Τα τελευταία χρόνια, άρχισα να αναγνωρίζω κάπως τα δέντρα της πόλης μου, ξέρω την συμπεριφορά τους, την μορφή που παίρνουν για να προφυλαχθούν από το κρύο του χειμώνα, περιμένω με λαχτάρα την ανθοφορία τους την άνοιξη, τα φούξια λουλουδάκια της κουτσουπιάς, ή τα μωβ λουλουδιαστά τσαμπιά της γλυτσίνας.
Κάπως έτσι άρχισα να αναγνωρίζω κάποια είδη πουλιών, όπως ας πούμε την σταχτοκουρούνα που επισκέπτεται πάρα πολύ συχνά το μπαλκόνι μου, συνήθως για να μου αφήσει το δώρο της που είναι κάποιο κέλυφος από καρύδια. Σήμερα, μια κουρούνα κρατούσε σφιχτά στο ράμφος ένα καρύδι, δεν ξέρω από πόσο μακριά το είχε μεταφέρει, το οποίο και άφηνε με δύναμη να πέσει κάτω και το ξανασήκωνε με το ράμφος της, για να το ξαναπετάξει, υποθέτω με σκοπό να σπάσει το κέλυφος και να εμφανιστεί ο επιθυμητός μεζές.
Ένα άλλο πανέμορφο πουλί που το είχα χάσει αλλά επανεμφανίστηκε ξαναρχίζοντας τις επισκέψεις προς μεγάλη μου χαρά τις τελευταίες μέρες, είναι μια ασπρόμαυρη, πάρα πολύ όμορφη και καμαρωτή καρακάξα, με την ευθυτενή μακριά ουρά της που παίρνει πόζες στο πιο ψηλό σημείο στο γειτονικό περβάζι μια που εκεί βρίσκει ανενόχλητη την ησυχία.
Πιάνω τον εαυτό μου να χαίρεται αυτά τα υπέροχα είδη της φύσης έστω σε μικρές δόσεις ενώ μέσα μου και ερήμην μου, παλεύουν η εσωστρέφεια με την εξωστρέφεια για το ποιός θα βγει ο νικητής. Το βραβείο παίρνει πάντα η εσωστρέφεια η οποία κάνει μια χαρά τη δουλειά της μέχρι να κουραστεί, οπότε την σκυτάλη παίρνει η εξωστρέφεια όχι για να απλώσει ένα χέρι βοήθειας αλλά για να κάνει την προσωπική της κριτική ως προς το ότι αδυνατώ να κρατήσω τις ισορροπίες.