Άρτουρ Σνίτσλερ. Έρωτας και θάνατος: Δέκα
Νουβέλες. Μετάφραση: Β. Χ. Παλιγγίνης. Αθήνα, Οδός Πανός 2015
Ο ΄Αρτουρ Σνίτσλερ γεννήθηκε στη Βιέννη το
1862 και πέθανε το 1931. Καταγόταν από οικογένεια Εβραίων (ο πατέρας του ήταν
γιατρός και καθηγητής πανεπιστημίου). Σπούδασε ιατρική και άσκησε για κάποια
χρόνια το επάγγελμα. Ωστόσο, γρήγορα αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία.
Το συγκεκριμένο βιβλίο μού το δώρισε η κόρη
μου τα Χριστούγεννα, στα γενέθλιά μου… Ο τίτλος αμέσως τράβηξε το ενδιαφέρον
μου... Γιατί τι άλλο υπάρχει στη ζωή εκτός από τον έρωτα και τον θάνατο; Το ότι
το έχω στο κομοδίνο μου σημαίνει ότι δεν το έχω τελειώσει. Από τις δέκα
νουβέλες έχω διαβάσει τις 2,5 και με συνεπήραν.
Η πρώτη ονομάζεται «Εγγύς θάνατος» και αφορά
ένα νέο ζευγάρι. Ο άνδρας ανακοινώνει στην κοπέλα ότι έχει έναν χρόνο ζωής. Το
διήγημα ξετυλίγει ―με απίστευτη μαεστρία, που δείχνει ότι ο Σνίτσλερ έχει βαθιά
γνώση της ανθρώπινης ψυχής― την γκάμα των συναισθημάτων που στη διάρκεια της
ασθένειας βιώνουν οι δύο αυτοί άνθρωποι.
Αρχικά η κοπέλα συγκλονίζεται με την
πληροφορία. Τη μια στιγμή δεν μπορεί να πιστέψει ότι ο σύντροφός της
είναι βαριά άρρωστος και θα πεθάνει, την άλλη δηλώνει ότι δεν θέλει να τον
αποχωριστεί, θέλει να πεθάνει μαζί του. Εκείνος, έχοντας βγει από την
αβεβαιότητα για το αν είναι σοβαρά άρρωστος ή όχι, και γνωρίζοντας πλέον την
αλήθεια, μοιάζει να αισθάνεται μια ανακούφιση. Προσπαθεί να την πείσει να τον
εγκαταλείψει.
Ωστόσο, γρήγορα αντιλαμβάνεται πόσο
υποκριτικό είναι αυτό, καθώς αν αυτή ήταν μια πραγματική του επιθυμία θα
εξαφανιζόταν χωρίς να την ειδοποιήσει. Καθώς περνά ο καιρός, ο φόβος του
θανάτου τον κατακλύζει και δεν αντέχει στη σκέψη ότι θα πεθάνει ενώ κάποιες
στιγμές μια μικρή ελπίδα δεν τον εγκαταλείπει.
Οι διάλογοι του ασθενούς με τον γιατρό του
καθηλωτικοί… Μεταφέρω έναν εξ αυτών που σημείωσα στο βιβλίο:
Ασθενής: «Την περιφρόνηση της ζωής όταν είναι
κανείς υγιής σαν τον θεό και την ήρεμη θεώρηση κατάματα του θανάτου, όταν
περιφέρεται κανείς εποχούμενος στην Ιταλία και η ζωή ανθεί τριγύρω με τα
ποικιλότατα χρώματα – τούτο το ονομάζω απλούστατα υποκρισία. Ας κλειδώσει
κανείς έναν τέτοιο κύριο σε μια κάμαρα, ας τον καταδικάσει σε πυρετό και
δύσπνοια, ας του πει ότι θα έχετε κηδευτεί μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 1ης
Φεβρουαρίου του ερχόμενου έτους, και ας τον αφήσει να φιλοσοφήσει κάτι
φωναχτά».
Γιατρός: «Και ο Σωκράτης;».
Ασθενής: « Ήταν θεατρίνος.. Αν είναι κανείς
φυσιολογικός άνθρωπος αισθάνεται φόβο έναντι του Αγνώστου…».
Τη συνέχεια δεν την αποκαλύπτω…
Η δεύτερη νουβέλα, «Φυγή προς το σκοτάδι»,
αφηγείται τις τυραννικές φαντασιώσεις ενός Ρόμπερτ, ο οποίος κάποιες
στιγμές πιστεύει ότι η πρώην γυναίκα του δεν πέθανε αλλά πιθανόν να την σκότωσε
ο ίδιος και άλλες ότι ο αδελφός του, ο οποίος είναι γιατρός, θέλει να τον
κλείσει σε ψυχιατρική κλινική. Και σε αυτό το διήγημα η περιγραφή του
παραληρήματος είναι εξαιρετική. Παρακολουθεί ο αναγνώστης με αυξανόμενο άγχος
τις σκέψεις του Ρόμπερτ, που δείχνουν τη γνώση της ψυχοπαθολογίας που είχε ο
συγγραφέας.
Η τρίτη νουβέλα, την οποία διαβάζω τώρα,
τιτλοφορείται «Ονειρική νουβέλα» και προς το παρόν με έχει γοητεύσει ο
διαφαινόμενος ερωτισμός.