Η πραγμάτευση των σχέσεων αριστεράς - φιλελευθερισμού στην τρέχουσα ιδεοκίνηση είναι μάλλον αποσπασματική και ασυνεχής. Κανένας σοβαρός διάλογος δεν διεξάγεται ουσιαστικά, ή τουλάχιστον είναι πολύ κατώτερος από αντίστοιχους, όπως αριστερά και πατριωτισμός, αριστερά και οικολογία κ.ο.κ.
Υπάρχουν, όμως, δύο παράλληλα φαινόμενα, πολιτικής ασυμμετρίας και ετεροχρονισμού. Η ασυμμετρία έγκειται στο ότι η ιστορία του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα περνάει μέσα από τον κεντρώο βενιζελισμό και όχι από τη συντηρητική δεξιά. Ο ετεροχρονισμός διαπιστώνεται στο ότι το κύριο σώμα των ιδεών που θα ονομάζαμε τυπικά αντισοσιαλιστικό φιλελευθερισμό, αναφέρεται σ’ έναν σοσιαλισμό τύπου ΕΣΣΔ, από τον οποίο πολλές εκφράσεις της αριστεράς έχουν πάρει αποστάσεις εδώ και δεκαετίες. Σ’ αυτή τη συνθήκη, λοιπόν, όταν η αριστερή κριτική στοχεύει τον φιλελευθερισμό, αναγκαστικά πρέπει να ορίσει και το αντικείμενο της κριτικής της: Σε ποιές όψεις του φιλελευθερισμού ασκείται κριτική και πώς;
Πραγματική συμβολή σε έναν τέτοιο διάλογο αποτελεί το άρθρο του Νικόλα Σεβαστάκη στο Red Notebook «Φιλελευθερισμός και Aντιφιλελευθερισμός», κυρίως σε ό,τι αφορά τη μεθοδολογία πραγμάτευσης του θέματος. Ο Σεβαστάκης επισημαίνει με σαφήνεια πως η αριστερά οφείλει να ιδιοποιηθεί αλλά και να αποστασιοποιηθεί ταυτόχρονα από δέσμες ιδεών του φιλελευθερισμού, οφείλει να δει το φαινόμενο ως πόλωση ιδεών φιλελευθερισμού - υπαρκτού κόσμου, να αναδείξει τις αντιφιλελεύθερες όψεις και να επισημάνει τις φιλελεύθερες αντιφάσεις της σημερινής πραγματικότητας.
Ακολουθώντας τη μεθοδολογία αυτή, θα άξιζε να δούμε μερικά θέματα:
1. Ο αβαθής φιλελευθερισμός της ελληνικής δεξιάς
Αν ακολουθήσουμε μια κλασική ταξινόμηση, θεωρώντας ότι οι φιλελεύθερες ιδέες πηγάζουν από την πλευρά ενός συντηρητικού πόλου, είναι σαφές πως στην Ελλάδα η συντήρηση δεν είχε ποτέ την ανάγκη να στηριχτεί σε αυτό το πλέγμα ιδεών. Σε αδρές γραμμές, φιλελευθερισμός είναι: καπιταλισμός - ατομικά δικαιώματα -ιδιοκτησιακά δικαιώματα – αντιπροστατευτισμός - ελάχιστο κράτος - επιλογές – ιστορική ενδεχομενικότητα – κοσμοπολιτισμός - διεθνές εμπόριο. ‘Όμως οι ελληνικές ελίτ λειτουργούν καλύτερα σ’ ένα άλλο πλέγμα ιδεών: καπιταλισμός - ιδιοκτησιακά δικαιώματα - κρατική συνεργασία - πατρίδα – ιστορικός προορισμός – δεξιά λαϊκότητα – ορθοδοξία.
Η ιστορική κληρονομιά του φιλελευθερισμού ως κεντρώου-βενιζελικού ρεύματος βαραίνει, έτσι, μέχρι και τη δεκαετία του ‘80. Μόνο μετά το ‘90 προσπαθεί να δημιουργήσει ένα πιο κλασικό στίγμα.
Στο επίπεδο της διακίνησης των ιδεών αυτών παρατηρούνται σοβαρά κενά. Όλο το έργο του Χάγιεκ είναι αμετάφραστο μέχρι το 2010· μόλις τη χρονιά εκείνη μεταφράζεται ένα έργο του 1960. Οι έλληνες φιλελεύθεροι καταθέτουν σποραδικά πολιτικές θέσεις, και μόνο το 1993 εμφανίζεται ένα συνεκτικό βιβλίο πολιτικής κατάθεσης, το οποίο μάλλον περνά απαρατήρητο μέχρι να ξανατυπωθεί το 2011. Πρόκειται για το «Πορεία στον Φιλελευθερισμό», του παλαιού βουλευτή της ΕΔΑ Μ. Δραγούμη (1). Ενώ το έργο είναι σημαντικό, στο βαθμό που προσπαθεί να τοποθετήσει συνεκτικά μια ατζέντα, η ανατύπωσή του έπειτα από μια εικοσαετία συμβολίζει και την αδυναμία του χώρου. Εκτός αυτού, το συγκεκριμένο έργο παρουσιάζει αστοχίες και εμμονές που στρεβλώνουν τη συγκυρία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ότι σαν τυπικοί αντιφιλελεύθεροι αναφέρονται οι Λεωνίδας Κύρκος και Αιμίλιος Ζαχαρέας…
Στην ιδεοκίνηση δεν λείπουν και οι προσπάθειες ακαδημαϊκού μελετητικού χαρακτήρα, αλλά είναι απελπιστικά λίγες, αν συγκριθούν με το συνολικό όγκο της παραγωγής πολιτικού προβληματισμού: Τα βιβλία των Γιάννη Βούλγαρη (2) Μανόλη Αγγελίδη (3), στις αρχές του ‘90 και 2000 αντίστοιχα, με κριτικό περιεχόμενο, παρουσιάζονται χωρίς ούτε ένα από τα έργα στα οποία αναφέρονται να είναι μεταφρασμένο στα ελληνικά. Αντίστοιχα, πρόσφατες προσπάθειες των Σπύρου Μακρή (4) και Ευάνθη Χατζηβασιλείου (5), με φιλελεύθερο προσανατολισμό, παρουσιάζουν ανάγλυφα την ισχνότητα των φιλελεύθερων ιδεών στον ελληνικό χώρο. Ο Μακρής αναζητεί την εκκίνηση φιλελευθερισμού στον Γεώργιο Θεοτοκά και την γενιά του ‘30. Ομοίως ο Χατζηβασιλείου αναφέρεται στο ιστορικό κέντρο, αποδίδοντας το κεντρώο πρόσημο του φιλελευθερισμού στην εγγενή προσαρμοστικότητα του συγκεκριμένου ρεύματος.
Η πολιτική «γεωγραφία» του φιλελευθερισμού, λοιπόν, είναι σχετικά ρευστή και δεν είναι τυχαία η ευκολία και η «φυσικότητα» με τις οποίες αφίστανται από τον «νεοφιλελευθερισμό» όλες οι μερίδες της συντηρητικής δεξιάς.
Εδώ, όμως, υπάρχει ένα ενδιαφέρον φαινόμενο που μάλλον διαφεύγει από την αριστερά: οι ελίτ χρησιμοποιούν επιλεκτικά, εργαλειακά, δέσμες της φιλελεύθερης ατζέντας, αρνούμενες εντούτοις να την αποδεχθούν ολικά, καθώς αυτή θα έβαζε ανυπέρβλητα εμπόδια διαχείρισης που θα έφταναν ως και τη διάλυση του υπάρχοντος συστήματος. Όπως έχουν αποδείξει και σημαντικές σχολές σκέψης της αριστεράς (6), ο απόλυτα φιλελεύθερος καπιταλισμός, με τις ελάχιστες ρυθμίσεις, υφίσταται ως απόλυτο και οριακό ερμηνευτικό σχήμα στον Μαρξ, αλλά δεν αποτελεί ιστορική πραγματικότητα. Με μια έννοια, η έγκληση στις ελίτ να φιλελευθεροποιηθούν πλήρως αποτελεί, παραδόξως, μια αντικαπιταλιστική στρατηγική (7).
2. Φιλελευθερισμός εναντίον «υπαρκτού»
Παρακολουθώντας το έργο των Χάγιεκ και Ραντ, είναι φανερό πως μια από τις αιχμές της κριτικής τους είναι ότι το σοβιετικό σύστημα είναι κλειστό πολιτικά και συγκεντρωτικό οικονομικά. Είναι φανερό πως ο «αντισοβιετισμός» του σύγχρονου φιλελευθερισμού δημιουργεί ένα περίπλοκο πρόβλημα για την αριστερά.
Η κατάρρευση του υπαρκτού οφείλεται στον δεσποτικό αντιφιλελευθερισμό ή στην ατελή αυτοδιαχειριστική ολοκλήρωση του; Αν προσέξουμε, θα δούμε πως, χοντρικά, οι απαντήσεις είναι διαζευκτικές. Τόσο ο κλασικός φιλελευθερισμός όσο και η ριζοσπαστική αριστερά έχουν ένα διαφορετικό συνεκτικό εξηγητικό σχήμα. Όμως, μήπως αυτή η διάζευξη είναι τεχνητή; Μήπως τελικά η αυτοδιαχειριστική προοπτική των δυνάμεων της εργασίας βρίσκεται στην αξιοποίηση του φιλελευθερισμού παρά στην άρση του;
Στο ιδιότυπο αυτό πλαίσιο, το οποίο ορίζεται, αφ’ ενός μεν από την ιστορική απόσταση και δυσανεξία της ελληνικής δεξιάς προς τον Φιλελευθερισμό, αφ’ ετέρου από την ιστορική επιτυχία του αντισοβιετικού φιλελευθερισμού, δημιουργείται ένας χώρος, ένα πεδίο πολιτικής, ένα πλέγμα ιδεών που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε με διάφορους τρόπους π.χ.: φιλελεύθερη αριστερά, αριστερό φιλελευθερισμό, αλλά και «αριστερό αντιφιλελευθερισμό» (στη διατύπωση αλλά και ερμηνεία του Ν. Σεβαστάκη). Το κωδικό όνομα δεν παίζει κανένα ρόλο.
Αυτή η δέσμη ιδεών εμπεριέχει αναγκαστικά, όχι μόνο την οικειοποίηση κλασικών φιλελεύθερων ιδεών, αλλά και την αναθεωρητική αξιοποίηση προταγμάτων και θέσεων ενός τυπικά «αντισοσιαλιστικού» φιλελευθερισμού. Οι κόμβοι ενός τέτοιου σχεδίου δεν είναι καινοφανείς: υφίστανται εδώ και καιρό στο οπλοστάσιο της αριστεράς, αλλά μάλλον με έναν «ενοχικό» και άρρητο τρόπο.
Είναι φανερό πως οι οικονομικο-κοινωνικές συνθήκες της εποχής του Μαρξ, αλλά και της πρώτης σοσιαλιστικής επανάστασης δεν ισχύουν σήμερα. Μεγάλα τμήματα του κόσμου της εργασίας είναι κάτοχοι τίτλων ιδιοκτησίας πάσης φύσεως. Ο ορίζοντας μιας σοσιαλιστικής αλλαγής δεν μπορεί να περιοριστεί στην άρση των δικαιωμάτων αυτών, αλλά στην επέκταση, στη διαύγαση τους, στον εμπλουτισμό, στην ένταξή τους σ’ ένα κοινωνικό σχέδιο συνεργιών και συνεργασιών. Από την άλλη πλευρά, μεγάλο μέρος της αριστεράς έχει πάρει οριστικές και χωρίς επιστροφή αποστάσεις από τον σοσιαλισμό του μεγάλου κράτους (με ορθολογικό πρόγραμμα κάλυψης αναγκών). Ας δούμε, ως παράδειγμα, πώς ο Νέγκρι αντιμετωπίζει το ζήτημα της κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας στον Μαρξ και πώς στον Χάγιεκ αναδεικνύεται το ζήτημα της ιδιοκτησίας. Ας παραθέσουμε μερικά αποσπάσματα:
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Μαρξ θεωρούσε τον σχεδιασμό ως ιδιότητα του κομμουνισμού. Παρά ταύτα, πολύ συχνά και βασισμένοι στον Ένγκελς, η σχέση κομμουνισμού και σχεδιασμού έγινε αντιληπτή είτε με τους απλοϊκούς όρους ως κοινωνικοποίηση «κρατικοποίηση» των σχέσεων παραγωγής, ή ως «υπέρτερος οικονομικός ορθολογισμός». Είναι προφανές όταν εξετάζουμε τις Grundrisse ότι δεν πρόκειται περί αυτού. Ο κομμουνισμός είναι σχεδιασμός μόνο όταν αφορά τη σχεδιασμένη εξάλειψη της εργασίας. Ο σχεδιασμός είναι μια έκφραση (και συνθήκη ταυτόχρονα) του κοινωνικού χαρακτήρα της εργασίας, ο οποίος πρέπει να καθυποτάξει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της διαταγής και της αλλοτρίωσης. Είναι λοιπόν ένας οικονομικός ορθολογισμός που δεν είναι ανώτερος, αλλά διαφορετικός. Τόσο διαφορετικός, ώστε να μην υπάρχει ομοιότητα μεταξύ τους. Όταν οι συνθήκες και η στόχευση για την εξάλειψη της εργασίας δεν υπάρχουν, ο σχεδιασμός είναι μια νέα μορφή καπιταλιστικής κυριαρχίας με σοσιαλιστική μορφή. Σε αυτό το σημείο η μαρξιστική κριτική του σοσιαλισμού ασκεί όλη την ισχύ της. (A.Negri, Marx Beyond Μarx, ed. Autonomedia, p. 166, 1984) (8)
Στο επόμενα αποσπάσματα ο Χάγιεκ (9) παίρνει απόσταση από μια παγιωμένη στατική-υπεριστορική έννοια της ιδιοκτησίας:
Οι θεσμοί της ιδιοκτησίας είναι ατελείς όπως υφίστανται σήμερα. Στην πραγματικότητα δύσκολα μπορούμε να τους ονομάσουμε τέλειους με ό, τι η τελειότητα σημαίνει. Η πολιτιστική και ηθική εξέλιξη θα απαιτήσει περαιτέρω βήματα, αν ο θεσμός της ιδιοκτησίας χρειάζεται να γίνει περισσότερο ωφέλιμος. Πιθανόν να χρειαστούμε περισσότερο ανταγωνισμό για να αποφύγουμε την κατάχρηση της ιδιοκτησίας.
Οι θεσμοί της ιδιοκτησίας, όπως υπάρχουν σήμερα, είναι ασφαλέστατα ατελείς. Δεν υπάρχει λόγος να υποθέσουμε ότι αυτές οι μορφές (ιδιοκτησίας) που εννοούμε στον σύγχρονο κόσμο είναι οι τελικές. Οι παραδοσιακές συλλήψεις για τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα είναι μια περίπλοκη δέσμη, της οποίας οι πιο αποτελεσματικοί συνδυασμοί δεν έχουν ακόμη ανακαλυφθεί σε όλες τα κοινωνικά πεδία. (F. Hayek, The Fatal Conceit, p. 12-35-36)
3. Ενδοφιλελεύθερες αντιφάσεις
Υπάρχει ένα τρέχον ερμηνευτικό σχήμα του φιλελευθερισμού στο οποίο ορίζεται μια τομή μεταξύ ενός σχετικά «αποδεκτού» φιλελευθερισμού του Άνταμ Σμιθ και ενός απαράδεκτου «νεοφιλελευθερισμού». Έτσι παραγνωρίζονται οι αντιφάσεις που παρατηρούνται στο ίδιο το σώμα των σύγχρονων ιδεών του φιλελευθερισμού. Πιστεύω πως η καταχρηστική γενίκευση του όρου «νεοφιλελευθερισμός» δεν έχει κριτική αξία. Ξεκίνησε ως τεχνικός, ταξινομικός, αυστηρά οικονομικός όρος μιας εποχής και, ταυτόχρονα, με πολλές εσωτερικές αντιφάσεις στη διατύπωσή του. Γι’ αυτό η γενίκευση μάλλον δημιουργεί περισσότερη σύγχυση. Η υιοθέτηση του «αντινεοφιλελευθερισμού» από όλο τον συντηρητικό κόσμο δείχνει και την κριτική αδυναμία του όρου. Αντίθετα, κανένας συντηρητικός δεν μπορεί, ας πούμε, να αυτό-οριστεί ως αντικαπιταλιστής ή αντιμπεριαλιστής. Ο όρος συσκοτίζει τις εγγενείς αντιφάσεις που αναδύονται συνεχώς στο έργο και των πιο ακραίων «νεοφιλελεύθερων», ενώ εις μάτην αναζητεί ένα αενάως μετακινούμενο, σχεδόν αόρατο, σημείο ρήξης μεταξύ «καλού» και «κακού» φιλελευθερισμού. Η αριστερά μπορεί να διερευνήσει, όχι μια τομή «παλαιού» - «νέου» φιλελευθερισμού, αλλά αξιοποιήσιμες αντιφάσεις εντός του σύγχρονου φιλελευθερισμού. Ας δούμε, ως παράδειγμα, την περίπτωση του Ρόμπερτ Νόζικ.
Ο Νόζικ είναι σαφώς μικρότερο μέγεθος σε σχέση με τον Χάγιεκ. Το βιβλίο του Anarchy, State an Utopia, ωστόσο, έχει ασκήσει μεγάλη επιρροή. Στο έργο αυτό γίνεται μια ευθεία κριτική στο θεμελιώδες έργο «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του Τζων Ρωλς. Ο τρόπος που γίνεται η κριτική αυτή έχει ενδιαφέρον και, την ίδια στιγμή, μεγάλες αντιφάσεις. Στον Νόζικ διατυπώνονται με εντυπωσιακή ενάργεια οι ανισότητες, όχι μόνο των εισοδημάτων, αλλά και των δικαιωμάτων στην καπιταλιστική κοινωνία. Με ένα σχεδόν τυπικό αριστερό λεξιλόγιο, καταδεικνύεται η φενάκη της ισότητας των δικαιωμάτων του καπιταλιστή και του άνεργου, όταν αυτοί τίθενται στο «θέατρο» της πρόσληψης. Στον Νόζικ, η απόρριψη της αναδιανομής υποδεικνύεται ως δικαιϊκά άτοπη και ατελέσφορη με τους κανόνες του αστικού δικαίου. Έχει ενδιαφέρον ότι, για να θωρακισθεί αυτή η προβληματική, απορρίπτεται η μαρξιστική προσέγγιση της αξίας της εργασίας. Όμως, στο ίδιο έργο διατυπώνεται μια σαφής συνηγορία υπέρ του δικαιώματος όλων των εναλλακτικών μορφών συνεργασίας, αυτοδιαχείρισης, εναλλακτικής οικονομίας. Στον Νόζικ αυτή η δυνατότητα παρουσιάζεται ως θεμέλιο της φιλελεύθερης κοινωνίας: όχι ως παραχώρηση, αλλά ως συστατικό. Ενδεικτικά:
Πολύ συχνά υπάρχει ο ισχυρισμός ότι η υπαγωγή στην εργασία επιδρά αρνητικά στον αυτοσεβασμό σύμφωνα με τον ακόλουθο ψυχολογικό κανόνα: Η μεγάλη περίοδος υπαγωγής στις διαταγές των άλλων και στην εξουσία των άλλων, τους οποίους δεν επιλέγεις, υποβιβάζει τον αυτοσεβασμό σου και αισθάνεσαι υποδεέστερος. Ξέρουμε ότι αυτό δεν υπάρχει όταν ο εργαζόμενος παίζει ρόλο στις δημοκρατικά εκλεγμένες εξουσίες και μέσω μιας συνεχούς διαδικασίας τις συμβουλεύει, ψηφίζει γι’ αυτές και τις αποφάσεις τους.
Παρόμοιοι συλλογισμοί μπορούν να γίνουν για τις συναλλαγές εντός αγοράς μεταξύ καπιταλιστών και εργατών. Ας υποθέσουμε ότι ο εργάτης Ζ αντιμετωπίζει το δίλημμα «εργασία ή πείνα» και ότι οι πράξεις άλλων ανθρώπων δεν του προσθέτουν άλλες ευκαιρίες. Ο εργάτης Ζ επιλέγει ελεύθερα; Κάποιος που είναι σε ένα έρημο νησί επιλέγει ελεύθερα μεταξύ εργασίας και επιβίωσης;
Βέβαια, σε κάθε ελεύθερη κοινωνία, κάθε μεγάλο λαϊκό επαναστατικό κίνημα (σ.σ.: στο κείμενο: large, popular, revolutionary movement) πρέπει να είναι ελεύθερο να πραγματοποιήσει τους σκοπούς του μέσω μιας εθελοντικής διαδικασίας. Και καθώς περισσότεροι πολίτες βλέπουν πώς λειτουργεί, θα επιθυμούν να συμμετάσχουν. Έτσι θα μεγεθύνεται χωρίς να είναι ανάγκη να πιέσει κανένα πολίτη ή ομάδα πολιτών να το ασπασθεί. (R.Nozick, Anarchy, State and Utopia, p. 246, 263, 327).
4. Ιστορικά παράδοξα
Περιδιαβαίνοντας την ιστορία, μπορεί κανείς να βρει μερικά αναπάντεχα περιστατικά ιστορικής συνάντησης αριστεράς και φιλελευθερισμού.
Το 1950, αμέσως μετά τον εμφύλιο, δημιουργείται η ΕΔΑ ως συνασπισμός κομμάτων. Το μεγαλύτερο κόμμα του συνασπισμού είναι οι «Φιλελεύθεροι Αριστεροί», οι οποίοι εκλέγουν 5 από τους 8 βουλευτές και αποτελούνται από σημαντικά πρόσωπα της Αντίστασης (Μ. Μάντακας, Σ. Χατζήμπεης κ.λπ). Ταυτόχρονα δημιουργείται η Φιλελεύθερη Αριστερή Νεολαία (ΦΑΝ), των Φ. Χατζήμπεη και Ν. Γρηγοριάδη. Αν δει κανείς το γεγονός απομονωμένο, είναι εξαιρετικά καινοτόμο. Την περίοδο που ο ευρωπαϊκός φιλελευθερισμός ξιφουλκεί κατά του υπαρκτού, οι ηττημένοι του εμφυλίου οικειοποιούνται το όνομα, το οποίο βέβαια σηματοδοτείται από τη βενιζελική φιλελεύθερη παράδοση, ιδιοποιούνται μέρος της ατζέντας του αντιπάλου και επανέρχονται (10).
Το 1990, στις πρώτες μετά τον «υπαρκτό» εκλογές στη Σλοβενία, ο Ζίζεκ παίρνει μέρος ως υποψήφιος πρόεδρος της αριστεράς, έχοντας όμως την πλήρη τυπική, υλική, και πολιτική κάλυψη μόνο από την τότε Φιλελεύθερη ομάδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το γιατί όχι με τους σοσιαλδημοκράτες ή την τότε αριστερά αξίζει, τουλάχιστον, να διερευνηθεί ιστορικά. Οι σχέσεις Ζιζεκ -φιλελευθερισμού (11) είναι, ωστόσο, ένα άλλο κεφάλαιο, για το οποίο χρειάζεται ειδική μνεία.
Συμπερασματικά: η συνάντηση αριστεράς- φιλελευθερισμού έχει πολλές ασυνέχειες, ασάφειες αλλά και ενδιαφέρουσες συναντήσεις. Καλό είναι η προσπάθεια, τουλάχιστον από την πλευρά της αριστεράς, να συνεχιστεί. Στον τυπικά φιλελεύθερο χώρο παρατηρείται μια σχετική αδυναμία, η οποία εμποδίζει τον διάλογο, παρά τις περιορισμένες, ελάχιστες εξαιρέσεις (12).
Σημειώσεις
1. Μ. Δραγούμη, Πορεία προς τον Φιλελευθερισμό (1990)
2. Γ. Βούλγαρης, Φιλελευθερισμός, Συντηρητισμός, Κοινωνικό Κράτος (2003)
3. Μ. Αγγελίδης, Φιλελευθερισμός: Κλασσικός και Νέος (1993)
4. Σ. Μακρής, Φιλελευθερισμός. Φιλοσοφικές απαρχές και Σύγχρονες Τάσεις (2007)
5. Ε. Χατζηβασιλείου, Ελληνικός Φιλελευθερισμός (2010)
6. Είναι σημαντική συνεισφορά στην τεκμηρίωση αυτής της θέσης της σχολής του ιαπωνικού μαρξισμού Uno-Sekine, για την οποία υπάρχει εκτεταμένη και διευρυνόμενη βιβλιογραφία. Περισσότερα στο: John Bell, The Uno-Sekine approach to Μαρξian Political Economy, 2009
7. Μια εύστοχη και ιστορικά επίκαιρη εφαρμογή της αρχής οικειοποίησης της φιλελεύθερης ατζέντας έκανε πρόσφατα ο Κώστας Δουζίνας. Με αφορμή την επέμβαση της αστυνομίας στο Σύνταγμα, ανέδειξε το τυπικό φιλελεύθερο πρόταγμα της άσκησης βίας απέναντι στην εξουσία, όταν θίγονται ατομικά δικαιώματα. Στο: Κ. Δουζίνας, «Ανομία: Για την πολιτική και δημοκρατική ανυπακοή», Αυγή 13/2/2011
8. Το υπόλοιπο απόσπασμα του Negri συνεχίζεται ως εξής:
Ο σοσιαλισμός δεν είναι, και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνει, ένα στάδιο ή ένα πέρασμα προς τον κομμουνισμό. Ο σοσιαλισμός είναι η αρτιότερη μορφή, η ανώτερη μορφή του οικονομικού ορθολογισμού του κεφαλαίου, του ορθολογισμού του κέρδους. Συνεχίζει να ασκείται βασισμένος στον νόμο της αξίας, αλλά μεταφέρεται σε ένα ύψιστο βαθμό συγκεντροποίησης και γενικής σύνθεσης, η οποία συνδέει όλες τις μορφές της σοσιαλιστικά σχεδιασμένης οικονομίας με την πολιτική και νομική μηχανή του Κράτους. Ο σοσιαλισμός κρατάει ζωντανό και γενικεύει το νόμο της αξίας. Η εξάλειψη της εργασίας είναι η μοναδική αντιστροφή του νόμου της αξίας.
Αυτό ακριβώς το ζήτημα της εξάλειψης της εργασίας καθιστά αδύνατη οποιαδήποτε ομοιογένεια ανάμεσα στον καπιταλιστικό και κομμουνιστικό σχεδιασμό. Πρέπει να κριτικάρουμε τη διαλεκτική λογική η οποία ενσωματώνει επίπεδα ομοιογένειας στην ανάπτυξη των αντιθέσεων. Αντιθέτως, είναι η λογική ενός ριζικού δυϊσμού που πρέπει να κυριαρχήσει. Η καταστροφή του νόμου της αξίας -την οποία το «απόσπασμα των μηχανών» μας επέτρεψε να δούμε στις Grundrisse- είναι στην βάση του μετασχηματισμού της λειτουργίας του σε καθαρή επιβολή. Αλλά η έκφραση της λειτουργίας του ανταγωνισμού ευρίσκεται εδώ. Κάθε σχέση, κάθε κίνηση ομοιογένειας, κάθε έκφραση σχετικού ορθολογισμού καταπίπτει από την εξαφάνιση του νόμου της αξίας. Η συνέχιση των καπιταλιστικών σχέσεων θρυμματίζεται τελείως. Είναι μόνο η λογική του ανταγωνισμού –βασισμένου σε αντιτιθέμενα και μη αμοιβαία αναγώγιμα υποκείμενα-που λειτουργεί εδώ. Έκαστος πόλος κατέχει τα δικά του κριτήρια για τον σχεδιασμό. Ένας ατομικός σχεδιασμός. Η εργατική και προλεταριακή αυτό-αξιοποίηση είναι ο σχεδιασμός για την εξάλειψη της εργασίας.
Ο κορεσμός του κοινωνικού χώρου με τον σοσιαλιστικό σχεδιασμό του καπιταλισμού είναι μια τερατώδης αστάθεια :κάθε τμήμα είναι σε αντίθετική ένταση όχι μόνο σε σχέση με τον ανταγωνισμό που αναδύει αλλά σε σχέση με το ίδιο το πλαίσιο της αντίθεσης, δηλαδή του σχεδιασμού για την εξαφάνιση της εργασίας στην οποία είναι συνδεδεμένο. Η σχεδιασμένη οργάνωση της απόσυρσης από τις εργαζόμενες τάξεις, επιμετρά την ποσότητα και την ποιότητα της μετάβασης ,επιμετρά όχι μια ηλίθια ουτοπία, αλλά μια συγκρότηση, μια διαδικασία που ορίζεται από το υποκείμενο.
Η διαδικασία υφίσταται μια μετατόπιση, πραγματική χωρική μετάθεση .Ο σχεδιασμός δεν μπορεί να ενταχθεί στον καπιταλισμό, και ο σοσιαλισμός (όταν αναφερόμαστε ως οικονομικό σύστημα) δεν μπορεί να αναχθεί στον κομμουνισμό.
9. Είναι αδικαιολόγητη και ατεκμηρίωτη η θέση ότι ο Χάγιεκ ανήκει σε μια σχολή ενός χομπσιανού ρεύματος «ιδιοκτησιακού ατομισμού». Ο ίδιος αναφέρεται ρητά σε απόσταση από τον ατομισμό του Χομπς και προκρίνει τις εθελοντικές συλλογικότητες απέναντι στην κρατική επιβολή. Μια προσεκτική ανάγνωση θα απέδιδε τον όρο «αγορά» στον Χάγιεκ, σε πολλά κείμενα, να βρίσκεται εγγύτερα με αυτό που σήμερα ονομάζουμε «δημόσιο χώρο»: Ο αρχαϊκός ατομισμός που περιέγραψε ο Thomas Hobbes είναι ένας μύθος. Ο άγριος δεν είναι αλληλέγγυος είναι μονήρης αλλά το ένστικτο του είναι ομαδικό. Δεν υπήρξε ποτέ κανένας πόλεμος ενός εναντίον όλων. (The Fatal Conceit, p. 12). Περισσότερα εδώ.
10. Στοιχεία εδώ:
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82_%CE%B2%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82_%CE%B5%CE%BA%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AD%CF%82_1944_(%CE%92%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%AE_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%B2%CE%BF%CF%85%CE%BD%CE%BF%CF%8D)
http://archive.enet.gr/online/online_obj?pid=107&tp=T&id=77170188
http://archive.enet.gr/online/online_obj?pid=107&tp=T&id=10845644
11. Ενδεικτικά: «Το παράδοξο είναι ότι ο φιλελευθερισμός δεν είναι αρκετά ισχυρός για να σώσει τις πυρηνικές αξίες του από την φονταμενταλιστική επέλαση. Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορεί να σταθεί μόνος του: κάτι λείπει από το φιλελεύθερο οικοδόμημα. Ο φιλελευθερισμός στην έννοιά του είναι «παρασιτικός», καθώς βασίζεται σε ένα προϋποτιθέμενο δίκτυο κοινωνικών αξιών, το οποίο υποσκάπτει την ανάπτυξη του. Ο φονταμενταλισμός είναι μια αντίδραση –προφανώς λανθασμένη και μυστικιστική- απέναντι σε μια εγγενή ροπή του φιλελευθερισμού, και γι’ αυτό ο φονταμενταλισμός αναπαράγεται από τον φιλελευθερισμό. Αφημένος μόνος του, ο φιλελευθερισμός θα υποσκάψει την υπόσταση του και η μόνη δύναμη που μπορεί να τον διασώσει είναι η ανανεωμένη αριστερά ή, για να το διατυπώσουμε με όρους του 1968, για να επιβιώσει ο φιλελευθερισμός θα αναζητήσει την αδελφική βοήθεια από τη ριζοσπαστική αριστερά». (S. Zizek, First as Tragedy then as Farce, p. 76-77)
12. Έχει ενδιαφέρον ότι από την εγχώρια ιδεοκίνηση απουσιάζουν υβριδικά ρεύματα, που εκπροσωπούν διεθνώς ο Rodering Long (αμερικάνος Libertarian με οξύ αντικορπορατικό λόγο), ο Kevin Carson, μια μορφή της σύγχρονης αμερικανικής αριστεράς (mutualism) ή, στην Γαλλία, το προυντονικής έμπνευσης ρεύμα Gauche Liberale. Συνδέσεις
http://praxeology.net/
http://en.wikipedia.org/wiki/Kevin_Carson
http://www.gaucheliberale.org/
Σχετική βιβλιογραφία
Theodor Burczak, Socialism after Hayek, 2006
Στο βιβλίο αυτό ο συνεργάτης του γνωστού Μαρξιστή Rick Wolff πραγματεύεται το θέμα ενός σοσιαλισμού της αγοράς, με απ’ ευθείας αναφορές στους Hayek και Wolff.
Erick Aarons, Hayek versus Marx, 2009.
Ο θαλερός και μακροβιότερος γραμματέας του Κομμουνιστικού κόμματος Αυστραλίας Erick Aarons (γεν. 1919) επιχειρεί μια ενδιαφέρουσα αντίστιξη και ταυτόχρονη κριτική στους Μαρξ και Χάγιεκ.
Chris Sciabarra, Marx, Hayek and Utopia, 1995
O C. Sciabarra είναι σταθερός μελετητής των σχέσεων, αποστάσεων και συναφειών των Μαρξ και Χάγιεκ. Στο βιβλίο αυτό αναδεικνύει την κοινή τους στάση απέναντι στα ουτοπικά πολιτικά προγράμματα.
Kevin Carson, Studies in Mutualistic Economy, 2007
Ενδιαφέρουσα διερεύνηση και σύνδεση της θεωρίας της αξίας του Μαρξ με τον αναρχικό ατομισμό και τους μηχανισμούς της αγοράς.
Σχετικά κείμενα στο Red Notebook:
Φιλελευθερισμός ή δημοκρατία;, του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου
Φιλελευθερισμός και αντιφιλελευθερισμός, του Νικόλα Σεβαστάκη