Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

διπλή ανάγνωση


Στη διπλωμένη εφημερίδα, αγορασμένη μαζί με άλλα ψώνια, ανάμεσα σε διαφημίσεις και φωτογραφίες δε γράφει πουθενά πως 

Όσο θα λιγοστεύουν τα ψοφίμια
τόσο θ' αγριεύουν τα κοράκια (1)

και στο σημείωμα του εκδότη ποτέ δε θα διαβάσει κανείς, γιατί πικρό ίσως αλλά κι αληθινό ότι

Δεν μας χορεύουν πια στο ταψί.
Δεν μας καθίζουν σ' αναμμένα κάρβουνα.
Μπαίνουμε μόνοι μας, αξιοπρεπώς,
σε φούρνο μικροκυμάτων (2)

Η εφημερίδα δε θα ξεδιπλωθεί. Θα σταματήσει η μουσική το δελτίο ειδήσεων πριν ακόμα ξεκινήσει.
Ποιος να μιλήσει; Ποιος να απαντήσει; Ποιος να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με το δίλημμα 

Ένα ποίημα ή ένα πιάτο φακή;
Ξέρω ποια είναι η σωστή απάντηση.
   Αλλά πεινάω. (3)

Αφήνω την εφημερίδα στην άκρη. Ανάμεσα σε σημειώσεις, βιβλία κι αποκόμματα γλίστρυσε από το πάνω ράφι μια παλιά κάρτα επικοινωνίας και ευχών "για το έτος 2007". Τυχαία είχε ανοίξει στη σελίδα 18


Δεν γίνεται απουσιολόγιο
χωρίς γομολάστιχα (4)

Γρήγορα πέρασε έτσι το ιδρωμένο απόγευμα του Σαββάτου. 
Αύριο Κυριακή και για όλη την εβδομάδα θα

Προστατεύω τα διαφανή, απλά ποιήματά μου,
γιατί με προστατεύουν
από τερατικά, ομιχλώδη τοπία
και φοβερές, βιβλικές σημασίες (5)


(1)[ σελ. 14], (2)[ σελ. 22], (3)[ σελ. 6], (4)[ σελ. 18], (5)[ σελ. 12]

Κώστας Καλαπανίδας, Λυρική ατοπία, Αργυρούπολη Δεκέμβρης 2006

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011

Στην πλατεία αλαφιάζονται οι μικρές παρέες

Κατεβαίνει στην παραλία, όπως το συνηθίζει πολλά απογεύματα, και καθημερινές και Κυριακές.
Είναι κάποια χρόνια που


Γυρίζει μόνος
στα χείλη του παντάνασσα σιωπή
συνέχεια των πουλιών τα μαλλιά του.
Ωχρός
με βουλιαγμένα όνειρα κι ανέγγιχτος
νερό τρεχάμενο στα ρείθρα, ωχρός
έλληνας.
Πάντα ο δρόμος μέσ' στα μάτια του
κ' η λάμψη απ' τη φωτιά
που καταλύει
τη νύχτα.
Γυρίζει μόνος
στα χέρια του κλαδί από ελιά
γεμάτος πόνο χάνεται στα δειλινά
αισθάνεται
πως όλα χάθηκαν.
Mην του μιλάτε είναι άνεργος
τα χέρια στις τσέπες του
σαν δυο χειροβομβίδες.
Mην του μιλάτε δε μιλούν στους καθρέφτες.
Άνθη της λεμονιάς
λουλούδια του ανέμου
στεφάνωσέ τον Άνοιξη
τον κλώθει ο θάνατος. [1]

Κατέβηκε και χτες και προχτές από 'κει. Αυτές τις μέρες όμως είναι μαζεμένοι πολλοί.
Είδε πολλούς. Άλλους τους ήξερε κι άλλους όχι. Με πολλούς χαιρετήθηκε και τον χαιρέτησαν. Σε κάποιους όμως έριξε μια ματιά οργισμένη. Αλήθεια τι γύρευαν εκεί; Ήταν χρόνια τώρα βολεμένοι και διαμαρτύρονται για ποιο λόγο; Ήταν κι άλλοι που κανείς δεν τους έδινε σημασία, οι απουσιολόγοι της επανάστασης. Τους είχαν γυρίσει την πλάτη και δεν τολμούσαν να πλησιάσουν πολύ τον μαζεμένο κόσμο. Έτσι είναι στις επαρχιακές πόλεις, οι περισσότεροι είναι γνωστοί μεταξύ τους. 
Τον πλησίασε μια νεαρή με εφημερίδες στο ένα χέρι και φυλλάδια στο άλλο. Ξεχώριζε ή μάλλον ήθελε να ξεχωρίζει από τους άλλους, έτσι πίστευε κι έτσι προσπαθούσε. Χρόνια τώρα προσπαθούν οι μόδιστροι της ζωής μας, ώστε οι ιδέες να κυκλοφορούν με τριμένο τζιν παντελόνι την άνοιξη και το φθινόπωρο με κουστούμι, αλλά πάντα χωρίς γραβάτα. Της δίνει ένα δικό του φυλλάδιο, που ξέρει ότι δε θα το διαβάσει.  
[2]

Την πλησιάσε κι ένας νεαρός, κι αυτός με φυλλάδια κι εφημερίδες και με την αριθμητική των ανθρωποσυγκεντρώσεων προσπαθούν να κάνουν πρόσθεση. Μετά συνέχισαν να πλησιάζουν κι άλλους περαστικούς και να λένε, να λένε, να λένε. Κι ήταν κι άλλοι σαν αυτούς, που έλεγαν κι έλεγαν, μέτραγαν και μέτραγαν.

Είχε αρχίσει να μαζεύεται κόσμος.
Κάποιος, με περασμένα τα χρόνια περπατώντας αργά φαινόταν να λέει:

Νεολαίε με το χαρτί του γυμνασίου
Εσύ που στο σχολείο σήκωνες το χέρι για να πεις
Όχι το μάθημα μα την αλήθεια
Σήκωνε πάντα αυτό το χέρι που το γέννησε
Της δικαιοσύνης ο καημός κ’ η σιγουριά του αύριο.
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνάσιου
Τα χέρια σου ανεβοκατεβαίνουν
Πάνω σε τραπέζια καφενείων
Καταχνιασμένων από την τσιγαρίλα
Και τις ανάσες πεινασμένων
Τα χέρια σου ανεβοκατεβαίνουν
Πάνω σε μεγάλες πόρτες
Που δε θ’ ανοίξουν ποτέ από μέσα.
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνασίου
Είσαι η φωτιά που ετοιμάζει η απελπισία
Και θα κάψει τις σημαίες των αρχόντων.
Και αν το ψωμί κ’ η γνώση ανταλλάσσονται
Με τ’ άλλο χαρτί που εσύ δεν έχεις
Μην αρνηθείς γι’ αυτό το ρόλο που σου ανάθεσε ο καιρός.
Οι μέρες μας κυλούν σαν χειμωνιάτικα ποτάμια
Στους δρόμους φέγγουν φαναράκια μίσους
Στους δρόμους αλαφιάζονται οι μικρές παρέες
Καθώς απ’ τις γωνιές οι μισθοφόροι
Με στιλέτα ξεμπουκάρουν και παγίδες.
Όμως τα δαγκωμένα λόγια ακολουθούν τραγούδια. [3]

Περνά η ώρα και ο κόσμος γίνεται περισσότερος. Αυτοί που έρχονται για τη συγκέντρωση. Αυτοί που κάνουν τη βόλτα τους. Αυτοί που περνούν αδιάφοροι. Και κάποιοι ενοχλημένοι. Είναι και κάποιοι που μετράν. Από τη μια η θάλασσα και από την άλλη ο κόσμος. Χαιρετούν και χαιρετιούνται. Έτσι είναι στις επαρχιακές πόλεις, οι περισσότεροι είναι γνωστοί μεταξύ τους.
Κάποιος μιλάει δυνατά. Άλλοι τον ακούν κι άλλοι περιμένουν να μιλήσουν κι αυτοί.

Ο στόμφος εκούρασε∙ σύμφωνοι.
Το θάμπος δυνάστεψε, του λόγου,
ως την παραμόρφωση∙
και πάλι σύμφωνοι.
Άσχετο που με τους αστούς μακάρια πια
παρακμάζει∙ σωστά.
Λένε σε τόνο χαμηλό εξομολόγησης
– συγνώμη∙ ποιος τάχα δεν πρέπει ν’ ακούει τώρα;
Μη διακόπτεις∙ λοιπόν είπαμε σε τόνο χαμηλό
για τη βαθιά πληγή να λέμε,
αν πρέπει σώνει και καλά να λες για δαύτην,
κι ας είναι άβυσσο
κι ας είναι από σκοτάδι πιο άρρητη.
Χα…
Μα η φυλή μου εμένα
που νύχτα μονομαχεί και μέρα με το ανέφιχτο;
και που ανηφορίζει;
Κι ακόμα του κρανίου τόπο ανήφορο κι ακόμα;
Σε τόνο χαμηλό τι θ’ ακουστεί;
Ποιος τάχα δεν πρέπει ν’ ακούει τώρα;
Αφήνω που, αυτό μας έλειπε,
θ’ ακούγεται ωσάν ευχαριστώ
στον εξοχότατο κανάγια. [4]


Κάποιοι χειροκροτούσαν, κάποιοι σφύριζαν κι άλλοι κουνούσαν απλά το κεφάλι. Μετά συνέχισε  κάποιος άλλος.

Μπορούμε να πούμε μετά βεβαιότητας
ότι όσοι έχουν οξύτατη όραση
θα επιζήσουν της πρώτης κρίσεως
των καρδιακών κρίσεων
της οικονομικής κρίσεως
ακόμη και της εσχάτης κρίσεως
αρκεί ν’ αντέξουν τις κρίσεις συνειδήσεως.
Κατά τα άλλα
πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι
γιατί δεν άρχισε να βρέχει βατράχια
αν και θα επινοηθούν ειδικά αλεξιβρόχια
αποσμητικά κατά της αηδίας
έως ότου εξοικειωθούμε με την μπόχα
των νεκρών αισθημάτων κι ελπίδων.

Μικρή παύση. Δε φαινόταν να μιλούσε για πρώτη φορά. Ίσως όμως και να είχε χρόνια να μιλήσει μπροστά σε τόσο κόσμο. Και σε τέτοιο κόσμο. Και συνέχισε:

Κι αν πεθάνουν τα ψάρια
επιζούν τα αμφίβια
ίσως ίσως κι οι θαλάσσιες χελώνες
κι αν χαθούν οι αντιλόπες
σώζονται οι χαμαιλέοντες.
Καμία στενοχώρια για τη ζωή.
Τι σημασία έχει πώς θα υπάρξεις; [5]


Πέρασε αρκετή ώρα και είχαν μιλήσει πολλοί. Ήταν κι άλλοι που δε μίλησαν, που ίσως δε θα μιλήσουν ποτέ μπροστά σε κόσμο. Κι αν δεν είχαν συμφωνήσει, ήξεραν πως έπρεπε κάποτε να πάψει άυτή η πραγματικότητα που

Όταν αυτοί αποφασίσουνε σου ανοίγουν τη θύρα
Ο δρόμος στρωμένα βάγια
Μα εσύ δεν είσαι έτοιμος να τον βαδίσεις
Όταν ετοιμαστείς
Η πόρτα κλείνει
Κανείς δε ξέρει ότι πια δεν είσαι δέντρο
Μόνο εσύ το ξέρεις
Κι αυτό εννοώ όταν μιλώ
Για μοναξιά της γνώσης

Πόσα παιδιά δε γεννηθήκανε
Γιατί δεν ήταν έτοιμα στην ώρα τους
Τα χειρουργεία [6]



 Κάποιοι, από τους "γνωστούς" άρχισαν να λένε και να λένε μεταξύ τους, συνέχισαν το μέτρημα, αλλά και πάλι κανείς δεν τους έδινε σημασία. Η μουσική δυνατά τους απαντούσε:

Ah, look at all the lonely people

Ah, look at all the lonely people
.....
All the lonely people, where do they all come from?
(Ah, look at all the lonely people)
All the lonely people, where do they all belong?
(Ah, look at all the lonely people)

και κάποιοι παραπέρα έγραφαν την απόφαση αυτής της συγκέντρωσης σε ένα λευκό πανί

Στον Παγασητικό, χαθήκαμε το βράδυ, ΄
Στον Παγασητικό, σε δρόμους σε νταμάρια,
Στον Παγασητικό, τη μέρα δυναμίτες,
Στον Παγασητικό, το βράδυ ερημίτες,
Στον Παγασητικό, τα σχέδια λουλούδια,
Στον Παγασητικό, λουλούδια του πελάγου.

που άρχισε να πλανιέται στον αέρα και να γλυστρά στη θάλασσα

 

[1] Νίκος Καρούζος, Πέντε Ποιήματα μέσ' το Σκοτάδι. Εικόνα,
[2] Κώστας Μόντης
[3] Θωμάς Γκόρπας, ΑΠΟΦΟΙΤΟΙ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
[4] Έκτωρ Κακναβάτος , Η ΦΥΛΗ ΜΟΥ ΕΜΕΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΝΕΦΙΚΤΟ, Από την συλλογή Διήγηση
[5] Μάριος Χάκας, Από την ενότητα «Νεκρώσιμη ακολουθία» Από την συλλογή “Όμορφο καλοκαίρι” (1965)
[6] Δημήτρης Ποταμίτης, Η μοναξιά της γνώσης, από τη συλλογή "Απεργεί ο Οδοκαθαριστής" [2001-2003] (Ποιήματα 1964-2003, Καστανιώτης 2007)


*** Το post αυτό αποτελεί την συμμετοχή των "Κυνοκέφαλων" στο δι-ιστολογικό αφιέρωμα "Η δημοκρατία στις πλατείες" :



"Η πλατεία, δημόσιος χώρος συνάθροισης, ανέκαθεν χώρος πολιτικής αντιπαράθεσης και κομματικής επίδειξης, τα τελευταία χρόνια είχε απαξιωθεί από τους πολίτες, που ιδιώτευαν στα "κλουβιά" τους. Οι πλατείες αυτές τις μέρες θυμούνται την παλιά τους χρήση: γίνονται χώροι, όπου οι άνθρωποι συνομιλούν και πολιτεύονται πάλι, διεκδικούν και διώκονται, διαμαρτύρονται και οργανώνουν. Η Κρίση μας γυρίζει πίσω στον κοινό χώρο; Η δημοκρατία επιστρέφει στις ρίζες της;"


Στο αφιέρωμα συμμετέχουν τα ιστολόγια:


Ο βιβλιοθηκάριος, Το κόκκινο μπαλόνι, Silent Crossing, Krotkaya , Μπλογκ της Αντίδρασης και του Αχαλίνωτου Σεξ , Εξεγερμένο το 2009 , Αναγεννημένη , Κουπέπκια ατάκτως τυλιγμένα , Τσαλαπετεινός , Ουδέν αμιγές , Ψαροκόκκαλο , ο Δύτης , Του κανενός το ρόδο , Ιχνηλασίες , Rubies and Clouds , Roadartist , Latecomer , χώρα του ποτέ ποτέ , Η ζωή στην καταραμένη νήσο , Butterfly's world , The Threewishes's weblog 

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2011

Τολμήστε λοιπόν!

Με μεγάλη χαρά υποδεχτήκαμε και διαβάσαμε το κείμενο των 32, το γνωστό "Τολμήστε".
Επιτέλους!
Κάποιες και κάποιοι, άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, "ως υπεύθυνοι πολίτες" πραγματικά ορθώνουν το ανάστημα σε αυτούς τους ζοφερούς καιρούς και λένε τα πράγματα, όπως είναι και δείχνουν τον δρόμο για το τι πρέπει να γίνει τώρα που
"η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο, και μόνο συντονισμένες ενέργειες, βασισμένες σε ένα νέο πνεύμα ομοψυχίας μπορούν να αποτρέψουν πλέον την καταστροφή. Όσοι αγνοούν προκλητικά τα σημεία των καιρών και, επιδεικνύοντας ασυγχώρητη ιδιοτέλεια, επιμένουν να επενδύουν στην κατάρρευση με οδηγό το δικό τους προσωπικό ή κομματικό συμφέρον, θα χρεωθούν στο ακέραιο την καταστροφή της χώρας."
Ελπιδοφόρο μήνυμα ότι "υπάρχει ακόμη καιρός να σωθούμε, αν αυτοί που εκπροσωπούν τον λαό και παίρνουν τις αποφάσεις για λογαριασμό του, όπου κι αν βρίσκονται, είτε στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση, είτε σε άλλους συλλογικούς φορείς ή όργανα, τολμήσουν να κάνουν το καθήκον τους."

Και ειλικρινά είναι συγκινητικό να ξέρει κανείς πως:
"Οι κατακτήσεις της σημερινής Ελλάδας στηρίχθηκαν σε κόπους και θυσίες γενεών." και να βλέπεις ότι αυτοί οι άνθρωποι δηλώνουν ευθαρσώς ότι "Δεν έχουμε δικαίωμα, πολιτικοί και πολίτες, να τις εγκαταλείψουμε ούτε να αφήσουμε κανέναν να τις καταστρέψει. Δεν έχουμε δικαίωμα να υποθηκεύσουμε το μέλλον και τα όνειρα των νέων και των επερχόμενων γενεών."

Το κείμενο απευθύνεται σε ενήλικες, πολλοί εκ των οποίων πτωχοί τω νεωτερικώ και μετανεωτερικώ πνεύματι για να γίνουν πιο εύληπτα αυτά τα πράγματα, θα μπορούσε ίσως να παρουσιαστεί με κάποια από τις γνωστές και αποτελεσματικές μεθόδους που χρησιμοποιούνται στην εκπαίδευση ενηλίκων. Κανείς όμως δεν αρνείται και την αξία του παραδείγματος. Είναι και εκείνο το ομηρικό "Αμ΄ έπος αμ΄ έργον" που μας ακολουθεί από αρχαιοτάτων χρόνων.
Ένα παράδειγμα λοιπόν, θα ήθελαν όλοι οι ενήλικες για να καταλάβουν τι ακριβώς θέλουνε να πούνε και ποιες ιδέες και αντιλήψεις να εκφράσουνε. Θα ήθελαν, επίσης, να μοιραστούν τις εμπειρίες τους για να επιτευχθεί η διάχυση των ιδεών. Είναι σίγουρα λαϊκισμός να πει κάποιος να αποκτήσουν εμπειρία στις χειρωνακτικές εργασίες . Με τα προσόντα που έχουν, ας αναζητήσει ο καθένας τους να απασχοληθεί στην ειδικότητά του και σε αυτό που έχει καταξιωθεί κι έπειτα ας καταθέσει την εμπειρία του.
Για την ειλικρίνεια των λόγων και των προθέσεων.....

Οι επιστήμονες, αυτοί των γραμμάτων, ας παραιτηθούν από τις θέσεις που κατέχουν και ας αρχίσουν να στέλνουν βιογραφικά αναγράφοντας όλα τα προσόντα τους για να βρούνε δουλειά και ας περάσουν από όλες τις προφορικές συνεντεύξεις που θα τους καλέσουν. Ας μην απογοητευτούν, αν απορριφθούν. Κάπου ίσως και να σταθούν τυχεροί, με επιμονή και υπομονή οπλισμένοι, αρκεί να μη ρωτήσουν τίποτε σχετικά με το ωράριο και την αμοιβή. Κι αν σταθούν άτυχοι, ας περάσουν, πάλι για την εμπειρία, από τον πιο κοντινό ΟΑΕΔ για μια εγγραφή στα ταμεία ανεργίας. Σίγουρα ένσημα θα έχουν αρκετά για το επίδομα, γιατί κάποιοι άλλοι δεν έχουν καν τον απαιτούμενο αριθμό. [Θα μπορούσαν να δοκιμάσουν και στον δημόσιο τομέα, αλλά συμβασιούχοι και stage πλέον δεν υπάρχουν, κι όσοι υπάρχουν τελειώνουν....].
Και όσοι δηλώνουν ότι είναι των τεχνών, οι συγγραφείς, ας αναζητήσουν δουλειά σε κανένα μεγαλοβιβλιοπωλείο ή ακόμη και σε εκδοτικό οίκο. Η επαφή με το αναγνωστικό κοινό θα είναι πιο άμεση, όπως και με τους υπαλλήλους σε αυτό το χώρο. Α, και οι μουσικοί....κι αυτοί μπορούνε να αναζητήσουνε εργασία σε κάποιο μουσικό σχήμα ή ακόμη και σε μουσική εταιρεία ή και σε κάποιο σιντάδικο για να αποκτήσουν παρόμοιες εμπειρίες. Για τους ζωγράφους, μάλλον τα πράγματα είναι εκ προοιμίου δύσκολα.

Μετά λοιπόν από αυτές τις εμπειρίες και την επαφή όλους με εμάς που μας νοιάζονται, σίγουρα όλοι θα σκεφτούν "Ας τους ακούσουμε, λοιπόν, πριν είναι αργά".
Αλλιώς, το "Τολμήστε" θα παραμείνει ένα ακόμη αναξιοποίητο κείμενο του νεοελληνικού διαφωτισμού, όπως και τόσα άλλα.




  

Τρίτη 31 Μαΐου 2011

Φοβάμαι

τους ανθρώπους που εφτά χρόνια έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου– βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
«Δώστε τη χούντα στο λαό». Φοβάμαι τους ανθρώπους
που με καταλερωμένη τη φωλιά πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους που σου 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν. Φοβάμαι τους ανθρώπους
που γέμιζαν τις ταβέρνες και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια
κάθε βράδυ και τώρα τα ξανασπάζουν
όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους. Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.

Μανώλης Αναγνωστάκης (1983)



Αρχειοθήκη ιστολογίου

ΔΙΑΒΑΤΕΣ

ΚΑΛΩΣ ΟΡΙΣΑΤΕ!

Συνολικές προβολές σελίδας

FeedBurner FeedCount