Μόλις βγήκαν από το στεγνωτήριο. Τις διπλώνω για να μπουν στο ντουλάπι. Λίγο προτού τις αποθέσω στη στίβα των ρούχων που δεν χρειάζονται σιδέρωμα τις φέρνω κοντά στο πρόσωπό μόυ. Μοσχοβολάνε όνειρα.
Χρόνια συντροφικότητας ύπνου και ξαγρύπνιας που τις έφθειρε, τις πάλιωσε κι ακόμα τις κρατά σα μνήμη αγαπημένη, -αφού της ανήκει. Σαν παρόν ανεξίτηλο.
Στα δυο μου χέρια οι λουλουδάτες πυτζάμες μου, διπλωμένες απλά μα προσεκτικά, γίνονται το παρελθόν μου μέσα στο οποίο σήμερα άνετα χωρώ, αφού το παλιό λάστιχο που κάποτε έσφιγγε τη μέση χαλάρωσε με την πάροδο των χρόνων.Γίνονται ρούχο που επιτρέπει το παρόν να αγγίζει το γυμνό σώμα χάδι απαλό του καιρού, του παρόντος, του τώρα.Κόντυναν τα μανίκια από τα τόσα πλυσίματα, ασκήσεις πτώσης, μετάνοιας και βάφτισης στο καθαρό νερό.Εξέχουν τώρα οι καρποί των χεριών μου, καρποί της τωρινής μου ηλικίας, λεπτοί και τρυφεροί, πιο νέοι από ποτέ, πιο δεκτικοί στην κάθε απροσδόκητη στιγμή.Τη στιγμή που ζητά την υποταγή μου ή την έξαρσή μου, την παρουσία μου όλη, την προσοχή μου. Το βλέμμα του νου και της καρδιάς μου. Την κάθε στιγμή που ακόμα κι αν έχει φαινομενικά το ίδιο επαναλαμβανόμενο πρόσωπο, δεν είναι ποτέ ίδιο. Μάλλον είναι κάθε φορά καινούριο, έτοιμο να μου αποκαλύψει τα μυστικά του, σα ρούχο παλιό, φορεμένο, κάποτε απόλυτα ταιριαστό, τώρα απλόχωρα γενναιόδωρο.
Τίποτα απαράλλαχτα ίδιο στη σχέση μου με τα πράγματα και τους ανθρώπους. Καμιά απουσία, εκτός από την εσκεμμένη της συνείδησης, όταν αυτή αρνείται το εγκάρδιο δόσιμό της στην Στιγμή. Γιατί μόνον η απουσία μου σκηνοθετεί την άψυχη Συνήθεια, ζωγραφίζοντας στον παλμογράφο της ζωής αυτήν την παγωμένη ευθεία, την μονότονη γραμμή που αποδεικνύει τον θάνατό μου. Αυτός είναι ο θάνατος.Ο μόνος θάνατος που υπάρχει είναι αυτός που κατασκευάζω απέχοντας από τη Στιγμή, αρνούμενος την έκπληξη που με περιμένει, το θαύμα που κρύβεται πίσω από το ερωτικό δόσιμό μου στο ελάχιστο και μέγα.
Οι πυτζαμούλες θα μπούνε ήσυχα στο ντουλάπι. Θα με περιμένουν να κάνω μπάνιο και να τις φορέσω καθαρές. Μαζί μου θα κοιμηθούν. Μαζί μου θα ονειρευτούν ή θα στριφογυρίσουν άγρυπνες στο στρώμα. Παρέα θα ξυπνήσουμε να υποδεχθούμε τη νέα μέρα. Μαζί θα χαλαρώσουμε, μαζί θα ιδρώσουμε, μαζί θα πλυθούμε και πάλι από την αρχή.Θα δώσουν αγόγγυστα τη θέση τους στα ρούχα της εξόδου και θα περιμένουν υπομονετικά να ντύσουν και πάλι το σώμα της νέας μέρας, των νέων στιγμών, του νέου δέρματος που θα επιστρέψει κοντά τους να συνομιλήσουν μυστικά και να τα πούνε όλα.
Κι εγώ επιτρέποντας το άγγιγμα του παρόντος που την ίδια στιγμή κουβαλά πάνω του όλο το παρελθόν σαν γίγαντας που όλα τα σηκώνει, όλα τα μπορεί, θα προχωρώ στην επόμενη ανάσα, στο επόμενο παρόν, στο επόμενο θαύμα, εξαγοράζοντας τον θάνατο με όλο μου το είναι.Αυτό το είναι της διαθεσιμότητας και υποταγής. Του θαυμασμού και της έκπληξης.Του Είναι του Άλλου, που εισχωρώντας μέσα μου γίντεται Εγώ παλλόμενο, ζωντανό και φωτοφόρο.Πάντοτε αγέραστο.
......................................................................................................................................
Χρόνια συντροφικότητας ύπνου και ξαγρύπνιας που τις έφθειρε, τις πάλιωσε κι ακόμα τις κρατά σα μνήμη αγαπημένη, -αφού της ανήκει. Σαν παρόν ανεξίτηλο.
Στα δυο μου χέρια οι λουλουδάτες πυτζάμες μου, διπλωμένες απλά μα προσεκτικά, γίνονται το παρελθόν μου μέσα στο οποίο σήμερα άνετα χωρώ, αφού το παλιό λάστιχο που κάποτε έσφιγγε τη μέση χαλάρωσε με την πάροδο των χρόνων.Γίνονται ρούχο που επιτρέπει το παρόν να αγγίζει το γυμνό σώμα χάδι απαλό του καιρού, του παρόντος, του τώρα.Κόντυναν τα μανίκια από τα τόσα πλυσίματα, ασκήσεις πτώσης, μετάνοιας και βάφτισης στο καθαρό νερό.Εξέχουν τώρα οι καρποί των χεριών μου, καρποί της τωρινής μου ηλικίας, λεπτοί και τρυφεροί, πιο νέοι από ποτέ, πιο δεκτικοί στην κάθε απροσδόκητη στιγμή.Τη στιγμή που ζητά την υποταγή μου ή την έξαρσή μου, την παρουσία μου όλη, την προσοχή μου. Το βλέμμα του νου και της καρδιάς μου. Την κάθε στιγμή που ακόμα κι αν έχει φαινομενικά το ίδιο επαναλαμβανόμενο πρόσωπο, δεν είναι ποτέ ίδιο. Μάλλον είναι κάθε φορά καινούριο, έτοιμο να μου αποκαλύψει τα μυστικά του, σα ρούχο παλιό, φορεμένο, κάποτε απόλυτα ταιριαστό, τώρα απλόχωρα γενναιόδωρο.
Τίποτα απαράλλαχτα ίδιο στη σχέση μου με τα πράγματα και τους ανθρώπους. Καμιά απουσία, εκτός από την εσκεμμένη της συνείδησης, όταν αυτή αρνείται το εγκάρδιο δόσιμό της στην Στιγμή. Γιατί μόνον η απουσία μου σκηνοθετεί την άψυχη Συνήθεια, ζωγραφίζοντας στον παλμογράφο της ζωής αυτήν την παγωμένη ευθεία, την μονότονη γραμμή που αποδεικνύει τον θάνατό μου. Αυτός είναι ο θάνατος.Ο μόνος θάνατος που υπάρχει είναι αυτός που κατασκευάζω απέχοντας από τη Στιγμή, αρνούμενος την έκπληξη που με περιμένει, το θαύμα που κρύβεται πίσω από το ερωτικό δόσιμό μου στο ελάχιστο και μέγα.
Οι πυτζαμούλες θα μπούνε ήσυχα στο ντουλάπι. Θα με περιμένουν να κάνω μπάνιο και να τις φορέσω καθαρές. Μαζί μου θα κοιμηθούν. Μαζί μου θα ονειρευτούν ή θα στριφογυρίσουν άγρυπνες στο στρώμα. Παρέα θα ξυπνήσουμε να υποδεχθούμε τη νέα μέρα. Μαζί θα χαλαρώσουμε, μαζί θα ιδρώσουμε, μαζί θα πλυθούμε και πάλι από την αρχή.Θα δώσουν αγόγγυστα τη θέση τους στα ρούχα της εξόδου και θα περιμένουν υπομονετικά να ντύσουν και πάλι το σώμα της νέας μέρας, των νέων στιγμών, του νέου δέρματος που θα επιστρέψει κοντά τους να συνομιλήσουν μυστικά και να τα πούνε όλα.
Κι εγώ επιτρέποντας το άγγιγμα του παρόντος που την ίδια στιγμή κουβαλά πάνω του όλο το παρελθόν σαν γίγαντας που όλα τα σηκώνει, όλα τα μπορεί, θα προχωρώ στην επόμενη ανάσα, στο επόμενο παρόν, στο επόμενο θαύμα, εξαγοράζοντας τον θάνατο με όλο μου το είναι.Αυτό το είναι της διαθεσιμότητας και υποταγής. Του θαυμασμού και της έκπληξης.Του Είναι του Άλλου, που εισχωρώντας μέσα μου γίντεται Εγώ παλλόμενο, ζωντανό και φωτοφόρο.Πάντοτε αγέραστο.
......................................................................................................................................
Η μουσική είναι το "Όνειρο", του Κυριάκου Καλαϊτζίδη, από το cd "Το Παραμύθι της Μουσικής" που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες. Στην κιθάρα ο Θανάσης Τσίτσαρης και η προσαρμογή της σύνθεσης για κιθάρα του Βασίλη Βέτσου.