Μία εξαιρετική νύστα, λες και παρακολουθώ ρεπορτάζ στις ειδήσεις του Αντ1 μ’ έχει φέρει στα πρόθυρα του δεύτερου καφέ για την ημέρα γεγονός ανησυχητικό αν αναλογιστεί κανείς και την εξαιρετική νύχτα που προηγήθηκε αποτέλεσμα της οποίας είναι η νύστα και η ανάγκη για ένα ζευγάρι μανταλάκια έτσι ώστε να καταφέρω να κρατήσω τα ματάκια μου ανοιχτά. Αντιγράφω από ρεπορτάζ του Αντ1 όπου η μουσική είναι σαφώς περιπλανώμενη και μ’ έναν τόνο θλίψης. Προσοχή όταν λέμε έναν τόνο δεν το λέμε για να δείξουμε το βάρος αλλά έχει το ίδιο νόημα όπως όταν λέμε ένα τόνο πιο κάτω στο μπλε αλλά όχι έναν τόνο ρίο μάρε αυτόν που κόβεται ακόμη και με την καρδιά ενός μαρουλιού. Η φωνή παραμένει βασανιστικά αργή, σχεδόν τόσο όσο βλέπω να τραβάει και η σημερινή ημέρα. «Εκεί που ο μαρασμός συναντά τη μοναξιά και πορεύονται στο δύσβατο ανηφόρι της ζωής, εκεί που ακόμη και οι γλάροι προσπερνούν χωρίς να ρίξουν ούτε μία ματιά κάτω, σ’ αυτόν τον τόπο, τόπο ευλογημένο, τόπο που λούζει ο αιγαιοπελαγίτικος ήλιος και βρέχεται από τα καταγάλανα νερά, τόπο που κάποτε έσφυζε από ζωή μα πλέον η παροιμία κάντε τόπο στα νιάτα δε βρίσκει αντίκρισμα γιατί οι νέοι φεύγουν στην προσπάθεια τους ν’ αναζητήσουν ένα καλύτερο αύριο, φεύγουν κυνηγώντας την ελπίδα και το χαμένο όνειρο που δε στέριωσε στο λιμάνι της καρδιάς τους, πρόσφυγες θαρρείς στον ίδιο τους τον τόπο». Είμαι πεπεισμένος πλέον ότι τα κείμενα στα ρεπορτάζ τους, τα γράφει ο Νικολάκης ο Φώς-Κωλος, ο οποίος έπειτα από το φινάλε της Λάμψης έχει πολύ ελεύθερο χρόνο και χρησιμοποιεί τις ειδήσεις σαν προπόνηση για να παραμένει σε φόρμα. Διότι ο δημιουργός εμπνέεται από τα απλά και καθημερινά συμβάντα και γεγονότα όπως για παράδειγμα είναι και η σημερινή πρεμιέρα του κώδικα Ντα Βίντσι. Καθόμουν κολλημένος στην κίνηση και είχα πιάσει κουβέντα με την οδηγό από το διπλανό όχημα η οποία επειγόταν να φτάσει στον προορισμό της και με ρωτούσε αν ήξερα κανένα δρομάκι μικρό μπας και γλιτώσει λίγο από την κίνηση. «Θέλεις κι εσύ τον κώδικα μωρό μου;» της είπα και μου είπε ότι ναι έχει κλείσει εισιτήρια για την πρεμιέρα και είχε και μπόλικο άγχος για το αν θα γίνουν τελικά οι προβολές γιατί παρόλο που δεν είχε διαβάσει το βιβλίο ο Τομ Χανκς της άρεσε πάρα πολύ και πίστευε ότι θα ήταν συγκλονιστικός όπως και να έχει. Τότε εγώ άρχισα να της αναλύσω την ιστορία, ότι δηλαδή ο Τομ Χανκς υποδύεται έναν ταλαντούχο προγραμματιστή ο οποίος έχει το ψευδώνυμο Ντα Βίντσι διότι ο κώδικας που γράφει είναι πραγματικά σαν ένα έργο τέχνης. Η επόμενη ερώτηση της ήταν αναμενόμενη και αφορούσε το σπάσιμο του κώδικα. Της λέω λοιπόν ότι κατ’ αντιστοιχία με τη Μόνα Λίζα γνωστή στην πιάτσα και ως Τζοκόντα τα βαθύτερα νοήματα της οποίας δεν είναι σίγουρο ακόμη και σήμερα αν έχουν αποκαλυφθεί έτσι και το πρόγραμμα του Τομ Χανκς ήταν γραμμένο με τόση μαεστρία έτσι ώστε να μπορεί να προφυλλάσει τον εαυτό του από τις διάφορες επιθέσεις. Με ρώτησε αν ξέρω και τι γίνεται στο τέλος και της απάντησα ότι μπορώ αν θέλει να της στείλω με φαξ την τελευταία σελίδα του βιβλίου έτσι ώστε να πάει διαβασμένη. Το βρήκε καταπληκτική ως ιδέα μόνο που δεν είχε φαξ κι έτσι θα έμενε με την αγωνία μέχρι να τελειώσει η ταινία ενω μη ξεχνάμε και την αγωνία για το αν θ’αρχίσει η ταινία. Για την ώρα σκέφτομαι αν θα πρέπει να πάω σήμερα στον Τέλη. Για να μην πω ότι πήγα χθες να δω τον Στηβ και τους Φράκταλς γι’ άλλη μία φορά στη ζωή μου κι έριξα γι’ άλλη μια φορά πολύ γέλιο. Μερικές φορές είναι ωραία να θυμάσαι πως ήσουν στο γυμνάσιο.