), στ. 483-484. Ν. Γιαννόπουλου, Θ. Η. Ε., τόμ. 9, (1966). στ. 494. Β. Τατάκη, «Νικηφόρος μοναχός Ησυχαστής», Κληρονομία 1 (1969),σ. 325-336. Βασ. Ψευτογκά, «Νικηφόρου Ιταλού, Περί της Αγίας Τριάδος και Οικονομίας του Θεού Λόγου», επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, (εφεξής Ε. Ε. Θ. Σ. Π. Θ. ) 23 (1978). σ. 209-232.

7. Δημητρίου Τσάμη, ό.π., σ. 46. J. Patinot. ό. π., σ. 496.

8. V. Laurent. «Θεόληπτος Μητροπολίτης Φιλαδέλφειας», Θ. Η. Ε., τόμ. 6 (1965). σ. 249-250.

9. Θεολήπτου Μητροπολίτου Φιλαδέλφειας, «Λόγος την εν Χριστώ κρυπτήν εργασίαν διασαφών και δεικνύων εν βραχεί του μοναδικού επαγγέλματος τον κόπον», Φιλοκαλία, ό. π., σ. 10.

10. Η. Delehage, «La vie d' Athanase, patriarche de Constantinople (1289-1293, 1304-1310)», Melanges d'archeologie et d'historie 17 (1897), σ. 47-74. A. Kerameus - A. Papadopoulos, Zitija dvuch vselenskich patriarchou XIV v., Sv. Atanasija I i Isidora Ι (Βίοι δύο Οικουμενικών Πατριαρχών του 14ου αι. αγίου Αθανασίου Α' και αγίου Ισιδώρου Α'), Zapiski Ist. - Filol. Fakulteta Imp. St. Petersburgskago Universiteta 76 (1905). σ. 1-51. Αθανασίου Παντοκρατορινού αρχιμ., «Βίος και Πολιτεία του Αθανασίου Α' Οικουμενικού Πατριάρχου (1289-1293 και 1304-1310)» συγγραφείς υπό Ιωσήφ Καλουέτου μοναχού. Θρακικά 13(1940), σ. 59-107. Α. Γριτσόπουλου. Θ. Η. Ε., τόμ. 1, στ. 517-518.

11. I. Pomjalovskij, Zitie ize vo svjatih otca nasego Grigorija Sinaita po rukopisi Moskovskoj Sinodalnoj biblioieki, 1894. σ. 30.

12. Νικόδημου Αγιορείτου Μοναχού. Νέον Εκλογών. Αθήναι 21974. σ. 304.

13. VI. Mosin, Sveti pairijarh Kalist I, Srpska crkva, prav. Crkve 1946.

14. Δημητρίου Γόνη, Το συγγραφικόν έργον του Οικουμενικού Πατριάρχου Καλλίστου Α΄ Αθήναι 1980.

15. Του μακαρίου Καλλίστου του Πατριάρχου, «Κεφάλαια περί προσευχής», Φιλοκαλία, ό. π., σ. 297.

16. P. loannou, «Vie de St Germain l’ Hagiorite par son conteporain le patriarche Philothee de Constantinople», An. Boll. 70 (1952), σ. 35-115. Δημητρίου Τσάμη, Φιλόθεου Κόκκινου, «Βίος Οσίου Γερμανού Μαρούλη», Ε. Ε. Θ. Σ. Π. Θ. 26 (1981), σ. 105-172. Φιλοθέου Κόκκινου, Άγιος Γερμανός ο Αγιορείτης, Θεσσαλονίκη 1985.

17. Δημητρίου Τσάμη, Φιλόθεου Κόκκινου, Βίος Σάββα του Νέου, Θεσσαλονίκη1983. Φιλόθεου Κόκκινου, Βίος Αγίου Σάββα του Βατοπεδινού (του Σαλού δια Χριστόν), Θεσσαλονίκη 1984.

18. Δημητρίου Τσάμη. «Φιλόθεου Κόκκινου, Βίος Αγίου Ισιδώρου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως», Ε. Ε. Θ. Σ. Π. Θ. 25 (1980). σ. 89-187. Τάσου Γριτσοπούλου, «Ισίδωρος Α'», Θ. Η. Ε., τόμ. 6 (1965). στ. 1017-1018.

19. Α. Syrku, Zitie prepodobnago, Monacha Grigorija, Romilo po rukopisi XVΙ. Imperatorskoj Publicnoj Biblioteki sobranija Giljferdinga s prilozeniem sluzby prepodobnomu Romilu po rukopisi XVIIV. Belgradskoj narodnoj biblioteki, P. 1900.

20. N. Zlatarski, Zitie i podriznistro prepodobnago otca nasego Feodosija ize ν Trnove sapisano svetejsim patriarchom Konstantinagrada kir Kalistom, Sbornik za narodni umotvorenija nauka i kniznina, Kniga  XX, nova rediga Kniga utora, S. 1904, σ. 1-41. Δ. Γόνη, ό. π., σ. 69-120.

21. I. Bogtanou, Patriarch Evtimij. Kniga za nego i negovoto vrerne, 1970.

22. Ιωαννικίου Μπαλάν ιερομ., Ρουμανικό Γεροντικό, Θεσσαλονίκη 1985, σ. 47-50.

23. Ι. Μανβέτωφ. Ο μητροπολίτης Κιέβου Κυπριανός και η λειτουργική του δραστηριότης. Μόσχα 1882. Ι. Σαμπάτιν, «Κυπριανός άγιος Μητροπολίτης Κιέβου». Θ. Η. Ε., τόμ. 7 (1965), στ. 113-115.

24. Θεοφάνους του Περιθεωρίου και Προηγουμένου της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου, «Βίος και λαμπροί αγώνες και θαύματα του Οσίου και θεοφόρου Πατρός ημών Μαξίμου του Καυσοκαλύβη του εν Αγίω Όρει του Άθωνος ασκήσαντος κατά τον ΙΔ΄ αιώνα». Νέον Εκλόγιον. ό. π., σ. 310. Fr. Halkin, «Deux vies de s. Maxime le Kausokalybe, eremite au Mont Athos (xiv s. )», An. Boll. 54 (1936). σ. 65-109.

25. Δημητρίου Σοφιανού, Ο Όσιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης, Μετέωρα 1990.

26. Των εν μοναχοίς Καλλίστου και Ιγνατίου των Ξανθοπούλων. «Μέθοδος και κανών συν Θεώ ακριβής». Φιλοκαλία, ό. π., σ. 222-223. Σ. Παπαδόπουλου, «Κάλλιστος ο Β' Ξανθόπουλος», Θ. Η. Ε., τόμ. 7 (1965). στ. 265.

27. Εκ των του Καλλίστου Καταφυγιώτου συλλογιστικών και υψηλοτάτων κεφαλαίων τα σωζόμενα, Φιλοκαλία, τόμ. Ε', Αθήναι 1963, σ. 33. Σ. Παπαδόπουλου, «Κάλλιστος ο Καταφυγιώτης», Θ. Η. Ε. (1965), στ. 264.

28. Θ. Χατζησταύρου. Αι περί των ησυχαστών της ΙΑ' εκατονταετηρίδος και της διδασκαλίας αυτών έριδες, Λειψία 1905. Γ. Παπαμιχαήλ, «Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και Βαρλαάμ ο Καλαβρός», Εκκλησιαστικός Φάρος (1908), σ. 297-339. Του αυτού, «Αι ησυχαστές και έριδες του ΙΔ' αιώνος», Εκκλησιαστικός Φάρος 5 (1910), σ. 385-425. Χ. Παπαδόπουλου, «Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και η λατινική Εκκλησία», Γρηγόριος Παλαμάς 7 (1913), σ. 345-354. Θ. Καστανά, Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ο μυστικισμός των ησυχαστών. Θεσσαλονίκη 1939. Π. Χρήστου, «Περί τα αίτια της ησυχαστικής έριδος», Γ. Π. 39 (1956), σ. 128-138. Του αυτού, Γρηγόριος ο Παλαμάς και η θεολογία εις την Θεσσαλονίκην κατά τον ΙΔ΄ αιώνα. Θεσσαλονίκη 1957. Του αυτού, Γρηγορίου του Παλαμά, Συγγράμματα. Θεσσαλονίκη 1962. G. Schiro, Ο Βαρλαάμ και η φιλοσοφία εις την Θεσσαλονίκην κατά τον ΙΔ' αιώνα, Θεσσαλονίκη1959. Jean Meyendorff, Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και η Ορθόδοξη Μυστική Παράδοση. Αθήνα 1983. Δ. Κουτσουρή, Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και η αντιησυχαστική κακοδοξία του ΙΔ' αιώνα, Αθήνα 1996.

29. F. Halkin, «La vie de Saint Niphon», An. Boll. 58 (1940).

30. Βασιλείου Grolimund Μοναχού, Του εν οσίοις πατρός ημών Νείλου Σόρσκυ, Άπαντα τα σωζόμενα ασκητικά, Θεσσαλονίκη 1985.

31. Martin Jordan, «Ιννοκέντιος όσιος», Θ. Η. Ε. . τόμ. 6 (1965), στ. 903-904.

32. Αποστόλου Γλαβίνα, Ο άγιος Διονύσιος ο Ολυμπίτης, Θεσσαλονίκη 1985.

33. Νέον Εκλόγιον, σ. 385.

34. Γ. Παπαμιχαήλ., Μάξιμος ο Γραικός ο πρώτος φωτιστής των Ρώσων. Αθήναι1950. Β. Φειδά, Θ. Η. Ε., τόμ. 8 (1966), στ. 627-632.

35. Ματθαίου Λαγγή, Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόμ. 5, Αθήναι 51974, σ. 180-182.

36. Κοσμά Βλάχου διακόνου, Η χερσόνησος τον Αγίου Όρους Άθω, Βόλος 1903. σ. 110.

37. Σ. Παπαδόπουλου. Θ. Η. Ε., τόμ. 1, στ. 1174-1175.

38. Βίος και Πολιτεία του Οσίου και θεοφόρου Πατρός ημών Ιεροθέου. Νέον Εκλόγιον, ό. π., σ. 354. Α. Γριτσόπουλου. «Ιερόθεος ο Ιβηρίτης», Θ. Η. Ε., τόμ. 6 (1965). στ. 800-802.

39. Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου, Κοσμάς ο Αιτωλός, Αθήναι 191996. σ. 289.

40. Πέτρου Μπότση. Οσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ, Αθήνα 1990, σ. 192. Α. Ταχιάου, Ο Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ (1722-1794) και η ασκητικοφιλολογική σχολή του, Θεσσαλονίκη 1964.

41. Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών, συνερανισθείσα παρά των αγίων και θεοφόρων πατέρων ημών, εν ή δια της κατά την πράξιν και θεωρίαν ηθικής φιλοσοφίας, ο νους καθαίρεται, φωτίζεται και τελειούται, επιμελεία μεν ότι πλείστη διορθωθείσα, νυν δε πρώτον τύποις εκδοθείσα δια δαπάνης του τιμιωτάτου και θεοσεβεστάτου κυρίου Ιωάννου Μαυροκορδάτου, εις κοινήν ορθοδόξων ωφελείαν. Ενετίησιν 1782, Αθήναι 21893, Αθήναι 31957, Θεσσαλονίκη 41984. Κωνσταντίνου Παπουλίδη, «Σύμμεικτα περί Φιλοκαλίας και του Ευεργετινού», Μακεδονικά 10 (1970), σ. 291-293. αμφιλοχίου Ράντοβιτς αρχιμ., Η Φιλοκαλική Αναγέννηση του XVΙΙ καί XIX αι. και οι πνευματικοί καρποί της. Αθήναι 1984.

42. Θεοκλήτου Διονυσιάτου Μοναχού, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, Ο Βίος και τα έργα του 1749-1809. Αθήναι 1959. σ. 208.

43. Νικόδημου Αγιορείτου. Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, Αθήναι, δ. χ. σ. 127.

44. Αθανασίου Πάριου ιερομ., Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ο Άντίπαπας, Θεσσαλονίκη 1981. σ. 19,25.

45. Ιωαννικίου Κοτσώνη αρχιμ., Αθωνικόν Γεροντικόν, Θεσσαλονίκη 1991. Του αυτού, Ανθοδέσμη από το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1992. Ιωσήφ Βατοπαιδινού Μοναχού. Οσίων μορφών αναμνήσεις. Θεσσαλονίκη 1995. Χερουβείμ αρχιμ., Από το Περιβόλι της Παναγίας. Ωρωπός 1981. Αντωνίου ιερομ., Βίοι Αθωνιτών τού ΙΘ' αιώνος, τόμ. Α' Ορμύλια 1994. τόμ. Β' 1995. Βασίλειου Σκιαδά. Σύγχρονες οσιακές μορφές, Αθήνα 1995. Διονυσίου Τάτση πρεσβ., Διδαχές Γερόντων, Κόνιτσα 1996. Λαζάρου Διονυσιάτου Μοναχού, Διονυσιάτικαι Διηγήσεις, Άγιον Όρος 1997. Νικολάου Ζαχαριάδη. Εμπειρίες από τον αμίλητο κόσμο τον Άθω, τόμ. Α', Πύργος 1997. τόμ. Β' 1999. Παϊσίου Μοναχού, Αγιορείται πατέρες και αγιορείτικα, Σουρωτή 31994. Αλεξίου Παναγοπούλου, Άγνωστες οσιακές μορφές Αγιορειτών τού 19ου αιώνα, Αθήναι 1994. Βλασίου μοναχοί, Αθωνικόν Λειμωνάριον, Λάρνακα 1998. Ανωνύμου ησυχαστού. Νηπτική θεωρία, Θεσσαλονίκη 1979. Ιωαννικίου Μπαλάν ιερομ., Ρουμανικό Γεροντικό, Θεσσαλονίκη 1985. Γαβριήλ Διονυσιάτου αρχιμ., Λαυσαϊκόν του Αγίου Όρους, Βόλος 1959. Ανδρέου Μοναχού. Γεροντικό του Αγίου Όρους, τόμ. Α', Αθήναι 1979. τόμ. Β' 1981. Μαξίμου Καυσοκαλυβίτου ιερομ. Ασκητικές μορφές και διηγήσεις από τον Άθω, Άγιον Όρος 1999. Μωυσέως Αγιορείτου Μοναχού. Αγιορείτικες διηγήσεις του Γέροντος Ιωακείμ, Θεσσαλονίκη 21998.

46. Ιωσήφ Βατοπαιδινού μοναχού, Ο Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής, Θεσσαλονίκη 41996. Του αυτού. Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής και η Πατερική Παράδοσις, Αθήνα1997.

47. Εφραΐμ Αρχιμ. Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου, Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής και η διδασκαλία του περί νοεράς προσευχής μέσα από τις επιστολές του, Ομιλία στο Πνευματικό Κέντρο Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος, 10-5-1999.

48. Γέροντος Ιωσήφ Ησυχαστού, Έκφρασις μοναχικής εμπειρίας, Άγιον Όρος 41992. σ. 35-36.

49. Αναστ. Τζαβάρα, Αναμνήσεις από τον Γέροντα Πορφύριο, Αθήναι 1992, σ. 55.

50. Κων/νου Γιαννιτσιώτη. Κοντά στο Γέροντα Πορφύριο, Αθήναι 1995, σ. 48-49.

51. Ό. π., σ, 59.

52. Γεωργίου Μαντζαρίδη, «Περί προσευχής», Πρωτάτον 45. σ. 24.

53. Σωφρ. Σαχάρωφ αρχιμ. Περί προσευχής. Έσσεξ Αγγλίας 1993, σ. 163-164.

54. Διονυσίου Τάτση. Ο Γέροντας Παΐσιος, Κόνιτσα 1995, σ. 93-94.

55. Αρχιμ. Σωφρονίου. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης. Θεσσαλονίκη 81999. σ. 381.


Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας
http://anavaseis.blogspot.com/

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, πατέρας τῆς θ΄ Οἰκουμενικῆς συνόδου - Πρωτ. π. Γεωργίου Μεταλληνού




᾿Οδυσσεύς τοῦ Klision: ῾Η ὁμιλία τοῦ σεβαστοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, πού ἀκολουθεῖ, ὁριοθετεῖ τήν ὀρθόδοξη θεολογία στό θέμα τῆς διακρίσεως θείας Οὐσίας καί ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Θεμελιώδης ἀλήθεια τῆς ᾿Ορθοδοξίας μας, τήν ὁποία κατοχύρωσε συνοδικῶς μέ τούς ἀγῶνες του ὁ μεγάλος Πατέρας καί Θεολόγος τῆς ᾿Εκκλησίας μας, ὁ ῞ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Στήν ὁμιλία φαίνεται καθαρά ἡ παραχάραξη τῆς ὀρθόδοξης Θεολογίας πού ἐπεχείρησε νά περάσει μέσω τοῦ Filioque ὁ παπισμός, ὁ ὁποῖος μεχρι σήμερα ἐμμένει στίς αἱρετικές δοξασίες του. ῾Η ὁμιλία αὐτή ἀξίζει τόν κόπο νά μελετηθεῖ ἐπισταμένως ἀπό κάθε ἀδελφό μας. Χρειάζεται λίγη ὑπομονή.




Σε­βα­στοί πα­τέ­ρες, ­γα­πη­τοί ­δελ­φοί! μνή­μη το ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου το Πα­λα­μ συμ­πί­πτει μέ τήν 14η Νο­εμ­βρί­ου. Σύ­νο­δος ­μως το 1368, ­ποί­α δι­α­κή­ρυ­ξε ες τόν κό­σμο τήν ­γι­ό­τη­τα το ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου το Πα­λα­μ, λό­γ τν θαυ­μά­των τά ­πο­α ­ποί­ει καί ­χι λό­γ τς παι­δεί­ας του, ο­τε λό­γ τν συγ­γραμ­μά­των του, πού ε­ναι τό ­ψη­λό­τε­ρο στήν ­πο­χή του ­πί­τευγ­μα, λ­λά καί στήν κο­ρυ­φή συγ­χρό­νως τς ­γι­ο­πα­τε­ρι­κς θε­ο­λο­γι­κς πα­ρα­δό­σε­ως, με­τέ­φε­ρε τή μνή­μη το ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου το Πα­λα­μ ες τήν Β΄ Κυ­ρια­κή τν Νη­στει­ν. Ε­ναι μί­α πρά­ξις συμ­βο­λι­κή καί ­πο­φα­σι­στι­κή, δι­ό­τι ση­με­ρι­νή ­μέ­ρα τι­μ­ται ­πό τούς ρ­θο­δό­ξους ­λου το κό­σμου ς ­πέ­κτα­ση καί προ­έ­κτα­ση τς Κυ­ρι­α­κς τς ρ­θο­δο­ξί­ας. Ε­ναι συ­νέ­χει­α τς νί­κης τς κ­κλη­σί­ας ς σώ­μα­τος Χρι­στο καί ν Χρι­στ κοι­νω­νί­ας ­ναν­τί­ον τς πλά­νης. Δέν ε­ναι νί­κη προ­σώ­πων ­ναν­τί­ον λ­λων προ­σώ­πων, δέν ε­ναι νί­κη πα­ρα­τά­ξε­ων ­ναν­τί­ον λ­λης πα­ρα­τά­ξε­ως λ­λων πα­ρα­τά­ξε­ων, λ­λά ε­ναι νί­κη τς Πί­στε­ως. θρί­αμ­βος τς Πί­στε­ως ς τρό­που σκέ­ψε­ως, ς τρό­που ζω­ς καί μ­πει­ρί­ας ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κς, πού μπο­ρε νά ­δη­γή­σει τόν ν­θρω­πο ες τήν θέ­ω­ση. Ε­ναι νί­κη δη­λα­δή τς σω­τη­ρί­ας, τήν ­ποί­α ε­σή­γα­γε στήν ­στο­ρί­α Κύ­ρι­ος ­μν ­η­σος Χρι­στός, ­σαρ­κος ες τήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη καί ν­σαρ­κος ες τήν Και­νή Δι­α­θή­κη.
Γι­ά νά κα­τα­νο­ή­σου­με τή ση­μα­σί­α το
­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου το Πα­λα­μ, τόν ­πο­ο ες τόν τί­τλο τς ­πο­ψι­νς ­μι­λί­ας ­νο­μά­ζου­με Πα­τέ­ρα τς 9ης Ο­κου­με­νι­κς Συ­νό­δου, θά ­θε­λα νά ­ρι­ο­θε­τή­σου­με τά συ­στα­τι­κά το τί­τλου α­το.

Προσωπικοτητα τ­ο γίου


­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος γεν­νή­θη­κε στήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη τό 1296 καί σπού­δα­σε φι­λο­σο­φί­α, κυ­ρί­ως ­ρι­στο­τε­λι­κή, σέ τέ­τοι­ο βαθ­μό, ­στε ­ταν ­δι­νε δε­κα­ε­ξα­ε­τής τίς ­ξε­τά­σεις του ες τό Πα­νε­πι­στή­μι­ο τς Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως, με­γά­λος λό­γι­ος Θε­ό­δω­ρος Με­το­χί­της ν­θου­σι­α­σμέ­νος νά το πε: «Παι­δί μου, ο­τε ­δι­ος ­ρι­στο­τέ­λης θά μπο­ρο­σε νά κ­φρα­στε κα­τά κα­λύ­τε­ρο τρό­πο».
Θε­ο­λο­γί­α
­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ­σπού­δα­σε ες τήν Θε­ο­λο­γι­κή Σχο­λή τς ρ­θο­δό­ξου κ­κλη­σί­ας. Δέν ­ταν κά­ποι­ο ­δρυ­μα κρα­τι­κό, δι­ό­τι Θε­ο­λο­γι­κή Σχο­λή ε­ναι τό μο­να­στή­ρι, ε­ναι τό (κοι­νο­βι­α­κό) μο­να­στή­ρι. Μέ­σα στό μο­να­στή­ρι ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ­γι­νε Θε­ο­λό­γος. Μέ­σα ­πό τήν ­σκη­ση καί τήν πνευ­μα­τι­κή ζω­ή. Ες τό Πα­πί­κι­ον ­ρος, μεταξύ Μακεδονίας καί Θράκης, στό ­γι­ον ­ρος καί στήν Βέ­ροι­α, μέ τή α­στη­ρο­τά­τη ­σκη­σή του. Πέν­τε ­μέ­ρες τς ­βδο­μά­δος ­ταν ­πο­μο­νω­μέ­νος ες τήν ­να­χω­ρη­τι­κή ­σκη­ση, τήν βα­ρει­ά ­σκη­σή του, καί δύ­ο ­μέ­ρες κα­τέ­βαι­νε γι­ά νά συ­ζη­τή­σει μέ τό μο­να­στι­κό σ­μα τά προ­βλή­μα­τα, νά με­τά­σχει δη­λα­δή στήν κοι­νω­νι­κή ν ­γί­ Πνεύ­μα­τι ζω­ή τν συμ­μο­να­στν του.
­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ­να­δεί­χθη­κε σέ μέ­γα Θε­ο­λό­γο τς κ­κλη­σί­ας, δι­ό­τι ε­χε τίς κα­τάλ­λη­λες προ­ϋ­πο­θέ­σεις. ­ταν Θε­ο­λό­γος τς ­σκή­σε­ως, τς με­τα­νοί­ας, καί ­χι Θε­ο­λό­γος τν πτυ­χί­ων καί τν πα­νε­πι­στη­μι­α­κν τί­τλων. ­πι­τρέψ­τε μου νά τό π. Μέ ­ξί­ω­σε Θε­ός, τό λέ­γω γι­α­τί τώ­ρα βρί­σκο­μαι στό τε­λευ­τα­ο στά­δι­ο τς ζω­ς μου, δέν ξέ­ρω πό­σο Θε­ός θά μ᾿ ­φή­σει στόν κό­σμο, γ­γί­ζω τά ­βδο­μήν­τα. Λέ­γω συ­νή­θως, ­σα πτυ­χί­α καί νά ­χου­με δέν μς κα­τα­ξι­ώ­νουν ς Θε­ο­λό­γους. Μέ τή Χά­ρη το Θε­ο ­χω πέν­τε πα­νε­πι­στη­μι­α­κά δι­πλώ­μα­τα, τρία πτυχία καί δύ­ο «Ντο­κτο­ρά», δι­δα­κτο­ρι­κούς τί­τλους, δι­δα­κτο­ρι­κό Θε­ο­λο­γί­ας καί Φιλοσοφίας - ­στο­ρί­ας, ατά σέ ξέ­νο Πα­νε­πι­στή­μι­ο. Γι­α­τί τά ε­πα α­τά; Γι­ά νά ­πα­να­λά­βω α­τό πού ­ρέ­σκο­μαι νά λέ­γω συ­νή­θως, ­τι ­λα α­τά, ο τί­τλοι καί τά πτυ­χί­α ε­ναι μη­δέν καί κά­τω το μη­δε­νός, μη­δέν καί κά­τω το μη­δε­νός, ­να τί­πο­τα. ­κε­νο, τό ­πο­ο χρει­ά­ζο­μαι καί μά­λι­στα ς Κλη­ρι­κός, ε­ναι μι­ά χ­τί­δα τς Χά­ρι­τος το Θε­ο. Λί­γη Χά­ρη Θε­ο χρει­ά­ζο­μαι, γι­ά νά ν­τα­πο­κρι­θ ες τίς ­παι­τή­σεις το δι­α­κο­νή­μα­τος καί λει­τουρ­γή­μα­τός μου, καί σ᾿ α­τό πι­στεύ­ω ­τι θά συμ­φω­νον ­λοι ο σε­βα­στοί συ­νά­δελ­φοι ν Χρι­στ, πού ε­ναι στό ­γι­ον Β­μα.
­γι­νε, λοι­πόν, μ’ α­τήν τήν Θε­ο­λο­γί­α συ­νε­χι­στής τν ­γί­ων Πα­τέ­ρων, ς Θε­ο­λό­γος κα­τε­ξο­χήν τς πα­ρα­δό­σε­ως. ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς ν­τά­χθη­κε σέ μι­ά σκυ­τα­λο­δρο­μί­α το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ­ποί­α ρ­χί­ζει μέ τούς ­πο­στό­λους, τούς ­πο­στο­λι­κούς Πα­τέ­ρες, μέ πρ­τον τόν ­γι­ο ­γνά­τι­ο ν­τι­ο­χεί­ας, συ­νε­χί­ζε­ται μέ τόν ­γι­ο Ε­ρη­να­ο, μέ τόν ­γι­ο Κυ­πρι­α­νό, φθά­νει στό Μέ­γα ­θα­νά­σι­ο, τούς Καπ­πα­δό­κες Πα­τέ­ρες, τούς Κυ­ρίλ­λους, τν ­ε­ρο­σο­λύ­μων καί τς ­λε­ξαν­δρεί­ας, καί συ­νε­χί­ζε­ται α­τή σκυ­τα­λο­δρο­μί­α μέ τόν Μά­ξι­μο τόν ­μο­λο­γη­τή, τόν Μέ­γα Φώ­τι­ο τόν 9ο α­­να, γι­ά νά κο­ρυ­φω­θε τόν 14ο α­­να στόν ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο τόν Πα­λα­μ καί ν συ­νε­χεί­ στούς ­γί­ους Κολ­λυ­βά­δες Πα­τέ­ρες, τούς ­συ­χα­στές το 18ου α­ώ­να.
­πό τήν λ­λη πλευ­ρά, Φώ­τι­ος, Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς καί Μάρ­κος Ε­γε­νι­κός ε­ναι στήν ε­θεί­α γραμ­μή τς πα­ρα­δό­σε­ως, ­ποί­α προ­έ­βα­λε τούς ­γί­ους Πα­τέ­ρες, τήν σκέ­ψη τους καί τήν βι­οτή τους ­πέ­ναν­τι στήν λ­λο­τρι­ω­μέ­νη καί δι­ε­στραμ­μέ­νη Δυ­τι­κή Χρι­στι­α­νο­σύ­νη. Πα­ρ᾿ ­λα α­τά, ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς - Θε­ός τό ­πέ­τρε­ψε, γι­ά νά τόν δυ­να­μώ­σει πε­ρισ­σό­τε­ρο- ­γι­νε καί ­μο­λο­γη­τής τς πί­στε­ως. Κα­τη­γο­ρή­θη­κε ς και­νο­τό­μος καί μά­λι­στα ς α­ρε­τι­κός. Α­τή ­τα­νε κρί­ση το 14ου α­­νος.
Με­τά τήν Πεν­θέ­κτη Ο
­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο (691/2) ­χου­με τέ­τοι­α πα­ρα­δείγ­μα­τα μέ­σα στή ζω­ή τς κ­κλη­σί­ας, ­πό τά τέ­λη το 7ου α­­νος καί ­ξς. Ο ­γι­οι νά θε­ω­ρον­ται ς και­νο­τό­μοι, ο ­γι­οι νά θε­ω­ρον­ται ς α­ρε­τι­κοί, δι­ό­τι δέν συμ­φω­νο­σαν μέ μι­ά πο­λι­τι­κή Θε­ο­λο­γί­α, ­ποί­α ε­χε δι­α­δο­θε, μέ ­ε­ράρ­χες καί Θε­ο­λό­γους, ο ­πο­οι προ­σπα­θο­σαν νά τά ­χουν κα­λά μέ τήν ­ξου­σί­α, γι­ά νά καρ­πον­ται ­φέ­λη γή­ι­να καί προ­σω­ρι­νά. Τό 1343 ­φυ­λα­κί­σθη ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς στή φυ­λα­κή τν ­να­κτό­ρων καί τό 1344 κα­τα­δι­κά­σθη­κε σέ ­κοι­νω­νη­σί­α! Σύ­νο­δοι ε­χαν κα­τα­δι­κά­σει πα­λαι­ό­τε­ρα τόν ­ε­ρό Χρυ­σό­στο­μο, (σκεφ­τε­τε τόν ­ε­ρό Χρυ­σό­στο­μο!) δύ­ο φο­ρές σέ ­ξο­ρί­α, ­στε νά πε­θά­νει στήν ­ξο­ρί­α. ­νά­λο­γες Σύ­νο­δοι κα­τε­δί­κα­σαν τόν ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο τόν Πα­λα­μ, γι­α­τί δέν ­ταν πρό­θυ­μος νά ­πη­ρε­τή­σει τά συμ­φέ­ρον­τα τν ­σχυ­ρν το κ­κλη­σι­α­στι­κο χώ­ρου καί τς πο­λι­τεί­ας. Δέν ε­ναι σπά­νι­ο τό φαι­νό­με­νο, ­γα­πη­τοί ­δελ­φοί, Σύ­νο­δοι πού θε­ω­ρον­ται ρ­θό­δο­ξοι, νά ­θω­ώ­νουν τούς ­νό­χους καί νά κα­τα­δι­κά­ζουν τούς ­γί­ους. Α­τό τό φαι­νό­με­νο, πού ση­μαί­νει δι­α­στρο­φή τς Πα­ρα­δό­σε­ως κ μέ­ρους των, πού ποκαλύπτει τήν κ­κο­σμί­κευ­ση το κ­κλη­σι­α­στι­κο χώ­ρου, θά συ­νε­χί­ζε­ται ­σο ­πάρ­χει ­μαρ­τί­α, καί φοβερά ποστασία, μέ­σα στό ρά­σο. τ­σι, λοι­πόν, -θά μο ­πι­τρέ­ψε­τε πα­ρεν­θε­τι­κά- νά προ­σθέ­σω κά­τι: Συ­νή­θως λέ­γου­ν κά­ποι­οι, καί δέν ε­ναι ­στο­χο τό ­ρώ­τη­μα, γι­α­τί δέν συμ­με­τέ­χουν καί ο λα­ϊ­κοί, μέ­λη καί α­τοί το Σώ­μα­τος το Χρι­στο, ες τάς Συ­νό­δους τς κ­κλη­σί­ας. Ο ­γι­οι Πα­τέ­ρες τά ­χουν δι­α­τά­ξει κα­τά τέ­τοι­ο τρό­πο, ­στε δέν χρει­ά­ζε­ται ο­τε ­μες ο πρε­σβύ­τε­ροι, ο­τε ο λα­ϊ­κοί νά συμ­με­τέ­χου­με στίς Συ­νό­δους. Δι­ό­τι τό­τε θά ρ­χί­σει τό ­ρώ­τη­μα: γι­α­τί α­τός καί ­χι ­γώ!
­πί­σκο­πος με­τέ­χει στή Σύ­νο­δο, με­τα­φέ­ρον­τας σ’ α­τή­ν α­τού­σι­α τή γνώ­μη το ποι­μνί­ου του. ­ταν, λοι­πόν, κά­θε ­πί­σκο­πος μέ­σα στή Σύ­νο­δο κ­φρά­ζει τήν γνώ­μη τς το­πι­κς του κ­κλη­σί­ας, τό­τε συμ­με­τέ­χει σ’ α­τήν, μ­με­σα, καί τό πλή­ρω­μά της. Φτά­σα­με ­μως σέ κα­τα­στά­σεις, ­γα­πη­τοί ­δελ­φοί, πού λ­λη ε­ναι γνώ­μη το λα­ο, λ­λη ε­ναι γνώ­μη τν πρε­σβυ­τέ­ρων, το κλή­ρου το ε­ρυ­τέ­ρου, λ­λη ε­ναι γνώ­μη τν ­πι­σκό­πων καί τε­λι­κά λ­λα ­πο­φα­σί­ζουν ο Σύ­νο­δοι. Α­τή ε­ναι κα­κο­τυ­χί­α, ­ποί­α μς δέρ­νει. Καί θά μο πιτραπε ταπεινά νά ­πο­βάλ­ω γο­νυ­πε­τής, τήν πα­ρά­κλη­σή μου στήν ­ε­ρά Σύ­νο­δο. ς πνεύ­σει καί σ᾿ α­τήν ­νας ­έ­ρας Πα­τε­ρι­κός. ς γί­νει καί στή Σύ­νο­δό μας μί­α ­να­γέν­νη­ση, Πα­τε­ρι­κή ­μως καί ­πο­στο­λι­κή καί Προ­φη­τι­κή. Κι ς ­κού­ει τή φω­νή το ποι­μνί­ου - Σύ­νο­δος-, δι­ό­τι θά λ­θει ­πο­χή, ­που ο ­τα­ξί­ες πού συμ­βαί­νου­ν στό πε­ζο­δρό­μι­ο κα­θη­με­ρι­νά, θά ε­σέλ­θου­ν καί μέ­σα στήν κ­κλη­σί­α. Μό­λις ­λο­κλη­ρω­θε σχε­δι­α­ζό­με­νος χω­ρι­σμός κ­κλη­σί­ας-Πο­λι­τεί­ας, μέ τήν πλέ­ον ρ­νη­τι­κή ν­νοι­α το ­ρου, τό­τε θά κα­ταν­τή­σου­με χει­ρό­τε­ρα ­πό τούς Πα­λαι­ο­η­με­ρο­λο­γί­τες. Καί ν δέν θε­λή­σου­με μέ πρώ­τους τούς ­πι­σκό­πους μας, τούς ­ποί­ους σέ­βο­μαι ­πό­λυ­τα, ­άν δέν θε­λή­σου­με νά σω­φρο­νι­σθο­με καί νά μήν προ­κα­λο­με τόν λα­ό το Θε­ο, θά φθά­σου­με σέ φο­βε­ρές κα­τα­στά­σεις στό χ­ρο τόν κ­κλη­σι­α­στι­κό. Δέν ε­μαι προ­φή­της, λ­λά Θε­ός μο ­πέ­τρε­ψε νά ­σχο­λο­μαι μέ τήν ­πι­στή­μη τς ­στο­ρί­ας. ­στο­ρι­κός ρ­γά­ζε­ται πά­νω σέ νο­μο­τέ­λει­ες. ­χι λοι­πόν μέ τήν δι­αί­σθη­ση Προ­φή­του, δι­ό­τι ε­μαι ­κά­θαρ­τος καί ­σή­μαν­τος, λ­λά μέ τήν δι­αί­σθη­ση πού μο δί­νει χ­ρος τς ­στο­ρί­ας, προ­βλέ­πω ­τι ­κε θά κα­τα­λή­ξου­με. Κλεί­νω τήν πα­ρέν­θε­ση.
­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ­πε­λευ­θε­ρώ­θη­κε τό 1343 καί πό τό 1347 μέ­χρι τό 1359, μέ­χρι τήν κοί­μη­σή του, διετέλεσε ρ­χι­ε­πί­σκο­πος Θεσ/κης. Τό 1368, ­πως ε­πα, Σύ­νο­δος το Πα­τρι­αρ­χεί­ου γι­ά πρώ­τη φο­ρά στήν ­στο­ρί­α ­πεμ­βαί­νει γι­ά νά δι­α­κη­ρύ­ξει, ­χι νά ­γι­ο­ποι­ή­σει, -α­τά ε­ναι φράγ­κι­κα, δέν ­χου­με ­γι­ο­ποί­η­ση- λ­λά ­πεμ­βαί­νει Σύ­νο­δος νά δι­α­κη­ρύ­ξει τήν ­γι­ό­τη­τά του, τήν ­πάρ­χου­σα καί ­πο­δει­κνυ­ο­μέ­νη, ­χι ­πό τά βι­βλί­α του, λ­λά ­πό τά θαύ­μα­τά του.

Θεσμός τν Οικουμενικν Συνόδων

Μι­λή­σα­με
­μως στόν τί­τλο γι­ά 9η Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο. Ποι­ά ε­ναι 9η Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος, μέ τήν ­ποί­α θά συν­δέ­σου­με τήν πα­ρου­σί­α το ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου το Πα­λα­μ; Ε­ναι γνω­στό ­πό τήν ­στο­ρί­α, ­τι ­χου­με ­πί­ση­μα ­πτά Ο­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους. Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος ε­ναι τό ­νώ­τε­ρο κρι­τή­ρι­ο τς κ­κλη­σι­α­στι­κό­τη­τος. Γι­ά μς τούς ρ­θο­δό­ξους ­ψί­στη μορ­φή κ­κλη­σι­α­στι­κο πο­λι­τεύ­μα­τος ε­ναι Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος. Κορυφή μας δέν ε­ναι ­νας ν­θρω­πος, ­νας Πά­πας -­δ ε­ναι ο­σι­α­στι­κή δι­α­φο­ρά μας μέ τόν πα­πι­σμό. Ο Προ­τε­στάν­τες τά κα­τήρ­γη­σαν ­λα, καί ε­ναι πι­ό ν­τι­μοι ­πό τούς πα­πι­κούς. Ε­ναι πι­ό ν­τι­μοι, γι­α­τί δέ θέ­λη­σαν νά κρα­τή­σουν τί­πο­τε ­πό τήν πα­ρά­δο­ση τς κ­κλη­σί­ας καί νά τό δι­α­στρε­βλώ­νουν. Πα­πι­σμός ­μως ­πο­κα­τέ­στη­σε τήν Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο μέ τόν Πά­πα καί τήν ­κα­νε ρ­γα­νο το πα­πι­σμο τήν Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο, θεραπαινίδα τν παπικν σχεδίων.
Στήν
ρ­θο­δο­ξί­α ­πάρ­χει καί θά ­πάρ­χει μέ­χρι τέ­λους τς ­στο­ρί­ας, ς ­ψι­στος θε­σμός ες τήν ζω­ήν της, Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος. Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος –ο­κου­με­νι­κή ση­μαί­νει Σύ­νο­δος ­λου το κρά­τους. Κα­τά τόν ­ρο το Ξε­νο­φν­τος καί στό λ­λη­νι­κό Βυ­ζάν­τι­ο, στήν λ­λη­νι­κή, δη­λα­δή, Ρω­μα­νί­α, λέ­ξη Ο­κου­μέ­νη, ση­μαί­νει κα­τ᾿ ο­σί­αν τό κρά­τος, ο­κου­με­νι­κός δι­δά­σκα­λος, ο­κου­με­νι­κοί πα­τέ­ρες κ.ο.κ.­-. Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος, λοι­πόν, ε­ναι Σύ­νο­δος ­λου το κρά­τους καί ν­τι­με­τω­πί­ζει τά με­γά­λα προ­βλή­μα­τα τς πί­στε­ως καί τά­ξε­ως τς κ­κλη­σί­ας. Ο Ο­κου­με­νι­κές Σύ­νο­δοι προ­ϋ­πο­θέ­τουν κρί­σεις ες τό σ­μα τς κ­κλη­σί­ας, πού ση­μαί­νει ­τι ­πει­λε­ται σω­τη­ρί­α. Καί τό­τε ρ­χε­ται ς στό­μα τς κ­κλη­σί­ας Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος, γι­ά νά δι­α­κη­ρύ­ξει, σέ κά­θε πε­ρί­πτω­ση, τήν σώ­ζου­σα ­λή­θει­α, σύμ­φω­να μέ τούς Πα­τέ­ρες, τούς ­πο­στό­λους, τούς Προ­φ­τες καί τίς Μη­τέ­ρες ­λων τν α­ώ­νων. ­χου­με ­πί πα­ρα­δείγ­μα­τι τήν 1η καί τήν 2α Οκ. Σύ­νο­δο, 325 καί 381, ο ­πο­ες ­σχο­λή­θη­καν μέ τό πρό­βλη­μα, τή μά­στι­γα κα­λύ­τε­ρα, το ­ρει­α­νι­σμο καί τό Τρι­α­δο­λο­γι­κό πρό­βλη­μα. ­χου­με, λοι­πόν, τό 381 τήν ­μο­λο­γί­α τς πί­στε­ως πού ε­ναι τό «Πι­στεύ­ω», τό ­πο­ο ­παγ­γέλ­λου­με στήν Θ. Λει­τουρ­γί­α καί σέ πολ­λές λ­λες ­κο­λου­θί­ες. Τό «Πι­στεύ­ω» ε­ναι ­μο­λο­γί­α τς πί­στε­ως πού σώ­ζει, πού ­δη­γε στή θέ­ω­ση, μέ βά­ση τίς α­ρέ­σεις πού προ­έ­κυ­ψαν ­πό τόν ­ρει­α­νι­σμό. Δέν ε­ναι λόκληρη πί­στις τς κ­κλη­σί­ας.
Τήν πε­ρα­σμέ­νη Κυ­ρι­α­κή -πι­στεύ­ω
­τι κι ­δ, ­πως καί σέ ­λη τήν ρ­θο­δο­ξί­α- ­νε­γνώ­σθη ­να μέ­ρος το Συ­νο­δι­κο τς ρ­θο­δο­ξί­ας. Τό Συ­νο­δι­κόν ε­ναι συ­νέ­χει­α το Συμ­βό­λου τς πί­στε­ως. ρ­χι­σε νά συν­τάσ­σε­ται στήν Σύ­νο­δο το 843, πού ­γι­νε ­να­στή­λω­ση τν ­γί­ων Ε­κό­νων, καί ­λο­κλη­ρώ­θη­κε τόν 14ον α., στήν ­πο­χή το γ. Γρη­γο­ρί­ου το Πα­λα­μ, πε­ρι­λαμ­βά­νον­τας καί ­λες τίς με­τα­γε­νέ­στε­ρες, με­τά τό 843, α­ρέ­σεις. Τό Συ­νο­δι­κόν τς ρ­θο­δο­ξί­ας ε­ναι προ­έ­κτα­ση, ­πέ­κτα­ση το Συμ­βό­λου τς Πί­στε­ως. μα­κα­ρί­της Κο­ρα­ς, ­πο­ος θέ­λη­σε νά δι­α­μορ­φώ­σει ­λον τόν λ­λη­νι­κό βί­ο, ­λε­γε: «Δέ­χο­μαι τό Σύμ­βο­λο τς Πί­στε­ως, ­ρα ε­μαι ρ­θό­δο­ξος»! λ­λά καί ο Προ­τε­στάν­τες καί ο πα­πι­κοί, ­στω μέ τήν μι­κρή λ­λα­γή, πού ­χει με­γά­λη ση­μα­σί­α βέ­βαι­α, το F­i­l­i­o­q­ue, τό ­δι­ο Σύμ­βο­λο δέ­χον­ται. ­κε­νο πού χα­ρα­κτη­ρί­ζει τήν ρ­θο­δο­ξί­α ε­ναι συ­νέ­χει­α το Συμ­βό­λου τς Πί­στε­ως, καί σ᾿ α­τήν ­νή­κει τό κεί­με­νο το Συ­νο­δι­κο τς ρ­θο­δο­ξί­ας.
­πό τήν 3η μέ­χρι τήν 7η Οκ. Σύ­νο­δο, μέ­χρι τό 787, ­χου­με ν­τι­με­τώ­πι­ση ­πό τούς ­γί­ους μας το Χρι­στο­λο­γι­κο προ­βλή­μα­τος. Ε­ναι ο σχέ­σεις τν δύ­ο φύ­σε­ων, ν­θρω­πί­νης καί θεί­ας ες Χρι­στόν, τν δύ­ο ­νερ­γει­ν, θεί­ας καί ν­θρω­πί­νης καί τν δύ­ο θε­λή­σε­ων, μέ κο­ρύ­φω­ση ες τό πρό­βλη­μα το ε­κο­νι­σμο το Θεί­ου Λό­γου. ν ε­ναι δυ­να­τόν Θε­ός Λό­γος, πού ­σαρ­κώ­θη «δι᾿ ­μς τούς ν­θρώ­πους καί δι­ά τήν ­με­τέ­ραν σω­τη­ρί­αν», ν ε­ναι δυ­να­τόν νά ε­κο­νι­σθε. ­χου­με μί­α σύγ­κρου­ση με­τα­ξύ το λ­λη­νι­κο πνεύ­μα­τος πού δέ­χε­ται τόν ε­κο­νι­σμό, καί το ­σι­α­τι­κο πνεύ­μα­τος, μέ ­λα τά πα­ρα­κλά­δι­α του πού ρ­νε­ται α­τόν τόν ε­κο­νι­σμό, ­δη στήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη. Καί ­πό­φα­ση, δι­α­κή­ρυ­ξη κα­λύ­τε­ρα τν ­γί­ων Πα­τέ­ρων (7η Οκ. Σύ­νο­δος καί Σύ­νο­δος το 843) ε­ναι ­τι, ­φο Θε­ός Λό­γος προ­σέ­λα­βε τόν ν­θρω­πο ­λό­κλη­ρο, ψυ­χή καί σ­μα, καί ­χου­με ν Χρι­στ τέ­λει­ον ν­θρω­πον καί τέ­λει­ον Θε­όν, ε­κο­νί­ζε­ται Θε­ος Λό­γος, κα­τά τήν ν­θρώ­πι­νη φύ­ση Του. Καί τ­σι μπο­ρο­με νά ­χου­με τόν ­η­σον Χρι­στόν σέ ε­κό­νες καί νά προ­σκυ­νο­με δι­ά τς ν­θρω­πί­νης φύ­σε­ως, τήν θε­ό­τη­τα το ­η­σο Χρι­στο. Α­τό ε­ναι τε­ρά­στι­ο ­πί­τευγ­μα τς κ­κλη­σί­ας, λ­λά καί το λ­λη­νι­κο πνεύ­μα­τος, τό ­πο­ο προ­σέ­φε­ρε καί α­τό τήν πα­ρά­δο­σή του, γι­ά νά κ­φρα­σθε, νά ­νι­σχυ­θε καί νά κη­ρυ­χθε σέ ­λο τόν κό­σμο ρ­θο­δο­ξί­α.
­άν ε­χα­με τόν ­η­σον Χρι­στόν σή­με­ρα, (βέ­βαι­α ­κε­νος ­πέ­λε­ξε τό πό­τε θά ρ­χε­το μέ­σα στήν ­στο­ρί­α ς Θε­άν­θρω­πος), ­άν ­η­σος Χρι­στός κυ­κλο­φο­ρο­σε ­νά­με­σά μας σή­με­ρα, θά μπο­ρού­σα­με μέ μί­α κι­νη­μα­το­γρα­φι­κή μη­χα­νή μέ μί­α φω­το­γρα­φι­κή μη­χα­νή νά ­πο­τυ­πώ­σου­με τήν μορ­φή του, ­πως θά φαι­νό­ταν ­δι­ος ­νά­με­σά μας. Α­τό ε­ναι τε­ρά­στι­α νί­κη, ­πα­να­λαμ­βά­νω, τς ρ­θο­δο­ξί­ας καί λύ­σις το Χρι­στο­λο­γι­κο προ­βλή­μα­τος.
­πάρ­χει ­μως καί 8η Οκ. Σύ­νο­δος. Ε­ναι Σύ­νο­δος το 879, ­πί Μ. Φω­τί­ου. γνω­στός δογ­μα­το­λό­γος καί δά­σκα­λός μας, ­ω­άν­νης Καρ­μί­ρης, στήν Θε­ο­λο­γι­κή Σχο­λή ­θη­νν, ­λε­γε ­τι Σύ­νο­δος το 879 ­πί Μ. Φω­τί­ου, ε­ναι τε­λευ­ταί­α πρό το Σχί­σμα­τος Γε­νι­κή Σύ­νο­δος τς ρ­χαί­ας κ­κλη­σί­ας, μέ ­λα τά γνω­ρί­σμα­τα Οκ. Συ­νό­δου. Σύ­νο­δος α­τή κα­τα­δι­κά­ζει τήν δυ­τι­κή λ­λο­τρί­ω­ση ες τήν δι­α­τύ­πω­ση το F­i­l­i­o­q­ue, τς κ­πο­ρεύ­σε­ως δη­λα­δή το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ­χι μό­νο ­πό τόν Πα­τέ­ρα, ­πως Χρι­στός μας τό λέ­ει στό 15:26 το κα­τά ­ω­άν­νην Ε­αγ­γε­λί­ου -« πα­ρά το Πα­τρός κ­πο­ρεύ­ε­ται»- λ­λά καί «κ το Υ­ο».
Θά μο
­πι­τρέ­ψε­τε, μι­λών­τας γι­ά θε­ο­λο­γι­κά θέ­μα­τα νά π ­τι ε­ναι ­πό­θε­ση ­χι ­παγ­γελ­μα­τι­ν τς Θε­ο­λο­γί­ας, λ­λά ε­ναι ­πό­θε­ση ­λου το Σώ­μα­τος, ­πως πί­στις μας τόν 19ο α. ­ταν ­πό­θε­ση καί το ­γραμ­μά­του –σχο­λι­κά- Μα­κρυ­γι­άν­νη. Χρι­στι­α­νός ρ­θό­δο­ξος, ­πο­ος δέν ζη­τε νά ­νη­με­ρω­θε καί νά κα­τα­νο­ή­σει τά προ­βλή­μα­τα τς πί­στε­ως, δέν ε­ναι ρ­θό­δο­ξος. Γι’ α­τό δι­ά­φο­ροι χ­ροι πού πα­ρου­σι­ά­ζον­ται ς ρ­θό­δο­ξοι ­πό τόν 19ο α. μέ­χρι σή­με­ρα, ­σχο­λον­ται μέ ­θι­κο­λο­γι­κά, μέ ­θι­κι­στι­κά προ­βλή­μα­τα καί νο­μί­ζουν ­τι ­να­σχό­λη­ση μέ τά δογ­μα­τι­κά, -λό­γ τν σφαλ­μά­των το Μα­κρά­κη- θά ­δη­γή­σει σέ πα­ρε­κτρο­πές. ­χι ­δελ­φοί μου, μέ τα­πεί­νω­ση, μέ φό­βο Θε­ο καί μέ τήν στή­ρι­ξη τν Γε­ρόν­των, τν πνευ­μα­τι­κν μας, πρέ­πει νά ­πι­δι­ώ­κου­με νά κα­τα­νο­ή­σου­με τά θε­ο­λο­γι­κά προ­βλή­μα­τα καί τή ση­μα­σί­α τους. Γι­α­τί τά λέ­ω α­τά;
Κά­πο­τε
­νας κα­θη­γη­τής στό Πα­νε­πι­στή­μι­ο τς Θεσ­σα­λο­νί­κης, τό 1981 σέ ­να συ­νέ­δρι­ο (α­ω­νί­α του μνή­μη) μο λέ­ει: «Μά ε­ναι δυ­να­τόν νά ­ρί­ζου­με, νά φι­λο­νι­κο­με μέ τούς Δυ­τι­κούς χρι­στι­α­νούς γι­ά μί­α λε­ξού­λα; (γι­ά τό F­i­l­i­o­q­ue). Καί τό­τε πα­πα-Γι­ώρ­γης – Θε­ός φώ­τι­σε- το ε­πα ­να ­πι­χεί­ρη­μα πού τό κη­ρύσ­σω μέ­χρι σή­με­ρα. Λέ­ω, πώς ­πάρ­χει μί­α φρα­σού­λα πού λέ­γε­ται βλα­σφη­μί­α. Βλα­σφη­μο­με τόν Θε­όν, τόν Χρι­στόν μας, τήν Πα­να­γί­α καί πολ­λά λ­λα πρό­σω­πα τς κ­κλη­σι­α­στι­κς μας πί­στε­ως. α­ρε­τι­κός, ἔστω καί μέ μί­α φρά­ση, ­κτο­ξεύ­ει συ­νε­χς βλα­σφη­μί­α κα­τά το Θε­ο. Πς ε­ναι δυ­να­τόν, λοι­πόν, ­στω καί σέ ­τε­λες Θ. Λει­τουρ­γί­ες νά με­τέ­χου­με μέ τούς α­ρε­τι­κούς, ­ταν α­τό πού λέ­γουν, α­τό πού δι­δά­σκουν, πα­πι­σμός, τό πρω­τε­ον, τό ­λά­θη­τον, ε­ναι ­κτό­ξευ­ση «κα­τά ρι­πάς» βλα­σφη­μι­ν ­ναν­τί­ον το Θε­ο; ­μες μέ τούς λό­γους τν ­γί­ων μας, χω­ρίς νά ­σχυ­ρί­ζο­μαι ­τι ­μες ε­μα­στε κα­λύ­τε­ροι ς ν­θρω­ποι, λ­λά μέ τούς λό­γους τν ­γί­ων μας ­μνο­με θε­α­ρέ­στως τόν Θε­όν. ­κε­νοι μέ τά λό­γι­α τν Πα­πν καί τν ψευ­δο­συ­νό­δων τους βλα­σφη­μον συ­νε­χς τόν Θε­ό. Πς ε­ναι δυ­να­τόν, λοι­πόν, νά ­πάρ­ξει κοι­νω­νί­α; Κα­τα­λα­βαί­νε­τε τή ση­μα­σί­α καί μι­ς μι­κρς λέ­ξε­ως ­κό­μη. ν τό σκε­φθε­τε τ­σι, ­τι κά­θε α­ρε­τι­κή πα­ρέκ­κλι­ση ε­ναι βλα­σφη­μί­α κα­τά το Θε­ο, θά κα­τα­λά­βε­τε, γι­α­τί ο ­γι­οι Πα­τέ­ρες τρέ­μουν κυ­ρι­ο­λε­κτι­κά, ­ταν ­κο­νε τά λό­γι­α τν α­ρε­τι­κν. ­μες ­χου­με φθά­σει, μι­λ γι­ά τόν ­αυ­τό μου, σέ τέ­τοι­α ­ναι­σθη­σί­α, ­στε ­κο­με συ­νε­χς νά βλα­σφη­με­ται Θε­ός καί δέ μς ν­δι­α­φέ­ρει κα­θό­λου. Ε­ναι θά­να­τος πνευ­μα­τι­κός, νάρ­κω­ση πνευ­μα­τι­κή!
8η Οκ. Σύ­νο­δος ε­ναι σύ­νο­δος το 879, ­ποί­α κα­τα­δι­κά­ζει τό F­i­l­i­o­q­ue, τήν προ­σθή­κη τς φρά­σε­ως α­τς ες τό Σύμ­βο­λον καί κυ­ρί­ως ­κεί­νους πού ε­σή­γα­γαν στό Σύμ­βο­λον α­τή τήν προ­σθή­κη, δη­λα­δή τόν φραγ­κι­κό κό­σμο καί τήν ­γε­σί­α του.

Διάσταση νατολς καί Δύσεως

­πάρ­χει ­μως καί 9η Οκ. Σύ­νο­δος. Ε­ναι ο Σύ­νο­δοι τς πε­ρι­ό­δου τς ­κρή­ξε­ως το προ­βλή­μα­τος πού ­φο­ρο­σε στόν ­συ­χα­σμό. Δέν ε­ναι «­συ­χα­στι­κές ­ρι­δες», ο Φράγ­κοι μς μά­θα­νε νά τίς λέ­με ­συ­χα­στι­κές ­ρι­δες. Ε­ναι ­κρη­ξη τς ν­τι­στά­σε­ως τν ­συ­χα­στν, τν ρ­θο­δό­ξων δη­λα­δή, ­πέ­ναν­τι στίς πα­πι­κές καί σχο­λα­στι­κές προ­κλή­σεις.
Ε
­ναι ο Σύ­νο­δοι το 1341, το 1347, το 1351, μέ κα­τα­κλεί­δα τήν Σύ­νο­δο πού ­νέ­φε­ρα πρίν, το 1368. ­φορ­μή ­δό­θη­κε ­πό τά προ­βλή­μα­τα, τά ­πο­α δη­μι­ούρ­γη­σε σύγ­κρου­ση τν δύ­ο πα­ρα­δό­σε­ων, τς ­να­το­λς καί τς Δύ­σε­ως. ­πί­σης σχο­λα­στι­κοί το Βυ­ζαν­τί­ου, τς Ρω­μα­νί­ας, λα­τι­νί­ζον­τες, ρί­χνουν λά­δι στή φω­τι­ά. ­κε­να ­μως τά πρό­σω­πα, τά ­πο­α ­γον­ται, στήν δι­α­σπο­ρά πλα­νν ες τήν ρ­θο­δο­ξο ­να­το­λή ε­ναι, ­πως ξέ­ρε­τε, Βαρ­λα­άμ Κα­λα­βρός καί Γρη­γό­ρι­ος ­κίν­δυ­νος Πο­λυ­κίν­δυ­νος, ­πως τόν ­λε­γαν, μα­θη­τής του.
Βαρ­λα­άμ καί ­κίν­δυ­νος λ­λά καί ο λ­λοι ­πα­δοί τους, με­τέ­φε­ραν τήν δυ­τι­κή λ­λο­τρίω­ση στήν ­να­το­λή. ­δη στή Δύ­ση ε­χε δι­α­μορ­φω­θε ­νας λ­λος Χρι­στι­α­νι­σμός, ε­χε λ­λά­ξει ο­σί­α το Χρι­στι­α­νι­σμο μέ τήν κ­κο­σμί­κευ­ση το Χρι­στι­α­νι­σμο στή Δύ­ση, ­ποί­α κ­κο­σμί­κευ­ση σαρ­κώ­νε­ται καί κο­ρυ­φώ­νε­ται στήν δη­μι­ουρ­γί­α το πα­πι­κο κρά­τους.
­μες σή­με­ρα, μέ ποι­όν Πά­πα μι­λο­με; Μέ τόν Πά­πα ­πί­σκο­πο, ­στω καί s­u­p­er ­πί­σκο­πο, ­πως θέ­λει νά ­νο­μά­ζε­ται, -γε­νι­κός ­πί­σκο­πος ­πε­ρά­νω ­λων τν ­πι­σκό­πων- μέ τόν Πά­πα βα­σι­λέ­α καί α­το­κρά­το­ρα καί ρ­χη­γό κρά­τους; Δι­ε­ρω­τ­μαι α­τοί πού δι­ε­ξά­γουν τέ­τοι­ους δι­α­λό­γους, πό­τε θά τό συ­νει­δη­το­ποι­ή­σουν; Δύ­ο τι­νά συμ­βαί­νουν. δέν μπο­ρον νά τά κα­τα­λά­βουν τά προ­βλή­μα­τα –κά­τι πού δέν θέ­λω νά πι­στέ­ψω, γι­α­τί δι­α­θέ­τουν λο­γι­κό κα­λύ­τε­ρο ­πό τό δι­κό μου-, ­δι­α­φο­ρον καί τά θε­ω­ρον ­λα α­τά ­νευ ση­μα­σί­ας, ­σχο­λού­με­νοι μέ κοι­νω­νι­κά, μέ πο­λι­τι­κά καί δι­πλω­μα­τι­κά θέ­μα­τα.
Δύ­ση καί ­λος Χρι­στι­α­νι­σμός ε­χε λ­λο­τρι­ω­θε σέ ση­με­ο πού νά λέ­γει Ντο­στο­γι­έφ­σκυ, δύ­ο φο­ρές, ες τούς ­δελ­φούς Κα­ρα­μά­ζωφ καί ες τόν ­λί­θι­ον: Μέ τόν ­θε­ο, -­ταν ­πο­χή τς ­θε­ης ν­τε­λιγ­κέν­τσι­ας ες τήν Ρω­σί­α- μέ τούς ­θέ­ους μπο­ρ νά μι­λή­σω, δι­ό­τι ξέ­ρω πο κι­νε­ται σκέ­ψη τους καί λό­γος τους, τί πι­στεύ­ουν καί τί δέν πι­στεύ­ουν. Μέ τόν πα­πι­σμό δέν μπο­ρ νά μι­λή­σω, δι­ό­τι πα­πι­σμός μο δί­νει λ­λο­τρι­ω­μέ­νη πί­στη, «μο δί­νει Χρι­στό πού δέν ­πάρ­χει, μο δί­νει τόν ν­τί­χρι­στο». Α­τό τό λέ­γει Φι­ον­τόρ, Θε­ό­δω­ρος, δη­λα­δή, Ντο­στο­γι­έφ­σκι.
τ­σι λοι­πόν Δύ­σις ε­σά­γει ,τι ε­σά­γει, χτυ­πών­τας τήν καρ­δι­ά τς ρ­θο­δο­ξί­ας πού ε­ναι ­συ­χα­σμός. ­συ­χα­σμός ς ­σκη­ση, ς πρα­κτι­κή πνευ­μα­τι­κό­τη­τος, συ­νο­δεύ­ει τόν ν­θρω­πο ­πό τήν ρ­χή τς Δη­μι­ουρ­γί­ας. ­πι­στρο­φή τν Πρω­το­πλά­στων γί­νε­ται μέ­σ τς πνευ­μα­τι­κς ζω­ς, ­πως καί πτσις τους ­ταν καρ­πός τς ρ­νή­σε­ως τς πνευ­μα­τι­κς, τς ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κς, κα­λύ­τε­ρα, ζω­ς. ­συ­χα­σμός μέ τήν κά­θαρ­ση τς καρ­δι­ς, τόν φω­τι­σμό τς καρ­δι­ς ­πό τήν Χά­ρη το Θε­ο, τήν ­κτι­στη, καί μέ τήν θέ­ω­ση, ­να­τρέ­πει τήν πλά­νη, τήν ­μαρ­τί­α μας, ­να­τρέ­πει τήν τρα­γι­κό­τη­τά μας. θε­ο­λο­γι­κή ταυ­τό­τη­τα το ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου το Πα­λα­μ, ε­ναι ­συ­χα­σμός. Συ­νε­χί­ζει καί ­πα­νεκ­φρά­ζει τήν πα­τε­ρι­κό­τη­τα, λ­λά κυ­ρί­ως ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ν­τε­λή­φθη τήν λ­λο­τρί­ω­ση τς Δύ­σε­ως. Μί­α Δύ­ση πού ο σχο­λα­στι­κοί ο δι­κοί μας τήν ­θε­λαν καί τό­τε ς συ­νο­μι­λη­τή καί συ­νο­δοι­πό­ρο.

Θεολογία τς Θεώσεως

­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς, σ᾿ α­τό τό ση­με­ο, συ­νε­χί­ζει τόν Μ. Φώ­τι­ο. πρ­τος πού ν­τε­λή­φθη τήν λ­λο­τρί­ω­ση το Δυ­τι­κο Χρι­στι­α­νι­σμο, -­τι ε­ναι κά­τι λ­λο, λ­λά ­χι Χρι­στι­α­νι­σμός τν ­γί­ων Πα­τέ­ρων- ­ταν ­γι­ος Φώ­τι­ος, μέ τό πε­ρί­φη­μο ρ­γο του «Πε­ρί τς μυ­στα­γω­γί­ας το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος», πού ε­ναι πη­γή μέ­χρι σή­με­ρα ες τήν δι­δα­σκα­λί­α καί στά συγ­γράμ­μα­τα ­λων τν θε­ο­λό­γων μας πε­ρί ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς, ­νοί­γει πε­ρισ­σό­τε­ρο τόν δρό­μο. Ε­χε δέ τίς προκλήσεις το Κα­λα­βρο Βαρ­λα­άμ, ­στε νά συλ­λά­βει τήν πλή­ρη λ­λο­τρί­ω­ση τς Δυ­τι­κς Θε­ο­λο­γί­ας. Ποι­ά ε­ναι ο­σί­α τς δι­δα­σκα­λί­ας το ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου, πού ε­ναι συ­νέ­χει­α τς πα­τε­ρι­κό­τη­τος; ­να­κε­φα­λαι­ώ­νει τούς ­γί­ους Πα­τέ­ρες ­λων τν ­πο­χν ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς καί ­πα­να­δι­α­τυ­πώ­νει καί ­πα­νεκ­φρά­ζει τήν πί­στη μέ τά μέ­σα, πού το ­δι­δε ­πο­χή του. Τήν ­δι­α ρ­θο­δο­ξί­α κ­φρά­ζει καί ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς, μέ τή δι­κή του γλώσ­σα, μέ τόν δι­κό του τρό­πο, μέ­νον­τας ­μως πι­στός στήν θε­ο­λο­γι­κή ­μο­λο­γί­α τν πα­τέ­ρων το 4ου, το 5ου κ.ο.κ α­­νος. Δέ­χε­ται πρ­τον τήν δι­ά­κρι­ση ο­σί­ας καί ­νέρ­γει­ας ες τόν Θε­όν, τήν ­νο­μά­ζει «δι­ά­κρι­σιν θε­ο­πρε­πῆ καί ­πόρ­ρη­το», πού ε­ναι προ­ϋ­πό­θε­ση τς θε­ώ­σε­ως.
­άν ρ­νη­θο­με, ­πως σχο­λα­στι­κι­σμός, θε­ο­λο­γί­α το πα­πι­σμο δη­λα­δή, τήν δι­ά­κρι­ση ο­σί­ας καί ­νέρ­γει­ας μέ­νει με­τέ­ω­ρον τό θέ­μα τς θε­ώ­σε­ως. Πς θε­ού­με­θα; σκο­πός, ­πό­λυ­τος σκο­πός καί προ­ο­ρι­σμός κά­θε ν­θρώ­που, ­χι μό­νο τν χρι­στι­α­νν, ε­ναι θέ­ω­ση. Κά­θε ν­θρω­πος νά φτά­σει στή θέ­ω­ση. « Θε­ός πάν­τας ν­θρώ­πους θέ­λει σω­θ­ναι καί ες ­πί­γνω­σιν ­λη­θεί­ας λ­θεν» (Α΄ Τιμ. 2, 4). «­πί­γνω­ση τς ­λη­θεί­ας» ε­ναι θέ­ω­ση. Νά ­νω­θο­με μέ τήν ­κτι­στη Χά­ρη το­ Θε­ο. Μέ τήν ο­σί­α το Θε­ο δέν ­πάρ­χει δυ­να­τό­τη­τα ­νώ­σε­ως. ­περ­βαί­νει π­σα κα­τά­λη­ψη ο­σί­α το Θε­ο. ­νού­με­θα μέ τήν ­κτι­στη Χά­ρη καί ­νέρ­γει­α το Θε­ο, ­πό­τε, ν δέν ­πάρ­χει α­τή ­νέρ­γει­α, λ­λά ­νέρ­γει­α ε­ναι κτι­στή, - με­γα­λύ­τε­ρη βλα­σφη­μί­α με­τά τό F­i­l­i­o­q­ue ε­ναι πα­ρα­δο­χή κτι­στς χά­ρι­τος, κτι­στς ­νέρ­γει­ας ες τόν Θε­όν-, δέν ε­ναι δυ­να­τή σω­τη­ρί­α.
Κτι­στή
­νέρ­γει­α ση­μαί­νει, ­χει ρ­χή καί τέ­λος. Πς θά σέ σώ­σει κά­τι πού ­χει ρ­χή καί τέ­λος; ­νέρ­γει­α τς ­γί­ας Τρι­ά­δος, ο­τε ρ­χή ­χει, ο­τε τέ­λος. Ε­ναι ­ναρ­χη καί ­τε­λεύ­τη­τη, ­πως ο­σί­α το Θε­ο. ­φο, λοι­πόν, τήν ο­σί­α δέν μπο­ρο­με νά τήν δεχ­το­με -τήν ο­σί­α το Θε­ο-, δε­χό­με­θα τήν ­νέρ­γει­ά Του. Χά­ρις, ­νέρ­γει­α, Βα­σι­λεί­α, δύ­να­μις, Βα­σι­λεί­α τν ο­ρα­νν, ­λα α­τά ση­μαί­νουν τήν ­κτι­στη ­νέρ­γει­α πού κ­πο­ρεύ­ε­ται ­πό τήν ­γί­α Τρι­ά­δα.
Σέ κά­ποι­ο
ρ­γο πού προ­έρ­χε­ται ­πό τόν ­συ­χα­στι­κό κύ­κλο, ­πι­τρέψ­τε μου α­τή τή στιγ­μή νά ­μο­λο­γή­σω τήν ­δυ­να­μί­α μου νά π ν ε­ναι το ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου το Πα­λα­μ, ­χι (λ­λά δέν ­χει καμ­μι­ά ση­μα­σί­α, ­σως ­νή­κει στόν ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο τόν Πα­λα­μ), ­πο­σα­φη­νί­ζε­ται πς βλέ­πει τόν Θε­ό Δύ­ση, πα­πι­σμός. Βλέ­πει τόν Θε­ό ς ­ναν δί­σκο ­λι­α­κό, πού βρί­σκε­ται στόν ο­ρα­νό, λ­λά ο ­κτ­νες του δέν φτά­νουν στήν γ. Τό­τε ­πάρ­χει ­λι­ος δέν ­πάρ­χει ε­ναι τό ­δι­ο πράγ­μα. Δέν μς ζε­σταί­νει, δέν μς ζω­ο­γο­νε, ­φο ο ­κτ­νες του δέν φτά­νουν ες τόν κό­σμον. Θε­ός τς ρ­θο­δο­ξί­ας, τν ­γί­ων Πα­τέ­ρων, ε­ναι ­νας ­λι­ος πού στέλ­νει τίς ­κτ­νες του καί ζω­ο­γο­νε τή γ, καί ­λη τήν κτί­ση, ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κά. ­πό­τε ­πό τά δι­ά­φο­ρα ­πό­γει­α, ­πό τήν ­μαρ­τί­α μας, ­πό τήν πτώ­ση μας, σπεύ­δου­με νά ­νε­βο­με στήν ­πι­φά­νει­α το ­δά­φους, γι­ά νά δε­χθο­με τίς ζω­ο­γό­νες ­κτ­νες, ­χι το φυ­σι­κο ­λί­ου, λ­λά το ­περ­φυ­σι­κο ­λί­ου, το ­λί­ου τς Δι­και­ο­σύ­νης.
Γι᾿ α
­τό φ­τα­σε Δύ­ση ­πό τόν D­e­i­s­m­us, στόν «θά­να­το το Θε­ο». D­e­i­s­m­us τί ση­μαί­νει; Θε­ός, Δη­μι­ουρ­γός, λ­λά ­χι κυ­βερ­νή­της το κό­σμου. D­e­us c­r­e­a­t­or, s­ed n­on g­u­b­e­r­n­a­t­or. Α­τό ση­μαί­νει ­τι Θε­ός ε­τε ­πάρ­χει, ε­τε δέν ­πάρ­χει, δέν ­χει καμ­μί­α ση­μα­σί­α. Γι᾿ α­τό ­σχο­λε­ται Δύ­ση μέ κοι­νω­νι­κά, μέ ­θι­κά προ­βλή­μα­τα. ­χι ­τι δέν τά συμ­με­ρι­ζό­με­θα κι ­μες, λ­λά δέν ε­ναι κύ­ρι­α προ­τε­ραι­ό­τη­τα τς πί­στε­ώς μας. Α­τοί ­σχο­λον­ται μέ τά ­πο­τε­λέ­σμα­τα, χω­ρίς νά ­να­ζη­τον τίς ρί­ζες, τήν ο­σί­α. Δύ­ση, λοι­πόν, φ­τα­σε ­πό τόν D­e­i­s­m­us, ες τόν θά­να­τον το Θε­ο. Στήν δε­κα­ε­τί­α το 1950 στήν ­με­ρι­κή καί με­τά στήν Ε­ρώ­πη θε­ο­λο­γι­κός κό­σμος μι­λε γι­ά τόν «θά­να­το το Θε­ο» καί γι­ά τήν θε­ο­λο­γί­α «με­τά τόν θά­να­το το Θε­ο». Τί ση­μαί­νει θά­να­τος το Θε­ο; Δέν ση­μαί­νει ­τι Θε­ός κα­θ᾿ ­αυ­τόν πε­θαί­νει. Δέν τούς ­πα­σχο­λε, γι­α­τί ­πάρ­χει δέν ­πάρ­χει Θε­ός δέν λέ­ει τί­πο­τε γι’ α­τούς. Θά­να­τος το Θε­ο ση­μαί­νει ­τι Θε­ός δέν ­χει καμ­μι­ά σχέ­ση μέ τή ζω­ή μας. Θε­ός δέν μπο­ρε νά μς σώ­σει. Κα­τα­λα­βαί­νε­τε, λοι­πόν, ­χι μό­νο βλα­σφη­μί­α, πό­ση ­νο­η­σί­α κρύ­βει α­τή πο­ρεί­α. ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς, μι­λών­τας γι­ά τή δι­ά­κρι­ση ο­σί­ας καί ­νερ­γεί­ας, ­πως Μ. Βα­σί­λει­ος καί ο λοιποί ­γι­οι Πα­τέ­ρες, σώ­ζει τήν Πί­στη καί τήν δυ­να­μι­κή της συγ­χρό­νως ες τήν θέ­ω­ση το ν­θρώ­που. Μι­λε, ­πί­σης, γι­ά τήν ο­σί­α το Θα­βω­ρί­ου Φω­τός. Στήν συ­ζή­τη­ση μέ τούς σχο­λα­στι­κούς καί τόν Βαρ­λα­άμ ­τέ­θη τό θέ­μα το Θα­βω­ρί­ου Φω­τός. Τί φς ε­ναι; κτι­στό ­κτι­στο; ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος μς λέ­γει ­τι καί στό Σι­ν καί στό Θα­βώρ καί στήν Πεν­τη­κο­στή ­χου­με τήν ­κτι­στη ­νέρ­γει­α το Θε­ο ς ­κτι­στο φς. α­ρε­ση ε­ναι πού προ­κα­λε ­λα α­τά τά προ­βλή­μα­τα. Βαρ­λα­άμ Κα­λα­βρός ­χα­ρα­κτη­ρί­ζε­το σο­φός. Ε­χε σπου­δά­σει στήν Ρώ­μη μα­θη­μα­τι­κά, φι­λο­σο­φί­α. ­ταν ο­μα­νι­στής. ν­θρω­πι­στής. Γι­ά νά κα­τα­λά­βε­τε α­τό τό θέ­μα, πα­ρα­πέμ­πω σέ μι­ά πρό­σφα­τη με­λέ­τη το ­γα­πη­το ­δελ­φο καί συ­να­γω­νι­στο, το πα­τρός Θε­ο­δώ­ρου Ζή­ση, Κα­θη­γη­το στήν Θε­σσα­λο­νί­κη (ε­ναι καί α­τός τώ­ρα ­μό­τι­μος ­πως καί ­μι­λν α­τή τή στιγ­μή) ες τόν ρ­θό­δο­ξον Τύ­πον. Σέ τρες συ­νέ­χει­ες ­να­λύ­ει τό ν Μέ­γας Φώ­τι­ος ­ταν ν­θρω­πι­στής, ­πως δι­ά­φο­ροι φι­λο­σο­φον­τες θέ­λουν νά τόν πα­ρου­σι­ά­σουν. Δέν θά ­πι­μεί­νω πε­ρισ­σό­τε­ρο γι­α­τί θέ­λω νά ­λο­κλη­ρώ­σω α­τές τίς σκέ­ψεις.
ρ­θε, λοι­πόν, Βαρ­λα­άμ Κα­λα­βρός ­πό τή Με­γά­λη λ­λά­δα, τήν Κα­λα­βρί­α. ρ­θε καί ­γι­νε κα­θη­γη­τής ες τήν Κων/πο­λη. Δέχ­τη­κε με­γά­λες τι­μές. Μά­λι­στα ­ξε­προ­σώ­πη­σε τήν ρ­θο­δο­ξί­α σέ μι­ά Σύ­νο­δο στίς ρ­χές το 14ου α. ες τήν A­v­i­n­i­on τς Γαλ­λί­ας, ­που ο πά­πες μέ­σα στίς συγ­κρού­σεις τους ­ταν ­ξό­ρι­στοι. Πα­λα­μς δι­έ­γνω­σε ­μέ­σως τόν α­ρε­τι­κό τρό­πο σκέ­ψε­ως το Βαρ­λα­άμ. Κά­ποι­ος μο­να­χός, γι­ά νά κα­τα­λά­βε­τε τί ση­μαί­νει ­γι­ος καί Πα­τέ­ρας τς κ­κλη­σί­ας, κά­ποι­ος μο­να­χός ­δω­σε στόν ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο ­να κεί­με­νο πε­ρί ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, κα­τά το f­i­l­i­o­q­ue, τό ­πο­ο ε­χε γρά­ψει Βαρ­λα­άμ. Καί ­λοι πί­στευ­αν ­τι ε­ναι κο­ρυ­φή τς ρ­θο­δό­ξου πί­στε­ως καί πα­ρα­δό­σε­ως. Μό­λις δι­ά­βα­σε λί­γες γραμ­μές ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος λέ­ει «ε­ναι α­ρε­τι­κό τό κεί­με­νο». ­κα­νε τόν ν­τι­πα­πι­κό Βαρ­λα­άμ, λ­λά μέ­θο­δος τήν ­ποί­α ­κο­λου­θο­σε προ­έ­δι­δε τήν ­ξάρ­τη­σή του ­πό τήν πτώ­ση το πα­πι­σμο, ­πό τήν σχο­λα­στι­κή φι­λο­σο­φί­α. Δι­ό­τι σκέ­ψη του στη­ρί­ζον­ταν σέ συλ­λο­γι­σμούς ν­θρω­πί­νους καί ­χι στήν ­πο­κά­λυ­ψη το Θε­ο δι­ά το ­η­σο Χρι­στο στήν Πα­λαι­ά καί Και­νή Δι­α­θή­κη καί στούς Πα­τέ­ρες τς κ­κλη­σί­ας. φι­λο­σο­φί­α, λοι­πόν, γι­ά τόν Βαρ­λα­άμ ε­χε λυ­τρω­τι­κή ση­μα­σί­α, λυ­τρω­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα, καί ζη­το­σε ο­τε λί­γο ο­τε πο­λύ τήν κ­φι­λο­σό­φη­ση τς πί­στε­ως. ­πρε­πε δη­λα­δή, ­λε­γε Βαρ­λα­άμ, νά γί­νει κα­νείς φι­λό­σο­φος, γι­ά νά μπο­ρέ­σει νά σω­θε. ­νας «­λι­τι­σμός» στόν χ­ρο τς πί­στε­ως, στόν χ­ρο τς σω­τη­ρι­ο­λο­γί­ας. ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ­παν­το­σε ­τι Θε­ός πάν­τας ν­θρώ­πους θέ­λει σω­θ­ναι, ε­τε ξέ­ρου­με γράμ­μα­τα, ε­τε δέν ξέ­ρου­με. ­χου­με μι­ά λ­λη παι­δεί­α μέ­σα στήν καρ­δι­ά μας, τήν παι­δεί­α καί τήν νου­θε­σί­αν το Θε­ο. Καί δέν στη­ρι­ζό­μα­στε στά ν­θρώ­πι­να γράμ­μα­τα. Τώ­ρα κα­τα­νο­ε­τε γι­α­τί κα­τε­δί­κα­σα ­λα τά πτυ­χί­α πού μέ τήν χά­ρη το Θε­ο μπό­ρε­σα νά ­πο­κτή­σω. Μη­δέν καί κά­τω το μη­δε­νός ες τήν σω­τη­ρί­α. Χά­ρις το Θε­ο καί τό ­νοιγ­μα τς καρ­δι­ς σ’ α­τή τή Χά­ρη ε­ναι δυ­να­τό­τη­τα τς σω­τη­ρί­ας μας καί ­χι τά γράμ­μα­τα. ­χι ­πί­δει­ξη γνώ­σε­ων. ­λα α­τά μπο­ρον νά ­φε­λή­σουν σέ πρα­κτι­κά θέ­μα­τα, νά κη­ρύ­ξεις κα­λύ­τε­ρα, νά χρη­σι­μο­ποι­ή­σεις μι­ά ­ψη­λό­τε­ρη γλώσ­σα, λ­λά τίς πε­ρισ­σό­τε­ρες φο­ρές, τά προ­σόν­τα α­τά τά κο­σμι­κά γί­νον­ται ­φορ­μή τς πτώ­σε­ώς μας. Δι­ό­τι «φυ­σι­ο­ται» ν­θρω­πος. ­πο­κτ ν­θρω­πος ­παρ­ση, στη­ρι­ζό­με­νος ες τίς γή­ι­νες γνώ­σεις του.
­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς στή συ­νέ­χει­α γί­νε­ται ­πε­ρα­σπι­στής το μο­να­χι­σμο, το μο­να­χι­σμο τς πα­τε­ρι­κς πα­ρα­δό­σε­ως, τόν ­πο­ον πο­λε­μο­σε Βαρ­λα­άμ. Ξέ­ρε­τε Δύ­ση ε­χε χά­σει τόν α­θεν­τι­κό μο­να­χι­σμό, ­πως ε­χε χά­σει καί τήν ­λη­θι­νή θε­ο­λό­γη­ση. ­λη­θι­νή θε­ο­λό­γη­ση περ­νά­ει μέ­σα ­πό τήν ­σκη­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα καί πρά­ξη, δη­λα­δή Θε­ο­λο­γί­α ε­ναι καρ­πός ­σκή­σε­ως, ­νοίγ­μα­τος το ν­θρώ­που στήν Χά­ρη το Θε­ο. Θε­ο­λο­γί­α δέν ε­ναι ­πό­θε­ση δι­α­νο­η­τι­κή. ­ταν σπού­δα­ζα στή Δύ­ση, ­μα­θα τήν φρά­ση «l­a­v­o­ro da t­a­v­o­l­i­no», ρ­γα­σί­α το τρα­πε­ζι­ο, το γρα­φεί­ου. Δέν ε­ναι α­τή Θε­ο­λο­γί­α. Θε­ο­λο­γί­α γεν­νι­έ­ται μέ­σα στήν καρ­δι­ά το ν­θρώ­που, μέ τόν φω­τι­σμό το ν­θρώ­που ­πό τήν Χά­ρη το Θε­ο. Δι­α­φο­ρε­τι­κά συν­τάσ­σου­με ­ρα­α κεί­με­να, τά ­πο­α ­μως δέν μπο­ρον νά μς ­δη­γή­σουν στήν Θε­ο­λο­γί­α, δι­ό­τι δέν ε­ναι καρ­πός ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κς μ­πει­ρί­ας.
­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς στή συ­νέ­χει­α ε­ναι Θε­ο­λό­γος τς Θεί­ας Χά­ρι­τος. Χά­ρις το Θε­ο, λέ­γει, ε­ναι ­κτι­στη, δέν ε­ναι δη­μι­ουρ­γη­μέ­νη χά­ρις, κτι­στή χά­ρις, g­r­a­t­ia c­r­e­a­ta. Ο θε­ού­με­νοι ε­ναι ο α­θεν­τί­ες καί ­χι τά κεί­με­να. Α­τό τό ε­χε ­πο­στη­ρί­ξει πρ­τον ­νας μι­κρα­σι­ά­της Θε­ο­λό­γος, Πα­τέ­ρας τς κ­κλη­σί­ας στό κέν­τρον τς Ε­ρώ­πης, στό Λού­γδου­νον, τήν Λυ­ών, ­γι­ος Ε­ρη­ναος, τόν 2ο α. ­τι α­θεν­τί­ες στήν κ­κλη­σί­α δέν ε­ναι τά κεί­με­να, λ­λά ε­ναι θε­ού­με­νος, ­γι­ος. Α­τός ε­ναι α­θεν­τί­α. προ­φή­της, ­πό­στο­λος, Πα­τέ­ρας καί Μη­τέ­ρα ­λων τν α­ώ­νων. Α­τός πού φτά­νει στήν θέ­ω­ση. Ο θε­ο­λό­γοι τς κ­κλη­σί­ας, λοι­πόν, ε­ναι ο θε­ό­πτες, ε­ναι ο προ­φ­τες πού ­νο­μά­ζον­ται στήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη «Ρο­έ» ­πό τό ­βρα­ϊ­κό ρ­μα «ρα­ά» (α­τό δέν ε­ναι ­πί­δει­ξη, ε­ναι γνω­στό­τα­το). Τό ρ­μα «ρα­ά» ση­μαί­νει βλέ­πω. Προ­φ­τες ε­ναι ο βλέ­πον­τες. Τί βλέ­πουν; Τήν Χά­ρη το Θε­ο, τήν ­κτι­στη. (­χει ­να σπου­δα­ο βι­βλί­ο σε­βα­στός καί ­γα­πη­τός συ­να­γω­νι­στής, π. ­ε­ρό­θος Βλά­χος, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τος Μη­τρο­πο­λί­της Ναυ­πά­κτου: «Ο βλέ­πον­τες»­). τ­σι, λοι­πόν, ο Θε­ο­λό­γοι ε­ναι ο θε­ό­πτες. Ο Θε­ο­λό­γοι ε­ναι α­τοί πού βλέ­πουν τό ­κτι­στο φς, α­τοί πού φθά­νουν ες τήν θε­ο­πτί­αν. Καί κά­τι λ­λο. ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς, σέ ν­τί­θε­ση μέ τόν Βαρ­λα­άμ, ­πο­ος ζη­το­σε τήν κ­φι­λο­σό­φη­ση τς πί­στε­ως καί τό­νι­ζε ­δι­αί­τε­ρα τίς φι­λο­σο­φι­κές γνώ­σεις το ν­θρώ­που ς πα­ρά­γον­τα σω­τη­ρι­ο­λο­γί­ας, ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς ­ε­ραρ­χε τήν σο­φί­α-παι­δεί­α. ­χου­με, δι­δά­σκει, τήν θύ­ρα­θεν, τήν κο­σμι­κή σο­φί­α-παι­δεί­α πού παίρ­νου­με στά σχο­λε­α, καί τήν ­σω­τε­ρι­κή σο­φί­α-παι­δεί­α πού παίρ­νου­με μέ­σα ­πό τόν πνευ­μα­τι­κό ­γώ­να. ­πό­τε, λοι­πόν, α­τό περ­νά­ει στό Συ­νο­δι­κόν τς ρ­θο­δο­ξί­ας ξ ­φορ­μς το ­ω­άν­νου το ­τα­λο καί λ­λων νο­θευ­τν τς πί­στε­ως. Ε­ναι τό πε­ρί­φη­μο ­κε­νο: «τος τά λ­λη­νι­κά δι­ε­ξι­ο­σι μα­θή­μα­τα, ο πρός παί­δευ­σιν μό­νον, λ­λά καί τας μα­ταί­αις α­τν γνώ­μαις ­πο­μέ­νοις καί ς ­λη­θέ­σι πι­στεύ­ου­σι, ­νά­θε­μα»! Τό ­νά­θε­μα δέν ε­ναι, ­πως νο­μί­ζουν πολ­λοί, κα­τά­ρα. Τό ­νά­θε­μα ση­μαί­νει χω­ρι­σμός. Ο ­να­θε­μα­τι­ζό­με­νοι δέν ­νή­κουν στό Σ­μα το Χρι­στο καί ρ­θά πρέ­πει νά κ­φω­νε­ται «π­σι τος α­ρε­τι­κος ­νά­θε­μα». Τά γράμ­μα­τα, δη­λα­δή, δέν μς σώ­ζουν. Τό πρό­βλη­μα ε­ναι νά με­λε­τς φυ­σι­κή, ­στρο­φυ­σι­κή, καί νά νο­μί­ζεις ­τι α­τό μπο­ρε νά σέ σώ­σει. λ­λο κ­παί­δευ­ση το ν­θρώ­που, (α­τά κα­θο­ρί­ζον­ται ­πό τόν Γρη­γό­ρι­ον τόν Θε­ο­λό­γον τόν 4ο α­ώ­να) καί λ­λο τό θέ­μα τς σω­τη­ρί­ας, τς α­ω­νι­ό­τη­τός μας. ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς δι­α­κρί­νει δύ­ο σο­φί­ες, δύ­ο γνώ­σεις. ­πως καί ­λοι ­σοι ­κο­λου­θον τήν πα­ρά­δο­ση ­πό τόν ­πό­στο­λο Πα­λο καί τόν ­ά­κω­βο τόν ­δελ­φό­θε­ο μέ­χρι τόν Ε­γέ­νι­ο Βούλ­γα­ρη. Δέ­χε­ται ­τι ­πο­κά­λυ­ψις ε­ναι ­πέρ κα­τά­λη­ψιν. Δέ­χε­ται ­τι ­πο­κά­λυ­ψις το Θε­ο ε­ναι ­λη­θι­νός Λό­γος το Θε­ο. Θά σς π δέ κά­τι πού κά­ποι­ους θά τούς ξε­νί­σει. ­μες λέ­με συ­νή­θως Βί­βλος, ­γί­α Γρα­φή πε­ρι­έ­χει τό Λό­γο το Θε­ο. Δέν ε­ναι Βί­βλος Λό­γος το Θε­ο, λ­λά ε­ναι κα­τα­γρα­φή τς ­πο­κα­λύ­ψε­ως το Θε­ο στήν καρ­δι­ά τν ­γί­ων, τν Προ­φη­τν καί τν ­πο­στό­λων. Θε­ός δέν ­πι­κοι­νω­νε μέ γλσ­σα ν­θρώ­πι­νη. Θε­ός δέν ­πι­κοι­νω­νε μέ κεί­με­να. Θε­ός ­πι­κοι­νω­νε, ε­σερ­χό­με­νος δι­ά το ­κτί­στου Φω­τός Του μέ­σα στήν καρ­δι­ά το ν­θρώ­που, ­πο­ος φθά­νει νά γί­νει δε­κτι­κός τς Χά­ρι­τος το Θε­ο. ­πο­μέ­νως Βί­βλος δέν ε­ναι Λό­γος το Θε­ο κα­θε­αυ­τόν, ε­ναι «λό­γος πε­ρί το Λό­γου το Θε­ο». Προ­η­γε­ται ­πο­κά­λυ­ψη τς κα­τα­γρα­φς της, το γράμ­μα­τος, τς Βί­βλου. Πι­στεύ­ω νά ­γι­να κα­τα­νο­η­τός. ­κε μς ­δη­γε ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς. ­μες μι­λο­με συ­νε­χς γι­ά τήν Γρα­φή ς τόν Λό­γον το Θε­ο. Ε­ναι «λό­γος γι­ά τόν Λό­γο το Θε­ο». Λό­γος το Θε­ο ε­ναι φα­νέ­ρω­ση τς Χά­ρι­τος το Θε­ο μέ­σα στήν καρ­δι­ά τν Προ­φη­τν, τν ­πο­στό­λων καί ­λων τν ­γί­ων.


Μέλλουσα Πανορθόδοξος Σύνοδος

­γα­πη­τοί ­δελ­φοί, ο Σύ­νο­δοι το 14ου α­­νος δι­α­τυ­πώ­νουν τήν θε­ο­λο­γί­α πε­ρί τς Θεί­ας Χά­ρι­τος. ρ­θό­δο­ξη Πα­ρά­δο­ση δέ­χε­ται α­τές τίς Συ­νό­δους ς 9η Ο­κου­με­νι­κή καί πα­νορ­θό­δο­ξα γί­νε­ται α­τό ­πο­δε­κτό ­πό γνω­στούς Θε­ο­λό­γους. Δι­ό­τι καί Σύ­νο­δος α­τή, ­πως καί 8η τό 879, δι­α­φο­ρο­ποι­ον ρι­ζι­κά τήν ρ­θό­δο­ξη κ­κλη­σί­α, στήν πα­τε­ρι­κή συ­νέ­χει­ά της, ­πό τόν χρι­στι­α­νι­σμό τς Δύ­σε­ως. ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς, λοι­πόν, μέ τήν θε­ο­λο­γί­α του, καρ­πό τς πα­ρου­σί­ας το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος μέ­σα στήν φω­τι­σμέ­νη ­πό τό ­γι­ο Πνε­μα καρ­δι­ά του, ε­ναι Πα­τέ­ρας τς 9ης Ο­κου­με­νι­κς Συ­νό­δου.
­να ­πί­και­ρο ­ρώ­τη­μα ε­ναι: μέλ­λου­σα νά συ­νέλ­θει πα­νορ­θό­δο­ξος Σύ­νο­δος τί θά κά­νει; ­τοι­μά­ζε­ται α­τή Σύ­νο­δος, γι­ά νά μς ­δη­γή­σει, ­πως δι­α­βά­ζου­με καί ­πως βλέ­που­με, στήν ­πο­δο­χή το πα­πι­σμο καί το Προ­τε­σταν­τι­σμο ς α­θεν­τι­κν χρι­στι­α­νι­σμν. Α­τό ε­ναι τό τρα­γι­κό. Ε­χο­μαι νά μή γί­νει πο­τέ. λ­λά ­κε ­δη­γον­ται τά πράγ­μα­τα. ­άν, λοι­πόν, συ­νέλ­θει Πα­νορ­θό­δο­ξος Σύ­νο­δος, πού θά ­χει τόν χα­ρα­κτή­ρα γι­ά μς Ο­κου­με­νι­κς Συ­νό­δου, ­άν συ­νέλ­θει καί δέν δε­χθε με­τα­ξύ τν Ο­κου­με­νι­κν Συ­νό­δων τήν 8η καί τήν 9η, θά ε­ναι ψευ­δο­σύ­νο­δος. ­πως Σύ­νο­δος Φε­ρά­ρας-Φλω­ρεν­τί­ας. Καί τό­τε ­πε­βλή­θη ­πό κά­ποι­ους δε­σπο­τά­δες ­να­το­λι­κούς καί Δυ­τι­κούς, ­πε­βλή­θη Σύ­νο­δος Φε­ρά­ρας-Φλω­ρεν­τί­ας, λ­λά ­ταν ρ­κε­τή ν­τί­στα­ση ν ­γί­ Πνεύ­μα­τι κά­ποι­ων κο­ρυ­φν τς πα­ρα­δό­σε­ώς μας, ­πως ­γι­ος Μάρ­κος Ε­γε­νι­κός, ­στε τε­λι­κά νά χα­ρα­κτη­ρι­στε ψευ­δο­σύ­νο­δος. Α­ρε­τι­κή Σύ­νο­δος, ­πο­τυ­χη­μέ­νη Σύ­νο­δος, Σύ­νο­δος Φε­ρά­ρας-Φλω­ρεν­τί­ας.
μέλ­λου­σα νά συ­νέλ­θει, λοι­πόν, Πα­νορ­θό­δο­ξος Σύ­νο­δος θά κρι­θε σ’ α­τό τό ση­με­ο. ­άν πα­ρα­κάμ­ψει α­τές τίς δύ­ο Συ­νό­δους πού το­πο­θε­τον τήν ρ­θο­δο­ξί­α ­πέ­ναν­τι στόν Δυ­τι­κό χρι­στι­α­νι­σμό. ­κε ε­ναι τό κρί­σι­μο ­ρώ­τη­μα. Α­τοί θέ­λουν νά πα­ρου­σι­ά­σουν τήν ­νό­τη­τα, ­τι Δυ­τι­κός Χρι­στι­α­νι­σμός ε­ναι πα­ράλ­λη­λη μορ­φή τς ρ­θο­δο­ξί­ας τν ­γί­ων Πα­τέ­ρων. ­κε κά­ποι­οι ρ­γά­ζον­ται, πρός τά ­κε κά­ποι­οι θέ­λουν νά ­δη­γή­σουν. Θε­ός ­μως ε­ναι πά­νω ­πό ­λους μας.
­να ψευ­δο­ε­πι­χεί­ρη­μα, λοι­πόν, πού κυ­κλο­φο­ρε­ται στό χ­ρο τς δι­κς μας Θε­ο­λο­γί­ας, τς ­κα­δη­μα­ϊ­κς Θε­ο­λο­γί­ας, ε­ναι ­τι ο­δε­μί­α Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος κα­τε­δί­κα­σε τόν Δυ­τι­κό Χρι­στι­α­νι­σμό. Καί ­μως ­χου­με δύ­ο Ο­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους, το 879 καί κείνης το 14ου α­­νος, πού δι­α­φο­ρο­ποι­ον τήν ρ­θο­δο­ξί­α ­πό τόν Δυ­τι­κό Χρι­στι­α­νι­σμό.
Ε
­ναι τρα­γι­κό! Δέν ­πι­χαί­ρω, ο­τε θρι­αμ­βο­λο­γ. ­πι­θυ­μί­α ­λων μας πρέ­πει νά ε­ναι νά συ­ναν­τη­θο­με στήν ­νό­τη­τα τν Προ­φη­τν, τν ­πο­στό­λων καί τν Πα­τέ­ρων ­λων τν α­ώ­νων. Δι­α­φο­ρε­τι­κά κά­θε ­νω­ση θά ε­ναι ψευ­δέ­νω­σις καί ­χι μό­νον α­τό, λ­λά θά κα­τα­στρέ­φει καί θά δι­α­στρέ­φει κά­θε προ­σπά­θει­α, ε­λι­κρι­νῆ προ­σπά­θει­α, πού θέ­λει νά ­δη­γη­θε στό θέ­μα τς σω­τη­ρί­ας. ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς ­λέγ­χει τήν ση­με­ρι­νή κα­τά­στα­ση τς ρ­θο­δο­ξί­ας. ­πάρ­χει σύγ­χυ­ση. Σχε­τι­κο­ποί­η­ση τς πί­στε­ως, πο­λι­τι­κοί συμ­βι­βα­σμοί. Ο δι­ά­λο­γοι ο κ­κλη­σι­α­στι­κοί ε­ναι ­πο­μί­μη­ση τν πο­λι­τι­κν συ­ζη­τή­σε­ων. τ­σι, ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς –γι᾿ α­τό δέν γί­νε­ται ε­χά­ρι­στα δε­κτός- μ­πνέ­ει δι­ά­θε­ση ­μο­λο­γί­ας καί μαρ­τυ­ρί­ου ­κό­μη, ν Θε­ός τό ­πι­τρέ­ψει, στήν ­πο­χή μας. Βο­η­θε, ­πί­σης, στή συ­νέ­χει­α τς ρ­θο­δο­ξί­ας, τς ρ­θο­δό­ξου Πα­ρα­δό­σε­ως. ­πα­νέκ­φρα­ση τς Πί­στε­ως μέ τά μέ­σα κά­θε ­πο­χς δέν ­χει τί­πο­τε τό κοι­νό μέ τήν ­να­ζη­τού­με­νη ­πό δι­κούς μας θε­ο­λό­γους Ο­κου­με­νι­στές «­πα­νερ­μη­νεί­α» τς πί­στε­ως. Δέν ε­ναι θέ­μα ­πα­νερ­μη­νεί­ας, πς θά κα­τα­νο­ή­σου­με λ.χ. τό πα­πι­κό πρω­τε­ο. Συγ­γνώ­μη γι­ά τήν φρά­ση, καί σκύ­λος χορ­τά­τος καί πί­τα ­φά­γω­τη! Μά ε­ναι α­τά σο­βα­ρά πράγ­μα­τα, ­ταν παί­ζου­με «ν ο παι­κτος»; ­ταν παί­ζου­με μέ τή σω­τη­ρί­α; ­ταν παί­ζου­με μέ τήν α­ω­νι­ό­τη­τα; Δι­α­γρά­φου­με ­λους τούς ­γί­ους ν ­νό­μα­τι τν ­γί­ων. Δι­ό­τι τό πνε­μα, τό ­πο­ον κυ­ρι­αρ­χε, ε­ναι νά κ­θει­ά­ζου­με τούς ­γί­ους. Κι ­πως, μα­κα­ρί­της τώ­ρα, ρ­χι­ε­πί­σκο­πος ­λε­γε: Δε­χό­με­θα τόν Μάρ­κο τόν Ε­γε­νι­κό καί τόν τι­μ­με. ­κε­νος τ­σι ­πρε­πε νά μι­λή­σει στήν ­πο­χή του, ­μες μι­λο­με μέ τόν δι­κό μας τρό­πο στήν δι­κή μας ­πο­χή. Κά­τι πα­ρό­μοι­ο ­λέ­χθη. Χρι­στός ­μως ε­ναι πάν­τα α­τός «πα­ρα­τει­νό­με­νος ες τούς α­­νες». Καί πί­στη πού σώ­ζει ε­ναι μί­α συν­τα­γή, ­να φάρ­μα­κο πού δέν λ­λοι­ώ­νε­ται, δέν δέ­χε­ται λ­λα­γές. Ε­ναι μί­α καί ­νι­αί­α πί­στις. ­πο­δο­χή το Λό­γου το Θε­ο ­πό τήν μ­πει­ρί­α τν ­γί­ων, γι­ά νά γί­νει καί δι­κή μας μ­πει­ρί­α.
κα­τα­νό­η­ση, λοι­πόν, τν ­γί­ων, ­πως ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς, θέ­τει τό πρό­βλη­μα τς ­πο­δο­χς τς γλώσ­σας τν ­γί­ων. γλώσ­σα τν ­γί­ων ε­ναι κ­φρα­ση τς ρ­θο­δό­ξου Πα­ρα­δό­σε­ως. Μέ α­τή τή σκέ­ψη κα­τα­λή­γω κι ε­χο­μαι ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μς νά συ­νο­δεύ­ει τή ζω­ή μας. Κα­λόν τό ­πό­λοι­πον Στά­δι­ον τς Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στς καί Κα­λή ­νά­στα­ση! »

Πηγή: http://paterikoslogos.com