Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερευνώντας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερευνώντας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου: ΤΑ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ΒΙΝΤΕΟ)


Τα Πολυχρόνια των Βασιλέων
Μουσική Βιβλιοθήκη 
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (11-1-2017) 
Διάλεξη του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου. 
Μια ιστορικομουσικοφιλολογική προσέγγιση του είδους των Πολυχρονίων των Βασιλέων, στο νέο ελληνικό κράτος, με την παράθεση σπάνιου οπτικοακουστικού υλικού. 
Μετά την διάλεξη κλιμάκιο της ιστορικής Τετράφωνης Χορωδίας του Ι. Ναού Αγίου Γεωργίου Καρύτση, υπό την διεύθυνση του μαέστρου Νικόλαου Βάλσαμου, απέδωσε ύμνους που ψάλλονταν στις Βασιλικές Τελετές. 
Η εκδήλωση ήταν παραγωγή του Καλλιτεχνικού Συνόλου «Πολύτροπον», του οποίου υπεύθυνος είναι ο Παναγιώτης Ανδριόπουλος.
Παραθέτουμε στη συνέχεια το σχετικό βίντεο. 


Ο Παναγιώτης Α. Ανδριόπουλος μιλάει στην εκπομπή "Η Μουσική των Προσώπων" και στον Γεώργιο Ντόβολο, στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος 89,5 για «Τα Πολυχρόνια των Βασιλέων», με αφορμή τη διάλεξη που πραγματοποίησε στην Μουσική Βιβλιοθήκη στο Μέγαρο Μουσικής. 


Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2023

ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ


Φωτογραφίες: Άννα Γιουρμετάκη 
Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του «Φεστιβάλ Μίκης Θεοδωράκης 2023» που πραγματοποιήθηκε από 1-4 Σεπτεμβρίου στα Χανιά της Κρήτης, την Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2023 στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής Μεσογείου, στο Ενετικό Λιμάνι Χανίων, ο Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος έδωσε διάλεξη με θέμα: "Οι εκκλησιαστικές συνθέσεις του Μίκη Θεοδωράκη". 
Κεντρικοί άξονες της διάλεξης ήταν: η ενασχόληση του εφήβου Μίκη Θεοδωράκη με τις εκκλησιαστικές συνθέσεις (ήδη από το 1942 στην Τρίπολη), οι επιρροές του από την εκκλησιαστική πολυφωνία της εποχής, η έντονη παρουσία του βυζαντινού μέλους στο έργο του, αλλά και η ιδεολογική του τοποθέτηση γύρω από αυτό. Προβλήθηκε ανέκδοτο υλικό με χειρόγραφα του συνθέτη, από το Αρχείο Μίκη Θεοδωράκη, το οποίο φυλάσσεται στη Μουσική Βιβλιοθήκη του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. 
Στην διάλεξη, την οποία προλόγισε ο κ. Ματθαίος Φραντζεσκάκης, εκ μέρους της Πολιτιστικής Εταιρείας Κρήτης, παρέστησαν: 
Ο Σεβ. Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου κ. Δαμασκηνός, ο κ. Γεώργιος Αγοραστάκης, Πρόεδρος του Παγκρήτιου Συλλόγου Φίλων «Μίκης Θεοδωράκης», ο Καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο του Graz της Αυστρίας κ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης, ο Διευθυντής της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης κ. Κωνσταντίνος Ζορμπάς, η επί σειρά ετών γραμματέας του Μίκη Θεοδωράκη, κ. Ρέα Παρμενίδου, ο Πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου Χανίων, κ. Κωνσταντίνος Στεφανάκης και αρκετοί φιλόμουσοι. 


Θησαυρός εκκλησιαστικών συνθέσεων του Μίκη Θεοδωράκη βρίσκεται στο αρχείο της Μουσικής Βιβλιοθήκης του Μεγάρου Μουσικής. 
Αυτό επισήµανε ο µουσικολόγος – εκπαιδευτικός, Παναγιώτης Ανδριόπουλος, ο οποίος πραγµατοποίησε χθες το βράδυ, στο πλαίσιο του φεστιβάλ: “Μίκης Θεοδωράκης” στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου (ΚΑΜ), οµιλία για τις εκκλησιαστικές συνθέσεις του µεγάλου µουσικού. Τόσο στην οµιλία του όσο σε δηλώσεις του στα “Χ.ν.”, ο κ. Ανδριόπουλος σηµείωσε ότι ο Μίκης Θεοδωράκης, «είναι γνωστό ότι έχει κάνει µερικά µεγάλα έργα, που είναι ευρύτερα γνωστά στο κοινό, όπως η Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόµου, το Ρέκβιεµ, η Κασσιανή που είναι το µοναδικό γνωστό έργο του από την περίοδο της Τρίπολης, το 1942. 
Οµως, έκανα µία έρευνα στο αρχείο του Μίκη Θεοδωράκη που υπάρχει στη Μουσική Βιβλιοθήκη στο Μέγαρο Μουσικής και εκεί υπάρχει ένας θησαυρός πολλών χειρογράφων, εκατοντάδες σελίδες τις οποίες έγραφε 17 – 18 ετών. Και αυτά είναι εκκλησιαστικές συνθέσεις, δηλαδή µελοποιεί ύµνους της Εκκλησίας µέχρι ορατόρια, σε στίχους δικούς του ή φίλων του, εκκλησιαστικού περιεχοµένου. Ο ίδιος µας λέει ότι την εποχή εκείνη αναζητούσε τον Θεό. Αυτή η αναζήτηση του Θεού, τον ώθησε µετά στο να ενταχθεί στην Αριστερά και να δει τα πράγµατα από µια άλλη, πιο κοινωνική προοπτική. Οµως, έχει µεγάλο ενδιαφέρον αυτή η πορεία. Μέχρι να συνειδητοποιήσει τα πράγµατα πέρασε πολύ έντονα από το Θεό».

Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2023

ΑΠΟΨΕ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ


Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του «Φεστιβάλ Μίκης Θεοδωράκης 2023» από 1-4 Σεπτεμβρίου στα Χανιά της Κρήτης, σήμερα Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2023 και ώρα 7.30 μ.μ. στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής Μεσογείου, στο Ενετικό Λιμάνι Χανίων, ο Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος θα μιλήσει με θέμα: "Οι εκκλησιαστικές συνθέσεις του Μίκη Θεοδωράκη". 
Στην ομιλία διερευνάται η ενασχόληση του εφήβου Μίκη Θεοδωράκη με τις εκκλησιαστικές συνθέσεις, η έντονη παρουσία του βυζαντινού μέλους στο έργο του, αλλά και η ιδεολογική του τοποθέτηση γύρω από αυτό. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας θα προβληθεί ανέκδοτο υλικό από το Αρχείο Μίκη Θεοδωράκη, το οποίο φυλάσσεται στη Μουσική Βιβλιοθήκη του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. 
Ματα΄την ομιλία, στις 8.30μ.μ., ο βαθύφωνος Χριστόφορος Σταμπογλης ερμηνεύει Μίκη Θεοδωράκη, με τον Δημήτρη Γιάκα στο πιάνο, στο Θέατρο "Μίκης Θεοδωράκης", στο Ενετικό λιμάνι Χανίων. 


Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2021

ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΚΕΡΑΤΕΑΣ


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου 
Στα 2008 ο ιστορικός Ναός του Αγίου Δημητρίου Κερατέας Αττικής, μας έδωσε ένα πολύτιμο βιβλίο για την ιστορία του, το οποίο συνέγραψε ο φιλόπονος Αρχιμανδρίτης Τιμόθεος Γ. Αγγελής, γέννημα και θρέμμα της Κερατέας. Το βιβλίο αυτό – με πρόλογο του μακαριστού Μητροπολίτου πρ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Αγαθονίκου – είναι ιδιαίτερα καλαίσθητο, αλλά αποτελεί και μια σημαντική καταγραφή: ιστορίας, προσώπων, γεγονότων, φωτογραφιών. 
Την ίδια χρονιά έχουμε μια έκδοση του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Μαρκοπούλου «Αφιέρωμα στα 100 χρόνια από τα εγκαίνια του Ιερού Ναού Αγίου Ιωάννου Μαρκοπούλου». Η έκδοση περιλαμβάνει ουσιαστικά τα πρακτικά της διημερίδας που είχε γίνει το 2004. Εκεί περιλαμβάνεται και μία εισήγηση του Δρος Αρχιτεκτονικής Γρηγόρη Πουλημένου, με θέμα: «Ο Άγιος Ιωάννης Μαρκοπούλου και οι καθεδρικοί ναοί των κωμοπόλεων των Μεσογείων». 
Ο ερευνητής κάνει ειδική αναφορά στον Άγιο Δημήτριο Κερατέας και, μάλιστα, προβαίνει σε μια εξαιρετική διαπίστωση. 
Γράφει για την αρχιτεκτονική του ναού: «Τη θέση του τρίλοβου εξωνάρθηκα παίρνει μια επιμήκης στοά με πεντάλοβη τοξοστοιχία που καταλαμβάνει όλο το πλάτος της πρόσοψης. Η χρήση της επιμήκους στοάς στην πρόσοψη που αντικαθιστά τον τρίλοβο εξωνάρθηκα δεν είναι συνηθισμένη στη ναοδομία της εποχής. Συναντάται σε λίγα πλούσια μνημεία που χτίστηκαν με μνημειακές προθέσεις, όπως π.χ. στον Άγιο Ανδρέα και στην Παντάνασσα στην Πάτρα και στον Άγιο Διονύσιο των Καθολικών στην Αθήνα». 
Έτσι, Κερατέα και Πάτρα συνδέονται περιέργως πως… αρχιτεκτονικώς… 
Παραθέτουμε στη συνέχεια ολόκληρη την μελέτη του Γρηγόρη Πουλημένου.

   

Στα 2010 ο Σταύρος Μαμαλούκος, καθηγητής Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών, παρουσίασε στο Β΄ Επιστημονικό Συμπόσιο Νεοελληνικής Εκκλησιαστικής Τέχνης, εισήγηση με θέμα: «Ο ναός του Αγίου Δημητρίου Κερατέας. Ιστορία και αρχιτεκτονική ενός ενοριακού ναού στην Αττική». 
Τα Πρακτικά του Συμποσίου εκδόθηκαν το 2012 και παραθέτουμε στη συνέχεια αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα, από αρχιτεκτονικής απόψεως, μελέτη. 
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου Κερατέας, περιφερειακός και άγνωστος στους πολλούς, στέκει σήμερα αγέρωχος, συνεχίζοντας την πορεία του προς την αιωνιότητα και αποκαλύπτοντάς μας συνεχώς την ξεχωριστή, από κάθε πλευρά, ιστορία του.


Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2021

ΕΝΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΗ ΠΑΣΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΣΤΑ ΓΙΑΝΝΕΝΑ


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Από 22 έως 24 Οκτωβρίου 2021, θα πραγματοποιηθεί στα Ιωάννινα Διεθνές Συνέδριο, με θέμα: "Ο Αλή πασάς και η εποχή του". 
Στο site του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, που πρωταγωνιστεί στην διοργάνωση του Συνεδρίου, διαβάζουμε: 
"Ο Αλή πασάς είναι μια προσωπικότητα ισχυρή, περίπλοκη και αμφιλεγόμενη, ένα πρόσωπο αγαπητό και μισητό, μία φιγούρα που μετά θάνατον δαιμονοποιήθηκε ή εξιδανικεύτηκε και πάντως έτυχε πολλαπλών χρήσεων και διαφορετικών προσεγγίσεων από την ιστορία, την πολιτική, την τέχνη και τη λογοτεχνία. Είναι επίσης ένα πρόσωπο που στην ύστερη φάση του βίου του διαπλέκεται ενεργά με την Ελληνική Επανάσταση και την εξέλιξή της, τόσο ο ίδιος όσο και το στενό του περιβάλλον. Ο Αλή πασάς εντάσσεται στη νεότερη ελληνική ιστορία, ενώ ανήκει ταυτόχρονα στην οθωμανική, στην αλβανική, στη βαλκανική, όπως και στην ευρύτερη ευρωπαϊκή ιστορία. Στις εργασίες του συνεδρίου θα επιδιωχθεί με πρωτότυπες ανακοινώσεις Ελλήνων και ξένων ιστορικών να παρουσιαστούν τα νεότερα πορίσματα της έρευνας και να εξεταστούν οι πολλαπλές όψεις του ίδιου του Αλή πασά και των μελών της οικογένειάς του, όπως και της εποχής και του τόπου που έζησε."
Παραθέτουμε στη συνέχεια και το πλήρες πρόγραμμα του Συνεδρίου, το οποίο καθίσταται σημαντικό και λόγω της ευρύτατης χρήσης αρχειακών πηγών που είναι εν πολλοίς άγνωστες. 
Οι αντιρρήσεις και διαμαρτυρίες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας γιατί τάχα μέσω του Συνεδρίου "δοξάζεται ο Αλή Πασάς και παραθεωρείται το Σούλι", είναι τουλάχιστον αστείες. 
Ευτυχώς που οι διοργανωτές δεν κάμφθηκαν και παρά την αναβολή του Συνεδρίου, εδώ και λίγους μήνες, προχωρούν τελικά στην πραγματοποίησή του. 
Αλίμονο αν η επιστήμη φιμώνεται στο όνομα του "πατριωτισμού" και αλίμονο αν υποχωρεί μπροστά σε απειλές και κατάρες "εθνικοφρόνων". 
Αξίζουν συγχαρητήρια στον Δήμο Ιωαννιτών και τον Δήμαρχο Μωυσή Ελισάφ, όπως και σε όλους τους κορυφαίους πιστημονικούς φορείς που συμμετέχουν, για την πραγματοποίηση αυτού του ξεχωριστού Συνεδρίου. Η Τουρκοκρατία παραμένει άγνωστη ιστορική περίοδος για τους πολλούς και θα πρέπει να φωτιστεί επιτέλους σοβαρά και όχι με τσιτάτα και πανηγυρικούς της δεκάρας. 

Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2021

Ιταλοί μουσικοί στην Πάτρα και Πατρινοί μουσικοί στην Ιταλία (19ος – αρχές 20ού αι.)


του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου

Είναι γνωστό ότι η Πάτρα μετεπαναστατικά και καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, κυρίως λόγω της ανάπτυξης του εμπορίου, είχε μια συνεχή επαφή με την Ιταλία και τη Δύση γενικότερα, δεχόμενη πολλές επιρροές, που συνέβαλαν στη διαμόρφωση μιας αστικής κοινωνίας ευρωπαϊκών προδιαγραφών.
Το 1849, μετά την αποτυχία των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στην Ιταλία, εκατοντάδες Ιταλοί ήρθαν ως πολιτικοί πρόσφυγες και διέμειναν προσωρινά στην Πάτρα. Τόσο η ελληνική κυβέρνηση, όσο και ο ντόπιος πληθυσμός, υποδέχθηκαν τους Ιταλούς αγωνιστές-πρόσφυγες και τους παρείχαν άσυλο και κάθε συνδρομή, παραβλέποντας μάλιστα τις διεθνείς αντιδράσεις. Οι εφημερίδες της εποχής σημειώνουν πως η συμπαράσταση που έδειξαν οι Πατρινοί απέναντι στους Ιταλούς ξεπέρασε κάθε προσδοκία, πολλοί μάλιστα τους φιλοξένησαν στα σπίτια τους. Βέβαια, η παρουσία Ιταλών στην Πάτρα χρονολογείται πολύ πριν το προσφυγικό ρεύμα του 1849, ενώ μέχρι τα τέλη του 19ου αι. και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού η οικειοθελής εγκατάσταση καθολικών ιταλικής υπηκοότητας ήταν τέτοιας έκτασης, ώστε καταχρηστικά γινόταν λόγος για «ιταλική παροικία».[1]
Η αρμονική συμβίωση ντόπιων και Ιταλών καθολικών ευνόησε την μεταξύ τους πολιτισμική επαφή και είχε ως συνέπεια την εισαγωγή ευρωπαϊκών ηθών στην πόλη και τον δυτικό προσανατολισμό των τεχνών.
Έτσι, από τα μέσα του 19ου αι. και μετά, καταγράφεται μια συνεχής, παραγωγική και αμφίδρομη πολιτιστική διαδρομή μεταξύ Πατρών και Ιταλίας, όπου η μουσική κατέχει την πρωτεύουσα, ίσως, θέση. Πατρινοί μουσικοί μεταβαίνουν σε μουσικά κέντρα της Ιταλίας (Μπολόνια, Μιλάνο, Νάπολη κ.α.) για να μυηθούν ευχερέστερα στα μουσικά ρεύματα της εποχής και να ολοκληρώσουν τις μουσικές τους σπουδές. Εκεί, στην Ιταλία, τυπώνουν τις πρώτες μουσικές τους συνθέσεις και κάποιοι πραγματοποιούν σειρές συναυλιών. Από την άλλη, πολλοί Ιταλοί μουσικοδιδάσκαλοι μετακαλούνται στην Πάτρα για να διδάξουν τη μουσική στους γόνους των αστικών οικογενειών της πόλης. Παράλληλα, αναλαμβάνουν την διεύθυνση σημαντικών θεσμών που τότε ιδρύονται, όπως η Φιλαρμονική.
Αναφορές στη μουσική δραστηριότητα στην Πάτρα αυτή την εποχή, μπορεί να συναντήσει κανείς και σε ιταλικά περιοδικά, ενώ Πατρινοί μουσικοί συνθέτουν τραγούδια σε στίχους Ιταλών ποιητών. Δεν πρέπει να παραλειφθεί, φυσικά, και η ισχυρή, τότε, παρουσία της Κοινότητας των Καθολικών στην Πάτρα, που έχει στους κόλπους της ικανούς Ιταλούς μουσικοδιδασκάλους, οι οποίοι προάγουν τον σύνδεσμο Ιταλίας-Πατρών.
Ρόλο γέφυρας μεταξύ της μουσικής κίνησης Πατρών-Ιταλίας διαδραματίζει και το Ιταλικό Προξενείο στην Πάτρα. Για παράδειγμα, σε εφημερίδα της εποχής (Φορολογούμενος, 9-1-1888) διαβάζουμε ανακοίνωση του Προξενείου: «Κατά τον προσεχή Μάιον του νέου έτους θέλει γίνει έναρξις της εν Βολωνία Μουσικής Εκθέσεως, ήτις θέλει συμπεριλάβει την τε έκθεσιν της Μουσικής Ιστορίας, αναδιοργανωθείσαν επί τη βάσει εγγράφων, έργων, οργάνων και αρχαίων αντικειμένων παντός είδους, και την εκτέλεσιν των εκλεκτωτέρων συνθέσεων, αρχαίων τε και νεωτέρων. Εις την έκθεσιν ταύτην, δύνανται πάντες οι τυχόν κατέχοντες όργανα σπάνια ή πολύτιμα έγγραφα ή άλλο σχετικόν, να αποστείλωσιν αυτά εις την “Επί της διεθνούς Μουσικής Εκθέσεως της Βολωνίας Επιτροπήν”».
Αντιλαμβάνεται εύκολα ο καθένας ότι η Πάτρα έχει πρόσβαση σε διεθνείς εκθέσεις που γίνονται στην Ιταλία την εποχή αυτή, γεγονός διόλου ευκαταφρόνητο.
Οι Πατρινοί συνθέτες και μουσικοί που έρχονται σε άμεση σχέση με την ιταλική μουσική πραγματικότητα τον 19ο αι. και το πρώτο τέταρτο του 20ού δεν είναι απαραίτητα Πατρινοί την καταγωγή. Ζουν όμως και εργάζονται για ικανό χρονικό διάστημα στην Πάτρα και διαμορφώνουν, μάλιστα, την πατρινή μουσική ζωή. Γι’ αυτό και εντάσσονται στους Πατρινούς συνθέτες, αφού τα στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνα είναι απολύτως πειστικά.


Ο συνθέτης, πιανίστας και παιδαγωγός Ιωσήφ Λιμπεράλης (ή Λιβεράλης) γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1820. Ήταν γιος του Ιταλού αρχιμουσικού Domenico Liberali και της Ελληνίδος (Ζακυνθίας) Αικατερίνης Μηλιοράτη, και αδελφός του συνθέτη Αντωνίου Λιβεράλη, ο οποίος ήταν από τους πρώτους και προσφιλέστερους μαθητές του Νικολάου Μάντζαρου. Ο Ιωσήφ μυήθηκε στη μουσική από τον αδελφό του και τον Μάντζαρο. Έκανε σπουδές στο Ωδείο San Pietro a Majella της Νεαπόλεως και στο Ωδείο του Μιλάνου, και επέστρεψε στην Κέρκυρα ως δάσκαλος πιάνου και θεωρητικών στην αρτισύστατη Φιλαρμονική, της οποίας διετέλεσε και αρχιμουσικός –επιλογή του ίδιου του Μάντζαρου. Το 1852 εγκαθίσταται στη Ζάκυνθο και το 1870 έρχεται στην Πάτρα και αναδεικνύεται περιζήτητος παιδαγωγός του πιάνου. Ζει και εργάζεται στην Πάτρα τουλάχιστον 16 χρόνια. Ο Τύπος της εποχής αναφέρεται με θαυμασμό στο πρόσωπο και το έργο του Ιωσήφ, ο οποίος σκιαγραφείται ως ακούραστος και ικανός μουσικοδιδάσκαλος (βλ. ενδεικτικά Φορολογούμενος, 15-4-1877)!
Πολλά από τα έργα του Λιμπεράλη φέρουν ιταλικούς τίτλους και έχουν τυπωθεί στο Μιλάνο από διάσημους εκδοτικούς οίκους, όπως ο Ricordi. Μια μαζούρκα του συνθέτη εκδίδεται στο Μιλάνο τον Οκτώβριο του 1884, και έχει τον τίτλο Εις τα Υψηλά Αλώνια (ιστορική πλατεία της Πάτρας), «αφιερούται δε εις μίαν των διακεκριμένων μαθητριών του συνθέτου, την δεσποινίδα Μαρίαν Δ. Πατρινού» (Φορολογούμενος, 19-10-1884). Τον Νοέμβριο του 1884 στα Σκακιστικά Χρονικά του Μπρούκλιν της Ν. Υόρκης δημοσιεύεται μια επικήδειος, θρηνητική σύνθεση του Ιωσήφ Λιμπεράλη, με αφορμή τον θάνατο του περίφημου σκακιστή της Αμερικής Παύλου Μόρφυ. Η σύνθεση παρουσιάζεται μετά πολλών επαίνων για τον «εν Πάτραις έξοχον μουσικοδιδάσκαλον»! Εύφημο μνεία του έργου κάνουν και ευρωπαϊκά περιοδικά, μεταξύ των οποίων το La Gazzetta del popolo της Νεαπόλεως (Φορολογούμενος, 15-2-1885). Η ιταλική πόλη, στην οποία σπούδασε ο Λιμπεράλης, παρακολουθεί και καταγράφει τη μουσική πορεία του άξιου τέκνου της.

 

Μία από τις σπουδαιότερες μαθήτριες του Λιμπεράλη ήταν η Χαρίκλεια Μπογδάνου, η οποία ενθουσιασμένη από περιγραφές και αφηγήσεις από τα χρόνια που ο δάσκαλός της σπούδαζε στη Νάπολη και το Μιλάνο, φεύγει για περαιτέρω μουσικές σπουδές στην Ιταλία, με σύμφωνη γνώμη της οικογένειάς της. Μιμήθηκε τον δάσκαλό της, τον οποίο θαύμαζε, και στον τομέα της σύνθεσης. Στην πατρινή εφημερίδα Φορολογούμενος (23-7-1882) χαιρετίζεται με ενθουσιασμό η έκδοση του πρώτου έργου της στο Μιλάνο. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι συνθέσεις της Μπογδάνου εκδόθηκαν στο Μιλάνο, όπως είχε συμβεί και με έργα του δασκάλου της Ιωσήφ Λιμπεράλη και μάλιστα από τον οίκο Ricordi. Ο μουσικολόγος Γιώργος Λεωτσάκος εντόπισε στον τρίτομο κατάλογο των εκδόσεων Ricordi (Μιλάνο, χ.χ. –αρχές 20ού αι.) –που συμπεριλαμβάνει και εκδόσεις μουσικών οίκων τους οποίους είχε αγοράσει ο Ricordi– δύο συνθέσεις για πιάνο της Χ. Μπογδάνου: ένα Thème original varié, δηλαδή Παραλλαγές πάνω σ’ ένα δικό της θέμα (αρ. Κατ. Ricordi: 64237· έκδ. D. Vismark αρ. 7882) και ένα Βαλς (αρ. Κατ. Ricordi: 73734).[2] Eπίσης ένα Τρίο για βιολί, βιόλα και πιάνο παρουσιάστηκε το 1889 στη Φλωρεντία. Έργα της Μπογδάνου παίχτηκαν στο Μιλάνο και τη Φλωρεντία κατά την εικοσαετία της ακμής της (1890-1910).[3]
Την ίδια περίπου εποχή, και συγκεκριμένα τον Μάιο του 1888, το δημοτικό συμβούλιο της πόλεως των Πατρών, επί δημάρχου Θάνου Κανακάρη, «εψηφίσατο υποτροφίαν εκ δραχ. 250 κατά μήνα υπέρ του νεαρού ημών συμπολίτου κ. Κωνσταντίνου Πορφυροπούλου, όστις επεδείξατο έκτακτον προς την μουσικήν ιδιοφυΐαν, ίνα σπουδάση την ωραίαν ταύτην τέχνην εν τινι Ευρωπαϊκώ Ωδείω» (Φορολογούμενος, 27-5-1888). Ο Πορφυρόπουλος αναχωρεί για το Μιλάνο, απ’ όπου στέλνει συνθέσεις του στην Πάτρα, κυρίως βαλς, που παίζονται στα καφενεία της εποχής (Φορολ., 28-7-1889). Στην Ιταλία μελετά πιάνο και σύνθεση, αλλά και ενδιατρίβει σε ταβέρνες, γλεντώντας και τραγουδώντας ως γνήσιος τροβαδούρος. Η υγεία του κλονίζεται και επιστρέφει στην Πάτρα, συμμετέχοντας πλέον στα γλέντια των αγαπημένων του καπηλειών. Αλλά, παράλληλα, συμμετέχει στη χορωδία του Καθολικού Ναού, αφού –σύμφωνα με αφιέρωμα της εφημερίδας Πρόοδος (2-10-1929)– «οι καθολικοί συμπολίται μας οι οποίοι κατέβαλαν πάντοτε κάθε φροντίδα για την αρτιότητα του κόρου αυτού, δεν άφησαν ανεκμετάλλευτη και τη φωνή του Πορφυρόπουλου. Και πράγματι κάθε Κυριακή η Εκκλησία των Δυτικών εγέμιζεν όχι μόνον αποκλειστικώς από τους καθολικούς αλλά και τους ορθοδόξους συμπολίτας για ν’ ακούσουν την τόσο γλυκόηχη λειτουργία». Ο Πορφυρόπουλος πέθανε πολύ νέος, μόλις 27 ετών, από φυματίωση.
Τον Απρίλιο του 1877 ιδρύεται η Φιλαρμονική ορχήστρα «Ορφεύς» με αρχιμουσικό τον Ιταλό Μάρκο Καρντόνι, ο οποίος έχει εγκατασταθεί στην Πάτρα ως μουσικοδιδάσκαλος από το 1864.[4] Το 1892 ιδρύεται η «Φιλαρμονική Εταιρεία – Ωδείο Πατρών», και προσλαμβάνεται ως αρχιμουσικός ο Ιταλός Τζιακουίντο, τον οποίο διαδέχθηκε, λίγους μήνες αργότερα, ο Ματιότσι από το Μιλάνο.
Ένας άλλος αξιόλογος μουσικός της εποχής, ο Σπύρος Μπίτσης, μουσικοδιδάσκαλος, διευθυντής τετραφώνου χορωδίας και της Φιλαρμονικής, πληροφορούμαστε από εφημερίδα της εποχής (Φορολ., 15-7-1883) ότι «επανήλθεν εξ Ιταλίας όπου είχε μεταβεί προς κατάρτισιν του μελοδραματικού θιάσου διά την προσεχή χειμερινήν θεατρικήν περίοδον». Το θέμα της παρουσίας ιταλικών μελοδραματικών θιάσων στην Πάτρα του 19ου αιώνα είναι πολύ σπουδαίο, αλλά δεν είναι αντικείμενο αυτής της ανακοίνωσης. Άλλωστε ο Νίκος Μπακουνάκης[5] και η Ευανθία Στιβανάκη[6] έχουν συμβάλει ουσιαστικά στην ανάδειξη των μουσικοθεατρικών σχέσεων Πάτρας-Ιταλίας τον 19ο αιώνα.


Ο σπουδαιότατος Πατρινός συνθέτης Δημήτρης Λιάλιος είχε ως πρώτο του δάσκαλο τον γνωστό άριστο Ιταλό βιολιστή της εποχής Αύγουστο Τιβέριο ή Τίβερη. Ο Λιάλιος την διετία 1889-1890 συνθέτει 15 τραγούδια (Lieder) σε στίχους ιταλικούς, ενώ τον κύκλο των ιταλικών αυτών τραγουδιών κλείνει μια ρομάντσα που συνέθεσε στα 1894 στην Πάτρα.[7]
Ένας περίφημος Πατρινός ζωγράφος, αγιογράφος και μουσικός, ο Δημήτριος Στελλακάτος, κεφαλληνιακής φυσικά καταγωγής, μεταβαίνει το 1903 στη Ρώμη για ευρύτερες σπουδές στη ζωγραφική. Χωρίς να υπάρχουν μέχρι τώρα συγκεκριμένες πληροφορίες, πρέπει να θεωρείται σίγουρη η επαφή του με τη μουσική κίνηση της εποχής στην Ιταλία, αφού στην Πάτρα είχε δημιουργήσει ήδη από το 1890 τεσσαρακονταμελή χορωδία, η οποία εκτελούσε τραγούδια που συνέθετε ο ίδιος ή εκκλησιαστικούς ύμνους που εναρμόνιζε. Στο Ακαδημαϊκόν Ημερολόγιον Πατρών του 1918 (σ. 187) δημοσιεύεται προσωπογραφία του και ένα θερμό σημείωμα: «Καλλιτεχνική ψυχή. Ο Μίμης. Δαιμόνιος άνθρωπος! Έδωκε την πρώτη ώθησι προ εικοσιπενταετίας εις τους νέους των Πατρών να αγαπήσουν τη μουσική. Το κύριον χαρακτηριστικόν του: Αγαπά όλο τον κόσμο και… κρύβεται. Ημείς τον παρουσιάζουμε εκ καθήκοντος».
Η Ελένη Λαμπίρη, κόρη του σπουδαίου Κεφαλλονίτη συνθέτη Γεωργίου Λαμπίρη και της Αγγελικής Λασκαράτου, εγγονή του ποιητή Ανδρέα Λασκαράτου, σπούδασε πιάνο, σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας στη Λειψία, την Βιέννη και το Μιλάνο. Το 1915 πραγματοποίησε περιοδεία σε πόλεις της Βορείου Ιταλίας και διηύθυνε την Ορχήστρα «Μελολόγων», ερμηνεύοντας δικές της συνθέσεις πάνω σε ποιήματα των Ιταλών Orsini και Siciliani.[8] Συνέθεσε μονόπρακτο μελόδραμα, σε λιμπρέτο του διάσημου Ιταλού ποιητή Luigi Orsini, ενώ η οπερέτα της Iσόλμα παρουσιάστηκε στο Μιλάνο το 1915.[9] Από το 1925 και για 25 χρόνια διηύθυνε το Ωδείο της Φιλαρμονικής Εταιρείας Πατρών και είχε δεκάδες μαθήτριες. Ξεχωρίζουν τρεις που έχουν ζωηρή την ανάμνησή της και είναι γνωστές στο ευρύ κοινό: η ακαδημαϊκός Γαλάτεια Σαράντη, η συγγραφέας Αθηνά Κακούρη και η αδελφή της ζωγράφος Μαρία Βουδούρογλου.
Αναμφισβήτητα στις στενές σχέσεις Πάτρας και Ιταλίας συνετέλεσε τα μέγιστα η παροικία των Ιταλών, που συνεχώς τροφοδοτούσε αυτές τις σχέσεις. Το 1894, όπως είναι γνωστό, ιδρύεται η Φιλαρμονική των Καθολικών από τον εφημέριο Πέτρο Βιτάλη (Pietro Vitali). Αλλά όσοι ξένοι μουσικοδιδάσκαλοι έρχονται στην Πάτρα, αναπτύσσουν σχέσεις δημιουργίας με την χορωδία του Ναού των Καθολικών.


Ο Αυστριακός Αλβέρτος Άντλουβιτς, από την Τεργέστη, είναι ο μεγάλος εκείνος αρχιμουσικός μπάντας ο οποίος, ως επικεφαλής της Φιλαρμονικής Πατρών, πήρε μέρος στις μουσικές εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά την διάρκεια των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 στην Αθήνα. Και είναι ο ίδιος που, ως αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής Σύρου, βραβεύτηκε στη Μεσολυμπιάδα του 1906. Η μουσική του διαδρομή, για περίπου μια δεκαπενταετία στην Ελλάδα, όπως προκύπτει από την μέχρι τώρα έρευνα,[10] έχει τρεις σταθμούς: Πάτρα (ανέλαβε την διεύθυνση της Φιλαρμονικής στις 28/4/1894 και παρέμεινε ώς το 1899), Αίγιο (1899-1905, διαδέχθηκε τον Ιταλό Odesseo Mattioci), Ερμούπολη Σύρου (1905-1908 περίπου).
Ο Άντλουβιτς, τύπος εξαιρετικά οξυδερκής, ενεργητικός και αποδοτικός, οργάνωσε κατά τρόπο υποδειγματικό τις μπάντες των τριών πόλεων, τους έδωσε ευρωπαϊκή πνοή εμπλουτίζοντας το ρεπερτόριό τους με έργα μεγάλων συνθετών και άφησε άριστους μαθητές, ικανούς διαδόχους του. Συνέθεσε δημοφιλή, στην εποχή τους, έργα για μπάντα, όπως το εμβατήριο Νέος αιών (για την υποδοχή του 20ού αι.), μελοποίησε ποιήματα και έγραψε πολλές εκκλησιαστικές συνθέσεις, με κορυφαία την Μessa Breve (1895).[11] Μια Λειτουργία αφιερωμένη από τον συνθέτη και οργανίστα Άντλουβιτς στον εφημέριο του Καθολικού ναού της Πάτρας Pietro Vitali. Αυτή η Λειτουργία ερμηνεύθηκε από τη χορωδία του ναού, για την οποία και γράφτηκε, στις 6 Νοεμβρίου 2006 μέσα στον Καθολικό ναό του Αγίου Ανδρέου, υπό τη διεύθυνση του μαέστρου Νίκου Σινιγάλια. Έτσι υλοποιήθηκε σχετική πρόταση του γράφοντος προς τον φορέα «Πάτρα, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2006» για την πραγματοποίηση συναυλίας με έργα Καθολικών συνθετών που έδρασαν στην Πάτρα.

Ο Σωτήριος Γκρεκ, γεννημένος στην Αθήνα το 1881, έψαλλε από μικρό παιδί στην χορωδία του Καθεδρικού ναού του Αγ. Διονυσίου των Καθολικών στην Αθήνα. Στα 1897 πηγαίνει στη Σύρο, γενέτειρα της μητέρας του, και εργάζεται στα γραφεία του Αγγλικού Τηλέγραφου του νησιού. Η προηγμένη πολιτιστικά Σύρος του 19ου αι. στάθηκε καθοριστικός παράγοντας για την καλλιέργεια της μουσικής του παιδείας. Μετά από θητεία στην Κωνσταντινούπολη και την Τένεδο, μετατίθεται στα γραφεία του Αγγλικού Τηλέγραφου στην Πάτρα. Πρωτοστατεί, μαζί με άλλους φιλοπρόοδους Πατρινούς, στην ίδρυση του Μουσικού Συλλόγου «Ορφεύς» το 1925. Συνδέεται με στενή φιλία με τον Ιταλό μουσικοσυνθέτη Michele Cornello, ο οποίος γίνεται και δάσκαλός του στα ανώτερα θεωρητικά. Εδώ στην Πάτρα ο Γκρεκ αρχίζει το συνθετικό του έργο. Γράφει εκκλησιαστική μουσική για την χορωδία του Καθολικού ναού[12] και πολλά τραγούδια για τις εκδηλώσεις του «Ορφέα». Το 1941 ο Σ. Γκρεκ αφήνει την Πάτρα και εγκαθίσταται οριστικά στην πατρίδα της γυναίκας του, τη Νάξο. Εκεί επιδίδεται σε συνθέσεις εκκλησιαστικής μουσικής, τις οποίες παρουσιάζει με την χορωδία του ναού των Καθολικών στο Κάστρο. Πέθανε το 1973 στην Αθήνα.[13]
Ο Ιταλός Μichele Cornello έζησε και έδρασε στην Πάτρα το πρώτο μισό του 20ού αι. Ήταν συνθέτης και διατηρούσε Mουσικό Οίκο στο κέντρο της Πάτρας (Κορίνθου 214). Πουλούσε και επισκεύαζε κυρίως πιάνα, αλλά εξέδιδε και δεκάδες παρτιτούρες Πατρινών συνθετών της εποχής εκείνης, όπως π.χ. της Αντιγόνης Παπαμικροπούλου. Είχε φιλική σχέση με τον τότε εφημέριο του Καθολικού ναού Ιωάννη Σινιγάλια, ο οποίος διηύθυνε την χορωδία του ναού. Ο Κορνέλλο τον βοηθούσε, έγραφε συνθέσεις που εκτελούσε η χορωδία και μαζί με τον άλλο φίλο του συνθέτη Σωτήριο Γκρεκ, συνέβαλε σε μια μουσική άνοιξη της χορωδίας των Καθολικών στα χρόνια του μεσοπολέμου. Ο Κορνέλλο έγραψε και τραγούδια με αφορμή διάφορα ιστορικά γεγονότα της εποχής. Έφυγε από την Πάτρα στο τέλος της δεκαετίας του 1950.
Eδώ πρέπει να σημειώσω ότι η μουσική των Καθολικών της Πάτρας δεν περιορίζεται μόνο στο σημείο αναφοράς της κοινότητας, δηλ. το ναό του Αγίου Ανδρέου, αλλά επεκτείνεται και στην εκπαίδευση των Καθολικών, καθώς η μουσική παιδεία που παρείχαν τα σχολεία τους, υπό τη διεύθυνση διαφόρων μοναχικών ταγμάτων, ήταν πολύ υψηλού επιπέδου. Στο σχολείο που λειτουργούσε από το 1928 μέχρι το 1945 στη συμβολή των οδών Ρήγα Φεραίου και Σατωβριάνδου, είχαν δημιουργηθεί παιδική μπάντα, χορωδία και θεατρικός όμιλος. Παραμονές του πολέμου του 1940 στο σχολείο αυτό, που χρηματοδοτούσε η Ιταλική Κυβέρνηση, ανέβασε τον Ριγολέτο του Βέρντι. Περίφημοι δάσκαλοι: Πιέτρο Τσενερόνι και Αλφρέντο Αλφιέρι. Φυσικά υπήρχε και συνεργασία –πώς αλλιώς άλλωστε– χορωδίας σχολείου και Εκκλησίας.
Από όλα τα προαναφερθέντα καταδεικνύεται πως οι μουσικές σχέσεις Ιταλίας-Πάτρας τον 19ο αι. και στις αρχές του 20ού αποτελούν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο της τοπικής μουσικής ιστορίας, που χρήζει, βεβαίως, συστηματικότερης έρευνας και σε ιταλικά αρχεία της εποχής. Αυτό που μπορεί να πραγματοποιηθεί άμεσα είναι μία συναυλία ή, καλύτερα, σειρά συναυλιών με τις ιταλικές και τις άλλες συνθέσεις των λησμονημένων, δυστυχώς, στις μέρες μας Πατρινών συνθετών, των οποίων η αξία αναγνωρίζεται σιγά-σιγά στους μουσικούς κύκλους της χώρας, πλην Πατρών.

Ανακοίνωση στο Διεθνές Συμπόσιο με θέμα:
«Πολιτισμική αλληλογονιμοποίηση Νότιας Ιταλίας
και Δυτικής Ελλάδας μέσα από την Ιστορία»
Διοργάνωση: Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος
Συνεδριακό και Πολιτιστικό Κέντρο Πανεπιστημίου Πατρών
Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2007

[1] Βλ. την μελέτη του Χρήστου Μούλια, «Ιταλοί πρόσφυγες στην Πάτρα (1849)», Πρακτικά του Δ΄ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Κόρινθος, 9-16 Σεπτεμβρίου 1990), [περ. Πελοποννησιακά, παράρτημα 19], Αθήναι 1992-1993, σ. 297-350. Βλ. και συνοπτικότερα στο Ιστορίες της πόλης. Πελοπόννησος, Περί Τεχνών, Πάτρα 2004, σ. 289-302.
[2] Γιώργος Λεωτσάκος, «Ελληνίδες συνθέτριες. Μια πρώτη επισκόπηση, “πτερόεντι καλάμω…”, από τον 19ο αιώνα έως σήμερα», στο πρόγραμμα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών για τις Ελληνίδες συνθέτριες, Αθήνα 1996, σ. 16.
[3] Τάκης Καλογερόπουλος, Το Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής, Αθήνα 1998, τ. 4, σ. 272.
[4] Η Πάτρα στις αρχές του 20ού αιώνα μέσα από την οικογενειακή συλλογή – λεύκωμα της Edith W. Morphy, Typorama, Πάτρα 2002, σ. 21.
[5] Νίκος Μπακουνάκης, Το φάντασμα της Νόρμα. Η υποδοχή του μελοδράματος στον ελληνικό χώρο το 19ο αιώνα, Αθήνα 1991.
[6] Ευανθία Στιβανάκη, Θεατρική ζωή, κίνηση και δραστηριότητα στην Πάτρα από το 1828 έως το 1900, Πάτρα 2001.
[7] Βλ. Βύρων Φιδετζής, «Δημήτριος Λιάλιος (1869-1940). Ένας Ευρωπαίος συνθέτης απ’ την Πάτρα», περ. Μουσικολογία, διπλό τεύχος αρ. 10-11, Αθήνα 1998, σ. 265-286.
[8] Βλ. Μουσικό κείμενο 1.
[9] Σπύρος Μοτσενίγος, Νεοελληνική Μουσική. Συμβολή εις την ιστορίαν της, Αθήναι 1958, σ. 249.
[10] Βλ. ενδεικτικά Τάκης Καλογερόπουλος, Το Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής, Αθήνα 1998, τ. 1, σ. 166 και Γ. Δ. Παναγόπουλος, Ιστορία της Φιλαρμονικής Αιγίου 1892-1952, Αθήναι 1953.
[11] Βλ. Μουσικό κείμενο 2.
[12] Βλ. Μουσικό κείμενο 3.
[13] Για τον Γκρεκ βλ. τη μονογραφία του Γιάννη Φιλόπουλου, «Ο συνθέτης Σωτήριος Γκρεκ και το μουσικό του έργο» στο περιοδικό Σύγχρονα Βήματα, Αθήνα 1991.


From the mid-19th century, due to the growth of trade and the presence of a sizeable community of Catholics, Patras comes in direct cultural exchange with Italy, mainly adopting musical influences. Musicians from Patras travel to musical centres in Italy (Bologna, Milan, Naples, and elsewhere), in order to perfect their studies and initiate themselves into the musical currents of the time more easily. There they print their first musical compositions (usually on Italian verses) and some of them perform their works on tours. These musicians, who come in contact with the Italian musical reality, are not necessarily natives of Patras, they live, however, and work for a long time in Patras moulding the local musical life. Among them, Joseph Liberalis, a music teacher of Italian descent from Corfu, lives and acts in Patras for 16 years as an instructor of the piano. Many of his compositions have been printed in Milan by the famous musical publishing house Ricordi, while the newspapers of the time refer to his works with complimentary comments. In Milan the compositions of one of Liberalis’ most important students, Chariklia Bogdanou, who, too, pursued her musical studies in Italy, are also printed by the publishing house Ricordi. In Milan young Constantinos Porfiropoulos studies the piano and composition on a scholarship of the Municipality of Patras; after returning to his native town, Porfiropoulos participates in the choir of the Catholic church. Other significant musicians from Patras in the late 19th and early 20th century are Dimitris Lialios, who composes Lieder on Italian verses, Dimitrios Stellakatos, who travels to Rome, and, finally, Eleni Lambiri, the poet Andreas Laskaratos’ granddaughter, who gives a series of concerts in Italy with compositions of hers on Italian poetry; in Patras Lambiri directs the “Philarmonic Society” for 25 years. On the other side, Italian music teachers, such us the eminent violinist Tiveri, are invited to Patras in order to teach music to the offspring of the urban families of the city. Some of them undertake the direction of significant institutions founded at the time, such as the “Philarmonic Society - Conservatory of Patras”. The Austrian Albert Andlouvich from Trieste directs and organises the Band of Patras in an exemplary way, as the conductor of which he takes part in the musical events of the first Olympic Games in 1896 in Athens. Andlouvich composed works for band and church music, as well. Church music is composed for the needs of the choir of the Catholic church by Sotirios Greck –a Catholic born in Athens, who played a leading part in the foundation of the musical association “Orpheus”–, as well as by his friend, Michele Cornello –an Italian composer, who maintained a musical publishing house in the centre of Patras and published scores of contemporary musicians from Patras, such as Antigoni Papamikropoulou. References to the musical activity of Patras can be found in Italian magazines. The role of the community of Catholics in the musical life of the city should, at last, be stressed, not only with respect to the choir of St. Andrew’s Catholic church, but also with regard to the presence of capable Italian music teachers in Catholic schools.


Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

Η ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΗΡΩΔΙΩΝΑ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ


Η Ιερά Μητρόπολη Φθιώτιδος - επί μακαριστού Μητροπολίτου Νικολάου - διοργάνωσε στις 28 Νοεμβρίου 2015, μία επιστημονική Ημερίδα για τον Άγιο Απόστολο Ηρωδίωνα, εκ των Εβδομήκοντα, ο οποίος θεωρείται ιδρυτής της Εκκλησίας της Υπάτης και κατ’ επέκταση της Φθιώτιδος. 
Η Ημερίδα είχε ως θέμα: «Ο Άγιος Ηρωδίων και η τιμή του στην Υπάτη και τον Ελλαδικό χώρο».
Αυτός είναι και ο τίτλος του τόμου με τα Πρακτικά, τον οποίο εξέδωσε στη συνέχεια η Μητρόπολη, προλόγισε ο μακαριστός Μητροπολίτης Φθιώτιδος Νικόλαος και επιμελήθηκε ο ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Δημήτριος Γόνης, ο οποίος είχε και την επιστημονική ευθύνη της Ημερίδας. 
Δείτε αναλυτικότερα εδώ.
Η μνήμη του Αγίου Ηρωδίωνος τιμάται στις 28 Μαρτίου, στις 8 Απριλίου, στις 10 Νοεμβρίου και στις 4 Ιανουαρίου μετά των Εβδομήκοντα Αποστόλων. 
Σήμερα παρουσιάζουμε την δική μας συμβολή, με θέμα: «Η τιμή του Αγίου Ηρωδίωνα στην Πάτρα της Πελοποννήσου». 
Το κείμενό μας βρίσκεται στον τόμο των Πρακτικών - κυκλοφόρησε και σε ανάτυπο - και το παραθέτουμε στη συνέχεια.




Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΙΑΣ ΠΑΤΡΙΝΗΣ ΚΑΤΗΧΗΤΡΙΑΣ


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Όταν μικρό παιδί έπαιζα στην αυλή των θαυμάτων του σπιτιού που γεννήθηκα στον Παντοκράτορα, στην Άνω Πόλη της Πάτρας, έβλεπα την γηραιά κυρία Μαρία Οικονομοπούλου, παλιά δασκάλα του Αρσακείου, να περιφέρεται στον μαγικό κήπο της. Ένας μαντρότοιχος χώριζε το σπίτι μας απ' το δικό της αρχοντικό. Η μπάλα μας έπεφτε συχνά στον κατάφορτο από ψηλά δένδρα κήπο της κι έτσι την είχα δει κάποιες φορές όταν χτυπούσαμε, τα παιδιά της γειτονιάς, την πόρτα της για να "φτάσουμε" το τόπι που είχε σκαλώσει στις πυκνές φυλλωσιές ενός δέντρου.
Οι γείτονες έλεγαν ότι η κυρία Μαρία ήταν "της Εστίας". Καταλάβαινα ότι ήταν μια πολύ πιστή γυναίκα που είχε αφιερώσει τη ζωή της στο κατηχητικό έργο. Όμως τότε ήμουν μικρός... Τώρα που μεγάλωσα αρκετά, ολότελα ξαφνικά, χάρη στην εμπιστοσύνη της ανιψιάς της Μαρίας Οικονομοπούλου, της κ. Ευδοκίας, βρίσκομαι μπροστά στο αρχείο της γερόντισσας των παιδικών μου χρόνων. Κι έχω την άνεση να το μελετήσω και να οσφρανθώ τον αέρα μιας άλλης εποχής, που σημάδεψε την Πάτρα.
Τα ιδιωτικά αρχεία, μικρότερα ή μεγαλύτερα σε έκταση, είναι πλέον πολύτιμη πηγή πληροφοριών και αντικείμενο έρευνας από τους ειδικούς.
Η θεματολογία τους ποικίλλει, ανάλογα με τον δημιουργό τους. Αρχείο ενός λογοτέχνη, ενός μουσικού, ενός λαογράφου, ενός δασκάλου, αλλά και ενός απλού ανθρώπου, ο οποίος μπορεί να ήταν συλλέκτης σημαντικών για το σήμερα πραγμάτων. Από εφημερίδες μέχρι βιβλία και αντικείμενα μιας άλλης εποχής.
Μελετώντας τη ζωή και το έργο της Πατρινής μουσουργού Ελένης Οικονομοπούλου (1912 –1999), εντόπισα τη συγγένειά της με την αείμνηστη δασκάλα στο Αρσάκειο Πατρών Μαρία Οικονομοπούλου, δυναμικό στέλεχος της Χριστιανικής Εστίας.
Η ανιψιά και των δύο σημαντικών αυτών γυναικών κ. Ευδοκία Οικονομοπούλου μού εμπιστεύθηκε – και την ευχαριστώ θερμώς! - προς μελέτην και ανακοίνωσιν το άκρως ενδιαφέρον αρχείο της θείας της Μαρίας Οικονομοπούλου, το αρχείο μιας κατηχήτριας! Η αείμνηστη διδασκάλισσα ήταν ταγμένη στο κατηχητικό έργο που επιτελούσε, τουλάχιστον από την δεκαετία του 1930, η «Αναμορφωτική Οργάνωσις Πατρών – Χριστιανική Εστία», το οποίο ήταν στην ουσία το Κατηχητικό έργο της τοπικής Εκκλησίας. Στο αρχείο της Μ. Οικονομοπούλου σώζονται τα έγγραφα των Μητροπολιτών Πατρών Αντωνίου και Θεοκλήτου, δια των οποίων ανατίθεται σ’ αυτήν η διεύθυνση του Κατηχητικού σχολείου του Ι. Ναού Παντοκράτορος. Επίσης η Μαρία Οικονομοπούλου διηύθυνε και δίδασκε στο Κατηχητικό Θηλέων του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου. 


Αρκετά από τα έγγραφα του αρχείου είναι προπολεμικά, πολλά αναφέρονται στην λειτουργία των Κατηχητικών κατά τη διάρκεια της Κατοχής (γεγονός που έχει ιδιαίτερη ιστορική αξία λόγω της αθρόας συμμετοχής των νέων) και πολλά επίσης στην μεταπολεμική Πάτρα, μέχρι και τη δεκαετία του 1950.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει το κομμάτι του αρχείου που μας δίνει πληροφορίες για την Κατοχή. Σ' ένα δακτυλογραφημένο μονόφυλλο του 1943 διαβάζω την εξής αυτοσχέδια προσευχή, που λένε τα παιδιά στο Κατηχητικό: "Ουράνιε Πατέρα μας ομολογούμεν ότι είμεθα αμαρτωλοί και ότι δικαίως υποφέρουμε από την πείνα. Αλλά μετανοούμε με όλη μας την καρδιά και παρακαλούμεν να μας συγχωρήσης. Βοήθησέ μας Κύριε να αλλάξουμε διαγωγή και δώσε μας τον άρτον τον επιούσιον και όλα τα αγαθά σου".
Η κατηχητική κίνηση τότε στην Πάτρα ήταν πολύ ζωηρή, εξαιτίας της δράσης της Χριστιανικής Εστίας, που τελούσε υπό την ευλογία της Μητροπόλεως, και η οποία είχε στους κόλπους της τους περίφημους αρχιμανδρίτες Χριστόδουλο Παπαγιάννη, Χρυσόστομο Βενετόπουλο (μετέπειτα Μητροπολίτη Φωκίδος) και γνωστούς ευρύτερα, συν τω χρόνω, λαϊκούς θεολόγους όπως ο Κωνσταντίνος Κούρκουλας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έκθεση της Ιεράς Μητροπόλεως Πατρών για το κατηχητικό έτος 1947 – 1948 αναγράφεται ότι λειτούργησαν 52 Κατηχητικά σχολεία με σύνολο εγγραφέντων 5290 και σύνολο «παρακολουθησάντων τακτικώς» 3760 άτομα! Ιδιαίτερα σημαντική η αναφορά των ονομάτων όλων των Κατηχητών.
Ήταν η χρυσή εποχή των κατηχητικών!
Κατά την περίοδο της Κατοχής έχουμε και ένα πρόγραμμα που καλείται «Ιεραποστολαί εις χωρία» και συνίσταται στην αποστολή κατηχητριών σε χωριά της Αχαΐας «προς τόνωσιν του θρησκευτικού συναισθήματος εις τας γυναίκας». Φυσικά, η Κυριακάτικη αυτή εξόρμησις περιελάμβανε και κατηχητικό στα παιδιά μετά την Θ. Λειτουργία.
Τότε ανέπτυξε μεγάλη δράση η Μαρία Οικονομοπούλου. Ας σημειωθεί ότι και η εξαδέλφη της Ελένη – η μετέπειτα συνθέτρια- ήταν και αυτή κατηχήτρια πριν εγκατασταθεί οριστικά στην Αθήνα.
Σημαντικό κομμάτι του αρχείου της Μ. Οικονομοπούλου είναι τα χειρόγραφά της. Έγραψε χιλιάδες σελίδες κατηχητικών μαθημάτων και διέσωσε δεκάδες τευχίδια με κατάστιχα των μαθητριών που φοιτούσαν στα Κατηχητικά Θηλέων των ενοριακών Ναών Παντοκράτορος και Αγίου Νικολάου.
Η θεματολογία των μαθημάτων ποικίλη: Εκκλησία και κοινωνία, Ιστορία του Χριστιανικού πολιτισμού, Θεός και κόσμος, Χριστιανικός ανθρωπισμός (με υποκατηγορίες όπως, π.χ., Η Χριστιανική κοινωνική πρόνοια εν τω Βυζαντίω), Αι γυναίκες εις τον προχριστιανικόν κόσμον και εν τω Χριστιανισμώ, θέματα από το Ευαγγέλιο, αναφορές στις χριστιανικές αρετές και βίοι αγίων.
Τα μαθητολόγια αποτελούν σημαντικότατη πηγή για τα κορίτσια και τις νέες που φοιτούσαν στα Κατηχητικά σχολεία της Πάτρας από το 1937 και εξής. Με τα χέρια της η Μαρία Οικονομοπούλου έγραφε χιλιάδες στοιχεία, που φωτίζουν πτυχές της τότε Πατρινής κοινωνίας: Όνομα και επώνυμο κατηχητόπουλου, διεύθυνση οικίας, σχολείο στο οποίο φοιτούσε (το Αρσάκειο δεσπόζει!) και τάξη (δημοτικού ή γυμνασίου), επάγγελμα πατρός. Δίπλα, με μεγάλη επιμέλεια, σημειώνονταν με κουκίδες ή βελάκι οι απουσίες. Η τελευταία στήλη του μαθητολογίου ήταν οι «Παρατηρήσεις», που δεν γράφονταν συστηματικά.
Στο αρχείο της Μαρίας Οικονομοπούλου υπάρχουν και διάφορα άλλα στοιχεία για τα Κατηχητικά, όπως εγκύκλιοι ή σχέδια ενός μαθήματος, πληροφορίες για το κατηχητικό έργο του αείμνηστου Αρχιμ. Γερβάσιου Παρασκευόπουλου, κι ακόμα έγγραφα που αποτελούν καταγραφή φιλανθρωπικού έργου και συγκεκριμένων δράσεων κύκλων κυριών, οικονομικοί απολογισμοί κ.α.
Ανεξάρτητα από το αν διαφωνεί κανείς με το έργο και την όλη δραστηριότητα των Χριστιανικών Οργανώσεων, πρέπει να λάβει υπ’ όψιν του ο κατά το δυνατόν αντικειμενικός ερευνητής, το συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο. Τότε η όλη πνευματική και κατηχητική κίνησις ήταν στα χέρια των Οργανώσεων. Και οι κατά τόπους Επίσκοποι επευλογούσαν, αφού δεν είχαν να αντιτάξουν τι. Μήπως ακόμα και σήμερα το ίδιο δεν συμβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις, παρά τις ραγδαίες κοινωνικές και άλλες εξελίξεις;
Αρχεία σαν αυτό της αείμνηστης Μαρίας Οικονομοπούλου, μας δίνουν τη δυνατότητα να προσεγγίσουμε την εκκλησιαστική ιστορία της Ελλάδας των τελευταίων 80 ετών με πληρέστερο τρόπο. Αν αυτό γίνει συστηματικώ τω τρόπω, θα προβούμε σε εκτιμήσεις, παρατηρήσεις και αποτιμήσεις που θα μας οδηγήσουν σ’ ένα πιο συνειδητοποιημένο αύριο. Γιατί η Εκκλησία δεν πορεύεται ερήμην του χθες, ούτε με μισή συνείδηση του σήμερα. Αλλ’ εν επιγνώσει αληθείας, σπεύδει προς υπάντησιν του Ερχομένου, όστις διακρατεί στην παλάμη του πάντας ημάς. Ζώντες και τεθνεώτες.

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2020

Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΜΑΕΣΤΡΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ


Φέτος συμπληρώνονται εξήντα χρόνια από τον θάνατο του μεγάλου μαέστρου Δημήτρη Μητρόπουλου. 
"Επεσε" διευθύνοντας δοκιμή της 3ης του Μάλερ στη Σκάλα του Μιλάνου, στις 2 Νοεμβρίου 1960. 
Η "Ιδιωτική Οδός" θα έχει συνεχή αφιερώματα στον μεγάλο μαέστρο, με αφορμή αυτή την επέτειο. 
Τώρα υπενθυμίζουμε ένα παλαιότερο κείμενό μας για την θρησκευτική καταγωγή του Δημήτρη Μητρόπουλου, χαιρόμενοι ιδιαιτέρως διότι έχουμε πλέον και μια εμπεριστατωμένη μελέτη επί του θέματος από τον Αρχιμανδρίτη Ελισαίο Γούλα, ο οποίος πραγματοποίησε μεταπτυχιακή εργασία με θέμα: "Ο μαέστρος Δημήτρης Μητρόπουλος και οι σχέσεις του με ορθόδοξες πνευματικές μορφές του 20ού αιώνα"
Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Το όνομά μου είναι Δημήτρης Μητρόπουλος. Είμαι μαέστρος. Αλλά θα σας φανεί απίστευτο αν σας πω ότι κι εγώ ο ίδιος εντυπωσιάζομαι που τελικά έγινα μουσικός. Κανείς από την οικογένειά μου δεν υπήρξε μουσικός. Προέρχομαι από οικογένεια κληρικών. Ο παππούς μου ήταν παπάς σ’ ένα χωριό στην Ελλάδα και ξέχασα να σας πω ότι γεννήθηκα στην Αθήνα. Ο θείος μου ήταν κτηνοτρόφος και δύο από τ’ αδέλφια του πατέρα μου πήγαν από πολύν νωρίς σε μοναστήρι και μάλιστα σ’ ένα θαυμάσιο μοναστήρι στον Άθω όπου υπάρχουν μόνο ορθόδοξα μοναστήρια από πολλές χώρες, όπως από τη Ρωσία, τη Βουλγαρία, τη Σερβία αλλά κυρίως από την Ελλάδα. Και οι δύο μόνασαν εκεί και εκεί πέθαναν.
Κι εγώ όταν ήμουν παιδί και είχα σχολικές διακοπές, πήγαινα εκεί, ήμουν τόσο ενθουσιασμένος από το περιβάλλον και όλη αυτή η ιδέα του ερημίτη άγγιζε πολύ την καρδιά μου. Έτσι εκείνα τα χρόνια ήμουν βέβαιος πως κάποια μέρα θα γινόμουν κι εγώ μοναχός. Ο πατέρας μου ήταν έμπορος, αλλά αποτυχημένος έμπορος, και στο τέλος της ζωής του έγινε κι αυτός μοναχός. Βέβαια δεν ήμουν απολύτως σύμφωνος με την ιδέα αυτή του ασκητή, ουσιαστικά ήθελα να γίνω ιεραπόστολος. Αυτό ήταν πράγματι το ιδανικό μου. Και δεν ξέρω πώς κατάφερε η μοίρα και αντί ιεραπόστολος του Χριστού έγινα ιεραπόστολος της τέχνης της μουσικής.
Αυτά έλεγε ο μεγάλος μαέστρος Δημήτρης Μητρόπουλος (1896–1960) πριν 50 χρόνια (1959) σε μια συνέντευξή του στον σταθμό NDR Hamburg (1).
Και στην φίλη του Καίτη Κατσογιάννη έγραφε το 1948: Ανατράφηκα από την παιδική μου ηλικία με αρχές καθαρά δημοκρατικές και χριστιανικές, οι οποίες είναι μέσα στην καρδιά μου, ωστόσο ποτέ δεν θέλησα να τις επιβάλω διά της βίας (2).
Ο Δημήτρης Μητρόπουλος προερχόταν πράγματι από μια ιερατική οικογένεια της Αρκαδίας. Ο παππούς του Δημήτριος (Μήτρος) Μητρόπουλος ήταν ο ιερέας του χωριού Τρεσταινά (Μελισσόπετρα) της Γορτυνίας, μικρό χωριό κοντά στη Ζάτουνα. Ο αδερφός του παπα–Μήτρου Πέτρος, είναι ο κατόπιν Αρχιεπίσκοπος Πατρών και Ηλείας Ιερόθεος (3), ο οποίος γεννήθηκε στα Τρεσταινά το 1839 ή 1840. Ο πατέρας του παπα- Μήτρου και του Ιεροθέου, ο προπάππους του Δημήτρη Μητρόπουλου Νικόλαος ήταν από τα παλικάρια του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και ιδιαίτερα του Πανουργιά και του Πλαπούτα.
Ο παπα–Μήτρος απέκτησε τρία αγόρια: τον Χρήστο, τον Νικόλαο και τον Ιωάννη, τον πατέρα του μαέστρου, ο οποίος ήταν και ο πρωτότοκος (1867). Μια από τις αδελφές του παπα–Μήτρου, η Μαρία, παντρεύτηκε τον Δ. Ματθόπουλο και απέκτησε ένα γιό, τον Βασίλειο. Αυτός ήταν ο μετέπειτα πολύς αρχιμανδρίτης Ευσέβιος Ματθόπουλος (4), ανιψιός του Ιεροθέου Μητροπούλου και στενός συνεργάτης του κατά την δεκαετή ποιμαντορία (1893–1903) στην Αρχιεπισκοπή Πατρών και Ηλείας.
Ο Ιερόθεος Μητρόπουλος πέθανε στις 7 Μαρτίου 1903 στην Αθήνα και η εξόδιος ακολουθία έγινε στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών την επομένη 8 Μαρτίου. Στις 9 Μαρτίου έγινε η ταφή στην Πάτρα, στον περίβολο του Επισκοπείου, που ο ίδιος έκτισε, δίπλα ακριβώς από τον Ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Της επιμνημόσυνης δέησης που τελέστηκε στον Μητροπολιτικό Ναό Ευαγγελιστρίας Πατρών, και της εκφοράς προέστη ο Πενταπόλεως Νεκτάριος, δηλ. ο κατόπιν μεγάλος άγιος του 20ού αιώνα.
Όταν πέθανε ο Ιερόθεος, ο Δημήτρης [Μητρόπουλος] ήταν εφτά χρονών παιδί. Φαίνεται όμως ότι η προσωπικότης του του έκανε βαθειά εντύπωσι. Έτσι εξηγείται το ότι στο πιάνο του, στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη, είχε τη φωτογραφία του μαζί με του ενός από τους δύο θείους του μοναχούς (5).
Ο Ιερόθεος Μητρόπουλος έμεινε στην ιστορία ως φιλάνθρωπος, λόγω της πλούσιας φιλανθρωπικής δράσης του. Και ο Δημήτρης Μητρόπουλος έζησε σκορπώντας ό,τι είχε και δεν είχε στους έχοντες ανάγκη και πέθανε φτωχός!
Επηρεάστηκε σίγουρα από το πρότυπό του, τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης, όπως ο ίδιος ομολογεί (7). Όμως και η περίπτωση του αδερφού του παππού του, Αρχιεπισκόπου Ιεροθέου, σίγουρα έπαιξε τον δικό της ρόλο στην ενσυνείδητη και… στρατευμένη, θα λέγαμε, φιλανθρωπία του μαέστρου.
Πάντως από τα κείμενα του Μητρόπουλου δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια αναφορά στον παππού του Ιερόθεο.
O έλληνας βιογράφος του Μητρόπουλου μουσικολόγος Απόστολος Κώστιος αναφέρει ότι οι θείοι του μαέστρου που μόνασαν στον Άθωνα λέγονταν Κωνσταντίνος (1868) και Γεώργιος (1870) (8). Και ο William Trotter υιοθετεί αυτή την ονομασία (9).
Όμως τα κοσμικά ονόματα των θείων του Μητρόπουλου ήσαν Χρήστος και Νικόλαος. Το παραδέχεται, τελικά, και ο Απ. Κώστιος: Οι θείοι του Χρήστος και Νικόλαος Μητρόπουλος (και όχι Κωνσταντίνος και Γεώργιος, όπως λανθασμένα σημειώνει ο συγγραφέας στη Βιογραφία) εκάρησαν μοναχοί (10).
Υπάρχει μια επιστολή του Ιεροθέου Μητροπούλου προς τον ανιψιό του Νικόλαο, με ημερομηνία 15 Μαΐου 1897. Από το περιεχόμενό της (11) συνάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι ο Νίκος (Αγαπητέ μοι Νίκο!) τον καιρό εκείνο ήταν μάχιμος ανθυπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού, που είχε λάβει μέρος σε μάχες μεταξύ Δομοκού και Λαμίας κατά τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Ο Νίκος είχε στείλει επιστολές στον θείο του Ιερόθεο και του εξιστορούσε τα των μαχών. Από την επιστολή του Ιεροθέου συνάγονται τα εξής συμπεράσματα:
Ο Νίκος κινδύνευσε στο πεδίο των μαχών και φαίνεται πως διασώθηκε «προς χαράν πάντων ημών και της πενθούσης μητρός σου», σημειώνει ο Ιερόθεος. Αυτό σημαίνει ότι προφανώς είχε πεθάνει πρόσφατα ο πατέρας τους παπα–Μήτρος και η χήρα μητέρα τους βίωνε έντονα το πένθος. Προτρέπει δε ο Ιερόθεος τον ανιψιό του: «Γράφε συνεχώς και προς τον αδελ. Χρίστον προς παρηγορίαν της μητρός σου».
Αξίζει όμως να προσεχθεί και η κατακλείδα της επιστολής του Αρχιεπισκόπου Ιεροθέου: «Τα δυστυχήματα του Έθνους καταθλίβουσι πάσαν ψυχήν, αιτία των οποίων η αμαρτία και η ασέβεια των αρχόντων. Είθε το έλεος του Θεού ημών να σώση το Έθνος και τα παθήματα να γίνουν ημίν μαθήματα. Αμήν». Και υπογράφει: «Ο θείος σου +Πατρών Ιερόθεος».
Εφ’ όσον η επιστολή αυτή γράφτηκε το 1897, ένα χρόνο μετά την γέννηση του μαέστρου, σημαίνει ότι οι θείοι του Χρήστος και Νικόλαος έγιναν μοναχοί αργότερα, σε ώριμη ηλικία. Στις 6 Οκτωβρίου 1900 ο Ιερόθεος Μητρόπουλος συντάσσει την διαθήκη του και καθιστά κληρονόμον του τον ανιψιό του Χρήστο Μητρόπουλο, έμπορο, «υιόν του αδελφού μου», όπως γράφει επί λέξει.
Οι θείοι του Μητρόπουλου έγιναν μοναχοί στο Άγιον Όρος, σίγουρα μετά το 1900, σύμφωνα και με τον ίδιο τον μαέστρο (στη συνέντευξη – αυτοπροσωπογραφία του): «δύο από τ’ αδέλφια του πατέρα μου πήγαν από πολύν νωρίς σε μοναστήρι και μάλιστα σ’ ένα θαυμάσιο μοναστήρι στον Άθω…». Το «πολύν νωρίς» το λέει ο Μητρόπουλος προφανώς σε σχέση με την δική του ηλικία. Μικρός, όταν είχε σχολικές διακοπές, πήγαινε στον Άθωνα στους θείους του, μας πληροφορεί στην ίδια συνέντευξη. Άρα, αυτές οι επισκέψεις στο Άγιον Όρος προσδιορίζονται μετά το 1908, όταν ο θείος του Νίκος πήγε στο Όρος για να μονάσει. Ο Μητρόπουλος ήταν τότε δώδεκα χρονών, πήγαινε σχολείο και μπορούσε να κάνει μακρινά ταξίδια, δηλ. από την Αθήνα στον Άθωνα.
Ο Μητρόπουλος σημειώνει, επίσης, ότι «και οι δύο (θείοι του) μόνασαν εκεί και εκεί πέθαναν». Φαίνεται, όμως, πως δεν ήταν ακριβώς έτσι τα πράγματα.
Ο Νίκος Μητρόπουλος (1871–1911) ήταν πτυχιούχος της Νομικής, φίλος και συγκάτοικος του αειμνήστου γέροντα Φιλοθέου Ζερβάκου (1884–1980), φίλος, επίσης, του γέροντα Ιερωνύμου του Σιμωνοπετρίτου (1871–1957), ο οποίος υπηρετούσε στο Σιμωνοπετρίτικο μετόχι της Αναλήψεως στο Βύρωνα και του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851–1911), με τον οποίο γνωρίζονταν από τον Άγιο Ελισσαίο, το ναΐδριο όπου έψαλε ο κυρ–Αλέξανδρος και ο Νίκος Μητρόπουλος ήταν βοηθός του (12). Η Πολυξένη Μπούκη (13) σε επιστολή της προς τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη (10.5.1908) γράφει: …εάν θέλης να μάθης και δια τον Νικόλαον Μητρόπουλον, έγινε μοναχός μεγαλόσχημος, μετονομασθείς Νείλος Σιμωνοπετρίτης, έχετε δε εκ μέρους του πολλά χαιρετίσματα (14). Ο Νικόλαος εκάρη μεγαλόσχημος στις 5.4.1908, Σάββατο του Λαζάρου.
Πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι ο Νικόλαος Μητρόπουλος ήταν πνευματικό τέκνο του Αγίου Νεκταρίου. Ο Άγιος Νεκτάριος έδωσε σε αυτόν, όπως και στον π. Φιλόθεο Ζερβάκο, την ευχή και ευλογία του για να πάνε στο Άγιον Όρος και να γίνουν μοναχοί. Στις 8 Μαΐου του 1907 έγινε αγρυπνία στον Άγιο Ελισσαίο στην Αθήνα, στην οποία συμμετείχαν ο Νικόλαος και ο π. Φ. Ζερβάκος. Μετέλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων, συνέψαλαν με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη, και το μεσημέρι παρέθεσε τράπεζα στο σπίτι του ο φιλομόναχος Νικ. Μπούκης (σύζυγος της Πολυξένης) όπου ομοτράπεζος ήταν και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Το απόγευμα τους επισκέφθηκαν διάφοροι φίλοι, μεταξύ των οποίων και ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης και όλοι αυτοί οι ευλαβείς και καλοί φίλοι μας συνώδευσαν μέχρι του Ατμοπλοίου, όπου και αποχαιρέτησαν ημάς συγκεκινημένοι… Τον Ιούνιο του 1907 ο Νικόλαος εισήλθε στη Σιμωνόπετρα. Προτίμησε τη Μονή αυτή λόγω της στενής σχέσης που είχε με το μετόχι της στην Αθήνα, αλλά και γιατί του τη σύστησε ο πνευματικός του Άγιος Νεκτάριος. Ο Άγιος που είχε κηδεύσει στην Πάτρα το 1903 τον θείο και προστάτη του Νικολάου Αρχιεπίσκοπο Πατρών και Ηλείας Ιερόθεο. 
Ο μοναχός Νείλος υπήρξε συνεργάτης του Μητροπολίτη Κασσανδρείας Ειρηναίου (1863–1945) στην σύνταξη των Γενικών Κανονισμών του Αγίου Όρους, διετέλεσε βιβλιοθηκάριος της Σιμωνόπετρας και Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Κοινότητος (1909–Απρίλιο 1911) και πέθανε από φυματίωση σε ηλικία 40 ετών, τον Ιούλιο του 1911 (15).
Ο Νικόλαος Μητρόπουλος έζησε, δηλ., ως Νείλος μοναχός μόλις τέσσερα χρόνια.
O άλλος θείος του μαέστρου Χρήστος Μητρόπουλος, σύμφωνα με τους βιογράφους του Δ. Μητρόπουλου, αλλά και σύμφωνα με την μαρτυρία του ίδιου του μαέστρου, πήγε στο Άγιον Όρος για να μονάσει μαζί με τον αδελφό του. Όμως ο μοναχός Μωϋσής στο άρθρο του για τον Νείλο (Νίκο) Μητρόπουλο, σημειώνει ότι «ο Χρήστος εκάρη μοναχός στη Μονή Λογγοβάρδας Πάρου το 1911 και ονομάσθηκε Ιερόθεος. Άφησε φήμη εναρέτου και διακριτικού εξομολόγου. Ιλαρώς, ηρέμως και γαληνώς παρέδωκε το πνεύμα του στις 11.12.1921 στη μονή του, της οποίας εφάνη ωφέλιμος και χρήσιμος». Και αυτός πέθανε νέος, σε ηλικία 53 περίπου ετών, εφ’ όσον γεννήθηκε μεταξύ 1868–1869. Όταν ο αδελφός του Ιωάννης πληροφορήθηκε τον θάνατό του έγραψε στον ηγούμενο του αδελφού του: …Ο μακαρίτης είχε ένα σταυρό με τίμιον ξύλον σας παρακαλώ επειδή τον θέλω διά τον υιόν μου, εάν έχητε την καλωσύνην μου τον στέλλετε». Και σχολιάζει επ’ αυτού ο μοναχός Μωϋσής: «Τον σταυρό αυτό, ίσως, έχοντας ο παγκοσμίου φήμης μουσικός, ως φυλακτό, έδινε πνοή στα έργα του (16).
Η Μονή Λογγοβάρδας της Πάρου, η οποία είχε κολλυβαδική παράδοση και στην οποία έζησε εξόριστος ο θείος του Ιερόθεος περί το 1880. Ο Ιερόθεος έμεινε στη Λογγοβάρδα για τρία χρόνια, εξόριστος από τους σιμωνιακούς Αρχιερείς, οι οποίοι ενοχλούνταν από τους αγώνες του Ιεροθέου για την κάθαρση της Εκκλησίας (17).
Ο Ιερόθεος δημιούργησε στενές πνευματικές σχέσεις με τους αδελφούς της Μονής, τις οποίες διατήρησε και ως Επίσκοπος των Πατρών.
Ο ανιψιός του Χρήστος Μητρόπουλος χειροτονήθηκε ιερομόναχος και πήρε το όνομά του: Ιερόθεος! Προφανώς λόγω της αγάπης που είχε στον θείο του. Πέθανε στη μονή που αγάπησε και ο θείος του και έζησε τον μοναχικό βίο δέκα χρόνια (1911–1921). Ας σημειωθεί ότι έγινε μοναχός τη χρονιά που πέθανε ο αδελφός του Νείλος στο Άγιον Όρος. Κι ακόμη αξίζει να υπογραμμισθεί το γεγονός ότι ο Νικόλαος Μητρόπουλος συνέστησε στον π. Φιλόθεο Ζερβάκο, στον οποίο δεν επέτρεψαν οι Τούρκοι την είσοδο στο Άγιον Όρος, να πάει να μονάσει στη Μονή Λογγοβάρδας της Πάρου -όπως και έγινε- όπου είχαν μονάσει ο θείος του Ιερόθεος Μητρόπουλος και ο εξάδελφός του Ευσέβιος Ματθόπουλος (18).
Ο Χρήστος / Ιερόθεος πήγε στην Πάρο και όχι στο νησί του Πόρου, όπως, προφανώς από σύγχυση, αναφέρει ο W. Trotter (19). Εκεί, μας πληροφορεί ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος θα πήγαινε και ο φίλος του Νικόλαος αν δεν του επιτρεπόταν η είσοδος στο Άγιον Όρος.
O μαέστρος Mητρόπουλος, γόνος πραγματικά ιερατικής οικογένειας, με μια μητέρα, την Αγγελική Αναγνωστοπούλου, ιδιαιτέρως ευσεβή, ήταν ως παιδί εξαιρετικά φιλομόναχος.
Επισκεπτόταν κοντινά μοναστήρια και ονειρευόταν να γίνει μοναχός. Προχωρούσε ένα ακόμη βήμα παραπέρα την αφοσίωσή του επινοώντας διάφορα σενάρια κατά τα οποία ήταν σεβαστός ως σπουδαίος αναχωρητής, τρωγλοδύτης, στυλίτης ή ένας γενειοφόρος ερημίτης που επικοινωνούσε μ’ ένα είδος άμεσης σύνδεσης με το σύμπαν. Μερικές φορές η φαντασία του ξεχείλιζε και ο Δημήτρης σχημάτιζε δικά του θρησκευτικά τάγματα έχοντας για μοναχούς τα άλλα παιδιά της γειτονιάς, τελώντας με επιμέλεια αυτοσχέδιες λειτουργίες όλο αφοσίωση και αυταπάρνηση. Άλλες φορές μπορούσε να τον δει κάποιος να κάνει αυτοσχέδια κηρύγματα σε όποιο ακροατήριο ρακένδυτων μπορούσε να συγκεντρώσει. Όταν οι γονείς του έψαχναν το παιδί τους, το πιο πιθανό είναι ότι θα το έβρισκαν ή να συνθέτει μουσική ή να προσεύχεται για τη σωτηρία των ψυχών των φίλων του, της οικογένειάς του ή του ιδίου (20).
Η ακατάσχετη ροπή του Μητρόπουλου προς πράξεις φιλανθρωπίας δεν ήταν απλώς μια αλτρουϊστική εκδήλωση, αλλά συνδυάζεται μ’ αυτή την ασκητική του προοπτική. Ο μαέστρος Λέοναρντ Μπερνστάϊν σ’ ένα κείμενό του για τον Μητρόπουλο καταγράφει τον εξαιρετικά φιλάνθρωπο ασκητισμό του, προσπαθώντας να τον ερμηνεύσει κιόλας: Ο πατέρας μου, που ήταν κατά της ιδέας να γίνω μουσικός, μού έστελνε μικρά χρηματικά ποσά. Φυσικά «πεινούσα» και φυσικά ο Δημήτρης έσπευσε αμέσως προς βοήθειάν μου. Και οι επιταγές έφθαναν κάθε μήνα για δύο χρόνια. Γενναιοδωρία, αφθονία, πληρότητα. Πληρότητα πνεύματος. Αργότερα έμαθα ότι έδινε χρήματα παντού. Σ’ ένα παίκτη για τρομπόνι που χρειαζόταν χρήματα για να κάνει εγχείρηση, σε άλλον παίκτη βιολιού που δεν είχε αρκετά χρήματα για τη διατροφή του. Τα έδινε όλα όσα είχε. Ποτέ δεν είχε δεκάρα. Ζούσε με σπαρτιατική απλότητα. Γιατί όλα αυτά, η αυστηρότητα και η ατομική άρνηση; Μερικές φορές σκέπτομαι ότι μετανοούσε όλα αυτά τα χρόνια στην Αμερική. Αλλά για ποιο αμάρτημα; Ίσως, στο μυαλό του, για το αμάρτημα να μην έχει γίνει ο μοναχός που ξεκίνησε να γίνει, ο ασκητής που τόσο συχνά προσπάθησε να είναι. Το αμάρτημα να είναι κοσμικός όντας τόσο φανατικά αφοσιωμένος στη θρησκεία. Αλλά η άλλη φλόγα που έκαιγε μέσα του ήταν προφανώς δυνατότερη. Αυτή ήταν η φλόγα της μουσικής και δεν μπορούσε να ξεπεραστεί ούτε από την πιο βαθιά θρησκευτική αφοσίωση. Και αυτή η «πάλη» μοναχού έναντι μουσικού, του προκαλούσε ανυπόφορο πόνο και του δημιουργούσε το συναίσθημα του αμαρτήματος… (21).
Η φίλη, όμως, του Μητρόπουλου Καίτη Κατσογιάννη, με την οποία ο μαέστρος είχε την γνωστή μακρά και σπουδαία αλληλογραφία, έχει άλλη άποψη για τα περί μοναχισμού του μαέστρου: Περισσότερο χριστιανός παρά καθαυτό θρησκευόμενος, ουδέποτε φυσικά είχε σκεφθεί να γίνει καλόγηρος, όπως το είπαν! Είναι και αυτό ένας από τους μύθους που γεννήθηκαν στην Αμερική και που ποτέ δεν έκανε τον κόπο να διαψεύσει. Σπάνια άνθρωπος προσπάθησε όσον αυτός να κάνει πράξη ζωής τη διδασκαλία του Χριστού, ιδιαίτερα την αγάπη του πλησίον. Γι’ αυτό και ο άγιος που θαύμαζε περισσότερο ήταν ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης. Τον αγαπούσε για την αλληλεγγύη του προς τα έμψυχα και τα άψυχα, για την ταπεινοφροσύνη του και την ποιητική του διάθεση. Η αντίδραση του Μητρόπουλου στην κακία ήταν η επιείκεια – συμπονούσε περισσότερο τους κακούς από τους δυστυχισμένους (22).

Το γεγονός ότι ο Μητρόπουλος είχε ενστερνιστεί την αρχή της απόλυτης πενίας με συνέπεια μοναχού και έχοντας, έτσι, καταλήξει να ζει με δανεικά, το γράφει και ο ίδιος στην Καίτη Κατσογιάννη (23). Η ροπή του για φιλανθρωπία είχε καλλιεργηθεί ήδη στην παιδική του ηλικία (24) και ο ίδιος ο Μητρόπουλος ομολογεί ότι επηρεάστηκε βαθιά από τον πατέρα του: ήταν εκείνος που όχι μόνο τον βοήθησε να βλέπει την τέχνη με έναν τρόπο θρησκευτικό, αλλά στέριωσε μέσα του την πεποίθηση πως το τίμημα της καλοσύνης είναι βαρύ (25).
Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Μητρόπουλος είχε απόλυτη συνείδηση ότι η κατά Άγιο Φραγκίσκο πενία του είναι για τη σύγχρονη πραγματικότητα μεγάλη ουτοπία, όπως και η εντολή του Χριστού αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν (26). Αυτή, όμως, η ρεαλιστική εκτίμησή του, δεν τον εμπόδιζε καθόλου να είναι πλήρως αφοσιωμένος σ’ αυτή την ουτοπία.
Η αντίληψη του Μητρόπουλου για την μουσική ήταν σίγουρα θρησκευτική. Ο ίδιος σ’ ένα άρθρο του έγραφε: Μολονότι η μουσική έπαυσε να είναι λατρευτική, εξακολουθεί να εμπεριέχει αυτή την πνευματικότητα που μας επιτρέπει να πούμε, χωρίς κίνδυνο να υπερβάλουμε, ότι το να πάει κανείς σε μια συμφωνική συναυλία δεν διαφέρει πολύ από τον εκκλησιασμό… Αρέσκομαι να θεωρώ τον εαυτό μου ως έναν ιερέα που διακονεί αυτό το είδος του ‘εκκλησιασμού’… (27).
Αν ο Στραβίνσκυ έγραψε την Μουσική Ποιητική, δεν θα ήταν άστοχο να πούμε ότι ο Μητρόπουλος έγραψε με την βιωτή του ολάκερη την Μουσική Ασκητική. Ο ίδιος διεκήρυσσε: Θέλησα να διδάξω και με το λόγο και με τη μουσική την αδελφοσύνη των ανθρώπων… Ήρθε η εποχή που η τέχνη πρέπει να ‘χει μια ηθική βάση και οι καλλιτέχνες πρέπει να δίνουν το παράδειγμα της ύψιστης ακεραιότητας και της ηθικής… Βλέπω τον καλλιτέχνη σαν έναν ιεροκήρυκα, που οι αρχές του, οι πράξεις, η ζωή του θα αποτελούν παράδειγμα για μίμηση (28).
Ο Απ. Κώστιος παρατηρεί ότι: Ακόμη και τις εξελίξεις της μουσικής, την Ιστορία της Μουσικής θεωρούσε ο Μητρόπουλος υπό το πρίσμα των θρησκευτικών του αντιλήψεων και ανάλογη ήταν η περιοδολόγησή της που πρότεινε. Διέκρινε τη θεοκρατική περίοδο (η μουσική στην υπηρεσία της θρησκείας), την ανθρωποκεντρική και τέλος την τεχνοκρατική, την απάνθρωπη, την περίοδο του καιρού μας που θα μπορούσε να ονομάσει κανείς ‘αθεϊστική’ (29).
Πάντως ο Μητρόπουλος παρά την ασκητική του ακρότητα ως προς την φιλανθρωπία, και την θρησκευτική του εκδοχή για την μουσική ήταν ρεαλιστής, και ο ίδιος θεωρούσε ότι την τάση του να συνδυάζει τα ιδεώδη με τον ρεαλισμό την κληρονόμησε από τον παππού του, που ήταν παπάς (30).
Η καταγωγή του Μητρόπουλου ήταν ιερατική και ταπεινή. Ο ιερέας παππούς του, ο αδελφός του παππού του Αρχιεπίσκοπος Ιερόθεος, οι μοναχοί θείοι του, η ευσεβής μητέρα του, ανήκαν στην λαϊκή Ορθοδοξία. Άλλωστε και η συναναστροφή του θείου του Νίκου με τον Παπαδιαμάντη, αποδεικνύει πως στοιχούνταν στην λογική των ταπεινών και καταφρονεμένων. Αν και εγγράμματοι –ο Ιερόθεος και ο Νικόλαος ήταν απόφοιτοι Πανεπιστημίου– έθεσαν τον εαυτόν τους στην υπηρεσία της Εκκλησίας, σε μια εποχή που ο κλήρος μαστιζόταν από την αγραμματοσύνη. Είχαν κολλυβαδικές και φιλοκαλικές αρχές: Φιλακόλουθοι, φιλομόναχοι, ελεήμονες, ταπεινοί, με ιεραποστολικό ζήλο, δεν φαίνεται να είχαν καμία σχέση με την τότε αστική τάξη της Αθήνας, αλλ’ αντιθέτως έβρισκαν ανάπαυση στον Άγιο Ελισσαίο και τους απλούς ανθρώπους, όπως και ο Παπαδιαμάντης.
Δεν είχαν, οι συγγενείς του μαέστρου, καμία σχέση με τον Ευρωπαϊκό πολιτισμό. Οι θείοι του θεράπευαν την βυζαντινή μουσική και ως λαϊκοί –στον Άγιο Ελισσαίο– και ως μοναχοί κατόπιν, στα αυστηρά τότε μοναστήρια του Αγίου Όρους και της Λογγοβάρδας.
O μαέστρος είναι ο πρώτος της οικογένειας που ξεχωρίζει. Λόγω της κλίσης του στην μουσική, σπουδάζει από νωρίς Ευρωπαϊκή μουσική (1910) και δεν έχουμε μέχρι τώρα κάποια ένδειξη ότι είχε ασχοληθεί με την βυζαντινή μουσική, την οποία σίγουρα είχε ακούσει από μικρός λόγω του περιβάλλοντός του.
Το ενδιαφέρον είναι η σχέση του Μητρόπουλου με τον άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης, η οποία χρονολογείται από νωρίς, σύμφωνα και με τον ίδιο: Ήμουν 15 ετών όταν ανακάλυψα τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης. Είχα ταξιδέψει στη Ρώμη, για πρώτη φορά μακριά από τον τόπο μου… Η διδαχή του με επηρέασε βαθιά. Και παρόλο που δεν ανήκει στους άγιους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, χάραξε τον δρόμο της ζωής μου (31).
Αυτό σημαίνει ότι ο Μητρόπουλος παρέμεινε πάντα Ορθόδοξος. Παρά την αδυναμία του στον παγκοσμίως γνωστό Ρωμαιοκαθολικό άγιο, του οποίου ένα εδάφιο καθόριζε όλη του τη ζωή: Ο Θεός αποφάσισε ότι μάλλον πρέπει να προσπαθώ να ανακουφίζω παρά να ανακουφίζομαι, να κατανοώ παρά να γίνομαι κατανοητός και να αγαπώ παρά να γίνομαι αγαπητός (32).
Η σχέση του με τον άγιο Φραγκίσκο φαίνεται ότι ήταν εξόχως προσωπική και αυτό φαίνεται έντονα από μια φράση του Μητρόπουλου σε γράμμα του προς την Καίτη Κατσογιάννη. Με αφορμή τη συμμετοχή του στο Φεστιβάλ Μάλερ που οργανώθηκε στη Νέα Υόρκη έγραψε: …είχα επιτυχία όχι μόνο ως διευθυντής ορχήστρας αλλά και ως missionary, και ελπίζω ο άγιός μου να είναι υπερήφανος για τον μαθητή του… (33).
Ο Απόστολος Κώστιος δημοσιεύει στην βιογραφία του Μητρόπουλου το χειρόγραφο αυτής της επιστολής. Και φαίνεται καθαρά ότι ο μαέστρος έχει υπογραμμίσει την λέξη: «ο άγιός μου» και μόνον αυτή! (34)
Πάντως ο Μητρόπουλος υπήρξε «αιρετικός» ως προς το θέμα της ταφής του: Η σορός μου να μη εκτεθή εις κοινή θέαν και να αποτεφρωθή άνευ τελετής και κατά τον πλέον σύμφορον τρόπον (35). Τελικά η αποτέφρωση έγινε στο Λουγκάνο της Ελβετίας στις 5 Νοεμβρίου 1960 (ο μαέστρος πέθανε στις 2 Νοεμβρίου κατά την διάρκεια πρόβας της 3ης Συμφωνίας του Μάλερ στη Σκάλα του Μιλάνου). Στις 6 Νοεμβρίου η τέφρα του μεταφέρθηκε στην Αθήνα με αεροσκάφος της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας έγινε πένθιμη τελετή στο θέατρο Ηρώδου του Αττικού με τη συμμετοχή των αρχών και πλήθους κόσμου. Η λήκυθος με την τέφρα του παρέμεινε σε αίθουσα του Ωδείου Αθηνών, όπου σπούδασε ο μεγάλος μαέστρος, και στις 19 Ιουλίου 1961 η τέφρα εναποτέθηκε σε τάφο του Α’ Νεκροταφείου που παραχώρησε ο Δήμος Αθηναίων και φιλοτέχνησε ο γλύπτης Γιάννης Παππάς.
Η επιλογή του Μητρόπουλου για καύση ήταν απολύτως συνειδητή και πρωτοποριακή για την εποχή. Η ιδιωτική του οδός του επέβαλε την αποφυγή κάθε συμβατικού τέλους. Μένει αναπάντητο το ερώτημα: Γιατί «άνευ τελετής»; Η εξόδιος ακολουθία της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν εψάλη στον Δημήτρη Μητρόπουλο. Τον γόνο κατ’ εξοχήν ιερατικής οικογένειας και πιστό άνθρωπο.
O έλληνας βιογράφος του Μητρόπουλου Απ. Κώστιος είναι σίγουρος ότι ο Έλληνας αρχιμουσικός είχε ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Πίστευε στην ύπαρξη του Θεού, στη σταύρωση και την Ανάσταση… Και δεν είχε καταλήξει στην πίστη αυτή μέσα από μια διαδικασία πνευματικής αναζήτησης, ρασιοναλιστικής, αιτιοκρατικής σκέψης , ώστε ο ίδιος να έχει ανάγκη αποδείξεων. Αποδείξεις ανεζήτησε μόνο στις περιπτώσεις και τις φορές εκείνες που προσπάθησε να πείσει συνομιλητές του, που –πιθανότατα– (αφού την εποχή στην οποία αναφέρεται δεν ζούσε πλέον στην Ελλάδα) ανήκαν –τυπικά τουλάχιστον- στο καθολικό ή προτεσταντικό δόγμα. Φυσικό ήταν ότι ανέτρεξε σε αποδείξεις που βασίζονται στη θεολογία της Δυτικής Εκκλησίας: η μουσική, σύμφωνα με τον ιερό Αυγουστίνο είναι donum dei που εδόθη στον άνθρωπο για να υμνεί την δόξα του Θεού. Η αγάπη του Δαβίδ για τη μουσική ήταν σωστή και αξιοθαύμαστη, επειδή τη χρησιμοποιούσε για να δοξάζει το Θεό. Το λογικό και εύτακτο συνταίριασμα διαφόρων ήχων, έτσι ώστε να συνυπάρχουν σε μιαν αρμονική ποικιλία, μπορεί να είναι μια μυστική αναπαράσταση του θεϊκού… (36).
Πάντως, απ’ όλη την ζωή του Μητρόπουλου φαίνεται καθαρά η βιωματική, σε τραγικό βαθμό μάλιστα, προσέγγιση της μουσικής και των όντων, που σημαίνει ότι δεν ήταν της λογικής των αποδείξεων για τα πράγματα. Δεν είχε ανάγκη να αποδείξει τίποτε ο ίδιος, αφού ήταν πεπεισμένος για το πεπερασμένο του ανθρώπου, αλλά και για την μεγαλοσύνη του. Η στείρα λογική ήταν εκτός της λογικής του.
Γνώριζε πολύ καλά, επίσης, ότι η πίστη, όπως και η μουσική, θέλουν γόνιμο έδαφος για να καρπίσουν αλλιώς, όπως ο ίδιος είπε αποφθεγματικά: Ούτε ο Χριστός ούτε η Ενάτη Συμφωνία (του Μπετόβεν) κατόρθωσαν να κάνουν την ανθρωπότητα καλύτερη (37).
Όμως ο Μητρόπουλος έμεινε στη συνείδηση των ανθρώπων ως ένας μεγάλος άνθρωπος, ένας οικουμενικός έλληνας, που δίδαξε με τη ζωή του τον δρόμο της προσφοράς μέχρι θυσίας! Γιατί η αποστολή του μεγάλου, είναι η υπέρτατη θυσία. Το κερί, που για να φωτίσει λιώνει και σώνεται. Ο ήλιος που αυτοπυρπολείται σκορπώντας τη ζωή. Έτσι και ο Μητρόπουλος. Αφού σκόρπισε στον κόσμο το φως του, όταν έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, έσυρε για τελευταία φορά τα βήματά του στο podium σαν στη φωτιά που ο ίδιος είχε ανάψει από χρόνια γύρω του και μέσα σε μια υπέρτατη έκσταση και αυτοσυγκένρτωση, διευθύνοντας ο ίδιος την επιθανάτια μουσική του, εκάμφθηκε για τελευταία φορά, λύγισε και σωριάστηκε στις φλόγες, σαν μυστικιστής – πιστός μιας θρησκείας, που ήταν το μεγάλο πάθος και ο προορισμός της ζωής του (38) .

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Μουσική αυτοπροσωπογραφία, από το Αρχείο του Στάθη Αρφάνη, ως επίμετρο στην ελληνική έκδοση (Ποταμός, 2000) του βιβλίου του William Trotter για τον Δημήτρη Μητρόπουλο: Ο Ιεροφάντης της Μουσικής, Η ζωή του Δημήτρη Μητρόπουλου, Αθήνα 2000, σ. 718 (εφεξής: Trotter, Ο ιεροφάντης).
2. Δημήτρης Μητρόπουλος – Η αλληλογραφία του με την Καίτη Κατσογιάννη, εκδ. Κ. Κατσογιάννη, Αθήνα 1966, επ. Δ.Μ. αρ. 162, Μινν., 27.2.1948, σ. 154.
3. Για τον Ιερόθεο Μητρόπουλο βλ. Αρχιμ. Ηλία Μαστρογιαννόπουλου, Ιερόθεος Μητρόπουλος ο φωτισμένος ιεράρχης, Αθήναι 1993 (εφεξής: Μαστρογιαννόπουλου, Ιερόθεος).
4. Για τον π. Ευσέβιο Ματθόπουλο βλ. Chridtoph Maczewski, Η κίνηση της «Ζωής» στην Ελλάδα, μτφ. π. Γεώργιος Μεταλληνός, εκδ. Αρμός 2002, σ. 34 κ.εξ.
5. Μαστρογιαννόπουλου, Ιερόθεος, σ. 43.
6. Απ. Κώστιου (επιλογή – σχόλια), Κείμενα Δημήτρη Μητρόπουλου, Αθήνα 1997, σσ. 49-52 (εφεξής: Κώστιου, Κείμενα Δ.Μ.).
7. Κώστιου, Κείμενα Δ.Μ., σ. 36.
8. Απ. Κώστιου, Δ. Μητρόπουλος, Μ.Ι.Ε.Τ. Αθήνα 1985, σ. 23 (εφεξής: Κώστιου, Δ. Μητρόπουλος) και στον δίγλωσσο (ελληνικά και γερμανικά) κατάλογο του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού Δημήτρης Μητρόπουλος – Ζωή και Έργο, 1995, σ. 28.
9. William R. Trotter, The life of Dimitri Mitropoulos, Amadeus Press, U.S.A 1995, σ.21.
10. Κώστιου, Κείμενα Δ.Μ., σ. 136.
11. Μαστρογιαννόπουλου, Ιερόθεος, σσ. 106–107.
12. Μαστρογιαννόπουλου, Ιερόθεος, σσ. 61–62.
13. Για τον Νικόλαο και την Πολυξένη Μπούκη και την στενή σχέση που διατηρούσε μαζί τους, γράφει ο Παπαδιαμάντης στα Τραγούδια του Θεού, βλ. Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, Άπαντα, τ. 4, φιλολογική επιμέλεια Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1998, σσ. 391–393.
14. Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Αλληλογραφία, φιλολογική επιμέλεια Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1992, σσ. 166–167 (αρ. 220).
15. Μοναχού Μωϋσή αγιορείτη, Μοναχός Νείλος Σιμωνοπετρίτης, Ορθόδοξος Τύπος Αθηνών 674/1985, σ. 1 και 4, 675/1985, σ. 1 και 4. Αναδημοσίευση στο του ιδίου, Ιερές Μορφές του Αγίου Όρους , εκδ. Τέρτιος 2006, σσ. 381 – 393 (εφεξής: Μωυσή αγιορείτη, Ιερές Μορφές).
16. Μωϋσή αγιορείτη, Ιερές Μορφές, σσ. 382. Σε μια επιστολή της Καίτης Κατσογιάννη προς τον Μητρόπουλο φαίνεται καθαρά ότι ο μαέστρος είχε ζητήσει σταυρό με τίμιο ξύλο και η Κατσογιάννη έσπευσε να εκπληρώσει την επιθυμία του: Παράγγειλα επίσης μ’ ένα φίλο μου, που φεύγει για την Πόλη και που θα ιδεί τον Πατριάρχη, να του ζητήσει για σένα ένα Σταυρό με Τίμιο Ξύλο. Είναι σήμερα πράγμα σπάνιο, ώστε μόνο ο Πατριάρχης θα μπορούσε να μας το προμηθεύσει – και είμαι βέβαιη πως θα εκπληρώσει αυτή σου την επιθυμία» (Αλληλογραφία, αρ. 37, 14-6-1950, σ. 210). Η βεβαιότητα αυτή της Κατσογιάννη ίσως πηγάζει από το γεγονός ότι Οικουμενικός Πατριάρχης ήταν το 1950 ο από Αμερικής Αθηναγόρας, ο οποίος σίγουρα θα γνώριζε από την διακονία του στην Αμερική (1930 – 1948) τι σημαίνει Μητρόπουλος. Άρα, δύο φορές στη ζωή του μαέστρου συναντούμε το τίμιο ξύλο, χωρίς να γνωρίζουμε αν τελικά έγινε μέτοχος αυτής της ευλογίας, την οποία πρώτος ζήτησε ο πατέρας του Ιωάννης γι’ αυτόν και πολύ αργότερα ο ίδιος από την Κ.Κατσογιάννη.
17. Μαστρογιαννόπουλου, Ιερόθεος, σσ. 9.
18. Μωϋσή αγιορείτη, Ιερές Μορφές, σσ. 386.
19. Trotter, Ο ιεροφάντης, σ. 31.
20. Τrotter, O ιεροφάντης, σ. 35. Στο αγγλικό πρωτότυπο ό.π., σ. 24.
21. Εφημ. Η Καθημερινή, 4-11-1990, σ. 51.
22. Αλληλογραφία, ό.π., εισαγωγή, σ. 12.
23. Αλληλογραφία, ο.π., αρ. 302, “Τhe New York Hospital” 4.2.1959, σ. 352.
24. Trotter, O ιεροφάντης, σ. 36.
25. Κώστιου, Δ. Μητρόπουλος, σ. 244.
26. Αλληλογραφία, ό.π., αρ. 165, Μιννεάπολις, 22-5-1948, σ. 168.
27. Κώστιου, Κείμενα Δ.Μ., σσ. 271–272.
28. Κώστιου, Δ. Μητρόπουλος, σ. 245.
29. Κώστιου, Κείμενα Δ.Μ., σ. 272.
30. Κώστιου, Δ. Μητρόπουλος, σ. 244.
31. Κώστιου, Δ. Μητρόπουλος. Τη σχέση του Μητρόπουλου με τον άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης προσεγγίζει διεξοδικά ο W. Trotter, Ο ιεροφάντης, σσ. 47–50. Είναι ενδιαφέρουσα η παρατήρηση του Trotter γι’ αυτή τη σχέση: Ο Μητρόπουλος πέτυχε να βιώσει το ιδεώδες του Αγίου Φραγκίσκου σχεδόν με την ίδια επιτυχία που ο Άγιος Φραγκίσκος πέτυχε να βιώσει το ιδεώδες του Χριστού. Και, παρ’ ότι ο Μητρόπουλος έτυχε εξαιρετικής παιδείας για τα δεδομένα της χώρας του εκείνη την εποχή, παρέμεινε τόσο σε πνευματικό όσο και σε φιλοσοφικό επίπεδο θεοδίδακτος – ένας άνθρωπος που έχει διδαχθεί από τον Θεό. (Τrotter, Ο ιεροφάντης, σ. 47).
32. Trotter, Ο ιεροφάντης, σ. 281.
33. Αλληλογραφία, ο.π., αρ. 326, Ν. Υόρκη, 20-1-1960, σ. 399. Στην απαντητική της επιστολή σ’ αυτό το γράμμα του Μητρόπουλου, λίγες μέρες αργότερα, η Κ. Κατσογιάννη επιβεβαιώνει την αίσθηση του Μητρόπουλου: «Το ότι ο Άγιος Φραγκίσκος θα 'μεινε ευχαριστημένος με τη στοργική σου πράξη για χάρη των ακροατών, δεν θέλει συζήτηση» (Αλληλογραφία, αρ. 169, 30-1-1960, σ.399). Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι η Κατσογιάννη σε πολλές επιστολές της προς τον μαέστρο χρησιμοποιεί αποσπάσματα και παραδείγματα από το Ευαγγέλιο, κάτι που δείχνει ότι απευθύνεται σε άνθρωπο που συμμερίζεται τη λογική του Ευαγγελίου (βλ. Αλληλογραφία, σσ. 237-238, 307, 350–351).
34. Κώστιου, Δ. Μητρόπουλος, φωτογραφικό υλικό, σ. 223 κ.εξ.
35. Κώστιου, Δ. Μητρόπουλος, σ. 131.
36. Κώστιου, Κείμενα Δ.Μ., σσ. 136–137.
37. Αλληλογραφία, ό.π., αρ. 109, Μιννεάπολις, 11-6-1940, σ. 81.
38. Μενέλαου Παλλάντιου, ομιλία για τον Δημήτρη Μητρόπουλο (25-1-1964) στο Δ. Μητρόπουλος, Ζωή και Έργο της Μαρίας Χριστοπούλου, Αθήνα 1971, σ. 226.


* 1η φωτογραφία: Δημήτρης Μητρόπουλος, ξυλογραφία (1986) της Άριας Κομιανού (Πορτραίτα, σχέδια – ξυλογραφίες, Αθήνα 2007, σ. 55).
* 2η φωτογραφία: Μοναχός Nείλος Σιμωνοπετρίτης. Από το βιβλίο του Μοναχού Μωϋσή του Αγιορείτη Ιερές Μορφές του Αγίου Όρους (σ. 384).
* 3η φωτογραφία: Αρχή του χειρογράφου καταλόγου της βιβλιοθήκης της Μονής Σίμωνος Πέτρας, που φέρει την υπογραφή του βιβλιοθηκάριου: Νείλος Μοναχός ο Μητρόπουλος Σιμωνοπετρίτης. Από το βιβλίο του Μοναχού Μωϋσή του Αγιορείτη, Ιερές Μορφές του Αγίου Όρους (σ. 389).
[Από τον Τιμητικό Τόμο Φιόρα Τιμής για τον Μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομο Β΄ Συνετό, Ζάκυνθος 2009, 159-173]. 
Το παραπάνω κείμενο έχει δημοσιευθεί και στην ιστοσελίδα που έφτιαξε για τον μαέστρο ο μελετητής του έργου του, μουσικολόγος Απόστολος Κώστιος. 
Related Posts with Thumbnails