Τα μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερο από τούτο το αλωνάκι...
Αν ο εθνικός ποιητής χρησιμοποιεί ένα τόσο απόλυτο χαρακτηρισμό για το Μεσολόγγι και μάλιστα σε μια Ελλάδα που είχε ζήσει τους θριάμβους του Βαλτετσίου, των Δερβενακίων και της Τριπολιτσάς...
Αν ταυτόχρονα ο ίδιος ποιητής δεν ικανοποιείται στην πρώτη του προσπάθεια για να μπορέσει να περιγράψει το δράμα, αλλά κυρίως τη δύναμη και τη δόξα των ελεύθερων πολιορκημένων Ελλήνων και χρειάζεται τρία διαφορετικά σχεδιάσματα του ποιήματος,
τότε πώς να αγγίξει κανείς
τον τόπο, το χρόνο και κυρίως τον τρόπο της θυσίας και να μην αισθανθεί μικρός κι αδύναμος;
Γιατί αν σήμερα, γνωρίζοντας το τέλος του δράματος και με την ψυχολογική ασφάλεια της χρονικής και της συναισθηματικής απόστασης μπορούμε να αποδεχτούμε, να εκτιμήσουμε, να θαυμάσουμε τα όσα έγιναν εκεί, ας προσπαθήσουμε να μπούμε στη θέση εκείνων που δεν τα ήξεραν.
Ο αγώνας έμοιαζε ατέλειωτος μέσα στην διάρκειά του και η έκβαση αβέβαιη.
Μέσα στον αγώνα των ελεύθερων πολιορκημένων καθρεφτίστηκε ολόκληρη η δύναμη της ανθρώπινης ψυχής υψώνοντας το Μεσολόγγι σε σύμβολο πανανθρώπινο:
σύμβολο αξιοπρέπειας και θέλησης για ελευθερία. Μια ελευθερία που η δίψα της είναι τόσο απόλυτη, ώστε νικά και τις πιο βασικές ανάγκες του ανθρώπου. Τελικά το Μεσολόγγι απεικονίζει τη νίκη του ανθρώπινου προσώπου απέναντι στη φύση του όντας στον πυρήνα της ορθόδοξης παράδοσής μας.
Στην προσπάθειά μας να απεικονίσουμε κάτι από τον αγώνα αυτό, βρήκαμε συμπαραστάτη το Δημήτρη Μπουρούνη φιλόλογο και λυκειάρχη, θεατρικό συγγραφέα πλήθους θεατρικών έργων, πολλά από τα οποία παρουσιάστηκαν από το ραδιόφωνο της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, της οποία το διευθυντή θέλω να ευχαριστήσω για την παραχώρηση του κειμένου.
Διαλέγοντας ο Δ. Μπουρούνης ως κεντρικά πρόσωπα του έργου δύο αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων τα γραπτά των οποίων αποτελούν πηγές και τον ιστορικό -τον Ελβετό φιλέλληνα Ιωάννη Μάγερ, ο οποίος όχι μόνο ζούσε στο Μεσολόγγι αλλά και εξέδιδε εκεί την πρώτη επί ελληνικού εδάφους εφημερίδα, τα “Ελληνικά Χρονικά”, και το Νικόλαο Κασομούλη, γραμματικό του πολεμιστή Στουρνάρα, πλέκει γύρω τους την ιστορία των ελευθέρων πολιορκημένων από την πρώτη πολιορκία ως την έξοδο.
Ένα μήνα τώρα που πολεμάμε με το στήσιμο αυτής της παράστασης συχνά μας συγκίνησε, μας ταρακούνησε, μας έφερε δάκρυα στα μάτια. Ελπίζω να καταφέρουμε να μεταφέρουμε εκείνη τη συγκίνηση και σε εσάς...
(Την παραπάνω εισήγηση εκφώνησε ο Γ. Μαρκάκης
στην αρχή της παράστασης)