Ο οργανωμένος εμπρησμός του κτηρίου των συνδικάτων στην Οδησσό καταδεικνύει με τραγικό τρόπο ότι η σχηματική και σε πολλές περιπτώσεις ενορχηστρωμένα μεροληπτική προσέγγιση για την αλλαγή διακυβέρνησης στο Κίεβο αποκρύπτει το ουσιώδες: την ακροδεξιά ηγεμονία, μέσα από την οποία εδραιώθηκε η αποκαλούμενη «φιλοδυτική» μερίδα των ολιγαρχών στην Ουκρανία,
καταπνίγοντας τις αντίρροπες τάσεις στην ωμή βία των παραστρατιωτικών. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις της Δύσης και ο επικοινωνιακός τους περίγυρος υπεραμύνθηκαν αυτού του συνασπισμού από ολιγάρχες και ακροδεξιούς όλου του φάσματος, που είχαν μετατρέψει το Κίεβο σε εκθετήριο φασιστικών και εθνικιστικών εμβλημάτων από τη «Μεσευρώπη» του 1930-1945. Μετά τη «Μαύρη Παρασκευή», επιχειρούν να κρατήσουν τη δημόσια προσοχή μακριά από τη συνάφεια της κυβερνητικής συμμαχίας στο Κίεβο με τον εμπρησμό που προκάλεσε τουλάχιστον σαράντα νεκρούς και πολλούς τραυματίες στην Οδησσό.
Οι μη εκλεγμένοι κυβερνώντες στο Κίεβο ανήγαγαν σε στυλοβάτη τους τις διπολικές εθνικιστικές ερμηνείες, καθώς έχουν συγκροτήσει ένα «εθνικό πάνθεον», στο οποίο βρίσκουν θέση μόνο φιλοφασιστικές, αντικομμουνιστικές και αυταρχικές αναφορές, με τα σύστοιχά τους αιτούμενα σαν προγραμματικό πλαίσιο στο παρόν. Η ανασύνθεση της ιδεολογικής πρόσληψης και παράστασης για το ουκρανικό έθνος διεξάγεται εκ μέρους τους με ταυτοτικούς προσδιορισμούς και συμβολικούς διαμεσολαβητές που δαιμονοποιούν ή αποβάλλουν μεγάλα τμήματα του ουκρανικού πληθυσμού. Το έθνος οφείλει να υπερασπίζεται τους οικονομικούς στόχους της Τιμοσένκο ή του «μεγιστάνα της σοκολάτας» Ποροσένκο, να αναπολεί τα δηλητηριώδη επιτεύγματα του Μπαντέρα και του Μέλνικ και να υιοθετεί ως κοινωνική θέαση την εσωτερική και εξωτερική διαμάχη χωρίς όρια, μέχρι την οριστική εξουθένωση των «Μόσκαλι», των «Εβραίων», των «κομμουνιστών». Με αυτή την έννοια οι κυβερνώντες στο Κίεβο κηρύττουν τον πόλεμο σε ένα μεγάλο τμήμα του ουκρανικού λαού έχοντας διαπραγματευτεί την αρραγή ανοχή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών δυνάμεων της Δύσης.