Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εξέχοντες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εξέχοντες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Αυγούστου 25, 2024

Από το οικείο στο ανοίκειο…

 

Ώ

ρες σαν κι αυτές, με το σφίξιμο στο στομάχι και αυτή την παράξενη μελαγχολία που αφήνει η απώλεια ενός δικού σου ανθρώπου που κι αν δεν ήταν ο προσωπικός φίλος υπήρξε κάτι μεγαλύτερο και ευρύτερο, ένας ‘διδάσκαλος στην ατραπό’, τούτες τις ώρες λέω, δεν μπορείς και δεν πρέπει να πεις πολλά. Χιλιάδες πράγματα γίνονται μέσα σου, μια περιδίνηση, μια αναστάτωση, όπως όταν μετακομίζεις και γίνεται ένας μικρός χαλασμός, πρέπει να φύγεις από κάπου που γνώριζες και οδεύεις προς κάτι που δεν ξέρεις… από το οικείο στο ανοίκειο… και κάτι βαθύτερο, από το ιερό στο ανίερο… και αίφνης χωρίς προστάτη, χωρίς παραστάτη, χωρίς συνοδοιπόρο… και αίφνης χωρίς τον στέρεο και έμπεδο στοχασμό ενός γίγαντα που ήταν όμως προσηνής, ενός πρωτοπόρου που όμως σου προσέφερε το χέρι για να τον προσεγγίσεις, ενός ζεστού ανθρώπου με χαμόγελο που όμως δεν πρέπει να σε ξεγελά. Γιατί μέσα σ’αυτό το ζεστό πλατύ χαμόγελο υπήρχε και πίκρα και απογοήτευση τολμώ να πω και μαρασμός.

Και τα ισορροπούσε όλα αυτό το φωτεινό, ανήσυχο βλέμμα. Το βλέμμα είναι η ταυτότητα και το έμπυρο ανάγλυφο αποτύπωμά μας στα πράγματα και στους ανθρώπους. Το βλέμμα είναι το αρχέγονο λίκνο και ο γενέθλιος καημός μας. Το βλέμμα είναι ο οικοδεσπότης και ο απαιτητικός διδάσκαλος. Αυτό επιθεωρεί, αυτό επιβλέπει, αυτό δέχεται ή αρνείται, αυτό συγκατατίθεται, αυτό σφαλίζει και απορρίπτει τον έξω κόσμο.

Ποτέ του δεν μας αρνήθηκε το βλέμμα ο καθηγητής Γιανναράς. Ποτέ του δεν πήρε την απόφαση να αρνηθεί τον κόσμο της χονδροειδούς ύλης, τον κόσμο της απάτης και αυταπάτης, τον κόσμο των ειδώλων για να αποσυρθεί στην ασφάλεια των μελετημάτων και των διανοημάτων του… γιατί ο αληθινός διδάσκαλος δεν λησμονεί να επιστρέψει στο σκοτεινό σπήλαιο για να προσφέρει τον αφυπνισμένο εαυτό του στους –πνευματικά- αλυσοδεμένους συνανθρώπους του. Με όποιο κόστος, με κάθε τίμημα…

Θα σε θυμάμαι πάντα και θα σε μνημονεύω Χρ. Γιανναρά…


Σάββατο, Μαΐου 25, 2024

Ο παλαιστής όρθιος. Ο Σίσυφος όρθιος...





Βλέπω στο βράχο που ανασαίνει μπροστά μου
είδωλα και εικόνες
όλη την ανθρωπότητα αγγίζω
στο βρώμικο αυτό ανάγλυφο
και το βάρος ελαφραίνει
κάθε φορά
που μπορώ να κοιτάξω
έναν μονάχα
χωρίς ντροπή

το κοινό καθιστό
με κομμένη την ανάσα
όσο ο ήρωας απαγγέλλει

βλέπω στο βράχο τις θάλασσες
τα πρωτοβρόχια
και τις ήρεμες Κυριακές της άνοιξης
κάποια απογεύματα
ευλογημένης ανίας
και κάποιες νύχτες που ο φόνος
έκανε τα δάχτυλά μου
να μυρμηγκιάζουν
και ήθελα τον πρώτο άνθρωπο που θα συναντούσα
να τον αφανίσω
και ύστερα χώνευα το θυμό μου
μαζί με το φριχτό μαρτύριο της ήττας
και σε όλα τούτα που βλέπω μπροστά μου
δεν ανήκω
λέω με έπαρση

και σε όλα αυτά που δεν βλέπω
ξέρω πως ανήκω

ο παλαιστής όρθιος
ο Σίσυφος όρθιος
οι θεατές καθιστοί

και η ανάσα ακόμα ηχεί παράταιρη

βλέπω στο βάθος του ορίζοντα
ένα κορίτσι
δεν έρχεται για μένα
θα με προσπεράσει
έχει αλλάξει τόσο η μορφή μου
που δεν με αναγνωρίζει
ούτε η βροχή
ούτε ο ήλιος
κι εγώ με βία καταφέρνω
να ψελλίσω δυο λόγια συμπόνιας

κι εγώ αρνούμαι άλλο να μιλήσω
με λόγια συμπόνιας

και ο παλαιστής αφήνει το βράχο
και ο Σίσυφος αφήνεται στο βράχο

και ο βράχος συνθλίβει τον παλαιστή
και ο βράχος αθανατίζει τον Σίσυφο

όρθιο το κοινό χειροκροτεί 
και αλαλάζει...


Τετάρτη, Ιουλίου 26, 2023

Αυτάρκης…

  

…μὴ γὰρ ἓν τῶν ἀδυνάτων ᾖ πόλιν ἄξιον εἶναι καλεῖν τὴν φύσει δούλην. ατάρκης γὰρ ἡ πόλις, τὸ δὲ δοῦλον οὐκ αὔταρκες…

...γιατί είναι αδύνατο να φέρει επάξια το όνομα πόλη μια πόλη υπόδουλη. Διότι η πόλη πρέπει να είναι αυτάρκης. Και η υπόδουλη πόλη δεν είναι...

 Αριστοτέλης, Πολιτικά Δ΄, 1291a, 9-10

 

Αυτάρκης… πόσο εύκολα θα σου απαντούσε Σταγειρίτη ένας σημερινός άνθρωπος πως όταν έχεις υπερσύγχρονο κινητό και μια δεκάδα προφίλ στα ‘σόσιαλ’ δεν έχεις καμιά ανάγκη για αυτάρκεια… είμαι ελεύθερος και πολίτης, άρα υπάρχω γράφεις εσύ, επικοινωνώ άρα υπάρχω θα σου απαντούσε εκείνος…

 

Επικοινωνώ... τι άραγε; Και με ποιον;

Μα τούτο είναι θέμα άλλης ανάρτησης...

Τρίτη, Φεβρουαρίου 28, 2023

…καλόν γὰρ τὸ ἆθλον καὶ ἡ ἐλπὶς μεγάλη…

 Nicolai Abraham Abildgaard| Socrates in Prison

Nicolai Abraham Abildgaard | Socrates in Prison

 

   …καλόν γρ τ θλον καὶ ἡ ἐλπὶς μεγλη… 

(Πλάτων, Φαίδων)

  

Έ

τσι βεβαίωνε κάποτε εκείνος ο ‘φρονιμώτατος και δικαιώτατος’ άνθρωπος που πορευόταν τα έσχατα μέτρα ως την αναχώρησή του από αυτόν τον κόσμο όχι ζητώντας αλλά δίνοντας θάρρος στους περίλυπους φίλους και θρηνούντες μαθητές του. Είναι το λοιπόν καλό το έπαθλο και η ελπίδα μεγάλη… όταν ζήσεις αυτή τη ζωή ως αληθινός φιλόσοφος να προσδοκάς μια καλή, μια εξαιρετική τύχη στην επόμενη… αν έζησες με ‘αγνότητα’ και ‘σύνεση’, αν έζησες ‘ευσεβώς’… αλλά από κει και πέρα αρχίζει ένας ανελέητος υποκειμενισμός, ένας ακαταγώνιστος ψηλομύτικος περσοναλισμός, μια ατομική ερμηνευτική της κάθε λέξης, της κάθε φράσης, της κάθε έννοιας… γιατί τα μέτρα του φιλοσόφου είναι αυστηρά, οι ορίζουσες στενές και οι προϋποθέσεις απαιτητικές… σχεδόν ‘απάνθρωπες’… ο άνθρωπος είναι γραπωμένος από τη σανίδα της επιβίωσης, δεν έχει το ανάστημα ή το κουράγιο να αναζητήσει κορυφές και επιτεύξεις…

Μνημονεύουμε πλέον τους ανθρώπους αυτούς που έτσι ή αλλιώς ήταν ‘εξαιρέσεις’ σε κάθε εποχή λες και πρόκειται για ‘εξωγήινους’ ή ‘υπερανθρώπους’ που έδωσαν έναν τύπο, μια τάξη, ένα ύψος αλλά παραμένουν εξαιρέσεις. Το πρόβλημα δεν είναι στη σημερινή εποχή των ‘βιαστών’ του σκουπιδο-Μπιγκ Μπράδερ ότι θεώνται ως κάτι το ιδιαίτερο και απρόσιτο αυτές οι ‘στάσεις ζωής’ αλλά πως έχουν πλήρως αφανιστεί από τον ‘ορίζοντα των γεγονότων’ μας… Στο λυκόφως του Μεσαίωνα και καθώς αχνοχάραζε η Αναγέννηση, οι άνθρωποι αυτοί χρησίμευσαν ως πρότυπα για έναν άλλο ανθρωπισμό που έμελλε να είναι επαναστατικός, πλούσιος και μεμειγμένος βέβαια με τα αιτήματα των εποχών και των τόπων. Όμως ο ορίζοντας υπήρχε, οι φιλόσοφοι ενέπνεαν, οι μεγάλες σχολές ανταγωνίζονταν μεταξύ τους σε σφρίγος και ρώμη καθώς κυλούσε στις φλέβες το πνευματικό αίμα του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Πλωτίνου, του Αυγουστίνου.

Θα έπρεπε να το αναφέρω στην αρχή μα δεν πειράζει και τώρα, στέκεται ατόφιο. Μακριά από μένα λόγοι ‘παραινετικοί’, ‘προτρεπτικοί’ ή ‘πομαντικοί’ με δαψίλεια ηθικολογίας και περίσσεια ‘αποστασιοποιημένης’ υποκρισίας κάποιου κοσμικού ‘εγκρατίτη’. Δεν με αφορά το ηθικολογικό έλλειμμα, από αυτό δεν πάσχει κανείς μας. Αποτυπώνω το σχόλιό μου με πόνο καρδιάς… και το κάνω όλο και πιο σπάνια πλέον… η πραγματικότητα μοιάζει με μια θύελλα και η φωνή μου σαν εύθραυστο κλαράκι λυγίζει αλλά δεν σπάει. Ίσως δεν ακούγεται αλλά δεν πέθανε ακόμη.

Έστω όμως…

«…όσοι φιλοσοφούν σωστά, αποφεύγουν τις επιθυμίες του σώματος και δείχνουν καρτερικότητα και δεν παραδίδουν τον εαυτό τους σ’αυτές. Ούτε φοβούνται καθόλου την κατάρρευση της οικογένειάς τους ή τη φτώχεια, όπως πολλοί και φιλοχρήματοι. Ούτε πάλι φοβούνται την κοινή περιφρόνηση και αδοξία της κοινωνικής θέσεως όπως οι αρχομανείς και οι φιλόδοξοι. Αυτοί αδιαφορούν για τέτοια ζητήματα…»

Να μου συγχωρεί ο Διδάσκαλος που απομόνωσα ένα φραγμέντο από τον ωραιότερο και πιο συγκινητικό ίσως διάλογό του –αν και πολλοί διεκδικούν τούτη την πρωτιά, υποκειμενική είναι η προσέγγιση είπαμε- αλλά το επέβαλλαν οι περιστάσεις, καθώς λένε. Ο μεγάλος Φλωρεντινός Φικίνος (Ficino, 1433–1499) έλεγε πως ‘όποιος διαβάζει σοβαρά τα έργα του Πλάτωνα θα βρεί μέσα σε αυτά τα πάντα’. Δεν χρειαζόμαστε τα πάντα, ψήγματα είναι πια αρκετά.

Κι αυτά όχι δυσεύρετα αλλά ‘καλά θαμμένα’…

 

Τρίτη, Ιουλίου 19, 2022

Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν...

 

«…Μια φορά, μάς λέει ο Πλούταρχος, ήρθαν στους Δελφούς άνθρωποι από τα ξένα για να ρωτήσουν το Μαντείο. Έγινε η προκαταρκτική δοκιμή με την αίγα που θα έδειχνε αν η μέρα ήταν ευοίωνη για να χρησμοδοτήσει η Πυθία. Αλλά το ζώο δεν αναρρίγησε όταν το ράντισαν με κρύο νερό. Δεν ήταν καλό το σημείο. Ωστόσο οι ξένοι πρέπει να ήταν σπουδαίοι και, για να τους ευχαριστήσουν, οι ιερείς ξεπέρασαν το μέτρο της φιλοτιμίας. Ώσπου το ζώο ολωσδιόλου μουσκεμένο έδωσε κάτι σημάδια ρίγους. Τότε η Πυθία κατέβηκε στο ιερό του ναού ‘άκουσα και απρόθυμος’. Μόλις έδωσε τις πρώτες αποκρίσεις, συνεχίζει ο Πλούταρχος, η αγριάδα της φωνής της φανέρωσε πως ήταν συνεπαρμένη από ένα άλαλο και κακό πνεύμα. Έμοιαζε σαν ανεμόδαρτο καράβι –‘δίκην νεώς επειγομένης’. Τέλος, ολωσδιόλου έξαλλη, με φοβερές κραυγές τινάχτηκε στην έξοδο. Ο προφήτης Νίκανδρος, οι ιερείς, οι ξένοι έφυγαν τρομαγμένοι. Γύρισαν σε λίγο και πήραν την Πυθία αλλόφρενη ακόμα. Πέθανε λίγες μέρες αργότερα.

Το επεισόδιο, καθώς μάς λένε, πρέπει να το θεωρήσει κανείς αυθεντικό. Έγινε στα χρόνια του Πλουτάρχου και ο αυτόπτης προφήτης Νίκανδρος ήταν φίλος του. Μάς δείχνει πως το λειτούργημα της Πυθίας ήταν ζωντανό ακόμα σ’εκείνον τον 1ο αιώνα. Μας κάνει ακόμη να γυρίσουμε στο αιώνιο ερώτημα που όλοι, όσοι έχουν στοχαστεί τον τόσο σημαντικό ρόλο –θρησκευτικό, πολιτικό, ιδιωτικό- που έπαιξε το Μαντείο στην αρχαία ελληνική ζωή, έχουν θέσει στον εαυτό τους: αν όλες αυτές οι μαντείες και οι χρησμοί ήταν σκηνοθεσίες και απάτες πανούργων ιερέων ή μήπως υπήρχε μια ειλικρίνεια στο βάθος αυτών των πραγμάτων, κάτι που ξεπερνά τη συνηθισμένη λογική μας.

Η αφήγηση του Πλουτάρχου θα μας έκανε να συλλογιστούμε πως δεν είναι πολύ πιθανό ο συγκλονισμός μιας γυναίκας, που καταλήγει στο θάνατο, να είναι απλή ηθοποιία. Φυσικά υπήρχαν οι ιερείς που ερμήνευαν τα λόγια της Πυθίας –πόσο έναρθρα, κανείς δεν το ξέρει- και τα παράδιναν ταχτοποιημένα σε εξάμετρα, τρίμετρα, ή πρόζα στους πιστούς. Ήταν, δεν υπάρχει αμφιβολία, καιροσκόποι, ευλύγιστοι, επιφυλακτικοί, μαστόροι της αμφιλογίας. Αλλά, όπως και στα χρόνια μας, άλλο πράγμα είναι να κοιτάζεις κάτι τέτοιες υποθέσεις της ψυχής από την πλευρά του Θεού και άλλο από την πλευρά των υπηρετών του.

Είπαν ότι το φαινόμενο της Πυθίας θα έπρεπε να το συμπεριλάβουμε στα φαινόμενα του πράγματος που λέμε σήμερα πνευματισμό. Ίσως. Τότε όμως το λιγότερο που θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς είναι ότι η Πυθία μοιάζει με ένα σύγχρονο μέντιουμ όσο ο Ηνίοχος με ένα σύγχρονο άγαλμα μέσης τέχνης. Ας πούμε του Jacob Epstein. Αυτό κάνει τη διαφορά. Με αυτά θέλω να πω ότι έχει απομείνει στο άδυτο του Απόλλωνα ένα μυστήριο που μας υπερβαίνει, όπως και στην τέχνη του Ηνιόχου. Δεν ξέρω. Εκείνο όμως που μπορεί να στοχαστεί κανείς με περισσότερη ενάργεια, είναι ότι αν το Μαντείο παρακίνησε πραγματικά τη σκέψη του Σωκράτη, με τον τρόπο που μας διδάσκει ο Πλάτων στην Απολογία, η συμβολή του στην ανάπτυξη της ανθρώπινης σκέψης θα ήταν τόση που θα άξιζε τον κόπο να είχε ιδρυθεί μόνο γι’αυτό.

Η αφήγηση του Πλουτάρχου συμπίπτει περίπου με το γεγονός που τερματίζει τον κόσμο των ειδώλων. Έπειτα το Μαντείο του Απόλλωνα στεγνώνει σιγά – σιγά με μικρές σπιθοβολές και σβήνει κουρασμένο. Κάποτε ψιθυρίζει φράσεις που θυμίζουν το ‘Αποθανείν θέλω’ της Σίβυλας εκείνης που λέει ο Πετρώνιος. Τριακόσια τόσα χρόνια ακόμη μέσα στις ρυτίδες και τις τυπικές χειρονομίες του ιερατείου, που επαναλαμβάνουν, δεν δημιουργούν. Η μέριμνα που μοιάζει να το απασχολεί ακόμη, είναι μήπως σταματήσει η παλιά συνήθεια της αποστολής δώρων στον Απόλλωνα. Έτσι, ως την ακροτελεύτια απόκριση του Μαντείου στον τραγικό Ιουλιανό:

Είπατε τω βασιλήι, χαμαί πέσε δαίδαλο αυλά.

Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν, ου μάντιδα δάφναν,

Ου παγάν λαλέουσαν. Απέσβετο και λάλον ύδωρ.

Κι όμως, μολονότι το Μαντείο μοιάζει σα να γράφει μόνο του την τελευταία σελίδα της ιστορίας του, και να κατεβαίνει αυτόβουλα στον τάφο, οι θεωρητικοί της νέας θρησκείας βρήκαν πως άξιζε τον κόπο να ξοδέψουν αρκετή σκέψη και μελάνι για να το πολεμήσουν. Και το περίεργο είναι ότι δεν καταπιάνονται να αποδείξουν ότι κάτι τέτοιες χρησμοδοσίες είναι έργα τσαρλατάνων. Αναγνωρίζουν τη μαντική δύναμη των Δελφών, όμως γι’αυτούς αυτά τα πράγματα είναι έργα του Σατανά και των δυνάμεων του σκότους. Και ο Απόλλων μεταμορφωμένος διάβολος.

Εδώ, στη Φωκίδα, πέρα στο μοναστήρι του Οσίου Λουκά, ένας ψηφιδωτός Παντοκράτωρ, πάνω από το ανώφλι της δυτικής θύρας, δείχνει την επιγραφή: ‘Εγώ ειμί τα φως του κόσμου. Ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τω σκότει’. Η φύση αποστρέφεται τα κενά».

Δελφοί – Αμοργός, Αύγουστος 1961

 

 

Γ. Σεφέρης , Δελφοί

[Δοκιμές, β’ τόμος, 1948-1971, Ίκαρος, Αθήνα]