Απο μικρό παιδί, δεν μπόρεσα ποτέ να κατανοήσω την λογική “ναι, αλλά η χούντα έφτιαξε δρόμους”. Ή το “με την χούντα κοιμόμασταν με τις πόρτες ανοικτές”. Και πάντα με εξέπληττε το “Η χούντα έφτιαξε την οικονομία”. Αυτή η μάχη, στην οποία τολμούσε να πολεμήσει το οικονομικό συμφέρον του καθενός την ίδια την ουσία της Δημοκρατίας, μου φαινόταν πάντα εξαιρετικά παράλογη.
Φυσικά, παρότι αθεράπευτα αφελής πολιτικά άνθρωπος, πάντα καταλάβαινα το “γιατί” κάποιος θα έλεγε τέτοια ανόητα πράγματα. Οι άνθρωποι χρειάζονται ηρεμία, χρειάζονται ασφάλεια, χρειάζονται οικονομική ευμάρεια – προφανώς, είναι ξεκάθαρο ότι αυτό ήταν ο στόχος τέτοιων δηλώσεων. Όμως, παραμένει τρελό:
Αξίζει η ασφάλεια, η ηρεμία και η ευμάρεια όμως την κατάλυση της Δημοκρατίας;
Δεν έχω ακούσει κανέναν -και έχω μιλήσει και με συμπαθούντες την χούντα στην ζωή μου, όχι μόνο τότε, μα ακόμα και πρόσφατα- ποτέ, κανέναν να μου πει “όχι, κάνεις λάθος, είναι ένα ψέμα – δεν πήραν ποτέ την εξουσία με την απειλή των όπλων”. Πάντα το προφανές απλώς δεν το συζητούσαμε – την πήραν όπως την πήραν, οκ, αλλά τι έκαναν μ’ αυτήν; Καλό για όλους, το τραπέζι είχε φαι, οι πόρτες ήταν ανοιχτές, τέλος πάντων, ήταν ο επίγειος παράδεισος. Και όσοι και να το καταρρίψουν με στοιχεία πάντα το “ε, τουλάχιστον κοιμόμασταν με ανοικτές τις πόρτες” μοιάζει να κερδίζει κάθε άλλο επιχείρημα.
Και γω πάντα ο ίδιος αφελής, πάντα αναρωτιόμουν πως κατάφερναν να κοιμηθούν με ανοιχτές τις πόρτες – δεν τους ενοχλούσαν οι κραυγές των βασανισμένων;
Πριν από λίγες ημέρες, έγραψα το “Συγγνώμη. Συγγνώμη! ΣΥΓΓΝΩΜΗ!”, Ήταν μία αγωνία που είχα μέσα από την καρδιά μου, βασισμένη σε μία σταθερά προσέγγισή μου να κοιτώ πρώτα τον άνθρωπο, και μετά το σύνολο. Οι άνθρωποι χάνονται, ξεχνιούνται, δεν τους δίνουμε πια σημασία, και έτσι εύκολα μπορεί να ξεχάσουμε τι προκάλεσε όλα αυτά που έζησαν – δίνοντας έτσι το ελεύθερο για να ξαναγίνουν.
Ήθελα να πω μία συγγνώμη σ’ αυτούς που δεν πολέμησα αρκετά γι’ αυτούς, που απέτυχα να εκπροσωπήσω στην κάλπη, που απέτυχα να πείσω τους υπόλοιπους να τιμωρήσουν τους υπεύθυνους.
Βεβαίως, ήταν δημόσια κουβέντα, και οι δημόσιες κουβέντες περνούν από κριτική. Και ω, και αν είχα κριτική.
Εκτός από αυτούς που ένιωσαν κάτι διαβάζοντάς το, και κάποιους λίγους που μου απάντησαν σοβαρά, πολλοί στα social με έβρισαν, πολλοί με λοιδώρησαν – ακόμα και άνθρωποι με τους οποίους μπορεί πάντα να ήμουν ιδεολογικά απέναντι, αλλά ποτέ δεν τους φέρθηκα έτσι, γιατί σέβομαι πάντα τον αντίπαλό μου. Κάποιοι τα έσβησαν μετά, οι περισσότεροι όχι. Τα κρατώ, με πίκρα και τα μεν και τα δε – άλλωστε είναι νικητές κι εγώ είμαι χαμένος, στην επόμενη τετραετία θα έχουμε αυτούς που που θέλουν, νικητές κι αυτούς, με ισχυρότατη και ξεκάθαρη εντολή.
Φευ.
Όμως, σ’ αυτούς που μου απάντησαν σοβαρά, μία ήταν η βασική κοινή συνισταμένη:
“Γιάννη, ζεις σε έναν μικρόκοσμο. Έξω γίνονται άλλα πράγματα.“
Σας μιλώ απολύτως ειλικρινά, δεν καταλάβαινα τι έλεγαν. Χιλιάδες άνθρωποι ταλαιπωρήθηκαν εκτός ΜΕΘ με αστείες δικαιολογίες, δεκάδες άνθρωποι πέθαναν με γελοίες δικαιολογίες, εκατοντάδες άνθρωποι παρακολουθήθηκαν με αδιανόητες δικαιολογίες, αναρίθμητοι αθώοι άνθρωποι επαναπροωθήθηκαν χωρίς καμία δικαιολογία. Δεν είναι αρκετός λόγος να τιμωρήσεις τον υπεύθυνο; Τι σκατά μιλάμε για echo chamber, για τον θάλαμο που ακούς μόνο πολλαπλασιασμένα τον εαυτό σου; Δεν είναι όλα αυτά σημαντικά;
Προφανώς, όχι – όχι για όλους.
“Ο κόσμος ήθελε ασφάλεια. Ήθελε ευημερία. Ήθελε ηρεμία”.
Δύο εντελώς ξεχωριστά πράγματα άλλαξαν λίγο την οπτική μου:
Το πρώτο, ήταν μία σημαντική εικόνα: ένα tweet (δεν θυμάμαι απο ποιον, λυπάμαι, αλλά αν το βρω θα το συμπληρώσω στο άρθρο) που έκανε πάνω κάτω την διαπίστωση πως “για την κυβέρνηση δεν ακούγεται από τα μέσα ούτε μία αρνητική είδηση. Για την αντιπολίτευση, ούτε μία θετική”. Είναι εντυπωσιακό πόσο υποσυνείδητα γίνεται αυτό, μα όσες φορές έβλεπα τηλεόραση, σαν γενικό συμπέρασμα, ταιριάζει μ’ αυτήν την εικόνα. Ο Κωνσταντίνος Πουλής (αν δεν απατώμαι) έλεγε σε ένα από τα pod/vidcast της Φάρμας των Ζώων πως ακόμα και αν κάτι πάει στραβά, η αφήγηση δεν είναι “η κυβέρνηση έδωσε δεκάδες δισεκατομμύρια σε απευθείας αναθέσεις”, μα “η αντιπολίτευση ισχυρίζεται πως η κυβέρνηση έδωσε δεκάδες δισεκατομμύρια σε αναθέσεις”. Αφού “το ισχυρίζεται η αντιπολίτευση” δεν σημαίνει πως είναι αλήθεια, σωστά; Αντιπολίτευση είναι, τι άλλο θα πει, έτσι δεν είναι; Την ίδια διαδικασία, επίσης αν θυμάμαι καλά, περιγράφει ο δημοσιογράφος Άρης Χατζηστεφάνου (έγραψε ένα υπέροχο βιβλίο γι’ αυτό) ενώ την ολοκληρώνει ο Κώστας Βαξεβάνης, που λέει ότι όταν κάποιος έξω βρέχει, και κάποιος άλλος ότι δεν βρέχει, η δουλειά του δημοσιογράφου δεν είναι να μεταφέρει απλώς τι λέει ο καθένας, μα να ανοίξει το γαμημένο το παράθυρο και να ανακαλύψει μόνος του.
Το δεύτερο, είναι το άρθρο του δημοσιογράφου Δημήτρη Κούλαλη για το News247.gr. Εκεί παίρνει συνέντευξη μεταξύ άλλων από έναν αγρότη, που λέει: “εγώ σαν επαγγελματίας δεν ζημιώθηκα. Αποδέσμευσαν τις ασφαλιστικές εισφορές από το εισόδημα. Ανέστειλαν το τέλος επιτηδεύματος όλα αυτά τα χρόνια ”.
Τόμπολα.
Βλέπετε, στο πόνημά μου, ζητάω συγγνώμη σε χιλιάδες ανθρώπους. Σε όλες τις απαντήσεις που έλαβα, όλες, από τις πιο χυδαίες μέχρι τις πιο σοβαρές, δεν είδα ούτε μία που να λέει “κάνεις λάθος, δεν έγιναν”. Προφανώς, ελάχιστοι (εως κανείς εξ αυτών) δεν πιστεύουν τον Άρη Παπαζαχαρουδάκη, που λέει ότι βασανίστηκε στην ΓΑΔΑ, κανείς δεν πιστεύει τις διηγήσεις του Ιάσονα Αποστολόπουλου ή των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, το ξέρω – αλλά για την τακτική στις ΜΕΘ, πχ την υπερασπίστηκε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, για την τακτική των παρακολουθήσεων την παραδέχθηκε ο ίδιος ο πρωθυπουργός – δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτά τα πράγματα έγιναν.
Έγιναν, και όσους μας απασχολούν, ζούμε σε έναν μικρόκοσμο.
Και κάπως έτσι γίνεται και είναι ταυτόχρονα και σωστή αυτή η διαπίστωση, και λάθος.
Κάποιος αγρότης, οικονομικά, δεν επηρεαστηκε. Ο κάτοικος της Λήμνου Λέσβου πχ, όπως περιγράφει στο ίδιο άρθρο του News247 ο Θωμάς Μαυροφίδης, διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, πίστεψε πως επήλθε η ηρεμία στο νησί, γιατί απλώς τους επαναπροωθούσαν όλους και δεν τους ξανάβλεπε ποτέ. Κάποιος επιχειρηματίας, πήρε μία επιστρεπτέα προκαταβολή και κράτησε το μαγαζί του ανοικτό. Κάποιος άνεργος ίσως πήρε ένα pass για τον υπερφουσκωμένο λογαριασμό της ενέργειας.
Έκανε έργα η κυβέρνηση. Έφτιαξε την οικονομία. Ας την ξαναψηφίσουμε.
Ομολογώ, ότι εδώ δεν έχω επιχειρήματα. Ακούω αυτούς πχ που λένε στον επιχειρηματία “και ποιος νομίζεις πως θα μείνει να αγοράσει τα προϊόντα σου”, ή στον κουρασμένο από τους μετανάστες “και ποιος νομίζεις πως θα μείνει να μαζέψει τις φράουλές σου”, ή ακόμα και στον αγρότη “και ποιος νομίζεις πως θα κάνει κουμάντο τελικά στο πόσο θα πουλήσεις τις ντομάτες σου” – αλλά από μέρους μου θα ήταν φθηνό, και δεν θα το κάνω. Δεν θα το κάνω, κυρίως επειδή δεν τολμώ να βάλω την δημοκρατία στο ζύγι με οτιδήποτε άλλο, είναι ανήθικο. Δεν είναι όμως μόνο αυτό: μπορεί να έχουν δίκιο, δεν ξέρω: όταν όλοι θα ψάχνουν για δουλειά μπορεί να ξαναπάνε στα χωράφια, και οι αγρότες θα ελπίζουν στις κοινοτικές αποζημιώσεις, και για τους επιχειρηματίες υπάρχουν πάντα οι τουρίστες. Μπορεί όλα να πάνε καλά γι’ αυτούς στο τέλος, πού ξέρω εγώ;
Ή απλώς, μπορεί – όπως έλεγα τελικά προφητικά το 2019, ότι “τουλάχιστον από εδώ και μπρος τα κανάλια θα μας παρουσιάζουν την κάθε μέρα πιο ήρεμη από την προηγούμενη, αντίθετα με όσα μας έλεγαν τέσσερα χρόνια τώρα”- μπορεί δηλαδή, δεν ξέρω, απλώς οι μουσικοί του Τιτανικού πχ να κάνουν καλά την δουλειά τους, και όσοι δεν έχουμε ένα ξύλο να πιαστούμε, να πνιγούμε, τουλάχιστον, ήσυχοι, υπνωτισμένοι από την μελωδία της ηρεμίας.
Που να ξέρω;
Το μόνο που ξέρω σίγουρα, είναι πως μέχρι τώρα -και έχω φτάσει αισίως στα πενήντα μου, δεν έχω φοβάμαι περιθώρια να αλλάξω πια- ποτέ δεν μέτρησε πιο πάνω η δική μου πιθανή ευημερία από τον βιασμό της προσωπικής ζωής του Θανάση Κουκάκη. Πότε δεν θεώρησα ότι η εξαγορασμένη φωνή από διάφορες λίστες ησυχία θα έπρεπε να καλύπτει την φωνή του Άρη, ή τις κραυγές του Μάγγου. Ποτέ δεν θεώρησα ότι η πιθανή οικονομική μου ανάσα είναι πιο πολύτιμη από την ανάσα που πάσχιζε να πάρει ένας ασθενής εκτός ΜΕΘ.
Έχουν την οικονομία τους, κι εγώ τους μιλάω για Δημοκρατία. Είναι πια τόσο παράλογο να πιστεύω πως μπορώ τους πείσω τελικά πόσο πιο σημαντικό είναι αυτό για το οποιο πασχίζω να ακουστεί;
Προφανώς λοιπόν, είμαι ανάμεσα σε λίγους φίλους. Προφανώς, ζω στο δικό μου μικρόκοσμο. Δεν έχω καμία αμφιβολία, το 41% ήταν πάνω από σαφές. Στην δημοκρατία, ξεκάθαρα οι περισσότεροι κάνουν κουμάντο.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως οι λιγότεροι θα πρέπει να βγάζουν τον σκασμό:
Αν θα πρέπει να φωνάξω ακόμα πιο δυνατά, για να ενώσω τις φωνές μου με τους βασανισμένους, για να περάσω από τις ανοικτές σας πόρτες και να χαλάσω σε κάποιους τον ύπνο, αυτό θα κάνω.
Αν πρέπει να φωνάξω ακόμα πιο δυνατά από τους υπνωτικούς μουσικούς του Τιτανικού – δεν βαριέσαι, έτσι θα γίνει.
Κι αν εγώ, όντως, τελικά, ζω σε μικρόκοσμο, είμαι με τον Θανάση και τον Ιάσονα, με τον Άρη και τον Βασίλη – δεν είμαι διατεθειμένος να τους πουλήσω και να βγω από αυτόν μόνο και μόνο για να κάνω σε κάποιους το χατήρι: θα τον μεγαλώσω αυτόν τον μικρόκοσμο, με όποιον τρόπο μπορώ, ώστε κάποια στιγμή να σας χωράει πια όλους.
Ετσι κι αλλιώς, έχασα. Τι άλλο έχω λοιπόν να χάσω;
Μήπως τελικά ήταν η αποκοινωνικοποίηση που οδηγεί στο θρίαμβο τη ΝΔ; Μήπως τελικά όλοι οι υπόλοιποι, αυτοί που μας ενδιαφέρει ο διπλανός μας και η κοινωνία, θα πρέπει να βγαίνουμε πιο συχνά στο δρόμο; Μήπως να κόψουμε και την καλημέρα ή άντε τις συναλλαγές (όσο μπορούμε) με το κεφάλαιο και τους «κυρ Παντελήδες»; Σιγά σιγά να στήνονται συνελεύσεις στις γειτονιές, εργατικές επιτροπές σε επιχειρήσεις και συλλογικά να έρθουμε σε επαφή με αγροτικούς συνεταιρισμούς, αυτοδιαχειριζόμενες οικονομικές οντότητες να φροντίζουμε τις ανάγκες μας χωρίς μεσάζοντες αλλά ταυτόχρονα να υπάρχει ένα ευρύ δίκτυο πληροφόρησης και αλληλεγγύης; Το πρώτο που πρέπει να σπάσει είναι η μοναξιά και αυτό θα διώξει το φόβο!
Είναι όμορφο και βολικό να ξεκινάς συγκρίνοντας τη σημερινή εκλεγμένη κυβέρνηση με τη χούντα. Δίνεις αμέσως τον τόνο της κριτικής σου και διαλύεις κάθε αμφιβολία ότι όντως ζεις σε έναν κόσμο όπου η πλειοψηφία δεν καταλαβαίνει τι γίνεται γύρω της και ψηφίζει παραπλανημένη και φοβισμένη (BTW, ακριβώς αυτό υποστηρίζει εδώ και δεκαετίες το ΚΚΕ).
Ισχυρίζεσαι ότι οι ψηφοφόροι ζουν σε μια δυστοπική, ανελεύθερη κοινωνία και ότι αντάλλαξαν την ελευθερία τους για λίγα ευρώ και την ψευδαίσθηση μιας οικονομικής ευμάρειας που δεν υπάρχει. Σου διαφεύγει (ή απλώς παρέλειψες να γράψεις) ότι οι ψηφοφόροι είχαν να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο κόμματα τα οποία κυβέρνησαν για περίπου 4 χρόνια έκαστο και η εμπειρία είναι απολύτως συγκρίσιμη. Έτσι, 2,4 εκατ. ψήφισαν συνέχιση της ίδιας κατάστασης και 1,18 εκατ. ψήφισαν επιστροφή στη διακυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου που οι περισσότεροι θέλουμε να ξεχάσουμε.
Η εμπειρία του 2015 ρίχνει βαριά σκιά στη μνήμη πολλών ανθρώπων. Υπάρχουν κάποιοι που ακόμα βλέπουν το δίπολο αριστερά-δεξιά με τα μάτια περασμένων δεκαετιών και βλέπουν τα δύο κόμματα ως εκπροσώπους αυτών των ιδεολογιών. Στην πραγματικότητα, η σημερινή ΝΔ είναι ένα ελληνικού τύπου κεντροδεξιό κόμμα (δηλαδή κουβαλάει πλήρως το λαϊκό-κρατικίστικο παρελθόν της και το πελατειακό της σύστημα), ενώ ο Σύριζα είναι μια μάζωξη αμόρφωτων τυχοδιωκτών και ξεπλυμένων πασόκων που παριστάνουν την αριστερά.
Ο Αρκούδος που βλέπω εγώ είναι ένας ιδεολόγος, πολιτικά σκεπτόμενος και ακέραιος δημοκράτης που δεν μπορεί να κατανοήσει γιατί το 41% ψήφισε όλο αυτό που περιγράφεις. Ο κύριος λόγος είναι ότι το 41% δεν ήθελε τον εσμό της δήθεν αριστεράς να ξανάρθει στα πράγματα. Ψήφισε το μικρότερο κακό.
Μπροστά στην κάλπη οι επιλογή είναι ξεκάθαρη: Ποιος θέλω να με κυβερνήσει ώστε η ζωή μου να είναι όσο γίνεται καλύτερη; Ποιος είναι ασφαλέστερη εγγύηση για τη δημοκρατία; Ποιος θα πάει τη χώρα μπροστά; Ο καθένας επιλέγει ανάλογα με τα συμφέροντα και τις αξίες του.
Τέλος, σε αντίθεση μ’ εσένα και όσα υποστηρίζεις για τη ΝΔ, δεν θεωρώ ότι οι ψηφοφόροι του Σύριζα (ή, αν το πάω στα άκρα, οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής) ζουν σε echo chamber ή είναι παραπλανημένοι. Γνώριζαν και γνωρίζουν πολύ καλά τι ψηφίζουν και έχουν σοβαρό λόγο που το κάνουν. Το ίδιο και οι ψηφοφόροι του ΚΚΕ, του Βελόπουλου και της ΝΔ. Η αδυναμία κατανόησης των αιτιών από ανθρώπους δαν εσένα δεν παύει να με εκπλήσει.
Υ.Γ.
Η φράση με τη βροχή και την αλήθεια δεν είναι του Βαξεβάνη, αλλά αποδίδεται στον καθηγητή δημοσιογραφίας Jonathan Foster. Ο ΚΒ την έκανε και pin χωρίς αναφορά στην πηγή. Κλασικός ΚΒ.
Σε ευχαριστώ για την κριτική και το σχόλιο Κώστα. Μία μικρή μόνο παρατήρηση, σε όσα χρήσιμα σχολιάζεις: Μην με αδικείς. Πουθενά δεν μιλώ για κόμματα, ούτε για Τσίπρες, ούτε για Καμμένους, ούτε για Μητσοτάκηδες: Μιλω για Δημοκρατία. Λέω πληγώθηκε. Λέω δεν είχαμε. Λες ο κόσμος διάλεξε. Λες διάλεξε γιατί πέρασε καλύτερα. Ναι, ακριβώς αυτό εξηγώ και στο άρθρο: Λέω πως δεν θα έπρεπε να είναι καν ερώτημα.
Πράγματι, ο κόσμος διάλεξε. Πράγματι, έχουμε δημοκρατία – ο,τι διαλέξανε οι πολλοί, βαρύνει όλους μας. Πράγματι, όταν λέω χάσαμε, είμαι μάλλον μόνος μου.
Ωραία, ας είναι έτσι. Θα συνεχίσω να γράφω όπως σκέπτομαι, με την ελπίδα να σας πείσω όλους. Δεν μπορεί να ειναι λάθος κι αυτό.