"Αυτός ο απαίσιος χοντρός θέλει να απαγορέψει τα φωνήεντα!", μου είπε χθες η υπέργηρη θεία.
[Ε, λοιπόν, δεν έχω καταλάβει πώς είναι πάντα ενημερωμένη, ενώ οι γιατροί λένε πως η ακοή της έχει περιοριστεί στο 25%. Με τηλεπάθεια της τα μαθαίνει ο Μπάμπης;]
"Δεν σου έχω πει να μην βλέπεις Μέγκα και Σκάι;" της απαντώ ψύχραιμα. "Όλο ψέματα σου λένε. Υπάρχει γλώσσα χωρίς φωνήεντα;"
Αιφνιδιάζεται, αλλά συνεχίζει ακάθεκτη:
"Και επίσης απαγορεύει στους γονείς να λένε πριγκίπισσα και βασιλόπουλο τα παιδιά τους".
Της εξηγώ πως, το μεν πρώτο ουδέποτε το είπε ο Φίλης, το δε δεύτερο είναι διαστρέβλωση της πρότασης του συμβουλίου.
"Αυτόν τον
Φίλη δεν μπορώ να τον βλέπω", ξαναλέει.
"Δηλαδή τον Βενιζέλο μπορούσες; Ή βρίσκεις συμπαθή τα μούτρα του Φλαμπουράρη και του Δραγασάκη; Αυτούς φαντάζομαι πως δεν τους παίζει ο Σκάι. Γιατί, άραγε;"
[Δεν είναι πως συμπαθώ τον Φίλη. Δεν ανέχομαι, όμως, να διαμορφώνει την αισθητική σου το Μέγκα ή να βρίζεις έναν άνθρωπο επειδή είναι κακοφτιαγμένος. Μπορείς όμως άνετα να τον βρίζεις για τα έργα του.]
"Αμ' το άλλο; Που κάνουν τζαμί την Αγιασοφιά;", επιμένει πεισματικά.
[Είναι προφανές ότι, παρά τα τόσα τουρκικά σίριαλ, δεν έχει συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι η Κωνσταντινούπολη λέγεται Ισταμπούλ.]
"Το κοράνι διάβασαν. Κι ύστερα, εσένα τι σε κόφτει για την Αγιασοφιά; Δεν ακούω να διαμαρτύρεσαι για το
Ελληνικό".
"Μα θα το κάνουν ωραίο. Όχι όπως τώρα, που είναι σκουπιδότοπος".
"Μπα; Για ποιους θα το κάνουν ωραίο; Οι δημότες, πάντως, θέλουν να γίνει πάρκο", επιμένω.
"Τι σαχλαμάρες λες; Αφού δεν έχουμε λεφτά."
"Α, ναι; Και τότε γιατί το πουλήσαμε τόσο φθηνά;"
[Εδώ καταπίνει τη γλώσσα της. Είναι η σειρά μου να απορήσω: ώστε το ξέρει, και παρ' όλα αυτά συναινεί σε ένα ξεπούλημα που θα αλλάξει για πάντα την παραλία της Αττικής.]
"Είδες ο Ερντογάν; Απειλεί ότι θα στείλει κι άλλους μουσουλμάνους", αλλάζει αμέσως θέμα.
Σηκώνω τους ώμους, κι εκείνη το παίρνει προσωπικά:
"Εσένα μπορεί να μην σε νοιάζει, αλλά εμείς στο κέντρο έχουμε γεμίσει. Δεν τολμώ να βγω από την πόρτα μου".
"Κάθονται απέξω; Δεν είδα κανέναν".
"Το βράδυ φοβάμαι. Όχι πως θα έβγαινα, ούτως ή άλλως. Πάντως έχουμε γεμίσει. Είναι πολλοί".
"Πενήντα χιλιάδες είναι, βρε θεία. Όσοι και οι φοιτητές του Καποδιστριακού. Και σκορπισμένοι σε όλη την Ελλάδα. Αν τους φροντίσουμε, τα παιδιά τους θα είναι Ελληνάκια σε λίγο".
Με κοιτάζει, χαμηλώνει το βλέμμα και ρίχνει τη θανατηφόρα ατάκα:
"Εμ' βέβαια. Αφού τα δικά μας Ελληνάκια έχουν φύγει... "
Καμιά φορά δικαιώνω αυτούς που έλεγαν το 2012 να κρύψουμε τα εκλογικά βιβλιάρια των παππούδων, για να μην ψηφίσουν Σαμαρά.
Το πρόβλημα είναι πως η μόνιμη συντροφιά των 70 άνω είναι η τηλεόραση. Οι περισσότεροι δεν έχουν χόμπι, δεν διαβάζουν βιβλία, δεν περπατούν. Το πολύ πολύ να πάνε ώς το καφενείο, όπου θα ακούσουν σε περίληψη ή στολισμένα με άφθονη σάλτσα όσα τους διέφυγαν την προηγούμενη μέρα. Το ιδανικό κοινό για τους συνοφρυωμένους τηλεαστέρες.
Σε μια χώρα όπου η υπογεννητικότητα είναι πρόβλημα ήδη από τη Μεταπολίτευση, η τεράστια ανεργία, η μαύρη εργασία και η μετανάστευση εκατοντάδων χιλιάδων νέων ανθρώπων υπονομεύουν το μέλλον της. Το αποτέλεσμα είναι η ροπή προς τη συντήρηση, η οποία ενισχύεται από το προσφυγικό πρόβλημα. Και δεν βλέπω κανέναν να βιάζεται να το λύσει.
Αντίθετα, οι γνωστοί ιερωμένοι έχουν αποχαλινωθεί. Ο Αμβρόσιος Καλαβρύτων απαγόρεψε τους κουμπαράδες για το Χαμόγελο του Παιδιού, επειδή στερούν χρήματα από... τις εκκλησίες!
Ακούγεται πως η σχέση κράτους-εκκλησίας θα τεθεί επί τάπητος. Είναι κάτι που αναμένω από την πρώτη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, και ήταν το θέμα που έφαγε τον Τρίτση. Μάλλον δεν θα το δω σε αυτή τη ζωή...
 |
Ατενίζοντας το μέλλον... |