– Γέροντα, μιὰ γυναίκα τὴν ἐγκατέλειψε ὁ ἄνδρας της, πῆρε καὶ τὸ παιδὶ, καὶ ἔχει σχέσεις μὲ δὺο ἄλλες γυναὶκες. Μὲ ρώτησε τί νὰ κάνη.
– Νὰ τῆς πῆς, ὅσο μπορεῖ, νὰ κάνη ὑπομονή, προσευχή, καὶ νὰ φέρεται μὲ καλοσύνη. Νὰ περιμένη νὰ μὴ διαλύσει τὸν γάμο ἡ ἴδια. Κάποιος περιφρονοῦσε τὴν γυναίκα του, τὴν κακαμεταχειριζόταν, καὶ αὐτὴ τὰ ἀντιμετώπιζε ὅλα μὲ ὑπομονὴ καὶ καλοσύνη, μέχρι ποὺ πέθανε σχετικὰ νέα. Ὅταν ἔκαναν τὴν ἐκταφή της, βγῆκε ἀπὸ τὸν τάφο μία εὐωδία. Ἀπόρησαν ὅσοι βρίσκονταν ἐκεῖ.
Βλέπετε, αὐτὴ ἀντιμετώπιζε τὰ πάντα μὲ ὑπομονὴ σ’ αὐτὴν τὴν ζωή, γι’ αὐτὸ δικαιώθηκε στὴν ἄλλη ζωή. Ἔχω ὑπ’ ὄψιν μου καὶ μιὰ ἄλλη περίπτωση. Ἕνα κοσμικὸ παιδὶ εἶχε συμπαθήσει μιὰ κοπέλα ποὺ ζοῦσε πνευματικά. Γιὰ νὰ τὸν συμπαθήση καὶ ἡ κοπέλα, προσπαθοῦσε νὰ ζῆ κι αὐτὸς πνευματικά, ἐκκλησιαζόταν κ.λπ. Τελικὰ παντρεύτηκαν. Μετὰ ὅμως ἀπὸ χρόνια ἐκεῖνος ἄρχισε πάλι τὴν κοσμικὴ ζωή.
Ἐνῶ εἶχαν καὶ μεγάλα παιδιὰ -ἕνα ἀγόρι στὸ πανεπιστήμιο καὶ δύο κοπέλες, μία στὸ λύκειο καὶ μία στὸ γυμνάσιο- αὐτὸς συνέχιζε νὰ ζῆ ἄσωτα. Εἶχε μιὰ μεγάλη ἐπιχείρηση καὶ ἔβγαζε πολλὰ χρήματα, ἀλλὰ τὰ περισσότερα τὰ ἐξόδευε μὲ τὴν ἄσωτη ζωή του.
Ἡ καημένη ἡ σύζυγός του κρατοῦσε τὸ σπίτι μὲ τὴν οἰκονομία ποὺ ἔκανε καὶ τὰ παιδιά της μὲ τὶς συμβουλές της. Δὲν κατηγοροῦσε τὸν πατέρα τους, γιὰ νὰ μὴν τὸν σιχαθοῦν καὶ τραυματισθοῦν, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴν παρασυρθοῦν.
Τὰ βράδια ποὺ γύριζε ἀργά, εὔκολα τὸν δικαιολογοῦσε, λέγοντας στὰ παιδιὰ ὅτι ἔχει δουλειὲς, ἀλλὰ τὸ μεσημέρι ποὺ πήγαινε στὸ σπίτι μὲ κάποια φιλενάδα του, τί νὰ ἔλεγε; Γιατί, τί ἔκανε ὁ ἀθεόφοβος αὐτὸς ἄνθρωπος; -ἄν καὶ δὲν ἀξίζει νὰ τὸν λέη κανείς ἄνθρωπο, ἐπειδὴ δὲν εἶχε καθόλου ἀνθρωπιά.