
Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου
Γέμισε η πατρίς σωτήρες κόρακες, γαμψονύχηδες, σαρκοφάγους, μικρονοϊκούς που όλο το μερόνυχτο κράζουν κρα, κρα, κρα, τους Έλληνες τσιμπάνε και τους σκοτώνουν, τα πτώματά τους τρώνε ύστερα και το γλεντάνε.
Με τη σκούφια τους να κρατάει από τη χώρα του υπόκοσμου, στελεχώνουν την εξουσία, τη διοίκηση και την ενημέρωση και μοιράζουν τον πλούτο με ξιπασμένη μίμηση καταχτητή στους ανελεύθερους υπηκόους τους. Και είναι αυτοί άχρηστοι πολιτικοί, σύμβουλοι φτηνιάρηδες και τεμπέληδες, φιγούρες προϊστάμενοι μιας αχαλίνωτης φιλοχρηματίας, σκυμμένοι λαπάδες των Μ.Ε.Ε, Κροίσοι της επιδερμικής ανάπτυξης, θιασώτες του υλιστικού μηδενισμού, απνευμάτιστοι αποστεωμένοι νονοί της νύχτας που τζογάρουν στη ρουλέτα ενός εθνικού ολοκαυτώματος.
Κόρακες στους δρόμους, στα χαλάσματα, στις πεσμένες στέγες, στις μάντρες, στις αυλές, στις φυλλωσιές των δέντρων. Κόρακες όρνια στυγνά με νύχια και με ράμφη να στάζουν αίμα, στα φαράγγια, στις πλαγιές, στις χτενισιές της αύρας, στους βόγκους της θύελλας και στα μπουμπουνητά του ουρανού.