Translate -TRANSLATE -

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 9 Ιουνίου 2024

ΔΗΜΗΤΡΗ ΨΑΘΑ: ΙΣΤΟΡΙΚΟ …. ΚΟΥΒΕΝΤΟΛΟΪ


 

ΙΣΤΟΡΙΚΟ …. ΚΟΥΒΕΝΤΟΛΟΪ

Του  ΔΗΜ.  ΨΑΘΑ

Θα μου επιτραπεί, ευσεβάστως, να συνεχίσω τις «αναμνήσεις» μου απ’ την 21η  Απριλίου 1967. Αφού περί «ιστορικής» ημέρας πρόκειται, ας ενταχθούν στις σοβαρές σελίδες της και λίγες δευτερευούσης σημασίας, όπως   τις   έζησε ο  γράφων.

Υπήρχε, πού λέτε, μια περίεργη ατμόσφαιρα μέσα σ’ εκείνο τον θάλαμο των κρατουμένων. Παρ’ όλον ότι ο τρόπος των συλλήψεων ήταν «σκληρός» και τα μέτρα της φρούρησης υπέρ το δέον αυστηρά (πού θα δικαιολογούσαν σοβαρότατες ανησυχίες για την τύχη του καθενός) ωστόσο κανένας δεν έδειχνε το παραμικρό σημάδι αγωνίας. Κατά διαστήματα, μάλιστα, επικρατούσε ένα κλίμα ψυχικής ευφορίας, τον τόνο της οποίας έδινε ο Γεώργ. Παπανδρέου, ανεξάντλητος σ' εύθυμο κουβεντολόι και σε αναμνήσεις παρομοίων περιπετειών, απ' τις όποιες ήταν   γεμάτη   η   μακρά   πολιτική   του   Ιστορία.

Φυσικά ο λόγος ερχόταν συνεχώς στο γεγονός της ημέρας, και με την ευκαιρία αυτή ο αρχηγός του Κέντρου αναδιφούσε το πρόσφατο παρελθόν, διηγούμενος τις τελευταίες επαφές και συνομιλίες του με τον βασιλέα, χωρίς να κρύβει την απορία του για την τέτοια ανώμαλη εξέλιξη.

   Εις ένα γεύμα, πού μου είχε παραθέσει ο βασιλεύς, ήτο τόσον περιποιητικός ώστε σχεδόν με στενοχωρούσε. Διότι έφθανε εις το σημείον να σηκώνεται και να μου σερβίρει ο ίδιος τα πιάτα και να μου επιδαψιλεύει ιδιαίτερες φροντίδες,   αγνοών  τελείως   το πρωτόκολλο.

Πρέπει να σημειώσω ότι από τα λόγια του αρχηγού του Κέντρου αναμεταδίδω πιστά και φωνογραφικά, αποκλειστικά και μόνο όσα θυμάμαι   κατά   λέξη:

   Προσφάτως ακόμη μου έλεγε ο βασιλεύς: «Κύριε Πρόεδρε, ομιλείτε συνεχώς περί «Χούντας». Ονομάσατε μου τα πρόσωπα και σας δίδω τον λόγον μου ότι εντός της ημέρας θα αποστρατεύσω όσους μου υποδείξετε»! Εγώ, όμως, του απαντούσα: «Μεγαλειότατε, μην περιμένετε από εμέ να σας ονομάσω τα πρόσωπα. Τα   γνωρίζετε»!

Ο λόγος ήλθε και στον γιό του, με τον όποιον ήταν εσχάτως τόσο δυσαρεστημένος και πικραμένος ο «Γέρος», ώστε όταν ο βασιλεύς του μίλησε για την έξαλλη γραμμή πού ακολουθούσε ο Ανδρέας, ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν δυσκολεύθηκε καθόλου να συμφωνήσει και να τον αποδοκιμάσει.

    Και τότε μου είπε ο βασιλεύς: «Εν τοιαύτη περιπτώσει, κ. Πρόεδρε, διατί δεν τον απομακρύνετε;». Και του απήντησα εγώ: «Μεγαλειότατε, δεν με φοβίζει το δραματικόν στοιχείον!    Φοβούμαι    το   γελοίον»!...

Μια και ήλθε η κουβέντα στον Ανδρέα, παρατήρησα:

    Κύριε Πρόεδρε, πολλά άστοχα είπε και έκανε ο 'Ανδρέας, αλλά, πέραν των άλλων, εγώ προσωπικά δεν μπορώ να χωνέψω μια άνοστη λέξη πού λανσάρισε: Εκείνο το... «κατεστημένα»….

   Δεν  σού  αρέσει   η   λέξις;

   Είναι αδόκιμη. Μου κάθεται  στο στομάχι. Είχα  άδικο,   βέβαια,   γιατί   ή   λέξη   «έπιασε» από τότε, και σήμερα χρησιμοποιείται από όλους, ακόμα κι’ από εμένα τον ίδιο. Σημειώνω, ωστόσο, το ασήμαντο αυτό σημείο της κουβέντας γιατί η απάντηση του «Γέρου» είναι χαρακτηριστική του πάθους της ωραιολογίας και κάποιου ναρκισσισμού, πού τον παρακολουθούσε σε όλη   την ζωή  του:

    Αυτό, όμως, πού λανσάρισα εγώ, φίλτατε, δεν ημπορείς να πης ότι είναι αδόκιμο: «Διατεταγμένη Δικαιοσύνη!». Ενέχει, δηλαδή, την έννοια της διατάξεως της Δικαιοσύνης, άλλα και της διαταγής την οποίαν λαμβάνει άνωθεν!...

Οι πολιτικές αντιθέσεις των παρισταμένων είχαν ξεχασθεί, ακόμα και με τον κ. Μητσοτάκη, την «αποστατική» πολιτική του οποίου είχα "πρόσφατα χαρακτηρίσει «Ρασπουτινική» σ’ ένα χρονογράφημα μου στα «Νέα» και ο Μητσοτάκης είχε επωφεληθεί της ευκαιρίας να κινήσει μια πολιτική δίκη εναντίον τού κ. Χρήστου Λαμπράκη, πού τον ενδιέφερε, φυσικά, περισσότερο από μένα, συγκατηγορούμενο επίσης. Περασμένα ξεχασμένα κι' όλοι οι συγκρατούμενοι —της ώρας παρελθούσης— αποτραβήχτηκαν στα κρεβάτια τους να ησυχάσουν και μείναμε μόνοι με τον «Γέρο», κουβεντιάζοντας, οπότε αντικρίσαμε θέαμα περίεργο.

Οι δύο μακρόστενοι θάλαμοι, όπου «φιλοξενούμεθα» εμείς, χωριζόντουσαν μ' ένα πλατύσκαλο, κι’ απέναντι ήσαν οι άλλοι θάλαμοι. Από εκεί, λοιπόν, έβγαινε ο χθεσινός υπουργός της Εθνικής Αμύνης κ. Παπαληγούρας, συνοδευόμενος από ένα στρατιώτη μ' εφ’ όπλου λόγχη, για να κατέβη μερικά σκαλιά —στην στροφή   του κλιμακοστασίου—  όπου  βρισκόταν   το  ιδιαίτερο   άντρο   των   κατεπειγουσών,   προχείρων, ή   μη,   αναγκών.

  Ωραίο θέαμα χθεσινού υπουργού της Εθνικής 'Αμύνης, παρατήρησα. Πού να τον πηγαίνουν;

Και   ο   Παπανδρέου:

  Ασφαλώς πηγαίνει  προς…   ούρησιν!... . Κι'   ευθύς   αμέσως   πρόσθεσε:

  Αλλά και εγώ, φίλτατε, αισθάνομαι την ιδίαν   ανάγκην...

Και σε λίγο, πραγματικά, επαναλήφθηκε η ίδια διαδικασία, του αρχηγού τού Κέντρου... πηγαίνοντος   προς   ούρηση   με  εφ’   όπλου  λόγχη...

ΔΗΜ.  ΨΑΘΑΣ – ΤΑ ΝΕΑ

Δευτέρα 3 Ιουνίου 2024

ΠΑΡΕΑ ΜΕ ΤΟΝ «ΓΕΡΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ»

 


ΠΑΡΕΑ ΜΕ ΤΟΝ «ΓΕΡΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ»

Του ΔΗΜ. ΨΑΘΑ (+)

Ήμουν, προφανώς, ο τελευταίος, πού είχε φτάσει στη συγκέντρωση εκείνη — τόσο καθυστερημένος — κι' ύστερα απ' τις χαιρετούσες, τα εγκάρδια «καλωσορίσματα» του Παπανδρέου και τα «καλώς σάς βρήκα», τα δικά μου, με κύκλωσαν όλοι, διψαλέοι για να μάθουν νέα και ιδιαίτερα ο αρχηγός  του  Κέντρου:

—Έλα, επί τέλους, φίλτατε, κάθισε να μάς πεις τί γίνεται!  Τί έμαθες; Τί νέα μάς φέρνεις;

Όπως μου εξήγησαν, ήταν φερμένοι όλοι εκεί, από τις δυο το πρωί — μερικοί λίγο αργότερα —   και δεν ήξεραν για τί είδους «κίνημα» επρόκειτο και ποιοι ήσαν οι αρχηγοί του. Τους είπα λεπτομερώς τα όσα είχα ακούσει απ’ το ραδιόφωνο, προσθέτοντας ότι στις ανακοινώσεις για την αναστολή του Συντάγματος, δεν αναφερόντουσαν ονόματα, άλλα μόνο αορίστως «το "Υπουργικόν Συμιβούλιον» και «ο βασιλεύς». Εν συμπεράσματι δε εξέφραζα την γνώμη άτι — δεν συζητείται — επρόκειτο σίγουρα για «κίνημα» της ΕΡΕ, για την, προετοιμασία του όποιου άλλωστε, τόσος λόγος γινόταν τις προηγηθείσες μέρες. Γέλασε ο «Γέρος»:

— Ξέρεις, φίλτατε, ποιοι κρατούνται, όπως ημείς, στον απέναντι θάλαμο; Είναι ο υπουργός της Εθνικής Αμύνης Παραληγούρας, ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως Γεώργιος Ράλλης, ο ύφυττουργός Προεδρίας του πρωθυπουργού Κανελλοπούλου, Κωνσταντίνος Ράλλης και πολλοί άλλοι μεταξύ των οποίων  και  ο Ανδρέας!

—Ανδρέας., κ. πρόεδρε;  Ποιος Ανδρέας;

—Ό... υιός   μου!   Ποιος  άλλος;

Κατάπληκτος εγώ! Ό Άνδρέας μετά του... Παπαληγούρα και μεθ' ημών ο... Μανώλης Γλέζος; Γιατί στην «παρέα» την δική μας περιλαμβανόταν και αυτός, μαζί με τον αποστάτη Μητσοτάκη, τον Κατσώτα, πατέρα και υιόν, τον δημοσιογράφο Δημήτρη Πουρνάρα, τον πατέρα του κ. Πάνου Κόκκα της «Ελευθερίας» — πού συνελήφθη σπασμωδικά, μη ευρεθέντος τού ιδίου — όπως και ο Γιώργος Ανδρουλιδάκης της ίδιας εφημερίδας. Τί είδους «κίνημα» ήταν τούτο; Και από ποιους προερχόταν η διαταγή της αλλόκοτης τούτης σύναξης των συλληφθέντων;

Βρισκόμαστε σε στρατιωτικό θάλαμο του καταυλιαμοΰ του «συγκροτήματος τεθωρακισμένων»— στο επάνω πάτωμα — με τα παράθυρα κλειστά και φρουρούς στρατιώτες με εφ' όπλου λόγχη —   ακόμα και μέσα στον θάλαμο — και καθώς έβλεπα όλους με πυτζάμες, πλην τού αρχηγού τού Κέντρου, νόμιζα ότι ετοιμαζόντουσαν να ξαπλώσουν, στα πέρα για πέρα, κατά μήκος τού θαλάμου, στρωμένα, άδεια στρατιωτικό κρεβάτια.

Οι πυτζάμες, ωστόσο — όπως μου εξήγησαν —δεν είχαν την έννοια του... ξαπλώματος, άλλα τού... ξεσηκώματος, γιατί έτσι τους είχαν φέρει όλους, άρον - άρον απ’ τα κρεβάτια των σπιτιών τους, στις δύο το πρωί, όπως είπα, εν σπουδή, χωρίς να τους αφήσουν να πάρουν μαζί τους τίποτα, ούτε  καν ένα  κοστούμι.

—'Εσείς, κ. πρόεδρε, όμως;... Σας βλέπω ντυμένον...

Χαμογέλασε   ο   Παπανδρέου:

—Εμένα, φίλτατε, συνέβη ως έξης: Εκοιμόμουν βαθιά όταν έξύπνησα από ένα θόρυβον.  Άνοιξα τα μάτια μου και βλέπω ξαφνικά επάνω απ’ το κρεβάτι μου ένα λοχαγό εν στολή, μαύρον την θέαν, που κρατούσε ένα πιστόλι και μού έλεγε με προφανή εκνευρισμόν: «Σηκωθείτε, κ. πρόεδρε! Σηκωθείτε γρήγορα, κ. πρόεδρε»! 'Ίσως ήταν μαύρος ή πολύ μελαψός, ίσως μου εφάνη έτσι, καθώς είχα τόσον απότομα ξυπνήσει. Η πρώτη σκέψις πού έκανα ήταν: «θα με εκτέλεση!». 'Αλλά εκείνος... δεν με εκτελούσε! Εκρατούσε μόνον το πιστόλι και επαναλάμβανε: «Γρήγορα, κ. πρόεδρε! Σηκωθείτε, κ. πρόεδρε»! Η εντύπωσις πού εσχημάτισα ευθύς αμέσως ήτο ότι εκείνος... εφοβείτο περισσότερον από έμενα! «Στάσου, παιδί μου, του έλεγα, να ντυθώ, τουλάχιστον, να βάλω τα παπούτσια μου!». Εσηκώθηκα απ’ το κρεβάτι μου και άρχισα να ντύνομαι, ενώ ο άνθρωπος μου αγωνιούσε συνεχώς και μού επαναλάμβανε σπασμωδικά «γρήγορα, κ. πρόεδρε, γρήγορα, κ. πρόεδρε»! 'Αλλά εγώ, όταν αντελήφθην οτι δεν είχε εντολήν να με εκτέλεση, ησύχασα, εντύθηκα με όσην άνεσιν επέτρεπε η περίστασις, η οποία οπωσδήποτε δεν ήταν ιδεώδης για να φτιάξη κανείς εξαιρετικά επιμελημένην τουαλέταν! Όταν, λοιπόν, έβαλα και τις κάλτσες και τα παπούτσια μου, του είπα του άνθρωπου μου ότι ήμουν εις την διάθεσίν του και τότε μόνον είδα την ανακούφισιν, ζωγραφισμένην εις το πρόσωπο του. Με ωδήγησεν εις το αυτοκίνητον πού έπερίμενε, και έφθασα εδώ, υπό συνοδείαν και άλλων.

  Και πώς αισθάνεσθε τώρα, κ. πρόεδρε; τον ρώτησα.

  Να σας πω, φίλτατε. Ειλικρινώς σας λέω, ότι ήμουν αδιάθετος από γρίππην. Όλη αύτη η ιστορία, όμως, με... εθεράπευσε. Αισθανομαι... περδίκι!

Και  πραγματικά ήταν  τόσο  ευδιάθετος,   όσο στην κανονική ζωή του.

—Εφάγατε, κ. πρόεδρε;

— Φακές. Είναι Παρασκευή. Το στρατιωτικόν συσσίτιον της ημέρας. Εσύ δεν Έφαγες; Να σου κάνω το τραπέζι...

Και μου παράγγειλε το γεύμα...                                            

Πηγή

Εφημερίδα τα ΝΕΑ 22.4.1972

 

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020

ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΥ : Μία φιλική συνομιλία μεταξύ παλαιών αντιπάλων στα Χανιά



Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ:
ΘΡΥΛΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ

Μία φιλική συνομιλία μεταξύ παλαιών αντιπάλων στα Χανιά

του   ΦΡΕΝΤΥ  ΓΕΡΜΑΝΟΥ

Αυτές τις ήμερες η Κρήτη αναπνέει φωτιά  και  σίδερο.
Σαν σήμερα, πριν 20 χρόνια, όλα είχαν τελειώσει. Οι Γερμανοί είχαν κερδίσει την μάχη της Κρήτης, αφού πλήρωσαν το ακριβότερο αντίτιμο που τους είχε ζητηθεί ως τότε στον πόλεμο. Τα Χανιά, το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο ήταν σωροί από ερείπια. Αλλά μέσα από τα ερείπια η καρδιά της Κρήτης χτυπούσε πάντα.
Είκοσι χρόνια πέρασαν από τότε. Άλλα κάθε χρόνο  αυτή την εποχή το έπος ξαναζεί  καθώς ο ήλιος πυρπολεί με τις ακτίνες του τα περιβόλια της Κρήτης με τις πορτοκαλιές και τα αμπέλια. Έτσι έλαμπε και τότε ο ήλιος. Έτσι μύριζαν και τότε οι πορτοκαλιές, Έτσι γελούσε  η φύση.   Και   ξαφνικά άρχισε το κακό.
Και η γη άρχισε να καταπίνει αίμα —να καταπίνει, να καταπίνει...
Πόσο αίμα; Κανείς δεν ξέρει πόσο ακριβώς. Ένας Γερμανός ανταποκριτής έγραφε μετά τον πόλεμο: «Για πρώτη φορά στην Κρήτη χύθηκε τόσο πολύ αίμα σε τόσο  μικρό   χρονικό   διάστημα»,
Τα χρόνια πέρασαν. Το μεθύσι του αίματος έσβησε. Οι χθεσινοί αντίπαλοι, όσοι έζησαν» γέρασαν, κουράστηκαν, άσπρισαν.
Έτσι, πριν λίγες ήμερες στα Χανιά συναντήθηκαν επτά απόμαχοι του Έπους: Τρείς Νεοζηλανδοί, ένας Γερμανός και τρεις Κρητικοί. Κάθισαν γύρω από ένα τραπέζι και μίλησαν για τις δέκα ήμερες της μάχης της Κρήτης όπως θα μιλούσαν για τις φοιτητικές τους αναμνήσεις.
Είχαν πολεμήσει στην περιοχή του Μάλεμε. Ο Γερμανός ήταν ο υπολοχαγός των Αλεξιπτωτιστών Φράντς Πητερ Βαΐξλερ, οι Νεοζηλανδοί: ο ταγματάρχης ΜάκΓκρεγκορ και οι υπαξιωματικοί Τζέφκρουτ καί Νάθαν. Και Κρητικοί, οι αδελφοί Πάτεροι (από τους πρωταγωνιστές της Αντιστάσεως) και ο Μαν. Μανουσάκης που εξετέλεσε και χρέη διερμηνέα.
Ο Γερμανός άνοιξε την συζήτηση.


ΒΑΙΞΛΕΡ: Ήμουν μέ το πρώτο κύμα των 'Αλεξιπτωτιστών. Καθόμουν τελευταίος   στην ουρά ενός ανεμοπτέρου. Στα Δραπτάνια κάναμε την πρώτη ρίψη. Έπεσαν 70 άνδρες με επικεφαλής το φίλο μου υπολοχαγό   Μπύρμπε, ένα πελώριο κατάξανθο Γερμανό. Σκοτώθηκαν και οι   εβδομήντα.
ΤΖΕΦΚΟΥΤ :  Ένα από τα αγαπημένα μας σπορ στη Νέα Ζηλανδία είναι να κτυπούμε τα περιστέρια στο φτερό. Όλοι ήμασταν πολύ εξασκημένοι στη σκοποβολή και οι αλεξιπτωτιστές ήταν εξαιρετικά εύκολοι   στόχοι.
ΒΑΙΞΛΕΡ: Βρέθηκα σε μια κόλαση φωτιάς πού θύμιζε Βερντέν. 0ι εννέα άνδρες που ήταν στο ανεμόπτερο μου σκοτώθηκαν. Μόνο εγώ γλύτωσα, Δεν το κούνησα όμως από   το ανεμόπτερο ώσπου νύχτωσε. Εκεί κοντά μου πήδηξε και ο αρχηγός των Αλεξιπτωτιστών υποσμήναρχος Μαίντλ πού τραυματίστηκε στη κοιλιά. Τον αντικατέστησε ο λοχαγός Γκαΐργκε που είναι σήμερα αρχηγός των Αλεξιπτωτιστών  της  Δυτικής  Γερμανίας.
Στο Μάλεμε πήδησε μαζί μου και ο επιτελάρχης της Μεραρχίας κόμης Φον Ίξκυλ. Θυμάμαι ότι πήδηξε με το μονόκλ του. Το περίεργο είναι ότι  όταν έφτασε στη γη το μονόκλ δεν είχε φύγει από την θέση τον.
ΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ: Ο Ίξκυλ, είχε διαμαρτυρηθεί για τις εκτελέσεις στην   Κρήτη.  Τί   απέγινε;
ΒΑΙΞΛΕΡ: Τον κρέμασε ο Χίτλερ για την απόπειρα της εικοστής Ιουλίου 1944. Ο συνταγματάρχης Σταούφενμπεργκ που τοποθέτησε την   βόμβα   ήταν   ανιψιός   του.
ΜΑΚ ΓΚΡΕΓΚΟΡ: Ήμουν στο Μάλεμε όταν άρχισαν να πέφτουν ο αλεξιπτωτιστές. Όπως κατέβαιναν από   πάνω   μας   ήταν   ιδεώδης   στόχος
ΒΑΙΞΛΕΡ: Είχαμε τρομερές απώλειες. Από 14 ανεμόπτερα με 170 άνδρες και πέντε αξιωματικούς που ρίξαμε εκεί πού είναι σήμερα το Πουλί (Σ.Σ.: Πρόκειται για το μνημείο των Γερμανών αλεξιπτωτιστών στο Γαλατά) γλύτωσε μόνο ένας Αξιωματικός και τέσσαρες άνδρες. Τρία ανεμόπτερα έπεσαν στη  θάλασσα.
ΤΖΕΦΚΟΟΥΤ: Εγώ ήμουν στην πυροβολαρχία εκείνη και  θυμάμαι  τα τρία ανεμόπτερα που έπεσαν στη θάλασσα. Θυμάμαι ότι σ' ένα άλλο ανεμόπτερο ο πιλότος ήταν 16 ετών.
ΒΑΙΞΛΕΡ: Από τους 1.700 που έπεσαν με το πρώτο κύμα σκοτώθηκαν περίπου 700 και άλλοι τραυματίσθηκαν, Με το δεύτερο κύμα μάς έρριψαν υγειονομικό υλικό πού έπε σε όλο στα χέρια σας,
ΜΑΚ ΓΚΡΕΓΚΟΡ: Ναι θυμάμαι καλά, πως δεχτήκαμε τα κιβώτια με τους   επιδέσμους   και   τα  φάρμακα.
ΒΑΙΞΛΕΡ: Σ' ένα χωράφι δυτικά του Ταυρωνίτη ήταν ξαπλωμένοι πεντακόσιοι τραυματίες με μόνο δυο  γιατρούς και δυο νοσοκόμους. Ήταν μία σκηνή της κολάσεως: οι τραυματίες βογκούσαν συνεχώς και ο γιατρός έπρεπε να κάνει ακρωτηριασμούς χωρίς αναισθητικό. Όταν επρόκειτο να γίνει επέμβαση χτυπούσαν τον τραυματία στο πίσω μέρος του κεφαλιού με ένα ρόπαλο για να χάση τις αισθήσεις  του και  να του πριονίσουν το χέρι ή το πόδι. Όταν νύχτωσε συγκεντρωθήκαμε στη γέφυρα του Ταυρωνίτη. Είμασταν 57 ζωντανοί, ξεθεωμένοι όλοι από την κούραση και πολύ φοβισμένοι. Περιμέναμε να έλθετε να μάς μαζέψετε  από ώρα σε ώρα. Γιατί δεν ήρθατε  βρέ  παιδιά;
ΝΑΘΑΝ: Είχαμε τέσσερα τάγματα διαθέσιμα για να κάνουν αυτή τη δουλειά. Άλλα ή διαταγή της αντεπιθέσεως   δεν  ήρθε ποτέ.


 Η συνομιλία αύτη πού την διέσωσε ο κ. Μαν. Μανουσάκης, περιέχει πολλά ενδιαφέροντα σημεία άλλα ίσως αυτό το τελευταίο είναι το σημαντικότερο: το ίδιο βράδυ της επιθέσεως, είχαν μείνει γύρω από το Μάλεμε μονό 57 Γερμανοί αλεξιπτωτιστές. Η εισβολή είχε αποτύχει. Το πρώτο κύμα εφόδου των αλεξιπτωτιστών είχε αποδεκατιστεί. Ίσως ποτέ άλλοτε από την έναρξη του πολέμου οι Άγγλοι δεν βρέθηκαν    τόσο    κοντά   στη    νίκη.    Αν   ο Νεοζηλανδός στρατηγός Φραΐμπεργκ διέταζε αντεπίθεση, τα ξεκούραστα τμήματα του θα έριχναν τους εξουθενωμένους Γερμανούς στη θάλασσα. Το αεροδρόμιο θα ελευθερωνόταν και θα ήταν πολύ δύσκολο για τους Γερμανούς να το κατακτήσουν ξανά αφού η μεραρχία των Αλεξιπτωτιστών που έριξαν στην Κρήτη ήταν η μοναδική πού διέθεταν. Χωρίς αεροδρόμιο και χωρίς αλεξιπτωτιστές δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν την εισβολή από αέρος. Θα έπρεπε να επιχειρήσουν εισβολή από θαλάσσης. 'Αλλά εκεί αγρυπνούσαν τα (αγγλικά πολεμικά πού θα  την συνέτριβαν (πράγμα πού έγινε ως   ένα σημείο στις 22 Μαΐου).
Αυτά βέβαια είναι υποθέσεις και συμπεράσματα «μετά είκοσι έτη». Αλλά όσοι έζησαν τις πίκρες εκείνες ήμερες της μάχης και αισθάνθηκαν την νίκη να γλιστρά μέσα από  τα χέρια τους δεν έπαψαν ποτέ να   αναρωτιούνται:   Γιατί   οι   Άγγλοι   δeν   έκαναν αντεπίθεση στις 20  Μαΐου το  βράδυ;  Τι  ήταν αυτό που κράτησε τον Φραΐμπεργκ και τον έσπρωξε προς τα πίσω την στιγμή πού έπρεπε να τραβήξει το πιστόλι του και να διάταξη : «Εμπρός»; Η Ιστορία δεν μπόρεσε ακόμη να απάντηση. Ίσως η ψυχανάλυση   να  είναι   αρμοδιότερη.,.
Αλλά οι συνομιλητές των Χανίων δεν προχώρησαν στα ιστορικά ερωτήματα της εποχής. Ούτε είχαν άλλωστε συγκεντρωθεί με το σκοπό αυτό. Ήταν απλοί άνθρωποι, κουρασμένοι από τον πόλεμο και την αγριότητα του πού ήλθαν να ανταλλάζουν τις αναμνήσεις τους και να βρουν στην ήρεμη εκείνη συνομιλία κάποια  παρηγοριά.
Ήθελαν λίγη γαλήνη - και την ζήτησαν   στο   ίδιο   μέρος   όπου   τον
είχαν χάσει, πριν 20   χρόνια.
Την επομένη μέρα ο υπολοχαγός Βαίξλερ κατέθεσε ένα στεφάνι από λουλούδια και φύλλα δάφνης στο αιματοβαμμένο ύψωμα 107. 'Από το στεφάνι   κρέμονταν  δυο  ταινίες. Η μία έγραφε: «Στους γενναίους μας αντιπάλους Έλληνες και Άγγλους» και η άλλη : «Στους πιστούς μας συντρόφους χαιρετισμούς από   την   πατρίδα».

ΦΡ.   ΓΕΡΜΑΝΟΣ
«ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»/Κυριακή 4 Ιουνίου 1961

Σάββατο 2 Μαΐου 2020

Η γλώσσα στο γυαλί



Η γλώσσα στο γυαλί

Πληθαίνουν τα παράπονα των τηλεθεατών για τις ελληνικούρες αλλά και τις ακατάσχετες αγγλικούρες πολλών εκπομπών.

Μια χαρούμενη παρέα, σε μια ραδιοφωνική εκπομπή, συζητά για τη συναυλία του Ρότζερ Γουότερδ των Ρink Floyd στην Αθήνα το 2011. Μια κοπέλα, που προφανώς διαβάζει από κάποια ιστοσελίδα, παραθέτει τα ποσοτικά στοιχεία του σόου: τόσα μέτρα η ψηφιακή οθόνη (η διάμετρος, το μήκος της), τόσοι τόνοι τα σκηνικά, τόσες νταλίκες χρειάζονται για τη μεταφορά τους, τόσοι άνθρωποι για το στήσιμο και το ξεστήσιμό τους, τόσοι βοηθοί και... 20.000 μίλια καλώδια. Εδώ η παρουσιάστρια τα βρήκε σκούρα. «Μίλια, δηλαδή πόσα χιλιόμετρα; Χα χα, δεν ξέρω, όμως ξέρω ότι Αθήνα - Θεσσαλονίκη είναι 504 χιλιόμετρα, αχ, όμορφη Θεσσαλονίκη...»
ΤΥΠΙΚΑ, κανείς δημοσιογράφος δεν είναι υποχρεωμένος να ξέρει πώς μετατρέπονται τα μίλια σε χιλιόμετρα, είναι όμως υποχρεωμένος, προτού παρουσιάσει ένα θέμα, να προετοιμάζεται λιγάκι, να μη στηρίζεται αποκλειστικά στο προφορικό copy-paste. Αυτό που με εντυπωσίασε δεν ήταν η άγνοια, αλλά η ανεμελιά. Και τι έγινε, βρε παιδί μου; Όποιος ακροατής θέλει να μάθει πόσα χιλιόμετρα καλώδια χρησιμοποιήθηκαν στη συναυλία ας ψάξει στο Διαδίκτυο.
Αρκετοί αναγνώστες της «Κ» διαμαρτύρονται για την «ευτέλεια» του λόγου που ακούγεται στα πρωινάδικα και σε διάφορες εκπομπές ελαφράς ψυχαγωγίας. Αγανακτούν για τις ελληντκούρες, αλλά και για τις ακατάσχετες αγγλικούρες. Μα η γλώσσα δεν είναι άσχετη με το περιεχόμενο και, όταν το περιεχόμενο είναι ασήμαντο, τετριμμένο και ηλίθιο, είναι φυσικό η γλώσσα να του μοιάζει. Και ο Όμηρος να ζωντάνευε και να του ζητούσαμε να σχολιάσει ποιητικά, π.χ., το γιατί χώρισαν η Έλενα Παπαρίζου και ο καλός της, τα χέρια ψηλά θα σήκωνε ο άνθρωπος.
Τα μεμονωμένα λάθη, στον προφορικό αλλά και στον γραπτό λόγο, είναι ανθρώπινα και αναπόφευκτα, όμως το θέμα δεν είναι μόνο τα λάθη, αλλά και η φτώχεια, η ακυριολεξία, η μονοτονία και ο στόμφος του τηλεοπτικού (και όχι μόνο) λόγου. Π.χ., «έρχονται οι πολυπόθητες και περιβόητες διακοπές» ή «έγινε μεγάλη αναφορά και ασκήθηκε μεγάλη κριτική», «έρχονται μάνατζερς στα πανεπιστήμια», «γκέιμς και φόρουμς». (Και το λίγο παλιό, αλλά αλησμόνητο: «Όλο το τζετ σετ έφτασε στο νησί με τζετς».)
Άλλοι πάλι καταφεύγουν σε γλωσσικές περικοκλάδες ώστε να μας πείσουν για το βάθος των στοχασμών τους: «αν υπάρχει κάτι που έχει την αίσθηση του προβοκατόρικου, θα αποδειχτεί», λέει ένα στέλεχος της αστυνομίας, αναφερόμενος στο πολυσυζητημένο βίντεο που δείχνει τη φιλική συνύπαρξη μαγκουροφόρων και αντρών των ΜΑΤ την ημέρα ψήφισης του Μεσοπρόθεσμου στη Βουλή το 2011. «Θα είμαι πολύ κάθετος με όποιον καθυστερεί και τα "μασάει"» (υπουργός για τα νωθρά στελέχη του δημόσιου τομέα που δεν, εφαρμόζουν με προθυμία το Μεσοπρόθεσμο). «Δεν νομίζετε ότι αυτή η μορφή διαμαρτυρίας (δηλαδή οι διακοπές ρεύματος) σας κάνει να χάνετε όποιο δίκιο ή άδικο έχετε;» (Ερώτηση δημοσιογράφου προς συνδικαλιστή της ΔΕΗ.) Μα, αν έχουν άδικο, γιατί να μην το χάσουν;
Πολλές είναι οι αιτίες γι' αυτό το γλωσσικό ξεχαρβάλωμα, όμως άλλο το να «γράφει» κανείς στο γυαλί και άλλο το να ξέρει ή μάλλον διαρκώς να μαθαίνει γραφή και ανάγνωση. Εδώ και χρόνια, η λογοτεχνία, η ποίηση, το θέατρο -οι πραγματικοί δάσκαλοι της γλώσσας- είναι φτωχοί συγγενείς στον κόσμο του τηλεοπτικού (και του διαδικτυακού) θεάματος, έχουν μετατραπεί σε είδος πολυτελείας, που υποτίθεται ότι αφορά μόνο τους λίγους, τους σχολαστικούς, τους «ξινούς», ενώ οι πολλοί συνηθίζουν στην ιδέα ότι το ημίφως είναι προτιμότερο από το σκοτάδι.

Από άρθρο της Μαριάννα Τζιαντζή στις 17/7/2011 στο ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ της Κυριακής