Η Hillbilly είναι ένα είδος λαϊκής folk μουσικής που προέρχεται από τις ορεινές περιοχές των νοτίων πολιτειών των ΗΠΑ, η οποία συνδυάζει στοιχεία λαϊκής μουσικής, με κυρίαρχα όργανα το μπάντζο, το βιολί και τη κιθάρα.
Η παλιά αμερικάνικη παραδοσιακή μουσική έχει τις ρίζες της στην παραδοσιακή μουσική πολλών χωρών, όπως της Αγγλίας, της Σκωτίας και της Ιρλανδίας, ενώ σε ορισμένες περιοχές της Γαλλίας και της Γερμανίας.
Η Hillbilly κάποτε θεωρείτο αυτό που είναι σήμερα γνωστή ως μουσική country.
Ο πιανίστας της country, Al Hopkins χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο Hillbilly μουσική το 1925 και αυτός για κάποια χρόνια ήταν ο αποδεκτός όρος για τη Country & Western μουσική.
Ήδη από τη δεκαετία του 1920, υπήρχαν δίσκοι από μια μπάντα με το όνομα ‘Beverly Hillbillies’ ενώ οι Delmore Brothers’ ηχογράφησαν το "Boogie Hillbilly" το 1946.
Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί στο τέλος της δεκαετίας του ‘40 χρησιμοποίησε τον όρο "hillbilly" για να περιγράψει μπάντες με βιολιά και έγχορδα, και ο περίφημος bluegrass βιολιστής Vassar Clements περιέγραψε αυτό το ύφος της μουσικής ως «hillbilly τζαζ». Τελικά, ο όρος έγινε συνώνυμο με την παραδοσιακή μουσική της περιοχής των Απαλλάχιων βουνών, αν και οι ίδιοι οι μουσικοί της περιοχής δεν χρησιμοποίησαν αυτόν τον όρο για να περιγράψουν τη μουσική τους.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και στις αρχές της δεκαετίας του 1950, έγιναν δημοφιλή τραγούδια που συνδύαζαν την hillbilly και την αφρο-αμερικανική μουσική και έγινε γνωστά ως hillbilly boogie και αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του 1950 ως rockabilly.