«Ζωντανοί» στα Χανιά
Τέλος Οκτωβρίου στα όμορφα Χανιά έβλεπες ακόμη τουρίστες στους δρόμους, όμως η πόλη ακολουθούσε τους καθημερινούς φθινοπωρινούς της ρυθμούς
Τέλος Οκτωβρίου στα όμορφα Χανιά έβλεπες ακόμη τουρίστες στους δρόμους, όμως η πόλη ακολουθούσε τους καθημερινούς φθινοπωρινούς της ρυθμούς. Βρέθηκα εκεί καλεσμένος ενός φροντιστηρίου Μέσης Εκπαίδευσης, στο πλαίσιο του μαθήματος που προβλέπει τη συνεξέταση γλώσσας – λογοτεχνίας και εξετάζεται πανελλαδικά. Η προετοιμασία στο φροντιστήριο κράτησε μήνες και οι μαθητές Β΄ και Γ΄ Λυκείου είχαν διαβάσει τα δύο πρόσφατα βιβλία μου, «Το τραγούδι του πατέρα» και τη «Νοσταλγία της απώλειας». Η διευθύντρια του φροντιστηρίου, φιλόλογος Ρούλα Βουράκη, με την οποία έγιναν οι επαφές διαδικτυακά, μου είχε γράψει στο μήνυμα ότι «η επιλογή των βιβλίων έγινε με κριτήρια τεχνικά, αισθητικά και ιδεολογικά, που συνομιλούν με τις οδηγίες της διδακτικής του μαθήματος και με τη διακριτική ευχέρεια που απολαμβάνει η νόμιμη φροντιστηριακή εκπαίδευση να αξιοποιεί δημιουργικά ένα ενιαίο αφηγηματικό έργο…».
Με χαρά αποδέχθηκα την πρόταση· άλλωστε είχα να πάω στα Χανιά από τη δεκαετία του ’80, όταν υπηρετούσα στο Ναυτικό και δέναμε για επισκευές στη Σούδα με το αντιτορπιλικό.
Η πρώτη συνάντηση έγινε στο γραφικό χωριό Βάμος, 25 χιλιόμετρα από τα Χανιά. Εκεί αράξαμε στο γραφικό κτήμα Αροσμαρί σε ένα ανοιχτό θεατράκι ανάμεσα στις ελιές. Ιδανικό περιβάλλον, μακριά από τις κλειστές αίθουσες! Οι μαθητές και μαθήτριες κρατούσαν τα βιβλία στο χέρι, είχαν διαβάσει συγκεκριμένα διηγήματα και είχαν υπογραμμίσει πολλά σημεία για να κάνουν ερωτήσεις. Σχολίασαν με ενθουσιασμό αλλά και κριτική διάθεση, ρώτησαν για πράγματα που απείχαν δεκαετίες πριν από τη δική τους βιωματική εμπειρία. Κάποιες μάλιστα επισημάνσεις ξεπερνούσαν και τις αρχικές προθέσεις του συγγραφέα, ενώ η επιμονή σε ορισμένα διηγήματα της συλλογής απέδειξε ότι τελικά ο αναγνώστης αποφασίζει τι του αρέσει περισσότερο και όχι ο συγγραφέας.
Ηταν μια θαυμάσια συνάντηση, που ολοκληρώθηκε με την ανάγνωση του κειμένου «Το γιατρικό της αμόλυντης λογοτεχνίας», που είχε δημοσιευθεί στην «Καθημερινή» το 2020 και συμπεριλήφθηκε στην εξέταση του μαθήματος της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας την ίδια χρονιά. Λίγο πριν φύγουν οι μαθητές μού ζήτησαν να υπογράψω τα αντίτυπα των βιβλίων που είχαν διαβάσει, ενώ μια μαθήτρια μου πρότεινε ένα δικό της ζωγραφισμένο εξώφυλλο για το τελευταίο μου βιβλίο, που το εμπνεύστηκε κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης.
Είχα εργαστεί για πολλά χρόνια στη δημόσια εκπαίδευση, ένιωθα πάντα τον παλμό που κρύβεται πίσω από τα νέα παιδιά. Επιθυμούν να ζωντανέψει η μάθηση με κάθε δυνατό τρόπο. Η δημιουργική σύζευξη γλώσσας και λογοτεχνίας μπορεί να ωφεληθεί με τις επισκέψεις συγγραφέων σε σχολεία, τις επισκέψεις μαθητών σε βιβλιοθήκες, τις αναγνωστικές δράσεις εντός και εκτός της σχολικής τάξης, τη δημιουργία ιστότοπων από τους ίδιους τους μαθητές με συναφή θέματα, με το άνοιγμα της λογοτεχνικής εμπειρίας πέρα από τη σχολική αίθουσα. Μα πάνω απ’ όλα με την εισαγωγή ενός ολόκληρου λογοτεχνικού βιβλίου στην ύλη των Νεοελληνικών. Ενα τέτοιο βιβλίο δεν θα το πετούσαν και ενδεχομένως θα αποτελούσε τη μαγιά για τη μελλοντική τους βιβλιοθήκη.
Η δημιουργική σύζευξη γλώσσας και λογοτεχνίας μπορεί να ωφεληθεί με τις επισκέψεις συγγραφέων σε σχολεία, μαθητών σε βιβλιοθήκες κ.ά.
Αυτή τη ζωντάνια την ένιωσα και στην επόμενη συνάντηση όταν, με την πρωτοβουλία της φιλολόγου και προέδρου του Συνδέσμου Φιλολόγων Χανίων, Βαρβάρας Περράκη, βρέθηκα με δύο τμήματα του 2ου ΓΕΛ Χανίων. Εκεί τα παιδιά, με ανοιχτό το βιβλίο «Λογοτεχνία, Φάκελος υλικού, Δίκτυο κειμένων Γ΄ Λυκείου» διάβασαν ένα διήγημά μου από τους «Χάρτες», που (μεγάλη η τιμή) συμπεριλαμβανόταν στην ύλη τους και αναφώνησαν με χιούμορ «ένας ζωντανός συγγραφέας!».
Γελώντας τους ανέφερα ότι στα δικά μου γυμνασιακά χρόνια δεν υπήρχε περίπτωση να βρεθεί μέσα στα κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας κάποιος εν ζωή συγγραφέας. Κάποια χέρια επέμεναν στις ερωτήσεις, διέβλεπα ότι μια μέρα κάποιοι/ες σίγουρα θα γράψουν, θα είναι οι επόμενοι «ζωντανοί». Γιατί αυτό ήταν το μήνυμα και η ψυχική και ηθική ικανοποίηση: η διδασκαλία της λογοτεχνίας πρέπει να συμβάλει τόσο στη γλώσσα όσο και στη βιωματική μάθηση των μαθητών/τριών προς όφελος της κριτικής σκέψης, της συνθετικής ικανότητας και της δημιουργικής φαντασίας. Και ότι ο λογοτεχνικός κανόνας καθιερώνεται μεν από τους κριτικούς και θεωρητικούς, αλλά κατοχυρώνεται στην εκπαιδευτική διαδικασία από διορατικούς και επίμονους καθηγητές.
Εκεί στην Κρήτη, κάτω από το διαχρονικό βάρος του Νίκου Καζαντζάκη, σκεφτήκαμε ότι πολλά πράγματα μπορούν να γίνουν ακόμη και να μεταλαμπαδευτούν στις επόμενες γενιές.
* O κ. Θεόδωρος Γρηγοριάδης είναι συγγραφέας.