Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σεχτα αντικαπιταλιστικων οικων μοδας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σεχτα αντικαπιταλιστικων οικων μοδας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

24.6.15

Greece has had an amazing year for us...


Μια κυνική υπενθύμιση του πώς λειτουργεί ο προηγμένος καπιταλισμός σε μια χώρα που τίποτα δεν είναι πιο πάνω από το κέρδος και την εκμετάλλευση: ο πλούτος των ελαχίστων από την εξαθλίωση και τη μιζέρια των πολλών. "Greece has had an amazing year for us"... Από την Evening Standard στις 22/6/15.



21.6.15

Is this the queue for the foodbank? Πορεία ενάντια στη λιτότητα - Λονδίνο 20 Ιουνίου 2015



Κάθε φορά που πρόκειται να κατεβώ σε διαδήλωση στο Λονδίνο, πριν αναμειχθώ με τους συντρόφους μου και τους υπόλοιπους διαδηλωτές, με πιάνει ένας ακατανόητος αντιδραστικός κυνισμός, ένα ξεδιάντροπο βρετανικό φλέγμα. Το ομολογώ. Έτσι και φέτος, στις 20 Ιουνίου που το People’s Assembly διοργάνωσε τη διαδήλωση ενάντια στην πολιτική της λιτότητας, ένιωσα παρόμοια λίγο πριν φορέσω τη διαδηλωτική μου εμφάνιση:  «Η ετήσια μου πορεία ενάντια στη λιτότητα» σκέφτηκα δεδομένου ότι είναι η τρίτη φορά που διοργανώνεται μία τέτοια τα τελευταία χρόνια στο Λονδίνο και μάλιστα φέτος λίγες εβδομάδες μετά την συντριπτική εκλογική νίκη των κατεξοχήν δυνάμεων της λιτότητας. «Διαδηλωτικός τουρισμός» φαντάστηκα  λίγο μετά καθώς με είδα να περνώ μπροστά από χαρακτηριστικά αξιοθέατα της πόλης: St Paul’s Cathedral, Trafalgar Square, Big Ben, Westminster Abbey. Και παρομοίασα τον εαυτό μου με τον Κινέζο τουρίστα που θα περπατήσει παράπλευρα και θα φωτογραφίσει πότε το διάσημο κτίριο και πότε τον εκκεντρικό λονδρέζο διαδηλωτή που τυχαία ετούτη τη μέρα θα του κλείσει το δρόμο. Το ξέρω, είναι ακριβώς το σύνδρομο όλων εκείνων των ανθρώπων που διαδηλώνουν στο Σύνταγμα κραυγάζοντας τον Ευρωπαϊσμό τους, μόνο που εδώ στο Λονδίνο το σύνδρομο αυτό εκφράζεται στον αντί-μεγαλομανιακό του αντίποδα. Δηλαδή τον καταθλιπτικό. Ακριβώς επειδή εδώ είναι το κέντρο της Ευρώπης, και το επίκεντρο των δικών τους μικροαστικών φαντασιώσεων. 

Parliament Square


Ευτυχώς η διάψευση και φέτος ήρθε στην ώρα της. Ήρθε τη στιγμή που σε κάποιον σταθμό του μετρό μίλια μακριά από το σημείο συγκέντρωσης είδα τη νεαρή μητέρα με το μπλουζάκι «Save Our NHS» να εξηγεί στα μικρά της παιδιά πόσο ωραία θα είναι εκεί που πηγαίνουν. Ήρθε τη στιγμή που παίρνοντας ένα καφέ στο χέρι συνάντησα μια γιαγιά και ένα παππού με τις πικέτες τους που έλεγαν «Cut the crap, not our benefits» να προεξέχουν από το σακίδιο το περασμένο στη πλάτη.  Η διάψευση ήρθε τη στιγμή που ο καθηλωμένος στο καροτσάκι έβγαλε τη μικροφωνική και τραγούδησε το bella ciao και τη στιγμή που ο παρανοϊκός σχιζοφρενής κραύγασε «fuck the fucking fuckers» όταν συνειδητοποίησε ότι το ελικόπτερο της αστυνομίας πετούσε αποκλειστικά για εκείνον. 

Αυτή είσαι η χαρά του να διαδηλώνεις στο Λονδίνο. Είναι η χαρά του να διαδηλώνεις σε μια ανοιχτή πορεία, χωρίς μπλοκ και χωρίς γκλομπ, με καθέναν να απολαμβάνει τη συμμετοχή, ισότιμα, ίσα, χωρίς να δίνει κανείς δεκάρα για το αν είναι μαύρος ή μουσουλμάνος ή γυναίκα ή αδερφή ή μετανάστης ή άθεος ή ανάπηρος ή σχιζοφρενής ή ό,τι δηλώσει ότι είναι. Είναι η χαρά αυτών των λίγων ωρών όπου η θεσμοθετημένη αγγλική μηδενική ανοχή στην ανισότητα βρίσκει το πραγματικό πολιτικό της μήνυμα, το ουσιαστικό νόημά της. Είναι η χαρά του να βρίσκεσαι για λίγο σε ένα κόσμο που να θέλεις και να αξίζει να ζεις μέσα του. 

ο αστακοκάβουρας David Cameron με τις δαγκάνες του
αρπάζει απ' το λαιμό έναν άτυχο τυχαίο διαδηλωτή

Ειδικά μάλιστα η πορεία ενάντια στη λιτότητα αναδεικνύει σε αυτή τη πόλη μια υπέροχη διαλεκτική. Γιατί ο πλούτος του Λονδίνου είναι ανυπέρβλητος και η λιτότητα στην κοινωνία του ανισοβαρής. Ο πλούτος συσσωρεύεται σε λίγα αυτοκρατορικά τετραγωνικά μίλια στο κέντρο του, σε τέσσερις αιώνες αρχιτεκτονικής, από την αριστοκρατία των παλατιών του 18ου ως τη μεγαλομανία των ουρανοξυστών του 21ου, στη τελευταία λέξη της τεχνολογίας, στις σημαίες μιας πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας και στα λάβαρα των πολυεθνικών που κατακλύζουν τους κεντρικούς της δρόμους. Και από την άλλη η λιτότητα, οι περικοπές, η περιθωριοποίηση, η ανισότητα, η κοινωνική αδικία, η απότομη φτωχοποίηση, η στοχοποίηση της φτώχειας, η ποινικοποίηση της μετανάστευσης, ο εξευτελισμός της εργασίας των zero hour contract, το bedroom tax, τα food banks, η ταπείνωση μιας ολόκληρης τάξης από τους δυνάστες της που κατέχουν όλον αυτόν τον ανυπέρβλητο πλούτο. Διαδηλώνεις ενάντια στη λιτότητα στη πιο flamboyant πόλη της Ευρώπης. 

Ενάντια στη λιτότητα έξω από το Savoy.
Μέσα στο Savoy εντωμεταξύ κάποιος τραπεζίτης θα έτρωγε τη
μπριζόλα του και χαρούμενος θα χάιδευε την κοιλιά του

Ακριβώς λόγω αυτής της διαλεκτικής βρήκα εξαιρετικό το ότι αυτή τη χρονιά οι διοργανωτές αποφάσισαν η πορεία να ξεκινήσει από την Bank of England και να διασχίσει τους στενούς δρόμους του City μέχρι να καταλήξει εκεί που παραδοσιακά τελειώνουν όλες οι μεγάλες λονδρέζικες πορείες, στην Parliament Square μπροστά από το κοινοβούλιο και τον Big Ben. Η πορεία ενάντια στη λιτότητα ξεκίνησε από τον πυρήνα του καπιταλισμού, διέσχισε τον λαβύρινθό του και κατέληξε στο πολιτικό προσωπικό των κατόχων και διαχειριστών του πλούτου που τον κλέβουν από αυτούς που τον παράγουν. 

Οι πιο μετριοπαθείς μετρήσεις έδωσαν μια εκτίμηση για κάτι περισσότερο από 250.000 συμμετέχοντες στην πορεία του 2015. Συγκλονιστικό νούμερο δεδομένου ότι κάθε πρωί, στριμωγμένος σε κάποιο βαγόνι του μετρό αναρωτιέσαι πόσο μόνος μπορεί να είσαι καθώς χάνεσαι σε ένα ακόμα πρωτοσέλιδο από-ιδεολογικοποιημένης απελπισίας. Συγκλονιστικό νούμερο δεδομένου ότι μόλις μερικές εβδομάδες πριν, στις εκλογές, οι δυνάμεις της συντήρησης και της λιτότητας, του φόβου και της αντίδρασης κέρδιζαν μια ξεκάθαρη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, υποσχόμενοι μια σκληρή νεοφιλελεύθερη ατζέντα αποκύημα του πιο σκληρού, του πιο τιμωρητικού θατσερικού τους υπερεγώ.  

Στο δρόμο ενάντια στη λιτότητα
απαγορεύεται η στροφή προς τα δεξιά. 
Τι λες τώρα ρε φίλε;
πράσινο φως στο δρόμο ενάντια στη λιτότητα
Μπα σε καλό σου, γελάσαμε και σήμερα

Αντί υστερόγραφου, δύο σχόλια για την «ελληνική συμμετοχή».
Στη πορεία οι «Έλληνες» συμμετείχαν στην ομάδα του εξαιρετικά ενεργού International People’s Assembly  που εκτός των άλλων στήριξαν ο Syriza London, η Ανταρσύα UK, το Anti-Fascist Action for Greece και η συγκλονιστική Greece Solidarity Campaign. Ωστόσο η μαζικότητα του «ελληνικού» μπλοκ ήταν και φέτος απογοητευτική, παρά την ραγδαία αύξηση του εργαζόμενου ελληνικού πληθυσμού της πόλης αλλά και της σχετικής μαζικότητας κυρίως του Σύριζα Λονδίνου. 
Παρόλα αυτά, οι διοργανωτές της πορείας, στην εκδήλωση που έγινε στο τέλος της στο Parliament Square, μεταξύ σημαντικών προσωπικοτήτων του βρετανικού κινήματος που απεύθυναν χαιρετισμό, έκαναν την τιμή να παραχωρήσουν χρόνο ομιλίας και σε μέλος του Syriza London. Η Μαρίνα Πρεντουλή είχε την ευκαιρία να μιλήσει για τα δεινά της ελληνικής λιτότητας μπροστά σε αυτό το τεράστιο πλήθος.  Και να αναδείξει ότι η ελληνική κοινωνία ήταν οι πρώτη που υπέφερε και η πρώτη που αντιστάθηκε. Και ακριβώς αυτή η τιμή απλά μας υπενθυμίζει ότι παρά τη τρομοκρατία των ευρωπαϊκών και των εγχώριων θεσμών και παρά τη ραγδαία υποχώρηση της κυβέρνησης από τις προεκλογικές της γραμμές, η βία της ελληνικής λιτότητας, ο ωμός εκβιασμός στην ελληνική κοινωνία, τα δεινά ενός εξαθλιωμένου λαού κατέχουν ακόμα κεντρικό σημείο στις συνειδήσεις των άλλων κοινωνιών. Και ότι η συνέχιση της αντίστασης στη βαρβαρότητα εξακολουθεί να παραμένει υποχρέωση απέναντι στους εαυτούς μας και σε όσους ακόμα εμπνέονται από αυτή. 

στη κεντρική γιγαντοοθόνη, δίπλα στη σκηνή στην Parliament Square, προβολή φωτογραφίας από την εκδήλωση συμπαράστασης/αλληλεγγύης στο ελληνικό λαό τον περασμένο Φλεβάρη, στον ίδιο χώρο. 


Περισσότερος διαδηλωτικός τουρισμός στο Λονδίνο σε αυτό το ιστολόγιο εδώ, εδώ και εδώ


  

8.7.14

το μετέωρο βήμα του κροκόδειλου - σκέψεις σχετικά με τον αγώνα των εργαζόμενων της ΔΕΗ



Η πρόθεση της κυβέρνησης συγκεκριμένα για την ΔΕΗ ήταν γνωστή από καιρό. Η αποφασιστικότητά της για αυτού του είδους τις μεταρρυθμίσεις δεδομένη. Το ιστορικό των ραγδαίων ιδιωτικοποιήσεων εξάλλου υπαρκτό, καταγεγραμμένο, παρόν. Και η χρήση οποιοδήποτε μέσου για την επίτευξη του στόχου βεβαιωμένη από το πρόσφατο ιστορικό παρελθόν και απολύτως προβλεπόμενη: από τη προπαγάνδα των δικών τους μέσων ενημέρωσης και τις αποφάσεις της αστικής δικαιοσύνης, μέχρι την ανήθικη επιστράτευση, και τη βίαιη καταστολή αν χρειαζότανε από τα ΜΑΤ και τις φασιστικές, παρακρατικές τους εφεδρείες. 
Ήταν γνωστό λοιπόν τι προγραμμάτιζε η κυβέρνηση για τη ΔΕΗ και προβλέψιμο το πώς θα αποκρινόταν στις αντιδράσεις. 

Συνεπώς, πριν ακόμα την απεργία, πριν τις κινητοποιήσεις των εργαζόμενων της ΔΕΗ και των πολιτικών υποστηρικτών της, δεν υπήρχε τίποτα που να δικαιολογούσε την αμέλεια, την παράλειψη, το αίσθημα αιφνιδιασμού. Δεν υπήρχε τίποτα που να δικαιολογούσε την ανεπάρκεια στην οργάνωση της επιχειρησιακής δράσης στον αγώνα κατά της συγκεκριμένης ιδιωτικοποίησης. Την καθυστέρηση στη δημιουργία του μετώπου δράσης, τη μη διάχυσή του στη κοινωνία. Δεν υπήρχε τίποτα που να δικαιολογούσε την μη έγκαιρη ενημέρωση της κοινωνίας, την μη έγκυρη δημιουργία του πανίσχυρου κοινωνικού αναχώματος αυτής της μεγάλης μάχης. Και επίσης, τίποτα που να μην επέβαλλε την προληπτική δράση της ίδιας της επιχείρησης, με βάση το κοινωνικό της ρόλο για τον οποίο καλούμαστε να παλέψουμε στο πλευρό της, να μην κόβει δηλαδή το ρεύμα στις ευάλωτα, φτωχά νοικοκυριά που τα τσάκισε η ραγδαία φτωχοποίηση. 
Πριν λοιπόν τον αγώνα, καμιά έγκαιρη οργάνωση, κανένας εκ των προτέρων προγραμματισμός, καμιά ουσιαστική προεργασία, καθόλου προετοιμασία. Όλα έδειχναν πρόχειρα, οργανωμένα στο πόδι, στη στιγμή, σαν το γνωστό και προγραμματισμένο σχέδιο της κυβέρνησης να επρόκειτο για μια απρόβλεπτη συγκυρία. 

Στη στιγμή της ίδιας της δράσης: Συνελεύσεις κατόπιν εορτής, εκδρομές πολιτικών αρχηγών και χειραψίες, αναθέσεις αρμοδιοτήτων σε αμφιβόλου πολιτικής και γενικότερης επάρκειας αντιπροσώπους αντί άμεσης συμμετοχικότητας, συνδιαλλαγές με διαπλεκόμενα μέσα ενημέρωσης, προσωπικές αντιπαραθέσεις με τσιράκια της εξουσίας, συνεχές παιχνίδι με τους όρους και στα μέτρα του συστήματος, προσωπική λεονταρισμοί συνδικαλιστών και κροκοδείλια δάκρυα. Η πολιτική κάλυψη της δράσης μέτρια και η κοινωνία σε σύγχυση. 
Η μαζική, ολοκληρωτική κατάρρευση του μετώπου, στο πρώτο, αποφασιστικό μέτρο από πλευράς της κυβέρνησης δεν θα μπορούσε παρά να είναι το αναμενόμενο αποτέλεσμα.  

Μετά τη δράση: Οι εργαζόμενοι υποκύπτουν στον κρατικό εκβιασμό, η αστική δικαιοσύνη τους δένει τα χέρια, η απειλή της απόλυσης, της οριστικής συντριβής κυριαρχεί. Και το σχέδιο Β του ίδιου του αγώνα ανύπαρκτο. Καμιά εναλλακτική δράση, καμιά ανταπάντηση. Μόνο παράλυση. Στο μεταξύ, η πολιτικοποίηση του αγώνα και η ιδεολογικοποίηση της κοινωνίας εξελίσσεται με όρους καθωσπρέπει αστικής δημοκρατίας: εντός του κοινοβουλίου, με ολομέλειες της βουλής και δημοψηφίσματα. Με διαπραγματεύσεις ψήφων, υπολογισμούς αριθμών βουλευτών, συνδιαλλαγές μεταξύ φτηνών προσωπικοτήτων, με ονοματολογίες, μικροπολιτικές. Πρακτικές που η άρχουσα τάξη παίζει στα δάκτυλά της. Η πολιτική δράση που χάνει εντελώς το νόημά της. 

Συνοψίζοντας:
Κακή οργάνωση, φτωχή προεργασία, μέτρια δράση, ανύπαρκτος συντονισμός αυτής, μέτρια πολιτική κάλυψη, λίγη κοινωνική συμμετοχή και αλληλεγγύη, ανούσια πολιτική αντίδραση, απουσία σχεδίου Β. 

Οι συνέπειες, αναμενόμενες, λογικές μα και εντελώς καταστροφικές: 
Καταρράκωση του όποιου κινήματος από μια νέα ήττα και διαιώνιση του αίσθηματος διαρκούς ήττας. Αποθάρρυνση στον κόσμο της εργασίας. Απώλεια του δίκαιου του αγώνα. Απώλεια του ηθικού πλεονεκτήματος στο περιεχόμενο του αγώνα. Απελπισία. Αβοηθησία. Εμβάθυνση στην απολιτικοποίηση. Απόσταση. Αποϊδεολογικοποίηση. Ψυχολογικό πλεονέκτημα σε μια φρικτή κυβέρνηση μαριονετών. 

Βρισκόμαστε στον τέταρτο χρόνο του μνημονίου και στον έκτο μιας πρωτοφανούς και ραγδαία επιδεινούμενης κρίσης, όπου τίποτα δεν έχει μείνει ακέραιο. 
Αδυνατούμε ακόμα και την πιο κρίσιμη στιγμή να μάθουμε από τα λάθη μας, παραμένουμε ανήμποροι στο να αξιοποιήσουμε την εμπειρία μας, να κατανοήσουμε τις συνθήκες των διαδοχικών ηττών μας και να τροποποιήσουμε τους τρόπους της δράσης μας και αντίδρασης. Μα πάνω απ' όλα δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να επιτύχουμε στοιχειώδη οργάνωση. Και δεν αναφέρομαι στην πολιτική οργάνωση, δηλαδή στη συστηματική δουλειά της μετατροπής μιας άγουρης κοινωνικής μάζας σε τάξη και την ώθησή της μακριά από τον εύκολο δρόμο του φασισμού και της αποϊδεολογικοποίησης. Αναφέρομαι στην οργάνωση μιας δράσης, ενός πολιτικού συμβάντος, ενός πολιτικού/κοινωνικού γεγονότος, που να αφορά τα εργατικά στρώματα και όσους πλήττονται από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της κυβέρνησης και να ενθαρρύνει τη μαζική συμμετοχή τους. Αυτό, μισή δεκαετία φτωχοποίησης αργότερα δεν το έχουμε καταφέρει, παρά τις εκλογικές νίκες ενός κομματιού της αριστεράς και παρά τη μερική ριζοσπαστικοποίηση ενός μεγάλου κομματιού της κοινωνίας. 

Σε στιγμές πλήρους κρίσης, στην κορύφωση της επίθεσης από την άρχουσα τάξη και τα τσιράκια της, στη κήδευση κάθε μορφής κοινωνικής δικαιοσύνης, σε αυτή την κατάσταση απόλυτης έκτακτης ανάγκης, κάθε πολιτική μας σκέψη, κάθε πολιτική μας δράση, κάθε μας κίνηση στην υπεράσπιση του δικαίου, του κοινωνικού πλούτου, της ίδιας της εργασίας, της ζωής βρίσκεται περιχαρακωμένη πίσω από την αστική νομιμότητα, αγκυλωμένη σε πολιτικούς καθωσπρεπισμούς, ταπεινωμένη σε φτηνές συνδιαλλαγές. Κείτεται παράλυτη, νεκρωμένη, εξαναγκασμένη στον θρίαμβο ενός συμπαγούς, συνεπούς ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Για πόσο ακόμα;


9.3.12

occupy wall street ή αλλιώς επίσκεψη στο πουθενά

Δεδομένου του ότι η συμμετοχή μου στο Occupy London κινήθηκε ανάμεσα στο ανύπαρκτο και το προσβλητικά απών αποφάσισα το προηγούμενο μήνα να ρεφάρω με κάτι πιο υπερατλαντικό και να δοκιμάσω τη τύχη μου με το Occupy Wall Street στη Νέα Υόρκη.

Όταν έφτασα στον περιβόητο δρόμο εκείνο το κρύο απόγευμα, με την εκλεκτή συντροφιά μου Α, η συνεδρία του χρηματιστηρίου είχε τελειώσει. Η περιοχή άδειαζε σιγά-σιγά από κόσμο, κάποια λευκά κολάρα που εξέρχονταν του χρηματιστηρίου φαίνονταν παράδοξα ήρεμα, οι τουρίστες αναζητούσαν τη διέξοδο προς τη γέφυρα του Brooklyn, τα διπλανά starbucks αναποδογύριζαν τις καρέκλες τους σημαίνοντας το τέλος της ημέρας, ενώ στο χώρο περιμετρικά, ένοπλοι του πολυδιαφημισμένου από τηλεοπτικές σειρές NYPD περιπολούσαν διεγερμένοι. Το χρηματιστήριο έστεκε με το νεοκλασσικό του προσωπείο σε μια πάροδο της Wall Street φωτισμένο σε μια γελοία ροζ απόχρωση.


Σύντροφοι όμως πουθενά.

Γνώριζα για τη βαριά φυσική καταστολή που δέχθηκε ο αρχικός ενθουσιασμός και η μαζικότητα του κινήματος στη Νέα Υόρκη και σε άλλες αμερικάνικες πόλεις και το ότι οι καταληψίες είχαν εκδιωχθεί και κατασκηνώσει αλλού, σε διάφορες βάσεις στο Μανχάταν, οπότε η φαινομενικά ολοκληρωτική απουσία κινηματικού ίχνους μου φάνηκε λογική.

Αλλά όχι και έτσι.

Ευτυχώς η φύση και τα επιτακτικά της καλέσματα διαμόρφωσαν διαφορετικά τη σχέση μου με το νεοϋορκέζικο κίνημα. 


Την είσοδο στο πολυτελές κτίριο της παραπάνω φωτογραφίας κοσμούσε μια μεγάλη περιστρεφόμενη πύλη, η μεγαλοπρέπεια της οποία συντηρούσε ζωντανές τις ελπίδες για ανεύρεση αξιοπρεπούς μέρους για να ρυθμίσω την ομοιοστασία υγρών στο σώμα μου λίγο πιο ανθρώπινα από ότι στα Μακ Ντόναλντς. Χωρίς δισταγμό και με την αποφασιστικότητα αυτού που χρειάζεται οπωσδήποτε να κατουρήσει κατεπειγόντως, διαπερνώ τη πύλη.  Η εκλεκτή συντροφιά Α ακολουθεί. Με θράσος διακόπτω κάποιον που έμοιαζε με διανοούμενο και που έδειχνε να έχει μια ιδιαίτερα σοβαρή συζήτηση με έναν εξίσου διανοούμενο, ρωτώντας για το κοντινότερο WC. Με πληροφόρησε αδιάφορα. Μου αρκούσε. "Δε θα αργήσω" είπα στην εκλεκτή συντροφιά Α μη μπορώντας να φανταστώ μπρος στην αγωνία της έπειξης ότι την άφηνα μόνη στο στόμα του λύκου. Ή καλύτερα στο σώμα του αχόρταγου για γυναίκα αντικαπιταλιστή καταληψία.



Η κατάληψη 
Συνηθισμένος από το φορτισμένο πολιτικά χώρο μιας ελληνικής κατάληψης, με τις αφίσες, τις μικροφωνικές, το χαρτομάνι, τα αποτσίγαρα και τα άδεια μπουκάλια μπύρας, αυτή ήταν μια ξενική εικόνα για μένα. Σαν μια μικρή κατασκήνωση διάσπαρτη εντός ενός ευμεγέθους κενού στο εσωτερικό ενός κτιρίου, ψυχρή σαν εκείνη τη νύχτα, μικρή μπρος στα πελώρια μεγέθη που χαρακτηρίζουν τη πόλη. Την αποτελούσαν λίγοι και αυτοί βρίσκονταν διασκορπισμένοι σε μικρές παρέες: Οι δυο  διανοούμενοι που πριν αποφασίσουν να μας φάνε τη γυναίκα έδειχναν να συζητούν ιδιαίτερα σοβαρά, κανά δυό ακόμα φορούσαν το χακί παλτό του γερμανικού στρατού και οι υπόλοιποι που έμοιαζαν με αποπροσανατολισμένους στο χρόνο χίππυς. Άλλοι κουβεντιάζανε, μερικοί μαγειρεύανε, κάποιοι έτρωγαν κάτι που έμοιαζε προϊόν ινδικής κουζίνας άγαρμπα τοποθετημένο σε χάρτινα πιάτα. Δυο τρεις στην άλλη άκρη γρατσούναγαν μια κιθάρα. Περιμετρικά, η όμορφη συμμετρία του εντυπωσιακού αίθριου διαστρεβλωνόταν από μερικούς κάδους ανακύκλωσης και μερικές σκηνές που φαινόταν ότι είχαν πρόσφατα ξεστηθεί.

Αν και πεπεισμένοι ότι η τύχη (και οι καταναγκασμοί της φύσης) μας οδήγησε στο σωστό μέρος, πλησιάσαμε τον πρώτο από τους ανθρώπους εκεί μέσα που μας φαινόταν οικείος για να το επιβεβαιώσουμε. Όχι τον διανοούμενο. Η οικειότητα ήταν σχεδόν προϋπόθεση της προσέγγισης μιας και προσωπικά δυσκολευόμουν να προσπεράσω τόσο τη μεγαλοπρέπεια του χώρου όσο και τον απόλυτο σεβασμό στα εσωτερικά αρχιτεκτονικά της χαρακτηριστικά. Σε αντίθεση με τη συντρόφισσα Α, που πολύ αποφασιστικά προσέγγισε τον πιο "Ευρωπαίο" από τους παρόντες ρωτώντας τον το πιο απλό. Εκείνος, ο μόνος από την ομήγυρη, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη περίεργη συντρόφισσα που εμφανίστηκε ξαφνικά, αλλά υποψιάζομαι ότι αυτό έγινε λόγω της ιδιαίτερης ομορφιάς που τη χαρακτηρίζει. Ας είναι.
Μας εξήγησε ο τύπος αυτός ότι η κατάληψη είχε μεταφερθεί σε ένα παρκάκι δυο δρόμους πιο κει, το  Liberty Παρκ, και ότι στο κτίριο αυτό, που ήταν το πρώτο που είχε καταληφθεί το περασμένο Σεπτέμβρη, παραμένει μια μικρή βάση ακτιβιστών που συνήθως κάνουν συζητήσεις ή μοιράζουν το φαγητό. Στη συνέχεια ρώτησε για τη καταγωγή μας, αλλά φαίνεται πως το γεγονός ότι ερχόμαστε από μια Ελλάδα βγαλμένη από τις φλόγες λίγο του κίνησε το ενδιαφέρον, πυροδοτώντας πιο πολύ την υποψία μου ότι η όμορφη Α. είχε για εκείνον μεγαλύτερη σημασία εκείνη τη στιγμή από μια πυρακτωμένη συζήτηση για το ελληνικό πρόβλημα και την επανάσταση. Ας είναι, και πάλι. 


Τον χαιρετίσαμε, δοκιμάσαμε λίγο από την ινδική ακτιβιστική wall street κουζίνα -που ήταν ομολογουμένως νοστιμότατη- και κατευθυνθήκαμε προς το πάρκο που μας είχε υποδείξει με την ελπίδα ότι οι σύντροφοι εκεί θα είχαν το νου τους περισσότερο στο θεωρητικά και πρακτικά ζητήματα της ρήξης με τον καπιταλισμό και λιγότερο στις γυναίκες. Ο κόσμος στο Liberty park ήταν ακόμα λιγότερος, ενώ περιμετρικά βρίσκονταν άριστα παραταγμένοι οι κέρβεροι της νεοϋορκέζικης αστυνομίας λιγοστεύοντας τα περιθώρια για οποιαδήποτε χαρούμενη σκέψη.

Αλίμονο. Η αναζήτηση αντικαπιταλιστών ακτιβιστών απαιτούσε στη κυριολεξία να περπατήσουμε κατά μήκος μιας διαδρομής που διέσχιζε τον πιο βαθύ πυρήνα του ίδιου του καπιταλισμού, από το χρηματιστήριο της Wall Street στο Liberty park ακριβώς μπροστά από το οικόπεδο του World Trade Center. Η προοπτική βρισκόταν βαθιά βυθισμένη στο βαρύ συμβολισμό και η μάχη, εκείνη τη νύχτα, μπορούσε μόνο να θεωρηθεί μια καλοστημένη φάρσα. Και έτσι, απότομα και καθ' οδόν και καθόλου μυθιστορηματικά, στον κλοιό των κέρβερων, τέλειωσε, τόσο άδοξα για την εκλεκτή συντροφιά Α και 'μένα, η εμπειρία του Occupy Wαll Street.


(συνεχίζεται)

26.10.11

#occupylsx - ιστορία από τη κατάληψη του Λονδίνου 1

Ένα μικρό παραλειπόμενο -και άκρως βρετανικό- από τα πολλά ωραία που συμβαίνουν πέριξ του άγιου Παύλου στο χώρο κατάληψης του occupy London: 


Σύμφωνα με τις λονδρέζικες αντιδραστικές φυλλάδες, υπάρχει η υποψία πως οι καταληψίες προτιμούν κατά τις βραδυνές ώρες τη θαλπωρή των ζεστών τους στρωμάτων από την υγρασία του βρετανικού φθινοπώρου, κατά συνέπεια από τις περίπου διακόσιες στημένες σκηνές η αστυνομία να υπολογίζει ότι κατά τη διάρκεια της νύχτας κατοικούνται στο λιγότερο από το 10%. Για να το αποδείξουν μάλιστα, αστυνομικοί χρησιμοποίησαν ειδικές κάμερες θερμικής απεικόνισης με τις οποίες -λένε- εντόπισαν "θερμική δραστηριότητα" - δηλαδή ζωή- σε ελάχιστες.
Αυτό πυροδότησε τα ένστικτα των μάνατζερ του ναού, ο οποίος για πρώτη φορά κρατήθηκε κλειστός για το κοινό από την εποχή του βομβαρδισμού του Λονδίνου απ'τη Λουφτβάφε το 43, βάζοντας τους δικηγόρους να κινηθούν νομικά κατά της κατάληψης και κάνοντας τη σοκαριστική δήλωση πως ο καταυλισμός είναι στη πραγματικότητα καταυλισμός φάντασμα, αποδεικνύοντας έτσι πως η αγγλικανική εκκλησίας δεν είναι κατά της κατάληψης διαμαρτυρίας αλλά κατά του κάμπινγκ. 
Οι διαδηλωτές αρνούνται ότι κατά 90% λείπουν το βράδυ και υπολογίζουν το ποσοστό γύρω στο 25%. Εκπρόσωπός τους, ένας μετανοημένος πρώην συντηρητικός, ανέφερε ότι οι καταληψίες είναι άνθρωποι της μεσαίας τάξης που το πρωί χρειάζεται να πάνε στη δουλειά τους και τα παιδιά στο σχολείο. Όσο για το 90% οι καταληψίες υποστηρίζουν ότι χρησιμοποιούν νέας τεχνολογίας σκηνές που εμποδίζουν τη θερμική ακτινοβολία να εντοπιστεί εξ'ου και η φαινομενική έλλειψη ζωής εντός των σκηνών. Μάλιστα έκαναν και ένα πείραμα βάζοντας ένα καταληψία να ξαπλώσει ανάμεσα στα δύο είδη σκηνών, με το ένα πόδι στη νέου τύπου, και αποδείχτηκε ότι με τις ειδικές κάμερες ο καταληψίας αυτός είναι κουτσός. 
Εξαιρετικού επιπέδου αντιπαράθεση, αν σκεφτεί κανείς πως το ελληνικό αντίστοιχο θα ήταν 12 καμιόνια δακρυγόνα και ανελέητο άνευ αιτίας ξύλο από αμέτρητες διμοιρίες μπάτσων. 


Το κατατοπιστικότατο site του occupy London εδώ, και το πρόγραμμα για όσους είναι ή σκοπεύουν να επισκεφθούν το Λονδίνο σύντομα εδώ

30.9.11

can't pay, won't pay, όχι άλλα πέη



Όσοι από σας βρίσκεστε στο Λονδίνο ή θα βρεθείτε εκεί τούτο το Σαββατοκύριακο, μπορείτε να περάσετε αύριο, 1η του Οκτώβρη, από το Camden town. Εκεί, αντί για τα κανάλια, την υπαίθρια αγορά, τις ατμοσφαιρικές παμπ ή τις καντίνες με τα ταϊλανδέζικα και κινέζικα, μπορείτε για αλλαγή να αναζητήσετε το camden centre όπου από τις 10 το πρωί θα διεξάγεται το συνέδριο με θέμα "Europe Against Austerity". 

Στο συνέδριο συμμετέχουν αντικαπιταλιστικές οργανώσεις από όλη την Ευρώπη και την Ελλάδα, πανεπιστημιακοί, μέλη του βρετανικού κοινοβουλίου, επιτροπές αναπροσαρμογής χρέους, και απλοί πολίτες. Το συνέδριο υποστηρίζουν οργανώσεις και σωματεία επίσης από όλοι την Ευρώπη και την Ελλάδα καθώς και προσωπικότητες όπως πχ ο βρετανός σκηνοθέτης Ken Loach. 

Οι οργανωτές υπόσχονται σαφή αντικαπιταλιστική κατεύθυνση και θέτουν ως στόχο μια καλύτερη οργάνωση πανευρωπαϊκής αντίστασης απέναντι στις παρατεταμένες σφοδρές επιθέσεις κυβερνήσεων και τραπεζών που προσπαθούν με ενέσεις ακραίου νεοφιλελευθερισμού να εμποδίσουν το κουφάρι του καπιταλισμού να σαπίσει. 

Δυστυχώς, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, προσωπικά δε θα μπορέσω να παρευρεθώ, ώστε να μεταφέρω στο ιστολόγιό μου τις εντυπώσεις  μου, αλλά το θεωρώ ενδιαφέρουσα πρόταση για το σαββατιάτικο πρωινό και παρακινώ το καθένα που ενδιαφέρεται να το κάνει. 

Η είσοδος κοστίζει 5 λίρες. 

Για περισσότερες λεπτομέρειες, η ιστοσελίδα του συνεδρίου εδώ. Το facebook event εδώ και το κάλεσμα στα ελληνικά εδώ.

22.7.11

αναμνήσεις από τη διαδήλωση στη Γένοβα το 2001 (μέρος 4)

Επιστρέφοντας ενθουσιασμένοι στον καταυλισμό, τρεις συνδιαδηλωτές και εγώ είχαμε την φαεινή ιδέα να τον εγκαταλείψουμε για να πιούμε κάπου μια μπύρα. Πήραμε λοιπόν ένα κεντρικό δρόμο και ανεβήκαμε σε ένα ύψωμα με πανοραμική θέα τη Γένοβα. Καλά ήταν αλλά όχι τη στιγμή που στην υπόλοιπη πόλη εξελισσόταν ένα πανδαιμόνιο βίας και αστυνομικής καταστολής. Δυσκολευτήκαμε να βρούμε κάποιο μπαρ και τελικά αρκεστήκαμε σε μια καντίνα και μερικά τενεκεδάκια. Δίπλα μας τα ασθενοφόρα επιτάχυναν σαν σίφουνες και οι σειρήνες τους ήταν τόσο δυνατές όσο και οι σειρήνες των περιπολικών. Όσο μας επιτρεπόταν από το βόμβο των ελικοπτέρων μπορούσαμε να ακούσουμε κάποια φίνα ιταλικά τραγουδάκια από το περίφημο radio Monte Carlo που σαν σε σουρεαλιστικό πανηγύρι ακουγόταν από τα ξεχαρβαλωμένα ηχεία της καντίνας που σχεδόν παράλογα παρέμενε ανοιχτή. Ώσπου σε ένα ντικρεσέντο της μουσικής καταλάβαμε πως η όλη υπόθεση «μπύρα στη λεηλατημένη Γένοβα» ήταν μόνο ιταλική φαρσοκωμωδία και αποφασίσαμε την επιστροφή στον καταυλισμό. 


Στον καταυλισμό η ατμόσφαιρα δεν ήταν ίδια με την απογευματινή του υποτιθέμενου θριάμβου και ένα τενεκεδάκι μπύρας προφανώς δεν την έκανε καλύτερη. Στο κομμάτι της ελληνικής πλευράς που εγώ είχα στρατοπεδεύσει κυριαρχούσε με μια λέξη ο φόβος. Το σκοτάδι είχε ήδη κιόλας πέσει και ο φόβος μεγάλωνε. Το ελικόπτερο πετούσε ολοένα και πιο χαμηλά και ο ισχυρός προβολέας του στόχευε έναν-έναν καθέναν από μας. Η συνοχή των διαδηλωτών που ήταν τόσο έκδηλη ολόκληρη την ημέρα έδειχνε χαλαρωμένη και ο καθένας διέδιδε τη κάθε πληροφορία με τον δικό του υποκειμενικό τρόπο. Έτσι το εδικό βάρος σε οτιδήποτε λεγόταν γιγαντωνόταν και ο μοναδικός τρόπος να παραμείνεις ψύχραιμος ήταν να μην ακούς κανέναν. Το πλήθος και η κοινή γλώσσα εξασφάλισαν με επιτυχία το αδύνατο στη προηγούμενη πρόταση. Μία ήταν η βασική φημολογία που διαδιδόταν αστραπιαία στο πάρκινγκ-καταυλισμό μας ανεξαρτήτου γλώσσας: ότι επίκειται ανήλεη επίθεση μπάτσων, μαζικό ξυλοκόπημα και συλλήψεις μέσα στο δικό μας καταυλισμό. Και το σούσουρο και η αγωνία έκαναν τη φημολογία βεβαιότητα. Η συνεχής διάβαση περιπολικών και λεωφορείων των καραμπινιέρων στη λεωφόρο μπρος από το πάρκινγκ εξέτεινε τη φημολογία, ο κινητήρας του ελικοπτέρου από πάνω μας τη παραμόρφωνε και οι σειρήνες των ασθενοφόρων την εκτόξευαν στη τροχιά της διεστραμμένης φαντασίας. Τα χαρτιά υγείας των κατασκηνωτών λιγόστευαν επικίνδυνα και οι ουρές στις χημικές τουαλέτες μεγάλωναν αναλόγως του φόβου. Σε μια γωνιά του καταυλισμού όπου είχαν κατασκηνώσει οι αναρχικές ομάδες καλλιεργήθηκε η ιδέα του αντί να μπουν αυτοί να βγούμε εμείς. Της αντεπίθεσης ως η καλύτερη άμυνα. Η ιδέα φαινόταν αποθαρρυντική αναλογιζόμενος κανείς τον συσχετισμό δυνάμεων και από μένα εντελώς απορριπτέα. Κανείς δεν έδωσε σημασία στη γνώμη μου βέβαια που διατυπώθηκε όσο περίμενα υπομονετικά στην ουρά της τουαλέτας. Ευτυχώς και μερικοί ακόμα συμμεριζόταν την ίδια γνώμη και μόλις ξεμπέρδεψαν απ’ την ουρά τη διατυμπάνισαν επίμονα. Και όπως φαίνεται η λογικοφάνειά της αποδείχθηκε με περιεχόμενο. Γερμανοί αναρχικοί του ίδιου καταυλισμού που αποφάσισαν να βγουν δεν ξαναγύρισαν εκείνη τη νύχτα. 

Όπως συμβαίνει σε καταστάσεις κρίσης, το πλήθος σύντομα άρχισε να αναζητεί κάποιον με ηγετικές ικανότητες. Εγώ περιορίστηκα σε μια νεαρή γιατρό η οποία οργάνωνε στη πραγματικότητα το ψυχισμό μας (μιας και δεν υπήρχε τίποτα άλλο να οργανώσει) με αποφασιστικότητα. Τα συναισθήματά μου για εκείνη είχαν γίνει σχεδόν μητρικής ανάγκης. Μα και αυτή περίμενε την ηγετική πρωτοβουλία από αλλού. Στον καταυλισμό υπήρχε και μια κυρία που ήταν πρώην Ευρωβουλευτής του Συνασπισμού. Μοιραία πολλοί στράφηκαν πάνω της για πρωτοβουλίες. Αναρωτιέμαι αν ήταν μια ακόμα παραμορφωμένη διάδοση αλλά ελέχθη (και αν διαβάζει έτσι for all time sake θα ήθελα να το επιβεβαίωνε) ότι η συγκεκριμένη μίλησε τηλεφωνικά με το προξενείο στο Μιλάνο και το προξενείο με τον έλληνα υπουργό εξωτερικών και από τον τελευταίο επήλθε η διαβεβαίωση ότι όσο η ελληνική αποστολή παρέμενε εντός του καταυλισμού δε διέτρεχε το παραμικρό κίνδυνο. Πολλοί κάγχασαν με το παραπάνω σχέδιο και αναδρομικά κοιτώντας το θα ήθελα πολύ να βρισκόμουν ανάμεσα σε αυτούς δεδομένου ότι ο τότε υπουργός εξωτερικών ήταν η αυτού μεγαλειότης Γεωργάκης Ανδρέα Παπανδρέου. Το αίσθημα της ασφάλειας στο μάξιμουμ δηλαδή. 

Έχοντας απολέσει και τη τελευταία ελπίδα περπάτησα προς τη πλευρά της θάλασσας. Μεγάλοι βράχοι σχημάτιζαν ένα κυματοθραύστη ο οποίος κάτω από το φως του προβολέα του ελικοπτέρου δάμαζε δυναμικά τα κύματα, ώστε υπό το καθεστώς του φόβου να μπορούσε να εμπνεύσει μια γερή διάρροια αν είχες καταναλώσει νωρίτερα κινέζικο. Καν αν ακόμα θα μπορούσε ένα ίχνος ομορφιάς να αναδειχθεί στο συγκεκριμένο τοπίο σε ένα τέτοιο αναβρασμό αδρεναλίνης, η διάδοση ότι ειδικές δυνάμεις μπάτσων θα ξεφυτρώνανε όπου να ΄ταν από τη θάλασσα συνέτεινε ανεπανάληπτα στην γενικευμένη ξενέρα. Μα έπρεπε να ασχοληθώ και με κάτι περισσότερο από αυτό. Ακριβώς απέναντι από το καταυλισμό, σε ένα λόφο, ακούστηκαν πυροβολισμοί. Την ίδια στιγμή δεκάδες περιπολικά και ασθενοφόρα κινήθηκαν προς τα εκεί και πολύ σύντομα κραυγές και ουρλιαχτά ανθρώπων παρασύρθηκαν από τον άνεμο μέχρι τα μέρη μας. Ποτέ στη ζωή μου μέχρι τότε δε είχα αισθανθεί τόση ανακούφιση που δε βρισκόμουν σε ένα μέρος. Δεν ήξερα τι ήταν, δεν ήξερα τι γινόταν αλλά ό,τι ακουγόταν το έκανε αποκρουστικό. Την επόμενη μέρα έμαθα ότι ό,τι ακουγόταν μέχρι σε μας ήταν το αποτέλεσμα της ασύλληπτης βίας που είχε ασκηθεί όταν οι δυνάμεις καταστολείς είχαν μπουκάρει στο σχολείο που εδραζόταν η ομάδα των ανεξάρτητων δημοσιογράφων και του indymedia και είχαν προκαλέσει το διαβόητο μακελειό στο σχολείο Diaz. Και τότε ο παιδικός μου φίλος έβαλε τη δική του κραυγή που ήταν κατανοητή και παρατεταμένη: «Ε όχι», είπε, «ε όχι, δε γίνεται, δε γίνεται, έβγαλαν τα τανκς!». Γυρίσαμε οι γύρω του προς τη πύλη του πάρκινγκ περιμένοντας την εισβολή των τεθωρακισμένων. Είδαμε μερικές αστυνομικές ερπύστριες να περνούν απ’ έξω μαρσάροντας και τρομοκρατώντας. Δε μπούκαραν αλλά έκλεισαν για τα καλά με τον όγκο τους τη έξοδο και διέκοψαν κάθε σκέψη για αντεπίθεση. Ήμασταν περικυκλωμένοι και στο έλεος των δυνάμεων της καταστολής. 




 Ώσπου τότε πήρα τη μεγάλη απόφαση: δώρισα γενναιόδωρα το τελευταίο χαρτί υγείας στους συντρόφους μου, τους αποχαιρέτισα έναν-έναν δια χειραψίας και χαμόγελου, ξεδίπλωσα το σλίπινγκ μπαγκ, το έστρωσα στο τσιμέντο, χώθηκα μέσα σ’ αυτό και σήκωσα το φερμουάρ μέχρι πάνω. Από κει χαμηλά ο προβολέας του ελικοπτέρου φαινόταν εξαίρετο θέαμα. Οι φωνές του κόσμου απαλό τραγουδάκι. Οι σειρήνες των μπάτσων παιδικά ξεφωνητά και των ασθενοφόρων χαρούμενα κλάματα. Οι ανησυχίες του παιδικού μου φίλου έρχονταν πια από μακριά, από την άλλη άκρη του τούνελ. Έκλεισα τα μάτια και αποφάσισα ότι αν σκάσουν οι ειδικές δυνάμεις από τη πύλη του πάρκινγκ, αν ξεβραστούν οι βατραχάνθρωποι απ’ τον κυματοθραύστη, αν ξεπεταχτούν οι αλεξιπτωτιστές από τα ελικόπτερα, εμένα θα με πιάσουν στον ύπνο, σε ένα ύπνο από εκείνους που κάνεις όταν το φόβο τον έχει ολόκληρο μέσα σου και τον πέπτεις, όταν τα μικρά του κομμάτια που είχαν παραλύσει κάθε σου κύτταρο ολοκλήρωναν τη δράση τους και έμεναν πια ανενεργά, αδιάφορα ανενεργά, σχεδόν αστεία. 


Τα ξανάνοιξα όχι από το προβολέα αλλά από τις ακτίνες του ήλιου. Είχε ξημερώσει. Και το ξημέρωμα εκείνο ήταν μοναδικό. Η αίσθηση του μέλει μόνο να περιγραφτεί από ένα συγγραφέα μα και αυτός πώς θα μπορούσε να εισδύσει στα συναισθήματά μου; Σηκώθηκα, τινάχτηκα από τη σκόνη που σήκωνε το ελικόπτερο που δεν έπαψε στιγμή να πετά από πάνω μας και δίπλωσα το sleeping bag. Από δίπλα μου πέρασε ένας τύπος που μοίραζε μια έκδοση της “L'Unità” της παραδοσιακής εφημερίδας της ιταλικής αριστεράς αφιερωμένη στα γεγονότα της Γένοβας και στη δολοφονία Τζουλιάνι. Πήρα μία. Τη ξεφύλλισα και σκέφτηκα ότι θα ήθελα εκείνη τη στιγμή έναν εσπρέσο και ένα κρουασάν. Κίνησα προς τα λεωφορεία που είχαν ήδη παραταχτεί προς αναχώρηση. Μπήκα σε ένα, κάθισα σε θέση και περίμενα. 


Στο πλοίο του γυρισμού υπήρχε ένας ακατανόητος διάχυτος ενθουσιασμός και μια νικηφόρα αίσθηση. Δε τη συμμεριζόμουν καθόλου. Ήμουν άλλωστε απασχολημένος με το να αποδομώ ακόμα το φόβο, να νιώσω τα τελευταία του απομεινάρια και επιβεβαιώσω τη νέα ουδό του μέσα μου. Η Πρωτοβουλία είχε καταλάβει το κεντρικό σαλόνι και σε ανοιχτή συνέλευση πανηγύριζε. Οι αναρχικοί, ενοχλημένοι από την έλλειψη αλληλεγγύης από πλευράς μας στους μαύρους και ξυλοκοπημένους συντρόφους τους, διέκοπταν επίμονα τους πανηγυρισμούς και επενθύμιζαν αυτό που θεωρούσαν στοιχειώδες καθήκον. Ένιωσα ισχυρή συμπάθεια αλλά δε κατάφερα να πάρω το μέρος τους όταν συζητήθηκε έντονα και με πάθος το θέμα της αντεπίθεσης της προηγούμενης νύχτας που δεν έγινε ποτέ. Ένας της πρωτοβουλίας προσπαθώντας να κατευνάσει τα πνεύματα απευθύνεται σε ένα από τους αναρχικούς χρησιμοποιώντας τη προσφιλή προσφώνηση «σύντροφε». Ο αναρχικός, με ένα αποφασιστικό ύφος το διακόπτει θυμίζοντάς του ότι ποτέ δε φάγανε μαζί και δε δικαιούται να τον αποκαλεί έτσι. Ήταν μια αστεία απάντηση που προκάλεσε τη θυμηδία και ελάφρυνε το κλίμα αλλά και που άλλαξε μέσα μου κάτι για πάντα. Θα καταλάβαινα αρκετά χρόνια μετά την επίδραση αυτής της χιουμοριστικής ατάκας. 

Λίγο πριν την είσοδο στα ελληνικά χωρικά ύδατα, οι σύντροφοι, το ίδιο πανηγυρικά και το ίδιο παθιασμένα δε είχαν αφήσει άρωμα για άρωμα στα duty free του καραβιού. Εντός των εγχώριων υδάτων και λίγο πριν την Ηγουμενίτσα το πλοίο σταμάτησε. Μας ενημέρωσαν πως οι ναυτεργάτες στο λιμάνι έκαναν 3ωρη στάση εργασίας και δε θα μπορούσαμε να δέσουμε. Νέο κύμα πανηγυρισμών εξαπλώθηκε στους συντρόφους. Η διαδήλωση στη Γένοβα έκλεισε με μια ακόμα νίκη του εργατικού κινήματος. 

Τέλος των αναμνήσεων. 


Το πρώτο μέρος αυτών, το δεύτερο και το τρίτο 

21.7.11

αναμνήσεις από τη διαδήλωση στη Γένοβα το 2001 (μέρος 3)

Το επόμενο πρωί δε με ξύπνησαν ούτε οι λαμπρές ακτίνες του γενοβέζικου ήλιου, ούτε η καυτή άσφαλτος του πάρκινγκ πάνω στην οποία κοιμήθηκα, ούτε και η αγωνία για τη μέρα που ξεκινούσε. Με ξύπνησαν οι έλικες του ελικοπτέρου που ράπιζαν τον αέρα στη χαμηλή του πτήση πάνω στον καταυλισμό σε μια απόπειρα πιστοποίησης ότι κάθε μας κίνηση βρισκόταν υπό παρακολούθηση. Μα δε με ένοιαξε αυτή η πρωτόγνωρη εμπειρία πρωινής έγερσης καθώς παρασύρθηκα κατευθείαν από τη ζωντάνια μιας κοινότητας στην οποία αισθανόμουν καλοδεχούμενος. Η ουρά στις χημικές τουαλέτες επιβεβαίωνε με τον τρόπο της την οριστικοποίηση του πρωινού ξυπνήματος και έδινε την ευκαιρία μιας πρώτης επαφής με το χώρο και τους ανθρώπους του. Ο καταυλισμός φαινόταν οργανωμένος και στην αύρα του δε διέκρινα το παραμικρό από την αναταραχή της προηγούμενης νύχτας. Η μισή έκτασή του ήταν κατειλημμένη από τους Γερμανούς διαδηλωτές, στην αντίπερα όχθη ήμαστε οι Έλληνες και διάσπαρτες στις γωνίες διάφορες λοιπές εθνικότητες. Η σκηνή του Μανού είχε κιόλας αποσυναρμολογηθεί κάνοντας το πάρκινγκ να φαίνεται απέραντο. Μεγάλα αντίσκηνα είχαν στηθεί περιμετρικά, με παραμορφωμένα τα σύμβολα των μεγάλων πολυεθνικών και κάτω από αυτά κόσμος προετοιμαζόταν για τη πορεία διορθώνοντας λεπτομέρειες σε πλακάτ, πανώ, σημαίες και μουσικά όργανα. 


Ακολουθώντας το πλήθος που έβγαινε από τις πύλες του καταυλισμού οδηγήθηκα σε μια σειρά από παραλιακά πάρκα όπου νέα αντίσκηνα φιλοξενούσαν φόρουμ και συνελεύσεις. Στάθηκα περισσότερο σε δύο από αυτά: στο πρώτο αναλυόταν η πρόταση «Τόμπιν» για φορολόγηση των χρηματιστηριακών συναλλαγών και στο άλλο εξελισσόταν μια συζήτηση για την άρνηση του χρέους των αφρικανικών χωρών. Τις παρακολούθησα και τις δυο υπό τη παραδοχή πως τις πιο πολλές δε θα μπορούσα να τις παρακολουθήσω. Στο μεταξύ ο κόσμος στις παραλιακές λεωφόρους πλήθαινε και οι οργανωμένες ομάδες, με τα χρώματα και τις μουσικές τους, έπαιρναν τη σειρά τους κατά μήκος της πορείας. Κάποιοι Καταλανοί αυτονομιστές συζητούσαν με τους αντίστοιχους της Κορσικής. Από ένα στενό εμφανίστηκε το μπλοκ των κούρδων. Πίσω τους ένα μπλοκ τούρκων κομμουνιστών. Ευτυχής και συμβολική διάταξη. Όπως συνήθως, οι κούρδοι χαμήλωναν τα πρόσωπά τους στη θέα φωτογραφικών και κινηματογραφικών μηχανών, ακόμα δε ξέρω αν ήταν ένα ευγενές πολιτισμικό τους χαρακτηριστικό ή το αποτέλεσμα ενός αγιάτρευτου αισθήματος καταδίωξης. Κρατούσαν μεγάλες φωτογραφίες του Οτσαλάν, και βλέποντάς τους σε μια κατάσταση μόνιμης συναισθηματικής συγκίνησης, παρόλο που το επεξεργαζόμουν διανοητικά δε μπορούσα να απαρνηθώ τα αρνητικά συναισθήματα της σχέσης της εθνικής μου καταγωγής και της κατάδοσης του αρχηγού τους. 

Μέχρι εκείνη τη στιγμή, με εξαίρεση το ελικόπτερο, η δυνάμεις καταστολής ήταν διακριτικά αφανείς. Μα καθώς η πορεία πύκνωνε, η αντανάκλαση των ηλιακών ακτινών στα κράνη τους πρόδιδε τη παράταξή τους σε παράδρομους, νησίδες, ανισόπεδα, μικρά υψώματα και λοιπές λεπτομέρειες της άστατης αστικής γεωγραφίας της ιταλικής πόλης. Σε κάθε λάμψη κράνους και ασπίδας αντιστοιχούσε και μια κραυγή αποδοκιμασίας ώστε τελικά ο βόμβος ενός πλήθους που ξεκινά να ενθουσιάζεται να δώσει τη θέση του στο αλύχτισμα μιας μάζας που γινόταν εξοργισμένη. Η ψυχραιμία ακόμα κυριαρχούσε αλλά το ήδη δοκιμασμένο ένστικτο επιβίωσης με παρότρυνε να αναπτύξω το βήμα αν ήθελα να ολοκλήρωνα τη μέρα όπως την είχα ξεκινήσει. Αναζητώντας την οικειότητα της ελληνικής γλώσσας βρήκα τα ελληνικά μπλοκ και ενσωματώθηκα κάτω από το πανώ της Πρωτοβουλίας. Μια γλυκιά φοιτήτρια νοσηλευτικής κρατούσε το ένα δοκάρι και εγώ που ουδέποτε υπήρξα τζέντλεμαν δε προσφέρθηκα να τη ξαλαφρώσω από το βάρος, προτιμώντας ένα ανόητο πρόσχημα φτηνής κουβεντούλας. Το προσωρινό σαχλαμάρισμα σταμάτησε μια δημοσιογράφος του Άλφα που διέκοψε απότομα τη πορεία του ελληνικού μπλοκ –γιατί αυτοί εκεί πέρα κάνανε ρεπορτάζ! Στη θέα της σκέφτηκα τη μάνα μου που ίσως να περίμενε να της τηλεφωνούσα για να επιβεβαίωνα τη καλή μου υγεία αλλά η ομαλή μέχρι εκείνη την ώρα πορεία με αποθάρρυνε από το να θυμηθώ ότι σκοπός της τηλεόρασης είναι να τρομοκρατεί τους άμοιρους τηλεθεατές της. Και έτσι την άφησα στο καημό της και την αγωνία – όπως με ενημέρωσε η ίδια κατά την επιστροφή μου. 


Στο μεταξύ το ρεπορτάζ διακόπηκε από μια αναστάτωση που ερχόταν από τα πίσω. Από το ύψωμα που βρισκόμουν διέκρινα καπνούς κάπου προς το τέλος της πορείας και από το σπασμένο τηλέφωνο συνειδητοποίησα ότι η γνωστή τακτική του σπασίματος της πορείας και της μαζικής επίθεσης μπάτσων στην ουρά της είχε μόλις εφαρμοσθεί. Η υπόλοιπη πορεία, ασφαλής στο εναπομείναν μέγεθός της, συνέχισε απρόσκοπτη ίσως επειδή γνώριζε πως ήταν ακόμα νωρίς για να ανησυχήσει για την πλήρη της ακεραιότητα. Το ίδιο και εγώ. Είχα μερικές ώρες ακόμα να περάσω ανέμελα, περπατώντας ανάμεσα σε χιλιάδες, κουβεντιάζοντας με δεκάδες και καταγράφοντας στη μνήμη τις εικόνες μιας πραγματικά ανοιχτής πόλης και τις γραφικότητες που τις ακολουθούσαν. Σε μια απλή παράθεση καταγράφω τα μεγάλα λευκά σεντόνια που κρεμόταν από τα ανοιχτά μπαλκόνια με τα οποία οι κάτοικοι καλωσόριζαν στη πόλη τους τους πολίτες του κόσμου, τους κουβάδες δροσερού νερού με τους οποίους άλλοι κάτοικοι κατέβρεχαν τους διαδηλωτές που διψούσαν για λίγο ακόμα, τις αμέτρητες μπάντες που παιάνιζαν μελωδίες από τραγούδια της επανάστασης μέχρι φελινικά σάουντρακ ασυγκράτητης χαρμολύπης, κλόουν, μασκαράδες, ανθρώπους να χορεύουν και να γελάνε, δέκα διαφορετικούς Πάπες να φωτογραφίζονται, δύο Έλβις Πρέσλευ, δυο-τρεις Μαραντόνα, τον Νίκο Κωνσταντόπουλο τον τότε πρόεδρο του Συνασπισμού και μετέπειτα του Παναθηναϊκού με τη γραβάτα του και τους παρατρεχάμενους να αποχωρίζεται προσωρινά τον ανυπόφορο αστισμό του. Ήταν το «πολύχρωμο, ανομοιογενές» κίνημα ενάντια στη παγκοσμιοποίηση στη μεγαλοπρέπειά του, το «όλοι διαφορετικοί μα όλοι ενωμένοι» σε μια χαρούμενη πράξη. 
Και μέσα στο μέγα πλήθος, στο μέγα χαλασμό, μια παράξενη όαση ξεπρόβαλε από τις νότες και τους αλαλαγμούς. Ένα μικρό μα κραταιό γαλατικό χωριό, με την σφικτή του αλυσίδα, τη πανίσχυρη ομάδα περιφρούρησης. Η πολυμελής αντιπροσωπεία του ΚΚΕ άνοιγε το δρόμο ανάμεσα στις μάζες, περιχαρακωμένη στην εντέλεια μέσα στο δίκιο της, αποφασισμένη μες από την περήφανη απόστασή της, περιφρουρημένη και ξεκάθαρη και πέραν κάθε υποψίας, η πολυμελής αντιπροσωπεία του ΚΚΕ, η αντιπροσωπεία του ΚΚΕ, το ΚΚΕ, σε αλυσίδα και περιφρούρηση, σε αλυσίδα, σε περιφρούρηση, και όλοι μαζί, η πολυμελής αντιπροσωπεία του ΚΚΕ, να φωνάζει το σύνθημα που όλους μας ενώνει, μας ενώνει, ενώνει: ΚΚΕ το κόμμα σου λαέ! Το κόμμα σου, λαέ, ΚΚΕ. 

Λίγο πριν ο κεντρικός πυρήνας της διαδήλωσης περάσει τη κόκκινη γραμμή, τη διαχωριστική που κατέδειχνε μέχρι που μπορούμε να προχωρήσουμε χωρίς να παίξουμε το κεφάλι μας, που ήταν όντως κόκκινη και τόσο διαχωριστική που σχεδόν δε φαινόταν από το πλήθος των μπάτσων που τη πατούσαν, που καθόριζε τα σύνορα της non man land στο άλλο άκρο της οποίας οι G8 συνομιλούσαν και αποφάσιζαν για το καλό το δικό μας, λίγο πριν λοιπόν περάσει από κει και κληθεί να αποφασίσει αν η σύναξη 500.000 ανθρώπων είναι όντως ικανή να σταματήσει τη σύναξη οκτώ, συνέβη η πραγματική εξαπάτηση, το colpo grosso. Από το τέλος της ουράς, από εκείνο που είχε απομείνει από την εκκαθάριση του μαύρου μπλοκ το πρωί από τις δυνάμεις καταστολής, ένα μακρόσυρτο βουητό που ακουγόταν χαρούμενο διαδιδόταν. Ήταν σαν ηχητικό κύμα που παρέσερνε και παρακολουθώντας το περίμενες τη σειρά σου για να σε παρασύρει. Μα η αναμονή για το κύμα αυτό ήταν περισσότερο ανυπομονησία, μιας και η ενέργειά του εγκατέλειπε όσους περνούσε με μια απρόσμενη ιλαρότητα, με μια ασυγκράτητη έκφραση επιδοκιμασίας. Ήταν σαν να ζητούσες να λουστείς από αυτό το κύμα. Τι είχε συμβεί; Γιατί χαίρονταν έτσι όλοι. Σύντομα το κύμα με έλουσε και μένα. Έμαθα αυτό που είχε συμβεί. Η σύνοδος, η περίφημη σύνοδος των G8 είχε ματαιωθεί. Η μεγάλη διαδήλωση της Γένοβας είχε ματαιώσει τη σύνοδο των G8. Τι ευτυχία, τι χαρά, τι μεγάλο ψέμα, τι μεγάλη απάτη!! Ακόμα και όταν αντιλαμβάνεσαι το αδιανόητο της είδησης προτιμάς να αφεθείς στη χαρούμενη αγκαλιά του πλήθους καθώς μόνο έτσι δε θα αισθανθείς απελπιστικά μόνος στη διάψευσή της. Και περπατώντας, ένα με το πλήθος, ενθουσιασμένος όντας το πλήθος, χρειάστηκε να διανύσω αρκετά ακόμα χιλιόμετρα για να υποψιαστώ τη κομπίνα, μα και να διανύσω και κάμποσα ναυτικά μίλια στην Αδριατική για να την εμπεδώσω. Κανείς δεν ήταν απόλυτα σίγουρος ότι η είδηση αυτή δεν ήταν σπασμένο τηλέφωνο. Και οι περισσότεροι γύρω μου αποφάσισαν προσωρινά να τη δεχτούν ως αληθινή. Γιατί, ούτε twitter υπήρχε τότε ούτε άμεσο ίντερνετ μέσω τηλεφώνου και η περιήγηση κλήσεων κόστιζε ακόμα πολλά. Μα και να υπήρχε η τεχνολογία κανείς δε θα προτιμούσε να διαψεύσει τόσο γρήγορα τη χαρά. Έτσι, το πέρασμα του μεγαλύτερου όγκου των διαδηλωτών μπρος από τη κόκκινη γραμμή έγινε ανώδυνα, ευχάριστα, χαρούμενα. Κοιτάζαμε τους μπάτσους που τη φυλάγανε αφ’ υψηλού, σχεδόν απαξιούσαμε ούτε καν να φανταστούμε να συγκρουστούμε με εκείνους δεδομένου του θριάμβου. Και έτσι έγινε το πέρασμα με τα κεφάλια μας ακέραια και αναίμακτα. Τώρα πια δεν έμενε τίποτα περισσότερο από το να επιστρέφαμε στον καταυλισμό και να οργανώναμε τα επινίκια. Για λίγο με φανταζόμουν στα στενά της Γένοβα, να πίνω και να γλεντάω, αλλά η αποθαρρυντική εικόνα της αρμάδας των μπάτσων που περπατούσε δίπλα μου ευτυχώς με σταμάτησε από την επικίνδυνη φαντασίωση. Γιατί όπως έδειξε η μετέπειτα εμπειρία, το καίριο κτύπημα από τις δυνάμεις καταστολής γίνεται ακριβώς τη στιγμή του ηλιθίου ονειροκοπήματος, τη στιγμή που επιτρέπεις στον εαυτό σου να σκεφτεί ότι οι ένοπλοι και έννομοι υπερασπιστές της άρχουσας τάξης θα μπορούσαν ποτέ να επιτρέψουν τη φαντασίωση. Ήδη κάποιοι αφελείς ονειροπόλοι ξυλοκοπούνταν αγρίως στο τελευταίο κομμάτι της πορείας και αυτό έμελε να ήταν η αρχή ενός ολονύχτιου αγώνα ενάντια στον εφιάλτη. Και όμως η πορεία ήταν τόσο μεγάλη που η βία που εξαπλωνόταν σα ρεύμα στη σπονδυλική της στήλη δε μου είχε γίνει ακόμα αντιληπτή πέρα από τα διάσπαρτα αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα και τις βανδαλισμένες σιδεριές με τις οποίες οι τράπεζες είχαν στολίσει τις βιτρίνες τους. Κατάκοπος απ’ τα χιλιόμετρα πεζοπορίας αλλά με τη γεύση της επιτυχίας στα χείλη επέστρεψα με τους υπόλοιπους στον καταυλισμό.

συνόδευσε τα παραπάνω με αυτό

το πρώτο μέρος και το δεύτερο μέρος

στην επόμενη ανάρτηση:
πόσο μεγάλη ήταν η νύχτα που ακολούθησε;
είναι τελικά καλή ιδέα η μπύρα εν μέσω δακρυγόνων και δυνάμεων καταστολής;
επέζησα τελικά;

20.7.11

αναμνήσεις από τη διαδήλωση στη Γένοβα το 2001 (μέρος 2)



μάγκες πιάστε τα γιοφύρια

Η προσέγγιση του λιμανιού της Ανκόνα το επόμενο πρωί φανέρωσε τη κεντρική ιδέα του τριημέρου: μπάτσοι, αμέτρητοι μπάτσοι παντού. Οι διαδηλωτές είχαν πιάσει τις βιτρίνες του πλοίου και τις κουπαστές και κοιτούσαν με προβληματισμό και συγκρατημένη αναμονή. Κάποιοι έβριζαν. Σταμάτησα το μέτρημα των αστυνομικών λεωφορείων που περίμεναν στο λιμάνι στο 53 γιατί κατάλαβα πως το να συνεχίσω στα υπόλοιπα δε θα προσέφερε περισσότερα στις πρωταρχικές μου σκέψεις. Η επιβίβασή μας στο λεωφορείο ωστόσο έγινε χωρίς πρόβλημα, μαθαίνοντας εκ των υστέρων πως στην επόμενη καραβιά ελλήνων διαδηλωτών, του Συνασπισμού, απαγορεύτηκε η έξοδος από το πλοίο και η είσοδος στην Ιταλία. Η συνθήκη του Σένγκεν είχε αρχίσει να εφαρμόζεται εκείνη τη χρονιά και η μετακίνησή μας ως ευρωπαίοι πολίτες, άρα και των συνασπισμένων, όφειλε να ήταν ελεύθερη. Μα ό,τι συνέβη σε αυτούς δεν ήταν παρά η πιστή εφαρμογή της Σένγκεν η οποία προέβλεπε και κλείσιμο των συνόρων όταν «ταραξίες», στη προκειμένη περίπτωση πρόγονοι του τρισκατάρατου Σύριζα, υπήρχαν υποψίες ότι θα προκαλούσαν επεισόδια. Ήταν η πρώτη εξαπάτηση του πλήθους από αυτές που εγώ αντιλήφθη εκείνο το τριήμερο.


Η μετακίνησή μας από την Ανκόνα στη Γένοβα διήρκησε σχεδόν ολόκληρη τη μέρα. Προγραμματισμένο ήταν να βρισκόμαστε στο προορισμό μας εγκαίρως για τη πρώτη διαδήλωση, της Πέμπτης, προοίμιο της μεγάλης της επόμενης ημέρας. Ωστόσο οι συνοδοί μας είχαν διαφορετικά σχέδια και μεγαλύτερη εξουσία. Η ελληνική αποστολή συνοδευόταν από κλούβες και αυτοκίνητα των καραμπινιέρων σε ολόκληρο το ταξίδι στην Ιταλία. Αυτοί ήλεγχαν το ρυθμό και τη ταχύτητα του καραβανιού και ενδεχομένως αυτοί να καθόριζαν και τις στάσεις. Δεν μπορώ να γνωρίζω, ούτε και έμαθα ποτέ τους λόγους, αν πχ σκόπευαν να μη βρεθούμε εγκαίρως στη διαδήλωση εκείνη τη μέρα. Υπήρξαν μάλιστα κάποιες στάσεις οι οποίες διήρκησαν τόσο ώστε κάποιος να αρχίσει να σκέφτεται ότι γίνεται κράτησή μας και παρεμπόδιση μετακίνησης.
Το καλό κλίμα εντός του δικού μας λεωφορείου όμως διασκέδαζε τη πατροπαράδοτη ελληνική καχυποψία και το ταξίδι γινόταν ολοένα και πιο ευχάριστο με νυν και πρώην φοιτητές στη γείτονα χώρα να μας ξεναγούν στο πέρασμά μας από το Σαν Μαρίνο, με σχόλια αστεία και σοβαρά για την ιταλική βιομηχανία που συναντούσαμε κατά μήκος της Βία Αδριάτικα, και τους χαρούμενους συνειρμούς στο πέρασμα μπρος από εργοστάσια όπως της Πιάτζιο και της Νουτέλα. Σε έναν από τους σταθμούς τροφοδοσίας που σταματήσαμε για φαγητό, τουαλέτα και τσιγάρο, διαδόθηκε η φήμη πως αυτός ανήκει σε εταιρία του Μπερλουσκόνι. Η ανωνυμία του διαδικτύου μου επιτρέπει να εκμυστηρευτώ πια πως η παραπάνω πληροφορία έδωσε σε κάποιους συντρόφους το ηθικό δικαίωμα για ένα μίνι πλιάτσικο σε είδη πρώτης ανάγκης, όπως τα πατατάκια. Η αποκάλυψη της πράξης αυτής εντός του λεωφορείου επέφερε την μυστική επιδοκιμασία όλων όταν διαπιστώσαμε ότι τα κλοπιμαία (ή καλύτερα τα απαλλοτροιωθέντα) είχανε γεύση ρίγανης. 

Εκείνη την εποχή διατηρούσα την ακατανόητη τώρα και σχεδόν εφηβική πεποίθηση ότι το κινητό τηλέφωνο ήταν δείγμα κομφορμισμού γι’ αυτό και αρνιόμουν πεισματικά να αποκτήσω ένα. Έτσι δεν έμαθα ποτέ την αγωνία της μάνας μου όταν εκείνη από την άνεση της τηλεόρασής της μάθαινε ότι εκεί που έστελνε το γιο της μόλις οι μπάτσοι είχαν δολοφονήσει ένα συνομήλικό του. Παραδόξως βέβαια ούτε και οι άλλοι συνδιαδηλωτές πληροφορήθηκαν εγκαίρως τα νέα γι’ αυτό η δολοφονία Τζουλιάνι μας ανακοινώθηκε με το τρόπο που τα δυσάρεστα γεγονότα ανακοινώνονται στο στρατό, στα σχολεία και τις κατασκηνώσεις. Σε μια από τις στάσεις τροφοδοσίας ο αρχηγός της αποστολής (που αυτή τη στιγμή δε θα θυμάμαι το παραμικρό από τα προσωπικά και πολιτικά του χαρακτηριστικά) μας συγκέντρωσε και μας είπε πως τα πράγματα εκεί που πηγαίνουμε έχουν σοβαρέψει σημαντικά και πως υπάρχει ήδη ένας νεκρός.
Δεν ξέρω αν οι λέξεις ειπώθηκαν τυχαία αλλά η αποφυγή του όρου δολοφονία είχε μια ανακουφιστική επίδραση πάνω μου παίζοντας προφανώς με ένα άγουρο ένστικτο αυτοσυντήρησης για το οποίο αναδρομικά ντρέπομαι δημόσια. Κανείς δε γνώριζε περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τον θάνατο και μόνο όταν ήρθαμε σε επαφή με κατασκηνωτές στο τελικό μας προορισμό μάθαμε αυτό που είχε στη πραγματικότητα συμβεί. Στο λεωφορείο η είδηση αυτή δε συζητήθηκε ανοικτά χάνοντας έτσι και τη δυνατότητα να υποστηρίξουμε ο ένας τον άλλο για τα βαριά συναισθήματα που η ατμόσφαιρα πρόδιδε ότι μας διακατείχαν και να αποδείξουμε ότι ο όρος «σύντροφε» που αιωρούταν κάθε τέσσερις λέξεις εντός του λεωφορείου είχε όντως μια ουσιαστική συναισθηματική αξία. Μα από τον εκνευρισμό για τις συνεχείς διακοπές της πορείας μας από τους μπάτσους γινόταν κατανοητό ότι ο φόβος μπορούσε να μετατραπεί εύκολα στον αναγκαίο αντίποδά του της οργής.


Στη Γένοβα φτάσαμε βραδέως, αργά και καθυστερημένα, το βράδυ της Πέμπτης. Η πρώτη μέρα της προγραμματισμένης μας δράσης είχε χαθεί. Οδηγηθήκαμε κατευθείαν σε ένα τεράστιο πάρκινγκ στο λιμάνι όπου βρισκόταν ο κυρίως καταυλισμός των διαδηλωτών. Υπήρχε μια γενική αναστάτωση σε αυτό και ο λόγος δεν ήταν η συναυλία του Manu Chao που μόλις είχε τελειώσει στον ίδιο χώρο. Δεν είχε να κάνει με τη χαρούμενη μετασυναυλιακή ενέργεια που παίρνεις απ’ τον Μανού, ήταν κάτι λιγότερο από αυτό, πιο βαρύ, πιο σκοτεινό. Ή ίσως ήταν μόνο μια δική μου αντίληψη ή ένα προαίσθημα για αυτό που θα ζούσα στον ίδιο χώρο ακριβώς 24 ώρες αργότερα. Στη σκηνή που είχε στηθεί, ένας νεαρός άνδρας μιλούσε μόνος του σε ένα αόρατο πλήθος, ήταν ατημέλητος και ακατανόητος, φανερά αναστατωμένος και υποθέτω κυνηγημένος από τους δαίμονες της δικής του διαταραγμένης προσωπικής αντίληψης. Δεν τον ξαναείδα από τότε ποτέ .

εισαγωγή στις επόμενες (και ουσιαστικές) αναρτήσεις με αυτό
το πρώτο μέρος της ανάμνησης εδώ


στην επόμενη ανάρτηση:
τι ρόλο έπαιξε η γλυκιά φοιτήτρια της νοσηλευτικής;
ποιος πρόεδρος μεγάλης ΠΑΕ συμμετείχε στα γεγονότα;

19.7.11

αναμνήσεις από τη διαδήλωση στη Γένοβα το 2001 (μέρος 1)

Αναπολώντας ωραία και ξεχωριστά γεγονότα στα οποία πήρα μέρος και ακόμα ωραιότερα που δεν πήρα, αναλογιζόμενος πόσο γρήγορα φόρτωσα στη νεανική μου καλοσχηματισμένη πλάτη μια ολόκληρη δεκαετία και αναρωτώμενος αν ακόμα η μνήμη μου με υπηρετεί αξιοπρεπώς, θα προσπαθήσω σ’ αυτή και στις επόμενες αναρτήσεις να μετασχηματίσω τις μνήμες σε παραγράφους καταγράφοντας την εμπειρία μου από τη μεγάλη και αιματοβαμμένη διαδήλωση της Γένοβας το 2001 από την οποία στις 21+22 του Ιουλίου συμπληρώνονται δέκα ολόκληρα χρόνια. 


σαν βγεις στο πηγαιμό

Έχοντας εκείνο τον Ιούλιο ολοκληρώσει το 4ο έτος σπουδών και με τον ενθουσιασμό της συμμετοχής σε φοιτητικές κινητοποιήσεις, πολιτικές ζυμώσεις και διαμάχες είχα την επιθυμία να μετουσιώσω την επιθυμία μου για συμμετοχή σε κοινωνικά γεγονότα που θα ταίριαζαν στις σκέψεις μου για τον άνθρωπο και τη θέση του στον κόσμο που τότε αναπτύσσονταν ραγδαία. Με το κίνημα του Σιάτλ εν πλήρη εξελίξη, με τη φράση «ενάντια στη παγκοσμιοποίηση» να ξεστομίζεται από χείλη του καθενός -απ’ τον Νόαμ Τσόμσκυ ως τους παπαροκάδες- και με κάμποσους συμφοιτητές και γνωστούς μου να είχαν συμμετάσχει λίγους μήνες πιο πριν στη διαδήλωση στη Νίκαια ενάντια στον σχεδιαζόμενο (και απόλυτα επιτυχημένο) μετασχηματισμό της Ευρώπης σε Ένωση καπιταλιστών, δε θα μπορούσα να αρνηθώ τη πρόσκληση της συμμετοχής στην εκδρομή που οργάνωνε για το τριήμερο 19-22 Ιουλίου στη Γένοβα η αντίστοιχη «Πρωτοβουλία» ενάντια στη συνέλευση των G8. 


Πάντα κρατούσα αποστάσεις από τους κατά τ’ άλλα μαχητικούς ΣΕΚίτες αλλά οι ενδοιασμοί στη συμμετοχή μου στη οργάνωση-ομπρέλα «Πρωτοβουλία Γένοβα 2001» που δημιούργησαν κάμφθηκαν όταν στο ένα και μοναδικό πούλμαν που ξεκίνησε από τα Γιάννενα εκείνο το πρωί της Πέμπτης είχαν εξασφαλίσει θέση εκτός των ΣΕΚιτών και Συνασπισμένοι, Μ-Λδες, Λ-Μδες, ΝΑΡίτες, τροτσκιστές, ο μοναδικός εναπομείνας μαοϊκός των Ιωαννίνων, οικολόγοι-ακτιβιστές, αναρχικοί, ανένταχτοι, συνδικαλιστές καθώς και –αυτό θα προκαλούσε την έκπληξη όσων βρισκόταν σε εκείνο το πούλμαν- ένας ακόμα με ιδεολογικές απόψεις που εδράζονταν στη γνήσια λαϊκή δεξιά. Ο τελευταίος ήταν παιδικός μου φίλος που σε αντίθεση με άλλους δε δυσκολεύτηκα καθόλου να πείσω για τους σκοπούς του ταξιδιού. Καθοδόν για τη Πάτρα όπου θα συναντούσαμε τις υπόλοιπες αποστολές της Πρωτοβουλίας και θα παίρναμε το πλοίο για την Ανκόνα, ήταν αναμενόμενο πως οι συζητήσεις όλων με όλους θα ήταν παθιασμένες και εξολοκλήρου πολιτικές. Χαρακτηριστικά θυμάμαι ότι λαχταρούσα να αφομοιώσω ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό σε μια κουβέντα σχετικά με τον αν η αυτοκτονία του Αχράμοβιτς το 1930 έπαιξε κάποιο ρόλο στη πορεία της μπολσεβίκικης επανάστασης ή αν η μυστικοποίηση της διαλεκτικής του Χέγκελ και η εγελιανή μετατροπή της διαδικασίας της νόησης σε αυθυπόστατο υποκείμενο επηρέασε τον Ένγκελς στη συμβολή του στη μαρξιστική κριτική της πολιτικής οικονομίας. Τότε θεωρούσα ότι ο Χέγκελ και ο Έγκελς ήταν το ίδιο πρόσωπο με διαφορετική προφορά του ονόματός του γι’ αυτό και βρήκα τη κουβέντα χαοτική οπότε προτίμησα να αφοσιωθώ στις συζητήσεις των οικολόγων σχετικά με το πώς να πειστεί η μητέρα του ενός ότι δεν είναι σωστό να σκοτώνουμε τις αρκούδες της Πίνδου επειδή πεινασμένες της κλέβουν τα κυδώνια. Ο παιδικός μου φίλος της λαϊκής δεξιάς αναψοκοκκινισμένος από τη συμμετοχή του συζητούσε σαν να μην υπήρχε αύριο. 

Αξιομνημόνευτη ήταν η στάση για καφέ σε ένα εξωτικό θέρετρο-σκυλάδικο έξω απ’ το Αγρίνιο. Οι θαμώνες που έπιναν ράθυμα τον φραπέ κάτω από τους πλαστικούς φοίνικες και κάποιοι που έκαναν βουτιές στη πισίνα κοίταζαν αυτούς που ξεφόρτωσε από το πουθενά ένα πούλμαν να μεταφέρουν καδρόνια και να τα καρφώνουν σε λινάτσες με αντικαπιταλιστικά συνθήματα σαν να πρόκειται για εξωγήινους. Η επαφή των δύο κόσμων φαινόταν αδύνατη και έτσι παρέμεινε. Το μόνο που έδειχνε να τους ενώνει ήταν το ακατέργαστο πάθος για τον παγωμένο φραπέ. 


Στο πλοίο προς την Ιταλία οι διαδηλωτές της Πρωτοβουλίας απ’ όλη την Ελλάδα χωρίστηκαν και επανενώθηκαν στις μικρές τους πολιτικές συνομοταξίες. Πιο ξεχωριστή όλων ήταν αυτή των ΣΕΚιτών που απ’ ότι φαινόταν είχαν υιοθετήσει για τα καλά από τους βρετανούς ομοϊδεάτες τους του socialist worker party και το τρόπο να διασκεδάζεις: Και να σου τα μπόνγκος και να σου οι ρυθμοί και να σου οι χοροί! Βέβαια υπήρχαν και κάποιοι από αυτούς που με αγωνία πίεζαν τα νεαρότερα μέλη να πουλήσουν κανένα αντικαπιταλιστικό μπλουζάκι ή καμιά κονκάρδα της πρωτοβουλίας, αλλά δε βαριέσαι, καλή καρδιά. Οι υπόλοιπες ομάδες ήταν πιο ήσυχες αλλά και πάλι δε είμαι βέβαιος μιας και η βασικότερη ανάμνηση από το πήγαινε δεν ήταν ούτε η συνέλευση, ούτε οι συζητήσεις, ήταν ο καταψυγμένος μου λαιμός μετά τη φαεινή μου ιδέα να κοιμηθώ ακριβώς κάτω από το air condition του πλοίου.



Στην επόμενη ανάρτηση:
Πόσα λεωφορεία καραμπινιέρων μας περίμεναν στην Ανκόνα;
Τι πραγματικά συνέβη στη στάση για τουαλέτα καθ οδόν προς Γένοβα;

προαιρετική θέαση - ζέσταμα εδώ!

30.8.10

πάμε στο Portland για καφέ;

Στο Πόρτλαντ, στις ΗΠΑ, υπάρχει ένα αυτόνομο χορτοφαγικό καφέ που ονομάζεται "το κόκκινο/μαύρο καφέ". Πρόκειται για ένα στέκι που διοικείται και λειτουργεί ως κολεκτίβα. Είναι υποθέτω κάτι παρόμοιο με τα ωραιότατα ελληνικά αυτόνομα στέκια που ξεφυτρώνουν στον αστικό ιστό σαν λουλούδια αυτούς τους δύσκολους καιρούς. Εκεί πριν ένα μήνα συνέβη το εξής περιστατικό:


Ένα μέλος της κολεκτίβας, ο John Langley, καθάριζε το ψυγείο με τις μπίρες κάτω από τον πάγκο, όταν ένας αστυνομικός, ο James Crooker, εισήλθε στον καφενέ. Όταν ο John είδε τον αστυνομικό με τη στολή υπηρεσίας του και όλα τα συναφή ξαφνιάστηκε, αλλά κράτησε τη ψυχραιμία του και έκανε ό,τι τα μέλη της κολεκτίβας που εργάζονται σε αυτόνομα καφέ εκπαιδεύονται και αναμένεται να κάνουν: απέφυγε την αντιπαράθεση, δεν έκανε ερωτήσεις, και γρήγορα πήρε τη παραγγελία. Ο αστυνομικός παρήγγειλε έναν καφέ στο χέρι, και πήρε από τον John έναν καφέ στο χέρι. Τότε ο αστυνομικός άρχισε να συνομιλεί με ένα θαμώνα του καφέ και αυτό έκανε τον John να νιώσει άβολα. Έτσι, πήρε την απόφαση να ζητήσει ευγενικά από τον αστυνομικό να φύγει και ο αστυνομικός έφυγε χωρίς καμιά αντίδραση. 
Μετά το γεγονός, η Cornelia Seigneur (μια ανεξάρτητη δημοσιογράφος που έτυχε να τρώει στο καφέ), κατήγγειλε ότι ο αστυνομικός έπρεπε να είχε το δικαίωμα να παραμείνει. Ο John εξήγησε ότι η αστυνομία κάνει τον ίδιο και πολλούς από τους θαμώνες και τους συντρόφους να αισθάνονται άβολα. Ερωτηθέντες μάλιστα από τον John ανεπίσημα και οι άλλοι πελάτες, όλοι τους δήλωσαν ότι η παρουσία της αστυνομία τους έκανε να αισθάνονται ανασφαλείς. Η συζήτηση για το θέμα με τη κα Seigneur παρέμεινε πολιτισμένη και κράτησε ακόμα 20 λεπτά.
Την άλλη μέρα η κα Seigneur έγραψε για το περιστατικό στο μπλογκ της και σε μια τοπική εφημερίδα, και το θέμα αναδημοσιεύτηκε γρήγορα από τα τοπικά κανάλια, για να φτάσει με ταχείς ρυθμούς σε ειδησεογραφικά πρακτορεία και ιστοσελίδες, μέχρι τους κολοσσούς CNN και FOX. Το καφέ εξάλλου δέχτηκε εκατοντάδες γράμματα και email για το γεγονός, θετικά και αρνητικά. Τα μέλη της κολεκτίβας έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να απαντήσουν μιας και στο μεταξύ λόγω της απρόβλεπτης δημοσιότητας η πελατεία στον καφενέ μεγιστοποιήθηκε και οι ανάγκες για καλύτερο σέρβις ακόμα περισσότερο!
Τη ίδια στιγμή όμως, φορείς της πόλης κήρυξαν μποϋκοτάζ, διατυπώθηκαν ανώνυμες απειλές για βανδαλισμούς, ενώ ένας συνταξιούχος αστυνομικός (εκπροσωπώντας όπως έγραψε πολλούς συναδέλφους του) κατηγόρησε τα μέλη της κολεκτίβας ως "ολίγον ομοφυλόφιλους", τους απείλησε ότι η αστυνομία δε θα τους προστατέψει ποτέ σε στιγμή ανάγκης και ότι θα έπρεπε να σταματήσουν να απειλούν τη μικρή τους κοινωνία.


Για τα μέλη της κολεκτίβας, το μεγάλο ζήτημα όλης αυτής της ιστορίας ήταν αν η στάση του John, που ήταν δείγμα αυθόρμητης προσωπικής κρίσης, εμπεριείχε στοιχεία ρατσισμού και κοινωνικής διάκρισης. Στο παρελθόν είχαν εκδιωχθεί από το καφέ άτομα που κουβαλούσαν όπλα, φορούσαν διακριτικά μίσους ή ρατσισμού ή προκαλούσαν ανασφάλεια σε θαμώνες που έχουν υποστεί διάφορες μορφές βίας στο παρελθόν. 
Παρακάτω ακολουθεί ένα απόσπασμα της ανακοίνωσης της κολεκτίβας, σε απλή, όμορφη, κατανοητή γλώσσα:
Απορρίπτουμε κάθε μορφή ιεραρχίας και καταπίεσης. Στον δικό μας ιδανικό κόσμο, όλοι θα είναι σε θέση να δρουν μαζί ως ίσοι και να ανταλλάσσουν ιδέες ως τέτοιοι. Ωστόσο, ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι γεμάτος με ανισορροπίες δυνάμεων. Ανισότητες με βάση την εθνική προέλευση, την εθνικότητα, το φύλο, τη φυλή, τη σεξουαλικότητα και τη κοινωνική τάξη είναι βαθιά εδραιωμένες και θεσμοθετημένες με το νομικό μας σύστημα. Ως εκ τούτου, ένας ριζοσπάστης ακτιβιστής και ένας αστυνομικός είναι απίθανο να εμπλακούν σε διάλογο, μόνο και μόνο επειδή ο τελευταίος έχει την εξουσία να συλλάβει τον πρώτο (ή τουλάχιστον, να αυξήσει άμεσα την επιτήρηση και την παρενόχληση του). Μια αστυνομική στολή (πλήρης, με taser και πυροβόλο όπλο) είναι ένα ισχυρό σύμβολο της κρατικής καταπίεσης, της αδικίας και της βίας. Η παρουσία ενός αστυνομικού είναι συχνά αρκετή για να προκαλέσει φόβο σε πολλούς πολίτες-ιδίως σε εκείνους που πλήττονται δυσανάλογα από την ανάρμοστη συμπεριφορά της αστυνομίας. Μέχρι να αποκτήσουμε μια δίκαιη κοινωνία, θα αγωνιζόμαστε για να δοθεί προτεραιότητα στις ανάγκες αυτών που είναι αόρατοι ή δυσάρεστοι, εκδιωγμένοι ή αδύναμοι. 
Μέχρι την 19η Μαΐου, οι μπάτσοι μπήκαν στο καφέ δύο φορές. Και στις δύο περιπτώσεις, προσπάθησαν να ανακρίνουν πελάτες σχετικά με κάποια αδικήματα, και τους ζητήθηκε να φύγουν όταν έγινε σαφές ότι δεν είχαν κανένα ουσιαστικό λόγο να είναι εκεί. Το "κόκκινο/μαύρο" καφέ δεν είχε καμιά πολιτική ενάντια των ένστολων όταν John έδρασε παίρνοντας μια τέτοια απόφαση. Από τότε όμως οι διαχειριστές του αποφασίσανε να μη δέχονται εν υπηρεσία αστυνομικούς. Η απόφαση αυτή ήταν αποτέλεσμα των ανησυχιών των μελών και της ανατροφοδότησης από τα άλλα μέλη της κοινότητάς τους.

Περισσότερα για το Red and Black Cafe, εδώ

9.7.10

I read some Marx (and I liked it)

Το παρακάτω βίντεο μου προκάλεσε ρίγη συγκίνησης γιατί κατάλαβα επιτέλους τι εννοούσε ο Νέγκρι όταν μιλώντας για τη νέα-χρηστική αξία, ως εκείνες τις αμοιβαίες, κοινές συνθήκες που τις επιδιώκουμε χειραφετημένες από την καπιταλιστική αλλοτρίωση, κατέληγε ασθματικά στο συμπέρασμα: "δεν είναι πλέον μια ενθύμηση της φύσης ή η αντανάκλαση μιας προϋποτιθέμενης αρχής, ούτε μια χρονική στιγμή ή ένα συμβάν που πέφτει στην αντίληψή μας, αλλά μια έκφραση, μια γλώσσα και μια πρακτική"...



Αν ο Γιωργάκης είναι ο πρόεδρος της σύγχρονης σοσιαλιστικής διεθνούς, τότε το παραπάνω δε μπορεί παρά να είναι η Διεθνής του 21ου αιώνα.
I hope Adam Smith won't mind...

3.3.10

όχι άλλο κάρβουνο, η πραγματική ιστορία

Συμπληρώνονται σήμερα 25 χρόνια από την επίσημη λήξη της πιο σπουδαίας  αντίστασης που έχει προβάλλει η εργατική τάξη στο δυτικό κόσμο μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Αναφέρομαι στη μεγάλη απεργία 165.000 ανθρακορύχων της Αγγλίας ή αλλιώς the coal miners' Strike, που σταμάτησε στις 3 μάρτη του 1985 ύστερα από ακριβώς ένα χρόνο (5 μάρτη 1984). Η απεργία ξεκίνησε μετά την απόφαση της θατσερικής κυβέρνησης να κλείσει 20 ανθρακορυχεία κάτι που σήμαινε την απώλεια 20.000 θέσεων εργασίας και του μοναδικού εισοδήματος για δεκάδες μικρές πόλεις στη βόρεια αγγλία. Είχε προηγηθεί περίοδος οικονομικής ύφεσης για την οικονομία της χώρας.
Σε όλη τη διάρκεια της απεργίας, συνολικά 11.291 άνθρωποι συνελήφθησαν και σε 8.392 απαγγέλθηκαν κατηγορίες, ενώ 10 συνολικά θάνατοι σχετίζονται με αυτή: 6 διαδηλωτές, 3 ανήλικοι που έψαχναν στα εγκατελημένα ορυχεία και ένας οδηγός ταξί που μετέφερε απεργοσπάστες στη δουλειά. Το πλέον αξιομνημόνευτο γεγονός αυτής της απεργίας ήταν η ιστορική πια "μάχη της Orgreave" τον Ιούνιο του 1984, κατά την οποία 10.000 (!) απεργοί και άλλοι τόσοι (!) αστυνομικοί (πεζοί,  μηχανοκίνητοι, έφιπποι και με σκυλιά) συγκρούστηκαν στη κυριολεξία σώμα με σώμα (όπως επίσης και σώμα με άλογο και σώμα με σκύλο).  Βίντεο του BBC από το γεγονός αυτό εδώ. [Παρεπιπτόντως, το 1991 η βρετανική αστυνομία υποχρεώθηκε να πληρώσει μισό εκατομμύριο λίρες αποζημείωση για κακοποίηση στους ανθρακορύχους που έιχε συλλάβει σε αυτή τη μάχη].
Η απεργία έληξε τελικά με τη συντριβή των απεργών και τη σαρωτική νίκη της Θάτσερ. Οι απεργοί δεν κατάφεραν να πετύχουν το στόχο τους, ούτε καν να αποκομήσουν κάποια οφέλη. Εξαντλημένοι ψυχικά και σωματικά, εξαθλιωμένοι οικονομικά και αντιμέτωποι πλέον με σοβαρά οικογενειακά και κοινωνικά προβλήματα, είχαν αρχίσει να επιστρέφουν δειλά στις δουλειές τους, όποιες από αυτές είχαν επιβιώσει. Η νίκη της Θάτσερ, όπως γράφει ο Montague στο ενδιαφέρον του μπλογκ, κατατρόπωσε κάθε μαχητική δραστηριότητα της εργατικής τάξης της βρετανίας και καθιέρωσε ως παντοδύναμες τις νεοφιλελεύθερες ιδεολογίες, με ιδιωτικοποιήσεις, απελευθέρωση της αγοράς και καιροσκοπισμό μαζικής κλίμακας. Όλα αυτά βέβαια, στο όνομα του ανταγωνισμού και της εξ' αυτού πτώσης των τιμών και γενικής ευημερίας (που βλέπουμε καθημερινά είναι η αλήθεια).
Ακόμη περισσότερες λεπτομέρειες για την μεγάλη αυτή απεργία, εδώ και εδώ. Εξαιρετικές φωτογραφίες από την απεργία εδώ.

7.5.09

Gandhi's Way Isn't the Western Way (περί επιδημίας το ανάγνωσμα)

Η αυτοκτονία μπορεί να θεωρείται (παράδοξη αλλά) κοινή μέθοδος αντιμετώπισης του οικονομικού αδιεξόδου σε ατομικό επίπεδο, αλλά η συλλογική αυτοκτονία για τους ίδιους λόγους μοιάζει αδιανόητη.
Οι αγροτικές περιοχές της Ινδίας μαστίζονται από ένα τέτοιο μαζικό φαινόμενο: η συλλογική αυτοκτονία είναι για πολλούς εξαθλιωμένους ινδούς η απάντηση στα άλυτα οικονομικά προβλήματα που προκύπτουν από την εκμετάλλευση της εργασίας τους από τις μεγάλες εταιρίες διατροφής, τα αδιάθετα προϊόντα και τη λειψυδρία ως αποτέλεσμα των κλιματολογικών αλλαγών στις περιοχές τους. Πάνω από 1500 αγρότες, μαζί με τις οικογένειές τους, αυτοκτόνησαν μαζικά, συλλογικά, οργανωμένα αυτό το τελευταίο διάστημα.

Πρόκειται για μια ιδιότυπη επιδημία, από αυτές που δε καταγράφονται απο τον παγκόσμιο οργανισμό υγείας και που δε επιδέχονται λήψης εκτάκτων μέτρων πρόληψης και καταστολής, ούτε αγωνιώδους ενασχόλησης από θορυβημένα μέσα ενημέρωσης.

Και όμως, φαίνεται πως ο αφανισμός ενός τέτοιου πληθυσμού είναι ο τρόπος με τον οποίο ο δυτικός καπιταλισμός οραματίζεται τη σωτηρία του κόσμου (όπως θα έγραφε και ο Hinkelammert). Η πείνα, η περιβαντολλογική καταστροφή και (τώρα πια) η συλλογική αυτοκτονία στο τρίτο κόσμο δεν είναι το αποτέλεσμα της καταστροφικής μανίας της ελεύθερης αγοράς αλλά της μη απόλυτης εφαρμογής της! Και αν οι βουτηγμένοι στα χρέη ινδοί αγρότες αυτοκτονούν μαζικά δε είναι επειδή κάποιες εταιρίες βάζουν πάνω απ' όλα τα κέρδη αλλά γιατί η απόλυτη οικονομική βία δεν έχει εξολοθρεύσει ακόμα πλήρως όσους εξακολουθούν να αντιστέκονται σε αυτές.

29.4.09

στον κόλπο των χοίρων

Σκέφτομαι ότι τα μέτρα που λαμβάνονται για τη γρίπη των χοίρων μοιάζουν υπερβολικά αλλά έχουν λογική: 1. η ίωση μπορεί να εξαπλωθεί εύκολα και ραγδαία, 2. είναι ακόμα αγνωστο το νοσολογικό της φορτίο, το πόσο βλαπτική δηλαδή μπορεί να είναι για τον άνθρωπο.

Αναρωτιέμαι όμως και για τον χαρακτήρα της παγκόσμιας ανησυχίας. Μια ματιά στην ιστοσελίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας φτάνει για να δει κανείς πως σε περιοχές του κόσμου ενδημούν νόσοι με μεγάλη μεταδοτικότητα και ακόμα μεγαλύτερη θνησιμότητα από τη γρίπη των χοίρων:
μόνο για το 2009, ο Π.Ο.Υ. έχει επισημάνει επιδημίες χολέρας στη Ζιμπάμπουε, κίτρινου πυρετού πρώτα στη Σιέρρα Λεόνε και μετά στη Γουινέα, Έμπολα στο Κογκό και στις Φιλιππίνες, πολυομυελίτιδας στη Νιγηρία, το Σουδάν και τη δυτική Αφρική, της νόσου των πτηνών στη Κίνα, την Ινδονησία, την Αιγυπτο, το Βιετνάμ, μηνιγγιτιδοκοκκικές στη Νιγηρία, στο Τσαντ και σε άλλες αφρικανικές χώρες, και βέβαια του AIDS που πανδημεί σε όλη την υποσαχάρια αφρική και βρίσκεται σε τρομακτική άνοδο σε πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.

Όλες αυτές οι χώρες έχουν ένα βασικό κοινό χαρακτηριστικό: είναι αναπτυσσόμενες, πάμπτωχες, με ανύπαρκτες υποδομές και χωρίς πρόσβαση σε κέντρα λήψης αποφάσεων. Αντίθετα, η γρίπη των χοίρων έχει την ιδιαιτερότητα τα μέχρι τώρα κρούσματά της να έχουν επιβεβαιωθεί σε χώρες του αναπτυγμένου κόσμου. Σε χώρες όπου υπάρχουν κατάλληλα διαγνωστικά εργαλεία και αξιόπιστοι φορείς δημόσιας υγείας. Είναι η πρώτη επιδημία στον δυτικό κόσμο που καταγράφει ο Π.Ο.Υ. από το 2004 (με μόνη εξαίρεση κάποια κρούσματα αιμμοραγικού πυρετού το 2005 στην Ολλάνδια που εισήχθησαν από την Αφρική). Στον δυτικό κόσμο επίσης, η αερομεταφορά (άρα και η μετακίνηση του ιού) είναι εύκολη και συχνή, η κοινωνία ικανοποιητικά τρομοκρατημένη και τα ΜΜΕ αρκετά ισχυρά για να δημιουργήσουν και να συντηρούν κλίμα ενός ακόμα πανικού.

Τα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά της απήχησης της επιδημίας φαίνεται να ξεπερνούν τα επιστημονικά της. Μια ακόμα απειλή για την ευημερία της δυτικής κοινωνίας αποκάλυψε τη φοβερή επάρκεια της κοινωνίας αυτής στους πόρους και στα μέσα επίτευξης των σκοπών της. Μια απειλή που αν και ραγδαία μεταδιδόμενη παραμένει ανισομεγέθης μπροστά σε ό,τι ακόμα ισοπεδώνει εκείνες τις κοινωνίες που θυσιάζονται για την ευημερία της μίας.

οι πελάτες μας ψώνισαν και αυτό

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

διάβασε και αυτό

AddThis