Η Πίστυρος ιδρύθηκε από Θάσιους τον 7ο π.Χ. αιώνα στα όρια Καβάλας-Ξάνθης και οι τεχνίτες της επεξεργάζονταν άργυρο, χαλκό, σίδηρο και χρυσό.
Μια μικρή αρχαία πόλη σε ένα κομβικό σημείο στη Μακεδονία, με πλούσια αποθέματα σε άργυρο, χαλκό, σίδηρο και χρυσό, από τα γειτονικά μεταλλεία της Λεκάνης στο Παγγαίο, ήταν το κέντρο προμήθειας σε μετάλλευμα για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο.
Η Πίστυρος έφερε ισχυρή οχύρωση, ένα εντυπωσιακό ιερό και η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως πλήθος ευρημάτων που μαρτυρούν την σύντομη, αλλά ενδιαφέρουσα ιστορία της.
Ο αρχαιολογικός χώρος της Πιστύρου βρίσκεται δίπλα στην παλαιά οδική αρτηρία Καβάλας-Ξάνθης, σε απόσταση 18 χλμ. ανατολικά της Καβάλας, έξω από το χωριό Ποντολίβαδο. Η επιλογή της θέσης για την ίδρυση και την άνθηση της πόλης δεν ήταν τυχαία, καθώς σε κοντινή απόσταση υπήρχε μια λίμνη με υφάλμυρο νερό και άφθονα ψάρια.
Μαρτυρείται από τον Ηρόδοτο, ο οποίος την αναφέρει δύο φορές ως «πόλι ἑλληνὶδα παραθαλασσία και ἡπειρώτιδα», γεγονός που προδίδει ένα αστικό κέντρο με ελληνικούς θεσμούς.
Οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές έγιναν τη δεκαετία του 1970 για τη διάνοιξη καναλιού στον Νέστο, εδώ και 8 χρόνια όμως ο αρχαιολογικός χώρος ανασκάπτεται συστηματικά υπό τη διεύθυνση του αρχαιολόγου και Επίτιμου Διευθυντή του υπουργείου Πολιτισμού, Στρατή Παπαδόπουλου.
Η Πίστυρος ήταν μια μικρή πόλη που ιδρύθηκε από τους Θάσιους τον 7ο π.Χ. αιώνα και κατά το β΄ μισό του 6ου αιώνα π.Χ. οι Θάσιοι ανέπτυξαν έντονη εμπορική δραστηριότητα, όπως αποκαλύπτουν τα νομίσματα, η άφθονη εισηγμένη θασιακή κεραμική και το εντυπωσιακό τείχος από θασιακής προέλευσης μαρμαροπλίνθους, αλλά και μια εγχάρακτη επιγραφή στην εσωτερική όψη της βόρειας εισόδου, που αναγράφει το εθνικό «ΘΑCΙΩΝ».
Η λειτουργία της ως μεταλλευτικό κέντρο αποδεικνύεται από την εύρεση θραυσμάτων από το εσωτερικό τοίχωμα μεταλλευτικής καμίνου -εύρημα σπάνιο για τα αρχαιολογικά δεδομένα-, από την μεγάλη ποσότητα μεταλλεύματος, αλλά και από την ύπαρξη ισχυρής οχύρωσης. Σύμφωνα με τον κ. Παπαδόπουλο, οι μεγάλες ποσότητες αρχαιομεταλλουργικών κατάλοιπων τόσο εντός όσο και εκτός των τειχών, όπως και η μελέτη των σκωριών, δείχνουν κατεργασία μετάλλου για προσπορισμό και συγκεκριμένα χαλκού, αργύρου, σιδήρου, πιθανόν και χρυσού.
Αν και δεν υπάρχουν τεκμήρια για τα αντικείμενα που κατασκευάζονταν, εκτιμάται ότι αυτά ήταν όπλα, εργαλεία, κοσμήματα, αλλά και νομίσματα. Δεν αποκλείεται πάντως το εμπόριο να αφορούσε σε πρώτη ύλη, σε επεξεργασμένο δηλαδή μετάλλευμα.
Παρότι ήταν μια πόλη μικρή σε έκταση, μόλις 10 στρεμμάτων, η Πίστυρος ήταν ένα σπουδαίο μεταλλευτικό και εμπορικό κέντρο της αρχαιότητας και με σύγχρονους όρους θα έλεγε κανείς πως ήταν ένα «χρηματιστηριακό κέντρο» της αρχαίας Μακεδονίας.
Τη σπουδαιότητά της μαρτυρά το μνημειακό τείχος, το οποίο προστάτευε τον...θησαυρό που υπήρχε στο εσωτερικό του, το άφθονο δηλαδή και ακριβό μετάλλευμα.
Η ανασκαφή, που για φέτος ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες με τη συμμετοχή και φοιτητών από τα πανεπιστήμια Πάτρας και Ιωαννίνων, αποκάλυψε το σύνολο του τειχίσματος με τους πύργους και μία μοναδική αμαξιτή πύλη στο νοτιοανατολικό άκρο της πόλης, με δίφυλλες θύρες και παραστάδες (πλαϊνοί δοκοί) μεγάλων διαστάσεων. Μια δεύτερη πύλη εντοπίστηκε στο βορειοανατολικό άκρο της οχύρωσης και εξυπηρετούσε την πρόσβαση στη βασική οδική αρτηρία της πόλης.
Άφθονα παράγωγα επεξεργασίας μεταλλευμάτων οδηγούν στο συμπέρασμα πως υπήρχε εργαστήριο μεταλλουργίας. Επιπλέον σε μία από τις δύο ορθογώνιες δεξαμενές που βρέθηκαν, καταλήγει ένας σωλήνας μολύβδου, που μετέφερε υγρό σε αγγείο, μάλλον αμφορέα και θεωρείται πιθανή η ταυτότητα του χώρου ως οινοποιείο με δωμάτια μεταφοράς και πλυσίματος του καρπού, ληνούς και υπολήνια.
Ανασκάφτηκε επίσης ένα μεγάλο κτηριακό συγκρότημα, στην αυλή του οποίου εντοπίστηκαν κατασκευές που φαίνεται να σχετίζονται με τις μεταλλουργικές δραστηριότητες των ενοίκων του, αλλά και ένα μονόχωρο τετράγωνο κτήριο με κτιστά έδρανα στο εσωτερικό του που δεν αποκλείεται να είχε δημόσιο χαρακτήρα, -ίσως ένα μικρό Βουλευτήριο κατ' αντιστοιχία της αποκαλούμενης έδρα των πολιταρχών στην αγορά της Πέλλας-, αλλά και οικίες.
Στα δυτικά μιας πλατείας εντοπίστηκε το ιερό της Πιστύρου. Η έρευνα αποκάλυψε μικρό δίχωρο ναό που ακολουθεί την παράδοση των ναών των Κυκλάδων και της Θάσου, με τονισμένο τον κατά πλάτος άξονά του. Από τα ευρήματα στον σηκό ξεχωρίζουν ένα μεγάλο τριβείο εν είδη ‘τράπεζας προσφορών’, αγγείο για σπονδές εν είδει ‘ιερού βόθρου’, γυναικεία ειδώλια που απεικονίζουν πιθανόν την Αφροδίτη και η πήλινη εστία, διηρημένη σε 4 τμήματα που διακοσμούνται με έλικες.
Σε απόσταση 5 μέτρων βόρεια του ναού εντοπίστηκε τετράγωνος κτιστός βωμός και μεταξύ ναού και βωμού αναπτύσσεται λιθόστρωτη αυλή για τις συναθροίσεις.
Μεγάλα δωμάτια στα ανατολικά και στα δυτικά του βωμού έδωσαν σημαντικό αριθμό αγνύθων (υφαντικά βάρη), κάτι που είναι σύνηθες στη Μακεδονία σε ιερά γυναικείων θεοτήτων, όπως η Αθηνά, η Αφροδίτη, η Άρτεμις και η Μητέρα των Θεών. Έτσι υποστηρίζεται η άποψη πως στο ιερό της Πιστύρου υπήρχε έντονη υφαντική παραγωγή στην υπηρεσία της θεότητας που λατρεύονταν.
Ένας αύλειος χώρος με βάθρα στηλών και αναθήματα ανασκάφτηκε στα ανατολικά του ναού. Το σημαντικότερο εύρημα της περιοχής αυτής είναι η επιγραφή που μαρτυρεί την λατρεία του Διός Σωτήρος και του Βασιλέως Φιλίππου. Η επιγραφή χρονολογείται στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ., και αφορά πιθανότατα τον Φίλιππο Β'. Στον κεντρικό τομέα της πόλης βρέθηκε εργαστήριο αγγειοπλαστικής που χρονολογήθηκε στον 3ο π.Χ. αιώνα και παρόμοιό του έχει ανασκάψει επίσης ο κ. Παπαδόπουλος στα Λιμενάρια της Θάσου.
Η συστηματική ανασκαφή στην αρχαία Πίστυρο απέδωσε σημαντικά κινητά ευρήματα που χρονολογούνται από το τέλος του 7ου ως τον 1ο αιώνα π.Χ.: άφθονη εισαγόμενη και τοπική κεραμική, μεγάλο αριθμό ενσφράγιστων κεράμων και αμφορέων, πολλά τέχνεργα υφαντικής, ειδώλια, νομίσματα, εργαλεία και κοσμήματα. Πλήθος αγγείων φαίνεται πως έχουν εισαχθεί από τη Θάσο, τις Κυκλάδες, από τα παράλια της Μικράς Ασίας και την Αττική.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι επιγραφές που έχουν χαραχθεί στο μέτωπο των αρχαϊκών δόμων, σε παριανό αλφάβητο, σε αρκετές περιπτώσεις, «ἐπὶ τὰ λαιά» (προς τα αριστερά). Χαράσσονται τα πρώτα τρία ή τέσσερα γράμματα ονομάτων, όπως συμβαίνει και στην οχύρωση της Θάσου, όπου έχουν αποδοθεί σε λατόμους και ιδιοκτήτες λατομείων. Στην Πίστυρο οι οι επιγραφές είναι αρκετές δεκάδες και μεταξύ τους επαναλαμβάνονται συχνά τα ονόματα Επιγ(ένης), Γλαυ(κος) και Μιμ(ος).
Η πόλη ήταν σε πλήρη ανάπτυξη από τον 7ο π.Χ. αιώνα μέχρι το τέλος του 2ου π.Χ. αιώνα και είναι άγνωστο ακόμη πότε, πώς και γιατί οι κάτοικοί της την εγκατέλειψαν. Αν και υπάρχουν ενδείξεις για σεισμική δραστηριότητα στην περιοχή, θεωρείται πολύ πιθανόν να έπαψε να κατοικείται για λόγους οικονομικούς. Δεν αποκλείεται δηλαδή ένα άλλο μεταλλευτικό κέντρο να εμφανίστηκε στην ίδια περιοχή και να πήρε αυτό το σκυτάλη της παραγωγής και εμπορίας.
* Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τον αρχαιολόγο-διευθυντή της ανασκαφής, Επίτιμο Διευθυντή του υπουργείου Πολιτισμού, Στρατή Παπαδόπουλο.
(Πηγές: Ανασκαφή, Μ. Ριτζαλέου,Voria)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου