Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022

ΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ


Τα χαρίσματα ήταν έθιμο της λαϊκής μας παράδοσης και είχε σχέση με το χτίσιμο του σπιτιού .Το χτίσιμο ξεκινούσε με θυσία του κόκορα στα θεμέλια του σπιτιού και έκλεινε με τον αγιασμό όταν ήταν έτοιμο για να μπει η οικογένεια μέσα. 

Ενδιάμεσα αυτών των δυο και όταν το σπίτι έφτανε στη σκεπή  και πριν την τοποθέτηση των κεραμιδιών, ήταν τα χαρίσματα (δώρα) για τους μαστόρους . Το έθιμο είναι πολύ παλιό και απαντάτε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας . Αναφέρεται ακόμη και στην εποχή του Βυζαντίου. Το μετέφεραν τα μπουλούκια . Τα μπουλούκια αποτελούνταν όχι μόνο από τους χτίστες αλλά και από τους νταμαδόρους , που έβγαζαν την πέτρα ,τους πελεκυτές  της πέτρας , τους μεταφορείς με τα μουλάρια τους , τα μαχτήδια κ.α. , Αν ο νοικοκύρης ήταν τσιγκούνης και δεν έδινε δώρα ή δεν τους κερνούσε  τσίπουρο , ρακή  ή κρασί ,τον περνούσαν από γενεές δεκατέσσερεις με βρισιές και σχόλια , που δεν καταλάβαινε γιατί μιλούσαν τη δική τους γλώσσα , τη μαστορική .

 Ο πρωτομάστορας έστεινε έναν ξύλινο σταυρό προς την ανατολή και ένα ξύλινο  φλάμπουρο πάνω στο οποίο κρεμούσε τα δώρα των νοικοκυρέων , των συγγενών και των γειτόνων  του χωριού . Ήταν συνήθως μαντήλια απαραίτητα στο σκούπισμα του ιδρώτα των χτιστών.

Ο πρωτομάστορας φώναζε από ψηλά να ακουστεί σε όλο το χωριό το όνομα του δωρητή και διάφορα παινέματα για το δώρο .

Στην περιοχή του Χρυσοβεργίου υπήρχε στα χείλη των παλιών η φράση ,για κάποιον που φώναζε δυνατά , τι φωνάζει έτσι αυτός τα χαρίσματα λέει ! 

Στην πορεία πήρε άλλες μόρφες . Στο χτίσιμο του δημοτικού σχολείου την δεκαετία του τριάντα ,οι γυναίκες του χωριού , εκ περιτροπής,  μαγείρευαν για τους μαστόρους . Ένα είδος προσφοράς δηλαδή σχετικό με τα χαρίσματα .Το έθιμο υπήρχε και στην ευρύτερη περιοχή του Μεσολογγίου  για το οποίο  ο Κ. Παλαμάς έχει γράψει και το
σχετικό ποίημα .


Μάστορα, καλορίζικο το νιοχτισμένο σπίτι !
Μ' ανθόκλαδα το στόλισες κι' απάνου ειν' η κορφη του
τριγυριστή με φλάμπουρα και χτυπητά σινιάλα
λογής-λογής τα καρτεράς της γειτονιάς τα δώρα ,
μέσα απ' το ψήλος της σκεπής να ο βροντοφωνάξης.
Κι εγώ σου στέλνω χάρισμα μαντήλι κεντημένο
με της καρδιάς το μάλαμα, του πόθου το μετάξι .
που κέντησα τον έρωτα τον πετροκαταλύτη ,
τον έρωτα που χύμηξε μέσα από μαύρα μάτια 
τα μάτια της Παρασκεύης , της ώριας ψυχοκόρης.
της σκλάβας , που είν' ασκλάβωτη και ψυχικό δεν κάνει .
Μάστορ', ανέβα στο γιαπί και κράξε απ' την κορφή του:
Χίλια καλώς μας όρισε , παιδί ,το χαρισμά σου
να κάμει ο θεός κι Παναγιά κατά το θέλημά σου
 κι' η ψυχοκορ' η απόνετη να σε ψυχοπονέση !
Θα το γρικήσ' η γειτονιά, θα το βουίξ η χώρα ,
τα περιβόλια στ΄ Αντλικό , στο Μισολόγγι οι μώλοι
και στο γιβάρι του ο ψαράς τραγούδι θα το κάμει .
Θα σκάσουν οι αδερφάδες μου κι΄ η μάνα μου κι΄ ο κύρης,
Παρασκευή , θ' αλαφιαστής κι΄ από θυμό θ΄ ανάψεις 
και θα τρανέψ' η φλόγα μου κι' αντάμα κι' η ομορφιά σου 

 

Κείμενο βασιμένο σε άρθρο του Κώνστα 

          φώτο από διαδύκτιο