Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γερτρούδης μίμηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γερτρούδης μίμηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 17 Αυγούστου 2017

Σημείωμα στον άδειο δρόμο

Θελκτική πόλη του Αυγούστου 

Μου μαθαίνεις πως για να γράψω καλά θα πρέπει να κάνω παρέα με τη μοναξιά μου χωρίς να φοβάμαι και να διαμαρτύρομαι - 

Και παράδοξη μου μαθαίνεις πως για να γράψω και να διαβάσω θα πρέπει να μονιάσω, να κουρνιάσω μπρος στο πλήθος βαθιά μέσα στη νύχτα - 

Ασφαλής ερημιά η δική σου -

Σ'αγαπάει ολόκληρη η υφήλιος. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Για μένα τα ούτια σου έγιναν η εικόνα σου. Στα προάστια οι άνδρες δροσίζονται με το γεμάτο σώμα στην αγκαλιά τους.

Θελκτική πόλη του Αυγούστου, σε διατρέχει ο ποταμός που πνίγει τις νοσταλγίες θάλασσές μας. 

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

Το αμύγδαλο

Και βέβαια όσο πλησιάζουμε το Παρίσι τόσο πληθαίνουμε μέσα στο τρένο. Λιγοστεύουν οι θέσεις. Κόλλησα στο παράθυρο. Αναζήτηση των εκτάσεων που ανοίγονται - ακόμη και τις πινακίδες και τα σήματα μέσα στις κωμοπόλεις δεν έχω την υπομονή να τις διαβάσω. Αχ γράφω πάλι με τα μάγουλα που καίνε από την κούραση (γλυκιά, που προήλθε από περπάτημα και προσοχή στον άλλον... Στον καθεδρικό, ο ξεναγός μάς εξήγησε το βιτρώ όπου ο Χριστός αφηγείται στους Φαρισαίους την παραβολή για τον Καλό Σαμαρείτη - τι θα πει ο πλησίος) και γράφω επίσης με μια ασίγαστη, περήφανη κι ανυπόταχτη γενναιοδωρία για τις μέρες. Δεμένη από παντού κι από πουθενά. Σούρουπο, νυχτώνει. Νιώθω πως βρίσκομαι στις κορυφές διάφορων γλωσσών με μια καινούρια ευελιξία που μου επιτρέπει να κινούμαι αναμεταξύ τους. Δύναμη λες και μέσα μου κάτι παίρνει μορφή. Δεν το είπα καλά: στην κορυφή των δυνάμεων, κι αυτές στην υπηρεσία όχι τόσο της γραφής αλλά της ζωής. Αλλά αν πάρεις το ένα από το άλλο αυτόματα τα δυο θ'αποδυναμωθούν. Πυρήνας (όλων, σκέφτηκε όπως διάβαζε τα βιτρώ, από κάτω προς τα πάνω) ο πειρασμός (μια βλοσυρή κυρία την κοιτούσε στο τρένο και μια δροσερή κοπέλα την ζωγράφιζε: τι συστήνει την επιθυμία; Να θέλεις να πιάσεις τον άλλον ή να τρέμεις στην ιδέα;). Πυρήνας ο πειρασμός. Στη δυτική είσοδο του καθεδρικού ο Χριστός κάθεται μέσα σ'ένα α μ ύ γ δ α λ ο. Ή αλλιώς 'δόξα' στην γλώσσα της εικονογραφίας. Ο ξεναγός μάς εξήγησε τι θα πει gloire. Όχι χρήματα, όχι φήμη, μα "aura". Έφερε το παράδειγμα ενός ηθοποιού που  γεμίζει τη σκηνή κι άνοιξε τα χέρια κάνοντας ένα βήμα μπρος προς τα εμάς κι εγώ έφερα το παράδειγμα της καρδιάς.
Εκδρομή.
Ποτέ δεν είπα ψέματα.

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

Ημερολόγιο

11 Σεπτεμβρίου 2016
Παρίσι
23 χρόνων

This world will no longer concern you…
(William Blake quoted in Dead Man )
Καλησπέρα. Η ώρα είναι εννιά και μισή το βράδυ. Έχει πλέον νυχτώσει αλλά είναι φρέσκο ακόμη το χρώμα. Κάθομαι μπροστά από το παράθυρο που βλέπει στο εσωτερικό, μεταξύ των πολυκατοικιών. Ακούω τις ομιλίες των ενοίκων. Από το άλλο παράθυρο, ο ήχος που κάνουν τα μαχαιροπίρουνα, και μια ελαφριά μουσική. Ξέρω πως ξοδεύω τη ζωή μου με το facebook και το αφηρημένο σκλοράρισμα, όμως απόψε δεν θα στενοχωρηθώ. Ο εφιάλτης των ημερών, οι «τρομοκράτες». Συνέλαβαν τρεις γυναίκες που σχεδίαζαν να «χτυπήσουν» την Gare de Lyon. Αφορμή ένα φορτηγάκι χωρίς πινακίδες κοντά στην Παναγία των Παρισίων. Μετέφερε φιάλες πετρογκάζ. Δίνω το στίγμα των ημερών. Χάσιμο χρόνου και φόβος - και η όμορφη πόλη των γειτόνων. 

Στο φούρνο έχω ένα κοτόπουλο - συνταγή υποτίθεται à la provençale, αν και μου λείπουν τα μυρωδικά (δεν βρήκα θυμάρι και rosemary στο Franprix). Μία κόκκινη πιπεριά, γενναίες δόσεις από τα κρεμμύδια αυτά τα μικρά τα ιδιαίτερα της Βρετάννης, ντομάτα, αλάτι, πιπέρι. Για το μεσημεριανό μου αύριο, θα το συνοδέψω με κους κους με σταφίδες. 

  - ‘’ - ‘’ - 


Να μην αμελώ να γράφω ακόμη κι όταν είμαι μουρτζούφλα. Κάθομαι με δυο προηγούμενα τετράδια πάνω στα πόδια μου (2015 και 2013). Θησαυρός, ακόμη κι αν το κείμενο ατόφιο δεν κομίζει μια νέα λογοτεχνία. Δεν έχει σημασία. Ίσως στην περίπτωση αυτή, των γραμμάτων και των τετραδίων, να έχει σημασία η κατάθεση, ή το ξόδεμα του μελανιού και του χαρτιού. Το ένα χαρτί πάνω στο άλλο, με το που στεγνώνει το μελάνι. Και στο τέλος δεν μένει παρά η ανησυχία για τον χρόνο που περνά και η ημερολογιακή ένταση. 

  - ‘’ - ‘’ -

Πολύ μικρή η ζωή. Σκέφτομαι αυτά τα δοκίμια που θέλω να γράψω: θα πρέπει το θέμα να με συνταράζει, αλλιώς δεν θα είναι καλά. Κι έτσι σκέφτομαι, λοιπόν, πως έναν άξονα θεματικό που δεν θα βαριόμουν εύκολα είναι η αγάπη που είχα κι η νοσταλγία γι’αυτά που ποτέ δεν κάναμε. Σ’όλα τα τετράδια το ίδιο. H καταραμένη στιγμή της άρθρωσης με φυλάκισε μέσα σ’ένα συναίσθημα ολοκληρωτικά…

 μέχρι που συναισθηματοποιήθηκες για μένα ολόκληρο

(Να τι λείπει στο δωμάτιο - όλο το απόγευμα τακτοποιούσα τα βιβλία που έφερα από το Λονδίνο, τα ρούχα θα τα κάνω απ’αύριο. Λείπει ο ΚΑΒΑΦΗΣ. Θα σκέφτηκα πως θα τα βρω όλα στο πολύ ενημερωμένο σάιτ, mais ce n’est pas la même chose). 

Τον νοσταλγώ ακόμα. Πολύ περίεργο. 

(Με ποιον πρόσφατα έτυχε και συζητήσαμε μια promiscuity; Α, με τον Zach, τον Αμερικάνο συμφοιτητή μου από το Λονδίνο που’ρθε ταξίδι στο Παρίσι για το σ/κ. Κι εκείνος είχε αγαπήσει τον πρώην του πολύ, και συνεχίζει να ζει κανονικά, να βρίσκεται με ραντεβού από το tinder, κλπ.). 

Μελάνι. Ας το πούμε έτσι. Γράφω γιατί θ έ λ ω αυτή την κατευναστική κι άγρια ροή. Γράφω με ορμή, αλλά και με φόβο. Αν μη τι άλλο, δεν γράφω με δόλο ή -προς θεού- με μισή καρδιά. Γράφω χωρίς σχέδιο. Γράφω με τη λαχτάρα μου. Γράφω γιατί είμαι δω κι είχα πει πως εδώ θα γράφω. Γράφω γιατί είμαι μόνη. Γιατί νοσταλγώ προς χίλιες δυο κατευθύνσεις - τις ζωές που γνώρισα κι αυτές που φαντασιώνομαι. Ευτυχώς ισορροπώ μεταξύ τους. Γράφω γιατί τα παιδικά μου χρόνια (τι άδικη έκφραση μέσα στη banalité της) ήταν άπλετα ευτυχισμένα. Τώρα που μαγείρευα σκεφτόμουν τα βράδια με την Ντίνα στον 3ο. Η γιαγιά μάς τηγάνιζε αυγά, ο παππούς πρώτα θα μας ρωτούσε τι θέλαμε για βραδινό. Μέχρι να ετοιμαστούν, καθόμασταν στην τηλεόραση - κι έπειτα σηκωνόμασταν και καθόμασταν οι τέσσερίς μας στο τραπέζι, μια άλλη, μια ακόμη, μια οικογένεια. Παππού μου, τι βασίλειο μάς χάρισες. Ροδάκινα, βερίκοκα, αχλάδια, ελιές, το χέρι σου στο άκακο στόμα της Μπλόντι, γελάει, λες, το σκυλί όταν ανοίγει τις σιαγόνες του κι αυτό το κατακόρυφο χαμόγελο μού παίρνει καιρό να το αντιληφθώ μα άπαξ και το δω, ναι, το σκυλί μού χαμογελάει.  Κουνάει, βρε, την ουρά του. Χαίρεται. Δες τη μουσούδα του, είναι υγρή; Αυτό σημαίνει πως είναι υγιές. Και τι φόβος από τότε άμα τύχει κι η μουσούδα της είναι λιγότερο υγρή. Παππού, η μουσούδα είναι υγρή τώρα; Μήπως είναι ξερή; Δεν ήταν πολύ υγρή. Αλλά ο παππούς μου’πε πως ήταν εντάξει. 

«Η σάκα γι’αύριο έκλεισε;» 
Εδώ δεν γράφω με ορμή, μα με προσοχή. Να καταγράψω με ακρίβεια τον τρόπο. Μάλλον: «η σάκα για αύριο έκλεισε;». Δεν έκανε εκθλείψεις φωνηέντων, δεν θα έσυρε το λόγο χωρίς λόγο. Κι εκεί η κυριολεξία της αδερφής μου πόσο διέφερε από τη δική μου. Η Ντίνα είχε κουμπώσει το κουμπί της τετράγωνης τσάντας της (με το χαρακτηριστικό κλικ της) κι έτσι περήφανη έλεγε πως ναι, είχει κλείσει η τσάντα κι ήταν έτοιμη για «αύριο» («για την επομένη» ίσως να πούμε τώρα, στη δεύτερη κάμαρη του χρόνου). Στο γραφείο μου, από την άλλη, τα βιβλία και τα τετράδια ήταν αραδιαστά, θα τελείωνα και την τελευταία άσκηση αφού γυρνούσαμε στο σπίτι, και θα τα’βαζα όλα πραγματικά μέσα στην τσάντα το επόμενο πρωί, πριν ίσως απ’το πρωινό. Μα κατά κάποιον τρόπο (κατά κάποιο σχήμα λόγου) η τσάντα είχε ήδη κλείσει, κι αφού ήμουν έτοιμη για την αυριανή μέρα μαθημάτων απαντούσα κι εγώ με την κατάφαση της Ντίνας, όχι όμως χωρίς μια ελαφριά, σταθερή ενόχληση πως δεν απαντούσα όσο ίσια όσο η αδερφή μου. 

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Delilah, 5/11/16

Η τρέλα: να γυρνάς γύρω από το σπίτι σου, με την κουκούλα επειδή βρέχει, να καβαλάς ένα ποδήλατο με το φόρεμα έτοιμη να φτάσεις ως το Οdeon και να το μετανιώνεις, και τελικά να κάνεις το γύρο του σπιτιού σου μέχρι την επόμενη στάση Velib. Tους μπερδεύω όλους, και προσπαθώ όλους να τους ευχαριστήσω αλλά, sois sûre, τα κάνω όλα για μένα και την ευχαρίστησή μου. Και μ'ευχαρίστηση εννοώ τον ΤΡΟΠΟ ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ Μ'ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΔΙΝΩ. Και τώρα, στο framboise μου φόρεμα, το κρασί μου και το κραγιόν, δέκα και μισή το βράδυ, π ε ρ ι μ έ ν ο ν τ α ς λες και δεν έχω περιμένει ποτέ στο παρελθόν, κάθομαι να γράψω. Και τι γράφω; Κουκίδες που δεν τολμώ να ξαναδιαβάσω.

  Πρόλογος. 
  Ισχνά κείμενα.

Αν μπορούσε κάποιος να σηκώσει την μπάρα... Γιατί να υπάρχουν πράματα που δεν μπορώ να πω; Οι βαθιές ώρες. Η γραφή που γυρίζει, γυρίζει, γύρω από τον εαυτό της - κατασκευάζω μια τρέλα. Η προδιάθεσή μου ίσως να'ναι άλλη. Αλλά από την ώρα που συνδέεις το χέρι σου σ'αυτήν την τρέλα (στο κολυβογράφημα που κατορθώνω και που ονομάζω 'γραφή'!) δεν υπάρχει άλλος τρόπος. 

Δεν ξέρω να κάνω πολλά πράματα. Ξέρω να δίνω και ξέρω να περιμένω. Ξέρω να συναναστρέφομαι με τρόπο που αναφλέγεται. Ή ίσως κι όχι - με μια ησυχία που δεν οδηγεί πουθενά.

Σκεφτόμουν όμως... Πόσο σπουδαία αυτά που δεν οδηγούν πουθενά. Που από τη φύση τους δεν έχουν άλλο τέλος παρά την αυτανάφλεξη. Ναι, γι'αυτό πρόκειται. Χίλιοι καθρέφτες τοποθετημένοι με μία μοίρα διαφορά. Δεν το θέλεις μα να το είδωλο το δικό σου ξένο πολύ. Δεν βοηθώ κανέναν... Δεν χρησιμεύω... Για ελάχιστα υπάρχω. Μα αυτό το ελάχιστο! Καλέ μου θεέ. Θεά. Ίσως να'ναι θεά, και να καταλαβαίνει - αυτό το ελάχιστο... Πωπωπω. Θεός φυλάξοι. Αυτό εξηγεί την αυτανάφλεξη. Δεν μπορώ να βοηθήσω μόνο με τον τρόπο του υπαινιγμού. Ξέρεις, φίλη, ίσως αυτό. Εγώ τότε, εγώ τώρα, εσύ. Ναι, όχι, δεν λέω κάτι απόψε. Κάτι θα φταίει. Μα αυτό το μπερδεψούρι το προτιμώ από την άδεια σελίδα ή από την γυναίκα που περιμένει και δεν γράφει. 

    Θα πεις για αίμα τώρα, θα πεις για τραγωδία. Έρχεται. 

Ναι! Ίσως να'χω στο αίμα μου την τραγωδία, ε θεά μου; Η αυτανάφλεξη όταν είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο γίνονται τα πράματα οδηγεί στην τραγωδία. 

   Τι θα πει "τραγωδία"; 

Μεγάλη στενοχώρια.

  Αυτό, έτσι απλά; 

Δεν βλέπω κάτι άλλο... Μεγάλη, αβάσταχτη. 

  Και το ν'απολαμβάνεις (κρυφά ή φανερά) αυτή τη μεγάλη στενοχώρια αναιρεί τη τραγωδία; 

Προς θεού! Υπάρχει πολλή απόλαυση στην τραγωδία.

  Αυτό ενδιαφέρον. 

Μα βέβαια. Η τραγωδία είναι το πεπρωμένο που αποζητάμε.

  Κάπου το γράφει η Lispector. Από νωρίς είχα την αίσθηση πως η ζωή μου είναι καταδικασμένη. Συμφωνώ απόλυτα. 

Και γιατί η τραγωδία σου φανερώνεται σε σχέση με τους άνδρες; 

 Σε σχέση με τον έρωτα, όχι με τους άνδρες μόνο. Βασικά τι συζητάμε! Ο έρωτας είναι ο πρωταγωνιστής της τραγωδίας. Δεν αυτά τα φοβερά "ωμέγα", τι οδύνη, τι ηδονή. 

Κι αν δεν ήσουν Ελληνίδα, ας πούμε; Πιστεύεις πως θα είχες την ίδια αίσθηση της τραγωδίας, του πεπρωμένου; 

    Μα τι συνέντευξη (τι παράνοια, τι μονόλογος με φωνές)! Δεν νομίζω πως έχει να κάνει ("έχει να κάνει"...) με την ελληνικότητα. Με την Ασία έχει να κάνει, μ'αυτή τουλάχιστον την όψη της ελληνικότητας. Με τα  άκρα. Με τη νοσταλγία. Τη γεωγραφία. Τα παράλια. Δεν θέλω  να μιλάω λες και μιλώ για χαμένες πατρίδες, αλλά ίσως ασυναίσθητα να υπεισέρχεται κι αυτό. Η τραγικότητα στην ουσία μ'έχει βοηθήσει πολύ στη ζωή. Γενικά νιώθω πολύ ισορροπημένη. Σκέφτομαι τελευταία την επιρροή που μου ασκεί από μικρή (γράφω γιατί περιμένω - γράφω όσο περιμένω) η ιδέα των "παθών". Θα'λεγε η γιαγιά μου για κάποιον: "ήταν άνθρωπος με πάθη". Ή θα έπινε πολύ ή θα είχε πολλές γυναίκες ή άνδρες. Αναρωτιέμαι αν, κι εγώ, σε μια πιο παραδοσιακή κοινωνία θα χαρακτηριζόμουν ως "άνθρωπος με πάθη". Τι υπέροχη λέξη, το ρήμα "παθαίνω". Μοιάζει ενεργητικό κι όμως είναι απόλυτα παθητικό. Υφίσταμαι. Το πιο σημαντικό ρήμα στην αποψινή μου μυθολογία (θα γράφω όσο περιμένω - μέχρι να κοπεί ξαφνικά το νήμα και να το ξαναπιάσω αύριο, μεθαύριο...). "Παθαίνω". "Παθαίνομαι", όπως αστειευόμαστε με τους φίλους. Αλίμονο, τραγωδία κι ορθοδοξία μαζί, τι μας δόθηκε. Και χωρίς να γνωρίζω ούτε το ένα ούτε τ'άλλο νιώθω πως τα'χω συνάξει όλα. Beauty goes with pity, είχε πει σε μια διάλεξή του στο Cornell o Nabokov. Επειδή η ομορφιά είναι παροδική. Κι ίσως - ίσως αυτή να'ναι η προσωπική μου τραγωδία που φυσικά δεν έχω τολμήσει να διατυπώσω. Αυτή η αυτανάφλεξη που την στιγμή που συμβαίνει είναι ό,τι πιο εξαίσιο υπάρχει. Τραγικός είναι στην τραγωδία κάποιος που δεν ξέρει (μαθαίναμε στο σχολείο). Εγώ νομίζω πως τραγικός είναι κάποιος που ξέρει - αχ πόσο ξέρει. Και βέβαια έχει την έπαρση που νομίζει πως μπορεί να διατηρεί λόγω αυτής της γνώσης - λες κι οι άλλοι δεν ξέρουν. Παίζω απόψε με τις λέξεις λες κι είναι κύβοι. Χοντροκομμένοι και μ'ορθές γωνίες. 

Κουράστηκα να γράφω: lasse d'espérer. Lasse de désespérer επίσης. Πάω και κουρνιάζω. Κι αν μου πεις πως πρέπει να βγω στη γύρα πάλι θα λιγοθυμήσω (καιρό ήθελα να το γράψω με 'γάμα'). Κι αυτή τη λιποθυμία, δεν την έχω δει να μιλιέται πουθενά. Πέρα από το lasse d'espérer του Camus, και τις ακακίες φυσικά της Clarice Lispector, πουθενά. Και θα το ήθελα - από τις γυναίκες - να το δω.

Δεν έχω πολλά...

Δεν έχω πολλά.... 

Ο κόσμος σαν να το ξέρει και δεν μου ζητά πολλά. 

Γράφω αδρά διότι δεν μπορώ αλλιώς. Αν είχα ταλέντο θα'γραφα avec souplesse. 

Αυτό το γράψιμο πήρε μισή ώρα. Μισή ώρα αυτή η αρχή του τετραδίου. Αναμονή, αυτό. Κι οι λέξεις που δεν έχουμε - άλλοι τις είχαν. Δώσε μου δυο κύβους και θα παίξω μαζί τους και θα σου γράψω όσο πιο απ'την ψυχή μου μπορώ.

Blues for the orient.

Δεν έγραφα πάντα από το στομάχι. Καινούρια μόδα αυτή. Τι τρόπος να εγκαινιάσω τους μήνες Νοέμβρη - Δεκέμβρη. Σαν μεταξοσκώληκας. Κλεισμένη και με προσωπικό κόστος. Έχω αποθρασυνθεί στις παρομοιώσεις μου - δεν έχω δει τ ί π ο τ ε και θέλω και παρομοιώσεις. Αυτή η αναμονή θα με σκοτώσει όπου να'ναι. Προσπαθώ να σέβομαι τους άνδρες -έχω καταλάβει πως η λύπη τούς έρχεται ως μεγαλύερο σοκ. Αλλά δεν είμαι σίγουρη πως καταλαβαίνω τι διακυβεύεται. Άλλο η Φαίδρα κι άλλο ο Ιππόλυτος το χαζοχαρούμενο. 

  Αλέγρα! Αλέγρα να είσαι! Τι το θέλεις να βαρύνεις, dear darling; Αυτό το διαμέρισμα σου, έξοχο, και φιλόξενο, αλλά πρόλαβες ήδη να το ποτίσεις με την προσμονή σου. Ώρες κι άκαρπη μοναξιά. Νεότητα που δεν αντέχεται.

"Φεύγω από το σπίτι. Δεν είναι αργά για σένα; Έρχομαι".

Πολύ νέα και πολύ μεγάλη μαζί. Ηλικία: η αρχαιότητα μέσα στη λέξη.

  Βλέπεις, μόνο να αισθάνεσαι τον χρόνο μερικών λέξεων ξέρεις. 

"Δεν είναι αργά για σένα;" 

Και το ραδιόφωνο δώσ'του να παίζει πορτογαλέζικα. 


Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2017

για την Ισπανία

La tristesse, la monotonie des couleurs le frappent en Espagne, plus encore après son séjour à Paris. L'Espagne, ne l'oublions pas, n'est pas comme les autres pays du Midi, elle n'est pas colorée. Le blanc, le noir, l'or, l'argent prédominent, il n'y a ni rouge ni vert. L'Espagne de ce point de vu n'est pas du tout méridionale, elle est plutôt orientale; les femmes portent plus de noir que de couleur, la terre est sèche et dorée, le ciel bleu, noir ou argent, les nuits étoilées sont encore noires ou bleu très foncé, l'air est léger. 

Picasso, Gertrude Stein , 1938 (15)

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2016

File d'attente

 Είδε κάτι που εκείνη την στιγμή τής έμοιαξε σαν τη μεγαλύτερη αδικία. Περίμενε στην ουρά για μια έκθεση. Ήταν αργία. Η ουρά ήταν μεγάλη. Προφανώς πολύς κόσμος διάλεξε να δει την έκθεση ανήμερα, ειδικά αφού τα περισσότερα μουσεία ήταν κλειστά. Μπροστά της περίμενε ένα ζευγάρι. Ένας ψηλός, κοντοκουρεμένος τύπος, ντυμένος ωραία, με κουστούμι, ίσως με καταγωγή από τις Αντίλλες. Δίπλα του μια νεαρή κοπέλα με μακριά καστανόξανθα περιποιημένα μαλλιά, βαμμένη προσεχτικά με eyeliner και ματ κόκκινο κραγιόν. Όσο εκείνος πληκτρολογούσε στο κινητό του, η κοπέλα είχε το χέρι της ψηλά στο πίσω μέρος του μηρού του και τον χάιδευε ή τον κρατούσε σφιχτά. Εκείνος όταν έβαλε το κινητό στην τσέπη άρχιζε να ανεβοκατεβάζει το χέρι του στην πλάτη της πάνω από το παλτό. Είχε μεγάλη παλάμη.
 Εκείνη περίμενε υπομονετικά - δεν είχε ιδιαίτερη όρεξη να παρατηρήσει το ζευγάρι. Ένιωσε όμως (κατάλαβε) πως είχε μια ανάλογη εμπειρία με την κοπέλα επίσης την προηγουμένη, και αισθάνθηκε μια θλιμμένη κι ακατανίκητη ταύτιση μαζί της. Η κοπέλα κρατούσε μια κίτρινη τσάντα. Πήγαινε με τα μαύρα της ρούχα και τις φλογίτσες-ανταύγειες των μαλλιών της. Μόνο που (κι εδώ εκείνη που καθόταν από πίσω και παρατηρούσε ένιωσε να της κόβεται το στομάχι στα δύο) είχε ξεχάσει να βγάλει από το λουρί της τσάντας το πλαστικό από το καρτελάκι. Δεν ήταν τελείως φανερό μα λίγο αν πρόσεχες το'βλεπες. Χθες, όταν θα είχε πάει να ψωνίσει ενόψει του ραντεβού της με τον ψηλό άνδρα, θα είδε την κίτρινη, χτυπητή μα όσο πρέπει τσάντα στα πλαστικά κουτιά λίγο πριν το ταμείο, και θα σκέφτηκε να την αγοράσει. Ήθελε καιρό μια τέτοια τσάντα, όχι πολύ μεγάλη, κατάλληλη για μια βραδινή έξοδο, όπου σε νοιάζει να πάρεις το προτοφόλι σου, το μέικ-απ ίσως, μαντηλάκια ντεμακιγιάζ σε περίπτωση που δεν κοιμηθείς στο σπίτι σου και τίποτε άλλο. Και να'τοι μαζί τώρα, μέρα αργίας. 
 Η κοπέλα που περίμενε από πίσω - πονούσε η μέση της. Κάτι που'μεινε από την εμπειρία της προηγουμένης. Θα μπορούσε να'χει αλλάξει θέση, να'χει κουνηθεί την στιγμή εκείνη,  μα δεν ήθελε να χαθεί η ενέργεια της στιγμής, να μην αλλάξει ο τρόπος... Και τώρα αυτός είχε πάει στις Βερσαλλίες, να κάνει ποδήλατο στην εξοχή και να αδράξει την ελεύθερη μέρα του. Έβαζε φωτογραφίες στο facebook. Όλες φιλτραρισμένες. Κίτρινες, σέπια. Εκείνη μισούσε τα φίλτρα, την έπιανε το στομάχι της. Τι περιττή επεξεργασία! Φίλτρα στο φθινοπωρινό τοπίο! Ένιωθε να τον αντιπαθεί μ'όλο της το σώμα εξαιτίας των πειραγμένων φωτογραφιών που συσσωρεύονταν λεπτό με το λεπτό στο newsfeed της. Λες κι ήταν ξένοι. Λες και το προηγούμενο βράδυ δεν την είχε υποδεχτεί στο σπίτι του μ'ένα βαθύ φιλί, και μια ανάγκη... Λες κι η νύχτα δεν είχε συμβεί μεταξύ τους. Μα ένιωθε πως ζαλιζόταν, - εκεί στην ουρά που όλο και προχωρούσε πιο κοντά στην είσοδο- πως ανακατευόταν το στομάχι της. Και το κομμάτι από πλαστικό στην κίτρινη τσάντα της κοπέλας... Τον αντιπαθούσε που της είχε πει πως είχε όρεξη να πάει να κάνει ποδήλατο στο δάσος κι όταν εκείνη τον ρώτησε αν θα πάει με φίλους, ελπίζοντας να την πάρει μαζί του, ή μάλλον να το προτείνει, την ρώτησε αν έχει δικό της ποδήλατο. Το ήξερε πως δεν έχει δικό της ποδήλατο. Και τώρα έκανε στάσεις κάθε λίγο στη βόλτα του για να αναρτήσει φιλτραρισμένες φωτογραφίες από τα πεσμένα φύλλα κι από ένα καφέ με μαυρισμένους (αν φαινόταν καλά) από τον καιρό καθρέφτες. 
 Η κοπέλα μπροστά της πιάνει πάλι το πόδι του φίλου της. Το χαιδεύει. Τον κρατάει. Όπου να'ναι θα μπουν κι αυτοί. Μετά είναι η σειρά της.

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2014

my sight was a wound

Το βράδυ της Παρασκευής, εχθές, διάαβασα το La folie du jour του Blanhcot.
Κοιμήθηκα και ξύπνησα πριν το χάραμα γιατί με ενοχλούσε μία νυχτοπεταλούδα που πετάριζε. Σύμβολο του ονείρου που εκτείνει τη δράση του και πλημμυρίζει την πραγματικότητα, θα έλεγα, αν ο Blanchot δεν μου είχε καταργήσει το ονειρώδες ως μια πολύ συγκεκριμένη θήκη στην οποία εφαρμόζουμε την εμπειρία. Η νυχτοπεταλούδα δεν είχε βγει από κάποιο όνειρο μα συνέδεε αυτό ακριβώς που μας αρέσει να σπάμε λες κι είναι πέτρωμα προς κατεργασία στο λατομείο.

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Boήθειά μας

Σκέφτηκα πως παραξήλωσε η κατάσταση με το facebook. Ίσως να απέτυχα να το εντάξω με lucidité στη ζωή μου, μα κατά τ'άλλα οι τρόποι μου προέρχονται από μια βασική διαύγεια, και τούτο δω το εργαλείο με ξεπέρασε, και με πίκρανε. Τώρα μάλιστα που οραματίζονται τη μηχανή που μπαίνει μες στο σώμα (φίλε μου, καλέ μου και λαμπρέ μου φίλε Άπα θα με συγχωρήσεις σ'αυτό το σημείο, το "never offline" δεν είναι του στιλ μου), νιώθω πως φτάνω στα όρια. Έχει πλάκα: αυτές τις μέρες η μόδα είναι η σύνταξη μιας λίστας με τα (δέκα) αγαπημένα βιβλία του καθενός. H μόνη ειρωνία συνίσταται στο γεγονός πως όσο πιο πολύ fb τόσο λιγότερο διάβασμα. Δεν νομίζω πως είμαι φοβική. Πιστεύω πρώτα στο ανθρώπινο σώμα και μετά σ'όλα τ'άλλα. 

Μια λίστα θα κάνω όμως, μήπως και προσελκύσω αναγνώστες. Κι έπειτα θα αποσυρθώ, θα δουλέψω ήσυχα απόψε. Εδώ στο πανεπιστήμιο, τοποθέτησα το γραφείο μου έτσι ώστε να κοιτά το παράθυρο. Μπροστά μου πρώτα μια συστάδα δέντρων, θαρρείς κι είμαι χωμένη μέσα τους, σ'ένα αλσύλλιο, κι από πίσω τα φωτεισμένα τσιγκελωτά παράθυρα ενός άλλου κοιτώνα. 

Είναι 11 Σεπτεμβρίου κι ο παροξυσμός των Αμερικάνων δεν λέει να κοπάσει. Bien au contraire.

Voilà la liste. 

Το Καλοκαίρι του Καμύ, Les Nourritures terrestres του André Gide, Έξι Νύχτες στην Ακρόπολη του Σεφέρη, Η Χαμένη Άνοιξη του Τσίρκα, Ο Κολοσσός του Μαρουσίου του Henry Miller, Το Κόκκινο και το Μαύρο του Στεντάλ, Το Σουέλ της Καρυστιάνη, Το Κακό Κορίτσι του Μάριο Βάργκας Λιόσα, A Passage to India του Φόρστερ, Ο Δον Ζουάν του Μολιέρου. O Συνταγματάρχης Λιάπκιν του Καραγάτση, Το Βιβλίο του Μανουέλ του Κορτάσαρ. Βασικά αυτά είναι όσα έχω διαβάσει στη ζωή μου, μην λέμε ψέματα. Και βέβαια οι Καραμαζώφ... 

Φέτος γράφτηκα σ'ένα μάθημα που κρατά και τα δύο εξάμηνα, το οποίο λέγεται Studies in the 19th Century Novel. Θα διαβάσουμε όλους τους μεγάλους. Ξεκινήσαμε με Jane Austen. Χάρη σ'αυτό το μάθημα, επιτέλους θα διαβάσω (η εκπαίδευση εξασφαλίζει πια τον χρόνο της απερίσκεπτης μελέτης, τουλάχιστον αυτό πασχίζει, αυτό έχει συμβεί). 

Από non-fiction, there's this one that has been life-changing: Jazz Cosmopolitanism in Accra; Five Musical Years in Ghana. Aπό τον εθνομουσικολόγο Steven Feld. 

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Σημειώσεις στον Μatisse


Luxe, calme et volupté (1904). Υφή σαν ψηφιδωτού. Κάθε πινελιά (η χειρονομιακή της δύναμη, the brushstroke) έχει περίπου το ίδιο μήκος - είτε 'γεμίζει' μεγαλύτερες είτε μικρότερες επιφάνειες (είτε, δηλαδή τον ουρανό είτε το μπράτσο μιας γυναίκας). Τα μαλλιά της γυναικείας φιγούρας στο έμπροσθεν μέρος πέφτουν σαν τρεχούμενο νερό· ένα ρυάκι από χρώματα (μου θυμίζει την ιδέα -πού την άκουσα; ποια είναι;- έρωτας σαν ποταμός).  

[The Matisse Exhibition at the MET Museum of New York, December 4th 2012 to March 17th 2013]

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

American fall


Wildly polysemic, ο Πικάσο κι ο Ματίς, κι ο Μαλαρμέ. Η περιπέτεια των ιδεών, η δύναμη της σκέψης. Σημειώσεις στα σπιράλ τετράδια, utopian 'nowhere' and 'no time', modernist irony, primeval wonder and Dionysian ecstasy. Σπουδές που στη δική μου χώρα δεν βρήκα, και που τώρα πλαισιώνονται από τη φύση που κάποτε, πριν δυο χρόνια, φανταζόμουν μακρινή, σκληρή και ξένη. Και που τώρα προσφέρεται ως η μόνη. Το μόνο εύφορο έδαφος,  που θα αγαπήσω κι ίσως έπειτα από χρόνια να μην θελήσω να αφήσω. Χρειάστηκε μια Αμερική κι αρκετά δολλάρια για να μάθω τι θα πει επανάσταση. Αυτό είναι το κρίμα της Ελλάδας: άξιον εστί το φως της Μεσογείου, του οποίου φανήκαμε απ'άκρη σ'άκρη ανάξιοι.

Το Φθινόπωρο είναι όμορφο εδώ. 

Σάββατο 3 Μαρτίου 2012

Ασκησούλες

Λαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλα.
Λολολολολολολολολολολολολολολολολο.
Λιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλιλι.


Τι κρίμα που ποτέ δεν θα μπορέσω να τραγουδήσω.

Βρίσκουν οι άνθρωποι τρόπους να παραπονιούνται. Να γκρινιάζουν, να κουρνιάζουν.

Λαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλαλα.

(Όχι πως διάβασα Γερτρούδη Στάιν σήμερα. Όχι πως!)

Κουβέλης και λοιποί της Αριστεράς.



He left no time to regret, kept his dick wet, with his same old safe bet.
Me and my head high, and my tears dry, get on without my guy.

I died a hundred times.

Ντάξει, οι καλύτεροι πάντα θα φεύγουν πρώτοι, πρέπει να το αποδεχτώ. Ίσως γι'αυτό να'ναι καλύτεροι. Να γίνονται πράγματι μέρος του μύθου. Και φυσικά είναι ένας ο μύθος, κοινός, με παραλλαγές (ανεπαίσθητες) για κάθε λαό και κάθε κουλτούρα. Και τα λοιπά και τα λοιπά.

Κι όπως κάθε γεωμετρία χρήζει επιπέδων, έτσι και μεις χρήζουμε γλώσσας κι επαναπροπροπροσδιορισμού σωστού. Όχι δηλαδή πως δεν πατάμε σταθερά ήδη (ίσως φανεί αστείο), αλλά να, κάτι μας λείπει. Να ξεχυθούμε, να ανταλλάξουμε απόψεις για την πολιτική και το σύστημα που περιβάλλει, ντύνει, τρέφει και κα-τα-κρε-ουρ-γεί. Όχι πως λέω κάτι καινούριο, η μορφή ίσως ξενίζει, δεν είμαι δα και ραντικάλ. Η γιαγιά μου η Μαίρη μου'χει κάνει ζημιά με τις γαλλικές της αναφορές. Δεν μπορώ να συννενοηθώ με παλιόφιλους που δεν ξέρουν τη Σιμόν ντε Μποβουάρ και λε μεμουάρ ντουν φιλ ρανζέ. Κάπως έτσι έχουν τα πράματα.