Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Eric Hobsbawm. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Eric Hobsbawm. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 22 Μαΐου 2012

Ο σκοπός της οικονομίας είναι η ευτυχία; "Σίγουρα !"


Η ερώτηση έγινε από τον Βλόντεκ Γκόλντκορν, του περιοδικού L'Espresso, και η απάντηση ανήκει στον Εric Ηobsbawm....

"Με ρωτάτε αν είναι δυνατόν να υπάρξει καπιταλισμός χωρίς κρίσεις. Όχι δεν είναι. Από την εποχή του Μαρξ γνωρίζουμε  ότι ο καπιταλισμός ζει και εξελίσσεται με κρίσεις και αναδιαρθρώσεις. Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τη σοβαρότητα της σημερινής, επειδή  βρισκόμαστε ακόμη στη μέση".

Η σημερινή κρίση είναι διαφορετική από τις προηγούμενες;

«Ναι, γιατί συνδέεται με μια μετατόπιση του κέντρου βάρους του πλανήτη: Από τις παλιές καπιταλιστικές χώρες προς αναδυόμενες χώρες. Από τον Ατλαντικό μέχρι τον Ινδικό Ωκεανό και τον Ειρηνικό. Αν τη δεκαετία του 1930 όλος ο κόσμος αντιμετώπιζε μια κρίση, εξαιρουμένης της ΕΣΣΔ, σήμερα η κατάσταση είναι διαφορετική. Ο αντίκτυπος είναι διαφορετικός στην Ευρώπη σε σύγκριση με τις χώρες BRIC(Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα). Μια άλλη διαφορά, σε σχέση με το παρελθόν είναι ότι, παρά τη σοβαρότητα της κρίσης, η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται . Αλλά μόνο σε περιοχές εκτός Δύσης».
Θα αλλάξει ο συσχετισμός δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένου του στρατιωτικού και του πολιτικού; 
«Εν τω μεταξύ, έχουν αρχίσει να αλλάζουν οι οικονομικοί. Οι τεράστιες ποσότητες κεφαλαίων προς επένδυση σήμερα προέρχονται από τον κρατικό τομέα  και τις δημόσιες επιχειρήσεις στην Κίνα.  Και έτσι, ενώ στις χώρες του παλιού καπιταλισμού  χώρες η πρόκληση είναι να διατηρηθούν τα υφιστάμενα πρότυπα ευημερίας - αλλά εγώ νομίζω ότι αυτές οι χώρες βρίσκονται σε παρακμή- για τις νέες χώρες, τις αναδυόμενες αγορές, το πρόβλημα είναι πώς θα διατηρήσουν το ρυθμό ανάπτυξης χωρίς αυτό να προκαλέσει τεράστια κοινωνικά προβλήματα. Είναι σαφές, για παράδειγμα, ότι η Κίνα οικοδομεί ένα είδος καπιταλισμού, όπου η προσήλωση σε ένα κράτος πρόνοιας δυτικού τύπου είναι εντελώς απούσα, αλλά αντίθετα την υποκαθιστά η ταχύτατη είσοδος αγροτικών μαζών στον κόσμο της μισθωτής εργασίας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο με θετικές συνέπειες. Το ερώτημα όμως παραμένει, εάν αυτός είναι ένας μηχανισμός που μπορεί να λειτουργήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα»
Όλα αυτά  οδηγούν στο ερώτημα του κρατικού καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός, όπως τον γνωρίσαμε σήμαινε προσωπικό στοίχημα, δημιουργικότητα, ατομικότητα, εφευρετικότητα  από τη μεριά των αστών. Μπορεί το κράτος να είναι το ίδιο δημιουργικό;
Ο Economist  πριν μερικές εβδομάδες ασχολήθηκε με το ζήτημα του κρατικού καπιταλισμού. Το επιχείρημά τους είναι ότι θα μπορούσε να παίξει σπουδαίο ρόλο στη δημιουργία υποδομών και σε μεγάλες επενδύσεις, αλλά λιγότερο σημαντικό στον τομέα της δημιουργικότητας. Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο: δεν είναι προφανές ότι ο καπιταλισμός μπορεί να λειτουργήσει χωρίς θεσμούς όπως το κράτος Πρόνοιας. Και το κράτος Πρόνοιας κατά κανόνα το διαχειρίζεται το κράτος. Πιστεύω λοιπόν ότι ο κρατικός καπιταλισμός έχει ένα λαμπρό μέλλον».
Και η καινοτομία;
«Η καινοτομία είναι προσανατολισμένη προς τον καταναλωτή Αλλά ο καπιταλισμός στον εικοστό πρώτο αιώνα δεν θα πρέπει αναγκαστικά να παίρνει υπόψη του τον καταναλωτή. Αφήστε που το κράτος λειτουργεί καλά όταν πρόκειται για καινοτομίες στην τεχνολογία όπλων. Και τέλος ο κρατικός καπιταλισμός δεν συνδέεται με την υποχρέωση της αέναης ανάπτυξης, και αυτό είναι ένα πλεονέκτημα. Ετσι λοιπόν, ο κρατικός καπιταλισμός σηματοδοτεί το τέλος της φιλελεύθερης οικονομίας, όπως τον ζήσαμε τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Αλλά είναι και η κατάληξη της ιστορικής ήττας αυτο που εγώ ονομάζω «θεολογία της ελεύθερης αγοράς», η πίστη, πραγματικά θρησκευτική, ότι η αγορά αυτορυθμίζεται, και ότι δεν χρειάζεται καμία εξωτερική παρέμβαση».
Για γενιές ολόκληρες η λέξη καπιταλισμός, έκανε ρίμα με τις λέξεις ελευθερία, δημοκρατία, με την ιδέα ότι οι άνθρωποι δημιουργούν το δικό τους πεπρωμένο.
«Είναι σίγουρο; Κατά τη γνώμη μου δεν είναι σε καμία περίπτωση  προφανές  ότι οι αξίες που αναφέρατε συνδέονται με συγκεκριμένες πολιτικές. Ο καθαρός καπιταλισμός  της αγοράς δεν συνδέεται αναγκαστικά με τη δημοκρατία, η αγορά δεν λειτουργεί με τον τρόπο που οι φιλελεύθεροι θεωρητικοποιούσαν:  Από τον Χάγιεκ ως τον Φρήντμαν. Τα βλέπαμε πολύ απλουστευτικά».
Τι σημαίνει αυτό;
«Έγραφα πριν από χρόνια ότι ζήσαμε με την ιδέα των δύο εναλλακτικών δρόμων : από την μία τον καπιταλισμό, από την άλλη το σοσιαλισμό, αυτό όμως ήταν μια ιδέα τρελή  που ο Μαρξ δεν την είχε ποτέ. Εξηγούσε, ωστόσο, ότι αυτό το σύστημα, ο καπιταλισμός, κάποτε θα ξεπεραστεί. Αν κοιτάξουμε την πραγματικότητα οι ΗΠΑ, η Ολλανδία, η Μεγάλη Βρετανία, η Ελβετία,η Ιαπωνία, θα δούμε ότι αυτές δεν αποτελούν ένα ενιαίο και συνεκτικό σύστημα. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές του καπιταλισμού».
 Εν τω μεταξύ, το χρηματιστικό κεφάλαιο κυριαρχεί. Μερικοί λένε ότι ο καπιταλισμός θα μπορούσε να κάνει και χωρίς την αστική τάξη.Νομίζετε ότι πρόκειται για μια υπόθεση βάσιμη ;
«Αναδείχθηκε  μια παγκόσμια ελίτ από ανθρώπους που αποφασίζουν τα πάντα στην οικονομία, που γνωρίζει ο ένας τον άλλον και εργάζονται όλοι μαζί, όμως, η αστική τάξη δεν έχει εξαφανιστεί. Υπάρχει στη Γερμανία, ίσως στην Ιταλία λιγότερο στις ΗΠΑ και στη Μεγάλη Βρετανία. Εχει αλλάξει βέβαια ο τρόπος με τον οποίο μπορεί κανείς να γίνει μέλος της».
Δηλαδή;
«Η πληροφορία είναι πλέον ένας παράγοντας της παραγωγής».
Αυτό δεν είναι κάτι το καινούργιο. Ακόμη και οι Ρότσιλντ πλούτυναν  επειδή πληροφορήθηκαν πρώτοι την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό, πράγμα που τους επέτρεψε να τινάξουν το χρηματιστήριο στον αέρα.
«Εννοώ κάτι άλλο. Ότι σήμερα πλουτίζεις επειδή ελέγχεις την πληροφορία. Και αυτό είναι ένα ισχυρό εργαλείο στα χέρια των αντιδραστικών, που ισχυρίζονται ότι μάχονται τις μορφωμένες ελίτ δηλαδή τους μορφωμένους ανθρώπους, με διαφορετικό επίπεδο  πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, που βρίσκουν τις πιο  κερδοφόρες θέσεις. Η μόρφωση πλέον ταυτίζεται με τον πλούτο, την εκμετάλλευση, και αυτό είναι ένα πραγματικό πολιτικό πρόβλημα».
Σήμερα μπορείτε να κερδίσετε χρήματα χωρίς να παράγεται υλικά αγαθά, με παράγωγα, με την κερδοσκοπία στο χρηματιστήριο.
«Όμως εξακολουθούν να κερδίζουν χρήματα και, παράγοντας, κυρίως, υλικά  αγαθά. Το μόνο που άλλαξε είναι ο  τρόπος παραγωγής του προϊόντος  που ο Μαρξ ονομάζει προστιθέμενη αξία (το μέρος της εργασίας του εργαζόμενου που ιδιοποιείται ο ιδιοκτήτης, στμ.).  Σήμερα δεν την παράγουν πια οι εργαζόμενοι αλλά οι καταναλωτές. Όταν αγοράζετε ένα αεροπορικό εισιτήριο μέσω διαδικτύου, με την απλήρωτη εργασία σας πληρώνετε την αυτοματοποίηση της υπηρεσίας. Εσείς λοιπόν είστε αυτός που δημιουργεί την υπεραξία που αποτελεί το κέρδος των αφεντικών. Αυτή είναι μια χαρακτηριστική εξέλιξη της  ψηφιοποιημένης  κοινωνίας».
Ποιος είναι σήμερα το αφεντικό; Κάποτε υπήρχε ταξική πάλη.
«Η παλιά εργατική τάξη έχει υποστεί μια διαδικασία  μετεγκατάστασης των επιχειρήσεων (outsourcing) , από τις χώρες του παλιού καπιταλισμού στις χώρες του νέου. Εκεί θα πρέπει να διεξάγεται  η ταξική πάλη. Ομως, οι Κινέζοι δεν ξέρουν τι είναι. Σοβαρά, τώρα: Ίσως να διεξάγεται η ταξική πάλη, αλλά εμείς να μη μπορούμε να τη διακρίνουμε ακόμη. Να προσθέσω κάτι ακόμη,ότι το χρηματιστικό κεφάλαιο αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να προχωρήσει ο καπιταλισμός, αλλά δεν είναι χρήσιμο. Δεν μπορούμε να πούμε ότι η κινητήριος δύναμη  που κινεί την Κίνα είναι απλά η επιθυμία για το κέρδος».
Πρόκειται για μία θέση  που μας εκπλήσσει, μπορεί να την εξηγήσετε;
«Ο μηχανισμός πίσω από την κινεζική οικονομία είναι η επιθυμία  να ανασυγκροτηθεί η σημασία μιας κουλτούρας και ενός πολιτισμού. Είναι το αντίθετο από αυτό που συμβαίνει στη Γαλλία. Το μεγαλύτερο γαλλικό επίτευγμα των τελευταίων δεκαετιών ήταν ο Αστερίξ. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Ο Αστερίξ σημαίνει την επιστροφή σ’ ένα απομονωμένο κέλτικο  χωριό, που αντιστέκεται στον υπόλοιπο κόσμο, ένα χωριό που χάνει, αλλά μπορεί και επιβιώνει. Οι γάλλοι χάνουν, και αυτό το γνωρίζουν».
Εν τω μεταξύ στη Δύση έχουμε τους κεντρικούς τραπεζίτες οι οποίοι μας λένε τι να κάνουμε. Γίνεται λόγος για τραπεζικούς λογαριασμούς, αριθμούς, αλλά όχι για τις επιθυμίες των ανθρώπων και το μέλλον τους. Μπορεί να συνεχιστεί έτσι η κατάσταση;
«Μακροπρόθεσμα, όχι. Είμαι όμως πεπεισμένος ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι άλλο: η ασυμμετρία της παγκοσμιοποίησης Μερικά πράγματα έχουν παγκοσμιοποιηθεί, άλλα υπερ-παγκοσμιοποιηθεί, άλλα δεν έχουν παγκοσμιοποιηθεί Και ένα πράγμα που δεν έχει παγκοσμιοποιηθεί είναι η πολιτική. Οι θεσμοί που παίρνουν πολιτικές αποφάσεις είναι τα εδαφικά κράτη. Παραμένει λοιπόν ανοικτό το ερώτημα πώς θα  χειριστούν τα παγκόσμια προβλήματα, χωρίς ένα  παγκόσμιο κράτος, χωρίς μια ενιαία οντότητα. Και αυτό αφορά όχι μόνο την οικονομία αλλά και τη μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα, το περιβάλλον. Μια πτυχή της ζωής μας, που ο Μαρξ δεν είχε δει, είναι η εξάντληση των φυσικών πόρων. Και δεν εννοώ τον χρυσό ή το πετρέλαιο. Ας πάρουμε το νερό. Εάν οι Κινέζοι χρησιμοποιήσουν  το μισό  νερό  ανά κάτοικο που καταναλώνουν οι αμερικανοί δεν θα έφτανε για όλο τον κόσμο. Είναι προκλήσεις όπου οι τοπικές λύσεις είναι άχρηστες, αν όχι σε επίπεδο συμβολικό»
Υπάρχει λύση;
«Ναι, με την προϋπόθεση ότι θα γίνει κατανοητό ότι η οικονομία  δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά αφορά τον ίδιο τον άνθρωπο. Αυτό είναι εμφανές παρατηρώντας την πορεία της τρέχουσας κρίσης. Σύμφωνα με τις παρωχημένες αντιλήψεις της αριστεράς η κρίση θα πρέπει να παράγει επαναστάσεις. Κάτι όμως που δεν συμβαίνει (πέρα από κάποιες διαμαρτυρίες αγανακτισμένων). Και δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε καν ποια προβλήματα θα προκύψουν, δεν μπορούμε και να γνωρίζουμε ούτε τις λύσεις».
Παρόλα αυτά, μπορείτε  να κάνετε κάποια πρόβλεψη;
«Θεωρώ εξαιρετικά απίθανο η Κίνα να γίνει κοινοβουλευτική δημοκρατία. Είναι εξαιρετικά απίθανο ο στρατός να χάσει όλη την επιρροή του στα περισσότερα ισλαμικά κράτη».
Υποστηρίξατε την ανάγκη να προχωρήσουμε σε ένα είδος μικτής οικονομίας, δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
«Δείτε την ιστορία. Η ΕΣΣΔ προσπάθησε να εξαφανίσει τον ιδιωτικό τομέα και ηττήθηκε παταγωδώς. Από την άλλη, και το υπερφιλελεύθερο εγχείρημα απέτυχε παταγωδώς. Το ερώτημα επομένως δεν είναι πώς θα είναι αυτό το μίγμα δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αλλά ποιο θα είναι το αντικείμενο αυτού του συνδυασμού. Ή μάλλον ποιος είναι ο σκοπός όλων αυτών. Και ο σκοπός δεν είναι μόνο η οικονομική ανάπτυξη. Δεν είναι αλήθεια ότι ο πλούτος συνδέεται με την αύξηση του συνολικού παγκόσμιου προϊόντος».
Ο σκοπός της οικονομίας είναι η ευτυχία;
«Σίγουρα».
Πάντως, όλο και αυξάνονται οι ανισότητες.
«Και θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο, στο εσωτερικό των επιμέρους κρατών, και  μεταξύ,ίσως, ορισμένων  χώρων. Έχουμε την ηθική υποχρέωση να προσπαθήσουμε να οικοδομήσουμε μια κοινωνία με περισσότερη ισότητα. Μια χώρα με μεγαλύτερη ισότητα είναι πιθανό μια καλύτερη χώρα, αλλά ποιο βαθμό ισότητας, μια χώρα μπορεί να αντέξει δεν είναι καθόλου σαφές».
Τι παραμένει από τον Μαρξ; Εσείς, σε όλη αυτή τη συζήτηση δεν μιλήσατε ούτε μία φορά για σοσιαλισμό και κομμουνισμό ...
«Το γεγονός είναι πως ούτε ο Μαρξ μίλησε αρκετά για σοσιαλισμό, και κομμουνισμό, αλλά ούτε και για καπιταλισμό. Ο Μαρξ έγραψε για την αστική κοινωνία. Παραμένει το όραμα, η ανάλυσή του για τη κοινωνία. Η αντίληψη του ότι ο καπιταλισμός τρέφεται δημιουργώντας τις κρίσεις. Επειτα, ο Μαρξ έκανε κάποιες σωστές προβλέψεις σε μεσοπρόθεσμη βάση. Η βασική:  ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να οργανωθούν ως ταξικό κόμμα».
Στη Δύση μιλάμε όλο και λιγότερο για πολιτική και όλο και περισσότερο για τεχνολογία. Γιατί;
«Επειδή η αριστερά δεν έχει τίποτα να πει, δεν έχει να προτείνει κανένα πρόγραμμα. Αυτό που της μένει είναι να εκπροσωπεί τα συμφέροντα μιας μορφωμένης μεσαίας τάξης, που σίγουρα δεν παίζει και κανένα ιδιαίτερο  ρόλο στην κοινωνία».

(Συνέντευξη του Έρικ Χόμπσμπαουμ στον Βλόντεκ Γκόλντκορν του περιοδικού L'Espresso)

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

"Πώς να αλλάξουμε τον κόσμο": το νέο βιβλίο του Eric Hobsbawm

μια συνέντευξη και μια κριτική του βιβλίου 
φφφ
σσ
Eric Hobsbawm και πάλι!

Ο άνθρωπος που μας έμαθε να βλέπουμε με άλλο μάτι την ιστορία είναι πάλι εδώΗ "σειρά του", αν δεν έχει εγκαταλείψει τα εγκόσμια, έχει κατά κανόνα παραιτηθεί από αυτά. Αυτός επιμένει. (Γεννημένος το 1917, ζωή νάχει!) 

"How to change the world: Tales of Marx and Marxism", το νέο του βιβλίο που κυκλοφόρησε τον προηγούμενο μήνα. Ακολουθούν συνέντευξη που έδωσε ο μεγάλος ιστορικός στον Gabriele Pantucci (Repubblica, 28.1.2011) και  αποσπάσματα της κριτικής του καθηγητή λογοτεχνίας και ιστορίας των ιδεών στο Καίμπριτζ Stefan Collini (Guardian, 22.1.2011) , όπως αυτά δημοσιεύτηκαν στα ενθέματα της Αυγής στις 13/2/11: 


 Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου γράφετε ότι ο Μαρξ παραμένει ένας μεγάλος διανοητής της εποχής μας». Και ότι, παραδόξως, «οι καπιταλιστές είναι αυτοί που τον ανακάλυψαν, όχι οι σοσιαλιστές».

 Δύο είναι οι λόγοι που εξηγούν τη σημασία του. Πρώτα απ’ όλα, το τέλος του επίσημου μαρξισμού της ΕΣΣΔ απελευθέρωσε τον Μαρξ από την ταύτισή του με τον λενινισμό και τα λενινιστικά καθεστώτα. ΄Εγινε έτσι δυνατό να ανακτηθεί η σκέψη του και εκείνο που είχε να πει σχετικά με τον κόσμο. Προπαντός, όμως, ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός που αναπτύχθηκε μετά το 1990 ήταν αυτό που είχε περιγράψει ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, πράγμα που έγινε κατανοητό στην κρίση του 1998: μια πολύ δύσκολη χρονιά για την παγκόσμια οικονομία, και, ταυτόχρονα, η 150ή επέτειος από την έκδοση αυτού του μικρού και καταπληκτικού βιβλίου. Αλλά, ακριβώς, αυτή τη φορά ήταν οι καπιταλιστές και όχι οι σοσιαλιστές εκείνοι που το ανακάλυψαν. Ίσως οι σοσιαλιστές βρίσκονταν σε μεγάλη αμηχανία για να γιορτάσουν αυτή την επέτειο.

 Πότε αντιληφθήκατε αυτή την επιστροφή του Μαρξ;

 Επικοινώνησε μαζί μου ο διευθυντής του περιοδικού που εκδίδει η United Airlines για τους επιβάτες της, που είναι σχεδόν όλοι αμερικανοί επιχειρηματίες. Είχα γράψει ένα άρθρο για το Μανιφέστο: με ρώτησε αν μπορούσαν να το δημοσιεύσουν, τους ενδιέφερε η συζήτηση. Έπειτα από κάποιο καιρό, ο Τζωρτζ Σόρος με ρώτησε τι γνώμη έχω για τον Μαρξ. «Αυτός ο άνθρωπος», μου είπε ο Σόρος, «ανακάλυψε, εδώ και 150 χρόνια, κάτι για τον καπιταλισμό που πρέπει να το λάβουμε υπόψη μας σήμερα». Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο Μαρξ επέστρεψε στο κέντρο της σκηνής.

Υπάρχουν και άλλα σημάδια;

 Βέβαια, ακόμα και ελαφρότερα, σύμβολα μιας μόδας. Μια δημοσκόπηση του BBC ανέδειξε τον Μαρξ σαν τον πιο μεγάλο φιλόσοφο, ενώ αν χτυπήσετε το όνομά του στο Google θα δείτε ότι, από τους διανοούμενους, τον ξεπερνούν μόνον ο Δαρβίνος και ο Αϊνστάιν, και είναι μπροστά από τον Άνταμ Σμιθ και τον Φρόυντ.

 Στο βιβλίο αναφέρετε το μοντέλο ενός «καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο», που υπήρχε πριν από την εποχή Ρήγκαν-Θάτσερ. Υπάρχει ακόμα σήμερα;

 Μια τέτοια θέση αποτελούν μέρος της παράδοσης πολλών καπιταλιστικών χωρών, από τα ρεύματα της μεταρρυθμιστικής σοσιαλδημοκρατίας μέχρι τις θεωρίας του χριστιανοκοινωνισμού. Τα οικονομικά κέρδη πρέπει να συνοδεύονται από μέτρα που εξασφαλίζουν την ευημερία του λαού, αν μη τι άλλο για να αποφευχθούν κοινωνικοί και πολιτικοί κίνδυνοι που προκύπτουν από τις υπερβολικές ανισοτιμίες. Αυτές οι ιδέες γεννήθηκαν σαν αντίδραση στην ανάπτυξη των εργατικών και σοσιαλιστικών κομμάτων, προς το τέλος του 19ου αιώνα, και ακόμα και τώρα, για καλή μας τύχη, διαφοροποιούν τη Δυτική Ευρώπη από τις ΗΠΑ.

 Ποιες είναι οι χώρες που αντιστέκονται;

 Οι μικρότερες χώρες που κατόρθωσαν να δημιουργήσουν θύλακες, σχετικά ασφαλείς στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, μπορώντας έτσι να συνδυάσουν την ανάπτυξη των ιδιωτικών επιχειρήσεων με τις δημόσιες υπηρεσίες: έχω στο νου μου την Αυστρία και την Νορβηγία. Αυτά τα συστήματα χρησιμεύουν για να αναδιανέμουν το κοινωνικό εισόδημα, και γι’ αυτό είναι απαραίτητοι αποσβεστήρες.

Ποια είναι η πιο πρόδηλη συνέπεια της παγκοσμιοποίησης;

Στέρησε τα κράτη από τους πόρους για τη διανομή του δημόσιου πλούτου, λόγω της αποβιομηχανοποίησης και της μετατόπισης της παγκόσμιας οικονομίας στην Ανατολή. Μέχρι την κατάρρευση του 2008 αυτή η διαδικασία επιταχύνθηκε και δεν ελέγχθηκε από την πολιτική. Είχαμε τη συστηματική αποδυνάμωση του δημόσιου τομέα προς όφελος ενός υπερδιογκωμένου ιδιωτικού πλουτισμού.

Tι χρειάζεται τώρα;

Πρώτ’ απ’ όλα, η αλλαγή ορισμένων συσχετισμών. Η εχθρότητα του νεοφιλελευθερισμού απέναντι στα συνδικάτα, που ενισχύθηκε από μυωπικές συνδικαλιστικές πολιτικές, υπήρξε κατατροφική. Ο καπιταλισμός «με ανθρώπινο πρόσωπο» είναι εφικτός, αλλά μόνον αν οι κυβερνήσεις και οι πλούσιοι αρχίσουν να ανησυχούν για το πρόβλημα.

Μια από τις προτροπές σας είναι να αρχίσουμε να «παίρνουμε στα σοβαρά τον Μαρξ»,, υποστηρίζετε όμως ακόμα την αναγκαιότητα να τον «επαναταξινομήσουμε». Τι σημαίνει αυτό;

 Η βασική ανάλυση της ανάπτυξης που έκανε ο Μαρξ ισχύει ακόμη, εκείνο όμως που ονόμαζε «αστική κοινωνία» δεν ήταν, και δεν μπορούσε να είναι, το κορύφωμα του καπιταλισμού. Ήταν μια προσωρινή φάση, όπως υπήρξαν άλλες. Εκείνο που παραμένει αληθινό είναι ότι δημιουργούνται βαθιές κοινωνικές και ηθικές ανισότητες. Ο σοσιαλισμός, όπως τον εννοούσε ο Μαρξ, και ακόμα περισσότερο ο κομμουνισμός, χρεοκόπησε. Παρ’ όλα αυτά, ξαναγίνεται επίκαιρη η αναγκαιότητα να επιλυθούν τα προβλήματα με προγραμματικές ενέργειες των κυβερνήσεων και της δημόσιας εξουσίας.

Σήμερα όμως η ιδέα του κράτους έχει αλλάξει εντελώς.

Πράγματι. Γι’ αυτό έχω στο νου μου ενέργειες παγκόσμιων υπερεθνικών αρχών. Είναι δύσκολο να το φανταστούμε, ας σκεφτούμε συμφωνίες μεταξύ υπερκρατών, που θα έχουν την εξουσία να παίρνουν πολιτικές αποφάσεις. Δεν μπορεί να αφεθούν όλα στην εξουσία της ιδιωτικής οικονομίας. Tα προβλήματα είναι προφανή σε όλους. Ο Μαρξ μας πρόσφερε μια μέθοδο: το δημόσιο πρέπει να είναι σε θέση να διακυβερνήσει την αλλαγή, οι ανισότητες πρέπει να περιοριστούν από το κράτος.

Ποια είναι τα κυριότερα προβλήματα;

Η αύξηση του πληθυσμού και της παραγωγής. Προσέξτε, αυτά καθαυτά δεν είναι προβλήματα: γίνονται, όμως, λόγω των καταστροφικών επιπτώσεων που, υπ’ αυτές τις συνθήκες, έχουν στο περιβάλλον. Επιπλέον, εάν το κέντρο βάρους του κόσμου μετατοπίζεται από τις παλιές βιομηχανικές αυτοκρατορίες στις ανερχόμενες, δημιουργούνται καινούργιες αστάθειες και κίνδυνοι.

 Ποιας μορφής;

 Οι παλιές δυτικές οικονομίες, που τώρα βρίσκονται σε παρακμή, χάνουν το βιοτικό επίπεδο της ζωής που είχαν κατακτήσει, ενώ οι ανερχόμενες ονειρεύονται να φτάσουν το επίπεδο της Δύσης. Αυτό προκαλεί μια διπλή πίεση: από τη μια μεριά, σ’ αυτόν που βλέπει να βουλιάζει η κοινωνική του θέση και από την άλλη σ’ αυτόν που θέλει να την ανυψώσει -- πράγμα βάζει σε κρίση την ιδέα της ανάπτυξης.

Μπορούμε όμως, να είμαστε σήμερα μαρξιστές;

 Είναι φανερό ότι δεν μπορούμε να γυρίσουμε στα 1800. Δεν μπορούμε να θέσουμε σε κίνδυνο, ούτε για μια στιγμή, τη διανοητική πρόοδο, τις πολιτικές και κοινωνικές και κατακτήσεις, τα βήματα ελευθερίας, που πετύχανε άντρες και γυναίκες τους δύο τελευταίους αιώνες. Πρέπει όμως να αναζητήσουμε μια καινούργια ισορροπία μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού, μεταξύ της ιδέας της ανάπτυξης και της βιωσιμότητάς της σ’ αυτόν τον κόσμο. Για τον δικό μας τον κόσμο.

η κριτική του Stefan Collini:
Η λέξη «ιστορίες» στον υπότιτλο του βιβλίου How to Change the World. Tales of Marx and Marxism μπορεί να είναι μια απόπειρα του ανήσυχου εκδότη να κάνει το περιεχόμενο πιο ελκυστικό για τους αναγνώστες, που ίσως τους αποθάρρυναν τα «δοκίμια» ή οι «μελέτες», αλλά, τύχη αγαθή, ο όρος σε αυτή την περίπτωση δεν παραπέμπει σε φανταχτερές βιογραφικές πληροφορίες ή χαμηλόφωνες εξομολογητικές αφηγήσεις. Τα δοκίμια είναι διεισδυτικά και συνοπτικά, ενώ η ατόφια πνευματική τους αξία τα κάνει πιο συναρπαστικά από ότι και οι πιο οργιαστικές «ιστορίες».
Το Πρώτο Μέρος περιέχει μελέτες που εξετάζουν διάφορες όψεις της σκέψης το Μαρξ και του Ένγκελς -- από μια μικρή εισαγωγή στην Κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία μέχρι μια πυκνή ερμηνεία της μαρξικής αντίληψης για τους «προκαπιταλιστικούς σχηματισμούς» στο ημιτελές έργο του που είναι γνωστό ως Grundrisse.
Το Δεύτερο Μέρος, που ίσως έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τον σύγχρονο αναγνώστη, προσφέρει ουσιαστικά μια επισκόπηση της τύχης του μαρξισμού στα --σχεδόν-- 130 χρόνια από τον θάνατο του Μαρξ το 1883. Σε αυτά ακριβώς τα κεφάλαια εμφανίζεται ο συνδυασμός που αποτελεί σήμα-κατατεθέν του Χομπσμπάουμ: διαυγής ανάλυσης και μαγευτική ανάπτυξη. Σχεδόν όλοι οι ιστορικοί μοιάζουν τοπικιστές μπροστά του. Ποιος άλλος θα μπορούσε, ενώ αποτιμά λεπτομερώς την ιστορία μεγάλων μαρξιστικών πολιτικών κινημάτων σε χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία, να μας προσφέρει ταυτόχρονα αυθεντικές πινελιές σχετικά τις διαφορές μεταξύ του δανέζικου και του φινλανδικού μαρξισμού; Ποιον άλλον θα μπορούσαμε να εμπιστευθούμε, όταν έχοντας περιγράψει λεπτομερώς τις μεταφράσεις του Das Kapital από το Αζερμπαϊτζάν μέχρι τα γίντις, καταλήγει να αποφανθεί βεβαιότητα: «Η μοναδική άλλη μείζων γλωσσική εξάπλωση του Κεφαλαίου συνέβη στην ανεξάρτητη Ινδία, με εκδόσεις στα μαράθι, τα ινδουιστικά και τα βεγγαλικά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960»;
Κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, ή και περισσότερο, τα γραπτά του Μαρξ ταλαντεύονταν ανάμεσα σε δύο πόλους. Από τη μία πλευρά, υπήρχε η θέση της πάλαι ποτέ κομμουνιστικής ορθοδοξίας: ο Μαρξ είναι ο αλάνθαστος οδηγός για την πολιτική δράση και τη δημιουργία, μέσω της επανάστασης, της κοινωνίας που θα διαδεχόταν τον καπιταλισμό. Από την άλλη, υπήρχε αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε δυτική πολιτισμική οπτική, όπου ο Μαρξ, θεωρείται, μαζί με μορφές όπως ο Νίτσε και ο Φρόιντ, ο συγγραφέας ενός ατέλειωτα συναρπαστικά αφηγήματος, ενός αφηγήματος που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης ή απλώς απόλαυσης, αλλά δεν σχετίζεται με τη δράση περισσότερο από ό,τι το Μαγικό βουνό του Τόμας Μαν ή η Έρημη χώρατου Έλιοτ.
Ο Χομπσμπάουμ, σταθερά, αποφύγει και τα δύο αυτά άκρα: πολύ πιο αποστασιοποιημένος όσον αφορά το πρώτο, πολύ πιο ενεργητικός όσον αφορά το δεύτερο. Πλέκει το εγκώμιο της ιστορίας του μαρξισμού, επειδή «τα περασμένα 130 χρόνια υπήρξε ένα μείζον μουσικό θέμα στη διανοητική μουσική του σύγχρονου κόσμου, ενώ, μέσα από την ικανότητά του να κινητοποιεί τις κοινωνικές δυνάμεις, είχε μια καθοριστική, σε ορισμένες περιόδους, παρουσία στην ιστορία του εικοστού αιώνα». […].
Ίσως η αλήθεια είναι ότι ο μαρξισμός, παρά τη διάσημη ρήση του ιδρυτή του, πάντοτε συνέβαλε περισσότερο στην κατανόηση παρά στην αλλαγή του κόσμου. Βέβαια, ο Έρικ Χομπσμπάουμ έχει κάνει τα πάντα για να προάγει αυτή την κατανόηση. Και αν αναρωτιόμαστε ποια είναι η τελική του άποψη για τις προοπτικές αλλαγής του κόσμου, μπορούμε, με χαρά, να παραφράσουμε την απάντηση του Τσου Εν Λάι για τη Γαλλική Επανάσταση: είναι πολύ νωρίς για να αποφανθούμε.


 από τα ενθέματα της Αυγής 13/2/11



Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010

Η παγκόσμια αταξία στις αρχές του 21ου αιώνα

Η σειρά του, αν δεν έχει εγκαταλείψει τα εγκόσμια, έχει κατά κανόνα παραιτηθεί από αυτά. Ο ίδιος αν και σχεδόν συνομήλικος του "Αιώνα των άκρων", αφού έδωσε νέο περιεχόμενο στην λέξη ιστορία, συνεχίζει να δηλώνει παρών με όλους τους τρόπους. (Γεννημένος το 1917, ζωή νάχει!) 

Οι απόψεις που ακολουθούν δημοσιεύτηκαν με τη μορφή συνέντευξης  του στο "New Left Review" τον Ιανουάριο του '10 (τεύχος αρ 61) και τίτλο :"World distempers". 

Μεταφρασμένη στα ελληνικά από τους: Σ. Μπουλαλάκη και Κ. Σπαθαράκη τη βρήκα στα ενθέματα της Αυγής (13 / 6) , με εντυπωσίασε όπως πάντα μου συμβαίνει με τον Hobsbawm, και από τότε είχε μόνιμη θέση στην πλευρική μπάρα του blog. Φυσικά παραμένει επίκαιρη και σήμερα  μετακομίζει στην "αρχική". Ο Hobsbawm, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, είναι μια από τις μεγάλες αδυναμίες μου...


Το βιβλίο σας "Εποχή των άκρων " τελειώνει το 1991 με ένα πανόραμα των σαρωτικών αλλαγών σε όλο τον πλανήτη  – η κατάρρευση των ελπίδων της Χρυσής Εποχής για παγκόσμια κοινωνική πρόοδο. Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι σημαντικότερες  εξελίξεις στη διεθνή ιστορία από τότε;

Διακρίνω πέντε βασικές αλλαγές. Πρώτον, η μετατόπιση του οικονομικού κέντρου του πλανήτη από τον Βόρειο Ατλαντικό προς τη Νότια και Ανατολική Ασία. Αυτή η διαδικασία ξεκίνησε στην Ιαπωνία τις δεκαετίες του 1970 και 1980, αλλά η άνοδος της Κίνας, από τη δεκαετία του 1990 και μετά, είναι αυτή που κάνει την πραγματική διαφορά. Δεύτερον, ασφαλώς, η παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού, την οποία είχαμε προβλέψει, αλλά ωστόσο χρειάστηκε πολύ καιρό για να εκδηλωθεί. Τρίτον, η παταγώδης αποτυχία της προσπάθειας των ΗΠΑ να κατακτήσουν τον ρόλο της αποκλειστικής ηγέτιδας δύναμης μετά το 2001  – η αποτυχία είναι ολοφάνερη. Τέταρτον, η ανάδυση μιας νέας ομάδας αναπτυσσόμενων χωρών  –«των brics» (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα) – ως πολιτικής οντότητας, που δεν είχε συντελεστεί όταν έγραφα την Εποχή των άκρων. Και, πέμπτον, η αποσάθρωση και η συστηματική αποδυνάμωση της εξουσίας των κρατών: της εξουσίας των εθνικών κρατών στις επικράτειές τους, αλλά και, σε μεγάλες περιοχές του πλανήτη, κάθε είδους αποτελεσματικής κρατικής εξουσίας. Είναι κάτι που ίσως ήταν προβλέψιμο, αλλά συνέβη με ταχύτητα που δεν την περίμενα ποτέ.
 
 Τι άλλο σας έχει προξενήσει έκπληξη έκτοτε;

Δεν έχει πάψει να με εκπλήσσει η πλήρης παραφροσύνη του νεοσυντηρητικού πολιτικού σχεδίου, οι οπαδοί του οποίου όχι μόνο διατείνονταν πως η Αμερική ήταν το μέλλον, αλλά επιπλέον πίστευαν ότι είχαν διαμορφώσει μια στρατηγική για την επίτευξη του στόχου αυτού. Αν καταλαβαίνω καλά, με ορθολογικούς όρους, δεν διαθέτουν κάποια συνεκτική στρατηγική. Δεύτερον  –κάτι μικρότερης σημασίας, που δεν παύει ωστόσο να είναι σημαντικό – η αναβίωση της πειρατείας, την οποία είχαμε εν πολλοίς ξεχάσει· αυτό είναι κάτι καινούργιο. Τρίτον, μια εξέλιξη σε τοπικό επίπεδο: η κατάρρευση του μαοϊκού Κομμουνιστικού Κόμματος στη Δυτική Βεγγάλη, την  οποία αληθινά δεν περίμενα.

Μπορείτε να οραματιστείτε κάποια πολιτική ανασυγκρότηση αυτού που κάποτε ήταν  η εργατική τάξη;

Όχι με την παραδοσιακή της μορφή. Ο Μαρξ είχε αναμφισβήτητα δίκιο όταν προέβλεπε τον σχηματισμό μεγάλων ταξικών κομμάτων σε ένα συγκεκριμένο στάδιο της εκβιομηχάνισης. Αλλά αυτά τα κόμματα, αν ήταν επιτυχημένα, δεν λειτουργούσαν αυστηρά ως κόμματα της εργατικής τάξης: αν ήθελαν να επεκταθούν πέρα από τα αυστηρά όρια μιας περιορισμένης τάξης, αυτό το κατάφερναν ως  λαϊκά κόμματα, που δομούνταν με βάση μια οργάνωση που επινοήθηκε από και για τους σκοπούς της εργατικής τάξης. Ακόμα κι έτσι, η ταξική συνείδηση έθετε όρια. Στη Βρετανία, το Εργατικό Κόμμα δεν πήρε ποτέ πάνω από το 50% των ψήφων.  Το ίδιο ισχύει και στην Ιταλία, όπου το ΚΚΙ ήταν πολύ περισσότερο ένα λαϊκό κόμμα. Στη Γαλλία, η Αριστερά βασίστηκε σε μια σχετικά αδύναμη εργατική τάξη, η οποία όμως ενδυναμωνόταν πολιτικά χάρη σε μια λαμπρή επαναστατική παράδοση, της οποίας κατάφερε να γίνει ο βασικός κληρονόμος  – γεγονός που έκανε και την ίδια και την Αριστερά  να αποκτήσουν πολύ μεγάλη επίδραση.
Η παρακμή της  εργατικής τάξης των χειρωνακτών φαίνεται να είναι οριστική.  Υπάρχουν, και θα συνεχίσουν να υπάρχουν, πολλοί άνθρωποι που εργάζονται  ακόμα ως χειρώνακτες  και η υπεράσπισή τους  παραμένει μείζον καθήκον για όλες τις αριστερές κυβερνήσεις. Ωστόσο,  αυτό δεν μπορεί πλέον να αποτελεί την κύρια βάση των ελπίδων τους: δεν διαθέτουν πλέον, ακόμα και σε θεωρητικό επίπεδο, πολιτική δυναμική επειδή έχουν απολέσει την προοπτική οργάνωσης της παλιάς εργατικής τάξης. Υπήρξαν  τρεις ακόμα σημαντικές αρνητικές εξελίξεις.  Η πρώτη είναι, ασφαλώς, η ξενοφοβία – η οποία, για το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης, είναι, σύμφωνα με τη ρήση του Αύγουστου Μπέμπελ,  «ο σοσιαλισμός των ηλιθίων»: διασφαλίζω τη δουλειά μου ενάντια σε ανθρώπους που τους αντιμετωπίζω σαν ανταγωνιστές. Όσο πιο αδύναμο είναι το εργατικό κίνημα, τόσο αυξάνεται η απήχηση της ξενοφοβίας. Δεύτερον, μεγάλο μέρος των ελαφρών χειρωνακτικών εργασιών δεν είναι μόνιμες, αλλά περιστασιακές: φοιτητές ή μετανάστες που δουλεύουν στον τομέα του επισιτισμού, για παράδειγμα. Ως εκ τούτου, δεν είναι εύκολο να σκεφτούμε πώς θα μπορέσουν  να οργανωθούν πολιτικά. Οι μόνοι εργαζόμενοι αυτής της κατηγορίας που θα μπορούσαν να οργανωθούν εύκολα είναι όσοι έχουν ως εργοδότη τις δημόσιες υπηρεσίες, κι αυτό επειδή οι δημόσιες αρχές είναι πολιτικά ευάλωτες.
Η τρίτη και πιο σημαντική εξέλιξη, κατά τη γνώμη μου, είναι το διευρυνόμενο χάσμα που δημιουργείται από ένα νέο ταξικό κριτήριο: δηλαδή, η εισαγωγή σε σχολές και πανεπιστημιακά ιδρύματα ως εισιτήριο για κάποια θέση εργασίας. Αυτό μπορούμε να το ονομάσουμε, αν θέλετε, αξιοκρατία· αλλά αξιολογείται, θεσμοποιείται και διαμεσολαβείται από τα εκπαιδευτικά συστήματα. Το αποτέλεσμα είναι  μια εκτροπή της ταξικής συνείδησης από την εναντίωση στους εργοδότες  προς την εναντίωση στους πάσης φύσεως κηφήνες  – διανοούμενους, φιλελεύθερες ελίτ, άνθρωποι που τρώνε τα λεφτά μας. Η Αμερική είναι ένα κλασικό παράδειγμα, αλλά η κατάσταση αυτή δεν είναι άγνωστη και στο Ηνωμένο Βασίλειο, αν ρίξετε μια ματιά στις βρετανικές εφημερίδες.  Η κατάσταση γίνεται ακόμα μια περίπλοκη επειδή, όλο και περισσότερο, ένα διδακτορικό ή τουλάχιστον ένα  μεταπτυχιακού προσφέρει μεγαλύτερες ευκαιρίες πλουτισμού.
Μπορεί να υπάρξουν νέες κοινωνικές δυνάμεις; Αυτό αποκλείεται, τουλάχιστον όσον αφορά μια μεμονωμένη τάξη, και αν θέλετε τη γνώμη μου ουδέποτε είχε συμβεί. Υπάρχει μια προοδευτική πολιτική συμμαχιών, ακόμα και σχετικά μόνιμων  συμμαχιών όπως μεταξύ, λ.χ., της καλλιεργημένης μεσαίας τάξης που διαβάζει τον Guardian και των διανοούμενων (ανθρώπων με υψηλή μόρφωση, οι οποίοι γενικότερα κλίνουν,  σε μεγάλο βαθμό, προς την Αριστερά) και της μάζας των φτωχών και απαίδευτων. Και οι δύο αυτές ομάδες έχουν ουσιώδη σημασία για ένα τέτοιο κίνημα, αλλά ίσως είναι πιο δύσκολο να συμμαχήσουν από ό,τι παλιότερα. Κι αυτό γιατί, υπό μία έννοια, είναι εφικτό οι φτωχοί να ταυτιστoύν με τους δισεκατομυριούχους, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες, λέγοντας: «Αν ήμουν τυχερός, θα γινόμουν ποπ σταρ!». Αλλά κανένας δεν μπορεί να πει: «Αν ήμουν τυχερός, θα γινόμουν νομπελίστας!». Αυτό είναι ένα πραγματικό πρόβλημα για τον πολιτικό συντονισμό και συνεργασία των ανθρώπων που αντικειμενικά θα μπορούσαν να βρίσκονται στην ίδια πλευρά.

Ποια σχέση θεωρείτε ότι υπάρχει ανάμεσα στη σημερινή κρίση και τη Μεγάλη Ύφεση;

Η κρίση του 1929 δεν ξεκίνησε από τις τράπεζες· οι τράπεζες κατέρρευσαν μόνο δύο χρόνια αργότερα. Αντίθετα, το χρηματιστήριο πυροδότησε μια απότομη κάμψη της παραγωγής, συνοδευόμενη από πολύ υψηλότερη ανεργία και μια πολύ έντονη πτώση στην παραγωγή, μεγαλύτερες από ποτέ. Υπήρξαν αρκετά προανακρούσματα της παρούσας ύφεσης, σε αντίθεση με εκείνη του 1929 που έπεσε σχεδόν σαν κεραυνός. Θα έπρεπε έχει γίνει αντιληπτό, αρκετά εγκαίρως, ότι ο νεοφιλελεύθερος φονταμενταλισμός δημιούργησε  μια τεράστια αστάθεια στη λειτουργία του καπιταλισμού. Μέχρι το 2008 η αστάθεια αυτή φαινόταν να επηρεάζει μόνο μερικές περιφερειακές περιοχές: τη Λατινική Αμερική τη δεκαετία του 1990 και στις αρχές του 21ου αιώνα, τη Νοτιοανατολική Ασία και τη Ρωσία. Στα ισχυρά κράτη, το μόνο που συνέβαινε ήταν να καταρρέει περιστασιακά το χρηματιστήριο και στη συνέχεια να ανακάμπτει σχετικά γρήγορα. Μου φαίνεται ότι το πραγματικό σημάδι του κακού που θα συνέβαινε θα μπορούσε να είναι η κατάρρευση του Long-Term Capital Management* το 1998, γεγονός που έδειξε πόσο λάθος ήταν συνολικά το αναπτυξιακό μοντέλο· ωστόσο δεν αντιμετωπίστηκε έτσι. Παραδόξως, οδήγησε μια σειρά επιχειρηματίες και δημοσιογράφους να ανακαλύψουν ξανά τον Καρλ Μαρξ, θεωρώντας πως το έργο του έχει ενδιαφέρον για την κατανόηση μιας σύγχρονης, παγκοσμιοποιημένης οικονομίας· η διαδικασία αυτή δεν είχε καμία σχέση με την παραδοσιακή Αριστερά.
Η παγκόσμια οικονομία το 1929  ήταν λιγότερο παγκοσμιοποιημένη από ό,τι η σημερινή. Αυτό, βέβαια, είχε κάποιες επιπτώσεις  – για παράδειγμα ήταν πολύ ευκολότερο στους ανθρώπους που έχαναν τη δουλειά τους να γυρίσουν στα χωριά τους. Το 1929, σε μεγάλο μέρος του κόσμου εκτός Ευρώπης και Βορείου Αμερικής, τα παγκοσμιοποιημένα τμήματα της οικονομίας δεν ήταν παρά μεμονωμένες νησίδες  που άφηναν το κύριο μέρος που τα περιέβαλλε αμετάβλητα.  Η ύπαρξη της ΕΣΣΔ δεν είχε κάποια υλική επίπτωση στην Ύφεση, αλλά είχε τεράστιες ιδεολογικές επιπτώσεις  – υπήρχε μια εναλλακτική λύση. Από το 1990 και μετά, έχουμε δει την άνοδο της Κίνας και των αναδυόμενων οικονομιών, γεγονός που είχε συγκεκριμένες επιπτώσεις στην παρούσα ύφεση: συνέβαλαν στο να διατηρήσει η παγκόσμια οικονομία μια πολύ πιο ομαλή πορεία, από ό,τι θα συνέβαινε αλλιώς. Στην πραγματικότητα, ακόμη και στις ημέρες που ο νεοφιλελευθερισμός ισχυριζόταν ότι υπήρχε άνθηση, η πραγματική ανάπτυξη εμφανιζόταν, σε πολύ υψηλούς ρυθμούς, σε αυτές τις νέες αναπτυσσόμενες οικονομίες, κυρίως στην Κίνα. Είμαι σίγουρος ότι αν δεν υπήρχε η Κίνα, η ύφεση του 2008 θα ήταν πολύ πιο σοβαρή. Έτσι, γι’ αυτούς τους λόγους, σκέφτομαι ότι  είναι πιθανό να μπορέσουμε να ανακάμψουμε πιο γρήγορα, παρόλο που μερικές χώρες –και κυρίως η Βρετανία – θα συνεχίσουν να είναι βυθισμένες στην ύφεση για πολύ καιρό ακόμα.

Ανέκαθεν ήσασταν κριτικός  απέναντι τον εθνικισμό ως πολιτική δύναμη, εφιστώντας την προσοχή της Αριστεράς να μην προσπαθεί να τον προσεταιριστεί. Ωστόσο, έχετε επίσης αντιταχθεί έντονα στις παραβιάσεις της εθνικής κυριαρχίας εν ονόματι των ανθρωπιστικών παρεμβάσεων. Ποια είδη διεθνισμού, μετά την κατάρρευση του διεθνισμού που είχε γεννήσει το εργατικό κίνημα, είναι επιθυμητά και εφικτά σήμερα;

Πρώτα απ’ όλα, ο «ανθρωπιστικισμός» (humanitarianism), ο ιμπεριαλισμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων, δεν έχει καμία σχέση με τον διεθνισμό. Αποτελεί έκφανση είτε ενός αναγεννημένου ιμπεριαλισμού, ο οποίος βρίσκει μια κατάλληλη δικαιολογία για παραβιάσεις της κρατικής κυριαρχίας  –μπορεί να υπάρχουν απόλυτα ειλικρινείς δικαιολογίες γι’ αυτό – είτε, κάτι ακόμα πιο επικίνδυνο, μια επαναβεβαίωση της πίστης στη μόνιμη υπεροχή της περιοχής που κυριαρχούσε στον πλανήτη από τον 16ο μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα. Στο κάτω κάτω, οι αξίες τις οποίες η Δύση προσπαθεί να επιβάλει είναι αξίες μιας περιοχής, και όχι κατ’ ανάγκην οικουμενικές. Αν είναι οικουμενικές, πρέπει να επαναδιατυπωθούν με διαφορετικούς όρους. Δεν νομίζω ότι έχουμε να κάνουμε με  ένα φαινόμενο αφεαυτού εθνικό ή διεθνές.  Ο εθνικισμός  υπεισεισέρχεται σε αυτό το ζήτημα επειδή η διεθνής τάξη βασισμένη σε εθνικά κράτη  –το σύστημα της Βεστφαλίας – υπήρξε κατά το παρελθόν, καλώς ή κακώς,  μια από τις ασφαλέστερες εγγυήσεις εναντίον στις εισβολές των ξένων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αφ’ ης στιγμής το σύστημα πλέον έχει καταργηθεί ο δρόμος είναι ανοιχτός για επιθετικούς και επεκτατικούς πολέμους  – στην πραγματικότητα, αυτός είναι ο λόγος που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποκηρύξει τη διεθνή τάξη της Βεστφαλίας.
Ο διεθνισμός, που αποτελεί έναν άλλο δρόμο σε σχέση με τον εθνικισμό, είναι ένα πιο περίπλοκο εγχείρημα. Μπορεί να είναι είτε ένα πολιτικά κενό σύνθημα, όπως υπήρξε,  στην πράξη,  για το διεθνές εργατικό κίνημα, οπότε δεν σημαίνει τίποτα συγκεκριμένο, είτε ένας τρόπος για την εξασφάλιση της ομοιομορφίας σε ισχυρούς συγκεντρωτικούς οργανισμούς όπως η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ή η Κομιντέρν. Ο διεθνισμός σήμαινε ότι, ως καθολικός, θα ασπαζόσουν τα ίδια δόγματα και θα μετείχες στις ίδιες πρακτικές, ανεξάρτητα με το ποιος είσαι και πού βρίσκεσαι· το ίδιο συνέβαινε θεωρητικά και στην περίπτωση των κομμουνιστικών κομμάτων. Σε ποιο βαθμό αυτό συνέβη πραγματικά και σε ποιο στάδιο έπαψε να συμβαίνει  –ακόμα και στην Καθολική Εκκλησία – είναι ένα άλλο ζήτημα. Πάντως,  δεν εννοούμε αυτό με τον όρο «διεθνισμός».
Το έθνος-κράτος ήταν και παραμένει το πλαίσιο για όλες τις πολιτικές αποφάσεις, στη χώρα μας ή στο εξωτερικό. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, η δράση των εργατικών κινημάτων  –στην πράξη, όλες οι πολιτικές δραστηριότητες—αναπτυσσόταν σχεδόν εξολοκλήρου στο πλαίσιο ενός κράτος. Ακόμα και εντός της Ε.Ε., η πολιτική εξακολουθεί να λειτουργεί με εθνικούς όρους. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει υπερ-εθνική εξουσία δράσης  – μόνο ένας συνασπισμός χωριστών κρατών. Πιθανόν ότι το  φονταμενταλιστικό Ισλάμ να αποτελεί μια εξαίρεση, καθώς διεισδύει σε όλα τα κράτη, αλλά αυτό δεν έχει ακόμα επιβεβαιωθεί. Προηγούμενες απόπειρες όπως παν-αραβικά υπερκράτη (λ.χ. η Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία, ένωση της Αιγύπτου και της Συρίας) απέτυχαν ακριβώς χάρη στην αντοχή υφιστάμενων  –πρώην αποικιακών – συνόρων.

Διακρίνετε εγγενή εμπόδια σε όλες τις προσπάθειες για υπέρβαση των ορίων του έθνους-κράτους;

Οικονομικά, αλλά και από πολλές άλλες απόψεις  –ακόμα, σε κάποιο βαθμό, και πολιτισμικά – η επανάσταση των επικοινωνιών έχει δημιουργήσει έναν πραγματικά παγκόσμιο χώρο, στον οποίο υπάρχουν εξουσίες λήψης αποφάσεων με υπερεθνικό χαρακτήρα, υπερεθνικές δραστηριότητες και, βέβαια, κινήματα ιδεών, επικοινωνίες και άνθρωποι που λειτουργούν υπερεθνικά με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από ό,τι ποτέ. Ακόμη και οι γλωσσικές κουλτούρες συμπληρώνονται τώρα από τα διεθνή ιδιώματα της επικοινωνίας. Αλλά στην πολιτική δεν υπάρχει κανένας τέτοιος απόηχος· αυτή είναι η βασική αντίφαση την παρούσα στιγμή. Ένας από τους λόγους είναι ότι, στον 20ό αιώνα, η πολιτική είχε εκδημοκρατιστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό  – οι μάζες των απλών ανθρώπων συμμετείχαν σε αυτή. Γι’ αυτούς, το κράτος έχει ουσιώδη σημασία για την καθημερινότητα, την κανονικότητα και τις προοπτικές της ζωής τους. Απόπειρες έσωθεν διάλυσης του κράτους, με την αποκέντρωση, έχουν γίνει κυρίως τα τελευταία τριάντα ή σαράντα χρόνια, και κάποιες από αυτές δεν ήταν ανεπιτυχείς  – σίγουρα στη Γερμανία η αποκέντρωση υπήρξε επιτυχής σε αρκετούς τομείς, ενώ στην Ιταλία, η περιφερειακή οργάνωση αποδείχθηκε πραγματικά χρήσιμη. Όμως, η προσπάθεια δημιουργίας  υπερεθνικών κρατών δεν ευδοκίμησε. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι το πιο προφανές παράδειγμα.  Σε κάποιο βαθμό, υπονομεύθηκε από τους ιδρυτές της, οι οποίοι σκέφτονταν ακριβώς με όρους ενός υπερ-κράτους, ανάλογου με ένα εθνικό κράτος, απλώς μεγαλύτερου  – στην πραγματικότητα, νομίζω ότι δεν υπήρχε ούτε τότε τέτοια δυνατότητα και, πάντως, σίγουρα δεν υπάρχει σήμερα. Η Ε.Ε. είναι μια ευρωπαϊκή ιδιοτυπία. Υπήρξαν κάποτε δείγματα ενός υπερεθνικού κράτους στη Μέση Ανατολή και αλλού, αλλά η Ε.Ε. είναι το μόνο πραγματικό εγχείρημα αυτού του είδους.  Δεν πιστεύω, για παράδειγμα, ότι υπάρχει σοβαρή πιθανότητα μιας μεγαλύτερης ομοσπονδίας στη Νότια Αμερική. Εγώ τουλάχιστον θα στοιχημάτιζα εναντίον της.
Αυτή η αντίφαση παραμένει ένα άλυτο πρόβλημα:από τη μία πλευρά υπάρχουν υπερεθνικές οντότητες και πρακτικές, που προκύπτουν από τη διαδικασία αποσάθρωσης του κράτους, στους τομείς που αυτό καταρρέει. Αλλά αν συμβεί κάτι τέτοιο  –που δεν αποτελεί άμεση προοπτική στις ανεπτυγμένες χώρες – ποιος, θα αναλάβει στη συνέχεια  την αναδιανεμητική και τις άλλες λειτουργίες, τις οποίες μέχρι σήμερα  επιτελεί το κράτος; Αυτή τη στιγμή, έχουμε ένα μίγμα συμβίωσης και  σύγκρουσης. Αυτό είναι ένα από τα βασικά προβλήματα για κάθε μορφή λαϊκής πολιτικής σήμερα.

* LTCM: Ένα από τα μεγαλύτερα διεθνώς hedge fund (αμοιβαία κεφάλαια επενδύσεων υψηλού ρίσκου). Παρόλο που δανειζόταν πολλαπλάσια κεφάλαια από τα πάγιά του, εξασφάλιζε υψηλές αποδόσεις. Θεωρούνταν εξαιρετικά αξιόπιστο, και σε αυτό τοποθετούσαν τα διαθέσιμά της ακόμα και κεντρικές τράπεζες. Η ασιατική κρίση το 1997 και η ρωσική το 1998 το οδήγησαν στα πρόθυρα χρεοκοπίας, γεγονός που απείλησε με κατάρρευση το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα

σύνδεσμοι της ανάρτησης: