"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ᾿Εκκλησία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ᾿Εκκλησία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΟ: «Η ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ»



Διαβάστε ὅλο τὸ νέο φυλλάδιο «ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΟ» (ὑπ᾽ἀριθμ. 45)
τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
πατώντας ἐδῶ:
pros_lao_2011

Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ Uncategorized στὶς 21 Φεβρουαρίου 2011

Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2011

Δικαιοῦται ἡ ᾿Εκκλησία νά ἐκφράζει πολιτικό λόγο;

᾿Επιστολή στήν Καθημερινή τῆς Κυριακῆς 09-01-2011
τοῦ Δημήτρη Γ. Μπράνη

῾Η παρέμβαση τῆς ᾿Εκκλησίας
Κύριε διευθυντά
Η Εκκλησία της Ελλάδος με εγκύκλιό της προς τους πιστούς της παρεμβαίνει στο πολιτικό και οικονομικό «γίγνεσθαι» της χώρας. Παρεμβαίνει στα πολιτικά και οικονομικά δρώμενα. Και ορθώς-ορθότατα παρεμβαίνει, κατά την προσωπική ταπεινή μου γνώμη. Και ο ιερός κλήρος ψηφίζει. Αρα, έχει και αυτός πολιτικά δικαιώματα. Αρα, έχει και αυτός λόγο πολιτικό.
Και η Εκκλησία είναι ένα τμήμα της ελληνικής κοινωνίας. Είναι μόριό της αναπόσπαστο. Βλέπει - ακούει, ακούει - βλέπει όλα όσα συμβαίνουν τόσο στο ελληνικό, όσο και στο παγκόσμιο στερέωμα. Και δικαιούται, ως εκ τούτου, να έχει γνώμη. Να έχει άποψη και να την εκφράζει δημόσια. Να τη δημοσιοποιεί.
Τα αίτια της οικονομικής κρίσης είναι πολιτικά. Η πολιτική και οι πολιτικοί και το όλο, εν γένει, πολιτικό σύστημα της Ελλάδος προκάλεσαν την οικονομική κρίση. Αυτοί έφεραν τη χώρα στα πρόθυρα της πτώχευσης. Στο χείλος του γκρεμού. Και έτσι η Ελλάδα βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα. Και ζήτησε δανεικά. Και έγινε έτσι χώρα εξαρτώμενη. Χώρα εξαρτώμενη από τους δανειστές της. Από το ΔΝΤ. Από την τρόικα. Αυτή τη διαφεντεύει. Αυτή έκανε το Μνημόνιο. Και αυτό συνιστά εθνική ταπείνωση.
Πριν από την οικονομική κρίση έλαβε χώρα μια άλλη κρίση. Η κρίση των ηθικών αξιών. Η κρίση των ηθικών αρχών. Η κρίση των ηθικών κανόνων. Ελαβαν χώρα η επιορκία. Η κλοπή. Η διαφθορά. Και αυτή γέννησε και έφερε την οικονομική κρίση.
Ο ελληνικός λαός έχει χορτάσει την υποκρισία και τη δημαγωγία. Υποκρισία και δημαγωγία ήταν το «Αλήστου» μνήμης: «Υπάρχουν χρήματα»! Υποκριτικό και δημαγωγικό ήταν και το «Ολοι μαζί τα φάγαμε τα χρήματα».
Η μνήμη του ελληνικού λαού και η νοημοσύνη του παραμένει ισχυρή. Ο ελληνικός λαός είναι και νοήμων και μνήμων. Και δεν είναι αμνήμων και ανόητος, όπως νομίζουν οι πολιτικοί, για να τον κοροϊδεύουν, για να τον παραπλανούν, για να του στήνουν παγίδες.
Και ο ιερός κλήρος, λοιπόν, δικαιούται να έχει λόγο πολιτικό. Εχει και αυτός το δικαίωμα της ψήφου. Εχει και αυτός πολιτικά δικαιώματα. Και κακώς σχολιάζεται ότι αναμειγνύεται στα πολιτικά δρώμενα. Δεν κάνει τίποτε άλλο παρά αυτό που πρέπει να κάνει, αυτό που κάνει κάθε ενεργός πολίτης.
Δημητρης Γ. Μπρανης


Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Μοναχός Μωϋσῆς, Τί εἶναι ἡ ἐκκλησία;



Τι είναι η εκκλησία;
Γράφει ο μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης
Η εκκλησία δεν είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, αλλά θεοΐδρυτη οικοδομή. Η εκκλησία σε σώζεται αλλά σώζει όσους θέλουν. Δεν κάνει επίδειξη ισχύος και δυνάμεως. Ανέχεται, υπομένει, αρύτερα. Τη διώκουν αλλά δεν διώκει. Είναι φιλεύσπλαχνη μητέρα και γνωρίζει μόνο να αγαπά. Ο κόσμος δεν γνωρίζει την αξία της γι’ αυτό αδιαφορεί ή και την κτυπά. Η αγκάλη της εκκλησίας έχει αίγλη, θέρμη και εύρος. Μέσα της χωρά και αναπαύει όλους τους μετανοημένους. Μπορεί ο κόσμος να ξέφυγε, όμως η δίψα και η πείνα για ον Θεό υπάρχει βαθιά στην καρδιά του σύγχρονου ανθρώπου. Υπάρχουν και στους δύσκολους καιρούς άνθρωποι γνήσια πιστοί που δεν παρασύρθηκαν από την ευκολία και την κακία. Η πνευματική ζωή δεν θέλει μεγάφωνα και προβολείς, δημοσιότητα, διαφήμιση και επικρότηση. Αγαπά πολύ την άφωτη μυστικότητα και την ιερή σιγή. Ορθόδοξοι Χριστιανοί όσοι δεν φανατίζονται τα υπέρμετρα, δεν θυμώνουν με τους κακούς, δεν κυνηγούν τους αμαρτωλούς αλλά την αμαρτία, δεν διαπομπεύουν και δεν γελοιοποιούν κανένα, δεν ευκολασκανδαλίζονται....
Η αποστολή των Χριστιανών στον κόσμο σήμερα δεν είναι καταγγελτική, ανατρεπτική και εισαγγελική. Οι πιστοί αισθάνονται συνυπεύθυνοι για το υπάρχον κακό στον κόσμο. Είναι ανεκτικοί, συμπαθείς και επιεικείς με τους άλλους. Κύριο έργο τους δεν είναι να καταλογίζουν ευθύνες, να παρατηρούν τους άλλους συνεχώς αυστηρά, να μεμψιμοιρούν και να μελαγχολούν για το πολύ κακό των καιρών μας.
Η εκκλησία του Χριστού δεν φοβάται, δεν αισθάνεται ανασφαλής, δεν παίρνει επιθετική ή αμυντική στάση. Υπάρχει σε κάποιους μια φοβία και μια καχυποψία ότι όλοι μας εχθρεύονται και πολύ μας πολεμούν. Η υπερβολική καχυποψία είναι νοσηρή, εγωπαθής και φανερώνει άνθρωπο που δεν έχει να εμπιστοσύνη στο Θεό αλλά στον εαυτό του. Και θέλει κανείς συνεχώς να παρατηρεί τους άλλους, να τους κάνει όπως θέλει και φαντάζεται. Άνθρωπος που δεν αγαπά είναι δυστυχισμένος. Η χριστιανική αγάπη είναι πάντοτε διφυής, προς Θεό και άνθρωπο. Η αγάπη αυτή είναι ανιδιοτελής, ουσιαστική και πασίχαρη.
Η εκκλησία ξέρει μόνο να αγαπά. Δεν δυσκολεύεται καθόλου να υποδεχθεί το απομακρυσμένο τέκνο της, αν θελήσει να τη πλησιάσει. Δεν τα μαλώνει, δεν το επιτιμά, δεν του φωνάζει, δεν το κάνει να περιμένει, το αγκαλιάζει αμέσως, το καταφιλά. Τέτοια εκκλησία έχουμε, μάνα φιλόστοργη, καταδεκτική. Η εκκλησία κινείται στον κόσμο αλλά δεν είναι εκ του κόσμου τούτου.
Κάθε φορά που επιχειρήθηκε να δοθεί στην εκκλησία κοσμική δύναμη, είχαμε εκτροπή από την αποστολή της και αποτυχία από τον προορισμό της. Η εκκλησία θα μπορούσαμε να πούμε είναι ένα πνευματικό φαρμακείο, θεραπευτήριο και ησυχαστήριο. Θεωρούν ότι η εκκλησία είναι υπερβολική, δύσκολη, απαιτητική, απηρχαιωμένη, όλο απαγορεύσεις, δικαιολογεί μόνο τους άλλους.
Φέρνουν οι άνθρωποι γνωστές ενστάσεις. Έχουμε κι εμείς καρδιά και δικαιώματα, όλο εμείς θα υποχωρούμε, θα ταπεινονόμαστε, θα πηγαίνουμε με το σταυρό στο χέρι; Οι άλλοι θα μας φάνε λάχανο, θα μας πατήσουν, θα μας βγάλουν το λάδι, θα μας περιθωριοποιήσουν και θα μας εκμεταλλευτούν. Έχουμε κι εμείς, βρε αδελφέ, τα όριά μας. Τα βάζουμε κάποτε και με τον Θεό, που δεν μας καταλαβαίνει, δεν μας ακούει, δεν επεμβαίνει, σιωπά ενοχλητικά, δεν μας υπολογίζει.
Ο Θεός είναι πάντοτε με ανοιχτή θύρα, καλεί όλους τους πεφορτισμένους και κεκοπιακότες να τους αναπαύσει αληθινά. Δεν έχει ώρες που δέχεται και άλλες όχι, δεν χρειάζονται μεσάζοντες, να κλείσεις συνάντηση από τα πριν, να έχεις τίτλους, να είσαι κάτι, να έχεις ιδιαίτερες γνώσεις. Είναι ένας Θεές υπέροχος, που ποτέ δεν κρατά κρατούμενα και δεν ξεσυνερίζεται. Απεχθάνεται τρομερά την υποκρισία και τη ψευδοαγιότητα. Του αρέσουν τα ντόμπρα, τα γνήσια, τ’ αληθινά, ελεύθερα και εγκάρδια πράγματα.
Η εκκλησία δεν χάνει, εμείς χάνουμε. Δεν ζητά οπαδούς αλαλάζοντες και καταχειροκροτούντες. Είναι κατά των οπαδών. Ζητά και έχει παιδιά αγαπητά. Η εκκλησία τηρεί τις υποσχέσεις της. Δεν ξεγέλασε ποτέ κανέναν. Τα είπε όλα από την αρχή καθαρά και ξάστερα. Η εκκλησία θεραπεύει, συγχωρεί, μεταμορφώνει τον λύκο σε αρνί, ανασταίνει, χαριτώνει, παραμυθεί, αγιάζει, σώζει και λυτρώνει. Η εκκλησία ευλογεί και εμπνέει παντού και πάντοτε. Η εκκλησία υπάρχει για όλους. Δεν εκβιάζει κανένα, δεν του τραβά το αυτί. Η εκκλησία υπάρχει κα θα υπάρχει. Πολλοί τη φθόνησαν, τη χτύπησαν και τη μίσησαν.
Διατηρείται όμως ακέραια, νικηφόρα παρά την τόση πολεμική, ακόμη και κάποτε και αυτών των ίδιων των εκπροσώπων της. Ο κόσμος αγνόησε τον βαθύ πνευματικό πλούτο της εκκλησίας και ασχολήθηκε με τα κτήματά της. Δεν ήθελε πολύ να μπερδεύεται καθημερινά στο πόδια του. Να τη έχει για Χριστούγεννα και Πάσχα και για πολύ έκτακτες ανάγκες. Την εκκλησία μερικοί σήμερα τη θέλουν μόνο για το κοινωνικό της έργο, κάτι σαν παράρτημα του υπουργείου κοινωνικής προνοίας.
Η ορθόδοξη εκκλησία όμως δεν πεισμώνει, δεν κακιώνει, δεν εκδικείται. Συνεχίζει έναν θαυμαστό τρόπο το σωτήριο έργο της, που κανείς δεν μπορεί να αντικαταστήσει. Η εκκλησία δεν θυμώνει που δεν της αναγνωρίζουν την αξία της, αλλά λυπάται. Μπορεί να της πήραν την περιουσία της, να της πάρουν και την υπόλοιπη, να είναι δίχως κανένα περιουσιακό στοιχείο, σαν τον γυμνό Χριστό στη Φάτνη και όμως να παραμένει αμύθητα πλούσια. Μπορεί κάποιοι ελάχιστοι εκπρόσωποί της λαθεύουν, όμως δεν παύει να δίνει ορθό νόημα βίου, υψηλούς στόχους, να γεννά Αγίους.

Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

Ἡ Ἐνορία μας / +Πρωτοπρεσβ. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου








1. Καθολικότης τῆς ἐνορίας

Εἴπομεν ὅτι ἡ Ἐκκλησία συγκροτεῖται καὶ φανερώνεται μὲ τὸ γεγονὸς τῆς θείας εὐχαριστίας καὶ τῆς συμμετοχῆς μας εἰς αὐτήν. Ἡ θεία εὐχαριστία εἶναι τὸ μυστήριον τὸ ὁποῖον μεταβάλλει μίαν κοινότητα, ὅπως εἶναι ἡ ἐνορία, εἰς Ἐκκλησίαν (Α' Κορινθίους 10,16-17).

Ἐκεῖ ὅπου εἶναι ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ Καθολικὴ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, λέγει, καθὼς εἴδομεν, ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος καὶ διακηρύσσει, κατ' αὐτὸν τὸν τρόπον, μίαν καθολικότητα ἐσωτερικὴν καὶ ὄχι ἐξωτερικὴν (γεωγραφικήν), ἡ ὁποία χαρακτηρίζει τὴν ἐνορίαν. Τοῦτο, διότι εἰς τὴν ἐνορίαν εὑρίσκεται μὲ τὴν θείαν εὐχαριστίαν ὁ Χριστός, ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ἡ Ἐκκλησία ὁλόκληρος.

Ἡ τοποθέτησις αὐτὴ τῆς ἐνορίας, βασίζεται πλήρως εἰς τὴν διδασκαλίαν τῆς Ἁγίας Γραφῆς. «Ὅταν, λοιπόν, συνέρχεσθε ὡς Ἐκκλησία (συνερχομένων ὑμῶν ἐν Ἐκκλησίᾳ), ἀκούω ὅτι ὑπάρχουν μεταξὺ σας διαιρέσεις… Δὲν ἔχετε σπίτια διὰ νὰ τρῶτε καὶ νὰ πίνετε; Ἡ καταφρονεῖτε τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ;… Διότι ἐγὼ παρέλαβον ἀπὸ τὸν Κύριον ὅ,τι καὶ σᾶς παρέδωσα. Ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς κατὰ τὴν νύκτα κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ παρεδίδετο, ἔλαβε ἄρτον καὶ ἀφοῦ εὐχαρίστησε, τὸν ἔκοψε καὶ εἶπε: Λάβετε φάγετε… » (Α' Κορινθίους 11,18-23).

Ἐδῶ, βλέπομεν νὰ χρησιμοποιῆ ὁ Ἀπόστολος τὸν ὅρον Ἐκκλησία μὲ ἔννοιαν ὄχι στατικήν, ἀλλὰ δυναμικὴν καὶ νὰ τὸν ταυτίζη μὲ τὰς συνάξεις τῆς Χριστιανικῆς κοινότητος τῆς Κορίνθου πρὸς τέλεσιν τῆς θείας εὐχαριστίας.

Μὲ ἄλλα λόγια, κάθε φορὰν κατὰ τὴν ὁποίαν συνέρχονται οἱ Χριστιανοὶ μίας ἐνορίας πρὸς τέλεσιν τῆς θείας εὐχαριστίας γίνονται Ἐκκλησία, ὁλόκληρος ἡ Ἐκκλησία (Παράβαλλε καὶ Ρωμαίους 16,23).

Δι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπόστολος καταδικάζει τόσον κατηγορηματικῶς κάθε διαίρεσιν μέσα εἰς αὐτὰς τὰς συνάξεις καὶ λέγει ὅτι κάθε τι τὸ ὁποῖον παρενοχλεῖ αὐτὴν τὴν μυστηριακὴν ἑνότητα ἀποτελεῖ προσβολὴν κατὰ τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ καταφρόνησιν ὁλοκλήρου της Ἐκκλησίας (Παράβαλλε καὶ Κορινθίους 11,17-34. 1,13).

Τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἐνορία ἐκφράζει τὴν ζωὴν ὁλοκλήρου τῆς Ἐκκλησίας, φανερώνεται καὶ ἀπὸ τὴν ἐν γένει πνευματικὴν ζωὴν τῶν ἐνοριτῶν, ἡ ὁποία πραγματώνεται εἰς τὰ πλαίσια τῆς ζωῆς τῆς ἐνορίας.

Ἡ ἐνορία ἔχει τοὺς Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι ὑπάγονται εἰς τὸν κανονικὸν Ὀρθόδοξον ἐπίσκοπόν τῆς περιοχῆς καὶ ἐγγυῶνται διὰ τὴν παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ εἰς τὴν λειτουργικὴν ζωὴν καὶ διὰ τὴν ἑνότητα μαζί Του. Εἰς τὴν ἐνορίαν θὰ εὕρωμεν τὸ ἱερὸν βάπτισμα, τὸ ἅγιον χρῖσμα καὶ ὅλα τὰ ἱερὰ μυστήρια. Ἀκόμη, θὰ εὕρωμεν καὶ τὸ μυστήριον τῶν μυστηρίων, τὴν θείαν εὐχαριστίαν. Κάθε φορὰν κατὰ τὴν ὁποίαν συνέρχονται οἱ ἐνορίται διὰ νὰ τελεσθῆ ἡ θεία Λειτουργία, πρέπει νὰ γνωρίζουν ὅτι συνέρχονται «ἐν Ἐκκλησίᾳ» (Α' Κορινθίους 11,18), συγκροτοῦν τὴν Ἐκκλησίαν ὁλόκληρον (Παράβαλλε Ρωμαίους 16,23). Κάθε μέλος μίας ἐνορίας ἀνήκει διὰ τῆς ἐνορίας του εἰς τὴν Καθολικὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.

Τοιουτοτρόπως, ἡ ἐνορία δὲν ἀποτελεῖ μέρος τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ ὁλόκληρον τὴν Ἐκκλησίαν, ἡ καθολικότης τῆς ὁποίας προσδιορίζεται, καθὼς εἴδομεν, ἐσωτερικῶς, μὲ τὴν παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ εἰς τὴν θείαν εὐχαριστίαν.

Κατὰ τὴν θείαν Λειτουργίαν τῆς ἐνορίας εἶναι παρὼν ὁ Ἐπίσκοπος. Αὐτὴν τὴν σημασίαν ἔχει, καθὼς εἴπομεν, τὸ γεγονὸς ὅτι μνημονεύεται τὸ ὄνομά του ἀπὸ τὸν ἱερέα. Εἶναι, ἀκόμη, παρόντες οἱ Πρεσβύτεροι τῆς Ἐκκλησίας, οἱ Διάκονοι καὶ ὁλόκληρος ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ.


Παρόντες εἶναι καὶ ὅλοι οἱ ἄγγελοι, μαζὶ μὲ τὴν ὑπεραγίαν Θεοτόκον καὶ ὅλους τους Ἁγίους.

Εἶναι, ἀκόμη, παρὼν καὶ ὁ Πατήρ, ὁ ὁποῖος ἐξαποστέλλει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, διὰ νὰ μεταβάλη τὸν ἄρτον καὶ τὸν οἶνον εἰς σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ.

Παροῦσα εἶναι καὶ ὁλόκληρος ἡ δημιουργία, ἡ ὁποία προσλαμβάνεται εἰς τὴν θείαν Λειτουργίαν καὶ μεταμορφώνεται καὶ γίνεται νέα δημιουργία «ἐν Χριστῷ». Εἶναι ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος, τὰ ὁποῖα γίνονται Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ, εἶναι τὰ κεράκια, αἱ ἅγιαι εἰκόνες, ὁ σταυρὸς καὶ ὅλα τὰ ὑλικὰ ἀντικείμενα τὰ ὁποῖα λαμβάνουν μέρος εἰς τὴν θείαν Λειτουργίαν. Εἶναι τὸ νερό, τὸ λάδι, τὸ θυμίαμα, τὰ βάϊα, τὰ ἄνθη, ὁλόκληρος ὁ κόσμος τοῦ Θεοῦ ἑνώνεται μέσα εἰς τὴν θείαν λατρείαν καὶ ἐπανευρίσκει ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἀπώλεσε μὲ τὴν πτῶσιν τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ τὴν ἐσωτερικὴν ἑνότητα, τὴν ὀρθὴν σχέσιν μὲ τὸν Θεόν, ἡ ὁποία εἶναι σχέσις εὐχαριστιακή, σχέσις προσφορᾶς ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου (Παράβαλλε Α' Παραλειπομένων 29,14-16).

Εἰς τὴν θείαν εὐχαριστίαν καὶ εἰς τὴν λειτουργικὴν ζωὴν τῆς Ἐκκλησίας μας τὰ πάντα ἀναφέρονται καὶ προσφέρονται εἰς τὸν Θεόν, διὰ νὰ γίνη καὶ πάλιν Ἐκεῖνος τὸ κέντρον τοῦ κόσμου. Κατ' αὐτὸν τὸν τρόπον ἡ θεία Λειτουργία τῆς ἐνορίας, ὅπως κάθε θεία Λειτουργία, γίνεται Παράδεισος, Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ ὅσοι μετέχουν πραγματικῶς εἰς αὐτὴν γεύονται καὶ ἀπὸ αὐτήν, ἀκόμη, τὴν ζωήν, τὴν ἔναρξιν τῆς Βασιλείας τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.



2. Ἐν εἰρήνῃ προέλθωμεν!

Τὸ γεγονὸς αὐτῆς τῆς ἑνότητος καλοῦνται νὰ ζήσουν ὅλα τὰ μέλη τῆς ἐνορίας. Ὅλοι καλούμεθα νὰ μεταβάλλωμεν τὴν ζωὴν τῆς ἐνορίας μας εἰς μικρὸν παράδεισον, ὅπου θὰ ζῶμεν πάλιν τὴν χαμένην ἑνότητα μὲ τὸν Χριστόν, τὴν κεφαλὴν τῆς Ἐκκλησίας, καὶ μὲ ὅλα τὰ μέλη της, μὲ ὅλους τους ἀδελφούς μας.

Αὐτὸ τὸ ὁποῖον μὲ τόσον ἔντονον τρόπον ὀφείλομεν νὰ ζῶμεν εἰς τὴν θείαν εὐχαριστίαν, τὸ γεγονός, δηλαδή, τοῦ ἑνὸς Σώματος (Α' Κορινθίους 10,17), καλούμεθα νὰ τὸ ζήσωμεν καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν θείαν Λειτουργίαν, εἰς τὴν καθημερινὴν ζωὴν μὲ τοὺς ἀδελφούς, διὰ νὰ γίνη τοιουτοτρόπως ἡ ζωὴ μας ὁλόκληρος συνεχιζόμενη εὐχαριστία.

Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος διὰ τὸν ὁποῖον ὁ ἱερεύς, εἰς τὸ τέλος τῆς θείας Λειτουργίας, μᾶς λέγει ὅτι πρέπει νὰ ἀπέλθωμεν «ἐν εἰρήνῃ», «ἐν εἰρήνῃ προέλθωμεν!», λέγει. Αὐτήν, δηλαδή, τὴν ἀδελφωσύνην τὴν ὁποίαν ἐζήσαμεν μὲ τὴν θείαν κοινωνίαν, καλούμεθα νὰ τὴν συνεχίσωμεν καὶ εἰς τὴν ζωήν μας τὴν καθημερινήν, ὁλόκληρον τὴν ἑβδομάδα. Αὐτὸ θὰ εἴπη τὸ «ἐν εἰρήνῃ προέλθωμεν»!

Πρέπει, ὅμως, νὰ ὁμολογήσωμεν, ὅτι τὰς περισσοτέρας φορὰς δὲν τὸ αἰσθανόμεθα αὐτό, οὔτε κατὰ τὴν θείαν Λειτουργίαν, οὔτε καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν, εἰς τὴν καθημερινήν μας συναναστροφὴν μὲ τὰ ἄλλα μέλη τῆς ἐνορίας μας. Δὲν αἰσθανόμεθα τὴν θείαν εὐχαριστίαν ὡς μυστήριον τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Χριστὸν καὶ μὲ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ δι’ αὐτὸ δὲν αἰσθανόμεθα τὰς συνεπείας τὰς ὁποίας ἔχει τὸ γεγονὸς αὐτὸ διὰ τὴν καθημερινήν μας ζωήν. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος διὰ τὸν ὁποῖον δὲν ἠμποροῦμε νὰ καταλάβωμεν πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ προγευώμεθα εἰς τὴν θείαν εὐχαριστίαν τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

Μᾶς ἐνδιαφέρει ἡ θεία κοινωνία μὲ τὴν σκέψιν ὅτι δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου θὰ ἐνωθῶμεν μὲ τὸν Χριστὸν καὶ λησμονοῦμεν ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐνωθῶμεν μὲ τὴν κεφαλὴν ἑνὸς σώματος, ἐὰν δὲν ἐνωθῶμεν ταυτοχρόνως καὶ μὲ ὅλα τὰ μέλη τοῦ Σώματος αὐτοῦ. «Ἕνα Σῶμα ὑπάρχει καὶ ἕνα Πνεῦμα καθὼς καὶ μία εἶναι ἡ ἐλπὶς τῆς κλήσεώς σας, τὴν ὁποίαν ἐλάβατε. Ἕνας Κύριος, μία πίστις, ἕνα βάπτισμα, ἕνας Θεὸς καὶ Πατὴρ ὅλων», ὑπογραμμίζει ὁ Ἀπόστολος (Ἐφεσίους 4,4-6). Ὅποιος λησμονεῖ τὴν βασικὴν αὐτὴν ἀλήθειαν, δὲν ἠμπορεῖ νὰ ἑνωθῆ μὲ τὸν Χριστόν.



3. Τὰ χαρίσματα εἰς τὴν ζωὴν τῆς ἐνορίας μας

Ὅλα τὰ μέλη τῆς ἐνορίας δὲν ἔχουν τὴν ἰδίαν θερμὴν πίστιν, οὔτε τὴν ἰδίαν ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς. Εἶναι, λοιπόν, φυσικὸν νὰ μὴ παρουσιάζουν καὶ τὸν ἴδιον ζῆλον διὰ τὴν Ἐκκλησίαν.

Ὅμως, τὰ συνειδητὰ μέλη τῆς ἐνορίας ἀποτελοῦν τὸ πνευματικὸν ἐκεῖνο προζύμι, τὸ ὁποῖον, ἂν καὶ εἶναι ἐλάχιστον, ἔχει ὡς προορισμόν του νὰ ζυμώση ὅλον τὸ ζυμάρι (Ματθαῖος 13,33. Α' Κορινθίους 5,6). Λίγο εἶναι, ἐπίσης, καὶ τὸ ἁλάτι, ἀλλὰ ἡ δραστικότης του εἶναι μεγάλη, ἐφ’ ὅσον ὅμως, διατηρεῖ τὴν ἁλατιστικὴν του ἱκανότητα καὶ δὲν εἶναι «ἄναλον» (Μάρκος 9,50. Παράβαλλε καὶ Ματθαῖος 5,13. Λουκᾶς 14,34). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὅλα τὰ χαρίσματα πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦνται «πρὸς οἰκοδομὴν τῆς Ἐκκλησίας» (Α' Κορινθίους 14,12). «Πάντα πρὸς οἰκοδομὴν γινέσθω» (Α' Κορινθίους 14,26). Αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ ἔχη ὑπ' ὄψιν του κάθε πιστός.

Ὁ κάθε πιστὸς ἔλαβε, καθὼς ἀναφέραμεν, τὴν σφραγίδα τῆς Δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Ἐφεσίους 1,13-14. 4,30. Α' Ἰωάννης 2,20. 27). Ἔλαβε διάφορα χαρίσματα τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ ἐνεργοποιηθοῦν εἰς τὴν λατρευτικὴν ζωὴν τῆς ἐνορίας καὶ εἰς ὁλόκληρον τὴν δραστηριότητά της.

«Εἰς τὸν καθένα δίδεται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος διὰ τὸ συμφέρον», λέγει ὁ Ἀπόστολος. «Εἰς τὸν ἕνα δίδεται διὰ τοῦ Πνεύματος λόγος σοφίας, εἰς τὸν ἄλλον λόγος γνώσεως κατὰ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα… Ὅπως ἀκριβῶς τὸ σῶμα εἶναι ἕνα ἀλλὰ ἔχει πολλὰ μέλη, ὅλα δὲ τὰ μέλη τοῦ σώματος, ἂν καὶ εἶναι πολλά, ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα, οὕτω καὶ ὁ Χριστός. Διότι εἰς ἕνα Πνεῦμα ὅλοι ἡμεῖς ἐβαπτίσθημεν καὶ κατέστημεν ἕνα σῶμα, εἴτε Ἰουδαῖοι εἴτε Ἕλληνες, εἴτε δοῦλοι εἴτε ἐλεύθεροι, καὶ ὅλοι μὲ ἕνα Πνεῦμα ἐποτίσθημεν» (Α' Κορινθίους 12,7-13).

«Τώρα ὑπάρχουν πολλὰ μέλη ἀλλὰ ἕνα σῶμα. Δὲν ἠμπορεῖ τὸ μάτι νὰ εἴπῃ εἰς τὸ χέρι: Δὲν σὲ ἔχω ἀνάγκην ἢ τὸ κεφάλι εἰς τὰ πόδια: Δὲν σᾶς ἔχω ἀνάγκην. Ἀντιθέτως, τὰ μέλη τὰ ὁποῖα φαίνονται ὅτι εἶναι ἀσθενέστερα εἶναι ἀναγκαῖα» (Α' Κορινθίους 12,20-22). «Διότι ὅπως εἰς ἕνα σῶμα ἔχομεν πολλὰ μέλη, ἀλλ’ ὅλα τὰ μέλη δὲν ἔχουν τὴν ἰδίαν λειτουργίαν, οὕτω ἐμεῖς οἱ πολλοὶ ἀποτελοῦμεν ἕνα σῶμα ἐν Χριστῷ καὶ ὁ καθένας εἴμεθα μέλη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου» (Ρωμαίους 12,4-5).

«Ὁ Θεὸς συνέμιξε τὸ σῶμα καὶ ἔδωσε μεγαλυτέραν τιμὴν εἰς τὸ μέλος τὸ ὁποῖον τὴν στερεῖται, διὰ νὰ μὴ ὑπάρχῃ διαίρεσις εἰς τὸ σῶμα ἀλλὰ νὰ ἔχουν τὰ μέλη τὴν ἰδίαν φροντίδα τὸ ἕνα διὰ τὸ ἄλλο. Ἐὰν τὸ ἕνα μέλος πάσχῃ, συμπάσχουν ὅλα τὰ μέλη* ἐὰν ἕνα μέλος τιμᾶται, χαίρουν μαζὶ ὅλα τὰ μέλη. Σεῖς εἶσθε σῶμα Χριστοῦ καὶ ὁ καθένας εἶναι μέλος τοῦ Σώματος» (Α' Κορινθίους 12,24-27).

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει ὅτι ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν λάβει τὸ δῶρον τοῦ ἀληθινοῦ φωτός, καὶ ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι κατέχουν ὑψηλὰς θέσεις μέσα εἰς τὸ Σῶμα της, καὶ αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὡς ἔργον των τὰς ταπεινοτέρας ἀπασχολήσεις. Ὅλοι εἶναι ἡνωμένοι μέσα εἰς τὸ κοινὸν Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ καθένας ἐξυπηρετεῖ μὲ τὴν διακονίαν τοῦ τοὺς ἀδελφούς.

«Κανεὶς νὰ μὴ πιστέψη», λέγει, «ὅτι κατέχει τὸ δῶρον τοῦ ἀληθινοῦ φωτὸς ὡς ἰδικὸν του κτῆμα μόνον…

Ἄλλα μέλη βοηθοῦν τὸ σῶμα νὰ βλέπη τὸ φῶς τῆς ἡμέρας. Ἄλλα δὲν χάνουν καθόλου τὴν ἐπαφὴν των μὲ τὴν γῆν. Πράγματι, τὸ μάτι εἶναι στραμμένον εἰς τὸ φῶς καὶ πρέπει νὰ προφυλαχθῆ ἀπὸ τὴν σκόνην διὰ νὰ μὴ τυφλωθῆ. Ὅμως, τὸ πόδι ἐκπληρώνει τὴν Ἀποστολὴν του ὅταν δὲν φοβᾶται νὰ λερωθῆ ἀπὸ τὴν ἐπαφήν του μὲ τὸ ἔδαφος. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ μέλη τοῦ σώματος εἶναι ἡνωμένα ἀπὸ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ γεγονός, ὅτι ἐξυπηρετοῦν ἀμοιβαίως τὸ ἕνα τὸ ἄλλο. Διότι τὸ πόδι τρέχει διὰ τὸ μάτι καὶ τὸ μάτι βλέπει διὰ νὰ φωτίζη τὸν δρόμον εἰς τὸ πόδι.

Τὸ ἴδιον, λοιπόν, συμβαίνει καὶ μὲ τὰ μέλη τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας. Πρέπει νὰ ξεχωρίζωνται ἀπὸ τὸν ρόλον των καὶ νὰ ἑνώνωνται διὰ τῆς ἀγάπης, ὥστε οἱ πλέον καλλιεργημένοι ἄνθρωποι νὰ δείχνουν τὸν δρόμον εἰς αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι παραμένουν περισσότερον εἰς τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου καὶ τὸ πόδι νὰ καθοδηγῆται ἀπὸ τὰ μάτια.

Καὶ ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον πράττουν, χρησιμοποιοῦντες, ἀπὸ τῆς ἰδικῆς των καθαρῶς πλευρᾶς, τὴν δραστηριότητά των, διὰ ν' ἀσχοληθοῦν μὲ γήινα πράγματα, νὰ τὸ πράττουν διὰ τὸ καλὸν ἐκείνων οἱ ὁποῖοι προσφέρουν ὑψηλοτέρας ὑπηρεσίας, ὥστε τὸ πόδι νὰ μὴ βαδίζῃ μόνον διὰ τὸν ἑαυτόν του, ἀλλά, ἐπίσης, καὶ διὰ τὸ μάτι, τὸ ὁποῖον τοῦ δείχνει τὸν δρόμον…

Δὲν λαμβάνουν μόνον τὸ δῶρον τοῦ φωτὸς ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι κατέχουν τὰς πρώτας θέσεις μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ἀλλά, ἐπίσης, καὶ τὰ ταπεινότερα μέλη, τὰ ὁποῖα, παρ' ὅτι μὲ τὴν ἐπιθυμίαν τους ἀναβαίνουν καὶ αὐτὰ εἰς τὰς κορυφάς, ἐν τούτοις, παραμένουν ἐν μέσῳ τῶν ταπεινῶν ἀπασχολήσεων, ἐξ αἰτίας τῆς ὑπηρεσίας, τὴν ὁποίαν ἀσκοῦν».

Δὲν ἠμποροῦμε, λοιπόν, νὰ ἀπομονωθῶμεν ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς, οὔτε νὰ κρύψωμεν ἀπὸ τὸν Θεὸν τὸ τάλαντον τὸ ὁποῖον ἔχομεν λάβει καὶ τὸ ὁποῖον μᾶς ἐδόθη νὰ τὸ χρησιμοποιήσωμεν διὰ τὴν οἰκοδομὴν τῶν ἀδελφῶν. Ἂν αὐτὰ κάμωμεν, δὲν θὰ εἴμεθα δοῦλοι ἀγαθοὶ ἀλλὰ δοῦλοι πονηροὶ» (Ματθαῖος 24,45-51. 25,14-30. Λουκᾶς 12,43-46. Λουκᾶς 19,12-27).

Ὀφείλομεν νὰ συμμετέχωμεν, ἐνεργῶς καὶ ὑπευθύνως εἰς τὴν ζωὴν καὶ εἰς τὴν δραστηριότητα τῆς ἐνορίας μας, ἀναλόγως μὲ τὸ χάρισμα τὸ ὁποῖον ἔλαβεν ὁ καθένας μας. Δὲν ἔχομεν δικαίωμα νὰ ἀρνηθῶμεν τὴν ὑπηρεσίαν μας, ὅταν κληθῶμεν. «Ὁ καθένας, ἀναλόγως τοῦ χαρίσματος τὸ ὁποῖον ἔχει λάβει, ἂς τὸ χρησιμοποιῇ εἰς ἀμοιβαίαν ἀγάπην ὡς καλὸς διαχειριστὴς τῆς ποικίλης χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος ὁμιλεῖ, ἂς εἶναι ὅπως ἁρμόζει εἰς ὁποῖον λέγει λόγια Θεοῦ* ἐὰν κανεὶς προσφέρη ὑπηρεσίαν, ἂς εἶναι ὡς τὸν ὑπηρετοῦντα μὲ τὴν δύναμιν τὴν ὁποίαν παρέχει ὁ Θεός, διὰ νὰ δοξάζεται εἰς ὅλα ὁ Θεὸς διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Α' Πέτρ. 4,10-11. Παράβαλλε καὶ Α' Κορινθίους 14,16-19).

«Δεῦτε, πιστοί, ἐπεργασώμεθα προθύμως τῷ δεσπότῃ· νέμει γὰρ τοῖς δούλοις τὸν πλοῦτον καὶ ἀναλόγως ἕκαστος πολυπλασιάσωμεν τὸ τῆς χάριτος τάλαντον· ὁ μὲν σοφίαν κοσμείτω δι’ ἔργων ἀγαθῶν, ὁ δὲ λειτουργίαν λαμπρότητος ἐπιτελείσθω, κοινωνήτω δὲ τοῦ λόγου πιστὸς τῷ ἀμυήτῳ, καὶ σκορπιζέτω τὸν πλοῦτον πένησιν ἄλλος· οὕτω γὰρ τὸ δάνειον πολυπλασιάσωμεν καὶ ὡς οἰκονόμοι πιστοί της χάριτος δεσποτικῆς χαρᾶς ἀξιωθῶμεν. Αὐτῆς ἡμᾶς καταξίωσον, Χριστὲ ὁ Θεός, ὡς φιλάνθρωπος» (Τροπάριον τῆς Μ. Τρίτης).

«Ἐμπρός, πιστοί, ἂς καλλιεργήσωμεν μὲ προθυμίαν τὰ χαρίσματα ἀπὸ ἀγάπην πρὸς τὸν Κύριον, ὅστις πλούσιος τὰ μοιράζει εἰς τοὺς δούλους Του. Ὁ καθένας μας, ἂς προσπαθήσωμεν νὰ πολλαπλασιάσωμεν τὰ τάλαντα τὰ ὁποῖα μᾶς ἐχάρισεν. Ὁ ἕνας ἂς μεταδώσῆ σοφίαν μὲ τὰς ἐναρέτους πράξεις του. Ὁ ἄλλος ἂς προσφέρῃ εἰς τὸ κοινωνικὸν σύνολον λαμπρὰς ὑπηρεσίας. Ὅποιος ἐγνώρισε τὴν πίστιν, ἂς τὴν μεταδίδῃ μὲ τὸν λόγον του εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος εὑρίσκεται εἰς ἄγνοιαν καὶ ὁ ἄλλος ἂς σκορπίζῃ τὸν πλοῦτον του εἰς τοὺς πτωχούς. Μὲ τὸν τρόπον αὐτόν, θὰ πολλαπλασιάσωμεν αὐτὸ τὸ ὁποῖον μᾶς ἐδάνεισε ὁ Θεὸς καὶ ὡς πιστοὶ διαχειρισταὶ τῶν χαρισμάτων τοῦ Θεοῦ, θὰ ἀξιωθῶμεν τῆς Δεσποτικῆς χαρᾶς».


Πηγή: http://www.agiazoni.gr

Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 2010

Τί εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία - τοῦ ἁγιορείτου μοναχοῦ Μωϋσέως




Για τους πολλούς η εκκλησία ταυτίζεται με το ναό, την ενορία, νομίζουν ότι πρόκειται για εταιρεία, σύλλογο, οργάνωση, φιλανθρωπικό κατάστημα, ωραία ιδεολογία, που έχει καλή οικονομική κατάσταση και αμύθητη περιουσία. Δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν την εκκλησία δυνατό οικονομικό οργανισμό, καλή επιχείρηση, που ξεγελά ανίδεους και ανήμπορους. Άλλοι πάλι νομίζουν ότι στην εκκλησία θα κάνουν γνωριμίες, θα βρουν παρέα, θα βρουν δουλειά, θα ικανοποιηθούν πρόχειρα και γρήγορα μεταφυσικές τους αναζητήσεις και θα τακτοποιήσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα για να μην έχουν κανένα συνειδησιακό πρόβλημα.
Η εκκλησία είναι μία μητρική αγκάλη, είναι το σώμα του ζώντος Χριστού, η σύναξη του λαού του Θεού, σε ένα υπερώο. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι μία δύσκολη και για λίγους θεολογία, μία ωραία φιλοσοφία, μία στείρα ηθική, μία σκληρή και απάνθρωπη ηθικολογία όλο δεσμεύσεις και απαγορεύσεις. Η Ορθοδοξία είναι αλήθεια, ελευθερία, αγάπη, λύτρωση, γλυκασμός, σωτηρία και χαρά. Συνήθως μιλάμε για το τι κάνει η εκκλησία και όχι για το τι πράγματι είναι η ουσία της.
Η εκκλησία είναι θεοΐδρυτη, θεμελιωμένη στο αίμα του Χριστού και των μαρτύρων. Είναι ισχυρό το θεμέλιό της και δεν φοβάται κανένα δυνατό σεισμό, ενάντιο άνεμο, “εχθρό”, “πολέμιο” και “διώκτη”. Νοικοκύρης της εκκλησίας, όπως έλεγε ο Αγιορείτης παπα-Τύχων, είναι το  Άγιον Πνεύμα, αυτό που συγκροτεί όλο τον θεσμό της εκκλησίας. Το  Άγιον Πνεύμα συνεχώς αγρυπνεί, ορθοστατεί, ορθοτομεί, εμπνέει, ασφαλίζει, φυλάγει, χαριτώνει και ενισχύει τους πιστούς, κλήρο και λαό. Η ταπεινή και θερμή προσευχή των πιστών ενώνει τη γη με τον ουρανό και δεν αφήνει τον άνθρωπο να απογοητευθεί, να μελαγχολήσει, να φοβηθεί και αποκάμει.
Η προσευχή δεν είναι μία ιδιωτική πράξη, μία ατομιστική ενέργεια. Ποτέ. Προσευχόμενος ο άνθρωπος ενώνεται με τον Χριστό και με όλα τα μέλη της εκκλησίας. Τούτο δεν τον αφήνει να έχει την ανιαρή και κουραστική μοναξιά. Τούτο καλύτερα φαίνεται και υπάρχει στον εκκλησιασμό και στη συνειδητή και εμπροϋπόθετη συμμετοχή στη μυστηριακή ζωή της εκκλησίας. Το κήρυγμα της εκκλησίας δεν είναι μία έκθεση ιδεών, μία ωραιολογία, ένας βερμπαλισμός, ένα κυνήγι φαντασμάτων και σφυροκόπημα των ασεβών και απίστων. Το κήρυγμα της εκκλησίας προέρχεται από σιωπή, προσευχή, κατάρτιση, ετοιμασία, μελέτη, πόνο και αγάπη περισσή για τους αστοχήσαντες και πάσχοντες.
Στην εκκλησία κανείς δεν αυθαιρετεί, αυτοσχεδιάζει, απομονώνει, κάνει τον διορθωτή και τον δικηγόρο της εκκλησίας. Η ενότητα, η ομόνοια, η αφροσύνη, η καλή ομολογία και απολογία είναι κεντρικής σημασίας. Η εκκλησία αγωνιά για τη σωτηρία όλων. Η ιεραποστολή της δεν είναι η συλλογή φανατικών οπαδών, αλλά τέκνων αγαπημένων, συνδεδεμένων με την αγία αγάπη και την αγία ταπείνωση.
Υποστηρίζοντας την Ορθοδοξία, δεν μπορούμε να μισούμε κανένα. Η χριστιανική αγάπη είναι πάντοτε ανιδιοτελής και θυσιαστική, δεν έχει σχέση με υποκριτικά χαμόγελα, διπλωματικές φιλοφρονήσεις, ανεπίτρεπτες υποχωρήσεις, επιφανειακούς εναγκαλισμούς, προσποιητές κολακείες και ανούσιες ψευτοευγένειες. Η χριστιανική αγάπη συμπορεύεται με την αλήθεια.
Γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα έχει όποιος αγαπά απεριόριστα τον Θεό και τον πλησίον. Όλα τα άλλα είναι ευσεβείς φλυαρίες. Είναι καιρός να δούμε την ουσία της εκκλησίας, να γνωρίσουμε την ελευθερώτρια χάρη της, να εμβαθύνουμε στο απύθμενο μυστήριό της, να συναντηθούμε με τον ίδιο τον Χριστό…

Πηγή:᾿Εφημ. Μακεδονία

Τετάρτη 18 Αυγούστου 2010

Γι᾿ αὐτούς πού ζητοῦν "ἀνανέωση" στήν ᾿Εκκλησία -Γέροντος Παϊσίου ῾Αγιορείτου




- Γέροντα, συχνά μιλούν για «ανανέωση στην Εκκλησία»· λες και η Εκκλησία γηράσκει και χρειάζεται ανανέωση!

- Ναι, γέρασε!... Μα και αυτοί ακόμη που δεν έχουν ευλάβεια αλλά λίγο μυαλό δεν αναπαύονται σ’ αυτά τα νέα που φτιάχνουν τώρα και ψάχνουν να βρουν εκείνα τα αρχαία. Δεν τους συγκινούν λ.χ. οι νέες εικόνες· καταλαβαίνουν την αξία της παλιάς εικόνας. Αυτοί που έχουν λίγο μυαλό δηλαδή· πόσο μάλλον αυτοί που έχουν ευλάβεια! Από εκεί να καταλάβης πόσο λάθος είναι αυτά που λένε για «ανανέωση» κ.λπ.!

Σήμερα, αν κανείς προσπαθή να κρατήση λίγο την παράδοση, να τηρή τις νηστείες, να μη δουλεύη τις γιορτές, να είναι ευλαβής, λένε μερικοί: «Πού βρίσκεται αυτός; Πάνε αυτά τα πράγματα! Αυτά ήταν για τότε!» Και αν τους πης τίποτε, θα σου πουν: «Σε ποια εποχή ζης; Αυτά δεν γίνονται τώρα!» Σιγά-σιγά τα παίρνουν για παραμύθια. Τι λέει όμως; «Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας». Τουλάχιστον, αν δεν μπορή κανείς να τα τηρήση, ας πη: «Θεέ μου, ήμαρτον!» Τότε ο Θεός θα τον ελεήση. Αλλά τώρα, ενώ έχει την αδυναμία του, πάει να επιβληθή στον άλλον, γιατί ελέγχεται. Πάρε έναν δαιμονισμένο και βάλ’ τον σε μια πνευματική ατμόσφαιρα. Θα δης, θα γυρίζη από ’δω-από ’κει· δεν θα μπορή να σταθή, γιατί θα ζορίζεται. Το ίδιο και αυτοί· ελέγχονται, ζορίζονται και πάνε να καταπατήσουν την συνείδησή τους, γι’ αυτό τα λένε αυτά. Και τις αξίες τις λένε κατεστημένο τώρα και πάνε να αντικαταστήσουν τις αξίες με αταξίες. Μεγάλη διαστροφή υπάρχει στον κόσμο! Την ομορφιά
την πνευματική την θεωρούν ασχήμια. Η πνευματική ομορφιά δηλαδή για τους κοσμικούς είναι κοσμική ασχήμια. Να, αν πάρης έναν καλόγερο τώρα και του κόψης τα μαλλιά του, πόσο άσχημος
γίνεται! Αυτήν όμως την ασχήμια οι κοσμικοί την θεωρούν ομορφιά.

Και βλέπεις, τώρα μάχονται την Εκκλησία, αγωνίζονται για την καταστροφή της. Καλά, να πούμε, δεν πιστεύουν, διδάσκουν την αθεΐα. Αλλά να μην αναγνωρίζουν το καλό που προσφέρει η Εκκλησία και να τα βάζουν με την Εκκλησία; Αυτό έχει πολλή κακότητα. Να μην αναγνωρίζουν π.χ. ότι η Εκκλησία προστατεύει τα παιδιά, τα βοηθάει να μη γίνουν αλητάκια, να γίνουν καλοί άνθρωποι; Αυτοί προωθούν τα παιδιά στο κακό· επιτρέπουν την καταστροφή των παιδιών ελεύθερα. Ενώ η Εκκλησία τι διδάσκει; «Να είναι ο νέος φρόνιμος, να σέβεται τους άλλους, να διατηρηθή αγνός, για να παρουσιασθή στην κοινωνία σωστός άνθρωπος». Αλλά τα πράγματα θα έρθουν πάλι στην θέση τους. Στην Ρωσία μια γιαγιά προσευχόταν γονατιστή μέσα στην Εκκλησία δίπλα σε μια κολόνα. Πάει μια νεαρή γυναίκα, που ήταν μεγάλη επιστήμων, και της λέει: «Αυτά είναι ξεπερασμένα πράγματα». Της απαντάει η γιαγιά: «Σ’ αυτήν την κολόνα που προσεύχομαι και κλαίω τώρα εγώ, θα ’ρθης μετά να κλαις εσύ. Τα δικά σας θα έρχωνται και θα περνούν, θα έρχωνται και θα περνούν, ενώ ο Χριστιανισμός δεν ξεπερνιέται ποτέ».




1) Εβρ. 13, 8
 

Γέροντος Παΐσιου του Αγιορείτου Λόγοι Α΄ Μέρος Δ΄ Κεφάλαιο 4ο. Η ορθόδοξη παράδοση. «Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας»(1)

 
 
Πηγή: ᾿Αναβάσεις

Κυριακή 8 Αυγούστου 2010

Γέροντος Παΐσιου τοῦ Αγιορείτου:«᾿Αντιμετώπιση ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων»

 

ι Α΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 

- Γέροντα, ποια είναι η σωστή αντιμετώπιση, όταν προκύπτουν δύσκολα εκκλησιαστικά θέματα;

- Να αποφεύγωνται τα άκρα· με τα άκρα δεν λύνονται τα θέματα. Βλέπαμε παλιά, ο μπακάλης έβαζε λίγο-λίγο με την σέσουλα στην ζυγαριά, και έτσι έβρισκε την ακρίβεια και ισορροπούσε και η ζυγαριά. Δηλαδή δεν έβαζε απότομα πολύ ούτε αφαιρούσε απότομα πολύ. Τα δύο άκρα πάντα ταλαιπωρούν την Μητέρα Εκκλησία και οι ίδιοι που τα κρατούν ταλαιπωρούνται, γιατί τα δύο άκρα συνήθως καρφώνουν… Είναι σαν να κρατάη το ένα άκρο δαιμονισμένος, όταν έχη αναίδεια πνευματική (περιφρόνηση για όλα), και το άλλο άκρο σαν να το κρατάη τρελλός, όταν έχη μωρό ζήλο με στονοκεφαλιά. Ένας πνευματικά αναιδής δηλαδή με έναν ζηλωτή, που έχει μωρό ζήλο, ποτέ δεν συμφωνούν, αλλά τρώγονται και χτυπιούνται, γιατί και οι δύο στερούνται την θεία Χάρη. Τότε –Θεός φυλάξοι!- μπορεί να χτυπιούνται συνέχεια τα δύο άκρα και «άκρη να μην τους βρίσκη» κανείς. Εκείνοι που θα μπορέσουν να λυγίσουν τα δύο αυτά άκρα, για να ενωθούν –να ομονοήσουν-, θα στεφανωθούν από τον Χριστό με δύο αμάραντα στεφάνια.

Να προσέχουμε να μη δημιουργούμε θέματα στην Εκκλησία ούτε να μεγαλοποιούμε τις μικρές ανθρώπινες αταξίες που γίνονται, για να μη δημιουργούμε μεγαλύτερο κακό και χαίρεται ο πονηρός.
Όποιος για μικρή αταξία ταράσσεται πολύ και ορμάει απότομα με οργή, δήθεν να την διορθώση, μοιάζει με ελαφρόμυαλο νεωκόρο που βλέπει να στάζη ένα κερί και ορμάει απότομα, με φόρα, για να το διορθώση δήθεν, αλλά παίρνει σβάρνα ανθρώπους και μανουάλια, και δημιουργεί μεγαλύτερη αταξία την ώρα της λατρείας. Δυστυχώς στην εποχή μας έχουμε πολλούς που ταράσσουν την Μητέρα Εκκλησία. Όσοι από αυτούς είναι μορφωμένοι έπιασαν το δόγμα με το μυαλό και όχι με το πνεύμα των Αγίων Πατέρων. Όσοι πάλι είναι αγράμματοι έπιασαν και αυτοί το δόγμα με τα δόντια, γι΄ αυτό και τρίζουν τα δόντια, όταν συζητούν εκκλησιαστικά θέματα, και έτσι δημιουργείται μεγαλύτερη ζημία στην Εκκλησία από αυτούς παρά από τους πολέμιους της Ορθοδοξίας μας. Καλά είναι το ποτάμι να μην είναι πολύ ορμητικό, γιατί παίρνει σβάρνα κούτσουρα, πέτρες, ανθρώπους, αλλά ούτε βέβαια και πολύ ρηχό, γιατί θα κάθωνται κουνούπια…

Είναι μερικοί πάλι που ασχολούνται με την κριτική ο ένας του άλλου και όχι με το γενικώτερο καλό. Παρακολουθεί ο ένας τον άλλο περισσότερο από τον εαυτό του. Κοιτάζει τι θα πη ή τι θα γράψη ο άλλος, για να τον χτυπήση κατόπιν αλύπητα, ενώ ο ίδιος, εάν έλεγε ή έγραφε το ίδιο πράγμα, θα το υποστήριζε και με πολλές μαρτυρίες από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες. Το κακό που κάνει είναι μεγάλο, γιατί αφ΄ ενός μεν αδικεί τον πλησίον του, αφ΄ ετέρου δε τον γκρεμίζει μπροστά στα μάτια των πιστών. Πολλές φορές μάλιστα σπέρνει και την απιστία στις ψυχές των αδυνάτων, γιατί τους σκανδαλίζει. Όσοι δικαιολογούν την κακία τους με τον δήθεν έλεγχο των άλλων και όχι του εαυτού τους ή με το να δημοσιεύουν στον κόσμο εκκλησιαστικές καταστάσεις –ακόμη και πράγματα που δεν λέγονται- προφασιζόμενοι το «είπε τη Εκκλησία» (8), ας κάνουν πρώτα αρχή από την μικρή τους εκκλησία, την οικογένειά τους ή την Αδελφότητά τους και, εάν τους φανή καλό, τότε ας ρεζιλέψουν και την Μητέρα Εκκλησία. Τα καλά παιδιά, νομίζω, ποτέ δεν κατηγορούν την μάνα τους.

Όλοι χρειάζονται στην Εκκλησία. Όλοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σ΄ αυτήν· και οι ήπιοι χαρακτήρες και οι αυστηροί. Όπως στο σώμα του ανθρώπου είναι απαραίτητα και τα γλυκά και τα ξινά, ακόμη και τα πικρά ραδίκια, γιατί το καθένα έχει τις δικές του ουσίες και βιταμίνες, έτσι και στο Σώμα της Εκκλησίας όλοι είναι απαραίτητοι. Ο ένας συμπληρώνει τον χαρακτήρα του άλλου και όλοι είμαστε υποχρεωμένοι να ανεχώμαστε όχι μόνον τον πνευματικό χαρακτήρα του άλλου αλλά ακόμη και τις αδυναμίες που έχει σαν άνθρωπος. Δυστυχώς μερικοί έχουν παράλογες απαιτήσεις από τους άλλους. Θέλουν να έχουν όλοι ίδιο πνευματικό χαρακτήρα με τον δικό τους, και όταν κάποιος δεν συμφωνή με τον χαρακτήρα τους, δηλαδή ή είναι λίγο επιεικής ή λίγο οξύς, αμέσως βγάζουν το συμπέρασμα ότι δεν είναι πνευματικός άνθρωπος.


8) Ματθ. 18, 17

Πηγή: http://anavaseis.blogspot.com

Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

ΟΙ «ΤΑΡΑΧΟΠΟΙΟΙ»… ΔΕΣΠΟΤΑΔΕΣ




«Στην Εκκλησία, εισχώρησαν πολλές ταραχές, (διότι) έχουν κάνει κάθε είδους σφάλματα αυτοί στους οποίους έχει ανατεθεί το διδακτικό αξίωμα, από τα οποία θα αναφέρω μόνο ένα... ότι δηλαδή τότε στην Ιεροσύνη προωθούνταν οι φιλάρετοι, ενώ τώρα οι φιλάργυροι. Τότε εκείνοι που απέφευγαν το αξίωμα εξ αιτίας του μεγέθους του, ενώ τώρα εκείνοι που ορμούν σ’ αυτό για την μεγάλη απόλαυση... Τότε εκείνοι που είχαν μπροστά στα μάτια τους το θείο δικαστήριο ενώ τώρα αυτοί πού ούτε καν το σκέφτονται... Και γιατί να λέγω πολλά; Το αξίωμα ξέπεσε από Ιεροσύνη σε τυραννία, από ταπεινοφροσύνη σε υπερηφάνεια, από νηστεία σε απόλαυση, από διαχείριση σε δεσποτεία... (κατά τ’ άλλα είναι «εις τύπον και τόπον Χριστού» σημ. διαχειριστού ιστοσελίδας)

Αυτά βέβαια δεν ειπώθηκαν εναντίον όλων, αλλά εναντίον των ενόχων. Διότι υπάρχουν και εκείνοι που ζουν με αποστολικό τρόπο, αλλά δεν τολμούν να ανοίξουν το στόμα τους».



[ΟΣΙΟΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ,
Επιστολές 5,21 (Στον Επίσκοπο Λεόντιο) PG 78, 137 ABC]

«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ» ΑΠΡΙΛΙΟΣ ΙΟΥΝΙΟΣ 2009
Διαδίκτυο:http://www.pmeletios.com

Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

Τήν ᾿Εκκλησία ἀγαπῶ...Κ. Καβάφης












Τὴν ἐκκλησία ἀγαπῶ - τὰ ἐξαπτέρυγά της,
τ' ἀσήμια τῶν σκευῶν, τὰ κηροπήγιά της,
τὰ φῶτα, τὲς εἰκόνες της, τὸν ἄμβωνά της.
᾿Εκεῖ σὰν μπῶ, μές σ᾿ ἐκκλησία τῶν Γραικῶν·
μὲ τῶν θυμιαμάτων της τὲς εὐωδίες,
μὲ τὲς λειτουργικές φωνές καὶ συμφωνίες,
τὲς μεγαλοπρεπεῖς τῶν ἱερέων παρουσίες
καὶ κάθε των κινήσεως τὸν σοβαρό ρυθμό-
λαμπρότατοι μες στων αμφίων τον στολισμό-
ὁ νοῦς μου πιαίνει σὲ τιμές μεγάλες τῆς φυλῆς μας,
στὸν ἔνδοξό μας Βυζαντινισμό.

Κωνσταντῖνος Π. Καβάφης



Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

ΔΙΑΡΚΗΣ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ:Οἱ Ἔχοντες νά στηρίξουν ὅσους ἔχουν ἀνάγκη


 Έκκληση στους έχοντες να φροντίσουν και να συμπαρασταθούν σε εκείνους που έχουν ανάγκη, σ΄ αυτή τη δύσκολη περίοδο της οικονομικής κρίσης, απευθύνει η Εκκλησία της Ελλάδας, σε εγκύκλιο η οποία θα διαβαστεί την ερχόμενη Κυριακή, 21 Μαρτίου, στους ναούς όλης της χώρας.
Επίσης, η Ιερά Σύνοδος κάνει λόγο για απληστία και επιρρίπτει ευθύνες και σε όσους διαχειρίζονται τα δημόσια πράγματα, αναφέροντας: "όταν δεν δίνουν σωστές κατευθύνσεις στον λαό αλλά τον προκαλούν ακόμη περισσότερο, όταν δεν διαχειρίζονται καλά τους εισπραττόμενους φόρους, οι οποίοι πρέπει να είναι ανταποδοτικοί, όταν δεν ομιλούν την αλήθεια, δεν σέβονται τους ανθρώπους που τους εμπιστεύθηκαν και δεν λαμβάνουν μέτρα με υψηλό αίσθημα δικαιοσύνης".
Και συνεχίζει πως "προσεύχεται στον Θεό, να δίνει στους πολιτικούς οι οποίοι χειρίζονται τα δημόσια πράγματα, ιδίως αυτήν την κρίσιμη περίοδο, δύναμη, έμπνευση, σύνεση, εφευρετικότητα, αγωνιστικότητα, όχι μόνον για να βρουν λύσεις και να αντιμετωπίσει η Πατρίδα μας την κρίση, αλλά και για να βελτιώσουν και να εκσυγχρονίσουν τους κοινωνικούς θεσμούς, όπως και να αντιμετωπίσουν με περισσότερη ευαισθησία και δικαιοσύνη τους ανθρώπους εκείνους που είναι αναγκασμένοι να σηκώνουν δυσβάσταχτα φορτία".
Η εγκύκλιος της ΔΙΣ καταλήγει: "Η Εκκλησία, που είναι ο μεγαλύτερος φιλανθρωπικός φορέας της Πατρίδας μας, με τα Ιδρύματα που λειτουργεί και την φιλανθρωπία που ασκεί, θα συνεχίσει, όσον είναι δυνατόν, να εργάζεται εντατικά για την ανακούφιση του λαού".
Πηγή:ert.gr
http://kapistri.blogspot.com/

Τρίτη 9 Μαρτίου 2010

Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου «Βίος και Λόγοι» (ἡ ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι χαρά)

᾿Οδυσσεύς τοῦ klision: Τό βιβλίο:Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου «Βίος και Λόγοι», ἀποτελεῖ αὐτούσια καταγραφή λόγων τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, τοῦ ἡγιασμένου Γέροντος τῶν ἡμερῶν μας, πού μᾶς τόν χάρισε ὁ Θεός γιά παρηγορία ἡμῶν τῶν ἀχρείων δούλων του καί γιά ὑπόδειγμα "ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ". Εὐχαριστοῦμε τούς συνεργάτες τοῦ  φιλικοῦ ἰστολογίου ᾿Αναβάσεις γιά τήν ψηφιοποίηση τοῦ κειμένου καί ἀναμένουμε τήν συνέχεια. ῾Ο Θεός νά τούς δίνει δύναμη καί κουράγιο.

 

Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου «Βίος και Λόγοι» Μέρος Α΄

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ

© Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής-Χρυσοπηγής
Β’ Έκδοση Απρίλιος 2003,

ISBN 960-87617-0-0
731 00 Χανιά Κρήτη
Τηλ. 2821091125 – Fax 2821097600.
Email: imx@otenet.gr


ΒΙΟΣ

Δεν ήθελα καθόλου να κάθομαι. Ήθελα να πάω εδώ, να πάω εκεί, να ποτίσω, να κόψω ξύλα. Κι όλ’ αυτά με μία μετάνοια κάθε φορά. Είχα πολλή χαρά κι αγαλλίαση. Ένιωθα γεμάτος κι έτρεχα. Έτρεχα, δεν περπατούσα. Ντρεπόμουνα, όμως, να με βλέπουν οι Γέροντες
να τρέχω, γι’ αυτό περπατούσα σιγά σιγά στην αρχή κι όταν απομακρυνόμουν, έτρεχα. Φτερά έκανα να πάω γρήγορα και να γυρίσω γρήγορα στους Γέροντές μου. Ζωή χαρισάμενη, τι να σας πω! Αυτή η ζωή είναι όντως αγγελική. Είχε κι εκείνος ο ευλογημένος ο Γέροντάς μου πολλή προθυμία. Μου έλεγε: «Πήγαινε εδώ, πήγαινε εκεί …». Έ, είχαμε βέβαια και πολλές δουλειές. Μου είχανε δώσει την επίβλεψη του κελλιού. Είχαμε σπίτι νοικοκυρεμένο. Είχαμε ελιές, είχαμε λίγα δέντρα, είχαμε και κηπευτικά.

Απ’ τις δουλειές φυσικά κουραζόμουνα. Πήγαινα σε πολλές δουλειές. Πήγαινα στο
βουνό. Τα πόδια μου συχνά κοβόντουσαν. Έ, που να ήξεραν οι Γέροντές μου, παιδί με
βλέπανε. Όταν κατέβαινα απ’ το βουνό μετά από τρεις ώρες δρόμο, μου έλεγε ο παπα-
Ιωαννίκιος:
-Αύριο θα ζυμώσομε, γι’ αυτό τώρα ετοιμάσου να πάεις να φέρεις κλαδιά.
Έπαιρνα το σχοινί κι επήγαινα στο βουνό για κλαδιά. Επήγαινα σε βατό δρόμο αλλά
και σ’ απότομο. Όχι μόνον αυτά θυμάμαι, αλλά πολλές φορές οι Γέροντές μου με στέλνανε
να φέρω κούτσουρα ή ξύλα και τα έβαζα πάνω μου σαν γαϊδουροφόρτωμα. Κι όπως ήμουν
φορτωμένος κι  είχε πάθει η μέση, καθόμουν στο πεζούλι να ξεκουραστώ. Αν καμιά φορά
με πείραζε πολύ το βάρος, έλεγα στον εαυτό μου: «Θα σου δείξω εγώ, παλιογάϊδουρο!».Την
τεμπελιά δεν την εγνώριζα. Έ, πραγματικά δεν λυπόμουν το σώμα μου. Επειδή τα γόνατά
μου πονούσανε, εγώ ήθελα εκδίκηση. Δηλαδή, όσο διαμαρτύρονταν και πονούσανε, εγώ όλο

και πιο μεγάλο φορτίο έπαιρνα. «Θα σου δείξω εγώ, παλιογάϊδαρο!», ξανάλεγα. Εκδικιόμουν,
εκδικιόμουνα τον κακό εαυτό μου.
Με την αγάπη γίνεσαι αεικίνητος. Να ιδείς τότε πού πάνε οι αμαρτίες! Κοιμούνται
όλα. Ακούτε; Αυτή είναι πραγματικά ξένη ζωή, ζωή οσία αγία ζωή παραδεισένια.
Είδα έναν άγιο ζωντανό. Ναι, έναν άγνωστο άγιο. Ο καημένος, περιφρονημένος. Ποιος
ξέρει, όταν πέθανε, έπειτα από πόσες ημέρες θα το μάθαμε κι ίσως μήνες, αν ήταν και
χειμώνας. Πού να πήγαινε άνθρωπος εκεί ψηλά στη λίθινη καλύβα του! Δεν τον έβλεπε
κανείς. Πολλές φορές αυτούς τους ερημίτες τους βρίσκανε έπειτα από ένα-δυό μήνες μετά την
κοίμησή τους.
Το εκχείλισμα και το περίσσευμα της χάριτος ήλθε σ’ εμένανε τον ταπεινό, όταν είδα
αυτόν, τον Γερο-Δημά, στο Κυριακό να κάνει τις μετάνοιές του και ν’ αναλύεται σε λυγμούς
στην προσευχή του. Με τις μετάνοιες αυτουνού, τόσο  πολύ τον επεσκίασε η χάρις, ώστε
ακτινοβόλησε και σ’ εμένα. Τότε ξέσπασε και σ’ εμένα ο πλούτος της χάριτος. Δηλαδή υπήρχε
και πριν, με την αγάπη που είχα στον Γέροντά μου. Αλλά τότε αισθάνθηκα κι εγώ την χάρι
πάρα πολύ έντονα. Να σας πω πώς μου συνέβηκε.
Ένα πρωί, κατά τις τρεισήμισι, επήγα στο Καθολικό, στην Αγία Τριάδα, για την ακολουθία.
Ήταν νωρίς ακόμη. Δεν είχε χτυπήσει ακόμη το σήμαντρο. Κανείς δεν ήταν μες
στην εκκλησία. Κάθισα στον πρόναο, κάτω από μία σκάλα. Ήμουν αθέατος και
προσευχόμουν. Σε μια στιγμή ανοίγει η πόρτα της εκκλησίας και μπαίνει ένας ψηλός κι
ηλικιωμένος μοναχός. Ήταν ο Γερο-Δημάς. Μόλις μπήκε, κοίταξε δεξιά-αριστερά· δεν είδε
κανένα. Τότε, λοιπόν, κρατώντας ένα μεγάλο κομποσχοίνι, άρχισε τις μετάνοιες τις στρωτές,

πολλές και γρήγορες, κι έλεγε συνεχώς: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με … Υπεραγία
Θεοτόκε, σώσον ημάς». Σε λίγο έπεσε σ’ έκσταση. Δεν μπορώ, δεν βρίσκω λόγια να σας
περιγράψω τη συμπεριφορά του απέναντι στον Θεό· κινήσεις αγάπης και λατρείας, κινήσεις
θείου έρωτος, θείας αγάπης κι αφοσιώσεως. Τον είδα να στέκεται, ν’ ανοίγει τα χέρια του
όρθιος, σε σχήμα σταυρού, όπως έκανε ο Μωυσής στη θάλασσα, κι έκανε ένα πράγμα:
«Ούουουουου! …». Τι ήταν αυτό; Ήταν μέσα στην χάρι. Έλαμπε μέσα στο φως. Αυτό ήταν!
Αμέσως μου μετέδωσε την ευχή. Αμέσως μπήκα στη δική του ατμόσφαιρα. Δεν με είχε δεί.
Ακούστε με. Συγκινήθηκα κι άρχισα να κλαίω. Ήλθε σ’ εμένανε τον ταπεινό κι ανάξιο η
χάρις του Θεού. Πώς να σας το πω; Μου μετέδωσε την χάρι. Δηλαδή  η χάρις που είχε
εκείνος ο άγιος ακτινοβόλησε και στη δική μου ψυχή. Μου μετέδωσε τα χαρίσματά του τα
πνευματικά.
Λοιπόν, είχε πάθει έκσταση ο Γερο-Δημάς. Χωρίς να το θέλει το έκανε. Δεν μπορούσε
να κρατήσει το βίωμά του. Ούτε κι αυτό που λέω είναι σωστό. Δεν μπορώ να το εκφράσω.
Αυτό είναι κατάληψις υπό του Θεού. Αυτά δεν εξηγούνται. Καθόλου δεν εξηγούνται κι άμα τα
εξηγήσεις, πέφτεις πολύ έξω. Όχι, δεν εξηγούνται, ούτε στα βιβλία αποδίδονται, ούτε
γίνονται καταληπτά. Πρέπει να είσαι άξιος να τα καταλάβεις.
Στις τέσσερις η ώρα χτύπησαν οι καμπάνες. Ο Γερο-Δημάς μόλις άκουσε τις καμπάνες,
έκανε μερικές μετάνοιες και σταμάτησε να προσεύχεται. Κάθισε στο πεζούλι –νομίζω πως
είναι κτιστό το πεζούλι στον πρόναο – …
… Πίσω του άνοιξε την πόρτα ο Γερο-Δημάς και μπήκε κι αυτός μέσα. Στάθηκε λίγο
να τακτοποιηθεί στο στασίδι του για την ακολουθία, νομίζοντας πως κανείς δεν τον είχε δει.
Κι εγώ χάθηκα μέσα απ’ τη σκιά της σκάλας και κρυφά και δειλά μπήκα μες στον κυρίως
ναό. … Από τη στιγμή που μετέλαβα, μου ήλθε μια χαρά υπερβολική, ένας ενθουσιασμός.
Μετά την ακολουθία έφυγα στο δάσος μόνος μου, γεμάτος χαρά κι αγαλλίαση. Τρέλα!
Νοερώς έλεγα την Ευχαριστία πηγαίνοντας για την καλύβα. Με πάθος έτρεχα μες στο δάσος,
πηδούσα απ΄ τη χαρά μου, άνοιγα σ’ έκταση τα χέρια μ’ ενθουσιασμό, δυνατά και φώναζα:
«Δόξα Σοι ο Θεοοός! Δόξα Σοι ο Θεοοός!». Ναι, τα χέρια μου μείνανε ξερά, γίνανε κόκκαλο,
ξύλο, κι ανοιγμένα ίσια σχημάτιζαν με το σώμα μου σταυρό. … Το κεφάλι μου σηκωμένο
προς τον ουρανό, το στέρνο ετέντωνε με τα χέρια να φύγει για τον ουρανό. Το μέρος που είναι
η καρδιά επήγαινε να πετάξει. … Πόση ώρα ήμουν σ’ αυτή την κατάσταση δεν ξέρω. Όταν
συνήλθα, έτσι όπως ήμουν, κατέβασα τα χεράκια μου και σιωπηλός με δάκρυα προχώρησα
πάλι με βρεγμένα τα μάτια μου.

ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Η Εκκλησία είναι άναρχη, ατελεύτητη, αιώνια, όπως ο ιδρυτής της, ο Τριαδικός Θεός,
είναι άναρχος, ατελεύτητος, αιώνιος. Η Εκκλησία είναι άκτιστη, όπως και ο Θεός είναι
άκτιστος. Υπήρχε προ των αιώνων, προ των αγγέλων, προ της δημιουργίας του κόσμου. Είναι
θείο καθίδρυμα και σ’ αυτήν «κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος». Είναι το μυστήριο των
μυστηρίων. Υπήρξε αφανέρωτο και εφανερώθη «επ’ εσχάτων των χρόνων». Η Εκκλησία
παραμένει απαρασάλευτη, γιατί είναι ριζωμένη στην αγάπη και στη σοφή πρόνοια του Θεού.
Την αιώνια Εκκλησία αποτελούν τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
Η αγάπη του Θεού μας έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν Του. Μας συμπεριέλαβε
στην Εκκλησία παρ’ ότι εγνώριζε την αποστασία μας. Μας έδωσε τα πάντα, για να μας κάνει
κι εμάς θεούς κατά χάριν και δωρεάν. Εν τούτοις εμείς, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας
μας, εχάσαμε το αρχέγονον κάλλος, την αρχέγονη δικαιοσύνη και αποκοπήκαμε απ’ την
Εκκλησία. Έξω απ’ την Εκκλησία, μακριά απ’ την Αγία Τριάδα, εχάσαμε τον Παράδεισο, το
παν. Έξω, όμως, απ’ την Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία, δεν υπάρχει ζωή.
Γι’ αυτό η σπλαχνική καρδιά του Θεού-Πατέρα μας δεν μας άφησε έξω απ’ την αγάπη Του. Άνοιξε για μας πάλι τις πύλες του Παραδείσου, επ’ εσχάτων των χρόνων και εφανερώθη εν σαρκί.

Με τη θεία σάρκωση του μονογενούς Υιού του Θεού φανερώθηκε πάλι στους
ανθρώπους το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Ο Θεός εν τη απείρω αγάπη Του μας ένωσε πάλι με την Εκκλησία Του στο πρόσωπο
του Χριστού. Μπαίνοντας στην άκτιστη Εκκλησία, ερχόμαστε στον Χριστό, μπαίνομε στο
άκτιστον. Καλούμαστε δηλαδή κι εμείς οι πιστοί να γίνομε άκτιστοι κατά χάριν, να γίνομε
μέτοχοι  των θείων ενεργειών του Θεού, να μπούμε μέσα στο μυστήριο της θεότητος, να
ξεπεράσομε το κοσμικό μας φρόνημα, να αποθάνομε κατά «τον παλαιό άνθρωπον» και να
γίνομε ένθεοι. Όταν ζούμε στην Εκκλησία, ζούμε τον Χριστό.
Αυτό είναι πολύ λεπτό θέμα, δεν μπορούμε να το καταλάβομε. Μόνο το Άγιον Πνεύμα μπορεί να μας το διδάξει.
Η Εκκλησία και ο Χριστός είναι ένα. Το σώμα της Εκκλησίας τρέφεται, αγιάζεται, ζει
με τον Χριστό. Αυτός είναι ο Κύριος, ο παντοδύναμος, ο παντογνώστης, ο πανταχού παρών
και τα πάντα πληρών, ο στηριγμός μας, ο φίλος μας, ο αδελφός μας. Αυτός είναι το Α και το
Ω, η αρχή και το τέλος, η βάσις, το παν. Χωρίς Χριστό, Εκκλησία δεν υπάρχει. Νυμφίος ο
Χριστός· νύμφη η καθεμία ψυχή.
Ο Χριστός ένωσε το σώμα της Εκκλησίας με τον ουρανό και τη γη. Με τους αγγέλους,
τους ανθρώπους και  όλα τα δημιουργήματα, με όλη την κτίση του Θεού, με τα ζώα και
τα πουλιά, με κάθε μικρό αγριολούλουδο, με κάθε μικρό έντομο. Έγινε έτσι η Εκκλησία
«πλήρωμα του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου», δηλαδή του Χριστού. Όλα εν Χριστώ και συν
Χριστώ, μέσα και μαζί με τον Χριστό. Αυτό είναι το μυστήριο της Εκκλησίας.
Ο Χριστός φανερώνεται μέσα στην ενότητα τη μεταξύ μας και στην αγάπη Του, την
Εκκλησία. Εκκλησία δεν είμαι μόνος εγώ, αλλά μαζί κι εσείς. Εκκλησία είμαστε όλοι.
Μέσα στην Εκκλησία όλοι ενσωματώνονται. Είμαστε όλοι ένα και ο Χριστός κεφαλή. …
Είμαστε όλοι ένα, γιατί ο Θεός είναι Πατέρας μας κι είναι παντού. Όταν το ζήσομε αυτό, είμαστε
μέσα στην Εκκλησία. … Ε, αυτό μόνο δια της χάριτος το καταλαβαίνει κανείς. Ζούμε τη
χαρά της ενότητος, της αγάπης. Και γινόμαστε ένα μ’ όλους. Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα!

Το σπουδαίο είναι να μπούμε στην Εκκλησία. Να ενωθούμε με τους συνανθρώπους
μας, με τις χαρές και τις λύπες όλων. Να τους νοιώθομε δικούς μας, να προσευχόμαστε για
όλους, να πονάμε για τη σωτηρία τους, να ξεχνάμε τους εαυτούς μας. Να κάνομε το παν γι’
αυτούς, όπως ο Χριστός για μας. Μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε ένα με κάθε δυστυχισμένο
και πονεμένο κι αμαρτωλό.
Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του, χωρίς να σωθούν και οι άλλοι.
Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του, για να σωθεί ο ίδιος. Τους άλλους
πρέπει ν’ αγαπάμε και να προσευχόμαστε να μη χαθεί κανείς· να μπουν όλοι στην Εκκλησία.
Αυτό έχει αξία. Και μ’ αυτή την επιθυμία πρέπει να φεύγει κανείς απ’ τον κόσμο, για να πάει
στο μοναστήρι ή στην έρημο.
Όταν ξεχωρίζουμε τον εαυτό μας, δεν είμαστε χριστιανοί. Αληθινοί χριστιανοί
είμαστε, όταν αισθανόμαστε βαθιά ότι είμαστε μέλη του μυστικού σώματος του Χριστού, της
Εκκλησίας, με μια συνεχή σχέση αγάπης. Όταν ζούμε ενωμένοι εν Χριστώ, δηλαδή όταν
ζούμε την ενότητα μέσα στην Εκκλησία Του με το αίσθημα του ενός. … Αυτό είναι το
μεγαλύτερο βάθος, η μεγαλύτερη έννοια που έχει η Εκκλησία. Εκεί βρίσκεται το μυστήριο· να
ενωθούν όλοι σαν ένας άνθρωπος εν Θεώ.
Είμαστε ένα ακόμη και με τους ανθρώπους που δεν είναι κοντά στην Εκκλησία.
Είναι μακριά από άγνοια.
Η Εκκλησία είναι νέα ζωή εν Χριστώ. Στην Εκκλησία δεν υπάρχει θάνατος, δεν
υπάρχει κόλασις.
Ο Χριστός καταργεί το θάνατο. Όποιος μπαίνει στην Εκκλησία σώζεται, γίνεται
αιώνιος. Μία είναι η ζωή, είναι ατελείωτη συνέχεια, δεν έχει τέλος, δεν υπάρχει θάνατος.
Όποιος ακολουθεί τις εντολές του Χριστού, δεν πεθαίνει ποτέ. Πεθαίνει κατά σάρκα, κατά τα
πάθη και αξιώνεται να ζει απ’ την εδώ ζωή μες στον Παράδεισο, στην Εκκλησία μας, και
κατόπιν στην αιωνιότητα. Με τον Χριστό ο θάνατος γίνεται η γέφυρα, που θα την περάσομε
σε μια στιγμή, για να συνεχίσομε να ζούμε εν τω ανεσπέρω φωτί.
Κι εγώ αφότου έγινα μοναχός, πίστευσα ότι δεν υπάρχει θάνατος. Έτσι ένοιωθα και
νιώθω πάντα, ότι είμαι αιώνιος και αθάνατος. Τι ωραία!
Μέσα στην Εκκλησία που έχει τα μυστήρια που σώζουν δεν υπάρχει απελπισία.
Μπορεί να είμαστε πολύ αμαρτωλοί. Εξομολογούμαστε, όμως, μας διαβάζει ο παπάς κι έτσι
συγχωρούμαστε και προχωρούμε προς την αθανασία, χωρίς καθόλου άγχος, χωρίς καθόλου
φόβο.
Όταν αγαπήσομε τον Χριστό ζούμε τη ζωή του Χριστού. Άμα αυτό, με την χάρι του
Θεού, το κατορθώσομε, τότε βρισκόμαστε σε μια άλλη κατάσταση, ζούμε μια άλλη
κατάσταση ζηλευτή. Για μας δεν υπάρχει καμιά φοβία. Ούτε θάνατος, ούτε διάβολος, ούτε
κόλασις. Όλ’ αυτά υπάρχουν για τους ανθρώπους που είναι μακράν του Χριστού, για τους μη
χριστιανούς. Για μας που είμαστε χριστιανοί  και κάνομε το θέλημά Του, εκεί, όπως το
λέει, δεν υπάρχουν αυτά τα πράγματα. Υπάρχουν δηλαδή, αλλ’ όταν ο άνθρωπος
αποκτείνει τον παλαιό άνθρωπο «συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις», δεν δίδει
σημασία στον διάβολο ούτε και στο κακό. Δεν τον απασχολεί. Εκείνο που τον απασχολεί
είναι η αγάπη, η λατρεία στον Χριστό και στον συνάνθρωπό του. Άμα φθάσομε στο
βαθμό να αισθανόμαστε τη χαρά, την αγάπη, τη λατρεία του Θεού χωρίς καμιά φοβία,
φθάνομε να λέμε: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Κανείς δεν μας εμποδίζει να
μπούμε μέσα στο μυστήριο.
Με τη λατρεία του Θεού ζεις στον Παράδεισο. Άμα γνωρίσεις και αγαπήσεις τον
Χριστό, ζεις στον Παράδεισο. Ο Χριστός είναι ο Παράδεισος. Ο Παράδεισος αρχίζει από δω.
Η Εκκλησία είναι ο επί γης Παράδεισος ομοιότατος με τον εν ουρανοίς. Ο Παράδεισος που
είναι στον ουρανό ο ίδιος είναι κι εδώ στη γη. Εκεί όλες οι ψυχές είναι ένα, όπως η Αγία
Τριάδα είναι τρία πρόσωπα, αλλά είναι ενωμένα κι αποτελούν ένα.
Κύριο μέλημά μας είναι να αφομοιωθούμε στον Χριστό, να ενωθούμε με την Εκκλησία.
Αν μπούμε στην αγάπη του Θεού, μπαίνομε στην Εκκλησία. Αν δεν μπούμε στην
Εκκλησία, αν δεν γίνομε ένα με την εδώ, την επίγεια Εκκλησία, υπάρχει φόβος να χάσομε και
την επουράνια.
Όποιος ζει τον Χριστό, γίνεται ένα μαζί Του, με την Εκκησία Του. Ζει μια τρέλα! Η ζωή
αυτή είναι διαφορετική απ’ τη ζωή των άλλων ανθρώπων. Είναι χαρά, είναι φως, είναι
αγαλλίαση, είναι ανάταση. Αυτή είναι η ζωή της Εκκλησίας, η ζωή του Ευαγγελίου, η
Βασιλεία του Θεού. «Η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν». Έρχεται μέσα μας ο Χριστός κι
εμείς είμαστε μέσα Του. Και συμβαίνει όπως μ’ ένα κομμάτι σίδηρο που τοποθετημένος μες
στη φωτιά γίνεται φωτιά και φως· έξω απ’ τη φωτιά, πάλι σίδηρος σκοτεινός, σκοτάδι.
Στην Εκκλησία γίνεται η θεία συνουσία, γινόμαστε ένθεοι. Όταν είμαστε με τον
Χριστό, είμαστε μέσα στο φως· κι όταν ζούμε μέσα στο φως, εκεί δεν υπάρχει σκότος. Το φως
όμως δεν είναι παντοτινό· εξαρτάται από μας. Συμβαίνει όπως με το σίδηρο, που έξω απ’ τη
φωτιά γίνεται σκοτεινός. Σκότος και φως δεν συμβιβάζονται. Ποτέ δεν μπορεί να έχομε
σκοτάδι και φως συγχρόνως. Ή φως ή σκότος. Όταν ανάψεις το φως, πάει το σκότος.
Για να διατηρήσουμε την ενότητά μας, θα πρέπει να κάνομε υπακοή στην Εκκλησία,
στους επισκόπους της. Υπακούοντας στην Εκκλησία, υπακούομε στον ίδιο τον Χριστό.
Ο Χριστός θέλει να γίνομε μία ποίμνη μ’ έναν ποιμένα.
Να πονάμε την Εκκλησία. Να την αγαπάμε πολύ. Να μη δεχόμασθε να κατακρίνουν
τους αντιπροσώπους της. … Και με τα μάτια μας να δούμε κάτι αρνητικό να γίνεται από
κάποιον ιερωμένο, να μην το πιστεύομε, ούτε να το σκεπτόμαστε, ούτε να το μεταφέρομε. Το
ίδιο ισχύει και τα λαϊκά μέλη της Εκκλησίας και για κάθε άνθρωπο. Όλοι είμαστε Εκκλησία.
Να προσέχομε και το τυπικό μέρος. Να ζούμε τα μυστήρια, ιδιαίτερα το μυστήριο της
Θείας Κοινωνίας. Σ’ αυτά βρίσκεται η Ορθοδοξία. Προσφέρεται ο Χριστός στην Εκκλησία
με τα μυστήρια και κυρίως με την Θεία Κοινωνία. Να σας πω για μια επίσκεψη του Θεού σ’
εμένανε τον ταπεινό, για να δείτε την χάρι των μυστηρίων.
Έτσι όπως πονούσα, μου σταυρώσανε το σπυράκι με ευχέλαιο κι αμέσως έσβησε ο
πόνος.
Την Πεντηκοστή εξεχύθη η χάρις του Θεού όχι μόνο στους αποστόλους αλλά και
σ’ όλο τον κόσμο που βρισκόταν γύρω τους. Επηρέασε πιστούς και απίστους.
Ενώ ο Απόστολος Πέτρος ομιλούσε τη δική του γλώσσα, η γλώσσα του μετεποιείτο
εκείνη την ώρα στο νου των ακροατών. Με τρόπο μυστικό το Άγιον Πνεύμα τους έκανε να
καταλαβαίνουν τα λόγια του στη γλώσσα τους, μυστικά, χωρίς να φαίνεται. Αυτά τα
θαύματα γίνονται με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Παραδείγματος χάριν, η λέξη
«σπίτι» σ’ αυτόν που ήξερε γαλλικά θ’ ακουγόταν «la maison». Ήταν ένα είδος διοράσεως·
άκουγαν την ίδια τους τη γλώσσα. Ο ήχος χτυπούσε στο αυτί, αλλά εσωτερικά, με τη φώτιση
του Θεού, τα λόγια ακούγονταν στη γλώσσα τους. Οι Πατέρες της Εκκλησίας αυτή την
ερμηνεία της Πεντηκοστής δεν την αποκαλύπτουν πολύ φανερά, φοβούνται τη
διαστρέβλωση. Το ίδιο συμβαίνει και με την Αποκάλυψη του Ιωάννου. Οι αμύητοι δεν
μπορούν να καταλάβουν το νόημα του μυστηρίου του Θεού.
Στην Πεντηκοστή οι άνθρωποι βρέθηκαν ξαφνικά σε μία τέτοια κατάσταση
θεώσεως, που τα χάσανε. Έτσι, όταν η θεία χάρις τους επεσκίαζε, τους ετρέλαινε όλους –με
την καλή έννοια – τους ενθουσίαζε.
Η «κλάσις του άρτου» ήταν η Θεία Κοινωνία. Και συνεχώς αυξάνονταν οι
σωζόμενοι, εφόσον έβλεπαν όλους τους χριστιανούς να είναι «εν αγαλλιάσει και
αφελότητι καρδίας αινούντες τον Θεόν». … Αυτό είναι ενθουσιασμός κι αυτό πάλι τρέλα.
Εγώ όταν το ζω αυτό, το αισθάνομαι και κλαίω. Πηγαίνω στο γεγονός, ζω το γεγονός, το
αισθάνομαι κι ενθουσιάζομαι και κλαίω. Αυτό είναι θεία χάρις. Αυτό είναι και η αγάπη προς
τον Χριστό.
Αυτό που ζούσαν οι απόστολοι μεταξύ τους κι αισθανόντουσαν όλη αυτή τη χαρά, στη
συνέχεια έγινε με όλους κάτω από το υπερώον. Δηλαδή αγαπιόντουσαν, χαιρόταν ο ένας
τον άλλον, ο ένας με τον άλλον είχαν ενωθεί. Ακτινοβολεί αυτό το βίωμα και το ζούνε κι
άλλοι.
Ο απώτερος σκοπός της θρησκείας μας είναι το «ίνα ώσιν έν». Εκεί ολοκληρώνεται το
έργο του Χριστού. Η θρησκεία μας είναι αγάπη, είναι έρωτας, είναι ενθουσιασμός, είναι
τρέλα, είναι λαχτάρα του θείου. Είναι μέσα μας όλ’ αυτά. Είναι απαίτηση της ψυχής μας η
απόκτησή τους.
Για πολλούς όμως η θρησκεία είναι ένας αγώνας, μία αγωνία κι ένα άγχος. Γι’ αυτό
πολλούς απ’ τους «θρήσκους» τους θεωρούνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σε τι χάλια
βρίσκονται. Κι έστι είναι τα πράγματα. Γιατί αν δεν καταλάβει κανείς το βάθος της θρησκείας
και δεν τη ζήσει, η θρησκεία καταντάει αρρώστια και μάλιστα φοβερή. Τόσο φοβερή, που ο
άνθρωπος χάνει τον έλεγχο των πράξεών του, γίνεται άβουλος κι ανίσχυρος, έχει αγωνία κι
άγχος  και φέρεται υπό του κακού πνεύματος. Κάνει μετάνοιες, κλαίει, φωνάζει,
ταπεινώνεται τάχα, κι όλη αυτή η ταπείνωση είναι μια σατανική ενέργεια. Ορισμένοι τέτοιοι
άνθρωποι ζούνε τη θρησκεία σαν ένα είδος κολάσεως. Μέσα στην εκκλησία κάνουν
μετάνοιες, σταυρούς, λένε, «είμαστε αμαρτωλοί, ανάξιοι» και μόλις βγούνε έξω, αρχίζουν να
βλασφημάνε τα θεία, όταν κάποιος λίγο τους ενοχλήσει. Φαίνεται καθαρά ότι υπάρχει στο
μέσον δαιμόνιο.
Στην πραγματικότητα η χριστιανική θρησκεία μεταβάλλει τον άνθρωπο και τον
θεραπεύει. Η κυριότερη, όμως, προϋπόθεση, για να αντιληφθεί και να διακρίνει ο άνθρωπος
την αλήθεια, είναι η ταπείνωση. Ο εγωισμός σκοτίζει το νου του ανθρώπου, τον μπερδεύει,
τον οδηγεί στην πλάνη, στην αίρεση. Είναι σπουδαίο να κατανοήσει ο άνθρωπος την αλήθεια.
Μες στη σπηλιά ο άνθρωπος φθείρεται αρρωσταίνει, καταστρέφεται, ενώ έξω
ζωογονείται. Μπορείς να καταλάβεις την αλήθεια; Τότε είσαι στον ήλιο, στο φως, βλέπεις όλα
τα μεγαλεία· αλλιώς είσαι σε μια σπηλιά σκοτεινή. Φως και σκότος. Ποιο είναι το πιο καλό;
Να είσαι πράος, ταπεινός, ήσυχος, να έχεις μέσα σου αγάπη ή να είσαι νευρικός, στενόχωρος,
να διαπληκτίζεσαι με τους πάντες; Ασφαλώς το ανώτερο είναι η αγάπη.
Η αμαρτία κάνει τον άνθρωπο πολύ μπερδεμένο ψυχικά. Το μπέρδεμα δεν φεύγει με
τίποτα. Μόνο με το φως του Χριστού γίνεται το ξεμπέρδεμα. Την πρώτη κίνηση την κάνει ο
Χριστός. «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες …». Μετά εμείς οι άνθρωποι αποδεχόμαστε
αυτό το φως με την αγαθή μας προαίρεση, που την εκφράζομε με την αγάπη μας απέναντί
Του, με την προσευχή, με τη συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας, με τα μυστήρια.
Πολλές φορές ούτε ο κόπος ούτε οι μετάνοιες, ούτε οι σταυροί προσελκύουν την χάρι.
Υπάρχουν μυστικά. Το ουσιαστικότερο είναι να φεύγεις από τον τύπο και να πηγαίνεις στην
ουσία. Ό,τι γίνεται να γίνεται από αγάπη. (ΚΟΛΠΟΙΣ ΚΤΩΝΤΑΙ)
Η αγάπη εννοεί πάντα να κάνει θυσίες. Σ’ ότι κάνεις αγγάρια, κλωστάει η ψυχή,
αντιδρά. Η αγάπη ελκύει την χάρι του Θεού. Όταν έλθει η χάρις, έρχονται τα χαρίσματα του
Αγίου Πνεύματος. «Ο δε καρπός του Πνεύματος εστιν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία,
χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια». Αυτά είναι που πρέπει να έχει μια υγιής
ψυχή εν Χριστώ.
Ο άνθρωπος με τον Χριστό γίνεται χαριτωμένος και ζει έτσι πάνω απ’ το κακό. Το
κακό γι’ αυτόν δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο το αγαθό, ο Θεός. Δεν μπορεί να υπάρχει κακό.
Δηλαδή, εφόσον έχει το φως, δεν μπορεί να έχει σκοτάδι. Ούτε μπορεί να τον καταλάβει το
σκοτάδι, διότι έχει το φως.

συνεχίζεται.....

Το αφιερώνουμε στον Οδυσσέα του klision

0 σχόλια:


Δημοσίευση σχολίου