|
Φωτογραφία Αρχείου: Ν. Μαγγίνας |
Φανάρι ἀειλαμπές
Νεκτάριος Ν. Θᾶνος
Πρωτοψάλτης Ι. Μ. Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης
Μ.Α. Λειτουργικῆς Θεολογίας
Εἶναι γεγονὸς πὼς ὅσοι αἰσθάνονται Ῥωμηοί, εἴτε γνωρίζουν τὴ σημασία τῆς λέξης αὐτῆς εἴτε ὄχι, αἰσθάνονται ὅτι ἡ καρδιὰ τοῦ Γένους μας χτυπᾶ στὴν Κωνσταντινούπολη. Δὲν ἀναφέρομαι σὲ κάποιο νοσταλγικὸ συναίσθημα σχετικὸ μὲ τὸν ἔνδοξο βυζαντινισμό μας, ποὺ θὰ ἔλεγε καὶ ὁ ποιητής, ἀλλὰ σὲ μιὰ σχέση σχεδὸν κρυπτογραφημένη στὴν ἁλυσίδα τοῦ ἐθνικοῦ καὶ προσωπικοῦ μας DNA.
Πολλά, ἄπειρα μπορεῖ νὰ πεῖ κάποιος γιὰ τὴν Πόλη, γιὰ τὸ παρελθόν, γιὰ τὸ παρόν, γιὰ τὸ μέλλον. Λόγῳ τῆς ψαλτικῆς μου ἰδιότητος, καὶ κυρίως διότι ἡ σχέση μου μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὰ ἱερὰ γράμματα γεννήθηκε στὸ ἀναλόγιο τοῦ μικροῦ ὀρεινοῦ χωριοῦ ποὺ γεννήθηκα καὶ μεγάλωσα, θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ σὲ κάποιες συνιστῶσες τῆς θείας λατρείας, ὅπως αὐτὴ τελεσιουργεῖται στὸν Πάνσεπτο Πατριαρχικὸ Ναό. Δὲν θὰ σταθῶ σ’ αὐτὸν καθαυτὸν τὸν λειτουργικὸ τύπο, ἀλλὰ θὰ ἐπιχειρήσω νὰ διεισδύσω πίσω ἀπ᾿ αὐτόν, φτάνοντας στὶς ἀρχές, στὴν γεννήτρια αὐτοῦ ποὺ θαυμάζουμε, ποὺ ἀκοῦμε, ποὺ «γευόμεθα» ὁσάκις ἐκκλησιαζόμαστε ἐκεῖ ἢ παρακολουθοῦμε μέσῳ τηλεοπτικῶν μεταδόσεων.
Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ οἱ φορεῖς του (ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης καὶ οἱ περὶ αὐτόν) σεβόμενοι τὴν Ἱστορία, τιμοῦν τὸ χθές, ὡς ῥίζα τοῦ σήμερον καὶ ὡς τροφὴ τοῦ αὔριον. Δὲν κραυγάζουν νεοελληνικῷ τῷ τρόπῳ: «Μετὰ ἀπὸ μένα, ἂς γίνει ὅ,τι θέλει.», ἀλλὰ μαθητεύουν στὴν Ἱστορία, προκειμένου νὰ ἐξαγάγουν τὸ βέλτιστο δυνατόν, γιὰ νὰ μνησθοῦμε καὶ τοῦ Χαλκηδόνος Μελίτωνος.