Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Πατρίδα 2011


Όσοι μπορέσανε, όσοι προλάβανε,
δίχως περίσκεψη, δίχως ντροπή
πλούτο της χώρας αδίστακτα αρπάξανε.
Άραγε έχουν πατρίδα αυτοί;

Είτε νομότυπα, είτε παράνομα
μάζεψαν χρήματα για τρεις γενιές.
Πώς να αισθάνονται βλέποντας γύρω τους
πείνα κι ανέχεια στις γειτονιές;

Όσοι τα έβλεπαν, όσοι τα ήξεραν,
κι ήταν πολλοί και σε θέσεις βαριές,
λόγια ωραία για χρόνια μάς έλεγαν
κι έμεναν άβουλοι σαν θεατές.

Έφτασε τώρα η έρημη χώρα μας,
ξένες ποδιές να φιλά δουλικά
και τα παιδιά της να βλέπουν αδιάφορα
ή να τη βρίζουν με λόγια πικρά.

Κι από κοντά τιμητές αναρίθμητοι
δείχνουν τους άλλους ως φταίχτες κακούς,
για τα δικά τους τα κρίματα αμίλητοι
και τα μυαλά τους σε άλλους καιρούς.

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

Εξουσία 2 - "ηγέτης"


Είμαι ο ένας, ο μόνος, ο πρώτος,
είμαι σπουδαίος, μεγάλος, σοφός,
είμαι του γένους, του έθνους σωτήρας,
είμαι του κράτους το άσβεστο φως.

Είμαι της χώρας μεγάλος προστάτης,
είμαι εχθρός των εχθρών τής φυλής,
είμαι ο άγγελος ο πρωτοστάτης,
είμαι ακάματος πολεμιστής.

Όσοι φωνάζουν και θέλουν να φύγω
είναι εχθροί της πατρίδος δεινοί,
μόνο εγώ τα προβλήματα λύνω,
μόνο εγώ έχω γνώση σωστή.

Δίχως εμένα θα έρθει το χάος,
πρέπει να μείνω για χρόνια πολλά
κι όταν εγώ θα ’χω λείψει για πάντα,
θα ’χω αφήσει δικά μου παιδιά.

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Μισθός 3


Ως υπάλληλος γραφείου είμαι μισθωτός,
έφτασα εξηνταδύο, χρόνος αρκετός,
σίγουρος για τη δουλειά μου, σίγουρος μισθός.
Το συμμαθητή μου βλέπω που ’γινε βοσκός,
δίχως να ’χει το μισθό του έζησε κι αυτός.

Έφαγε βροχές και χιόνια, μες στις ερημιές,
έμεινε μακριά απ’ τον κόσμο, έχασε γιορτές.
Δίχως να ’χει τμηματάρχες και διευθυντές,
υποθέσεις, αναθέσεις και προαγωγές,
χόρτασε ουράνια τόξα μες στις εξοχές.

Σε πλαγιές και σε αυχένες και σε στενωπούς,
έχυσε πολύν ιδρώτα όλους τους καιρούς.
Με τις χούφτες ήπιε κρύο καθαρό νερό,
χάρηκε το φως του ήλιου πάνω  στο βουνό,
γλίτωσε λεωφορεία, μπλόκα και μετρό.

Κάθε μέρα στην τρεχάλα, κόπος διαρκής.
Νύχτες κάτω από τ’ άστρα, ύπνος ελαφρύς,
το πρωί αγώνας νέος δύσκολης ζωής,
κάπου-κάπου η φλογέρα με γλυκούς σκοπούς
έφερνε ισορροπία στους συλλογισμούς.

Έξω από τις πολιτείες έχασε μικρά.
Έξω από τις πολιτείες κέρδισε πολλά.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Ισχνές Αγελάδες (2011 - ;)


Η καλοπέρασή μας ήταν ως εδώ,
υβριστικές καταναλώσεις και σπατάλες,
στον εύκολο κατήφορο ως το γκρεμό,
με δανεικά οι απερίσκεπτες δαπάνες.

Τώρα που φτάσαμε επί ξυρού ακμής,
ν’ αφήσουμε τους κοπετούς και τις κατάρες,
να ξαναμπούμε στον τορό τής λογικής,
κι ας αγνοήσουμε επιτέλους τις φανφάρες,

Μη καρτερούμε από μηχανής θεό,
μόνοι μας πια μπροστά στην κόπρο τού Αυγείου,
να θυμηθούμε τον καλό μας εαυτό
και να μαζέψουμε τις ώρες καφενείου.

Και τα συνθήματα να πέσουν στο κενό,
παλιοί μας ενθουσιασμοί να ξεθωριάσουν,
και οποιονδήποτε φιλόδοξο φελλό
με περιφρόνηση οι ψήφοι να τον θάψουν.

Σ' αυτούς που έχουν το μυαλό στην αρπαγή,
μην επιτρέψουμε ξανά μπροστά να βγούνε,
να σταματήσουμε να δείχνουμε ανοχή,
καιρός σε κλέφτες θεσμικούς ν’ αντισταθούμε.

Κι αυτοί που χρόνια είναι μόνο τιμητές
και κήρυκες διαπρύσιοι τυφλών αγώνων,
ωσότου βρούνε δυο προτάσεις λογικές,
στο περιθώριο να μείνουνε των χρόνων.

Το άδικο να βάλουμε στην άκρη πια
και για το δίκαιο ξανά ν’ αγωνιστούμε,
να θυμηθούμε την παλιά μας ανθρωπιά
και την πατρίδα μας να μην την αγνοούμε.

Στη φτώχεια που ξανάρχεται ορμητικά,
χωρίς συμφέρον ενωμένοι να σταθούμε,
να βρούμε πάλι τη δική μας λεβεντιά,  
μ’ ελληνικό φιλότιμο να πορευτούμε.

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Ανυποχώρητα


Όσο κι αν είναι βαθιά η πληγή,
όσο κι αν είναι ο πόνος οξύς,
μη φοβηθείς, μη σκεφτείς τη φυγή,
όρθιος πάλι μπορείς να σταθείς.

Όσα συντρίμμια κι αν βλέπεις μπροστά,
και τελειωμένη να μοιάζει η ζωή,
όλα μπορούν να χτιστούνε ξανά,
πάντα υπάρχει μια νέα αρχή.

Άπειρη δύναμη ο κάθε νους·
βρίσκει τον τρόπο ν’ αλλάζει φορά,
απαξιώνει κακούς οιωνούς,
φέρνει στο ίσο της τη ζυγαριά.

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Άνθρωποι 2


Βλέπεις τον κόσμο ανάγωγο, κακότροπο, αμόρφωτο,
κακόψυχο, χαιρέκακο, ζηλόφθονο,
μα μη του κάνεις το χατίρι,
να πας και να κλειστείς σε μοναστήρι.

Μαζί του θα δουλέψεις, θα περάσεις,
μαζί του θα χορέψεις, θα γελάσεις.
ΚΑΤΑΜΟΝΟΣ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ.
Θα ζήσεις.
Και μαζί του θα γεράσεις.

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

Δεκέμβρης


Κρύο βαρύ και σκοτεινιά,
λιακάδες λίγες,
τα φυλλοβόλα πια γυμνά,
χιόνι πολύ γι’ αποκλεισμούς,
μέρες μικρές, νύχτες μακριές
για άφθονους συλλογισμούς…

Όμως και χιόνι ζωγραφιά,
τ’ ακρόκλαδα στολίδια,
μέσα στην ψύχρα η ομορφιά.
Κι απ’ τις εικοσιδυό, αργό,
μα σταθερό, το πλάτεμα στη μέρα,
στάση του Ήλιου, νέα αρχή,
ελπίδα στην ουράνια σφαίρα.

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

Έπαινος


Του επαίνου το βάρος μεγάλο,
τη συνέχεια ψάχνεις να βρεις,
την παγίδα που στήνεται μπρος σου
πρέπει έγκαιρα μόνος να δεις.

Πριν τον έπαινο έχεις το λόγο
όσο θέλεις οξύ και ευθύ,
ανεπαίσθητα τώρα προτείνεις
χαλινάρι στον έσω κριτή.

Αρεστός επιδιώκεις να είσαι
σε αυτούς που εσένα υμνούν,
περισσότεροι τώρα σε θέλουν,
κάποια ψέματα δεν ενοχλούν.

Προσοχή στου επαίνου το βρόχο
είτε σκόπιμος είτε αγνός,
της αλήθειας μη σβήσεις το φάρο,
στις αρχές σου να μείνεις πιστός.

Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

Ελευθερία 2


Έντεκα χρόνια περάσαν στα ίδια,
σ’ ένα γραφείο μονίμως σκυφτός,
έντεκα χρόνια στην ίδια παγίδα,
μόνος μου μπήκα λες κι ήμουν τυφλός.

Έντεκα χρόνια αράδες και στήλες,
έντυπα άψυχα και πληκτικά,
ώρες να χάνομαι μες στις σελίδες,
ν’ ανοιγοκλείνω βιβλία χοντρά.

Σήμερα έκοψα την αλυσίδα,
βγαίνω και πάλι στο άπλετο φως,
είχα σκοτώσει την κάθε ελπίδα,
μες στο κελί που λεγόταν μισθός.

Άφησα πίσω τη σίγουρη θέση,
κι ας με κοιτάζουν σαν να ’μαι τρελός,
έχω ελεύθερη τώρα τη σκέψη,
όλος ο κόσμος για μένα ανοιχτός.

Χίλιες φορές ο ελεύθερος λύκος
κι ας είναι έρμαιο μες στον καιρό,
κι όχι ο σίγουρος ήμερος σκύλος,
να ’χει φαΐ, μα λουρί στο λαιμό.

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

Μαζί


Σήμερα γίνανε δύο τα χρόνια
κι είμαστε όλες τις μέρες μαζί,
έλιωσαν πια της ζωής μου τα χιόνια,
χίλια μου βάσανα έχουν σβηστεί.

Κάθε πρωί που σε βλέπω κοντά μου,
μοιάζεις με ήλιο γλυκό πρωινό,
όλα τα όμορφα είναι δικά μου,
τ’ αύριο σίγουρο και φωτεινό.

Πρώτη φροντίδα μου έχω εσένα,
μη σε αγγίξει ποτέ το κακό,
άνθρωπο άλλο δεν έχω κανένα,
τόσο, μα τόσο πολύ ν’ αγαπώ.

Πάντα μαζί μες στου χρόνου τη δίνη,
θα πορευόμαστε μες στη ζωή,
ό,τι κι αν έρθει, ό,τι κι αν γίνει,
θα ’μαστε δύο με μία ψυχή.

Αρκετά


Δυο χρόνια μαζί σου περάσαν,
δυο χρόνια με λύπες σωρό,
και σήμερα πια περισσέψαν,
πιο πέρ’ από ’δω δε μπορώ.

Οργή και θυμοί δίχως τέλος,
εξάψεις, εξάρσεις, φωνές,
και μόνο τις νύχτες οι ώρες
να φέρνουν καλές σου στιγμές.

Μα όση κι αν είναι η γλύκα,
στο εύχυμο, λάγνο κορμί,
της γλώσσας ασήκωτη η πίκρα,
στην κόλαση πάει την ψυχή.

Εδώ πια τα πάντα τελειώσαν,
ανοίγω ξανά τα πανιά,
κι ας λείψει η δική σου αγκάλη,
καρδιά πια θα ψάξω γλυκιά.

Νοέμβρης


Μέσα τού Νοέμβρη, είμαι μοναχός,
πέντε μέρες βρέχει, κρύος ο καιρός,
όλα τυλιγμένα μες στην καταχνιά,
όλα βυθισμένα μες στη σκοτεινιά.

Σήμερα στο σπίτι. Είναι Κυριακή,
συννεφιά και πάλι από το πρωί,
άκεφες οι ώρες μες στη μοναξιά,
άχαρες οι σκέψεις, σ’ όλα παγωνιά.

Πέρσι το Νοέμβρη ήμασταν μαζί,
τώρα συντροφιά μου παγερή βροχή,
μέχρι τον Απρίλη όλα μια χαρά,
όπως δύο χρόνια όλα σταθερά,

Όμως κάποια μέρα, έτσι ξαφνικά,
δίχως εξηγήσεις, με θολή ματιά,
είπες θες να φύγεις κάπου μακριά,
μέσα σε μια ώρα έγινες σκιά.

Πάνε μήνες τώρα κι όλο καρτερώ,
κάτι από σένα μέσα στον καιρό,
ένα μήνυμά σου αν περνάς καλά,
αν μες στην καρδιά σου έχεις ξαστεριά.

Μες στα όνειρά μου μέρα νύχτα ζεις,
κι όλο περιμένω πως θα ξαναρθείς,
ούτε θα ρωτήσω πώς και το γιατί,
μόνο να γυρίσεις να ’μαστε μαζί. 

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Αντίδραση στην κατάθλιψη


Σήμερα, χθες και προχθές, όλα ίδια,
τ’ αύριο έρχονται ίδια κι αυτά,
σαν την ομίχλη απλώνει η κατήφεια,
σ’ όλα η πλήξη με όχι απαντά.

Όχι σ’ εκείνα που πάντα ποθούσα,
όχι σε έργα ψυχής φωτεινά,
όχι σ’ αυτά που πολύ εκτιμούσα,
όχι και όχι, ξανά και ξανά.

Μέσα σ’ αυτό το ατέλειωτο τέλμα,
μέσα σε λάσπης νερό σκοτεινό,
όλο το πριν μου φαντάζει σαν ψέμα,
κι ας ήταν σίγουρα αληθινό.

Είναι αυτή η αλήθεια μου τώρα,
μόνη ελπίδα να βγω στην αρχή,
πρέπει ν’ αδράξω ετούτη την ώρα,
το χαλινάρι που έχει λυθεί.

Πάλι να βρω τον παλιό εαυτό μου,
τ’ άλογο που ’χε σωστό καλπασμό,
πρέπει να βγω στον καλό ουρανό μου,
δε θ’ αφεθώ στον πικρό μαρασμό.

Πρέπει τ’ ανύπαρκτο δίχτυ να σκίσω,
μέσα μου πάλι θ’ ανάψω φωτιά,
ούτε κι αυτή τη φορά θα λυγίσω,
θα ξεθολώσει και πάλι η ματιά.

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Λάθος


Οι κουβέντες που φώναξα χθες το πρωί,
τσουχτερές, οργισμένες, με δίκιο πολύ,
σαν μαστίγιο πέσαν σε πλάτη γυμνή.

Η αλήθεια τους μαύρη, πολύς ο θυμός,
σωρευμένος στο χρόνο, φθαρμένος καρπός,
στις βαλβίδες τού νου πιεσμένος ατμός.

Σαν το κύμα που σπάει και φτάνει ψηλά,
ό,τι βρίσκει μπροστά του το δέρνει σκληρά,
οι κουβέντες σαρώσαν το δέκτη πικρά.

Μα ο δέκτης δεν ήταν τσιμέντο σκληρό,
ούτε βράχος π’ αντέχει σε κάθε καιρό,
ήταν άνθρωπος όρθιος, όπως κι εγώ.

Τη στιγμή που ο λόγος, μολύβι καυτό,
βρήκε στόχο ευάλωτο μες στο μυαλό,
στου ανθρώπου τη σκέψη ξεπήδησε φως,
και το άδικο είδε επιτέλους κι αυτός,
ενοχή και ντροπή γίναν πια κεραυνός,
μα η πληγή απ’ το λόγο βαθύς σπαραγμός.

Των ματιών του ποτάμι, πλημμύρα βουβή,
ξεπετάχτηκε κι ήρθε σε μένα καυτή,
και μου έδειξε δίχως κουβέντα να πει,
πόσο λάθος ν’ αφήνεις να βγαίνει η οργή,
κι ας το δίκιο σου είναι μεγάλο πολύ.

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

Πτυχία 2011


Πτυχία στους τοίχους κρεμασμένα,
με χρόνια και χρήμα αποκτημένα,
σε ποικίλες υπηρεσίες κατατεθειμένα,
στον τοπικό τύπο κοινοποιημένα,
με συγχαρητήρια και επαίνους φορτωμένα.

Και τώρα στα τριαντατρία
βρήκα επιτέλους εργασία,
δεκάωρη χωρίς υπερωρία,
σε τέσσερα λογιστικά γραφεία.

Για των σταχτοδοχείων το άδειασμα,
των καθισμάτων το καθάρισμα,
των παραθύρων το γυάλισμα,
των πατωμάτων το σφουγγάρισμα.

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Μοίρα


– Στο μάτι μ’ έβαλε ο θεός κι η μαύρη μου η μοίρα,
σε μένα όλα τα στραβά και οι αναποδιές,
βαρύ το πεπρωμένο μου, έχω χορτάσει πίκρα,
δε βλέπω πια ν’ ανθίζουνε για μένα μυγδαλιές.

– Καιρός ν’ αφήσεις πια θεούς, μοίρες και πεπρωμένα,
γελοία εφευρήματα ανθρώπων πονηρών,
μες στους αιώνες χάλκευσαν δεσμά μελετημένα,
ερείσματα των ισχυρών, τροφή των αφελών.

Σαν τον καιρό είν’ η ζωή για όλους και για όλα,
πότε ωραία ξαστεριά και πότε συννεφιά,
μέσα στο χρόνο μοιάζουμε με δέντρα φυλλοβόλα,
άλλοτε μ’ άνθη και καρπούς και άλλοτε γυμνά.

Οι πλούσιοι κι οι βασιλείς και άλλοι βολεμένοι,
φαντάζουνε στα μάτια μας μονίμως ευτυχείς,
κανείς όμως την τύχη του δεν έχει δεδομένη,
και μια στιγμή μονάχα αρκεί να γίνουν δυστυχείς.

Ποτέ δεν είναι η ζωή όπως τη θέλεις ίσια,
ανήφοροι, κατήφοροι μπροστά μας συνεχείς,
μπορεί στραβά κι ανάποδα να συναντούμε χίλια,
μα φτάνουν ένα δυο καλά για να ’μαστε ευτυχείς.

Ουράνιο τόξο 1


Στ’ ακρόβραχο η μια σου άκρη
η άλλη πάνω στο βουνό,
αρχαίο τού Διός σημείο,
είσαι γεφύρι μαγικό.

Πάνω στα βράχια ζωγραφίζεις,
ανάβεις πεύκων κορυφές,
στον άχρωμο αέρα δίνεις
του σέλαος μαρμαρυγές.

Το φως τού ήλιου αναλύεις
σε κόκκινο, πορτοκαλί,
κίτρινο, πράσινο, γαλάζιο,
βαθύ γαλάζιο και μαβί.

Όλα τα χρώματα της φύσης,
λουλούδια και πουλιά τής γης,
πάνω σου τα ’χεις μαζεμένα,
την όρασή μας πυρπολείς.

Μέσ’ από της βροχής τη θλίψη
όμορφη βγαίνεις ζωγραφιά,
τις σκέψεις μάς παραμερίζεις
και μας ανοίγεις την καρδιά.

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Δούναι-λαβείν


Αν αγαπάς, αν σέβεσαι, αν το συμφέρον σου δε σκέφτεσαι,
μην έχεις την απαίτηση να σου ανταποδώσουν.
Αυτός που δίνει χαίρεται,
αυτοί που παίρνουν χάνουν,
αν όλα τα κρατήσουνε και τίποτα δεν κάνουν.

Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2011

Πατρίδα 28-10-2011


Από τη μια οι κυβερνήτες,
πολύλογοι, ανίκανοι, περιδεείς,
μπρος στο ερείπιο της πατρίδας.

Από την άλλη οι άλλοι,
με τα γιαούρτια και τα ρόπαλα,
μπρος στο ερείπιο της πατρίδας.

Κι η πατρίδα φωνάζει σφαδάζοντας:
Αρχίστε επιτέλους να χτίζετε.
Αρχίστε επιτέλους.

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

Απ' το Άλφα στο Ωμέγα δυο φορές, μόνο για σένα


Άνοιξή μου λατρεμένη, ροδοκύμαντη Αυγή,
Βάλσαμο σε κάθε πόνο, Βάμμα στη βαθιά πληγή.
Γαληνεύω σαν σε βλέπω Γελαστό μου πρωινό,
Διάφανη ακρολιμνιά μου, πορφυρένιο Δειλινό.

Εξοχή ηλιολουσμένη, της Ελπίδας μου μιλιά,
Ζείδωρό μου αεράκι και Ζεστή μου αγκαλιά.
Ηρεμίας μου λιμάνι, Ημερεύεις την ψυχή,
Θαλπωρή μες στη ματιά σου, Θαύμα κάθε χαραυγή.

Ιστορία τής χαράς μου, Ιαματική πηγή, 
Καλλονή αγαλματένια, Κυκλαμιά μοναδική.
Λυγερή κορμοστασιά μου, Λάμπεις μες στην αντηλιά,
Μέλι το χαμόγελό σου, Μαγική μου ζωγραφιά.

Νούφαρό μου ανθισμένο, Ναϊάδα μυστική,
Ξεχωρίζεις μέσα σ’ όλες, ομορφιά μου Ξωτική.
Όρκος μου το όνομά σου, Όνειρό μου φανερό,
Ποίημα το πρόσωπό σου, Περιβόλι ανθηρό.

Ρόδι άλικο γραμμένο, Ρεματιά μου δροσερή,
Σεληνόφωτη θωριά μου, Σεντεφένια μου μορφή.
Τρυφερή μου παρουσία, Τύχη μου χωρίς αλλά,
Ύπερος σε άσπρο κρίνο, Υακίνθου ευωδιά.

Φλόγα άσβεστη σιμά μου, Φέγγος όλου τού καιρού,
Χάραμα τριανταφυλλένιο, Χάρη τού Αυγερινού.
Ψιλοδιάλεχτο τραγούδι, Ψίθυρος μοσχοϊτιάς,
Ωραιόπλαστη σε όλα σαν το κάστρο τής Ωριάς. 

Καινούριος Οδυσσέας


– Άφησε πια την Καλυψώ καινούριε Οδυσσέα,
η Ιθάκη τής υπομονής πιστά σε καρτερεί,
τα χρόνια τελειώνουνε, μη περιμένεις νέα,
η μνήμη κι αν σκεπάζεται μπροστά σου θα ορθωθεί.

– Στης Ωγυγίας το νησί απέραντος ο κόσμος,
ατέλειωτος ο πλούτος της και η ζωή γλυκιά,
μικρή η Ιθάκη και φτωχή και η ζωή παλιά.

– Μικρή η Ιθάκη και φτωχή μα ολάκερη δική σου,
για σένα που την έζησες ήταν ο κόσμος όλος.



Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2011

Στο παραθύρι σου


Περνώ απ’ το στενό δρομί, μπροστά από την αυλή σου,
ολάνθιστος ο κήπος σου, γεμάτος ομορφιές.
Μανταλωμένη η αυλή, παρμένο το κλειδί σου
κι εσύ στο παραθύρι σου πανέμορφος πανσές.
                                                  
Αυτοί που σε φυλάγουνε δε βλέπουνε τα χρόνια
κι ο πρίγκιπας που καρτερούν ίσως ποτέ δε ρθεί,
όταν στο παραμύθι τους θα φτάσουνε τα χιόνια,
στο παραθύρι ο πανσές θα έχει μαραθεί.

Θ’ ανέβω τα μεσάνυχτα το φράχτη τής αυλής σου,
στο παραθύρι θα σταθώ δυο λόγια να μου πεις,
αν θέλεις να λευτερωθείς από τη φυλακή σου,
τη σιδεριά που σε κρατά θα ρίξω καταγής.

Με τ’ άσπρο μου το άλογο θα φύγουμε οι δυο μας
κι ως το πρωί θα φτάσουμε σε τόπο μακρινό,
εκεί μαζί θα χτίσουμε το νέο ριζικό μας,
με κήπο ομορφότερο και σπίτι ανοιχτό.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Φθινόπωρο


Φθινοπώριασε.
Όμορφα χρώματα στα δέντρα·
προσωρινά.
Όμορφα και τα δικά σου τα αισθήματα·
φθινοπωρινά…

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

Σελήνη 2


Όγδοη νύχτα σκοτεινή απόψε
και οι σταγόνες τής βροχής βαριές,
της συννεφιάς ένα κομμάτι κόψε,
και δυο αχτίδες άσε αμυδρές.

Μες στη νοτιά τής μοναξιάς μου μένω,
κι οι ώρες πια μαζεύονται πολλές,
την έλευσή σου εδώ την περιμένω,
ν’ ανθίσουνε ελπίδες χθεσινές.

Στιγμές, που μοιάζουν όλα τελειωμένα
και λέω πως η λήξη είναι εδώ,
έρχεσαι με τα φώτα σου αναμμένα,
με πείθεις να ελπίζω όσο ζω.

Σωτηρία


Ακούω τη βαριά σου ανάσα,
που δε μπορείς να κοιμηθείς.
Δε θα σ’ αφήσω να μου φύγεις,
δε θα σ’ αφήσω να χαθείς.

Όσο μακριά κι αν θα μου πούνε,
θα βρω αυτό το γιατρικό,
φτερά στα πόδια μου θα βάλω,
θα τον νικήσω τον καιρό.

Κι αν η αρρώστια δε νικιέται
και με αυτό το γιατρικό,
όλη τη δύναμη θα βάλω,
κρυμμένη μέσα στο μυαλό.

Όλη η δύναμη σ’ εσένα
με θέρμη θα μεταγγιστεί,
ό,τι κακό, θα σου το κάψει,
θα σε κρατήσει στη ζωή.

Μέσ’ απ’ της σκέψης το μεδούλι,
με εργαλείο το καλό,
θα βγει απόσταγμα λατρείας
και θα σου διώξει το κακό.

Αυτό που χτίσαμε οι δυο μας
μέσα στο διάβα τής ζωής,
πηγή θα γίνει σωτηρίας
και στη ζωή θα ξαναρθείς.

Τότε-Τώρα


Τότε…
Το σκίρτημά σου σαν ερχόμουν,
το δάκρυ σου σαν έφευγα,
και των ματιών σου η φωνή γλυκιά απαντοχή.
Τότε…
Στο γυρισμό μου το μυαλό, σαν έφευγα απ’ το σπίτι,
το είναι μου στα χέρια σου, σαν γύριζα ξανά.

Τώρα…
Σαν έρχομαι, απλώς κοιτάς,
σα φεύγω, ένα αντίο,
τα μάτια σου ατάραχα, μου δείχνουνε σιωπή.
Τώρα…
Κινώ για τη δουλειά και μαχαιριά το τότε,
γυρίζω, κι η λαχτάρα μου, φόβος και ταραχή.

Τι άλλο

                                   (στην Κλειώ)
Πάει πολύς τώρα καιρός
κι είμαστε πάντα οι δυο μας,
ωσάν θεά του με θωρεί
κι ο κόσμος λέει δικός μας.

Το βλέμμα του βαθύγλυκο,
πρωτόγνωρη σαγήνη,
η αγκαλιά του μια φωλιά
απάνεμη γαλήνη.

Τα χείλη του μ’ αναρριγούν 
και με χορταίνει χάδια,
η θέρμη του ασίγαστη·
ξεκάθαρα σημάδια.

Κι εγώ που την καρδούλα μου
εύκολα την ανοίγω,
ακόμα σκέφτομαι η τρελή
να μείνω ή να φύγω.

Οργή


Όταν σεισμού η ορμή ξεχειλίσει
κι έργα αιώνων στη γη συντριβούν,
μήνυμα σ’ όλους μας στέλνει η φύση,
όλα μπορεί στη ζωή να συμβούν.

Όμοια κι ανθρώπου οργή σαν ξεσπάσει,
λόγια πικρά σαν οχιές ξεχυθούν,
σχέση μεγάλη στο τέλος θα φτάσει,
όρκοι ωραίοι γοργά θα χαθούν.

Χρόνια, που δύο σαν ένας βαδίσαν,
μέσα σε λίγο θα γίνουν καπνός,
ό,τι με πίστη και όνειρο χτίσαν,
βάρος θα γίνουν, καημός και λυγμός.

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2011

Εκτίμηση

                                                                            (στην Αμαλία)
Ήρθε μια μέρα, μια στιγμή κι άλλαξε η ματιά σου,
λες κι ήσουν άλλος, μακρινός, άφιλος στη μιλιά σου,
κι είδες κι εκτίμησες αλλιώς τα πράγματα που ζούσες,
αυτά που γνώριζες καλά και πάντα τ’ αγαπούσες.

Τα πταίσματά μου φάνταξαν μεγάλες αδικίες,
τα κρίματά σου τα πολλά, μικρές κακοτυχίες,
τα πετραδάκια μου βουνά, οι βράχοι σου χαλίκια,
εγώ όλα τα άδικα, εσύ όλα τα δίκια.

Χρόνια και χρόνια σβήστηκαν μέσα σε μία μέρα.
Τα πάντα μηδενίστηκαν, σκορπίσαν στον αέρα,
συντρίμμι αγνώριστο τ’ απλό, τ’ ωραίο σπιτικό μας,
και πού να ακουμπήσουμε τον άδικο χαμό μας.

Τα σημάδια


Μην αγνοήσεις τα σημάδια
μην πεις πως ήτανε στιγμές,
σαν τα σκεπάσουνε τα χάδια,
θα καλυφθούνε οι ρωγμές.

Τα λόγια θέλουν διάβασμα και πάλι,
ο τρόπος τους κι ο τόνος τους ηθμό,
και οι ασήμαντες συσπάσεις
ξεκρύβουν τον υπόγειο θυμό.

Μπροστά τα χρόνια περιμένουν
κι οι μέρες ζούνε μια φορά.
Μην αγνοήσεις τα σημάδια,
ισόβια θα γίνουν εισφορά.

Άνθρωποι 1

-Θέλω ευθύς και ήρεμος,
θέλω μονάχα αλήθεια,
θέλω τα πάντα καθαρά,
θέλω να είναι δίκαια.

Δε θέλω να πεινά κανείς,
δε θέλω να πλουτίσω,
δε θέλω ανταγωνισμούς,
δε θέλω να νικήσω.

Μα η ζωή τα θέλει αλλιώς,
οι άνθρωποι δε μένουν,
σπρώχνουν να βρουν το δίκιο τους,
και τ’ άδικο το θέλουν.

Την εξουσία αγαπούν,
τον πλούτο τον λατρεύουν,
να ζουν αυτοί καλύτερα
κι οι άλλοι ας πεθαίνουν.

-Γι’ αυτό παιδί  μου σου μιλώ,
γι’ αυτό σου ξαναλέω,
αυτοί είναι οι άνθρωποι,
μ’ αυτούς και συ θα ζήσεις.

Μέσα τους έχουν το καλό
και το κακό διπλάσιο,
έργα μεγάλα και τρανά
και Παρθενώνες χτίζουν,
κι όταν γυρίσουν στο κακό,
με πείσμα τα γκρεμίζουν.

Να θέλεις πάντα το καλό,
να θέλεις και το δίκιο,
μα πρέπει να φυλάγεσαι,
να μη βρεθείς στον ίσκιο.

Θυμός


Σαν άτι αφηνιασμένο,
σαν κύμα μανιασμένο
ξεσπάει ο θυμός.

Αισθήματα σαρώνει,
σχέσεις ξεθεμελιώνει
ο άγριος θυμός.

Κι όταν κοπάσει η μπόρα
κι ανακοπεί η φόρα
φουντώνει ο καημός.

Ο λόγος έχει φύγει
σαν κοφτερό κοπίδι,
κι ας τέλειωσε ο θυμός.

Όσο κι αν μετανιώσεις,
τι πια να διορθώσεις
σαν έφυγε ο θυμός;

Αδέσποτος


Πέτρα μού πέταξες άφιλε άνθρωπε,
τώρα κουτσαίνω κι ο πόνος πολύς,
ούτε σε πείραξα ούτε σ’ ενόχλησα,
τι φταίω άραγε και με μισείς;

Πότε γεννήθηκα, ποια είν’ η μάνα μου,
πότε με πέταξαν κάπου μακριά,
μήνες περάσανε δεν το γνωρίζω,
τούτη την ώρα πονάω βαριά.

Μες στα σκουπίδια σου ψάχνω φαγώσιμα,
μέρες και νύχτες περνώ νηστικός,
όπου φωλιάζω με διώχνουν αλύπητα,
νιώθω παντάξενος και μοναχός.

Μόνο παιδιά που δε βλέπουν οι μάνες τους,
με πλησιάζουνε και μου μιλούν,
άλλα μου δίνουνε απ’ τις σακούλες τους,
κάποια στη ράχη γλυκά μ’ ακουμπούν.

Μόνο το γαβ έχω μάθει ως σήμερα,
μέσα μου νιώθω πολλά να τους πω,
χίλιες φορές να μιλήσω προσπάθησα,
μόνο μπορώ την ουρά να κουνώ.

Δίλημμα

                                                   (στην Ολυμπία)
Το παράθυρο πάλι χτυπάνε καρδιά μου,
γνωριμία καινούρια μάς βγαίνει μπροστά,
πάνω κει που ’χα βρει την παλιά μοναξιά μου,
οι χορδές σου καρδιά μου χτυπούν δυνατά.

Μοναχή, είχα πια τη στυφή σιγουριά μου,
γνωριμίες πολλές μ’ έχουν κάψει πικρά,
μα εσύ δε μπορείς μοναχή σου καρδιά μου,
και με σπρώχνεις να μπλέξω ξανά στα μικρά.

Στα μικρά που με γέρασαν πριν τα τριάντα,
που μου έχουνε δείξει τον κόσμο καλά,
και αυτά που τα νόμιζα όμορφα πάντα,
είναι τώρα γεμάτα ψεγάδια πολλά.

Σ’ ένα δίλημμα νέο με βάζεις ζωή μου
και απάντηση θέλεις να δώσω σαφή,
ή διαλέγω ξανά τη μουντή μοναξιά μου
ή αφήνομαι πάλι σε τύχη τυφλή.

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Η ζυγαριά


Μια ζυγαριά είν’ η ζωή μας,
προβλήματα και δυσκολίες, κακοτυχίες, συμφορές,
φορτώνονται στον ένα δίσκο όπως οι πέτρες οι βαριές,
ποτέ  ο δίσκος δεν αδειάζει, ποτέ δεν είναι καθαρός
αλλ’ απ’ τη μια στιγμή στην άλλη μπορεί να γίνει ελαφρός.
Λύσεις, στιγμές ευτυχισμένες, της τύχης εύνοιες μικρές,
στον άλλο δίσκο δίνουν βάρος, τις πέτρες κάνουν ελαφρές.

Απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ, από το βράδυ ως το πρωί,
από Γενάρη σε Δεκέμβρη, πάντα και κάθε εποχή,
οι δίσκοι ανεβοκατεβαίνουν και προχωράει η ζωή
και είναι λάθος να νομίσεις πως ο ζυγός ισορροπεί.

Το πιο μεγάλο όμως λάθος, να δεις το δίσκο τον κακό
βαρύ, ασήκωτο για πάντα, το τέλος πια οριστικό.
Και ένα ψήγμα ευτυχίας, όσο κι αν φαίνεται μικρό,
μπορεί το βάρος το μεγάλο να το σηκώσει σαν φτερό.

Ας λέμε πάντα κάθε βράδυ, ας λέμε πάντα το πρωί,
ό,τι μας βρει κι ό,τι μας έρθει, είναι ωραία η ζωή.