"Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Κατά Ιωάννη 8,32).
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΗ ΑΥΤΗ ΗΜΕΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΗ ΑΥΤΗ ΗΜΕΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2021

5 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΣΦΑΓΙΑΣΘΕΝΤΩΝ ΥΠΟ ΤΩΝ ΛΑΤΙΝΟΦΡΟΝΩΝ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΩΝ ΚΑΡΕΩΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ ΤΟΥ ΑΘΩΝΑ

 


Τη μνήμη των ηρώων της Ορθοδοξίας και της Πίστεώς μας, των κελλιωτών μοναχών των Καρυών, που ήλεγξαν τους Λατινόφρωνες Μιχαὴλ Η΄ Παλαιολόγο καὶ Πατριάρχη Ἰωάννη Βέκκο, και μαρτύρησαν υπό των ἐπιδραμόντων λατινοφρόνων, αποτμηθέντες την κεφαλήν, εορτάζει σήμερα η αγία μας Εκκλησία.


Στο συναξάριο του όρθρου αναφέρεται : Οἱ Ἅγιοι Ὅσιοι Μάρτυρες, οἱ ἐν τοῖς κελλίοις τοῦ Ἄθω κατοικοῦντες, οἱ τοὺς Λατινόφρονας ἐλέγξαντες, τὸν Βασιλέα, φημί, Μιχαὴλ καὶ τὸν Πατριάρχην Βέκκον, ὁ μὲν πρῶτος ἀγχόνῃ, οἱ δὲ λοιποὶ ξίφει τελειοῦνται. 

Στο υπόμνημα δε της ιεράς ακολουθίας του αγίου Οσιομάρτυρα Κοσμά του Πρώτου, αναγράφονται πλην των άλλων και τα εξής :

Μετὰ τὴν ἐν Λυὼν Σύνοδον τῷ 1274, καὶ τήν, ὡς μὴ ὤφειλε! κηρυχθεῖσαν ψευδένωσιν μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Λατίνων, περὶ ἧς μονομερῶς συνεφώνησαν τε αὐτοκράτωρ Μιχαὴλ Η΄ Παλαιολόγος καὶ Πατριάρχης Ἰωάννης Βέκκος, μέγας ἠγέρθη διωγμὸς κατὰ τῶν ταύτην μὴ ἀποδεξαμένων Ὀρθοδόξων κληρικῶν τε καὶ λαϊκῶν. Τούτοις συναριθμηθέντες καὶ οἱ ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ἀσκούμενοι τότε Μοναχοί, ἐγένοντο ἀντικείμενον σφοδρῶν καὶ αἱματηρῶν διωγμῶν ἐκ μέρους τῶν αὐτοκρατορικῶν ἀπεσταλμένων ὅπως βίᾳ ἐπιβάλωσι τὴν ὑποταγὴν τούτων τοῖς ἀποφασισθεῖσι παρανόμως ἐν Λυών. Καίτοι, ὡς ἱστορεῖται ἁρμοδίως, ἔνιοι τῶν Μοναχῶν ἐμήδισαν, φιλοζωΐᾳ καὶ φόβῳ ἀνθρώπων μᾶλλον Κυρίου ὑπαχθέντες καὶ συνεκοινώνησαν τοῖς λατινόφροσιν, ὅμως πληθὺς τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων σφοδρῶς ἀντέστησαν καὶ ἤλεγξαν γενναιοφρόνως τοὺς αὐτοκρατορικοὺς καὶ δυτικοφίλους ἐκπροσώπους. Τούτων θεοφιλῶς προέστη τότε ὁσιώτατος Πρῶτος Κοσμᾶς, προερχόμενος ἐκ τοῦ ὑποτελοῦς τῇ Ἱερᾷ Μονῇ τοῦ Βατοπαιδίου μονυδρίου τοῦ Πλακέως. Ὅθεν, πολλὰς πρῶτον ὑποστὰς βασάνους καὶ τιμωρίας, ἐν τέλει ἐδέξατο τὸν διἀγχόνης τίμιον θάνατον, γενόμενος ὑπόδειγμα καὶ τοῖς μεταὐτὸν ἑτέροις Καρεώταις μαρτυρήσασιν ὁμολογηταῖς(ὧν μνήμη τῇ ε΄ Δεκεμβρίου).


ΠΗΓΗ : ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ, Ἐποιήθη ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τοῦ Ἄθωνος, *ιβζ΄ * 2007 *, σ. 39, ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΝ ΛΕΙΜΩΝΑΡΙΟΝ, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ 1980, σ. 39, ΙΕΡΑ ΚΟΙΝOΤΗΣ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΑΘΩ, Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΚΟΣΜΑΣ ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ,  1982, σελ. 12 κ.ε., ΑΓ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ, ΤΟΜΟΣ 1., ΕΝ ΒΕΝΕΤΙΑ 1819, σ. 335. ΠΗΓΗ της πρώτης φωτογρ. : https://www.facebook.com/%CE%93%CF%85%CF%88%CE%BF%CF%83%CF%84%CF%8D%CE%BB-448772391890563/.



Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2021

Ο Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος

 

π. Γεώργιος Φλορόφσκυ

Ο Γρηγόριος άφησε πολλά αυτοβιογραφικά κείμενα, και οι περιγραφές που μας δίνει για τη ζωή του είναι γεμάτες από λυρισμό και δραματικότητα. Εκ φύσεως έρρεπε προς τη σιωπή και την αποχώρηση, και πάντα ζητούσε την απομόνωση για να μπορέσει να αφιερωθεί στην προσευχή.

 

Όμως εκλήθη από το θέλημα του Θεού και τις επιθυμίες των άλλων προς λόγους, έργα, και ποιμαντική διακονία σε μια περίοδο υπερβολικής συγχύσεως και αναταραχής. Σε όλη του τη ζωή, που ήταν γεμάτη από θλίψεις και επιτεύγματα, υποχρεώνονταν συνεχώς να καταπνίγει τις φυσικές του επιθυμίες και τους φυσικούς του πόθους.

 

Ο Γρηγόριος γεννήθηκε περί το 330 στην Αριανζό, στο υποστατικό του πατέρα του κοντά στη Ναζιανζό, «στη μικρότερη από τις πόλεις» της νοτιοδυτικής Καππαδοκίας. Ο πατέρας του, που στη νεότητά του ανήκε στην αίρεση των Υψισταρίων, ήταν επίσκοπος Ναζιανζού. Η μητέρα τού Γρηγορίου ήταν η κυριαρχούσα μορφή στην οικογένεια. Υπήρξε ο «δάσκαλος της ευσέβειας» για τον άνδρα της και «επέβαλε αυτή τη χρυσή αλυσίδα» στα παιδιά της. Και η κληρονομικότητα και η εκπαίδευσή του ενίσχυσαν τον συναισθηματισμό, την ικανότητα διεγέρσεως αισθημάτων, και την ικανότητα άμεσου εντυπωσιασμού του Γρηγορίου, καθώς και την αποφασιστικότητά του και τη δύναμη της θελήσεώς του. Διατηρούσε πάντα θερμές και στενές σχέσεις με τους συγγενείς του και συχνά τους θυμότανε.

 

Από τα παιδικά του χρόνια ο Γρηγόριος διακρίνονταν από μιά «φλογερή αγάπη για τη μελέτη». «Προσπαθούσα να κάνω τις ανήθικες επιστήμες να υπηρετήσουν τις καλές», έλεγε. Σύμφωνα με τη συνήθεια των χρόνων εκείνων, τα χρόνια σπουδής τού Γρηγορίου ήταν χρόνια περιπλανήσεως.

 

Έλαβε πλήρη μόρφωση στη ρητορική και τη φιλοσοφία στην πατρίδα του Ναζιανζό, στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, στην Αλεξάνδρεια, και τέλος στην Αθήνα. Ανέβαλλε το βάπτισμά του ως ότου έγινε ώριμος άνδρας. Στην Αλεξάνδρεια ο Γρηγόριος είχε πιθανώς δάσκαλο τον Δίδυμο. Στην Αθήνα συνδέθηκε με στενή φιλία με τον Βασίλειο, τον οποίον είχε νωρίτερα συναντήσει στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, και ο οποίος ήταν ακριβώς στα χρόνια του. Ο Γρηγόριος θυμόταν πάντα τα χρόνια εκείνα στην Αθήνα με ευχαρίστηση: «Αθήναι και παίδευσις». Όπως έγραψε αργότερα, ήταν στην Αθήνα που αυτός, όπως ο Σαούλ, «ζήτησε τη γνώση και βρήκε την ευτυχία». Αυτή η ευτυχία ήταν η φιλία του με τον Βασίλειο, που του έδωσε περισσότερη χαρά και περισσότερο πόνο από οποιονδήποτε άλλον. «Γίναμε τα πάντα ο ένας για τον άλλον. Είμαστε ομόστεγοι, ομοδίαιτοι, αδέλφια· η αγάπη μας για τη μάθηση ήταν ο μοναδικός σκοπός μας. Και η αγάπη του ενός για τον άλλον συνέχεια μεγάλωνε. Τα είχαμε όλα κοινά, και είχαμε μια ψυχή που ήταν σε δυό χωριστά σώματα». Η ενότητά τους ήταν ενότητα εμπιστοσύνης και φιλίας. Οι πειρασμοί των «βλαβερών Αθηνών» δεν τους απέσπασαν Ήξεραν μόνο δυο δρόμους. Εναν που οδηγούσε στην εκκλησία και τους θρησκευτικούς διδασκάλους τους. Και έναν άλλον που οδηγούσε στους διδασκάλους των κοσμικών επιστημών. Θεωρούσαν ως το σπουδαιότερο πράγμα το να είναι και να ονομάζονται Χριστιανοί. «Είχαμε και οι δυο μια μόνη επιδίωξη, την αρετή, και ένα μόνο σκοπό, που ήταν να απαρνηθούμε τον κόσμο όσο θα έπρεπε να ζήσουμε μέσα σ’ αυτόν, και να ζούμε για τη μέλλουσα ζωή». Κατά την περίοδο αυτήν της ασκητικής ζωής σπούδασαν τη φιλοσοφία και τη θρησκεία.

 

Ο Γρηγόριος παρέμεινε πάντα ένας «εραστής της παιδεύσεως». «Είμαι ο πρώτος των εραστών της σοφίας», έλεγε. «Τίποτε δεν προτιμώ περισσότερο από τις σπουδές μου, και δεν θέλω η Σοφία να με ονομάσει φτωχό δάσκαλο». Ονομάζει τη φιλοσοφία ως τον «αγώνα να κερδίσει κανείς ό,τι είναι πιο πολύτιμο από όλα». Σ’ αυτήν περιλάμβανε και την «θύραθεν» παίδευση:

 

«παίρνουμε κάτι χρήσιμο για την ορθοδοξία μας ακόμα και από τις κοσμικές Επιστήμες. ‘Από εκείνο που είναι κατώτερο μαθαίνουμε για κείνο που είναι ανώτερο, και μετατρέπουμε αυτήν την αδυναμία σε δύναμη της διδασκαλίας μας. Ο Γρηγόριος εξακολούθησε να υπερασπίζεται την πολυμάθεια και αργότερα στη ζωή του. «Καθένας που έχει μυαλό θα αναγνωρίζει ότι η “παίδευσις” είναι για μας “το πρώτον των αγαθών”. Και δεν εννοώ μόνον την ευγενέστερη και δική μας (χριστιανική) παίδευση, η οποία περιφρονεί τον εξωραϊσμό και το μακρόσυρτο του λόγου και ενδιαφέρεται μόνο για τη σωτηρία και τη θεωρία του κάλλους, αλλά και την κοσμική (την «έξωθεν») παίδευση, την οποία πολλοί Χριστιανοί κακώς απεχθάνονται ως ψεύτικη, επικίνδυνη, και απέχουσα από του Θεού. Αλλά δεν θα προτάξουμε τη δημιουργία έναντι του Δημιουργού της. Η παίδευση δεν πρέπει να περιφρονείται, όπως νομίζουν μερικοί. Αντίθετα, θα έπρεπε να αναγνωρίζουμε ότι εκείνοι που έχουν τέτοια γνώμη είναι ανόητοι και αμαθείς. Θέλουν καθένας να είναι σαν κι αυτούς, ώστε μέσα στη γενική αμάθεια να μη φαίνεται η δική τους άγνοια». Αυτά ειπώθηκαν από τον Γρηγόριο στην κηδεία του Βασιλείου. Δεν ήθελε να ξεχάσει ποτέ τα μαθήματα των Αθηνών, και αργότερα κατήγγειλε τον Ιουλιανό τον Αποστάτη γιατί απαγόρευε στους Χριστιανούς να διδάσκουν ρητορική και κοσμικές Επιστήμες.

 

Αρχαία Αθήνα

 

Στην Αθήνα ο Γρηγόριος είχε διδασκάλους τον Ιμέριον και τον Προαιρέσιον, ο οποίος ήταν πιθανώς Χριστιανός. Πιθανότατα δεν υπήρξε μαθητής του Λιβανίου. Σπούδασε αρχαία φιλολογία, ρητορική, ιστορία, και ιδιαίτερα φιλοσοφία. Το 358 ή 359 επέστρεψε στην πατρίδα του. Ο Βασίλειος είχε ήδη φύγει από την Αθήνα, και η πόλη είχε αδειάσει και είχε περιπέσει σε κατάπτωση. Ο Γρηγόριος βαφτίστηκε, και αποφάσισε να απαρνηθεί τη σταδιοδρομία του ρήτορος. Τον προσήλκυσε το ιδεώδες της σιωπής και ονειρευόταν την καταφυγή του στα βουνα ή την έρημο. Ήθελε να «έλθει σε στενή κοινωνία με τον Θεό και να φωτιστεί πλήρως από τις ακτίνες του Πνεύματος, χωρίς τίποτε το γήινο να σκιάζει ή να εμποδίζει το Θείο φως, και να προσεγγίσει την Πηγή της εξαίσιας λάμψεως και να σταματήσει όλες τις επιθυμίες και τις φιλοδοξίες. Με αυτόν τον τρόπο οι φαντασιώσεις μας αντικαθίστανται από την αλήθεια». Oι μορφές του Ηλία και του Ιωάννη του Βαπτιστή προκαλούσαν τον θαυμασμό του. Αλλά ταυτόχρονα νικήθηκε από «την αγάπη του για τα Θεία βιβλία και το φως του Πνεύματος, που αποκτάται με τη μελέτη του λόγου του Θεού. Τέτοιες μελέτες είναι αδύνατες στη σιωπή της ερήμου». Εκτός, όμως, από αυτό, εκείνο που κράτησε τον Γρηγόριο μέσα στον κόσμο ήταν ότι αγαπούσε τους γονείς του και θεωρούσε καθήκον του να τους βοηθήσει. «Αυτή η αγάπη ήταν βαρύ φορτίο που με κρατούσε στη γη».

 

Ο Γρηγόριος εξακολουθούσε να ζει μια αυστηρή ασκητική ζωή ακόμα και μέσα στις κοσμικές διασπάσεις του πατρικού του σπιτιού. Προσπαθούσε να συνδυάσει μια ζωή αδέσμευτης (καθαρής) θεωρίας με μια ζωή προσφοράς στην κοινωνία, και περνούσε τον καιρό του με νηστεία, μελέτη του Λόγου του Θεού, προσευχή, μετάνοια, και αγρυπνία. Όλο και πιο πολύ τον τραβούσε η έρημος του Πόντου, όπου ο Βασίλειος ζούσε μια αυστηρή ασκητική ζωή. Καθώς πλησίαζε τον Θεό, ο Βασίλειος του φαίνονταν να «καλύπτεται με σύννεφα, όπως οι σοφοί άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης». Ο Βασίλειος κάλεσε τον Γρηγόριο να συμμεριστεί τους σιωπηλούς αγώνες του, αλλά ο Γρηγόριος δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει αμέσως την επιθυμία του. Ακόμα και ύστερα η αναχώρησή του ήταν μόνο προσωρινή. Αργότερα αναλογίζονταν με χαρά και ανέμελη διάθεση το χρόνο που πέρασε στον Πόντο, μια χρονική περίοδο στερήσεων, αγρυπνίας, ψαλμωδίας, και μελέτης. Οι δυο φίλοι διάβασαν την Αγία Γραφή και τα έργα τού Ωριγένη καθώς τα χρόνια της μαθήσεώς τους συνεχίζονταν.

 

Οι σπουδές του Γρηγορίου τέλειωσαν όταν γύρισε από τον Πόντο. Ο πατέρας του, ο Γρηγόριος ο Πρεσβύτερος, μόλις και με δυσκολία κατάφερνε να ασκεί τα καθήκοντά του ως επίσκοπος. Δεν είχε ούτε τα πνευματικά εφόδια ούτε τη δύναμη θελήσεως που χρειάζονταν για να αντιμετωπίσει τις λογομαχίες και αντιθέσεις που οργίαζαν ολόγυρά του. Χρειάζονταν κάποιον να τον βοηθήσει, και διάλεξε το γυιό του. Αυτό ήταν μια «τρομερή καταιγίδα» για τον νεώτερο Γρηγόριο. Ο Γρηγόριος ο Πρεσβύτερος είχε εξουσία επάνω του και ως πατέρας του και ως επίσκοπός του. Και τώρα έδεσε το γυό του μαζί του με ακόμα πιο γερά πνευματικά δεσμά. Ο Γρηγόριος χειροτονήθηκε βίαια και «παρά την θέλησή του» από τον πατέρα του. «Πικράθηκα τόσο πολύ από αυτή τη βίαιη ενέργεια», έγραψε ο Γρηγάριος, «ώστε ξέχασα τα πάντα: φίλους, γονείς, την πατρίδα μου και τους συμπατριώτες μου. Σαν βόδι που το τσίμησε αλογόμυγα, γύρισα στον Πόντο, ελπίζοντας να βρω θεραπεία της λύπης μου στον αφοσιωμένο φίλο μου». Τα αισθήματα πικρίας που είχε καταπραύνθηκαν με τον χρόνο.

 

Η χειροτονία του Γρηγορίου έγινε τα Χριστούγεννα του 361, αλλά γύρισε στη Ναζιανζό μόνο κατά το Πάσχα του 362. Ανέλαβε τα καθήκοντά του ως πρεσβύτερος διαβάζοντας το περίφημο κήρυγμά του που αρχίζει με τις λέξεις: «Αυτή είναι η ημέρα της αναστάσεως… Ας φωτιστούμε από αυτήν την εορτή». Σ΄ αυτό το κήρυγμα περιέγραψε το υψηλό ιδανικό που είχε για την ιερωσύνη. Ο Γρηγόριος είχε την αίσθηση ότι οι σύγχρονοί του ιεράρχες απείχαν πολύ από αυτό το ιδεώδες, αφού οι περισσότεροί τους έβλεπαν τή θέση τους ως «μέσον συντηρήσεως. Φαίνονταν ότι αναμένονταν λιγότερα από τους ποιμένες των ψυχών παρά από τους ποιμένες ζώων. Ήταν αυτή η συνείδηση των υψηλών απαιτήσεων από τους κληρικούς, που έκανε τον Γρηγόριο να επιχειρήσει να αποφύγει τα καθήκοντα που θεωρούσε ότι ήταν ανάξιος και ανίκανος να εκπληρώσει.

 

Ο Γρηγόριος παρέμεινε στη Ναζιανζό ως βοηθός του πατέρα του σχεδόν δέκα χρόνια, ελπίζοντας ότι θα τα κατάφερνε να αποφύγει να κληθεί να γίνει επίσκοπος. Οι ελπίδες του διαψεύστηκαν. Το 372, για μια ακόμα φορά χωρίς τη θέλησή του, ο Γρηγόριος εκλέχθηκε επίσκοπος Σασίμων, «ενός μέρους χωρίς νερό ή βλάστηση, χωρίς καμιά ευκολία, ενός πληκτικού και στενόχωρου μικρού χωριού. Υπάρχει σκόνη παντού, θόρυβοι αρμάτων, θρήνοι, στεναγμοί, πράκτορες, όργανα βασανισμού, και αλυσίδες. Οι κάτοικοι είναι περαστικοί ξένοι και πλάνητες».

 

Η πικρία που ο Γρηγόριος δοκίμασε με τη νέα αυτή τυραννική ενέργεια, που ήταν αντίθετη με την επιθυμία του να ζήσει σε απομόνωση, μεγάλωσε από το γεγονός ότι αυτή επικυρώθηκε από τον στενότερο φίλο του, τον Βασίλειο. Ο Γρηγόριος αγανάκτησε γιατί ο Βασίλειος δεν έδειξε καμιά κατανόηση για τη λαχτάρα που είχε να ζήσει με σιωπή και ειρήνη, και γιατί τον υποχρέωσε να εμπλακεί στον αγώνα του να διατηρήσει υπό τον έλεγχό του την περιοχή της επισκοπικής δικαιοδοσίας του. Ο Βασίλειος είχε συστήσει την επισκοπή Σασίμων για να ισχυροποίησει τη θέση του έναντι του Ανθίμου Τυανέων. «Με κατηγορείς για νωθρότητα και αδράνεια», έγραφε ο Γρηγόριος ενοχλημένος στον Βασίλειο, «γιατί δεν κατέλαβα τη θέση των Σασίμων, γιατί δεν δρω ως επίσκοπος, και γιατί δεν οπλίζομαι να πολεμήσω στο πλευρό σου κατά τον τρόπον που τα σκυλιά, όταν τους ρίξουν ένα κόκκαλο, μάχονται μεταξύ τους». Ο Γρηγόριος δέχτηκε την εκλογή του με λύπη και χωρίς να το θέλει. Υποχώρησα στη βία, όχι στις πεποιθήσεις μου». «Για μια ακόμη φορά καθαγιάστηκα και το Πνεύμα εκχύθηκε επάνω μου, και κλαίω πάλι και θρηνώ».

 

Η χαρά του Γρηγορίου γι’ αυτήν τη φιλία ποτέ δεν αποκαταστάθηκε. Πολύ αργότερα στην κηδεία του Πατέρα του παραπονιόταν, παρόντος του Βασιλείου, ότι «κάνοντάς με ιερέα με παραδώσατε στην ταραχώδη και επίβουλο αγορά των ψυχών, για να υποστώ τις δυστυχίες της ζωής». Επέπληξε τον Βασίλειο εντονότερα, λέγοντας: «Αυτό είναι το αποτέλεσμα των Αθηνών, η κοινή μελέτη μας, η ζωή μας κάτω από την ίδια στέγη, η συντροφιά μας στο ίδιο τραπέζι, η ομοψυχία των δυο μας, τα θαυμάσια της Ελλάδος, και οι κοινοί όρκοι μας να αρνηθούμε τον κόσμο. Όλα καταστράφηκαν! Όλα γκρεμίστηκαν! Ας χαθεί από τον κόσμο ο νόμος της φιλίας, αφού τόσο λίγο σέβεται τη φιλία». Ο Γρηγόριος τελικά πήγε στα Σάσιμα. αλλά. όπως παραδέχεται ο ίδιος, «δεν επισκέφτηκα την εκκλησία που μου δόθηκε, δεν λειτούργησα εκεί, δεν προσευχήθηκα με τον λαό, και δεν χειροτόνησα ούτε έναν κληρικό».

 

Ο Γρηγόριος επέστρεψε στη γενέτειρά του ύστερα από παράκληση του πατέρα του για να τον βοηθήσει στα επισκοπικά του καθήκοντα. Μετά τον θάνατο του πατέρα του ο Γρηγόριος ανέλαβε προσωρινά τη διαποίμανση της ορφανεμένης εκκλησίας. Όταν τελικά μπόρεσε να ξεφύγει από το ποιμαντικό έργο του, «πήγε σαν ένας φυγάς» στη Σελεύκεια της Ισαυρίας. Έμεινε στο ναό της Αγίας Θέκλας και αφιερώθηκε στην προσευχή και την πνευματική ενατένιση. Αλλά για μία ακόμα φορά η αναχώρησή του ήταν μόνο προσωρινή. Στη Σελεύκεια έμαθε τα νέα για το θάνατο του Βασιλείου, και αυτό το ειρηντκό διάλειμμα τέλειωσε όταν κλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη για να μετάσχει στον αγώνα κατά των Αρειανών.

 

Όταν ο Γρηγόριος πήγε στην Κωνσταντινούπολη ως υπερασπιστής του Λόγου, ήταν για μια ακόμη φορά «χωρίς τη θέλησή του, αλλά με την πίεση των άλλων». Το έργο του στην Κωνσταντινούπολη ήταν δύσκολο. «Η Εκκλησία είναι χωρίς ποιμένες, το καλό χάθηκε και το κακό είναι παντού. Είναι ανάγκη να πλέω τη νύχτα και δεν υπάρχουν φωτιές που να δείχνουν το δρόμο. Ο Χριστός κοιμάται. Η επισκοπική έδρα της Κωνσταντινουπόλεως βρίσκονταν για αρκετό καιρό στα χέρια των Αρειανών. Ο Γρηγόριος έγραψε ότι εκείνο που βρήκε εκεί «δεν ήταν ένα ποίμνιο, αλλά μόνο μικρά ίχνη και μικρά τμήματα ενός ποιμνίου, χωρίς τάξη και επίβλεψη».

 

Ο Γρηγόριος άρχισε το έργο του σ΄ ένα ιδιωτικό σπίτι, το οποίο αργότερα έκανε Εκκλησία και του έδωσε το όνομα “Ανάστασις» για να συμβολίζει την «Ανάσταση της ορθοδοξίας». Εδώ εξεφώνησε τους περίφημους «Πέντε θεολογικούς Λόγους» του. Ο αγώνας του με τους Αρειανούς ήταν συχνά βίαιος. Του επετέθηκαν κακούργοι να τον σκοτώσουν, η εκκλησία του υπέστη επιθέσεις από τους όχλους, πετροβολήθηκε ο ίδιος, και οι αντίπαλοί του τον κατηγόρησαν ότι προκαλεί φιλονικείες και διαταράσσει την ειρήνη. Το κήρυγμά του, όμως. δεν έμεινε χωρίς αποτέλεσμα. «Στην αρχή η πόλη επαναστάτησε», έγραφε. «Ξεσηκώθηκαν εναντίον μου και ισχυρίζονταν ότι κήρυττα πολλούς θεούς και όχι έναν Θεό, γιατί δεν γνώριζαν την ορθόδοξη διδασκαλία κατά την οποία η Μονάδα θεωρείται ως τρία, και η Τριάδα ως ένα». Ο Γρηγόριος νίκησε με τη δύναμη της ρητορικής του, και προς τα τέλη του 380 ο νέος αυτοκράτορας Θεοδόσιος μπήκε στην πόλη και απέδωσε όλες τις εκκλησίες στους ορθοδόξους.

 

Ο Γρηγόριος αναγκάστηκε να αγωνιστεί όχι μόνο κατά των Αρειανών, αλλά και κατά των υπερασπιστών του Απολλιναρίου. Αντιμετώπισε επίσης την αντίθεση ορθοδόξων ιεραρχών. Ιδιαίτερα του Πέτρου Αλεξανδρείας και των επισκόπων της Αιγύπτου. Αυτοί στην αρχή τον δέχτηκαν, αλλά υστέρα χειροτόνησαν παράνομα τον Μάξιμο τον Κυνικό ως επίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως. Αργότερα ο Γρηγόριος θυμόταν με πικρία την «Αιγυπτιακήν πληγήν» και την διπλοπροσωπία του Πέτρου. Ο Μάξιμος απομακρύνθηκε αλλά βρήκε για λίγο καταφύγιο στη Ρώμη από τον Πάπα Δάμασον. που είχε ελάχιστη γνώση για τα πράγματα της Ανατολής. Υπακούοντας σε απαίτηση του λαού, ο Γρηγόριος ανέλαβε προσωρινά τη διεύθυνση της διοικήσεως της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως ως ότου συγκληθεί μια Εκκλησιαστική σύνοδος. Θέλησε να αποτραβηχθεί, αλλά ο λαός τον έφερε πίσω: «Θα πάρεις μαζί σου την Αγία Τριάδα», του είπαν.

 

Στη Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο, που άρχισε τον Μάϊο του 381 υπό την προεδρία του Μελετίου Αντιοχείας, ο Γρηγόριος εξελέγη επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Και χάρηκε και λυπήθηκε για την τοποθέτησή του στην επισκοπική έδρα της Κωνσταντινουπόλεως, «η οποία δεν ήταν τελείως νόμιμη». Ο Μελέτιος πέθανε ενώ ακόμα η Σύνοδος συνέχιζε τις εργασίες της. Και ο Γρηγόριος τον αντικατέστησε ως πρόεδρος. Ο Γρηγόριος διαφώνησε με την πλειονότητα των Ιεραρχών πάνω στο θέμα του λεγόμενου «Αντιοχειανού Σχίσματος», και πήρε το μέρος του Παυλίνου. Η δυσαρέσκεια, που από καιρό αναπτύσσονταν εναντίον του, ξαφνικά ξέσπασε. Μερικοί κληρικοί ήταν δυσαρεστημένοι με την ηπιότητά του, επειδή δεν είχε ζητήσει τη βοήθεια των πολιτικών Αρχών κατά των Αρειανών. Ο Γρηγόριος καθοδηγείτο πάντοτε από την αρχή ότι «το μυστήριο της σωτηρίας είναι για κείνους που το επιθυμούν, και όχι για κείνους που πιέζονται να το δεχτούν». Άλλοι ιεράρχες ενοχλήθηκαν από την έλλειψη ευελιξίας στις δογματικές πεποιθήσεις του, και ιδιαίτερα από την αδιάλλακτη ομολογία του για την θεότητα του Αγίου Πνεύματος. Άλλοι ακόμα θεωρούσαν ότι η διαγωγή του ήταν ανάρμοστη στην αξιοπρέπεια του βαθμού του. «Δεν ήξερα», έλεγε ο Γρηγόριος ειρωνικά, «ότι θα έπρεπε να ιππεύω ευγενή άλογα, ή να κάνω λαμπρή εμφάνιση καθισμένος πάνω σε άμαξα, ή ότι αυτοί που με συναντούν θα όφειλαν να μου φέρονται με δουλοπρέπεια, ή ότι όλοι θα έπρεπε να παραμερίζουν για μένα σαν να ήμουνα άγριο θηρίο». Ετέθη επίσης στη Σύνοδο το θέμα της νομιμότητος της μεταθέσεως του Γρηγορίου από τα Σάσιμα στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν ολοφάνερο ότι αυτό ήταν μια πρόφαση για ραδιουργία εναντίον του. Με πολλή θλίψη και απογοήτευση ο Γρηγόριος αποφάσισε να παραιτηθεί από τη θέση του και να εγκαταλείψει τη Σύνοδο. Ήταν πικραμένος γιατί άφηνε τον «τόπον της νίκης μας» και το ποίμνιό του, που το κέρδισε στην αλήθεια με τα έργα του και τους λόγους του. Αυτή η πικρία δεν τον άφησε ποτέ.

 

Εγκαταλείποντας την Κωνσταντινούπολη ο Γρηγόριος έγραψε στον Βοσπόριο, επίσκοπο Καισαρείας, «θα αποσυρθώ στο Θεό, που είναι ο μόνος καθαρός και χωρίς δολιότητα. Θα αποσυρθώ στον εαυτό μου. Η παροιμία λέγει ότι μόνον οι ανόητοι σκοντάφτουν δυο φορές στην ίδια πέτρα». Επέστρεψε στην πατρίδα εξαντλημένος σωματικά και ψυχικά και γεμάτος με πικρές αναμνήσεις. «Δυο φορές έπεσα στις παγίδες σας και δυο φορές εξαπατήθηκα».

 

Ο Γρηγόριος αναζήτησε ανάπαυση και απομόνωση, αλλά ακόμα μια φορά αναγκάστηκε να αναλάβει τη διαποίμανση της χειρεύουσας εκκλησίας της Ναζιανζού, «πιεζόμενος από τις περιστάσεις και φοβούμενος την επίθεση των εχθρών». Έπρεπε να πολεμήσει κατά των Απολλιναριστών οι οποίοι είχαν παράνομα ιδρύσει επισκοπή δική τους στη Ναζιανζό, και έτσι άρχισαν πάλι τις ραδιουργίες και τις διαμάχες.

 

Απεγνωσμένα ο Γρηγόριος ζήτησε από τον Θεόδωρο, μητροπολίτη Τυάνων, να τον αντικαταστήσει με έναν νέον επίσκοπο, και να πάρει από πάνω του αυτό το φορτίο που ήταν ανώτερο από τις δυνάμεις του. Αρνήθηκε να μετάσχει σε οποιαδήποτε πια σύνοδο. «Πρόθεσή μου είναι να αποφύγω όλες τις συνόδους Επίσκοπων, γιατί δεν έχω μέχρι τώρα δει ένα παραγωγικό αποτέλεσμα καμιάς συνόδου, ή καμιά σύνοδο που να μην έχει αυξήσει τα κακά αντί να τα μειώσει». Έγραφε στον Θεόδωρο, «χαιρετώ τις συνόδους και τις συνελεύσεις, αλλά μόνο εξ αποστάσεως γιατί έχω δοκιμάσει πολύ κακό απ΄ αυτές».

 

Ο Γρηγόριος δεν απέκτησε αμέσως την ελευθερία του. Χάρηκε πάρα πολύ όταν ο εξάδελφός του Ευλάλιος εκλέχτηκε τελικά επίσκοπος Ναζιανζού, και αποσύρθηκε από τον κόσμο για να αφιερώσει το υπόλοιπο της ζωής του στη συγγραφή. Ταξίδεψε στα μοναστήρια της ερήμου στη Λαμίδα και σ’ άλλα μέρη. Εξασθένησε και πολλές φορές ζήτησε ανακούφιση σε λουτροθεραπείες. Τα λυρικά έπη που έγραψε στά γεράματά του είναι γεμάτα θλίψη. Ο Γρηγόριος πέθανε το 389 ή το 390.

————————————————————-

Πηγή: π. Γεώργιος Φλορόφσκυ, “Οι Ανατολικοί Πατέρες του 4ου αιώνα”, μετάφρ. Παναγιώτου Πάλλη, εκδ. Πουρναρά, Θεσ/νίκη.http://www.immorfou.org.cy/newsvarious-articles/1985-tim25120.html


Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2021

Σύναξις του αγίου ενδόξου Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου

 


Από πολύ παλιά έχει καθορισθεί να εορτάζουμε κατά την επομένη ημέρα των Αγίων Θεοφανείων την Σύναξη του Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού , για το λόγο ότι αξιώθηκε να βαπτίσει τον Ιησού Χριστό. Ο Τίμιος Πρόδρομος υπήρξε ο Όρθρος που ανήγγειλε τον ερχομό της ημέρας του Κυρίου. Ο Όρθρος που προηγήθηκε της Ανατολής του Ηλίου της δικαιοσύνης. Έτσι τον ονομάζει ένας ύμνος των Θεοφανείων .

 

«Φωνή βοώντος εν τη ερήμω , ετοιμάσατε την οδόν του Κυρίου». Ομιλεί το στόμα του Ασκητού. Ο χαρισματικός άνθρωπος που αναδείχθηκε «μείζων εν γεννητοίς γυναικών». Ο Αγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος κηρύσσει προδρομικά μέσα στην έρημο το μήνυμα του Ευαγγελίου του Χριστού. Ξαναθυμίζει τα προφητικά λόγια του Ησαΐου ο Ευαγγελιστής Μάρκος, που βεβαίως αναφέρονται στον μεγάλο ερημίτη του Ιορδάνου. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος κηρύσσει, με πέντε βαρυσήμαντες λέξεις ό,τι θα διδάξει λίγο αργότερα ο Ιησούς: «Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών».

 

Λίγες σε αριθμό οι λέξεις του, αλλά βαριές σε δύναμη μαρτυρίας. Ο άγγελος της ερήμου προετοιμάζει τον ερχομό του Κυρίου και κηρύσσει συνοπτικά τις διαστάσεις του λυτρωτικού του έργου. Το προδρομικό αυτό έργο του Ιωάννου καθαγιάζεται και επικυρώνεται από τον εν Τριάδι Θεό στο γεγονός της βαπτίσεως του Κυρίου. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν αναμφίβολα μια ασκητική φυσιογνωμία. «Είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού, η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον ». Αυτό σημαίνει πως ο Ιωάννης ήταν συγχρόνως και πρόδρομος, αλλά και υπόσχεση όλων των Αγίων Ασκητών της χριστιανικής ερήμου. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι το βασικό έργο του Ιωάννου ήταν ν' αφυπνίσει τις συνειδήσεις των ακουόντων το κήρυγμά του και όχι να θωπεύσει τα αυτιά τους.

 

Το κήρυγμά του, κήρυγμα μετανοίας, σκόπευε στην συνειδητοποίηση και εξαγόρευση της ενοχής τους, των αμαρτιών τους. «Και εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται, και εβαπτίζοντο πάντες εν τω Ιορδάνη ποταμώ υπ' αυτού εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών».

 

Η μαρτυρία, η φωνή του αγγέλου της ερήμου είναι η ίδια η φωνή της Εκκλησίας που βοηθά τον άνθρωπο να αναγνωρίσει στο πρόσωπο του Χριστού τον Μεσσία μέσα στην ξερή και άνυδρη έρημο του παρόντος κόσμου.

 

Η Εκκλησία μάς καλεί στη σημερινή εορτή να ακούσουμε την «φωνή βοώντος εν τη ερήμω ...» και να προετοιμάσουμε όλοι μας «την οδόν Κυρίου», για να εξανθίσει η έρημος που ζούμε και λέγεται σύγχρονη κοινωνία και ο καθένας μας να βιώσει το βαθύτερο και πολυδύναμο νόημά της με το « απελθείν εις ερημίαν των παθών του».

 

Όμως, την ημέρα αυτή εορτάζουμε και το γεγονός της μεταφοράς στην Κωνσταντινούπολη της τιμίας Χειρός του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, που έγινε κατά τον ακόλουθο τρόπο:

 

Όταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς μετέβη στην πόλη Σεβαστή στην οποία είχε ενταφιασθεί το τίμιο λείψανο του Προδρόμου, παρέλαβε από τον τάφο τη δεξιά χείρα του Αγίου Ιωάννου και την μετέφερε στην Αντιόχεια. Δια της δεξιάς χειρός του Προδρόμου γίνονταν στην Αντιόχεια πολλά θαύματα. Λέγεται μάλιστα ότι κατά την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού ο Επίσκοπος ανύψωνε και την τιμία Χείρα. Την ώρα της ανυψώσεως άλλοτε εκτεινόταν και άλλοτε συστελλόταν. Με την έκτασή της δήλωνε ευφορία καρπών, ενώ με την συστολή δήλωνε ανέχεια και φτώχεια. Για τον λόγο αυτό πολλοί αυτοκράτορες του Βυζαντίου επιθυμούσαν να την πάρουν και, κυρίως, οι Κωνσταντίνος και Ρωμανός, οι Πορφυρογέννητοι. Έτσι, λοιπόν, κατά την περίοδο που διετέλεσαν αυτοκράτορες αυτοί οι δύο, κάποιος διάκονος της Εκκλησίας των Αντιοχέων, Ιώβ ονομαζόμενος, ένα βράδυ που κατά την παράδοση οι Χριστιανοί τελούσαν την ακολουθία του Αγιασμού, άρπαξε την αγία χείρα του Προδρόμου και την μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ο φιλόχριστος αυτοκράτορας, αφού την ασπάσθηκε με πολύ σεβασμό, την τοποθέτησε στα βασιλικά ανάκτορα.

 

Η σύναξη των πιστών, σε ανάμνηση του γεγονότος της μετακομιδής της τιμίας Χειρός του προδρόμου στην Κωνσταντινούπολη, ετελείτο στην περιοχή του Φορακίου (ή Σφωρακίου ).

 

ΠΗΓΗ : Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τ. Ιανουαρίου, σελ. 99-102.



Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

ΠΟΥΛΧΕΡΙΑ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ - 10η ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ


Αδελφή του Θεοδόσιου του μικρού, τον οποίον και διαδέχθηκε στον θρόνο. Πανδρεύθηκε τον ευσεβή Μαρκιανό (ο οποίος ευρίσκονταν σε προχωρημένη ηλικία), όμως διαφύλαξε έως την κοίμησή της τη παρθενία της. Έζησε θεοσεβή και θεοφιλή πολιτεία. ανέγειρε πολλούς ναούς, νοσοκομεία και συνεκάλεσε την εν Χαλκηδόνι 4η Οικουμενική Σύνοδο. Εν ειρήνη εξεμέτρησε το ζην. Την ευχή της να έχουμε.


ΠΗΓΗ : ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Τομ. 1, ΕΝ ΒΕΝΕΤΙΑ 1819, σ. 37.



ΒΑΡΥΨΑΒΑΣ ΜΑΡΤΥΣ - 10η ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ


Αυτός ο άγιος, αφού έλαβε το Τίμιο αίμα που έτρεξε από τη πλευρά του Χριστού - (κατ΄ άλλη αφήγηση πρόκειται για το αίμα που έτρεξε από εικόνα του Χριστού που ευρίσκονταν στη Βηρυτό την οποία εξεκέντησαν οι εβραίοι, το θαύμα ιστορεί ο Μ. Αθανάσιος) - Διαμέσου αυτού έκαμε πολλές θαυματουργικές θεραπείες. Έτσι προκάλεσε τη μήνυ των απίστων οι οποίοι τον δολοφόνησαν με ξύλα μια νύκτα. Ο τίμιος θησαυρός, το Δεσποτικό Αίμα φυλάχθηκε από τον μαθητή του αγίου. Την ευχή του να έχουμε.


ΠΗΓΗ : ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Τομ. 1, ΕΝ ΒΕΝΕΤΙΑ 1819, σ. 36.


Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2020

Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΘΙΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΚΤΙΣΤΟΣ

Δύο μεγάλων Αγίων τη μνήμη εορτάζει σήμερα η Εκκλησία, ενός Μάρτυρος και ενός Οσίου. Ο ένας είναι ο άγιος ιερομάρτυς Άνθιμος, επίσκοπος Νικομηδείας, ο άλλος είναι ο όσιος Θεόκτιστος, συνασκητής του αγίου Ευθυμίου. Ο ένας με το αίμα του κι ο άλλος με τα δάκρυα της μετανοίας του πρόσφεραν τον εαυτό τους θυσία στο Θεό. Αυτή είναι η λογική και ευάρεστη θυσία, για την οποία ομιλεί ο απόστολος Παύλος με αυτά τα λόγια σε μία του

επιστολή. "Παρακαλώ ουν υμάς, αδελφοί, διά των οικτιρμών του Θεού, παραστήσαι τα σώματα υμών θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον τω Θεώ την λογικήν λατρείαν υμών....". Δηλαδή, σας παρακαλώ, αδελφοί, με το έλεος του Θεού, να προσφέρετε τα σώματά σας ζωντανή θυσία, αγία και ευάρεστη στο Θεό. έτσι θα φανεί ότι λογικά και αληθινά λατρεύετε το Θεό. Πραγματικά, η "εν πνεύματι και αληθεία" λατρεία είναι αυτή, το αίμα των Μαρτύρων και τα δάκρυα των Οσίων.

 

ΠΗΓΗ : +ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ Λ. ΨΑΡΙΑΝΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΣΕΡΒΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΖΑΝΗΣ, ΜΙΚΡΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ, ΑΘΗΝΑΙ 1980.


Σάββατο 29 Αυγούστου 2020

ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ - 29η ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ


Ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα, μετά από τη σταύρωση του Χριστού, που είδε ο κόσμος, είναι η αποτομή της τιμίας κεφαλής του αγίου προφήτου προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου, ανάμνηση του οποίου τελεί σήμερα η Εκκλησία. Και το έγκλημα είναι τόσο μεγαλύτερο, όσο αγιώτερος ήταν ο Πρόδρομος όλων των ανθρώπων κι όσο αμαρτωλή και βρώμικη ήταν η αιτία, για την οποία ο προφήτης αποκεφαλίσθηκε. Μια άσεμνη κι αμαρτωλή γυναίκα τόλμησε να ζητήσει την κεφαλή ενός αγίου κι ένας γυναικόδουλος κι ασελγής βασιλιάς δε φοβήθηκε να διατάξει την εκτέλεση. Αλήθεια, μεγαλύτερο έγκλημα μετά τη σταύρωση δεν είδε ο κόσμος....... Γι΄ αυτό, σαν και στη Μεγάλη Παρασκευή έτσι και σήμερα, η Εκκλησία ορίζει αυστηρή νηστεία. για να θρηνούν οι χριστιανοί για τέτοιες πράξεις, που ντροπιάζουν το ανθρώπινο γένος και να θυμούνται πως μέσα στην κραιπάλη και τη μέθη των ασώτων, διαπράττονται τα μεγαλύτερα εγκλήματα. Την ευχή του να έχουμε.

ΠΗΓΗ : +ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ Λ. ΨΑΡΙΑΝΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΣΕΡΒΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΖΑΝΗΣ, ΜΙΚΡΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ, ΑΘΗΝΑΙ 1980.




Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

ΜΑΡΤΥΣ ΑΔΡΙΑΝΟΣ - 26η ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ


Ήκμασε στους χρόνους του Λικινίου (313), κατάγονταν δε από τη Ρώμη και ζούσε στη Κωνσταντινούπολη, μαζί με τον αδελφό του Δομέτιο, ο οποίος ήτο Επίσκοπος του Βυζαντίου. Επιθυμώντας να μαρτυρήσει, μετέβη στην Νικομηδεία και ήλεγξε τον Λικίνιο, λέγοντάς του ότι μάταια καταπονεί τα στρατεύματά του διώκοντας τους χριστιανούς. Βασανίστηκε ποικιλοτρόπως και στο τέλος αποκεφαλίστηκε, λαμβάνοντας το στεφάνι του μάρτυρα. Ο αδελφός του, Επίσκοπος Δομέτιος, ενεταφίασε το άγιο λείψανό του στην Αργυρούπολη. Την ευχή του να έχουμε.

ΠΗΓΗ : Κ.Χ.ΔΟΥΚΑΚΗ, ΜΕΓΑΣ ΣΥΝAΞΑΡΙΣΤΗΣ, ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ, ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1894, σ. 327.



ΜΑΡΤΥΣ ΑΔΡΙΑΝΟΣ ΚΑΙ ΝΑΤΑΛΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΑΘΛΗΣΑΝΤΕΣ ΜΕΤ΄ΑΥΤΩΝ 23 ΜΑΡΤΥΡΕΣ - 26η ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ


Στους χρόνους των διωγμών του αυτοκράτορα Μαξιμιανού (286-305), οι σύζυγοι ο Αδριανός και η Ναταλία, κρύφτηκαν μαζί με άλλους χριστιανούς σε σπηλιές που βρίσκονταν σε βουνά. Εκεί συνελήφθησαν μαζί με άλλους 23 χριστιανούς και υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια. Ο Αδριανός, ξυλοκοπήθηκε άγρια και του απέκοψαν τα πόδια και τα χέρια, αφού πρώτα τον τοποθέτησαν πάνω σε άκμονα. Η γυναίκα του παρευρέθηκε στο μαρτύριο, δίδοντας του θάρρος και βοήθησε τον δήμιο στο αποτρόπαιο έργο του, προκειμένου να υποφέρει λιγότερο ο Αδριανός. Ακολούθως, πέταξαν τα άγια λείψανά του στην πυρά. Η Ναταλία κατάφερε να διασώσει ένα χέρι του, το οποίο κατόπιν το άλειψε με μύρο και αρώματα. Την ώρα της καύσης των χριστιανών, έπεσε ισχυρή βροχή και έσβησε η φωτιά. Τότε ο Ευσέβιος, μάζεψε τα μαρτυρικά άγια λείψανα και τα μετέφερε στην Αργυρούπολη, όπου και τα ενεταφίασε. Εκεί μετακόμισε και η αγία Ναταλία, έζησε ειρηνικά τον υπόλοιπο βίο της και ενταφιάστηκε πλάι στα άγια λείψανα των μαρτύρων. Την ευχή τους να έχουμε.

ΠΗΓΗ : ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΔΑΜΙΓΟΥ, ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ, ΑΘΗΝΑ 1996, σ. 16.



Κυριακή 23 Αυγούστου 2020

ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΛΟΥΓΔΟΥΝΟΥ - 23η ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ


Ήκμασε στους χρόνους του Μάρκου Αυρηλίου, χρηματίσας επίσκοπος Λουγδούνου (Λυών της Γαλλίας). Ήτο συγγραφεύς σπουδαίων χριστιανικών πονημάτων. Διαδέχθηκε στην επισκοπή του τον μάρτυρα Ποθεινό, και κατάφερε να λυτρώσει πολλούς Έλληνες από την πλάνη των ειδώλων. επίσης οδήγησε πολλούς μάρτυρες στον Χριστό για την πίστη τους. Κατά τον Μελέτιο, γεννήθηκε στη Σμύρνη και εχρημάτισε μαθητής των Πολυκάρπου και Παπίου που ήτο μαθητές του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Στα τέλη της βασιλείας του Σεβήρου αποκεφαλίστηκε και έλαβε το στεφάνι του μάρτυρα. Την ευχή του να έχουμε.

ΠΗΓΗ : Κ.Χ.ΔΟΥΚΑΚΗ, ΜΕΓΑΣ ΣΥΝAΞΑΡΙΣΤΗΣ, ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ, ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1894, σ. 309.