Του
Ηλία Κεφάλα
Οἱ
σμαραγδένιες φτέρες τῆς Πιαλείας
Σκοτεινιάζουν τὴν ὑγρόφιλη λαγκαδιὰ
Καὶ λίγο πιὸ πάνω οἱ χάλκινες ὀξιὲς
Ναρκώνουν καὶ βυθίζουν στὸ κενὸ ὅλα τὰ ὄντα
Ὅπως κι ἐμένα τὸ θαυμαστὸ καὶ ὄντως ὄν
Ἐπειδὴ τὰ φίδια μὲ σφίγγουν τῶν ἀναμνήσεων
Καὶ μὲ τραβοῦν σὲ μέρες σκοτεινὲς
Μὲς στὴ θαμπάδα τὴν πικρὴ τοῦ χρόνου
Καὶ νά ᾽μαι ποὺ περιπλανιέμαι ὁ κατηφὴς
Ἀνηφορίζοντας στ᾽ ἀρχαῖα μονοπάτια
Κι ἂν ὄχι στὸ πρῶτο ἴσως στὸ δεύτερο
Μπορεῖ στὸ τρίτο ἤ τὸ πέμπτο βῆμα
Τὸ πέλμα μου νὰ συμπέσει ἀπαλὰ
Μ᾽ ἐκεῖνα τ᾽ ἀνάερα τῆς Κορωνίδας ἴχνη
Ὅταν μὲ τὰ μισολυμένα πέδιλά της
Ἔτρεχε νὰ προφτάσει τὸν Ἀσκληπιὸ
Χαμένον στὰ βοτανικὰ ὁράματά του
Σκοτεινιάζουν τὴν ὑγρόφιλη λαγκαδιὰ
Καὶ λίγο πιὸ πάνω οἱ χάλκινες ὀξιὲς
Ναρκώνουν καὶ βυθίζουν στὸ κενὸ ὅλα τὰ ὄντα
Ὅπως κι ἐμένα τὸ θαυμαστὸ καὶ ὄντως ὄν
Ἐπειδὴ τὰ φίδια μὲ σφίγγουν τῶν ἀναμνήσεων
Καὶ μὲ τραβοῦν σὲ μέρες σκοτεινὲς
Μὲς στὴ θαμπάδα τὴν πικρὴ τοῦ χρόνου
Καὶ νά ᾽μαι ποὺ περιπλανιέμαι ὁ κατηφὴς
Ἀνηφορίζοντας στ᾽ ἀρχαῖα μονοπάτια
Κι ἂν ὄχι στὸ πρῶτο ἴσως στὸ δεύτερο
Μπορεῖ στὸ τρίτο ἤ τὸ πέμπτο βῆμα
Τὸ πέλμα μου νὰ συμπέσει ἀπαλὰ
Μ᾽ ἐκεῖνα τ᾽ ἀνάερα τῆς Κορωνίδας ἴχνη
Ὅταν μὲ τὰ μισολυμένα πέδιλά της
Ἔτρεχε νὰ προφτάσει τὸν Ἀσκληπιὸ
Χαμένον στὰ βοτανικὰ ὁράματά του
῍Ω
μὴ φεύγεις πανόλβια μακριά μου
Γυρεύω κι ἐγὼ τὸν ἰατῆρα
Καὶ τὰ λαμπρὰ κορίτσια του
Τὴν Ἰασὼ τὴν Αἴγλη τὴν Πανάκεια
Τὴν παμβασίλεια Ὑγεία
Τὴν ἱμερόεσσα καὶ μάκαιρα
Γιατὶ τὰ χρόνια βάρυναν πολὺ στοὺς ὤμους μου
Ἡ θλίψη κατατρύχει τὴν ματιά μου
Καὶ κάθε φέγγος τοῦ κορμιοῦ μου σβέννυται
Ἐνῶ καὶ ὁ ἦχος τῶν πραγμάτων ἀπόλλυται τελείως
Κι εἶναι τὰ μάτια καὶ τὰ ὦτα μου
Μαῦρα κενὰ πηγάδια
Γυρεύω κι ἐγὼ τὸν ἰατῆρα
Καὶ τὰ λαμπρὰ κορίτσια του
Τὴν Ἰασὼ τὴν Αἴγλη τὴν Πανάκεια
Τὴν παμβασίλεια Ὑγεία
Τὴν ἱμερόεσσα καὶ μάκαιρα
Γιατὶ τὰ χρόνια βάρυναν πολὺ στοὺς ὤμους μου
Ἡ θλίψη κατατρύχει τὴν ματιά μου
Καὶ κάθε φέγγος τοῦ κορμιοῦ μου σβέννυται
Ἐνῶ καὶ ὁ ἦχος τῶν πραγμάτων ἀπόλλυται τελείως
Κι εἶναι τὰ μάτια καὶ τὰ ὦτα μου
Μαῦρα κενὰ πηγάδια
Ἐδῶ
νά ᾽ρθεῖς τρισόλβια Ἠπιόνη
Νὰ χαλαρώσεις τὸν φρενήρη βίο μου
Ποὺ δὲν ζητᾶ εὐθυμία πιὰ κι εὐμένεια
Παρὰ μονάχα εὐθύτητα καὶ σέβας
Νὰ χαλαρώσεις τὸν φρενήρη βίο μου
Ποὺ δὲν ζητᾶ εὐθυμία πιὰ κι εὐμένεια
Παρὰ μονάχα εὐθύτητα καὶ σέβας