Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επέτειοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επέτειοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 5 Μαΐου 2024

Pora jit! (Καιρός να ζήσουμε!)

 Μόσχα, 9 Μαΐου 1945. Η πρώτη μέρα μετά το τέλος του πολέμου για την ΕΣΣΔ, αλλά η δεύτερη μέρα για την υπόλοιπη Ευρώπη.

Την προηγούμενη μέρα, στις 8 Μαΐου ο Γερμανός Στρατάρχης Βίλχελμ Κάιτελ (Wilhelm Keitel) είχε υπογράψει στο Βερολίνο ενώπιον του Στρατάρχη Γκεόργκι Ζούκοφ (Georgi Zhukov) την άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας. Όμως, οι Σοβιετικοί είχαν έρθει δεύτεροι.

Ο στρατάρχης Βίλχελμ Κάιτελ, υπογράφοντας τους επικυρωμένους όρους παράδοσης για τον Γερμανικό Στρατό.

Ήδη στις 4 Μαΐου, οι ναζιστικές στρατιωτικές μονάδες στη ΒΔ Γερμανία, στην Ολλανδία και στη Δανία είχαν παραδοθεί στον Βρετανό Στρατάρχη Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ (Bernard Montgomery).

Ωστόσο, το μεγάλο γεγονός που σήμανε και το τέλος του πολέμου (τουλάχιστον, στην Ευρώπη) έλαβε χώρα τρεις μέρες μετά. Στις 7 Μαΐου, στη Ρεμς της Γαλλίας, ενώπιον του Αμερικανού Αρχηγού των Συμμαχικών Δυνάμεων στη Γαλλία Ντουάιτ Άιζενχάουερ (Dwight Eisenhower), ο Γερμανός Στρατηγός Άλφρεντ Γιοντλ (Alfred Jodl) υπέγραψε την άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας στους Συμμάχους. Όπως οριζόταν στο κείμενο της συνθηκολόγησης 

«[…] όλες οι γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις θα σταματήσουν τις πολεμικές επιχειρήσεις στις 23:01 ώρα Κεντρικής Ευρώπης στις 8 Μαΐου 1945».

Κατά σύμπτωση, στις 8 Μαΐου ήταν τα γενέθλια του Προέδρου των Η.Π.Α. Χάρρυ Τρούμαν (Harry Trouman), ο οποίος είχε διαδεχθεί τον Φρανγκλίνο Ρούζβελτ (Franklin Roosevelt), που είχε πεθάνει στις 12 Απριλίου, ένα μήνα πριν από το τέλος του πολέμου.

Ο Γιοντλ δεν ενεργούσε μονομερώς. Είχε λάβει την προηγούμενη συγκατάθεση του Αρχηγού του Κράτους (Staatsoberhaupt) της Γερμανίας Καρλ Νταίνιτς (Karl Dönitz), τον οποίο είχε ορίσει ως διάδοχό του ο ίδιος ο Χίτλερ, πιστεύοντας ότι οι Γκέρινγκ και Χίμλερ τον είχαν προδώσει. Ο Νταίνιτς ήταν Staatsoberhaupt· Φύρερ (Führer) παρέμενε εσαεί ο Χίτλερ - ακόμα και νεκρός.

Ο Στάλιν ήθελε τους Γερμανούς να συνθηκολογήσουν ενώπιον της σοβιετικής αντιπροσωπείας στο Βερολίνο. Όπως σημειώνει ο Ζούκοφ στα απομνημονεύματά του, αναφέροντας τα λεγόμενα του Στάλιν:

Η πτέρυγα του κτιρίου της Σχολής Μηχανικών στο Κάρλσχορστ του Βερολίνου, έδρα του Ρωσικού Αρχηγείου,  όπου υπογράφηκε η πράξη της γερμανικής Άνευ Όρων Συνθηκολόγησης. Φωτογραφία του 1943.

«Σήμερα στη Ρεμς οι Γερμανοί υπέγραψαν την προκαταρκτική πράξη μιας άνευ όρων συνθηκολόγησης. Η παράδοση (των Γερμανών) θα πρέπει να υπογραφεί ενώπιον της Ανώτατης Διοίκησης όλων των αντι-χιτλερικών συμμαχικών δυνάμεων. Και θα πρέπει να γίνει στο Βερολίνο, όπου ήταν το κέντρο των επιθέσεων των Ναζί. Συμφωνήσαμε με τους Συμμάχους να θεωρηθεί το πρωτόκολλο της Ρεμς ως μια τέτοια προκαταρκτική πράξη συνθηκολόγησης».

Παρά το τέλος του πολέμου, το κλίμα στη Μόσχα δεν ήταν και πολύ εορταστικό. Ενώ στο Λονδίνο οι άνθρωποι έβγαιναν στους δρόμους, τραγουδούσαν και βουτούσαν στα συντριβάνια της πόλης, ο Τσώρτσιλ εκφωνούσε δημόσιο ευχαριστήριο λόγο επευφημούμενος από το πλήθος (το οποίο θα τον καταψηφίσει μόλις δύο μήνες μετά, στις εκλογές της 5ης Ιουλίου 1945!...), και η μέλλουσα βασίλισσα Ελισάβετ με την αδερφή της Μαργαρίτα γιόρταζαν τη μεγάλη νίκη ανάμεσα στους «κοινούς θνητούς», στη Μόσχα οι εκδηλώσεις δεν είχαν την ίδια ένταση. Ένα χαρούμενο πλήθος είχε μαζευτεί έξω από την πρεσβεία των Η.Π.Α. γιορτάζοντας τη νίκη επί του ναζισμού, άνθρωποι έπιναν, τραγουδούσαν και χόρευαν στην Κόκκινη Πλατεία.

«Pora jit!», δλδ  «καιρός να ζήσουμε!», ακουγόταν από πολλά χείλη.

Ο Στάλιν, όμως, δεν συμμεριζόταν όλον αυτον τον ενθουσιασμό. Όταν ο Νικίτα Χρουτσώφ (Nikita Khrushchev), μέλος της στενής κλίκας του «Πατερούλη», τού τηλεφώνησε να τον συγχαρεί, ο Στάλιν φέρεται να τού απάντησε τσαντισμένος:

«Γιατί με ενοχλείς; εργάζομαι».

Μόλις στις 24 Ιουνίου, ενάμιση μήνα μετά το τέλος του πολέμου, και υπό καταρρακτώδη βροχή, έγινε η πρώτη μεγάλη στρατιωτική παρέλαση για να γιορταστεί η «Ημέρα της Νίκης» (9η Μαΐου). Το 1948 σταμάτησαν οι εορταστικές εκδηλώσεις - κι αυτό μόνο τυχαίο δεν ήταν.

Με το τέλος του πολέμου το κύρος που είχε αποκτήσει ο Στρατάρχης Ζούκοφ στη σοβιετική κοινωνία ήταν τεράστιο και η δόξα, την οποία απολάμβανε από τη νίκη στη Μάχη του Βερολίνου, προκαλούσε ανησυχία στον Στάλιν. Ο Ζούκοφ ήταν το κεντρικό πρόσωπο στην παρέλαση στις 24 Ιουνίου 1945, καθώς είχε ορισθεί να επιθεωρήσει έφιππος το στράτευμα. Ήταν η πλέον δημοφιλής προσωπικότητα στην ΕΣΣΔ τους πρώτους μεταπολεμικούς μήνες.

Ο Στρατηγός Γκεόργκι Ζούκοφ διαβάζει τη γερμανική πράξη συνθηκολόγησης. Διακρίνεται επίσης ο Άρθουρ Τέντερ, Πτέραρχος της Βρετανικής Βασιλικής Αεροπορίας. Βερολίνο: 8 Μαΐου 1945

Ο Στάλιν δεν μπορούσε να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια. Εκτός  από την παύση των εορταστικών εκδηλώσεων, τις οποίες θεωρούσε ως μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη στρατιωτική ηγεσία να εξασφαλίσει έρεισμα στην κοινωνία, έπαυσε τον Ζούκοφ από την αρχηγία του Κόκκινου Στρατού, τον απομάκρυνε από τη διοίκηση της ρωσικής ζώνης κυριαρχίας στη Γερμανία (μετέπειτα Ανατολική Γερμανία) και τον μετέθεσε στην Οδησσό.

Η «Ημέρα της Νίκης» άρχισε να ξαναγιορτάζεται στην ΕΣΣΔ το 1965, όταν πλέον η στρατιωτική ηγεσία της ΕΣΣΔ κατά τον Β' Π.Π. ήταν πλέον πολιτικά ακίνδυνη!

© History espresso στο Facebook. Ομώνυμη Ανάρτηση.

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2011

‘...το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ότι είναι αληθινό’.

Επειδή υποθέτω πως όσα ακολουθούν είναι ενδεχόμενο να προκαλέσουν αντιδράσεις, σπεύδω να καταθέσω, ως εκ των προτέρων απάντηση, την πασίγνωστη ρήση του Σολωμού πως ...
"...το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό".


Καλό θα είναι να τη θυμόμαστε αυτή τη φράση κάθε φορά που η μισαλλοδοξία και ο φανατισμός, η εθνική τύφλωση και μυθολογία οδηγούν σε απώλεια του κριτικού πνεύματος, ακρογωνιαίου λίθου του Διαφωτισμού αλλά και του δυτικού πολιτισμού γενικότερα, συκοφαντημένου από έναν τυφλό και στρεψόδικο αντιδυτικισμό, δεξιό και «αριστερό». Δύση και δυτικός πολιτισμός δεν είναι μόνο ο Μπους, αλλά και η δυνατότητα που έχει ο Μάικλ Μουρ να εμφανίζεται στη σκηνή κατά την απονομή των Όσκαρ, και να λέει στον Μπους «Ντροπή σας, κύριε πρόεδρε», υπό το (τηλεοπτικό) βλέμμα μερικών δισεκατομμυρίων κατοίκων του πλανήτη, δίχως κανείς να διανοείται ότι θα μπορούσε να τον συλλάβει, να τον εξορίσει, να τον στείλει σε «στρατόπεδο αναμόρφωσης» ή απλώς να του κλείσει το μικρόφωνο. Σε ό,τι αφορά λοιπόν ορισμένους «πατριωτικούς» ή/και «αντιιμπεριαλιστικούς» μύθους που διακονούνται και διακινούνται συστηματικά στη χώρα μας, ιδού - δυστυχώς για όσους βολεύονται με αυτούς - ορισμένες «διορθωτικές επισημάνσεις».
  1. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας δεν υπήρξαν βίαιοι εξισλαμισμοί στη μετέπειτα ελληνική επικράτεια. Οι Οθωμανοί, εφόσον οι υπόδουλοι λαοί κατέβαλλαν κανονικά τους φόρους που τους αναλογούσαν, δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους. Οι μαζικοί εξισλαμισμοί που παρατηρούνται στα Βαλκάνια (Βοσνία, Αλβανία κ.λπ.) έγιναν, κατά κανόνα, με τη θέληση εκείνων που αλλαξοπίστησαν, και ειδικότερα με σκοπό να έχουν καλύτερες σχέσεις με τον κατακτητή και να συμμετέχουν από καλύτερη θέση στη νομή και άσκηση της εξουσίας.
  2. Η επάνδρωση των Γενιτσάρων, από ένα χρονικό σημείο και έπειτα τουλάχιστον, δεν γινόταν βιαίως, μέσω «παιδομαζώματος». Αντίθετα μάλιστα, όσο το σώμα αυτό αποκτούσε εξέχουσα θέση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αρκετοί γονείς προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν τη «σταδιοδρομία» των παιδιών τους μέσω της κατάταξής τους στους Γενίτσαρους.
  3. Ουδέποτε κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας υπήρξε - ή συνέτρεχε λόγος να υπάρξει - «κρυφό σχολείο», όπως τουλάχιστον αυτό έχει καταγραφεί στο εθνικό συλλογικό ασυνείδητο. Όποιος ήθελε μπορούσε να μάθει ελληνικά, σερβικά, βουλγαρικά κ.ο.κ. χωρίς να παρενοχλείται από τους κατακτητές, οι οποίοι - επαναλαμβάνω - ενδιαφέρονταν πρωτίστως, αν όχι σχεδόν αποκλειστικά, για την ομαλή καταβολή των κάθε είδους φόρων προς τον σουλτάνο.
  4. Ο ρόλος της Εκκλησίας καθ' όλη αυτή την περίοδο υπήρξε τουλάχιστον αμφιλεγόμενος, αν όχι και αρνητικός σε αρκετές περιπτώσεις (προσοχή: της Εκκλησίας, όχι της θρησκείας). Τα παραδείγματα, πολλά και γνωστά, ξεκινούν από τους ανθενωτικούς της εποχής της Άλωσης και φθάνουν ως τις παραμονές του 1821, με τον λυσσαλέο πόλεμο κατά των οπαδών του Διαφωτισμού, των Φιλικών κ.λπ.
  5. H εξέγερση που άρχισε το 1821 είχε ουσιαστικά κατασταλεί (μόνο μικρές εστίες αντίστασης απέμεναν, οι οποίες ήταν θέμα χρόνου να σβήσουν και αυτές), όταν τον Ιούλιο του 1827 οι Άγγλοι, οι Γάλλοι και οι Ρώσοι αποφάσισαν να δημιουργηθεί ελληνικό κράτος, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει λίγους μήνες μετά η Ναυμαχία του Ναυαρίνου.
  6. Μπορεί αυτό να μην αρέσει διόλου σε ορισμένους και να μην ταιριάζει με την εθνική μας μυθολογία, αλλά στους «δόλιους», «αναξιόπιστους» κ.ο.κ. Συμμάχους οφείλει, λοιπόν, εν πολλοίς η Ελλάδα την ανεξαρτησία της και την κρατική της (προσοχή: όχι την εθνική) υπόσταση. Οι ίδιοι αυτοί Σύμμαχοι, με την ίδια ή διευρυμένη «σύνθεση», ήταν επίσης εκείνοι που - και για δικούς τους βέβαια λόγους, αλλά το γεγονός παραμένει - προσέφεραν στην Ελλάδα τη Θεσσαλία το 1881, απέτρεψαν την προέλαση των Τούρκων προς την Αθήνα το 1897, έβαλαν την υπογραφή τους στη Συνθήκη των Σεβρών το 1920.
  7. Στον ένοπλο αγώνα κατά των Τούρκων μετείχαν ποικίλων εθνικών προελεύσεων κάτοικοι του ευρύτερου γεωγραφικού χώρου, των οποίων η εθνική συνείδηση βρισκόταν εν πολλοίς στο στάδιο της διαμόρφωσης. Τόσο ο «Θούριος» του Ρήγα, με τις αναφορές του στο πλήθος των υπόδουλων στους Οθωμανούς εθνοτήτων, όσο και η καταγωγή αρκετών πρωταγωνιστών της Επανάστασης (Αρβανίτες της Υδρας και των Σπετσών, Σουλιώτες, Βλάχοι, σλαβόφωνοι κ.ά.) βεβαιώνουν «του λόγου το ασφαλές».
  8. Και πάλι όχι επειδή οι Σύμμαχοι είναι εξ ορισμού «φιλέλληνες» ή «μεγαλόψυχοι», αλλά επειδή η χώρα ευτύχησε να ακολουθήσει τότε πολιτική σωστών συμμαχιών και ανοιχτών οριζόντων (αντί να παίξει τον ρόλο της μικρής «ανάδελφης» που κάθεται και κλαίει), η Ελλάδα υπήρξε η μεγάλη ευνοημένη από τη «μοιρασιά» στα Βαλκάνια μεταξύ 1910 και 1920. Έτσι η Θεσσαλονίκη έγινε «συμπρωτεύουσα» της Ελλάδας, αν και το 1912 ο πληθυσμός τής πόλης περιλάμβανε περίπου 40% Εβραίους, 25% Τούρκους, 20% Έλληνες και 15% άλλους.
  9. Όταν μιλάμε συνεχώς και με τόση ευκολία για «χαμένες πατρίδες», καλό θα είναι να μην ξεχνάμε πως «χαμένες πατρίδες» υπάρχουν για όλους εκείνους τους οποίους αφορούσε η ανταλλαγή πληθυσμών, και όχι μόνο για τους Έλληνες. Χρήσιμη, από αυτή την άποψη, θα ήταν και η παράθεση ορισμένων στοιχείων που συστηματικά αγνοούμε ή αποσιωπούμε, όπως ότι στα τέλη του 19ου αιώνα στο Ρέθυμνο οι μουσουλμάνοι ήταν περισσότεροι από τους χριστιανούς, ότι τα Γιαννιτσά ήταν μία από τις ιερές πόλεις των Τούρκων ή ότι το 1913 ο ελληνικός πληθυσμός του Κιλκίς ήταν λιγότερο από 5%!
  10. Τέλος, όταν γίνεται λόγος για την εκδίωξη των ελληνικών πληθυσμών από την «προαιώνια κοιτίδα» τους Μικρά Ασία, μπορεί το σχήμα αυτό να χαϊδεύει τα αφτιά των κάθε λογής «ελληνόψυχων» και «πατριδολάγνων», αλλά - δυστυχώς και πάλι γι' αυτούς - η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Με εξαίρεση ορισμένους συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς, κυρίως στον Πόντο και στην Καππαδοκία, οι περισσότεροι από τους Έλληνες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν κάτω από δραματικές συνθήκες τη Μικρά Ασία το 1922-23 ήταν οικογένειες που, αναζητώντας καλύτερη τύχη, είχαν μεταναστεύσει εκεί από την ηπειρωτική Ελλάδα και από τα νησιά του Αιγαίου κατά τον 19ο αιώνα.
Αυτά, και μην ξεχνάμε: κάθε φορά που ο πειρασμός, με το πρόσωπο ενός αγγελικού στην όψη αλλά ιδιαίτερα επικίνδυνου ψευδοπατριωτισμού, χτυπά την πόρτα, ας τον ξορκίζουμε... με τη φράση του Σολωμού.

Του Ανδρέα Παππά, επιμελητή εκδόσεων και μεταφραστή. Διδάσκει στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ). Από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφόρησε πρόσφατα το βιβλίο του «Υπο-γλώσσια, B´».
Από το ΤΟ ΒΗΜΑ του Σαββάτου 25 Μαρτίου 2006


Το άλλο 1821

Όσα δεν έγραψαν ποτέ τα σχολικά βιβλία



Ειδικό αφιέρωμα της εφημερίδας VETO, ένθετο στην εφημερίδα της Κυριακής 28 Μαρτίου 2010.

Μύθος ή θρύλος το Κρυφό σχολειό;

Έχοντας ζήσει πολλά χρόνια στην Ήπειρο δυσκολευόμουν πάντα να πιστέψω αυτό που τον τελευταίο καιρό με έμφαση υποστηρίζουν οι Ιστορικοί: ότι το «Κρυφό σχολειό» είναι καθαρός μύθος, με τη σημερινή έννοια της λέξης.


Προτιμούσα να το θεωρώ θρύλο, πιστεύοντας ότι πρέπει να κρύβεται κάποια αλήθεια πίσω από τις λαϊκές διηγήσεις που ακούει κανείς συχνά από τους Καλογέρους ή την Εκκλησάρισσα, όταν επισκεφτεί, παράδειγμα, τη Μονή των Φιλανθρωπινών στο Νησί, της λίμνης των Ιωαννίνων κι άλλους πολλούς παρόμοιους τόπους ­ μια αλήθεια που βέβαια δεν τη φανταζόμουν να ταυτίζεται με το "Φεγγαράκι μου λαμπρό", ούτε με "Το κρυφό σχολειό" του Ν. Γύζη (1886) και το ομώνυμο ποίημα του Ι. Πολέμη (1900). Ότι δεν υπάρχουν ρητές μαρτυρίες, σύγχρονες με τη λειτουργία του Κρυφού σχολειού, το θεωρούσα πολύ φυσικό: ποιος και γιατί θα κατάγραφε στα χρόνια της δουλείας μια πατριωτική πράξη, που γινόταν άτυπα κι εθελοντικά πίσω από την πλάτη της τουρκικής εξουσίας;

Τελευταία, η αντίθετη άποψη υποστηρίχτηκε με πολλή γνώση και πειστικότητα από τον Άλκη Αγγέλου, στο βιβλίο του "Το κρυφό σχολειό: Χρονικό ενός μύθου", Αθήνα (Εστία) 1997· τα επιχειρήματά του με είχαν σχεδόν πείσει, και ήμουν έτοιμος να δεχτώ ότι ο «μύθος» δημιουργήθηκε και διαδόθηκε ακριβώς όπως το περιγράφει, όταν η τύχη το ‘φερε να διαβάσω ένα παλιό γαλλικό βιβλίο του R. Puaux, με τον τίτλο «Δυστυχισμένη Ήπειρος»1.

Ο συγγραφέας ήταν το 1913 ανταποκριτής της παρισινής εφημερίδας "Καιροί", και το 1914 δημοσίεψε τις ανταποκρίσεις του από την απελευθερωμένη Ήπειρο. Στις 11 του Μάη επισκέφτεται το Αργυρόκαστρο, και στις 13 καταγράφει τα βιώματα και τις εντυπώσεις του. Μεταφράζουμε:
… Λίγο αργότερα, την ώρα που έγραφα, ο Μ. Ζωτίδης, που με φιλοξενούσε ­ ένα αξιαγάπητο ηλικιωμένο γεροντοπαλίκαρο, που είχε κληροδοτήσει, όπως μου διηγήθηκαν, με τη διαθήκη του ολόκληρη την περιουσία του στα ελληνικά σχολεία του Αργυροκάστρου, και που είχε ακόμα φροντίσει το σπίτι του να χτιστεί έτσι, ώστε να μπορεί, αμέσως μετά το θάνατό του, να μετασχηματιστεί σε διδακτήριο ­ μου ανάγγειλε την επίσκεψη μιας αντιπροσωπείας.

Φόρεσα γρήγορα το φοκόλ μου, γραβάτα και σακάκι, και συνάντησα τους επισκέπτες στο σαλόνι. Ήταν ο δάσκαλος, η δασκάλα, και μερικοί μαθητές. Πρέπει να είχαν διαλέξει τα αγοράκια και τα κοριτσάκια που είχαν τα πιο καινούρια ρούχα. Όταν ρώτησα να μου πουν το επάγγελμα των γονιών τους, πληροφορήθηκα ότι δύο από τα τέσσερα αγόρια είχαν πατέρα ράφτη! Την ώρα που γυρόφερνε, σύμφωνα με το έθιμο, ο δίσκος με τα γλυκά, κουβεντιάζω με τους εκπαιδευτικούς. Η περιγραφή των προσπαθειών τους να συντηρήσουν την ελληνική ιδέα κάτω από τουρκική εξουσία ­ προσπάθειες που τις περιγράφαν απλά, σαν να ήταν για κάτι τελείως φυσικό ­ αποκάλυπταν χαρακτηριστικά αξιοθαύμαστα. Θα μπορούσε κανείς να αφιερώσει ένα ωραίο κεφάλαιο στο σώμα των ελλήνων δασκάλων της Ηπείρου που, αντιμετωπίζοντας τόσες αντιξοότητες και ταπεινώσεις, δεν έπαυαν γι’ αυτό να προχωρούν το πατριωτικό τους έργο. Κανένα ελληνικό βιβλίο δε γινόταν δεκτό, αν είχε τυπωθεί στην Αθήνα. Επρεπε όλα να έρθουν από την Κωνσταντινούπολη. Η ελληνική ιστορία ήταν απαγορευμένη. Έτσι έκαναν συμπληρωματικές μυστικές παραδόσεις
2, όπου χωρίς βιβλίο, χωρίς τετράδιο, ο μικρός Ηπειρώτης μάθαινε να γνωρίζει την πατρίδα μητέρα του, τον εθνικό του ύμνο, τα ποιήματα και τους ήρωές του. Οι μαθητές κρατούσαν στα χέρια τους τη ζωή των δασκάλων τους. Ενας λόγος αστόχαστος ή μια καταγγελία θα ήταν μοιραία. Δε μας συγκινούν αυτά τα διακόσια αγοράκια και τα διακόσια πενήντα κοριτσάκια, που αποδέχονταν τις ώρες της συμπληρωματικής διδασκαλίας ­ σε ηλικία, όπου τα παιδιά τόσο αγαπούν τα διαλείμματα ­, για να μιλήσουν για την Ελλάδα, κι ύστερα γύριζαν σπίτι τους με σφραγισμένα χείλη και με το μυστικό ενθουσιασμό στην καρδιά τους;

Δεν είμαι ειδικός· δεν ξέρω καν αν οι Ιστορικοί μας τις έχουν ήδη εκμεταλλευτεί τις άμεσες και σημαντικές πληροφορίες που δίνουν οι ανταποκρίσεις του Puaux και οι πολύτιμες φωτογραφίες που ο ίδιος τράβηξε και αναδημοσίεψε στα βιβλία του·3 ­ Υποθέτω ναι. Όμως η συγκεκριμένη μαρτυρία βλέπω να αντιστοιχεί απόλυτα στην ιστορική αλήθεια για το Κρυφό σχολειό, όπως την φανταζόμουν.

Σίγουρα, οι τουρκικές αρχές επιτρέπαν τη λειτουργία ελληνικών σχολείων στην επικράτεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ναι, και μόνο στα Γιάννινα, από το 1647 ως το 1805 ιδρύθηκαν και λειτούργησαν πέντε τουλάχιστον ονομαστές σχολές! Σημαίνει αυτό ότι οι δάσκαλοί τους είχαν την ελευθερία να διδάξουν ελληνικό πατριωτισμό και μαχόμενη Ορθοδοξία από την έδρα; ­ ή μήπως θα το θεωρούσαν περιττό; Δεν είναι φυσικό πέρα από τα επίσημα μαθήματα να γίνονταν και κάποιες περισσότερο ή λιγότερο οργανωμένες, άτυπες και κρυφές, «συμπληρωματικές παραδόσεις», σαν αυτές που ο Puaux διαπίστωσε ότι γίνονταν στο Αργυρόκαστρο στις αρχές του αιώνα; ­ ή μήπως ο δάσκαλος κι η δασκάλα του Αργυροκάστρου βρήκαν, με την προσωρινή απελευθέρωση του τόπου τους, την ευκαιρία να πουν ψέματα στον ξένο δημοσιογράφο, διεκδικώντας για τον εαυτό τους τις τιμές που ο σχηματισμένος ήδη «μύθος» του Κρυφού σχολειού είχε αποδώσει στους πατριώτες δασκάλους και ιερωμένους της Τουρκοκρατίας; Δεν είναι πιο λογικό να πιστέψουμε ότι οι εκπαιδευτικοί του Αργυροκάστρου θέλησαν τότε, πιστεύοντας πως ο τόπος τους είχε οριστικά απελευθερωθεί, να αποκαλύψουν στο Γάλλο ανταποκριτή τα βάσανα και τους κινδύνους που είχαν περάσει, όσο με τη σειρά τους συνέχιζαν την πατριωτική παράδοση των προκατόχων τους; Δεν ήταν άλλωστε αυτή ακριβώς η «άγραφη» διδακτική παράδοση που κράτησε στους σκοτεινούς αιώνες αναμμένη, απ’ άκρη σ’ άκρη της υπόδουλης Ελλάδας, τη σπίθα του Ελληνισμού και το κεράκι της Ορθοδοξίας;

Πολύ θα θέλαμε να ακούσουμε τη γνώμη των Ιστορικών.
  1. Rene Puaux, Malheureuse Epire, Paris (Librairie Academique) 1914. Τώρα μαθαίνω ότι το βιβλίο έχει μεταφραστεί από τον Αχ. Γ. Λαζάρου, Δυστυχισμένη Ηπειρος, Αθήνα (Τροχαλία) χ.χ.
  2. Alors on tenait des classes supplementaires secretes…(Λοιπόν, κρατούσαμε τις συμπληρωματικές μυστικές παραδόσεις)
  3. Από την Εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού μαθαίνω ότι έχει ακόμα δημοσιέψει ανταποκρίσεις με τίτλους: Εις τα Βαλκάνια, 1912-13 (1914), Από Σόφιας εις Τσατάλτζαν (1914), και Ο Αγγλικός στρατός επί της Ηπειρωτικής γης (1916).
Του Φάνη Ι. Κακριδή, ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, 22 Φεβρουαρίου 1998.


Τα αμφιλεγόμενα του 1821

Πόσο είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε κριτικά την Ελληνική Επανάσταση;



Αφιέρωμα που δημοσιεύτηκε στον "ταχυδρόμο", περιοδικό που συνοδεύει "ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο". Δυστυχώς, δεν θυμάμαι την Ημερομηνία.

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

Τα γενέθλια του Αίαντα της μπάλας

Γεννημένος την αυγή του 20ου αιώνα στις 18 Μαρτίου του 1900 από μία παρέα σπουδαστών στο Άμστερνταμ, ο Άγιαξ έμελλε να κάνει στις αρχές της δεκαετίας του '70 την πιο μεγάλη ποδοσφαιρική επανάσταση.

Η ίδρυση αυτής της τεράστιας ομάδας μπαίνει με χρυσά γράμματα στην ιστορία του ποδοσφαίρου, που ποτέ δεν θα ήταν πια το ίδιο από την ώρα που ο επιθετικός προσδιορισμός «ολοκληρωτικό» θα προστίθετο μπροστά του.
Το να παίζεις ποδόσφαιρο δεν είναι τέχνη. Τέχνη είναι να κάνεις πράγματα με την μπάλα που άλλοι δεν φαντάζονται.
Ο Γιόχαν Κρόιφ χρησιμοποιούσε πολλές φορές αυτή τη φράση για να δείξει τη διαφορά σε αυτό που κάποιοι έβλεπαν, αλλά λίγοι καταλάβαιναν. Και με την φυγή του άρχισε η πτώση της τελευταίας αληθινής αυτοκρατορίας που είδε το σπορ. Ο μεγάλος Άγιαξ τελείωσε από πείσμα και εγωισμό! Εκείνος ο Αγιαξ, που δεν υπήρχε στον χάρτη μέχρι που ανέλαβε τις τύχες του ο αείμνηστος Ρίνους Μίχελς στην δεκαετία του '60, έμελλε να αλλάξει για πάντα το ποδόσφαιρο με τη συνεχή κίνηση, το τεχνητό οφσάιντ και το ανηλεές πρέσινγκ. Η τριετία 71-73 έδωσε στον κόσμο την ευκαιρία να δει το πλησιέστερο στην τελειότητα ποδοσφαιρικό σύνολο που φάνηκε ποτέ.

Χρόνια αργότερα, ο Γκερντ Μιούρεν, ένας εξαιρετικός φορ που μεταγράφηκε το καλοκαίρι του '75 στη Βαλένθια, έκανε την πιο σκληρή αυτοκριτική για κείνη την ομάδα. «Είμασταν μία παρέα στην αρχή, αλλά μετά ο καθένας πήρε το δρόμο του. Γίναμε αλαζόνες και γελάγαμε με τον αντίπαλο. Θυμάμαι πως, όταν διαπιστώσαμε ότι η Γιουβέντους μας έτρεμε στο Βελιγράδι στον τελικό του 1973, κάναμε πλάκα στα αποδυτήρια. Και ο καθένας πίστευε πώς ήταν ένας μικρός Θεός. Ο Κρόιφ όμως έκανε τη διαφορά. Και μόλις έφυγε, χάσαμε τη γη κάτω από τα πόδια. Αν μέναμε μαζί πιστεύω πως θα φτάναμε έξι, ακόμη και επτά Κύπελλα σερί». Ακούγεται υπερφίαλο. Μπορεί όμως να μην ήταν. Γιατί ο μέσος όρος ηλικίας του Άγιαξ τότε ήταν μόλις 25 ετών! Εκπληκτικό και συνάμα πολύ εκφοβιστικό για τους υπόλοιπους.

Ο Άγιαξ δεν έγινε από μόνος του ένα θαύμα. Η νευρωτική ανάγκη των Ολλανδών να φτιάχνουν χώρο, σε μία χώρα που λογικά θα ήταν κάτω από το νερό χωρίς τα φράγματα, οδήγησε σε μία ολική επανάσταση τη δεκαετία του '6O. Η ολοκληρωτική αρχιτεκτονική και το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο είχαν στενή σχέση. Δημιουργήθηκαν ολόκληρες πόλεις από το πουθενά και, σε μίνιμουμ χώρο, ένα αεροδρόμιο, το Schipholl, που αποτελεί ακόμη και σήμερα την πιο τέλεια εκδοχή στον τομέα του. Ταυτόχρονα, η μαθηματική προσέγγιση στο ποδόσφαιρο έφερε το ολοκληρωτικό στην πλήρη εφαρμογή του. Όταν ο Ρίνους Μίχελς συνέλαβε τη λογική πως οι διαστάσεις του γηπέδου είναι πάντα 105 επί 68, αλλά μπορούν να αλλάξουν κατά τη διάρκεια του ματς, πολλοί τον είπαν τρελό! Αυτό που εννοούσε ήταν ότι όταν αμύνεσαι πρέπει να μεταβάλεις το γήπεδο σε 70 επί 30, πρεσάροντας όλους τους χώρους, ενώ όταν επιτίθεσαι να κερδίζεις κάθε γωνία με αποτέλεσμα να «μεγαλώνεις» τις διαστάσεις σε 130 επί 90! Αυτό ακούγεται κάπως φυσιολογικό σήμερα, αλλά πριν από τριάντα χρόνια ήταν αιρετικό! Ο Αγιαξ άλλαξε τα πάντα. Και αυτό που μπέρδευε ακόμη περισσότερο τον αντίπαλο ήταν τα τρελά νούμερα! Οχι από το 1 έως το 11, αλλά ό,τι ήθελε ο καθένας, με τον Κρόιφ να διαλέγει το 14! Ηταν η απόλυτη επανάσταση!

Ο Άγιαξ έπαιξε έναν τελικό το '69 όπου συνετρίβη από τη Μίλαν του Ριβέρα με 4-1, αλλά ήταν το καλύτερο μάθημα! Ο Βάσοβιτς ήταν ο αρχηγός και ταυτόχρονα ο προπονητής μέσα στο γήπεδο. Τον είχε πάρει ο Άγιαξ από την Παρτιζάν Βελιγραδίου και ήταν ο άνθρωπος που το 1971 σήκωσε το τρόπαιο στο Γουέμπλεϊ με αντίπαλο τον Παναθηναϊκό. Ήταν μπακ, αλλά έβγαινε μαζί με τον Σουρμπίρ με εξαιρετική ταχύτητα μπροστά. Ο Μπάρι Χουλσόφ με τον Γερμανό Χορστ Μπλάκενμπουργκ μπορούσαν να κατεβάσουν την μπάλα. Τερματοφύλακας ήταν ένας χοντρούλης και λίγο βαρύς, ο Στούι, που όμως είχε τρομερό μυαλό. Η μπάλα, όταν γύριζε πίσω, δεν πιανόταν με τα χέρια, αλλά αμέσως με τα πόδια έφευγε για πάσα και η ομάδα κέρδιζε έναν παίκτη παραπάνω! Η πρώτη φουρνιά στα χαφ είχε τον Πιτ Κάιζερ και τον Σάακ Σβαρτ, τον ρέκορντμαν συμμετοχών στην ιστορία του Άγιαξ, καθώς και τον Άρι Χάαν, που μπήκε αλλαγή και σκόραρε –με την άθελη βοήθεια του Άνθιμου Καψή- στον τελικό του '71, αποτελώντας μία άλλη φοβερή περίπτωση με το πέρασμα των χρόνων. Ικανός σουτέρ, αλλά και μπαλαδόφατσα, μπορούσε να είναι φορ και λίμπερο με την ίδια άνεση!

Τον Ιούλιο του 1971 έφτασε στον Αγιαξ ο Στέφαν Κόβατς, αφού ο Μίχελς αποφάσισε να πει «ναι» στη μυθική πρόταση της Μπαρτσελόνα. Για τον Ρουμάνο ο (χαρισματικός φορ που ξεπετάχτηκε επί των ημερών του) Τζόνι Ρεπ δήλωνε: «Ο Μίχελς εφηύρε το Total Voetball, αλλά χωρίς τον Κόβατς δεν θα ήμασταν υπερομάδα». Ο ευφυής Κόβατς χαμογελώντας σχολίασε για αυτό: «Ο Άγιαξ ήταν το τέλειο αυτοκίνητο. Εγώ απλά έβγαλα το χειρόφρενο!» Το 1971-72 έμελλε να είναι η πιο τέλεια σεζόν. Δεύτερο πρωταθλητριών (2-0 επί της Ίντερ), το πρώτο Σούπερ Κύπελλο της ιστορίας, με δυο νίκες επί της σκωτσέζικης Ρέιντζερς και το Διηπειρωτικό Κύπελλο επί της κορυφαίας ομάδας εκείνης της δεκαετίας στη Λατινική Αμερική, της Ιντεπεντιέντε. Καμία ομάδα ποτέ στο μέλλον δεν κατάφερε να πάρει τέτοια γκάμα τίτλων σε μία χρονιά, δηλαδή τρεις στη χώρα της (Νταμπλ και σουπερ Κύπελλο), δυο ευρωπαϊκούς και έναν διηπειρωτικό! Το 1972-73 η ωριμότητα ακουμπούσε το τέλειο. Το 4-0 επί της Μπάγερν και οι δύο νίκες επί της Ρεάλ στα ημιτελικά ακολουθήθηκαν από το άνετο 1-0 με την Γιουβέντους στον τελικό. Αν το ποδόσφαιρο είναι τέχνη, τότε αυτό που παίζει ο Αγιαξ είναι μπαλέτο και πίνακας ζωγραφικής μαζί, επέμενε ο Γαλλοαλγερινός συγγραφέας και λάτρης της μπάλας Αλμπέρ Καμί!

Ο χρόνος φθείρει, αλλά αυτή η ενδεκάδα ακόμη ήταν σε ακμή. Και φρόντισε μόνη της να βγάλει τα μάτια της! Μετά από απουσία χρόνων, η ομάδα που δημιούργησε ο Κρόιφ ως προπονητής το '87 με τον Μάρκο Φαν Μπάστεν αρχηγό πήρε στην Αθήνα ένα Κύπελλο Κυπελλούχων και ξαναμπήκε στα σαλόνια. Ο Φαν Γκάαλ, με ένα ΟΥΕΦΑ το '92 και το Τσάμπιονς Λιγκ το '95, έφερε και πάλι στην κορυφή τον Αίαντα με τους αδελφούς Ντε Μπουρ, τον Λίτμανεν, τον Κλάιφερτ, τον Ντάβιντς και τον Φαν ντερ Σάαρ. Σαν την ιστορία που επαναλαμβάνεται ως φάρσα ή τραγωδία, όπως και το '73, η ενδεκάδα διαλύθηκε γρήγορα. Ο νόμος Μποσμάν σκόρπισε στους πέντε άνεμους μία ομάδα που έδειχνε ικανή για νέο κύκλο. Την φανέλα του Άγιαξ τα τελευταία χρόνια φόρεσαν ο Νίκος Μαχλάς, που παραμένει η πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία του συλλόγου του Άμστερνταμ, ο Γιάννης Αναστασίου και ο Άγγελος Χαριστέας, δίνοντας ελληνικό χρώμα σε αυτό το τεράστιο κλαμπ.

Η ιστορία συνήθως γράφεται μετά από χρόνια. Για τον Άγιαξ είναι αλήθεια πως δεν χρειάστηκε καιρός για να απονεμηθεί έπαινος για αυτά που είχε καταφέρει!

Σάββατο 22 Ιανουαρίου 2011

Γερμανικές αποζημιώσεις... (συνέχεια)

ΟΦΕΙΛΕΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Επειδή υπάρχει μεγάλη σύγχυση και παραπληροφόρηση, σχετικά με το θέμα των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, θέλουμε υπεύθυνα να ενημερώσουμε συνοπτικά την ελληνική κοινή γνώμη και τους αρμόδιους φορείς, για το κρίσιμο αυτό εθνικό θέμα.

Οι οφειλές της Γερμανίας προς την Ελλάδα είναι δύο κατηγοριών:

Α.
  1. Οι επανορθώσεις για τις καταστροφές των βασικών υποδομών της χώρας κατά τη διάρκεια της κατοχής, δηλαδή προς το Δημόσιο, ύψους 7,1 δισεκ. Δολάρια, αγοραστικής αξίας 1938 (επιδικάστηκαν στη Διεθνή Διάσκεψη των Παρισίων το 1946). Αυτές οι επανορθώσεις, σύμφωνα με επίσημο έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδας, υπολογίζονται έως τον Μάρτιο του 2010 στο ποσό των... 108,43 δισεκ. ευρώ, χωρίς τους νόμιμους τόκους (με το ελάχιστο επιτόκιο του 3% σε τιμές του 1938 υπερβαίνουν σήμερα το 1 τρις ευρώ, τρεις φορές περίπου πάνω από το δημόσιο χρέος).
  2. Το κατοχικό δάνειο, ύψους 3,5 δισεκ. Δολαρίων (αγοραστικής αξίας 1938). Το κατοχικό δάνειο είναι το μισό περίπου του ανωτέρω ποσού των 7,1 δισεκ. Δολαρίων. Ανέρχεται σήμερα σε περίπου 54 δισεκ. ευρώ, χωρίς τους νόμιμους τόκους. Το δάνειο αυτό, που υπολογίζεται κάθε χρόνο, τόσο από την τράπεζα της Ελλάδας, όσο και από την γερμανική κρατική τράπεζα, προκάλεσε καθοριστικά την πείνα και τους εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς απ’ αυτήν. Το δάνειο της κατοχής, πρέπει να τονίσουμε, το δώσαμε με αίμα! Και τα δύο αυτά ποσά δεν έχουν παραγραφεί, ούτε μπορούν να παραγραφούν. Γιατί είναι αναγνωρισμένες οφειλές με διεθνείς συμφωνίες και διεθνείς συμβάσεις. Αρκεί να τα ζητήσει η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση. Γιατί, αν τα ζητούσε και η γερμανική κυβέρνηση αρνιόταν να τα καταβάλει, θα μπορούσε η όποια ελληνική κυβέρνηση να προσφύγει στα διεθνή δικαστήρια και αναμφισβήτητα να δικαιωθεί και να τα πάρει. Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν τα διεκδίκησε με αυτή τη διαδικασία. Κατά καιρούς τέθηκε το θέμα ακόμη και με ρηματική νότα, αλλά το θέμα έμεινε εκεί, μετά την άρνηση των γερμανικών κυβερνήσεων, με απαράδεκτα προσχήματα. Η άρνηση τις γερμανικής κυβέρνησης εκφράζεται με πολλούς τρόπους. Ένας στον οποίο οφείλεται κυρίως η παραπληροφόρηση είναι ο ισχυρισμός της Γερμανίας ότι δήθεν έχει δώσει στην Ελλάδα, 115 εκατομμύρια μάρκα, στις 21 Σεπτεμβρίου 1961, με τα οποία ισχυρίζεται ότι ξόφλησε τις υποχρεώσεις της. Στη συναλλαγή που έγινε τότε για την απελευθέρωση του εγκληματία πολέμου Μέρτεν, υπογράφηκε πραγματικά σύμβαση, που σε υποσημείωση όμως φέρει την υπογραφή του τότε πρέσβη της Ελλάδας στη Βόννη, όπου τονίζεται ρητώς ότι μ’ αυτά τα χρήματα, που βασικά δεν προορίζονταν για τα θύματα, αλλά για άλλες κατηγορίες θυμάτων, δεν εξοφλούνται οι υποχρεώσεις της Γερμανίας προς την Ελλάδα και ότι η Ελλάδα δεν παραιτείται από τις αποζημιώσεις. Να σημειωθεί επιπλέον ότι από αυτό το ποσό δόθηκαν τελικά μόνο 38 εκατομμύρια μάρκα.

Β.
  1. Οι αποζημιώσεις των θυμάτων 100 Ολοκαυτωμάτων, από τα οποία έχουν αναγνωριστει τα 89. (56.225 νεκροί ενδεικτικά). Μία περίπτωση αφορά και τα θύματα του Διστόμου, που η αποζημίωσή τους ανέρχεται σήμερα περίπου στο ποσό των 60 εκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με απόφαση της ολομέλειας του Αρείου Πάγου, που αναίρεσε ο Υπουργός Δικαιοσύνης της κυβέρνησης Σημίτη(!), αλλά επικύρωσε η απόφαση του αντίστοιχου Αρείου Πάγου (Corte Suprema di Cassαzione) της Ιταλίας τον Οκτώβριο του 2008, που ισχύει ΚΑΙ για το Δίστομο. Η τελεσίδικη απόφαση για τις διεκδικήσεις των θυμάτων και αυτής του Διστόμου εκκρεμεί στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης, κατόπιν αγωγής της Γερμανικής Κυβέρνησης στις 29 Δεκεμβρίου 2009, για αναίρεση της απόφασης του Αρείου Πάγου της Ιταλίας, λόγω ετεροδικίας. Το Διεθνές Δικαστήριο στη Χάγη κατά έγκυρες πληροφορίες θα συνέλθει στις 15 Ιανουαρίου του 2011 για να προβεί στις απαραίτητες διαδικασίες έως τα τέλη Μαρτίου του ιδίου έτους. Η απόφαση αναμένεται να εκδοθεί, πιθανότατα το καλοκαίρι του 2011, εάν δεν υπάρξει κάποια παρέμβαση από το ελληνικό ή άλλο κράτος. Εφόσον η απόφαση περί ετεροδικίας δικαιώσει τη Γερμανία λήγει μια δια παντός το θέμα των αποζημιώσεων για τα θύματα και παραμένουν ανοιχτές οι άλλες απαιτήσεις. Αλλά η ελληνική κυβέρνηση μπορεί, παρ’ όλα αυτά, να θέσει το θέμα των αποζημιώσεων, για λόγους ηθικούς και λύσης ενός προβλήματος που έχει να κάνει με τη δικαίωση των θυμάτων και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Γερμανίας για ανθρωπιστικούς λόγους.
  2. Οι αρχαιολογικοί θησαυροί, που άρπαξαν από τα μουσεία, τους αρχαιολογικούς χώρους και από παράνομες ανασκαφές, είναι καταγεγραμμένες, και δεν έχουν επιστραφεί ως όφειλαν.
Το «Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα», με πρόεδρό του τον Μανώλη Γλέζο και Γενικό Γραμματέα τον Ευάγγελο Μαχαίρα, δίνει ένα συνεπή αγώνα για το εθνικό αυτό ζήτημα.

Δεν επαιτεί, αλλά απαιτεί:
  • Απαιτεί από την εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση, να πράξει το ιστορικό της χρέος και να διεκδικήσει, επιτέλους, τις αποζημιώσεις από τη Γερμανία. Όπως έχουν εξελιχτεί τα πράγματα μόνο οι ελληνικές κυβερνήσεις είναι σε θέση να φέρουν σε πέρας αυτό το καθήκον.
  • Aπαιτεί από τη γερμανική κυβέρνηση να πάψει να υπεκφεύγει, διαδίδοντας ψευδώς ότι τάχα έχει πληρώσει στο παρελθόν ή ότι δεν οφείλει τίποτα.
  • Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει αποζημιωθεί από τη Γερμανία, ενώ όλες οι άλλες χώρες έχουν αποζημιωθεί!
  • Η αλήθεια επίσης είναι ότι οι δύο χώρες της τριπλής κατοχής κατά την περίοδο 1941-1945 (δηλ. η Ιταλία και η Βουλγαρία), που εξαιτίας της ναζιστικής Γερμανίας εισέβαλαν στην Ελλάδα, έχουν καταβάλει αποζημιώσεις και μόνο η Γερμανία αρνείται (αυτοεξαιρείται) να καταβάλει τους απαιτούμενες οφειλές. Όμως είναι επίσης αλήθεια ότι καμία γερμανική κυβέρνηση δεν πρόκειται να ανταποκριθεί, αν δεν απαιτήσουν οι ελληνικές κυβερνήσεις αυτό που πρέπει.
Δεν έχουμε κάτι εναντίον του γερμανικού λαού. Αντίθετα βρίσκουμε πολύτιμους συμπαραστάτες γερμανούς δημοκράτες και αντιφασίστες, που κατανοούν κι αυτοί ότι η καταβολή των αποζημιώσεων στην Ελλάδα είναι αναγκαία προϋπόθεση για να γυρίσει οριστικά η μαύρη σελίδα του ναζισμού και να προχωρήσουμε μπροστά σ’ ένα κοινό δημοκρατικό ευρωπαϊκό μέλλον, με σεβασμό στις θεμελιώδεις αξίες του ανθρώπου, με αλληλεγγύη και ανθρωπιά.

Προς επίρρωση των ανωτέρω παραθέτουμε και την απαίτηση του κόμματος "Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ" προς τη Γερμανική Κυβέρνηση, στις 29 Ιανουαρίου 2010, που έχει ως εξής:
  • Ο γερμανικός στρατός και τα τάγματα εφόδου SS έχουν διαπράξει κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και στην Ιταλία αποτρόπαια εγκλήματα. Προ πάντων μετά την πτώση του Μουσολίνι και την αποχώρηση της Ιταλίας από τη συμμαχία με τη εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία το Σεπτέμβριο του 1943 διαπράχτηκαν απειράριθμα εγκλήματα του γερμανικού στρατού εναντίον του άμαχου πληθυσμού.
  • Η Γερμανική Κυβέρνηση πρέπει γι’ αυτά τα απάνθρωπα εγκλήματα να αναλάβει τις ευθύνες της. Δεν υπήρξε ως τώρα επαρκής ανταπόκριση. Απέναντι σ’ αυτούς τους ανθρώπους που αντιμετώπισαν την τρομοκρατία των Εθνικοσοσιαλιστών περιορίστηκε η Ομοσπονδιακή Γερμανία μόνο σε συμβολικές χειρονομίες.
  • Εξαιτίας της μη πληρωμής αποζημιώσεων προσέφυγαν οι επιζώντες ή οι συγγενείς τους στο πρόσφατο παρελθόν, είτε μεμονωμένα είτε συλλογικά, στα ιταλικά δικαστήρια. Μερικές απ’ αυτές τις προσφυγές δικαιώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ιταλίας, το Corte di Cassazione. Τελικά καταδικάστηκε η Ομοσπονδιακή Γερμανία τον Οκτώβριο του 2009 να πληρώσει αποζημιώσεις.
  • Στην περίπτωση αυτή ανήκουν και οι δικαστικές αποφάσεις για τα θύματα της σφαγής του Διστόμου από τα SS, των οποίων οι συγγενείς απαιτούν την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης που τους δικαίωσε.
  • Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση αρνήθηκε σε όλες αυτές τις δικαστικές αποφάσεις να πληρώσει ένα εκατομμύριο Ευρώ στους συγγενείς των θυμάτων που εκτελέστηκαν το καλοκαίρι του 1944 στο χωριό Civitella από Μεραρχία του γερμανικού στρατού «Hermann Göring». 50 ακόμη προσφυγές εκκρεμούν στα ιταλικά δικαστήρια. Αρνήθηκε να προβεί στην αποζημίωση των θυμάτων των SS. Δεν είναι ακόμη διατεθειμένη να αναγνωρίσει την απόφαση του ανωτάτου ιταλικού δικαστηρίου. Η απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου Corte di Cassazione (Corte Suprema di Cassazione) για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν αναγνωρίζει την ετεροδικία, που προβάλλει η Γερμανική Κυβέρνηση, αρνούμενη να αναγνωρίσει την απόφαση του ιταλικού δικαστήριο και να την εφαρμόσει.
  • Αντί να πληρώσει αποζημίωση σ’ αυτούς τους ανθρώπους, υποβάλλει η Γερμανική Κυβέρνηση αγωγή εναντίον της Ιταλίας στο Διεθνές Δικαστήριο στη Χάγη. Αυτή η αγωγή υποβλήθηκε το Δεκέμβριο του 2009 με την υποβολή ενός δικαιολογητικού. Η Γερμανική Κυβέρνηση επιδιώκει να αναγνωρίσει το Διεθνές Δικαστήριο, ότι το ιταλικό δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του το δικαίωμα της ετεροδικίας του γερμανικού κράτους.

Την ευθύνη – για να αποδώσουμε τα του καίσαρος το καίσαρι – φέρουν ακέραια και αναλογικά οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, τα ελληνικά κόμματα και οι Έλληνες πολίτες, που δεν πίεσαν τις κυβερνήσεις να πράξουν το χρέος τους, για το τεράστιο αυτό εθνικό θέμα και όχι μόνο.

Η λέξη κλειδί που ερμηνεύει το φαινόμενο: Η υποτέλεια των ελληνικών κυβερνήσεων, κομμάτων, οργανώσεων κ.λ.π

Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Παρ’ όλα αυτά ο αγώνας μας συνεχίζεται έως την τελική του δικαίωση.
Για περισσότερες πληροφορίες στο ιστολόγιο του Εθνικού Συμβουλίου διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα: http://www.olokaftoma.gr/ και http://www.damonpontos.gr/ φάκελος: Γερμανικές επανορθώσεις.

Ο υπεύθυνος για τη Γερμανία από μέρους του Εθνικού Συμβουλίου:

Δαμιανός Βασιλειάδης
Ε-mail: damon@damonpontos.gr

Του Δαμιανού Βασιλειάδη, Εκπαιδευτικού. Το άρθρο διαβάστηκε και αναδημοσιεύεται από το PRESS.gr

Διαβάστε και δύο σχετικά άρθρα που βρήκα στην αναζήτησή μου στο Διαδύκτιο.

Το ένα από το nooz.gr και το άλλο από το περιοδικό "άρδην"

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Τα εγκλήματα των ναζί στην Ελλάδα

Η απόφαση της Ελληνικής κυβέρνησης να παρέμβει στη Χάγη για τη σφαγή του Διστόμου φέρνει στην επιφάνεια τις θυσίες του ελληνικού λαού στη διάρκεια της Κατοχής. Συνολικά, 269 πόλεις και χωριά δέχθηκαν μαζικά δολοφονικά χτυπήματα.

Οι πολυαίμακτες θυσίες, που πρόσφερε ο ελληνικός λαός για τη συντριβή του φασισμού στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έρχονται με ορμή πάλι στην επιφάνεια. Τις φέρνει η απόφαση του πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου, για παρέμβαση της κυβέρνησης στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης σχετικά με την εκκρεμή διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας για τη σφαγή του Διστόμου.

Στη διάρκεια της Κατοχής ήταν 269 οι πόλεις και τα χωριά της ανυπόταχτης Ελλάδας, που δέχτηκαν τα μαζικά δολοφονικά χτυπήματα.

Η σφαγή του Διστόμου, στις 10 Ιουνίου 1944, υπήρξε ένα από τα πιο στυγερά εγκλήματα των ναζί στην Ελλάδα. Τα SS θανάτωσαν 228 κατοίκους. Απ΄ αυτούς 117 ήταν γυναίκες και 111 άνδρες. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται 20 βρέφη, 45 παιδιά και 42 υπερήλικες.

Δεκάδες ήταν και οι άμαχοι, που εκτέλεσαν κατά την πορεία τους προς τη βοιωτική κωμόπολη. Όμως δεν τους έφτανε ο θάνατος των άοπλων ανθρώπων. Κτηνώδη ένστικτα τους έκαναν να κατακρεουργήσουν και τα πτώματα. Έσφαξαν ακόμα και τα ζώα. Πυρπόλησαν το χωριό.

Ένας από τους επικεφαλής αξιωματικούς, που θεωρήθηκε υπεύθυνος για τη σφαγή, ήταν ο Χανς Τσάμπελ. Μετά το τέλος του πολέμου συνελήφθη στη Γαλλία. Εκδόθηκε στην Ελλάδα. Στην πορεία ζητήθηκε η μεταφορά του στη Γερμανία για να γίνουν, λέει, εκεί έρευνες. Έμεινε ελεύθερος.

Σήμερα το Βερολίνο αρνείται να καταβάλει ακόμα και τις οφειλόμενες αποζημιώσεις σε απογόνους θυμάτων της χιτλερικής αγριότητας.

Από τα μέσα του 1943, καθώς οι πολεμικές επιχειρήσεις είχαν πάρει άσχημη τροπή για τον Άξονα, οι Γερμανοί ξεκίνησαν μια άνευ προηγουμένου επιχείρηση μαζικών εκτελέσεων.

  • Τυφεκισμός 106 κρατουμένων στο Κούρνοβο.
  • Εκτέλεση 317 κατοίκων στο Κομμένο Aρτας.
  • Σφαγή 700 γυναικόπαιδων στο Βιάνο της Κρήτης και ισοπέδωση της Κάνδανου.
  • Θανάτωση περισσότερων από 1.000 κατοίκων στα Καλάβρυτα και πυρπόληση της πόλης.
  • Εκτέλεση 118 αγωνιστών στο Μονοδένδρι, Λακωνίας.
  • Δολοφονία 640 αμάχων στην Κατράνιτσα (Πύργος) της Δυτικής Μακεδονίας.
  • Αφανισμός 233 παιδιών και γυναικών στην Κλεισούρα της Καστοριάς.
  • Την Πρωτομαγιά του 1944 στήθηκαν στον τοίχο του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής οι 200 κομμουνιστές. Τον Αύγουστο στήθηκαν τα φοβερά μπλόκα σε Κοκκινιά, Βύρωνα, Δουργούτι (Νέο Κόσμο). Τον Σεπτέμβριο, λίγο πριν, επιτέλους, φύγουν, έκαναν τα ίδια σε Αιγάλεω και Καλογρέζα.

Η ηρωική στάση των πατριωτών
Οι εκτελέσεις στην Καισαριανή και στο Μονοδένδρι Λακωνίας

Την Πρωτομαγιά του 1944 στην Καισαριανή θα μπορούσε να είχε γλιτώσει την εκτέλεση ο Ναπολέων Σουκατζίδης, γιατί γνώριζε τη γερμανική γλώσσα. Όμως αρνήθηκε την προτροπή των κατακτητών, αφού τον αριθμό των 200 θα συμπλήρωνε άλλος σύντροφός του.

Στις 26 Νοεμβρίου 1943, στο Μονοδένδρι Λακωνίας το ίδιο θα μπορούσε να κάνει και ο γιατρός Χρήστος Καρβούνης. Όμως πήρε μόνος του θέση μπροστά στο απόσπασμα μαζί με άλλους 117 πατριώτες.

Στην Καισαριανή εκτελέστηκαν με πολυβόλα όμηροι του στρατοπέδου Χαϊδαρίου, παλιοί κρατούμενοι στην Ακροναυπλία και εξόριστοι της Ανάφης.

Στο Μονοδένδρι οι ναζί εξόντωσαν τον ανθό της λακωνικής εθνικής αντίστασης. Μεταξύ των 118 νεκρών συμπεριλαμβάνονταν ολόκληρες οικογένειες, ανήλικα παιδιά και μία γυναίκα, η Βασιλική Μαρινάκη. Οι 89 προέρχονταν από τη Σπάρτη, οι άλλοι από γειτονικά χωριά.

Ο Χρήστος Καρβούνης είχε γεννηθεί στην Αράχοβα Λακωνίας και είχε σπουδάσει στη Γερμανία. Μέσα στην ασύλληπτη τραγωδία του μακελειού σκέφτηκε ότι ανάμεσα στους μελλοθάνατους βρίσκονταν και επτά παιδιά.

Παρακάλεσε τους δήμιους να μην τα σκοτώσουν. Του απάντησαν ότι το μόνο που γινόταν ήταν να σωθεί ο ίδιος. Εκείνος τους έβρισε και διάλεξε τον δοξασμένο θάνατο. Ανάμεσα στους πεσόντες για την ελευθερία βρίσκονταν ο διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας Σπάρτης (Ζερβομπεάκος), δικηγόροι (Φικιώρης, Σαλμάς, Αλεμαγκίδης, Θεοφίλης), καθηγητές (Χίος, Παπαδάκος, Κουτρουμάνος), δημοσιογράφοι (Τριήρης, Γκουζούλης), άνθρωποι του καθημερινού μόχθου, τσοπάνηδες.

Παραδόθηκαν στον κατακτητή από μασκοφορεμένους προδότες και από το δωσιλογικό Φρουραρχείο της Σπάρτης. Την ανάμειξη του Φρουραρχείου αποκάλυψε σε συγγενείς ο ίδιος ο διοικητής της Γκεστάπο Τριπόλεως, ταγματάρχης Μπόσελ. Είπε την παραμονή της εκτέλεσης: «Έχετε πολλούς εχθρούς. Οι κατηγορίες και οι αποκαλύψεις, που μας έδωσε το Ελληνικό Φρουραρχείο Σπάρτης είναι σοβαρές. Οι δικοί σας δεν πρόκειται να βγουν. Μην ελπίζετε».

Οι συλλήψεις είχαν γίνει περί τα τέλη Οκτωβρίου βάσει καταλόγων, που είχαν συντάξει συνεργάτες των Γερμανών. Ουδείς απ΄ αυτούς πλήρωσε μετά την απελευθέρωση. Αντίθετα έσπευσαν να υπηρετήσουν τη νέα εξουσία.

Το μπλόκο της Κοκκινιάς στις 17 Αυγούστου 1944
Τα SS σε συνεργασία με τους ταγματασφαλίτες δολοφόνησαν 315 πατριώτες

Λίγους μήνες πριν αποχωρήσουν από την Ελλάδα οι ναζί ξεκίνησαν μεγάλες επιχειρήσεις στις περιοχές που αντιστέκονταν. Τα περισσότερα μπλόκα έγιναν με διαταγή των αξιωματικών των SS Μπλούμερ και Σιμάνα. Κύριο ρόλο ανέθεσαν στα Τάγματα Ασφαλείας και στη Χωροφυλακή, που πάντα είχαν μαζί τους ισχυρές γερμανικές δυνάμεις.

Το μπλόκο της Κοκκινιάς στήθηκε στις 17 Αυγούστου 1944. Πριν από τρεις μέρες ο ΕΛΑΣ είχε αποκρούσει προσπάθεια των κατακτητών και των συνεργατών τους να εισβάλουν στην προσφυγούπολη. Από τα ξημερώματα γερμανικά καμιόνια περικύκλωσαν τις περιοχές που περικλείουν την Κοκκινιά. Μαζί τους και τσολιάδες με επικεφαλής τον Πλυτζανόπουλο. Με χωνιά κάλεσαν τους άνδρες ηλικίας 14 - 60 ετών να πάνε στην πλατεία της Οσίας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων. Όσοι πιάνονταν στα σπίτια τους θα τουφεκίζονταν επιτόπου. Συγκεντρώθηκαν γύρω στις 20.000.

Με κουκούλα

Ηγετικά στελέχη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ υποδείχτηκαν αμέσως από τους καταδότες και εκτελέστηκαν. Μέσα σε ατμόσφαιρα τρόμου ο κουκουλοφόρος διέκρινε μέσα στο πλήθος τον λοχαγό του ΕΛΑΣ Αποστόλη Χατζηβασιλείου. Τον χαιρέτησε με ειρωνεία: «Τα σέβη μου, λοχαγέ!». Οι ταγματασφαλίτες τον άρπαξαν, του έβγαλαν το μάτι με ξιφολόγχη, του ξέσκισαν τα μάγουλα και άρχισαν να τον σέρνουν μέσα στον κόσμο για να υποδείξει συντρόφους του. «Πατριώτες, ψηλά το κεφάλι, δεν θα προδώσω κανέναν», φώναξε. Τον βούτηξαν και σχεδόν αναίσθητο τον κρέμασαν.

Στη Μάντρα της Οσίας Ξένης εκτελέστηκαν 76 Κοκκινιώτες. Άλλοι 50 εκτελέστηκαν στα Αρμένικα, άλλοι στο Σχιστό και άλλοι δολοφονήθηκαν στους δρόμους και τα σπίτια τους. Συνολικά 315 ήταν τα θύματα της θηριωδίας. Στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου μεταφέρθηκαν όμηροι 8.000 από τους οποίους 1.000 στάλθηκαν στα κάτεργα της Γερμανίας. Πολλοί δεν γύρισαν ποτέ. Μεταξύ των μαρτύρων συγκαταλέγονται και δυο 19χρονοι. Ο Στέλιος Ευσταθιάδης και η Διαμάντω Κουμπάνη.

Μαζικές σφαγές αμάχων
Οι μαρτυρικές πόλεις της Κατοχής

Το Δίστομο, τα Καλάβρυτα, το Κομμένο και το Κοντομαρί Χανίων είναι τέσσερις από τις μαρτυρικές πόλεις της ναζιστικής κατοχής.

Το αποτρόπαιο έγκλημα των Καλαβρύτων έγινε στις 13 Δεκεμβρίου 1943, στις 2.34 το μεσημέρι, όπως δείχνουν οι σταματημένοι δείκτες του ρολογιού της εκκλησίας.

Το σύνθημα της εκτέλεσης δόθηκε με δύο φωτοβολίδες από το ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος». Τα πολυβόλα θέρισαν τους Καλαβρυτηνούς, στο σημείο που τους είχαν συγκεντρώσει οι δήμιοι. Ακολούθησαν οι χαριστικές βολές. Διασώθηκαν μόλις 13 άτομα.

Οι ναζί έβαλαν φωτιά και στο σχολείο, όπου είχαν κλείσει τις γυναίκες και τα παιδιά. Κατάφεραν να γλιτώσουν σπάζοντας πόρτες και παράθυρα. Έφυγαν μακριά από τα σπίτια, που επίσης φλέγονταν.

Ανηφόρισαν στο σημείο όπου είχαν οδηγηθεί οι άντρες. Βρέθηκαν μπροστά στο φρικτό θέαμα. Άνδρες, πατεράδες, γιοι και αδέρφια κείτονταν πλημμυρισμένοι στο αίμα.

Όπως στο Δίστομο και τα Καλάβρυτα, έτσι και στο Κομμένο της Άρτας πρόσχημα για την ανθρωποσφαγή ήταν η δράση των ανταρτών του ΕΛΑΣ.

Στο Κομμένο η μηχανοκίνητη γερμανική μονάδα έφτασε τα χαράματα της 16ης Αυγούστου 1943. Το χωριό κοιμόταν ήσυχο μετά από ένα γαμήλιο γλέντι, που έγινε την προηγουμένη, ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο.

Οι ναζί έστησαν πολυβόλα στις εισόδους του χωριού και ο λόχος εισέβαλε στα σπίτια και ξεκλήρισε ολόκληρες οικογένειες. Στο τέλος έβαλαν φωτιά και τα έκαψαν. Όσοι κατάφεραν να σωθούν ξέφυγαν με βάρκες στον Αμβρακικό.

Στο τέλος της σφαγής οι Γερμανοί στρατιώτες κάθισαν στην πλατεία, όπου έφαγαν και ήπιαν μπίρες δίπλα σε επτά πτώματα. Συνολικά οι νεκροί ήταν 317 άτομα. Δύο μωρά του Στάθη Κολιοκώτση, ηλικίας 7 μηνών, πέθαναν από ασφυξία. Οι κακούργοι γέμισαν τα στόματά τους με βαμβάκι βρεγμένο με βενζίνη και κατόπιν το άναψαν.

Στο Κοντομαρί Χανίων διαπράχτηκε η πρώτη μαζική εκτέλεση αμάχων στην κατεχόμενη Ευρώπη.

Στις 2 Ιουνίου 1941, κατά το απογευματάκι, μπήκαν στο χωριό οι αλεξιπτωτιστές του υπολοχαγού Τρέμπες, κατά διαταγή του στρατηγού Στούντεντ. Συνέλαβαν 25 κατοίκους, ηλικίας 18 έως 50 ετών, και τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ χωρίς καμιά άλλη διαδικασία. Μάλιστα, ο υπολοχαγός Βάιξλερ φωτογράφησε τα γεγονότα χωρίς καμιά αναστολή.

Η Κάντανος Χανίων πυρπολήθηκε και ισοπεδώθηκε στις 3 Ιουνίου 1941. Οι ναζί άφησαν πίσω τους τρεις επιγραφές που ανέφεραν ότι η εκθεμελίωση του χωριού έγινε για λόγους εκδίκησης, επειδή αντιστάθηκε στο Γ΄ Ράιχ: «Εδώ υπήρχε η Κάντανος...».

Του Θοδωρή Ρουμπάνη. Από το ΈΘΝΟΣ του Σαββάτου 15 Ιανουαρίου 2011

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

Προ-πόλεμος προπαγάνδας

Δείτε τον πόλεμο προπαγάνδας που προηγήθηκε του "κανονικού" πολέμου, σε ένα άρθρο του Άρη Μαλανδράκη που δημοσιεύτηκε στο ένθετο "7 ημέρες" της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας της 26ης Οκτωβρίου 2008

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009

Ελία Καζάν: Ο δημιουργός που θα κρίνει η Ιστορία

7 Σεπτεμβρίου 1909 ~ 28 Σεπτεμβρίου 2003

Εάν η Έβδομη Τέχνη σφραγίστηκε από τον τυφώνα που προκάλεσαν ο Μάρλον Μπράντο και ο Τζέιμς Ντιν, αυτό οφείλεται στην οξυδερκή ματιά και το τεράστιο ταλέντο εκείνου του μικρόσωμου Ανατολίτη που βάλθηκε να κυνηγάει το Αμερικάνικο όνειρο ως σερβιτόρος και κατέληξε ένας από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες του 20ου αιώνα ...

Ποιος ξέρει πώς θα σειόταν η αίθουσα του Kodak Theatre τον Μάρτιο του ’99 εάν 57 χρόνια νωρίτερα ο Ελία Καζάν δεν έσπευδε να προβεί στην ενέργεια που τελικά θα στιγμάτιζε την καλλιτεχνική του πορεία; Κανείς δεν μπορεί να ξέρει. Η μνήμη είναι ύπουλο στοιχειό, σε πιάνει στ’ αγκίστρι της και σε κρατάει αιχμάλωτο μια ζωή. Ως σκηνοθέτης υπήρξε τεράστιος. Ως άνθρωπος στιγματίστηκε από τα ίδια του τα νύχια. Τι μετράει περισσότερο; Και τα δύο, απάντησαν οι συνάδελφοί του, μισό αιώνα αργότερα. Όταν η Ακαδημία του απένειμε το τιμητικό Όσκαρ για το σύνολο της καριέρας του, το κοινό διχάστηκε. Κάποιοι, όπως ο Τομ Χανκς και ο Ρόμπιν Γουίλιαμς χειροκρότησαν θερμά. Άλλοι, όπως ο Εντ Χάρις, ο Νικ Νόλτε και ο Σον Πεν έμειναν στις θέσεις τους και ανταποκρίθηκαν με ένα χλιαρό χειροκρότημα.

Εάν η συντηρητική πλευρά της κινηματογραφικής βιομηχανίας υποκλινόταν στα αριστουργήματά του, η προοδευτική τοποθετούσε δίπλα στον σκηνοθέτη και τον άνθρωπο: τον άνθρωπο που, μια κρύα μέρα της άνοιξης του ’52 -στις 10 Απριλίου συγκεκριμένα- στάθηκε απέναντι από μια «σκοτεινή» επιτροπή την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών, και κατονόμασε συναδέλφους του για να τους στείλει στην Πυρά του Μακαρθισμού. Αυτό που, στην ουσία, θα επιβεβαίωνε μακροπρόθεσμα με την πράξη του ήταν η ίδια η ψευδαίσθηση του κινηματογράφου: το ότι στη ζωή, οι πραγματικοί ήρωες είναι πολύ διαφορετικοί από τους ήρωες της μεγάλης οθόνης.

Το ερώτημα, λοιπόν, παραμένει: τι μετράει πιο πολύ; Το ότι ως σκηνοθέτης άνοιξε δρόμους πρωτοποριακούς και ανέδειξε ταλέντα που θα σφράγιζαν την κουλτούρα της εποχής μας; Ή το ότι, για να ανανεώσει τόσο καθοριστικά την Έβδομη Τέχνη, χρειάστηκε να καταθέσει στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών; Ας προσπεράσουμε το δίλημμα γιατί ίσως μια απάντηση δεν είναι αρκετή. Καμιά φορά, η εξήγηση μιας ενέργειας, όσο ομιχλώδης κι αν είναι, ριζώνει στη ψυχή. Αλλά πολύ βαθιά στην ψυχή, εκεί όπου το έρεβος των ενστίκτων συνορεύει με τα κατάλοιπα της παιδικής ηλικίας. Ο Καζάν δεν έδωσε ποτέ μια καθαρή εξήγηση για την πράξη του. Ωστόσο, όσοι τον γνώριζαν καλά έλεγαν ότι πίσω από τους προσωπικούς ανταγωνισμούς και το ψυχρό κλίμα της εποχής, παραμόνευε η αίσθηση της αποτυχίας που τον καταδίωκε μέσα από την τρομαχτική σκιά ενός τυραννικού πατέρα. Του Γιώργου Καλαντζόγλου, ενός σκληρού και κυνικού εμπόρου χαλιών.

Ο Καζάν είχε την ατυχία να υπάρξει γιος αυτού του ανθρώπου, και το ότι στράφηκε προς την Τέχνη το όφειλε στην τύχη να είναι γιος της Αθηνάς Σισμανόγλου, μιας ευαίσθητης γυναίκας που, ασφυκτιώντας κι αυτή κάτω από τη σκιά του συζύγου της, είχε βρει διέξοδο στο παιδί της, μεταφέροντας του όλα όσα έπρεπε να τον διαφοροποιήσουν από την σκληρότητα του πατέρα του. Ο ίδιος ο Καζάν δεν μίλησε ποτέ ευθέως για την αβάσταχτη πατρική φιγούρα. Μίλησε, όμως, μέσα από τις ταινίες του.

Στο «Ανατολικά της Εδέμ», καθώς βλέπουμε τον ήρωα που υποδύεται ο Τζέιμς Ντιν να εκλιπαρεί για λίγη αγάπη, καταλαβαίνουμε ότι, πίσω απ’ όλα τα θέματα που θίγει ο Τζον Στάινμπεκ στο ομώνυμο βιβλίο, αυτό που απασχολεί περισσότερο τον σκηνοθέτη είναι να αποδώσει με κάθε λεπτομέρεια την πατρική τυραννία που σκιάζει έναν κόσμο δίχως τρυφερότητα, που παλεύει για να είναι ανθρώπινος. Και στον «Συμβιβασμό», που μαζί με το «Αμέρικα, Αμέρικα» αποτελούν την κατάθεση της ίδιας του της ζωής.

Kαθώς βλέπουμε τον ήρωα που ενσαρκώνει ο Κερκ Ντάγκλας να εκλιπαρεί για λίγη ελπίδα, καταλαβαίνουμε ότι, πίσω απ’ όλες τις ματαιώσεις της μέσης ηλικίας, αυτό που απασχολεί περισσότερο τον Καζάν είναι να δείξει ότι τα πάντα ξεκινούν από τα ρημαγμένα ερείπια των παιδικών χρόνων, εκεί όπου ένας πατέρας-τύραννος εξωθεί τον γιο του στο κυνήγι της επιτυχίας μέσα από κάθε κόστος και κάθε τίμημα. Ομολογία ή εξιλέωση; O,τι κι αν προτιμάτε, ένα είναι σίγουρο: ο πανικός της απόρριψης και ο φόβος του περιθωρίου ρίζωσαν στο πετσί του Καζάν μέσα από τη σχέση του με τον πατέρα του και δεν τον εγκατέλειψαν ποτέ. Γι’ αυτό και όταν ένας μακρινός θείος έγινε η αφορμή, στα 1913, να μεταναστεύσει όλη η οικογένεια από την Πόλη στη Νέα Υόρκη, ο μικρός Ηλίας βρήκε στη φιγούρα εκείνου του θείου τον πατέρα που θα ήθελε να έχει. Τον ίδιο θείο θα σκιαγραφούσε, πολύ αργότερα, και στη ταινία «Αμέρικα, Αμέρικα», αποδίδοντάς του το πρόσωπο του ήρωα. Στην πραγματικότητα, αυτό που προσπαθούσε πάντα να ξορκίσει ήταν το φάντασμα εκείνου του εμπόρου χαλιών που έλεγε διαρκώς στον γιο του ότι «ένας καλός έμπορος πρέπει να πουλάει πρώτα τον εαυτό του και ύστερα να προσπαθεί να πουλήσει το εμπόρευμά του». Τελικά, ο γιος θα πούλαγε και τα δύο.

Παρ’ ότι παιδί μεταναστών, ο Καζάν δεν γνώρισε την ανέχεια. Γνώρισε, όμως, το περιθώριο. Σπουδάζοντας στο Κολέγιο Γουίλιαμς, δούλευε και ως σερβιτόρος και εκεί, σε μια Νέα Υόρκη που άλλαζε δραματικά αντλώντας τα νέα ρεύματα της Τέχνης, προσπάθησε να δοκιμάσει την τύχη του ως ηθοποιός. Δεν τα κατάφερε. «Το τμήμα κομμώσεως προσπαθούσε να φτιάξει τα μαλλιά μου για να μην φαίνομαι τόσο πολύ Ανατολίτης, αλλά μάταια», θα έγραφε στην αυτοβιογραφία του. «Τίποτα δεν μπορούσε να βοηθήσει τη θλιβερή μου εμφάνιση». Τελικά, έμελλε να ξεχωρίσει ως σκηνοθέτης.

Αρχικά ίδρυσε το Group Theater, τον πρόδρομο του θρυλικού Actor’s Studio. Εκεί άρχισε να δουλεύει με τον Μάρλον Μπράντο, τον Μοντγκόμερι Κλιφτ, τον Τζακ Πάλανς και άλλους άγνωστους ηθοποιούς. Η αίσθηση που προκάλεσαν οι θεατρικές του παραστάσεις τον έστρεψαν στο σινεμά. Ισχυρό χαρτί στα χέρια του, πέρα από το ταλέντο του, στάθηκε και το ξαφνικό ενδιαφέρον που του έδειξε η 20th Century Fox. Και όλοι οι δρόμοι άνοιξαν με μιας. Πρώτα το «Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν», από το μπεστ σέλερ της Μπέτυ Σμιθ. Έπειτα το «Θάλασσα από γρασίδι». Και κάπου εκεί, στα 1948, το πρώτο Όσκαρ σκηνοθεσίας για την «Συμφωνία Κυρίων». Η αυλαία είχε πλέον σηκωθεί και ο κόσμος ήταν έτοιμος να υποδεχθεί τον ηθοποιό που θα άλλαζε όλους τους κώδικες της υποκριτικής. Ο Καζάν πήρε τον Μάρλον Μπράντο από τις off-Broadway παραστάσεις τους και μαζί γκρέμισαν όλα τα κινηματογραφικά στερεότυπα του παρελθόντος. Είτε ως Κοβάλσκι στο «Λεωφορείον ο Πόθος» είτε ως Εμιλιάνο Ζαπάτα στο «Βίβα Ζαπάτα», το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: το κοινό έμοιαζε μαγεμένο. Μέσα από τη ματιά του Καζάν, ο Μπράντο δεν συστήθηκε απλώς στον κόσμο. Κέρδισε και το πρώτο του Όσκαρ για την ερμηνεία του στην ταινία «Το Λιμάνι της Αγωνίας».

Φυσικά, ο Μπράντο δεν ήταν ο μόνος που όφειλε την καριέρα του στον Καζάν. Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, η σκυτάλη του οργισμένου νέου κατέληξε στα χέρια ενός προβληματικού πιτσιρικά που φαινόταν ότι θα επισκίαζε τους πάντες. Ο Καζάν πήρε τον Τζέιμς Ντιν από τον εφηβικό πυρετό του «Επαναστάτη χωρίς αιτία» και του έδωσε τη στόφα του γνήσιου εκπροσώπου μιας ολάκερης γενιάς. Και ο κόσμος έστρεψε το βλέμμα του «Ανατολικά της Εδέμ» για να αποθεώσει τον πρώτο ηθοποιό που θα γινόταν μύθος για πάντα. Την ίδια προσοχή έμελλε να νιώσει, στη δεκαετία του ’60, και ένα μυθικό ζευγάρι νεαρών πρωταγωνιστών, ο Ουόρεν Μπίτι και η Νάταλι Γουντ, που μέσα από την κάμερα του Καζάν θα μετέτρεπαν το φιλμ «Πυρετός στο αίμα» σε μια σύγχρονη εκδοχή του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα».

Αλλά η ζωή παίζει παράξενα παιχνίδια. Γιατί παρά την αδιαμφισβήτητη προσφορά του στην Τέχνη και το στίγμα που άφησαν οι «ανακαλύψεις» του στην σύγχρονη κουλτούρα, κάποιοι στο τέλος του αιώνα δεν θα χειροκροτούσαν όρθιοι τον μεγάλο σκηνοθέτη. Θα θυμούνταν το μοιραίο σφάλμα.

Για εκείνο το μοιραίο σφάλμα, ο ίδιος δεν μίλησε ποτέ ξεκάθαρα. Στην αυτοβιογραφία του έγραψε κάτι διφορούμενο και εξίσου ομιχλώδες. «Όταν τα πράγματα έφτασαν στο κρίσιμο σημείο», έγραψε, «έλεγα και ξανάλεγα στον εαυτό μου "δεν μπορείς να δώσεις στην επιτροπή τα ονόματά τους". Γιατί θα έπρεπε να στέκομαι εγώ μόνος στο κρύο; Δεν άκουσα κανέναν άλλο στον πυρήνα μας να ανοίγει το στόμα του, αν και όλοι ήξεραν τι συνέβαινε. Ξαφνικά άρχισα να γίνομαι παρανοϊκός. Στριμωγμένος κι έξω φρενών, ήθελα να κατονομάσω τους πάντες και να βγάλω στη φόρα τα μυστικά τους, όχι μόνο εκείνων που ανήκαν στον πυρήνα μας, αλλά και όσων είχαν κάποια σχέση με αυτόν, οπουδήποτε και αν βρίσκονταν». Αυτό που τελικά κατάφερε ήταν να πέσει στην παγίδα εκείνου του πατέρα και να γίνει ό,τι ο ίδιος μισούσε: ο έμπορος που πουλάει πρώτα τον εαυτό του.

Στην απονομή του τιμητικού Όσκαρ εμφανίστηκε καταβεβλημένος από το φορτίο των ενενήντα χρόνων ζωής, στάθηκε μόνος πάνω στη σκηνή και ψέλλισε ένα τρεμάμενο ευχαριστώ. Και όταν κάποιοι από κάτω φώναξαν «Speak! Speak!» περιμένοντας επιτέλους μιαν ύστατη, έστω και έμμεση, συγνώμη, εκείνος κούνησε θλιμμένα το κεφάλι και είπε: «Επιτρέψτε μου να ξεγλιστρήσω». Και αποχώρησε συνοδευόμενος από τον Μάρτιν Σκορσέζε και τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, για να καταλήξει εκεί όπου πάντα φοβόταν πιο πολύ απ’ όλα: στο περιθώριο. Όχι στο σκότος της απόρριψης ή την λησμονιά, αλλά στο περιθώριο που ορίζει η εικόνα ενός άντρα μόνου στο κρύο. Ενός άντρα που χάραξε ανεπανάληπτους ορίζοντες στην εποχή του, για να έρθει ο ίδιος του ο εαυτός να τους μελανώσει με σύννεφα.

Το αγαπημένο του «παιδί»

Ο Ελία Καζάν πέθανε στις 28 Σεπτεμβρίου του 2003, αλλά την τελευταία του ταινία την γύρισε πολλά χρόνια νωρίτερα, το 1976. Ήταν ο «Τελευταίος Μεγιστάνας» με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και απέτυχε στα ταμεία. Στην ουσία, η κινηματογραφική του «ταφόπλακα» στάθηκε το αγαπημένο του «παιδί», ο «Συμβιβασμός» του 1969.

Το φιλμ δεν ήταν παρά η μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Καζάν και επειδή ακριβώς ήταν η πιο προσωπική του δουλειά, ήθελε τον Μπράντο στον βασικό ρόλο. Ο Μπράντο αρνήθηκε και ο Καζάν ένιωσε προδομένος. Και δεν ξαναμίλησαν ποτέ από τότε. Στην εποχή της, η ταινία χτυπήθηκε λυσσαλέα από την κριτική. Σήμερα, θεωρείται ένα από τα παραγνωρισμένα αριστουργήματα του σκηνοθέτη.

Του Στέφανου Δανδόλου. Από τις “Εικόνες”, τεύχος Νο 341, εβδομαδιαίο περιοδικό, ένθετο στο ΕΘΝΟΣ της Κυριακής, 7 Σεπτεμβρίου 2008.