Με το ξέσπασμα της κρίσης, ξέσπασε και μια καταπιεσμένη(;) οργή κατά του νεοφιλελευθερισμού. Το κωλοσύστημα από τη μια, η πουστροϊδεολογία από την άλλη, το απάνθρωπο παράδειγμα από δω, η αποθέωση της αγοράς και το πνίξιμο της ανθρωπότητας από κει.
Κατεστραμμένοι μικρομεσαίοι, προβληματισμένοι διανοούμενοι, καθιστοί και ακάθιστοι ριζοσπάστες και, σε πολύ μικρότερη ένταση, απεγνωσμένοι εργάτες, όλοι με μια φωνή, σιχτιρίζαμε το μπάσταρδο τέκνο του Φριντμαν. Από μια άποψη, η κρίση, δηλ., η κρίση του νεοφιλελευθερισμού μας έκανε καλό. Εγκυκλοπαιδικό καλό. Η αγορά (!!!) των ιδεών πλημμύρισε με σχετικές αναλύσεις και βιβλία. Και, εξαιτίας του αγαπημένου τέκνου του νεοφιλελευθερισμού, δηλ. του διαδικτύου, μπορέσαμε και μάθαμε πολλά.
Περισσότερος νεοφιλελευθερισμός. Αυτό το έμαθε από πρώτο χέρι ο Βαρουφάκης. Και ο Τσακαλώτος. Όσο για τον Λαπαβίτσα, αυτός έμεινε με τον απόηχο του ύμνου του ΕΑΜ.
Σε μια ενδιαφέρουσα εργασία του (Never Let a Serious Crisis Go to Waste: How Neoliberalism Survived the Financial Meltdown), ο Philip Mirowski (PM) υποστηρίζει ότι όλοι εμείς οι κριτικοί του νεοφιλελευθερισμού δεν κατανοήσαμε την αληθινή του φύση. Σιχτιρίζαμε και οι παίκτες συνέχιζαν την αγαπημένη τους καταλήστευση.
Ο PM θεωρεί ότι 3 είναι τα στοιχεία του νεοφιλελευθερισμού που δεν μπορέσαμε να κατανοήσουμε: 1. Την ιστορία της διανοητικής του εξέλιξης, 2. Τον τρόπο με τον οποίο εισχώρησε και μετασχημάτισε την καθημερινότητά μας, και 3. Τι συνιστά μια ουσιαστική αντίπαλη θέση.
Εν αρχή ην ο ιδεολογικός πόλεμος.
Η αριστερά έμεινε στα στερεότυπα Φρίντμαν – τι ωραία που θα ήταν η ζωή αν η κυβέρνηση μας άφηνε ελεύθερους να διαλέγουμε το τί θέλουμε; Αν το κράτος εξέλειπε και όλοι μας κάναμε αυτό θέλαμε και είμαστε ικανοί να κάνουμε. Αλλά οι νεοφιλελεύθεροι ήξεραν τα πράγματα καλύτερα. Πρώτα από όλα ήξεραν ότι οι αγορές δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς να είναι ενσωματωμένες σε ευρύτερους θεσμούς. Και δεν θέλησαν ποτέ να εξαλείψουν το κράτος. Απλώς ήθελαν να το φέρουν στα μέτρα τους.
Αν και είναι ιδιαίτερα καυστικός προς την αριστερά εξ αιτίας της αδυναμίας να κατανοήσει αυτά τα απλά πράγματα, αναγνωρίζει ότι ι νεοφιλελεύθεροι μπόρεσαν να καλύψουν αποτελεσματικά τον πραγματικό τους στόχο (παρομοιάζει την όλη δομή του νεοφιλελεύθερου πρότζεκτ με μπαμπούσκα, όπου το κεντρικό της κομμάτι έχει όλο το ζουμί, καλά κρυμμένο από τη δημόσια θέα). Άφησαν τους ακαδημαϊκούς να ψάλλουν τα ευαγγέλια και έδωσαν σε άλλους να κάνουν την ουσιαστική δουλειά.
Και την ίδια στιγμή που έδιναν τα ρέστα τους από τα πάνω, κατάφεραν να εμπεδώσουν τις αρχές τους και στα από κάτω, ενισχυμένοι από την καθημερινότητα μας: το Facebook που μας ενθαρρύνει να βλέπουμε τους εαυτούς μας ως επιχειρηματίες του πολιτισμού που παλεύουν να δώσουν στον κόσμομια καινούργια και καλύτερη εκδοχή τους. Το LinkedIn που μας ωθεί να παρουσιαζόμαστε με απύθμενη δουλικότητα ως ένα απίθανο πακέτο δυνατοτήτων, προσαρμόσιμο στις απαιτήσεις του κάθε εργοδότη. Και τα λοιπά.
Για τον PM, ενώ ο κλασικός φιλελευθερισμός θεωρούσε την ατομικότητα ως τη βασική του μονάδα, ο νεοφιλελευθερισμός βλέπει τον άνθρωπο απλά ως ένα μονίμως διαθέσιμο και μεταβαλλόμενο κεφάλαιο χωρίς μόνιμα ενδιαφέροντα και χωρίς κάποιο χαρακτηριστικό που να μην μπορεί να ανακατασκευαστεί μέσω των μηχανισμών της αγοράς. Είναι αυτή η διείσδυση στην καθημερινότητα που επέτρεψε την θριαμβευτική του επάνοδο μετά την κρίση.