Συνάντηση
και Αλληλεπίδραση Ορθοδοξίας και Ετεροδοξίας,
Διάλογος
Θρησκειών, Νοοτροπιών και Πολιτισμών γύρω από τη Γυναίκα
κατά
τους πρώτους μ.Χ. Αιώνες
Ιστορική
και Θεολογική Σπουδή
(Περίληψη Εσήγησης σε Επιστημονικό Συνέδριο)
Στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας διερευνούμε
επιδράσεις των αιρέσεων στη διαμόρφωση της πατερικής διδασκαλίας για τις
γυναίκες. Η έρευνά μας έχει γνώμονα θεολογικά ερωτήματα του σήμερα, εντούτοις
καθώς αναφέρεται στην ιστορική περίοδο των πρώτων αιώνων είναι κατά κύριο λόγο
μια έρευνα ιστορική. Σημαντική βοήθεια άλλωστε παρέχει η θρησκειολογία και η
εργαλειοθήκη της για την κατανόηση όψεων του θρησκευτικού φαινομένου στις
ποικίλες εκφάνσεις του. Προσεγγίζοντας ιστορικοκριτικά τις πηγές, μελετούμε
συνάμα το συγκείμενο, αναζητούμε το πνεύμα της εποχής αλλά και θεμελιώδη
στοιχεία δόμησης της κοινωνίας στη συγκεκριμένη συνάφεια με τις ποικίλες
μετεξελίξεις της.
Με αυτή τη μεθοδολογική σκευή, σε όλο το εύρος της έρευνάς μας δεν
κατορθώνουμε να διαπιστώσουμε μονοσήμαντες τέτοιες επιδράσεις των αιρέσεων θετικές
ή αρνητικές, οι οποίες να έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της πατερικής
διδασκαλίας για τις γυναίκες. Παρόμοια, θα ήμασταν πολύ επιφυλακτικοί στη διατύπωση
μιας θεωρίας αλληλεπιδράσεων και για λόγους γενικότερης επιστημονικής
μεθοδολογίας αλλά και γιατί ειδικότερα δεν φαίνεται να στηρίζεται μια τέτοια
θεώρηση στις πηγές.
Εντούτοις, στο πλαίσιο συνύπαρξης στην ίδια κοινωνική
πραγματικότητα διαπιστώνει κανείς διαδράσεις, άλλοτε φανερές και άλλοτε
υπόρρητες. Το πιθανότερο είναι ότι η αλληλεπίδραση δεν είναι ευθεία, αλλά
παράγεται από την κοινή μήτρα του πνεύματος της εποχής, που εμπνέει και γεννά
τάσεις σε όλους όσους ζουν στη συγκεκριμένη συνάφεια.
Η εξήγηση για τη σταδιακή απώθηση της γυναίκας από τη δημόσια
δράση είναι σύνθετη και πολυπαραγοντική.
Η σύνδεση της γυναίκας με τη σεξουαλικότητα, σε περίοδο γενικής
ανάπτυξης εγκρατιτικών τάσεων, είναι που οδηγεί σε περιορισμό της γυναίκας,
περιορισμό ξένο προς το Ευαγγέλιο και τη ζωή της πρώτης Εκκλησίας.
Δραστηριότητες των αιρέσεων περιπλέκουν την κατάσταση στη μία ή την άλλη
κατεύθυνση, αλλά δεν θα την επικαθόριζαν αν αυτό δεν ήταν και μια εσώτατη φωνή
των στελεχών της Εκκλησίας, φωνή που οφείλεται στη γενικότερη κοινωνική εξέλιξη.
Πέρα από τις εγκρατιτικές τάσεις, πέρα από την ανάπτυξη και
τυποποίηση της λατρείας, στο κοινωνικό πεδίο ο χριστιανικός κορμός είναι όλο
και πιο σημαντικός για την ίδια τη Ρώμη, ακόμα και πριν το διάταγμα των
Μεδιολάνων, πολύ δε περισσότερο μετά. Συνεπώς το ζήτημα της θέσμισης και της εξουσίας,
το ζήτημα του ελέγχου, τίθεται όλο και πιο επιτακτικά, και όχι πάντα σε αγαστή
συνεργασία με τα ποικίλα χαρίσματα.
Τελικά είναι η εξουσία, ως πρόταγμα και πειρασμός, που συνέβαλε
στον περιορισμό της θέσης και δράσης των γυναικών όπως τεκμηριώνεται στην
έρευνα. Πρόκειται κατ’ ουσίαν για όψεις εκκοσμίκευσης της πίστης, σε αντίθεση
με τη μεταμορφωτική δυναμική που θα έπρεπε να έχει η πίστη προς την κοινωνία.
Έτσι φαίνεται ότι τη λύση του προβλήματος
των γυναικών δεν θα τη δώσει η Ιστορία, καθόσον το κακό ουδέποτε έπαυσε στον
παρόντα αιώνα. Θα τη δώσει η Θεολογία και η Εικόνα της Βασιλείας, που θα πρέπει
να καθρεφτίζεται και στην κοινωνία και στους θεσμούς, κάτι που προσπάθησαν οι
μεγάλοι Πατέρες.
Σημ. Ο πίνακας είναι έργο του Γιάννη Μόραλη.